αγορά, η
Αρχικά σήμαινε τη συνάθροιση του λαού. Κατά τους Ιστορικούς χρόνους η συνάθροιση του λαού ονομαζόταν εκκλησία και η λέξη αγορά σήμαινε το δημόσιο χώρο συγκέντρωσης των πολιτών στον οποίο συναντάμε δημόσια οικοδομήματα εμπορικού, θρησκευτικού και πολιτικού χαρακτήρα.
|
καμάρα, η
Θολωτή κατασκευή ημικυκλικής διατομής. Χρησιμοποιείται συχνά ως είδος απλής στέγης με ημικυλινδρικό θόλο.
|
κόγχη, η
Ημικυκλικής κάτοψης εσοχή στην επιφάνεια του τοίχου. Κόγχη ονομάζεται επίσης η αψιδωτή απόληξη μιας πλευράς ορθογώνιου χώρου.
|
μαρμαροθέτημα, το (opus sectile)
Τεχνική εντοίχιας ή επιδαπέδιας διακόσμησης. Προκύπτει από έγκοπτη εργασία ή συναρμογή μαρμάρινων ή λίθινων πλακών μικρού πάχους, έτσι ώστε να αποδίδεται κάποιο διακοσμητικό μοτίβο. Όταν χρησιμοποιείται γυαλί, ονομάζεται υαλοθέτημα.
|
ωδείο, το
Δημόσιο οικοδόμημα παρεμφερές προς το θέατρο, αλλά στεγασμένο και μικρότερων διαστάσεων, που χρησίμευε για μουσικoύς αγώνες.
|