Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Αϊβαλί, Ναός Ταξιαρχών

Συγγραφή : Μητσάκου Ελένη (7/11/2002)

Για παραπομπή: Μητσάκου Ελένη, «Αϊβαλί, Ναός Ταξιαρχών», 2002,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=3454>

Αϊβαλί, Ναός Ταξιαρχών (6/2/2006 v.1) Ayvalık (Cydoniae), Church of the Taxiarchs (15/2/2007 v.1) 
 

1. Το συγκρότημα

Το συγκρότημα των Ταξιαρχών βρίσκεται στην Aνω Χώρα, στην παλαιά συνοικία των Tαξιαρχών1 και κοντά στη συνοικία της μητρόπολης. Περιλαμβάνει τον ενοριακό ναό των Ταξιαρχών και βοηθητικά κτίσματα στον περίβολό του.2 Ο αρχικός ναός πρέπει να χτίστηκε στα τέλη του 18ου αιώνα, μετά το 1780, χρονολογία κτίσεως του συγκροτήματος της Παναγίας των Ορφανών. Η ανέγερσή του ανήκει στο ίδιο οικοδομικό πρόγραμμα με την Παναγία των Ορφανών, σημερινή Ζωοδόχο Πηγή ή Κάτω Παναγιά. Στα τέλη του 18ου αιώνα ήταν ένας από τους 11 ενοριακούς ναούς του Αϊβαλιού.3

Στον περίβολο του ναού κατά την ίδρυσή του βρισκόταν σχολείο στοιχειώδους εκπαιδεύσεως, στο οποίο διορίστηκε κατάλληλος γραμματοδιδάσκαλος,4 όπως συνέβη και στην περίπτωση της Μέσης Παναγιάς, που εξυπηρετούσε επίσης τους μαθητές της Ανω Συνοικίας.5 Σύμφωνα με σχέδια αποτύπωσης του ναού που αφορούν τη μορφή του το 1844, το συγκρότημα των Ταξιαρχών αναπτύσσεται πάνω σε υπερυψωμένο περίβολο, διαμόρφωση που επιβάλλεται από το επικλινές του εδάφους, αλλά και που χαρακτηρίζει την εκκλησιαστική αρχιτεκτονική αυτής της περιόδου στο Αϊβαλί. Η πρόσβαση στον περίβολο γίνεται μέσω ημικυκλικής κλίμακας που οδηγεί σε πρόπυλο, πάνω από το οποίο ορθωνόταν μεγαλοπρεπές κωδωνοστάσιο, τετραγωνικής κάτοψης, το οποίο αναπτυσσόταν σε τέσσερα καθ’ ύψος επίπεδα, διαμορφώνοντας τις όψεις του με τόξα, και στεγαζόταν από σφαιρικό τρουλίσκο. Τη νότια γωνία του περίβολου καταλάμβανε ισόγειο κτίσμα με κεραμοσκεπή και οικιστική χρήση. Στη βόρεια πλευρά του περίβολου ήταν διαμορφωμένη εξωτερική κλίμακα που κατέληγε σε στεγασμένο πρόπυλο και αποτελούσε την κύρια είσοδο στο γυναικωνίτη. Το σχολείο και άλλα κτίσματα διοικητικού χαρακτήρα αναπτύσσονταν στο βόρειο τμήμα του περίβολου.

2. Ο ναός

Ο ναός ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης βασιλικής, που απαντάται συχνά στις παλαιοχριστιανικές και βυζαντινές ενοριακές εκκλησίες του βόρειου ελληνικού χώρου. Ταυτόχρονα εκπροσωπεί μία χαρακτηριστική ιδιοτυπία στην αρχιτεκτονική των ενοριακών ναών του Αϊβαλιού, η οποία συνίσταται στη διαμόρφωση της στέγασής του. Η οικοδομική παράδοση που ακολουθείται στην κατασκευή του είναι διαδεδομένη στο χώρο του ανατολικού και βόρειου Αιγαίου.6

Ο ναός χωροθετείται μέσα στον περίβολο ακολουθώντας το συνήθη προσανατολισμό, με τον εξωνάρθηκά του στη δύση και το ιερό του στην ανατολή. Στην κύρια όψη, τη δυτική, ο εξωνάρθηκας με τη μεγάλη αψιδωτή κιονοστοιχία κάμπτεται στα άκρα του και περικλείει μεγάλο τμήμα του βόρειου και νότιου κλίτους του ναού. Κατ’ αυτόν τον τρόπο στηρίζει το γυναικωνίτη, προσδίδοντας ταυτόχρονα αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον στη βόρεια και νότια όψη. Η ανατολική όψη του ναού διαμορφώνεται από την ημικυκλική κεντρική αψίδα του ιερού βήματος και τις μικρότερες αψίδες της πρόθεσης και του διακονικού εκατέρωθεν της κεντρικής. Η ενιαία όψη από λαξεμένους λίθους είναι πιο επιμελημένη στις ακμές της και στα περιγράμματα των παραθύρων. Στα σημεία αυτά εκδηλώνεται διακοσμητική διάθεση με τη χρησιμοποίηση πιο σκουρόχρωμης πέτρας,7 ενώ ταυτόχρονα εισάγεται διακριτικά στους αρμούς κεραμικός διάκοσμος που απαντάται συχνά στους ναούς της γειτονικής Λέσβου.

Στο εσωτερικό ο ναός χωρίζεται σε τρία κλίτη με κίονες, οι οποίοι στηρίζονται σε τετραγωνικής κάτοψης βάσεις και φέρουν καλλιτεχνημένα κιονόκρανα. Την τοξοστοιχία μεταξύ των κλιτών κοσμούν, πάνω από τα κιονόκρανα, οβάλ κοσμήματα (μενταγιόν) με εικονογράφηση. Πάνω από τα πλευρικά κλίτη, τα οποία στεγάζονται με σταυροθόλια, υπάρχει διαμορφωμένος γυναικωνίτης. Η πρόσβαση μάλιστα στο γυναικωνίτη πάνω από το βόρειο κλίτος είναι ιδιαίτερα επιμελημένη με διπλή κλίμακα και πρόπυλο που στεγάζεται από μικρό σφαιρικό τρουλίσκο. Στο εσωτερικό της η εκκλησία περιλάμβανε άμβωνα, τέμπλο και επισκοπικό θρόνο. Ο εσωτερικός διάκοσμος του ναού πρέπει να ήταν πολυτελής και επιβλητικός, όπως συνέβαινε κατά κανόνα στους κεντρικούς ναούς του οικισμού, των οποίων οι αγιογραφίες ήταν έργα αξιόλογων εγχώριων και ξένων καλλιτεχνών.8

3. Η στέγαση του ναού

Η ενιαία δίρριχτη στέγη του οικοδομήματος παρουσιάζει τις συνηθισμένες στις τρίκλιτες βασιλικές τριγωνικές αποτμήσεις στο ανατολικό και στο δυτικό αέτωμα των όψεών της. Ενώ κατά κανόνα στις τρίκλιτες βασιλικές δεν υπερυψώνεται η στέγη του μεσαίου κλίτους και ο ναός φωτίζεται μόνο από τα πλευρικά παράθυρα που είναι διανοιγμένα στους εξωτερικούς τοίχους του, στον αιολικό τύπο,9 η στέγη του μεσαίου κλίτους υπερυψώνεται από τη στέγη των πλάγιων κλιτών και του γυναικωνίτη, δίνοντας τη δυνατότητα δημιουργίας άλλης μιας σειράς παραθύρων σε μεγαλύτερο ύψος, που επιτρέπουν αμεσότερο φωτισμό του μεσαίου κλίτους και προσδίδουν ιδιαίτερο φως στο εσωτερικό της εκκλησίας. Η υπερύψωση αυτή επιτυγχάνεται με διακοπή της ενιαίας τριγωνικής ξύλινης δίρριχτης στέγης και την ταυτόχρονη διαμόρφωση μιας δεύτερης υπερυψωμένης, επίσης δίρριχτης, ξύλινης στέγης, του φωταγωγού. Αυτός διαμορφώνεται εσωτερικά σε αψιδωτή ξύλινη οροφή από μπαγδατόπηχες, στη συνέχεια επιχρίεται και τέλος κοσμείται με γύψινες διακοσμήσεις. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο αϊβαλιώτικος αυτός τύπος δημιουργήθηκε με την ανέγερση της φημισμένης Παναγίας των Ορφανών, που έχτισε ο Ιωάννης Οικονόμος γύρω στα 1780. Όλοι σχεδόν οι ενοριακοί ναοί ανήκαν σε αυτόν τον τύπο περίπου ως το 1870, χρονολογία κατά την οποία τα αρχιτεκτονικά πρότυπα άρχισαν να αλλάζουν υπό την επίδραση του νεοκλασικισμού, κίνημα το οποίο αφομοίωσε επιτυχώς το τοπικό αρχιτεκτονικό ιδίωμα και δεν επέβαλε αισθητές αλλοιώσεις στην αρχική φυσιογνωμία του χώρου.10

4. Οικοδομικές φάσεις - σημερινή κατάσταση

Ο ναός επιδέχτηκε μετατροπές στη διάρκεια του 20ού αιώνα, κατά τις οποίες τοιχίστηκαν τα ανοίγματα της τοξοστοιχίας του εξωνάρθηκα, ο οποίος οπτικά «εξαφανίστηκε».11 Το ισόγειο τμήμα του συνόλου της όψης επιχρίστηκε και η λαξευτή τοιχοποιία παρέμεινε εμφανής μόνο στον όροφο.

Το κτήριο έχει υποστεί σημαντικές ζημιές από σεισμούς. Τα υποστηλώματά του παρουσιάζουν ρηγματώσεις σε όλο το ύψος τους, ενώ το εσωτερικό του ναού έχει απογυμνωθεί από τον διάκοσμό του και παρουσιάζει εικόνα εγκατάλειψης. Τα τελευταία χρόνια έχουν ξεκινήσει εργασίες αποκατάστασης, οι οποίες έχουν ήδη ολοκληρώσει τις στέγες του ναού, ώστε να σταματήσει η ανεξέλεγκτη ερείπωση του εσωτερικού του εξαιτίας των καιρικών συνθηκών. Εργασίες αποκατάστασης έχουν γίνει και στις στέγες των βοηθητικών οικοδομημάτων που βρίσκονται μέσα στον ίδιο περίβολο. Επίσης αποκαταστάθηκε και ενισχύθηκε η τοιχοποιία του ιερού.

Στις ημέρες μας η εκκλησία δε χρησιμοποιείται. Το κεντρικό τμήμα του εξωνάρθηκα έχει ανακτήσει την αρχική του όψη με την τοξοστοιχία, ενώ κλειστά έχουν παραμείνει τα τμήματά του που βρίσκονται στην προέκταση των πλαγίων κλιτών και τα οποία χρησιμοποιούνται, όπως και τα κτίσματα του περιβόλου, ως κατοικίες.

1. Στη συνοικία των Ταξιαρχών είχαν εποικήσει Έλληνες προερχόμενοι από τα γειτονικά παράλια και τη Λέσβο στα τέλη του 16ου αι., για να αποφύγουν τις πιέσεις των πειρατών. Στη συνοικία συνυπήρχαν αρχικά Έλληνες και Τούρκοι, ενώ αγνοούμε αν προϋπήρχε εκεί τουρκικός συνοικισμός ή αν μεταξύ των συρρεόντων υπήρχαν ταυτόχρονα Έλληνες και Τούρκοι. Το ελληνικό στοιχείο θα τονωθεί όταν το 1773 ο Οικονόμος επιτύχει, σε συνεργασία με ισχυρούς φίλους, την έκδοση σουλτανικού φιρμανίου, που έδινε προνόμια στον οικισμό και δεν επέτρεπε την εγκατάσταση σε αυτόν Τούρκων.

2. Κατά κανόνα οι ναοί στο Αϊβαλί βρίσκονταν μέσα σε υπερυψωμένο περίβολο, μέσα στον οποίο υπήρχαν χτισμένα ευρύχωρα κελιά ιερέων και υπηρετών και κομψά κωδωνοστάσια.

3. Οι άλλοι είναι ο Άγιος Δημήτριος, ο Άγιος Ιωάννης, η Κοίμησις της Θεοτόκου στη Μέση Συνοικία (με περίβολο, μικρό παρεκκλήσιο και μητροπολιτικό οίκημα με γραφεία), ο Άγιος Γεώργιος, η Ζωοδόχος Πηγή (που ταυτίζεται με την Παναγία των Ορφανών του Οικονόμου και είναι η κοινώς λεγομένη Κάτω Παναγιά), ο Άγιος Χαράλαμπος μέσα στο ιερό Νοσοκομείο (στην ιδιοκτησία του υπολογίζεται και το Αγίασμα της Φανερωμένης), η Αγία Τριάδα, ο Άγιος Νικόλαος, ο Άγιος Βασίλειος και ο Προφήτης Ηλίας. Σακκάρης, Γ., Ιστορία των Κυδωνιών (Αθήνα 1920), σελ. 245.

4. Σακκάρης, Γ., Ιστορία των Κυδωνιών (Αθήνα 1920), σελ. 25.

5. Αντίστοιχο συγκρότημα για την κάτω συνοικία ήταν η Παναγία των Ορφανών.

6. Οι ναοί στο Αϊβαλί παρουσιάζουν ομοιότητες με ναούς της τουρκοκρατίας στον ελλαδικό χώρο (Ήπειρο, Μακεδονία, Θράκη, Πήλιο), ενώ ταυτόχρονα διατηρούν τις τοπικές ιδιαιτερότητες του αιολικού χαρακτήρα τους. Ψαρρός, Δ., «Κυδωνίες – Αϊβαλί. Η επιβεβαίωση της ενότητας του αιολικού χώρου», Τεχνικά Χρονικά, 3-4 / 1977, σελ. 69-86.

7. Συχνά στους ακρογωνιαίους λίθους ενός οικοδομήματος, τα «αγκωνάρια», γίνεται χρήση άλλου υλικού, πιο σκληρού, διότι αυτά τα σημεία καταπονούνται περισσότερο στατικά.

8. Από τους καλλιτέχνες αυτούς ονομαστοί είναι οι Κυδωνιείς ζωγράφοι Αγραφιώται. Σακκάρης, Γ., Ιστορία των Κυδωνιών (Αθήνα 1920), σελ. 245- 246.

9. Πρόκειται για ιδιαιτερότητα αϊβαλιώτικη, η οποία σποραδικά μόνο απαντάται στη γειτονική Λέσβο ενώ αποτελεί τον κανόνα για τις εκκλησίες του Αϊβαλιού. Εντούτοις ο αρχιτέκτων-μελετητής Ψαρρός προσδιορίζει την ιδιοτυπία αυτή ως «αιολικού τύπου».

10. Ψαρρός, Δ., « Κυδωνίες - Αϊβαλί. Η επιβεβαίωση της ενότητας του αιολικού χώρου», Τεχνικά Χρονικά, 3-4 / 1977, σελ. 69-86.

11. Ιχνη της τοξοστοιχίας που καλύθηκε πίσω από το σοβά μαρτυρά η φωτογραφία της κύριας όψης του ναού, τραβηγμένη στα τέλη του 20ού αι. (Αποστολίδης, Στ., Ιωνία, Οι Ελληνες στη Μικρασία, σελ. 54).

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>