1. Ταύτιση και ονοματολογία
Τα Θυάτειρα, σημαντική πόλη της βόρειας Λυδίας, βρίσκονταν, σύμφωνα με επιγραφικές μαρτυρίες, στη θέση του σημερινού οικισμού Ak-hisar, κοντά στην πόλη Manisa, 80 χλμ. ΒΑ της Σμύρνης. Ήταν χτισμένα στην εύφορη κοιλάδα του ποταμού Λύκου και λόγω της θέσης τους στη συμβολή κομβικών οδών, που οδηγούσαν ΒΔ προς την Πέργαμο, ΝΑ προς τις Σάρδεις και ΝΔ προς τη Μαγνησία και τη Σμύρνη, υπήρξαν σημαντικό κέντρο του εγχώριου και διαμετακομιστικού εμπορίου.1 Σύμφωνα με το Στράβωνα, τα Θυάτειρα βρίσκονταν στα αριστερά οροσειράς που όριζε από τα νότια την περιοχή της Απολλωνίας. Επιπλέον, αναφέρει ότι πρόκειται για κατοικία των Μακεδόνων και ότι πολλοί την αποκαλούν "απώτατη πόλη της Μυσίας".2 Από το γεωγράφο Πτολεμαίο τα Θυάτειρα αποκαλούνται μητρόπολη και παραδίδονται ανάμεσα στις πόλεις της Λυδίας.3 Το όνομα Θυάτειρα απαντά σε επιγραφή για πρώτη φορά στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ.4 Ως γεωγραφικός όρος όμως φαίνεται να προϋπήρχε. Η ετυμολογία του ονόματος δεν είναι σαφής, αλλά κατά την επικρατούσα άποψη η κατάληξη της λέξης έχει ασιατική προέλευση.5 Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τον Πλίνιο6 τα Θυάτειρα ονομάζονταν αρχικά Πελόπεια και Ευιππία, ενώ ο Στέφανος Βυζάντιος7 τα αναφέρει ως πόλη της Λυδίας, την οποία αποκαλεί "Μυσῶν ἐσχάτη", και επιπλέον παραδίδει τα αρχαιότερα ονόματά της Πελόπεια και Σεμίραμις.8 O Σέλευκο Α΄ ο Νικάτωρ, μάλλον, είναι αυτός που εγκατέστησε εκεί τον πρώτο ελληνιστικό οικισμό περί το 281/280 π.Χ. και έτσι έχουμε τις αναφορές σε σειρά επιγραφών, στις οποίες τα Θυάτειρα χαρακτηρίζονται ως "μακεδονικός οικισμός".9 Μετά την οθωμανική κατάκτηση τα Θυάτειρα πήραν το σημερινό τους όνομα Ak-hisar.10 2. Ιστορική επισκόπηση
Οι αρχαίες μαρτυρίες για τα Θυάτειρα προέρχονται κυρίως από το μεγάλο αριθμό επιγραφών των Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών χρόνων,11 δεδομένου ότι οι αναφορές των αρχαίων συγγραφέων είναι αποσπασματικές. Ιστορικά στοιχεία για την πόλη αυτή παραδίδουν ο γεωγράφος Στράβων και ο βιογράφος Πλούταρχος. Την πόλη, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, καταγράφουν στους καταλόγους τους ο ιστορικός Πλίνιος και ο γεωγράφος Πτολεμαίος.12 Τα Θυάτειρα ιδρύθηκαν μάλλον από τους Λυδούς στα τέλη του 8ου με αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. και απέκτησαν χαρακτήρα σημαντικού οικονομικού κέντρου στα βόρεια της λυδικής επικράτειας. Γύρω στο 500 π.Χ. πέρασαν στη σατραπεία Λυδίας της Περσικής Αυτοκρατορίας. Το 334 π.Χ. κατακτήθηκαν από το Μεγάλο Αλέξανδρο και πέρασαν στο μακεδονικό βασίλειο. Μετατράπηκαν σε μία από τις μακεδονικές στρατιωτικές αποικίες από το Σέλευκο Α΄ το Νικάτορα (312-281 π.Χ.), που πήρε τον έλεγχο της περιοχής, όταν επικράτησε επί του Λυσιμάχου μετά τη μάχη στο Κουροπέδιο (281 π.Χ.), και εγκατέστησε στην πόλη Μακεδόνες στρατιώτες.13 Η κομβική θέση της πόλης και η βιοτεχνική δραστηριότητά της την κατέστησαν συγκοινωνιακό κέντρο με πλούσια παραγωγική και εμπορική ανάπτυξη. Στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. τα Θυάτειρα απειλήθηκαν από τους Γαλάτες. Το γεγονός μαρτυρείται σε επιγραφή που χρονολογείται το 275/274 π.Χ., όπου και μνημονεύονται οι μονάρχες Σέλευκος Α΄ και Αντίοχος Α΄ (290-261 π.Χ.) και εκφράζονται ευχαριστίες στον Απόλλωνα για τη σωτηρία της πόλης από την πρόσφατη επίθεση των Γαλατών.14 Τα Θυάτειρα παρέμειναν στη σελευκιδική κυριαρχία έως την ήττα του Αντιόχου Γ΄ (223-187 π.Χ.) στη μάχη της Μαγνησίας (190 π.Χ.) από το βασιλιά της Περγάμου Ευμένη Β΄ (197-158 π.Χ.) και τους Ρωμαίους. Σύμφωνα μάλιστα με το Λίβιο, πριν από την αναμέτρηση ο Ευμένης επέλεξε να στρατοπεδεύσει στα Θυάτειρα, λόγω της στρατηγικής τους θέσης.15 Ύστερα από την ειρήνη της Απάμειας (188 π.Χ.) η πόλη συμπεριλήφθηκε στο βασίλειο της Περγάμου. Υπό την κυριαρχία των Ατταλιδών (αρχές 3ου και 2ος αι. π.Χ.) τα Θυάτειρα άκμασαν και διευρύνθηκαν πληθυσμιακά.16 Μετά το θάνατο του Αττάλου Γ΄ του Φιλομήτορος, το 133 π.Χ., ο Αριστόνικος, πιθανόν νόθος γιος του Ευμένη Β΄, επαναστάτησε (133-129 π.Χ.), διεκδικώντας το περγαμηνό βασίλειο, επιτέθηκε στις πόλεις της βόρειας Λυδίας και κατέλαβε τα Θυάτειρα.17 Στην αρχαία ιστοριογραφία τα Θυάτειρα αναφέρονται πάλι κατά τη λήξη του Α΄ Mιθριδατικού πολέμου (89-85 π.Χ), με αφορμή την αυτοκτονία του Ρωμαίου αξιωματικού Γάιου Φλάβιου Φιμβρία, ο οποίος είχε οργανώσει εξέγερση εναντίον του Σύλλα.18 Την ίδια εποχή, γύρω στο 80 π.Χ., η πόλη πέρασε στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και εντάχθηκε στην επαρχία της Ασίας. Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες έδειξαν ενδιαφέρον για τα Θυάτειρα.19 Ο αυτοκράτορας Τιβέριος (14-37) ζήτησε από τη σύγκλητο να σταλεί βοήθεια στην πόλη που είχε υποστεί ζημιές μετά το σεισμό του 17 μ.Χ.20 Τον 1ο αιώνα ξεκίνησε η περίοδος ακμής της πόλης που κορυφώθηκε, σύμφωνα με το μεγάλο αριθμό των επιγραφικών μαρτυριών, την εποχή των Αντωνίνων (138-193) και των Σεβήρων (193-235). Το 123 επισκέφθηκε τη Λυδία ο αυτοκράτορας Αδριανός (117-138) και ευεργέτησε τα Θυάτειρα με προνόμια και δωρεές.21 Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως επέδειξε για την πόλη ο αυτοκράτορας Καρακάλλας (211-217), ο οποίος την επισκέφθηκε το 215 και διέμεινε για κάποιο χρονικό διάστημα. Ο Καρακάλλας απέδωσε στην πόλη τον επίσημο τίτλο «Λαμπροτάτη και Μεγίστη», καθώς και το προνόμιο conventus iuridicus.22 Τα Θυάτειρα εντάχθηκαν στην επαρχία της Λυδίας μετά τον επαναπροσδιορισμό των επαρχιών από το Διοκλητιανό (284-305), όπου και παρέμειναν έως τη Μεσοβυζαντινή περίοδο. 3. Οικονομική ζωή
Τα Θυάτειρα αποτελούσαν ένα από τα αρχαιότερα και σημαντικότερα κέντρα παραγωγής υφασμάτων στην περιοχή των Σάρδεων.23 Η υφαντουργία ήταν εξάλλου ιδιαίτερα διαδεδομένη στη βόρεια Λυδία από την εποχή του λυδικού βασιλείου.24 Τα υφαντουργικά προϊόντα, όπως τα ενδύματα, τα λινά και μάλλινα υφάσματα, ήταν η κύρια εξαγώγιμη παραγωγή των Θυατείρων.25 Σε επιγραφικές μαρτυρίες, κυρίως τιμητικού χαρακτήρα, που χρονολογούνται στα Ρωμαϊκά χρόνια παραδίδονται επαγγέλματα και ακμάζουσες συντεχνίες, σχετικές με την υφαντουργία, όπως είναι οι λανάριοι, οι λινουργοί και οι βαφείς.26
Βασική παραγωγή των Θυατείρων, κυρίως από τις αρχές του 3ου αιώνα, ήταν και τα κεραμικά σκεύη. Στις επιγραφές αναφέρεται το επάγγελμα του κεραμέα. Οι κεραμείς αποτελούσαν επίσης σημαντική συντεχνία, ενώ τα αγγεία μαζί με τα υφάσματα ήταν τα κύρια προϊόντα του εξαγωγικού εμπορίου της πόλης.27 Η βιοτεχνική παραγωγή συμπληρωνόταν από βυρσοδεψία, υποδηματοποιία και εργαστήρια παραγωγής χάλκινων προϊόντων, που γνώρισαν μεγάλη ανάπτυξη χάρη στη δραστηριότητα των αντίστοιχων συντεχνιών.28 Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι, μαζί με τους παραγωγούς και τους βιοτέχνες, συντεχνιακές ομάδες συγκροτούσαν και οι έμποροι που διακινούσαν τα συγκεκριμένα προϊόντα. Τα πρωιμότερα νομίσμα που βρέθηκαν είναι χάλκινες κοπές που χρονολογούνται πριν από το 190 π.Χ. και απεικονίζουν στον εμπροσθότυπο τον Απόλλωνα ή την Άρτεμη και στον οπισθότυπο τρίποδα ή διπλό πέλεκυ με την επιγραφή «ΘΥΑΤΕΙ-ΡΗΝΩΝ».29 Τα νομίσματα της Αυτοκρατορικής περιόδου απεικονίζουν Ρωμαίους αυτοκράτορες, τοπικούς διοικητές ή θεούς, όπως το Διόνυσο, τον Ηρακλή, τον Απόλλωνα, την Αθηνά και πιο συχνά την Αρτέμιδα Βορειτηνή, ενώ στον οπισθότυπο αναγράφεται πάντα η επιγραφή «ΘΥΑΤΕΙΡΗΝ-ΩΝ»ή «ΘΥΑΤΕΙ-ΡΑ».30 4. Κοινωνία – Θεσμοί – Πολιτειακή οργάνωση Τα Θυάτειρα απέκτησαν χαρακτήρα ελληνικής πόλης μετά την επικράτηση του Σελεύκου Α΄. Ως μακεδονική αποικία είχαν κυρίως στρατιωτικό χαρακτήρα, συγχρόνως όμως οργανώθηκαν και πολιτειακά με βουλή και δήμο, σύμφωνα με το πρότυπο των αυτόνομων πόλεων της Μικράς Ασίας.31 Στις αρχές του 2ου αιώνα π.Χ., όταν η πόλη περιήλθε στην επικράτεια των Ατταλιδών, εξαρτήθηκε από τη διοικητική και δικαστική αρχή της Περγάμου, υπό την οποία παρέμεινε ακόμα και μετά την κατάκτησή της από τους Ρωμαίους. Έτσι στα τέλη του 1ου αιώνα π.Χ. ο Πλίνιος την κατατάσσει ανάμεσα στις πόλεις που είχαν κέντρο την Πέργαμο.32 Κατά την Αυτοκρατορική περίοδο τα Θυάτειρα ήταν σημαντική ρωμαϊκή πόλη, με πολιτειακή ανάπτυξη και κοινωνική διαστρωμάτωση ανάλογη με αυτή που είχαν οι σύγχρονες ακμάζουσες πόλεις. Στο 2ο αιώνα ο Πτολεμαίος καταγράφει τα Θυάτειρα ως «μητρόπολη».33 Το 215 ο αυτοκράτορας Καρακάλλας κατά την επίσκεψη στα Θυάτειρα αποδέσμευσε την πόλη από τη δικαστική αρχή της Περγάμου, αποδίδοντάς της αυτόνομη δικαστική έδρα.34 Ως μητρόπολη της επαρχίας της Λυδίας με πολιτική αυτοδιοίκηση τα Θυάτειρα αποτελούσαν το κέντρο πολλών μικρότερων πόλεων και οικισμών.35 5. Θρησκεία
Από τις πολυάριθμες αρχαίες λατρείες που τελούνταν στα Θυάτειρα οι σημαντικότερες, με τοπικό χαρακτήρα, ήταν αυτές της Άρτεμης, του Απόλλωνα και του θεού Ήλιου.36 Τα νομίσματα και οι επιγραφές αναφέρουν τα επίθετα των θεών: «Άρτεμις Βορειτήνη» και «Απόλλων Τυριμναίος».37 Ο τελευταίος αποτελούσε συγκερασμό του Ήλιου και του Απόλλωνα και ήταν ο κύριος θεός της πόλης, προς τιμή του οποίου τελούνταν εορταστικές εκδηλώσεις.38 Σημαντική θέση στην τοπική λατρεία πρέπει να κατείχε και ο Διόνυσος.39 Ιερά κτίσματα δεν έχουν εντοπιστεί στα Θυάτειρα, πιθανόν κάποιος αρχαίος ναός να υπήρχε στη θέση του μεταγενέστερου μουσουλμανικού τεμένους. Επίσης από επιγραφή πληροφορούμαστε την κατασκευή του πρόπυλου του τεμένους του Τυριμναίου, η θέση του οποίου μας είναι άγνωστη.40 Τέλος, γνωρίζουμε ότι η διάδοση του χριστιανισμού ξεκίνησε στα Θυάτειρα τον 1ο αιώνα, μετά την επίσκεψη του Αποστόλου Παύλου,41 ενώ ήδη υπήρχε στη πόλη ισχυρή ιουδαϊκή κοινότητα. 6. Πολιτισμός
Στα Θυάτειρα τελούνταν ποικίλες εορταστικές εκδηλώσεις με κυρίαρχες εκείνες προς τιμή του Απόλλωνος Τυριμναίου, τα λεγόμενα Σεβαστά Τυρίμνεια. Οι γιορτές περιλάμβαναν μουσικούς και γυμνικούς αγώνες. Κατά το 2ο αιώνα μαρτυρούνται επίσης αθλητικοί αγώνες αφιερωμένοι στον Αδριανό, τα «Αδριάνεια Ολύμπια». Στις επιγραφές μετά το 233 συναντάται ο «Σεβήριος Αγών» προς τιμή του Αλεξάνδρου Σεβήρου. Οι εορταστικές και αθλητικές δραστηριότητες τεκμηριώνονται από μεγάλο αριθμό επιγραφών που τιμούν χορηγούς, γυμνασιάρχες, αγωνοθέτες και νικητές αγώνων. Αγωνοθέτης ή χορηγός μπορούσε να είναι ένα άτομο, αλλά και μια ομάδα ή συντεχνία, όπως οι βαφείς.42 Από τις επιγραφές μαθαίνουμε επίσης ότι τα Θυάτειρα διέθεταν κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους τρία γυμνάσια, η θέση των οποίων παραμένει δυστυχώς άγνωστη.43 Παράλληλα, ο δήμος, αλλά και διάφοροι χορηγοί είχαν ανεγείρει δημόσια οικοδομήματα, ανάμεσα στα οποία συγκαταλέγεται και ένα συγκρότημα κατοικιών, που περιβαλλόταν από κιονοστοιχίες. Στις επιγραφές τιμούνται τέτοιοι χορηγοί, όπως ο Κλαύδιος Αμφίμαχος, ενώ μεγάλος είναι και ο αριθμός των τιμητικών επιγραφών προς τους αυτοκράτορες. 44 Από τους πρώτους που τιμήθηκαν στην πόλη ήταν ο στρατηγός Λούκουλος, ο οποίος, μετά τη λήξη του Α΄ Μιθριδατικού πολέμου (85 π.Χ.), διατάχθηκε από το Σύλλα να συγκεντρώσει 20.000 τάλαντα ως αποζημίωση από τις πόλεις της Μικράς Ασίας. Ο Λούκουλος έκανε το καθήκον του με επιείκεια και σύνεση και για το λόγο αυτό οι πόλεις Θυάτειρα και Σύναδα του αφιέρωσαν άγαλμα και τον ονόμασαν προστάτη και ευεργέτη.45 Επίσης, οι Θυατειρηνοί τίμησαν ιδιαίτερα τον Αδριανό κατά την επίσκεψή του στην πόλη με σειρά αφιερωμάτων, ενώ ως ευεργέτης και ιδρυτής τιμήθηκε από τους πολίτες και ο Καρακάλλας.46 7. Οικιστική οργάνωση του αρχαίου οικισμού
Ο πολεοδομικός ιστός των Θυατείρων δεν είναι δυνατό να ανασυστηθεί, εφόσον δεν έχουν πραγματοποιηθεί συστηματικές ανασκαφές και το μεγαλύτερο μέρος της πόλης έχει καλυφθεί από το σύγχρονο οικισμό. Κατά την επικρατούσα άποψη, η ακρόπολη των Θυατείρων βρισκόταν σε ύψωμα εντός της σύγχρονης πόλης.47 Εκεί εντοπίστηκαν προϊστορικά ευρήματα οικιακής χρήσης (3η χιλιετία π.Χ.). Βρέθηκαν επίσης μια ελληνιστική σαρκοφάγος και επιγραφές της ίδιας περιόδου, ενώ ελληνιστικά ερείπια αποκαλύφθηκαν στην ευρύτερη περιοχή. Κοντά στην ακρόπολη (σημ. περιοχή Tepemezari) υπάρχουν κατάλοιπα ρωμαϊκού κτηριακού συγκροτήματος και μιας οδού με κιονοστοιχίες. Υπολογίζεται ότι ο δρόμος αυτός είχε μήκος 100 μ. και οδηγούσε στην ακρόπολη. Σε ανασκαφικές έρευνες που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ του 1969 και του 1971 αποκαλύφθηκαν και άλλα αρχιτεκτονικά λείψανα δημόσιων κτηρίων, όπως ένα ορθογώνιο ρωμαϊκό κτίσμα διαστάσεων 40x10 μ. Λυδικοί και φρυγικοί τάφοι υπάρχουν και στις γύρω βραχώδεις πλαγιές.48 Εκτός από τις επιγραφές και τα νομίσματα που έχουν βρεθεί, στα λιγοστά κινητά ευρήματα συγκαταλέγονται γλυπτά και αγγεία της Eλληνιστικής και Ρωμαϊκής περιόδου. Στα ανατολικά της αρχαίας πόλης βρέθηκαν τα ερείπια ρωμαϊκού υδραγωγείου, μιας υπέργειας κατασκευής με τόξα και καμάρες.49
1. PECS, σελ. 1976, βλ. λ. “Thyateira” (R. Stillwell). Για τον ποταμό Λύκο βλ. Plin., Ν.Η. V.XXXI.115. Η παλαιότερη πραγματεία για τα Θυάτειρα βάσει των επιγραφικών μαρτυριών είναι του Clerc, M., De rebus Thyatirenorum commentatio epigraphica (Paris 1893)· Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. I (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 123. 2. Στράβων, Γεωγρ. 13.4.4 (C 625) και 14.1.38 (C 646), όπου περιγράφει την πορεία του Αριστονίκου. «Ἐπὶ δὲ τὸν νότον ὀρεινὴ ῥάχις ἐστίν, ἣν ὑπερβᾶσι καὶ βαδίζουσιν ἐπὶ Σάρδεων πόλις ἐστὶν ἐν ἀριστερᾷ Θυάτειρα κατοικία Μακεδόνων, ἣν Μυσῶν ἐσχάτην τινὲς φάσιν». 4. Keil, J. – Premerstein, A., Bericht über eine zweite Reise in Lydien II. Denkschriften der Kaiserlichen Akademie der Wissenschaften in Wien (Wien 1911), σελ. 12, αρ. 19. 5. RE VI1, στήλη 657, βλ. λ. “Thyateira” (J. Keil). Επίσης βλ. Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. IΙ (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 977. Σύμφωνα με το Magie, η κατάληξη του ονόματος συναντάται και σε άλλα τοπωνύμια της Λυδίας, π.χ. Απατείρα, Τημενοθύραι και Γριμενοθύραι και πιθανόν να σημαίνει το φρούριο στη λυδική γλώσσα. Βλ. επίσης: Cohen, G., The hellenistic settlements in Europe, the Islands and Asia Minor, Berkeley, Los Angeles, Oxford, 1995, σελ. 238. 6. Plin., Ν.H. V.ΧΧΧΙ.115. 7. Ο Στέφανος Βυζάντιος στα Εθνικά, βλ. λέξη «Θυάτειρα», παραδίδει δύο εκδοχές ως προς την ετυμολογία του ονόματος. Κατά την πρώτη εκδοχή, η πόλη ονομάστηκε «Θυάτειρα» από το Σέλευκο Α΄ Νικάτορα, επειδή την εποχή αυτή (281 π.Χ.) που πολεμούσε με το Λυσίμαχο στη γύρω περιοχή πληροφορήθηκε ότι απέκτησε θυγατέρα και έτσι ονόμασε την πόλη Θυγάτειρα. Η θηλυκή αρχικά ονομασία μετατράπηκε αργότερα σε ουδέτερη. Η δεύτερη εκδοχή αφορά το εθνικό «Θυατειρινός». Όταν οι Μυσοί θέλησαν να χτίσουν την πόλη «Ἀνεῖλεν ὁ θεός, οὗ ἂν ὁραθείη ἔλαφος τετοξευμένη καὶ τροχάζουσα κτίσαι, εὑρόντας δ’ ὀνομάσαι διὰ τὸ θύειν καὶ τροχάζειν τὴν ἔλαφον. Τὸ ἐθνικὸν Θυατειρινὸς». Είναι σαφές ότι οι ετυμολογικές εκδοχές που παραδίδει ο Στέφανος Βυζάντιος είναι μεταγενέστερες παρετυμολογίες. 8. Έχει επίσης αμφισβητηθεί αν οι ονομασίες Σεμίραμις, Πελόπεια και Ευιππία που παραδίδονται από τον Πλίνιο και το Στέφανο Βυζάντιο αποτελούν τα αρχαία ονόματα της πόλης των Θυατείρων. Πρβλ. Ramsay, W.M., The historical Geography of Asia Minor (1962), σελ. 121· RE VI1, στήλη 657, βλ. λ. “Thyateira” (J. Keil). Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. IΙ (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 977. 9. Cohen, G., The hellenistic settlements in Europe, the Islands and Asia Minor (Berkeley, Los Angeles, Oxford 1995), σελ. 238-240. Hotz, W., Die Mittelmeerküsten Anatoliens (Darmstadt 1989), σελ. 249. 10. Το σύγχρονο όνομα πιθανόν αποτελεί μετάφραση του βυζαντινού όρου «Άσπρο Κάστρο», πιθανόν από το λευκό πύργο του κάστρου. 11. Για επιγραφές βλ. Keil, J. – Premerstein, A., Bericht über eine zweite Reise in Lydien II. Denkschriften der Kaiserlichen Akademie der Wissenschaften in Wien (Wien 1911), σελ. 11 κ.ε., όπου δημοσιεύονται 120 αποσπάσματα από επιγραφές. Επίσης, βλ. CIG II.3, 3473 έως 3522· IGR IV, σελ. 404-431, αρ. 1189 έως 1286· Merkelbach, R., “Epigramm aus Thyateira”, ZPE 9 (1972), σελ. 132· Merkelbach, R., “Drei Texte des Jahres 49 v.Chr. aus Thyateira”, ZPE 16 (1975), σελ. 39-42. Petzl, G., “Antike Zeugnisse aus der Umgedung von Thyateira”, ZPE 23 (1976), σελ. 243-250· Herrmann, P., “Die Karriere eines Prominenten Juristen aus Thyateira”, Tyche 12 (1997), σελ. 111-123. Από το σύνολο των επιγραφών εκτίθενται στο μουσείο της Manisa μόνο 21. 12. Στράβ., Γεωγ. 14.1.38 (C 646)· Πλούτ., Σύλλ. 25· Plin., N.H. V.ΧΧΧΙ.115 και V.126· Πτολ., Γεωγ. 5.2.16. 13. Meinardus, O.F.A., The Greeks of Thyatira (Athens 1974) σελ. 6-7· Jones, A.H.M., The cities of the Eastern Roman Provinces (Oxford 1971), σελ. 44-45. Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι επειδή ο Σέλευκος Α΄ έφυγε αμέσως μετά τη μάχη στο Κουροπέδιο για τη Θράκη είναι πιθανόν τα Θυάτειρα να μην ιδρύθηκαν από τον ίδιο, αλλά από τον Αντίοχο Α΄ (290-261 π.Χ.). Η θέση όμως αυτή έχει αμφισβητηθεί. Βλ. Magie D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. IΙ (1950), σελ. 977. 14. Πρόκειται για την επιγραφή όπου καταγράφεται για πρώτη φορά το όνομα της πόλης. Βλ. Keil, J. – Premerstein, A., Bericht über eine zweite Reise in Lydien II. Denkschriften der Kaiserlichen Akademie der Wissenschaften in Wien (Wien 1911), σελ. 12, αρ. 19. Πρβλ. Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. ΙΙ (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 731, σημ. 11. 15. Βλ. Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. I (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 123, όπου αναφέρεται ότι κατά τα τέλη του 3ου αι. π.Χ. τα Θυάτειρα είχαν περάσει στον έλεγχο του Αττάλου Α΄ και παρέμειναν για πρώτη φορά υπό την ατταλιδική κυριαρχία μέχρι το 196/195 π.Χ. 16. Η υποταγή των Θυατείρων στο περγαμηνό βασίλειο μαρτυρείται από μια μεταγενέστερη τιμητική επιγραφή του 2ου αιώνα μ.Χ., όπου αναφέρονται «οι Ηρακληασταί», λατρευτές του Ηρακλή που κατοικούσαν στα Μερνούφυτα, γειτονική περιοχή ή προάστιο των Θυατείρων, από την εποχή της βασιλείας του Αττάλου Α΄ (241-197 π.Χ.) και του Ευμένη Β΄ (197-159 π.Χ.) («οι από βασιλέων Αττάλου και Ευμένους κατοικούντες Μερνούφυτα Ηρακληασταί»). Βλ. Keil, J. –Premerstein, A., Bericht über eine zweite Reise in Lydien II. Denkschriften der Kaiserlichen Akademie der Wissenschaften in Wien (Wien 1911), σελ. 27-28 και αρ. 51. 17. Στράβ., Γεωγ. 14.1.38 (C 646)· Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. I (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 152. Ο Αριστόνικος νικήθηκε από τα ρωμαϊκά στρατεύματα (130 π.Χ.) και θανατώθηκε στη Ρώμη, βλ. Hornblower, S. – Spawforth, A. (επιμ.), The Oxford Classical Dictionary (Oxford 1996), σελ. 163. 18. Πλούτ., Σύλλ. 25. Ο Φιμβρίας υπήρξε αξιωματικός του υπάτου Λευκίου Ουαλερίου Φλάκκου, πολιτικού αντιπάλου του Σύλλα. Ο Φιμβρίας οργάνωσε εξέγερση εναντίον του Σύλλα. Ωστόσο, κοντά στην πόλη Θυάτειρα, όπου είχε στρατοπεδεύσει, ο στρατός του υποδέχτηκε ένθερμα το Σύλλα και τάχθηκε στο πλευρό του. Η προδοσία από το στράτευμά του και ο φόβος για την τιμωρία του από τον Σύλλα οδήγησαν το Φιμβρία στην αυτοκτονία. 19. Βλ. αναλυτικά Meinardus, O.F.A., The Greeks of Thyatira (Athens 1974), σελ. 31-39. 20. RE VI1 (1936), στήλη 658, βλ. λ. “Thyateira” (J. Keil). 21. Για την επίσκεψη του Αδριανού στα Θυάτειρα βλ. IG II2, 1088 και CIL III, suppl. 1, 7003.. Meinardus, O.F.A., The Greeks of Thyatira (Athens 1974), σελ. 36, 39. 22. RE VI1 (1936), στήλη 658, βλ. λ. “Thyateira” (J. Keil)· Keil, J. – Premerstein, A., Bericht über eine zweite Reise in Lydien II. Denkschriften der Kaiserlichen Akademie der Wissenschaften in Wien (Wien 1911), σελ. 12, επιγραφή αρ. 116· Meinardus, O.F.A., The Greeks of Thyatira (Athens 1974), σελ. 40. 23. Για την παράδοση της υφαντουργίας στις πόλεις της Λυδίας και Ιωνίας βλ. Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. I (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 47-48. 24. Σχετική μνεία υπάρχει στην Ιλιάδα Δ 141-143. 25. Meinardus, O.F.A., The Greeks of Thyatira (Athens 1974), σελ. 17-18. Στη Λυδία η αγάπη για πολυτέλεια και επίδειξη επηρέασε σε μεγάλο βαθμό την υφαντουργία. Μια ειδική ποικιλία από τάπητες και ενδύματα της Λυδίας ονομαζόταν από τους Ρωμαίους «ατταλική», ίσως γιατί παλαιότερα προοριζόταν για τους βασιλείς της Περγάμου, το πιθανότερο όμως είναι να ονομάστηκε έτσι από τους Ρωμαίους εμπόρους για να εντυπωσιάσουν και να προσελκύσουν το καταναλωτικό κοινό της Ρώμης. Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. I (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 48. 26. CIG II.3, 3496, 3480, 3497, 3498· IGR IV, 1209, 1213, 1226, 1239, 1242, 1252. Keil, J. – Premerstein, A., Bericht über eine zweite Reise in Lydien II. Denkschriften der Kaiserlichen Akademie der Wissenschaften in Wien (Wien 1911), σελ. 56-57, επιγραφές αρ. 117 και 118. Επίσης, η υποτιθέμενη συντεχνία «ιματευόμενοι» φαίνεται ότι είναι [πρα]γματευόμενοι, βλ. Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. I (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 48· Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. ΙΙ (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 812, σημ. 79 και 80. Οι βαφείς αποτελούσαν πολυπληθή και εύρωστη συντεχνία. Γι’ αυτούς είχαν χτιστεί μεγάλα οικοδομικά συγκροτήματα με στοές, κατοικίες και εργαστήρια βλ. Keil, J. – Premerstein, A., Bericht über eine zweite Reise in Lydien II. Denkschriften der Kaiserlichen Akademie der Wissenschaften in Wien (Wien 1911), σελ. 56-57, επιγραφές αρ. 117 και 118. 27. Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. I (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 49. Για τους κεραμείς βλ. IGR IV, 1205. 28. CIG ΙΙ.3, 3499 και IGR IV, 1216, 1259· Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. I (1950), σελ. 49. Άλλοι επαγγελματίες που αναφέρονται από επιγραφές είναι οι «αρτοκόποι», οι «σκυτοτόμοι», οι «προξενηταί σωμάτων» βλ. Jones, A.H.M., The cities of the Eastern Roman Provinces (Oxford 1971), σελ. 83, 399. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την οικονομική ζωή στα Θυάτειρα βλ. Meinardus, O.F.A., The Greeks of Thyatira (Athens 1974), σελ. 15-20. 29. Head, B.V., Cataloque of the Greek Coins of Lydia (London 1901), σελ. 292· Pl. XXIX. Για τα κιστοφορικά νομίσματα που έκοψαν τα Θυάτειρα την περίοδο που υπάγονταν στο περγαμηνό βασίλειο Jones, A.H.M., The cities of the Eastern Roman Provinces (Oxford 1971), σελ. 54· Imhoof-Blumer F., Die Munzen der Dynastie von Pergamon (Berlin 1884), σελ. 30, πίν. IV.1-4. 30. Βλ. Head, B.V., Cataloque of the Greek Coins of Lydia (London 1901), σελ. 293-322· Pl. XXIX, XXX, XXXI, XXXXII. Meinardus, O.F.A., The Greeks of Thyatira (Athens 1974), σελ. 53-55. 31. Για το στρατιωτικό χαρακτήρα των Θυατείρων βλ. Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. ΙΙ, σελ. 973, σημ. 3. Επίσης, ο Magie υποθέτει ότι ο Φίλιππος Ε΄ όταν εισέβαλε στη Μικρά Ασία το 201 π.Χ. δέχθηκε πιθανόν, τιμές από τη βουλή και το δήμο των Θυατείρων. Βλ. Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. I (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 133. 33. Πτολ., Γεωγ. 5, 2, 16. 34. RE VI 1 (1936), στήλη 657-659, βλ. λ. “Thyateira” (J. Keil). 35. Από τις επιγραφές είναι γνωστές κάποιες θέσεις και πληθυσμοί που βρίσκονταν στην επικράτεια των Θυατείρων. Τέτοιοι είναι οι πληθυσμοί Ηρακληιοπολείται και οι Ταβειρηνοί, καθώς και οι θέσεις Αζάφυτα και Μερνούφυτα, που αποτελούσαν περιοχές ή προάστια των Θυατείρων, ενώ αναφέρονται και οι κώμες Αρηνών και Ναγδήμων. Βλ. Keil, J. – Premerstein, A., Bericht über eine zweite Reise in Lydien II. Denkschriften der Kaiserlichen Akademie der Wissenschaften in Wien (Wien 1911), σελ. 11· CIG ΙΙ.3, 3488. 36. PECS, σελ. 1976, βλ. λ. “Thyateira” (R. Stillwell). Meinardus, O.F.A., The Greeks of Thyatira (Athens 1974), σελ. 27-30. Στα Θυάτειρα λατρεύονταν επίσης η Δήμητρα, ο Ήφαιστος και ο Ασκληπιός, καθώς και η Ίσιδα και ο Σέραπις. 37. Βλ. Head, B.V., Cataloque of the Greek Coins of Lydia (London 1901), σελ. 292-322· Keil, J. – Premerstein, A., Bericht über eine zweite Reise in Lydien II. Denkschriften der Kaiserlichen Akademie der Wissenschaften in Wien (1911), σελ. 11 κ.ε. 38. Ο θεός μνημονεύεται σε πολυάριθμες επιγραφές, συχνά ως Ήλιος Πύθιος Απόλλων Τυριμναίος και τις περισσότερες φορές ως προπάτορας. Σε μια περίπτωση αναφέρεται το ιερατείο του προπάτορα θεού Ήλιου και Πυθίου Απόλλωνος Τυριμναίου. Βλ. Reallexikon des Klassischen Altertums, στήλη 1044, βλ. λ. “Thyateira” (F. Lübkers)· Keil, J. – Premerstein, A., Bericht über eine zweite Reise in Lydien II. Denkschriften der Kaiserlichen Akademie der Wissenschaften in Wien (1911), σελ. 11 κ.ε., αρ. 20, 49 και 115. Επίσης, βλ. Robert, L., “Inscription de Thyatire en Lydie”, ISTROS I (1934), σελ. 2· CIG ΙΙ.3, 3497, IGR IV, 1238 και IGR IV, 1213. Πρβλ. και IGR IV, 1222. Για την Άρτεμη βλ. IGR IV, 1225. Πρωιμότερη φαίνεται ότι ήταν η λατρεία του Απόλλωνος Πιτυαηνού που μαρτυρείται στην επιγραφή του 275/274 π.Χ. Keil, J. – Premerstein, A., Bericht über eine zweite Reise in Lydien II. Denkschriften der Kaiserlichen Akademie der Wissenschaften in Wien (Wien 1911), σελ. 11-12 και επιγραφή αρ. 19. 39. Ο Διόνυσος εικονίζεται στα νομίσματα, φέρει την επωνυμία «Καθηγεμών» και είχε οργανωμένο ιερατείο IGR IV, 1238 και 1240. 40. IGR IV, 1225. Επίσης, οικοδόμημα ιερού χαρακτήρα πιθανολογείται ότι ήταν και το γνωστό από ταφική επιγραφή «Σαμφαθείον» «εν τωι Χαλδαίου Περιβόλωι», για το οποίο δε διαθέτουμε κανένα άλλο στοιχείο CIG ΙΙ.3, 3509· RE VI 1, στήλη 657-659, βλ. λ. “Thyateira” (J. Keil). 41. Πράξεις Αποστόλων 16.14. Αξίζει να αναφέρουμε ότι από τα Θυάτειρα καταγόταν η Λυδία, η πρώτη χριστιανή που βαφτίστηκε από τον Απόστολο Παύλο στους Φιλίππους της Μακεδονίας. Meinardus, O.F.A., The Greeks of Thyatira (Athens 1974), σελ. 62-65. 42. Πρβλ. Merkelbach, R., “Epigramm aus Thyateira”, ZPE 9 (1972), σελ. 132. Keil, J. – Premerstein, A., Bericht über eine zweite Reise in Lydien II. Denkschriften der Kaiserlichen Akademie der Wissenschaften in Wien (Wien 1911), σελ. 12. Για τους χορηγούς, αγωνοθέτες, γυμνασιάρχες και αθλητές βλ. IGR IV, 1225, 1236, 1238, 1239, 1240, 1241, 1242, 1243, 1244. Για τα Αδριάνεια Ολύμπια βλ. IGR IV, 1260. Μαρτυρούνται επίσης ως αγώνες τα Αυγούστεια: IGR IV, 1261 και 1265, ο Σεβήρειος Αγών: IGR IV, 1264, 1267, 1268, καθώς και οι αγώνες των μεγάλων Σεβαστών Τυριμνήων: IGR IV, 1270, 1273. Η γιορτή προς τιμή του Αλεξάνδρου Σεβήρου αναφέρεται στο Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. I (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 693. 43. Keil, J. – Premerstein, A., Bericht über eine zweite Reise in Lydien II. Denkschriften der Kaiserlichen Akademie der Wissenschaften in Wien (Wien 1911), σελ. 12 και επιγραφές αρ. 65, 69· Magie D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. I (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 652· Reallexikon des Klassischen Altertums, στήλη 1044, βλ. λ. “Thyateira” (F. Lübkers). Επίσης, IGR IV, 1217, 1222, 1266, 1268, 1269. 44. Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. I (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 586. Για τον Κλαύδιο Αμφίμαχο βλ. IGR IV, 1237. Τιμητικές επιγραφές αυτοκρατόρων: IGR IV, 1193 (Βεσπασιανός), 1194 (Δομιτιανός), 1195 (Καίσαρας Σεβαστός), 1206 (Μάρκος Αυρήλιος Αντωνίνος Πίος). 45. Πλούτ., Λούκ. 4· Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. I (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 238. 46. Bλ. Magie, D., Roman rule in Asia Minor. To the end of third century after Christ, τόμ. I (Princeton – New Jersey 1950), σελ. 616, 684. Για την υποδοχή του Αδριανού στα Θυάτειρα βλ. Weber, W., Untersuchungen zur Geschichte des Kaisers Hadrianus (Leipzig 1907), σελ. 138 και σημ. 502-503. Επίσης, CIG, ΙΙ.3, 3491. 47. Η θέση εντοπίζεται στο χώρο όπου ανεγέρθηκε το παλιό κρατικό νοσοκομείο του Ak-hisar. 48. Οι Keil και Premerstein αναφέρουν αρχαίο νεκροταφείο στη θέση που ονομάζεται Mal Tepe στο Kenes· Keil, J. – Premerstein, A., Bericht über eine zweite Reise in Lydien II. Denkschriften der Kaiserlichen Akademie der Wissenschaften in Wien (Wien 1911), σελ. 11. 49. Το υδραγωγείο θα πρέπει να ταυτίζεται με εκείνο που αναφέρεται σε επιγραφή από το Arman Kuja Tschesme, οικισμό λίγο βορειότερα από τα Θυάτειρα. Η επιγραφή πληροφορεί σχετικά με την κατασκευή και την πορεία του, επισημαίνοντας ότι περνούσε από τον ποταμό Λύκο. Βλ. Conze, A. κ.ά., Stadt und Landschaft (AvP Ι1, Berlin 1912), σελ. 143· Foucart, P., “Exploration de la plaine de l’Hermus”, BCH 1887, σελ. 100-101.
|
|
|