Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Υπομενάς Γεώργιος

Συγγραφή : Σαλβάνου Αιμιλία (4/11/2002)

Για παραπομπή: Σαλβάνου Αιμιλία, «Υπομενάς Γεώργιος», 2002,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=6586>

Υπομενάς Γεώργιος (4/4/2011 v.1) Ypomenas Georgios - προς ανάθεση 
 

1. Η ζωή και η εκπαίδευση του Υπομενά

Ο Γεώργιος Υπομενάς γεννήθηκε στην Τραπεζούντα στα τέλη του 17ου αιώνα (γύρω στο 1675). Πατέρας του ήταν ο Συμεών και η οικογένειά του (που είχε ακόμη δύο παιδιά, τον Ιωάννη και το Γερβάσιο) ανήκε στις επιφανέστερες οικογένειες της Τραπεζούντας. Για το λόγο αυτό, ο Γεώργιος, όπως και τα αδέλφια του, είχε την ευκαιρία να λάβει εκτεταμένη εκπαίδευση τόσο στην πατρίδα του όσο και στην Ουγγροβλαχία, όπου και έδρασε κατά κύριο λόγο. Αποτέλεσμα της ευρείας παιδείας του και της προσωπικής του έφεσης για μάθηση ήταν να καταγραφεί ως ένας από τους εξέχοντες Τραπεζούντιους λογίους του 18ου αιώνα. Έχει συμπεριληφθεί στις βιογραφίες «των εκ Τραπεζούντος και της περί αυτήν χώρας από της Αλώσεως μέχρις ημών ακμασάντων λογίων» που συνέγραψε ο Επαμεινώνδας Κυριακίδης το 1897, ενώ συχνά ο προσδιορισμός «ιατροφιλόσοφος» είναι αναπόσπαστο τμήμα του ονόματός του.

Παραδίδεται ότι έλαβε τις βασικές σπουδές του κοντά στο θείο του Σεβαστό Κυμινήτη –ή το διάδοχό του Θεόδωτο Συμεώνος– στο Φροντιστήριο Τραπεζούντας. Συμμαθητής του ήταν ο Παΐσιος Τραπεζούντας, συγκυρία που εξηγεί τη στενή φιλία που συνέδεε τους δύο άντρες, παρά τους τόσο απομακρυσμένους τόπους δράσης τους. Στη συνέχεια φοίτησε σε σχολή στο Βουκουρέστι της Βλαχίας, όπου υπάρχει η πιθανότητα να έφτασε μαζί με το Σεβαστό Κυμινήτη, όταν αυτός πήγε εκεί για να αναλάβει τη διεύθυνση της Ακαδημίας. Εκεί είχε τη δυνατότητα να γνωριστεί με τον ηγεμόνα της Ουγγροβλαχίας Κωνσταντίνο Βασσαράβα, του οποίου κέρδισε την εύνοια, με αποτέλεσμα να τον στείλει στην Πάδοβα να σπουδάσει ιατρική και φιλοσοφία. Ανακηρύχθηκε διδάκτορας αυτών των επιστημών το 1708. Με την αφορμή αυτή εκδόθηκε προς τιμήν του ποιητική ανθολογία στη Βενετία το 1709, η οποία συμπεριέλαβε περίπου 40 επιγράμματα. Ο τίτλος της ανθολογίας ήταν Απανθίσματα ποιητικά συλλεχθέντα εις την ένδοξον και υπέρλαμπρον ιατροφιλόσοφον δαφνοστεφηφορίαν του ευγενεστάτου και λογιωτάτου κυρίου Γεωργίου Υπομενού, ευπατρίδου Τραπεζούντος, παρά Ιωάννου ιερέως του Αβρααμίου και παρ’ αυτού προσφωνηθέντα τω γαληνοτάτω εκλαμπροτάτω και ευσεβεστάτω κυρίω κυρίω Ιωάννη Κωνσταντίνω Βασσαράβα αυθέντι και ηγεμόνι πάσης Ουγγροβλαχίας και του δαφνηφορούντος προστάτη μεγαλοπρεπεστάτω. Τα επιγράμματα αυτά συνέλεξε και εξέδωσε ο Ιωάννης Αβραάμιος ο Κρης.1

2. Το εκπαιδευτικό και συγγραφικό έργο του Υπομενά

Αμέσως μετά την ανακήρυξή του σε διδάκτορα της ιατρικής και της φιλοσοφίας, επέστρεψε στο Βουκουρέστι, όπου ανέλαβε διδακτικό έργο εξασκώντας παράλληλα το επάγγελμα του γιατρού. Η διδασκαλία του στην Ακαδημία του Βουκουρεστίου άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις στους συγχρόνους του. Γράφει χαρακτηριστικά ο Μοσχοπολίτης Προκόπιος για τον Υπομενά: «ανήρ ελλόγιμος πεπαιδευμένος την τε θύραθεν φιλοσοφίαν και την καθ’ ημάς θεολογίαν, ειδήμων της ελληνικής γλώσσης αναπτύσσει μετά πολλής της φιλοπονίας τοις αυτού μαθηταίς τα ακροαματικά του Αριστοτέλους».2 Στο Βουκουρέστι βρήκε τον Υπομενά και η πρόσκληση του Παΐσιου να αναλάβει τη διεύθυνση του Φροντιστηρίου Τραπεζούντας, του οποίου τη λειτουργία θέλησε να συστηματοποιήσει ο Παΐσιος αμέσως μετά την ανάληψη του αρχιερατικού θρόνου. Η θερμότατη επιστολή που του έστειλε για το λόγο αυτό το 1707 διαγράφει ξεκάθαρα και την εκτίμηση που έτρεφε ο Παΐσιος στο πρόσωπο του Υπομενά και τη δική του επιμονή για την επιτυχή λειτουργία του Φροντιστηρίου. Οι υποχρεώσεις όμως που είχε ήδη αναλάβει δεν επέτρεψαν στον Υπομενά να εγκαταλείψει στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή το Βουκουρέστι. Επειδή όμως ενδιαφερόταν πραγματικά για την ιδιαίτερη πατρίδα του, πιθανολογείται ότι αυτός πρότεινε το Νικόδημο Περιστερεώτη ως διευθυντή του Φροντιστηρίου. Εκτός από την εκπαιδευτική του δράση ο Υπομενάς ασχολήθηκε και με τη συγγραφή και επιμέλεια βιβλίων. Στο βιβλίο του Μαυροκορδάτου Περί καθηκόντων που εκδόθηκε το 1719 στο Βουκουρέστι3 ανέλαβε την επιμέλεια και προέταξε επιγράμματα 130 στίχων. Συνέγραψε ακόμη ακολουθία του Αγίου Χαραλάμπους,4 τα προλεγόμενα σε έκδοση του έργου του Αριστοτέλη, Περί Ψυχής, συνοπτικό υπόμνημα σε έκδοση της πραγματείας του Αριστοτέλη, Περί Ουρανού, λόγους πανηγυρικούς για τη γέννηση και την ανάσταση του Χριστού, κανόνες και τροπάρια για τους αγίους κτλ. Υπήρξε επίσης ένας από τους συντάκτες του λεξικού του Βαρίνου, ενώ αναφέρεται ότι είχε γράψει και καρκινικούς στίχους.

3. Το πρόβλημα της κληροδότησης της βιβλιοθήκης του Υπομενά

Ο Υπομενάς πέθανε το 1745 και κληροδότησε τη συλλογή των βιβλίων του –η οποία σε μεγάλο βαθμό απαρτιζόταν από σπάνιες εκδόσεις– στη βιβλιοθήκη του Φροντιστηρίου Τραπεζούντας. Ωστόσο μικρό μόνο μέρος των βιβλίων αυτών έφτασε στη βιβλιοθήκη του Φροντιστηρίου, και μάλιστα περίπου έναν αιώνα αργότερα. Μέχρι τότε βρίσκονταν στη μονή της Παναγίας Σουμελά και για τη μεταφορά τους πυροδοτήθηκε μια σειρά από αντεκδικήσεις και διαβουλεύσεις. Για τον τρόπο με τον οποίο βρέθηκαν σε πρώτη φάση στη μονή Σουμελά υπάρχουν δύο εκδοχές, με δεδομένο μάλιστα ότι ο ίδιος ο Υπομενάς σε μερικά σημειώνει μετά την ιδιόχειρη φράση με την οποία τα δωρίζει στο Φροντιστήριο [«αφιέρωμα τω εν Τραπεζούντι Φροντιστηρίω υπό Γεωργίου Τραπεζουντίου Υπομενά» ή «εκ των του Γεωργίου Τραπεζουντίου Υπομενά προς χρήσιν του εν Τραπεζούντι Φροντιστηρίου ο Γ. Τρ. Υπομενάς δωρείται»] ότι θα διατηρηθούν προσωρινά στη μονή της Παναγίας Σουμελά: «διατηρείσθω δε νυν εν τη μονή Σουμελά». Ο Π. Τριανταφυλλίδης υποθέτει ότι ο Υπομενάς έδωσε τα βιβλία σε κάποιον από τους μοναχούς της μονής που είχε πάει στη Βλαχία για τη συλλογή βοήθειας για λογαριασμό της μονής και αυτός είτε αμέλησε να τα παραδώσει στο Φροντιστήριο ή το απέφυγε φοβούμενος ότι θα καταστραφούν εξαιτίας της ανώμαλης κατάστασης στην οποία βρισκόταν τη συγκεκριμένη περίοδο. Έχοντας και τη σύμφωνη γνώμη του Υπομενά αποφάσισε να τα φυλάξει προσωρινά στη μονή και ξεχάστηκαν. Η άλλη άποψη, ωστόσο, την οποία προτείνει ο Ε. Κυριακίδης στις βιογραφίες των λογίων της Τραπεζούντας, προτείνει μια διαφορετική προσέγγιση του τρόπου με τον οποίο βρέθηκαν τα βιβλία στη μονή. Συνδέει τη μεταφορά τους σε αυτήν με το γεγονός ότι το Φροντιστήριο στεγάστηκε αρχικά σε μετόχι της μονής και εκεί εξακολουθούσε να λειτουργεί την εποχή που ο Υπομενάς δώρισε σε αυτό τα βιβλία του. Όταν το Φροντιστήριο βρισκόταν σε κρίση και για ένα χρονικό διάστημα διαλύθηκε, κανείς δεν μπορούσε να τα διεκδικήσει και έτσι παρέμειναν στο μετόχι, όπου αρχικά είχαν τοποθετηθεί. Βρήκαν έτσι την ευκαιρία οι μοναχοί να τα μετακομίσουν στη μονή, υποθέτοντας ότι το Φροντιστήριο δεν επρόκειτο να επαναλειτουργήσει. Όχι μόνο αυτό, αλλά σημείωσαν και στον κώδικα της μονής ότι τα βιβλία αφιερώθηκαν σε αυτήν το 1749 –δηλαδή 4-7 χρόνια αργότερα από τη χρονολογία δωρεάς που σημειώνεται πάνω στα ίδια τα βιβλία– από τον Υπομενά με την εξής σημείωση: «Ο κυρ Γεώργιος διδάσκαλος εις την Βλαχίαν αφιέρωσε τα βιβλία του πατερικά ελληνικά εις το μοναστήρι μας δια να μνημονεύωνται τα ονόματα των γονέων του».

Η κατάσταση παρέμεινε έτσι μέχρι το 1843 που ο μητροπολίτης και η δημογεροντία ζήτησαν από τη μονή να περιέλθουν τα βιβλία στην κυριότητα του Φροντιστηρίου, αφού κάποιος που διάβασε την αφιέρωση τους ενημέρωσε. Η μονή όμως αρνήθηκε να τα επιστρέψει και έτσι οι κοινοτικές αρχές αναγκάστηκαν να καταφύγουν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο τους δικαίωσε και διέταξε την επιστροφή των βιβλίων στο Φροντιστήριο. Η μονή, με πρωτοστάτη τον ηγούμενο Διονύσιο, ούτε σε αυτήν την απόφαση υπάκουσε, αλλά κατόρθωσε να αποσπάσει νέα πατριαρχική απόφαση που επιδίκαζε τα βιβλία στη μονή. Απέσπασε μάλιστα τη σελίδα της αφιέρωσης, θεωρώντας ότι με αυτόν τον τρόπο υπερασπίζεται τα δικαιώματα της μονής. Έτσι, όταν τρίτη πατριαρχική απόφαση όρισε να σταλούν τα βιβλία στην Κωνσταντινούπολη για εξέταση, τα σημαντικότερα και πολυτιμότερα δεν επέστρεψαν ποτέ στην Τραπεζούντα. Όταν μάλιστα οι Κ. Κερχάνογλους και Γ. Ουσταπασόγλους πήγαν ως αντιπρόσωποι του Φροντιστηρίου να παραλάβουν τα βιβλία –τα οποία στο μεταξύ είχαν επιδικαστεί οριστικά σε αυτό– δε βρήκαν παρά μόνο εφτά.

1. Από τη συλλογή αυτή σώθηκε μόνο ένα τετρασέλιδο που περιείχε τρία επιγράμματα του Αβραμίου, δύο του Αντωνίου Στρατηγού του Κερκυραίου και ένα του Παλαδίου Δαμιανού Βλάχου στα λατινικά. Βλ. Εύξεινος Πόντος (εφημ.), έτος Β΄, περ. Β., τεύχ. 4, 19.9.1881.

2. Κυριακίδης, Ε., Βιογραφίαι των εκ Τραπεζούντος και της περί αυτήν χώρας από της Αλώσεως μέχρις των ακμασάντων λογίων, μετά σχεδιάσματος ιστορικού περί του Ελληνικού Φροντιστηρίου των Τραπεζουντίων (Αθήνα 1897), σελ. 99-100.

3. Περί καθηκόντων βίβλος ξυγγραφείσα παρά του ευσεβάστου υψηλοτάτου και σοφωτάτου αυθέντου και ηγεμόνος πάσης Ουγγροβλαχίας κυρίου Ιωάννου Νικολάου Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου του Βοεβόδα. Νυν πρώτον τύποις εκδοθείσα επί της ηγεμονείας της Α. Υψηλότητος. Επιμελεία και διορθώσει του λογιωτάτου κυρ Γεωργίου Τραπεζουντίου διδασκάλου της εν Βουκουρεστίω αυθεντικής σχολής. Εν τη σεβασμία μονή των Αγίων Πάντων εν Βουκουρεστίω, έτει από θεογονίας αψιθ΄ κατά μήνα Δεκέμβριον.

4. Ακολουθία του αγίου Χαραλάμπους του θαυματουργού ψαλλομένη τη ι’. του Φεβρουαρίου μηνός. Συντεθείσα μεν παρά Γεωργίου του Τραπεζουντίου, νυν δε τύποις εκδοθείσα αψπε΄. Ενετίησι παρά Δημητρίω Πάνω.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>