Ιεράπολις Φρυγίας (Αρχαιότητα)

1. Γεωγραφική θέση

Η Ιεράπολη ήταν μια σημαντική πόλη της Φρυγίας, στη νοτιοδυτική Μικρά Ασία.1 Η πόλη κυριαρχούσε στην κοιλάδα του ποταμού Λύκου και αναπτύχθηκε εκμεταλλευόμενη την ευνοϊκή θέση της πάνω στο οδικό δίκτυο που συνέδεε το εσωτερικό τμήμα της Ανατολίας με τη Μεσόγειο. Τα ερείπια της αρχαίας πόλης βρίσκονται στην επαρχία του Denizli, σε απόσταση 18 χλμ. ΒΑ του Denizli, κοντά στη σύγχρονη πόλη Pamukkale.

H Ιεράπολη είναι ένα θαυμαστό αξιοθέατο που συνδυάζει ένα μοναδικό φυσικό τοπίο με μια εντυπωσιακή αρχαία πόλη. Για το λόγο αυτό προστατεύεται από την UNESCO ως μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.

Η αρχαία πόλη θεμελιώθηκε και εξαπλώθηκε σε ένα πλάτωμα που σχηματίζεται σε επικλινή λόφο γεωλογικών σχηματισμών. Πρόκειται για συμπαγείς αποθέσεις ιζημάτων από τη ροή των ασβεστολιθικών υδάτων που αναβλύζουν στην περιοχή. Οι λευκές σχηματοποιημένες λίμνες, οι σταλακτίτες και οι καταρράκτες δημιουργούν μια εικόνα ιδιαίτερης ομορφιάς. Σε αυτούς τους «πύργους από βαμβάκι» οφείλει τη σύγχρονη τουρκική ονομασία της, Pamukkale.

Οι ιαματικές πηγές θερμών υδάτων ήταν γνωστές για τις θεραπευτικές τους ιδιότητες ήδη από τους Ρωμαϊκούς χρόνους και η εκμετάλλευσή τους ήταν ένας από τους καθοριστικούς παράγοντες στην ανάπτυξη της Ιεράπολης. Στη σύγχρονη εποχή είναι ένας από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς της Τουρκίας, αλλά η ανεξέλεγκτη μετατροπή του σε θέρετρο είχε αρνητικές επιπτώσεις στο χώρο.2

2. Ιστορική επισκόπηση

Η ίδρυση της Ιεράπολης είναι ένα ζήτημα που έχει απασχολήσει τους μελετητές καθώς δεν υπάρχουν γραπτές πηγές σχετικά με την ακριβή ημερομηνία ίδρυσής της. Η απαρχή της ιστορίας της πόλης είναι άρρηκτα συνδεδεμένη και με την αποδοχή της προέλευσης της ονομασίας της. Το όνομα της πόλης, σύμφωνα με το Στέφανο Βυζάντιο, προήλθε από τους πολλούς ναούς της πόλης («Ιερά πόλις»). Στη θέση αυτή πιθανώς υπήρχε ένας μικρός οικισμός με επίκεντρο ένα ιερό πριν από την Ελληνιστική εποχή, το οποίο εξελίχθηκε σε θρησκευτικό κέντρο. Μετά την κατάκτηση από τον Αλέξανδρο οι Σελευκίδες, οι οποίοι έλεγχαν την περιοχή, την επανίδρυσαν ονομάζοντάς την Ιεράπολη. Πιθανότεροι ιδρυτές θεωρούνται ο Αντίοχος ο Α΄ ή ο Αντίοχος ο Β΄.

Η σχέση των Ατταλιδών με την πόλη είναι ευρέως αποδεκτή. Ισχυρή είναι η παράδοση που φέρει τον Ευμένη το Β΄, βασιλιά της Περγάμου, ιδρυτή της Ιεράπολης στο α΄ μισό του 2ου αι. π.Χ.3 Η ονομασία της πόλης αποδίδεται σε αυτή την περίπτωση στην επιθυμία του να τιμήσει την Ιερά ή Ιερώ, σύζυγο του μυθικού ιδρυτή της Περγάμου Τήλεφου.

Η συζήτηση για την ακριβή χρονολογική τοποθέτηση και τον υπεύθυνο της ίδρυσης της Ιεράπολης εμπλέκει μια σειρά από δεδομένα και επιχειρήματα υπέρ των Σελευκιδών ή των Ατταλιδών αντίστοιχα. Καθοριστικό ρόλο φαίνεται να παίζει η θεμελίωση της γειτονικής Λαοδικείας στα μέσα του 2ου αι. π.Χ. από τους Σελευκίδες, καθώς ορισμένοι μελετητές κρίνουν απίθανο το γεγονός να υπήρχε μια δεύτερη πόλη σε τόσο κοντινή απόσταση. Υπέρ μιας πρώτης σύνδεσης της πόλης με τους Σελευκίδες συνηγορούν μια σειρά από επιγραφές της Αυτοκρατορικής περιόδου, όπου οι Ιεραπολίτες χαρακτηρίζονται με τα εθνικά επίθετα Μακεδών, Μακεδονικός και Μακεδονιανή.4

Σημαντική μαρτυρία αποτελούν επίσης τα ονόματα των φυλών της πόλης που αποκαλύπτουν την οργάνωση και διαίρεση του πληθυσμού με ονόματα από τα μέλη της μακεδονικής δυναστείας. Τρεις φυλές έφεραν ονόματα αφιερωμένα στους Σελευκίδες ενώ τα υπόλοιπα προέρχονταν από την Περγαμηνή δυναστεία. Η αρχαιότερη επιγραφή που σώζεται από την Ιεράπολη είναι ένα ψήφισμα προς τιμήν της Απολλωνίας, μητέρας του Ευμένη του Β΄, ή σχετικό με τον Απόλλωνα Αρχηγέτη, που τοποθετείται χρονικά μετά το 183 π.Χ. 5 Ευρήματα που να πιστοποιούν την ύπαρξη οικισμού σε πρωιμότερη περίοδο στο σημείο αυτό δεν έχουν βρεθεί αλλά θεωρείται μάλλον απίθανο να μην είχε κατοικηθεί η περιοχή. Ο Ηρόδοτος αναφέρει μια πόλη στην περιοχή με το όνομα Κύδραρα, για την οποία δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία. Γνωρίζουμε επίσης ότι μια πόλη με την ονομασία Υδρεία, που υποδηλώνει αφθονία νερών, υπήρχε ως τη Ρωμαϊκή περίοδο.

Παρά τις αρκετές ασάφειες και την έλλειψη ικανοποιητικών στοιχείων για την ιστορία της Ιεράπολης στα πρώτα χρόνια οργάνωσής της, γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι πέρασε στην κυριαρχία των Περγαμηνών μετά τη μάχη της Μαγνησίας το 190 π.Χ. Η γραπτή ιστορία της Ιεράπολης αρχίζει κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο. Σύμφωνα με τη διαθήκη του Άτταλου του Γ΄, ο οποίος κληροδότησε το βασίλειο της Περγάμου στη Ρώμη, η Ιεράπολη πέρασε στη ρωμαϊκή κυριαρχία το 133 π.Χ. ως πόλη της επαρχίας της Ασίας και διοικούνταν από το ρωμαίο διοικητή της Εφέσου. Τα μεταγενέστερα αρχεία ασχολούνται κυρίως με μια σειρά σεισμών που έπληξαν την περιοχή. Η Ιεράπολη υπέστη σοβαρές ζημιές από σεισμό την περίοδο του Τιβέριου, το 17 μ.Χ., αλλά καταστράφηκε ολοσχερώς το 60 μ.Χ., στα χρόνια του Νέρωνα. Ο ίδιος ο αυτοκράτορας υποστήριξε την ανοικοδόμηση της πόλης μετά τον καταστρεπτικό σεισμό με αποτέλεσμα η σημερινή σωζόμενη εικόνα της πόλης να είναι αποτέλεσμα των εργασιών εκείνης της περιόδου.

Δεν έχουν καταγραφεί σημαντικά γεγονότα στα χρόνια που ακολούθησαν παρά μόνο επισκέψεις αυτοκρατόρων όπως του Αδριανού το 129 μ.Χ., του Καρακάλλα το 215 μ.Χ., του Βάλη το 370 μ.Χ. Η Ιεράπολη έζησε τις πιο παραγωγικές περιόδους κατά το 2ο και τον 3ο αι. μ.Χ., δηλαδή στα χρόνια του Σεβήρου και του Καρακάλλα αντίστοιχα. Μάλιστα ο Καρακάλλας τίμησε την πόλη με τον τίτλο της νεωκορίας, γεγονός που παραχώρησε στην πόλη διάφορα διοικητικά προνόμια, παράλληλα με το δικαίωμα της αυτοκρατορικής λατρείας και της ιερότητας. Αξιοσημείωτη υπήρξε η ανάπτυξη της τέχνης και του πολιτισμού. Αθλητικοί και μουσικοί αγώνες διοργανώνονταν συχνά, προσελκύοντας τους πολυάριθμους λόγω των λουτρών επισκέπτες της Ιεράπολης. Χαρακτηριστικό είναι ότι το θέατρο είναι πολύ μεγαλύτερο από αυτό που αναλογούσε στο μέγεθος της πόλης.

Στην πόλη άκμαζε ιουδαϊκή κοινότητα, ιδιαίτερα κατά το 2ο και 3ο αι. μ.Χ., η οποία διευκόλυνε την πρώιμη εξάπλωση του χριστιανισμού. Εδώ μαρτύρησε σύμφωνα με την παράδοση ο Απόστολος Φίλιππος και η εκκλησία που του αφιερώθηκε συνέβαλε καθοριστικά στη σπουδαιότητα που απόκτησε η πόλη κατά τους Βυζαντινούς χρόνους, όταν έγινε επισκοπικό κέντρο. Αργότερα ο Μέγας Κωνσταντίνος τίμησε την Ιεράπολη ανακηρύσσοντάς την πρωτεύουσα της Φρυγίας, ενώ τον 6ο αιώνα ανακηρύχθηκε μητρόπολη Φρυγίας από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό.

3. Επιφανείς προσωπικότητες

Ο πιο γνωστός από τους επιφανείς πολίτες της Ιεράπολης ήταν ο σοφιστής Αντίπατρος, τον οποίο είχε ορίσει ο Σεπτίμιος Σεβήρος διδάσκαλο του μελλοντικού αυτοκράτορα Καρακάλλα.

Από την Ιεράπολη καταγόταν πιθανότατα ο Επίκτητος, ένας από τους εκπροσώπους της στωικής φιλοσοφίας. Γεννήθηκε περίπου το 60 μ.Χ. και υπήρξε μαθητής του στωικού Μουσώνιου Ρούφου.6 Δίδαξε στη Ρώμη φιλοσοφία αναπτύσσοντας ένα φιλοσοφικό σύστημα θεμελιωμένο στην ηθική του Σενέκα, το οποίο έχει κάποιες ομοιότητες με το χριστιανισμό. Οι απόψεις του αυτές ήταν πολύ πρωτοποριακές για τη Ρώμη με αποτέλεσμα να εκδιωχθεί και να καταφύγει στη Νικόπολη της Ηπείρου. Αληθείς και θετικούς από τους αρχαίους φιλοσόφους θεωρεί τον Πλάτωνα και το Ζήνωνα. Τον κυνικό Διογένη θεωρεί πρότυπο της εφαρμογής της αυτοπροαίρετης ελευθερίας, της σκληραγωγίας και της απλής ζωής, ενώ απορρίπτει κατηγορηματικά τα εξωτερικά χαρακτηριστικά των κυνικών. Η διδασκαλία του συγκεντρώθηκε σε οκτώ βιβλία με τίτλο Διατριβαί και στη σύνοψη αυτών, γνωστή ως Επικτήτου Εγχειρίδιο. Με το έργο του Επίκτητου ασχολήθηκε και ο Αδαμάντιος Κοραής, ο οποίος εξέδωσε σχολιασμένο το «Εγχειρίδιο» το 1826.

4. Οικονομία

Ο πλούτος της πόλης και η σπουδαιότητά της προέρχονταν τόσο από την οργάνωσή της ως λουτρόπολης όσο και από τις βιοτεχνίες που αναπτύχθηκαν εκεί. Η ανθηρή οικονομία της Ιεράπολης βασιζόταν κυρίως στην υφαντουργία. Επιγραφές αναφέρουν συντεχνίες για την επεξεργασία μαλλιού, την ύφανση χαλιών και υφασμάτων, τη βαφή αλλά επίσης σιδηρουργών και κατασκευαστών καρφιών. Οι συντεχνίες ήταν πλήρως οργανωμένες και υπεύθυνες για τη συντήρηση των τάφων των μελών τους. Περιζήτητο ήταν το μοναδικής ποιότητας μάρμαρο των λατομείων της Ιεράπολης. Η ποιότητα και η χρωματική ποικιλία οφείλονταν στην επίδραση του θερμού νερού στις αποθέσεις του. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι το τοπικό μάρμαρο δε χρησιμοποιήθηκε στα κτήρια της Ιεράπολης, αλλά εξαγόταν σε μεγάλες ποσότητες. Από τα λατομεία της Ιεράπολης κόπηκε το μάρμαρο που χρησιμοποιήθηκε στη διακόσμηση της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη.

5. Θρησκεία και λατρεία

Είναι γενικά αποδεκτό το γεγονός ότι η Ιεράπολη θεωρούνταν στην Αρχαιότητα ιερή («Ιερά πόλις»). Η ιερότητα αυτή είτε προερχόταν από τα πολυάριθμα ιερά με ιδιαίτερο χαρακτήρα που είχαν ιδρυθεί είτε στην αποδοχή προϋπάρχουσας φρυγικής πόλης με το όνομα αυτό και λατρεία αφιερωμένη στη Μητέρα Θεά.7 Δεν είναι γνωστός ο ακριβής αριθμός των ναών και επίσης πιθανολογείται η λατρεία διαφόρων θεοτήτων χωρίς απαραίτητα να έχει οικοδομηθεί ναός προς τιμήν τους. Λατρεύονταν οι περισσότεροι από τους θεούς του ελληνικού δωδεκάθεου, οι οποίοι όμως συνήθως εμφάνιζαν ομοιότητες με τοπικές θεότητες. Η θρησκεία της Ιεράπολης δέχθηκε έντονη ανατολική επίδραση καταλήγοντας σε θρησκευτικό συγκρητισμό, όπως στις άλλες πόλεις τις Μικράς Ασίας.

Ο κύριος θεός της πόλης ήταν ο Απόλλων Αρχηγέτης, ο οποίος λατρευόταν ως μυθικός ιδρυτής της. Στη διάρκεια της Ρωμαϊκής περιόδου η μορφή του Απόλλωνα Αρχηγέτη εμφανίζεται σε νομίσματα ή αναγράφεται σε επιγραφές. Την εξέχουσα σημασία του υπογραμμίζει και το όνομα μιας φυλής που λεγόταν «Απολλωνιάς». Ο Ναός του Απόλλωνα ήταν ο σημαντικότερος ναός της Ιεράπολης αλλά ο ιδιαίτερα μυστηριακός χαρακτήρας της λατρείας επικεντρωνόταν στα υπόγεια τμήματα του ναού, το Πλουτώνιο, τη μυθική είσοδο στον Άδη. Για το λόγο αυτό, σημαντικός θεός θεωρούνταν και ο Πλούτων. Ο Ποσειδών, θεός των σεισμών, είχε ιδιαίτερη θέση στη λατρεία των κατοίκων μιας περιοχής με έντονη σεισμική δραστηριότητα.

Σε μια προσπάθεια προσαρμογής του στην προϋπάρχουσα λατρεία της περιοχής, ο Απόλλων ταυτίστηκε με το φρυγικό θεό ήλιο Λαίρβηνο. Ένας ναός αφιερωμένος σε αυτόν βρισκόταν 30 χλμ. ΒΑ της πόλης.8 Η Λητώ ταυτιζόταν με την Κυβέλη ενώ η Άρτεμις λατρευόταν ως Εφεσία. Στο Δία αποδίδονταν τα μη ελληνικά επίθετα Βόσιος και Τρώιος. Αναπαραστάσεις ενός θεού Ήλιου ανατολικής προέλευσης, του Μην, απαντούν σε νομίσματα. Σε επιγραφές αναφέρονται οι ιερείς της Κυβέλης και των αυτοκρατόρων. Η αυτοκρατορική λατρεία εδραιώθηκε επί Καρακάλλα, όταν ο τελευταίος παραχώρησε τον τίτλο της νεωκόρου στην Ιεράπολη.

Από τον 1ο αι. μ.Χ. υπήρχαν παροικίες Ιουδαίων στην Ιεράπολη με ανεξάρτητη οργάνωση. Όπως και στην πόλη της Λαοδικείας και των Κολοσσών, ο χριστιανισμός έκανε την εμφάνισή του νωρίς και οι Ιουδαίοι υποστήριξαν την εξάπλωσή του. Σύμφωνα με την παράδοση ο Απόστολος Φίλιππος έζησε με τις κόρες του στην Ιεράπολη και μαρτύρησε εδώ το 80 μ.Χ. Ο Πολυκράτης, επίσκοπος της Εφέσου, αναφέρει ότι και ο τάφος του επίσης βρισκόταν στην πόλη. Στα τέλη του 4ου ή στις αρχές του 5ου αι. μ.Χ. στο κέντρο της βόρειας νεκρόπολης ανεγέρθηκε ένα χριστιανικό μαρτύριο οκταγωνικού σχήματος αφιερωμένο στον Απόστολο Φίλιππο, μετατρέποντας την Ιεράπολη σε χριστιανικό κέντρο προσκυνήματος.

6. Πολεοδομική οργάνωση και αρχιτεκτονική

Η Ιεράπολη ανασκάφτηκε για πρώτη φορά από το Γερμανό Carl Humann στα τέλη του 19ου αιώνα. Το 1957 ξεκίνησαν συστηματικές ανασκαφές Ιταλοί αρχαιολόγοι οι οποίοι συνεχίζουν την ερευνητική δραστηριότητα και τις εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης του αρχαιολογικού χώρου μέχρι σήμερα. Το Μουσείο Ιεράπολης δημιουργήθηκε το 1970 στα ρωμαϊκά λουτρά για να στεγάσει τα ευρήματα που μέχρι τότε στέλνονταν στα μουσεία της Σμύρνης και της Κωνσταντινούπολης.

Tα οικιστικά κατάλοιπα της Ιεράπολης είναι ιδιαίτερα εκτεταμένα και εντυπωσιακά, αφού πολλά από τα δημόσια οικοδομήματα διατηρούνται σε καλή κατάσταση. Παράλληλα, οι συστηματικές ανασκαφές οδήγησαν στην αποκάλυψη και κατανόηση του πολεοδομικού ιστού της πόλης. Ο οικοδομικός σχεδιασμός της είναι τυπικός του οργανωμένου μοντέλου δόμησης που εφαρμοζόταν πιθανότατα στην Ελληνιστική περίοδο, αν και η πλειονότητα των κτηρίων χρονολογείται στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορική περίοδο. Ο αστικός ιστός αναπτύσσεται με άξονα από βορρά προς νότο με βάση τον ορθογώνιο κάνναβο που χαρακτηρίζεται από οικοδομικά τετράγωνα (insulae) προσανατολισμένα από ανατολικά προς δυτικά. Μια εντυπωσιακή οδός διέτρεχε την πόλη από βορρά προς νότο. Δημόσια κτήρια, όπως η Αγορά, και ιδιωτικές οικίες είχαν οργανωθεί σύμφωνα με το πολεοδομικό σχέδιο. Η μόνη ουσιαστική εξαίρεση στον προσανατολισμό των οικοδομικών τετραγώνων ήταν το ρωμαϊκό θέατρο λόγω της ανάγκης στήριξης του κοίλου στην πλαγιά του λόφου. Στο βόρειο τμήμα της πόλης οι πρώτοι πυρήνες των νεκροπόλεων άρχισαν να σχηματίζονται ανάμεσα στον 1ο και στο 2ο αι. π.Χ. και αναπτύχθηκαν πλήρως κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο. Η εικόνα της Ιεράπολης που αποκαλύφθηκε στη σύγχρονη εποχή είναι αποτέλεσμα της ανοικοδόμησης που έλαβε χώρα τη εποχή των Φλαβίων, μετά τον καταστροφικό σεισμό του 60 μ.Χ. Επίσης, τα πιο επιβλητικά μνημεία όπως το θέατρο, η αγορά και δύο μεγάλα δημόσια νυμφαία, οικοδομήθηκαν την περίοδο ακμής της, δηλαδή το 2ο και τον 3ο αι. μ.Χ.

Μια απότομη παύση στην ανάπτυξη της Ιεράπολης προκάλεσε ένας βίαιος σεισμός που κατέστρεψε ολοκληρωτικά πολλά τμήματά της, όπως την Αγορά, κατά τη διάρκεια του 4ου αι. μ.Χ. Στο τέλος του 4ου αιώνα οικοδομήθηκε οχυρωματικό τείχος, το οποίο άφησε εκτός οικιστικής περιμέτρου τη βόρεια πλευρά της πόλης, συμπεριλαμβανομένης της Αγοράς, η οποία εγκαταλείφθηκε και το υλικό της αποσπάστηκε για να χρησιμοποιηθεί εκ νέου. Κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης η Ιεράπολη έγινε σημαντικό κέντρο για το χριστιανισμό και ανοικοδομήθηκαν σπουδαία μνημεία. Στο τέλος του 6ου αιώνα άλλος σεισμός προκάλεσε την κατάρρευση των περισσότερων κτηρίων, συμπεριλαμβανομένων των τειχών.

Η πόλη έχει έκταση περίπου 1.000 × 800 μ. με προσανατολισμό των οδών από βορρά προς νότο. Η κύρια οδός που διέσχιζε το εσωτερικό της πόλης ήταν η οδός του Φροντίνου. Σε κάθε άκρη της είχε μια μνημειακή πύλη με τρεις αψίδες, προστατευμένη από κυκλικούς πύργους. Η είσοδος στην πόλη γινόταν από τη βόρεια πύλη, χρονολογημένη στο τέλος του 1ου αι. μ.Χ. Η πύλη φέρει μαρμάρινη επιγραφή αφιερωμένη από το Σέξτο Ιούλιο Φροντίνο, ανθύπατο της Ασίας την περίοδο 84-86 μ.Χ., στον αυτοκράτορα Δομιτιανό. Για το λόγο αυτό η μνημειακή οδός και η πύλη σχετίζονται ονοματολογικά με το Φροντίνο και το Δομιτιανό. Η οδός του Φροντίνου, λόγω των αρχιτεκτονικών χαρακτηριστικών της, φαίνεται ότι αποτελούσε εξ αρχής μια ενιαία οργανική σύλληψη με την εντυπωσιακή πύλη. Η οδός ήταν πλακόστρωτη, πλάτους 14 μ. και διέθετε υπερυψωμένο πεζοδρόμιο. Ένας μεγάλος αγωγός καλυμμένος με μονολιθικές πλάκες διέτρεχε το μέσο της οδού. Στις δύο πλευρές της εντυπωσιακής οδού με τη διπλή κιονοστοιχία διαμορφώνονταν οικίες και καταστήματα, ενοποιημένα με δωρική πρόσοψη. Η οδός νότια καταλήγει σε πύλη του 3ου αι. μ.Χ. που δε σώζεται σε καλή κατάσταση.

Ακριβώς μετά την πύλη του Φροντίνου βρίσκονταν οι δημόσιες βεσπασιανές, χρονολογημένες στο τέλος του 1ου αι. μ.Χ. Το κτήριο είναι λίγο φαρδύτερο από 6 μ. και έχει μήκος 20 μ. Η είσοδος γινόταν από τις δύο στενές πλευρές. Από αυτές τις πλευρικές εισόδους μικρή κλίμακα οδηγούσε στο αρχικό επίπεδο, τουλάχιστον 1 μ. χαμηλότερο από το δρόμο. Η αίθουσα είχε δύο πτέρυγες που χωρίζονταν από μια σειρά μονολιθικούς κίονες δωρικού ρυθμού που στήριζαν τη μεγάλη στέγη από πλάκες τραβερτίνη. Ένας αποχετευτικός αγωγός συνδεόταν με τον αγωγό της οδού Φροντίνου. Οι εσοχές όπου είχαν τοποθετηθεί τα καθίσματα διατηρούνται ακόμη περιμετρικά στους τοίχους.

Η Αγορά της Ιεράπολης τοποθετείται στα βορειοανατολικά, σε μια ευρύχωρη πλατεία ανάμεσα στην οδό Φροντίνου και στους πρόποδες του λόφου. Διαμορφώθηκε στο εμπορικό κέντρο της πόλης στη διάρκεια του 2ου αι. μ. Χ. Η Αγορά έχει διαστάσεις 170 μ. πλάτος και 280 μ. μήκος. Περιβάλλεται στη βόρεια, δυτική και νότια πλευρά από μαρμάρινες στοές με ιωνικούς κίονες στην πρόσοψη και κορινθιακούς εσωτερικά. Το πιο επιβλητικό κτήριο βρισκόταν στην ανατολική πλευρά. Πρόκειται για μνημειώδη στοά-βασιλική, χτισμένη σε μαρμάρινη κρηπίδα ύψους 4 μ. Η είσοδος γινόταν από ένα πρόπυλο με αψιδωτή είσοδο πλαισιωμένη από δύο μορφές που προεξείχαν πάνω από την κλίμακα πρόσβασης. Στη θέση των κιονόκρανων εμφανίζονταν εντυπωσιακά συμπλέγματα λεόντων που επιτίθενται σε ταύρο. Το κτήριο είναι πλούσιο σε διακόσμηση και αρχιτεκτονικούς ρυθμούς. Στην πρόσοψη συνδυάζονται ένα προστώο με πεσσούς τετράγωνης διατομής που φέρουν ιωνικά κιονόκρανα και βάσεις εξαιρετικής τέχνης στον κάτω όροφο, ενώ στο δεύτερο όροφο οι πεσσοί από ερυθρή πέτρα έχουν ραβδώσεις και φέρουν κορινθιακά κιονόκρανα από λευκό μάρμαρο. Η πρόσοψη της στοάς-βασιλικής είχε ως πρότυπα τη βασιλική της Leptis Magna και το περιστύλιο του παλατιού του Διοκλητιανού στο Σπλιτ. Χρονολογήθηκε στα χρόνια του Σεπτίμιου Σεβήρου.

Η πόλη είχε δύο λαμπρά νυμφαία, το Νυμφαίο των Τριτώνων και το Νυμφαίο κοντά στο Ιερό του Απόλλωνα. Το Νυμφαίο των Τριτώνων, που σώζεται σε καλή κατάσταση, αποτελούνταν από μια δεξαμενή μήκους 70 μ. Οι ανασκαφές του μνημείου άρχισαν το 1993 και έφεραν στο φως τα μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη και τις μορφές του γλυπτού διακόσμου, όπως τους Τρίτωνες, τα οποία είχαν καταρρεύσει στη μεγάλη δεξαμενή και είχαν καλυφθεί από ασβεστολιθικά ιζήματα. Ιδιαίτερου ενδιαφέροντος είναι τα ανάγλυφα με σκηνές αμαζονομαχίας και αυτά με προσωποποιήσεις ποταμών και πηγών. Η τεχνοτροπία των αναγλύφων, τα αρχιτεκτονικά στοιχεία και η αφιερωματική επιγραφή στον αυτοκράτορα Αλέξανδρο Σεβήρο επιτρέπουν την ασφαλή χρονολόγηση της κατασκευής του μνημείου στο α΄ μισό του 3ου αι. μ.Χ.

Στο οικιστικό τετράγωνο βόρεια του θεάτρου, σε μια δευτερεύουσα οδό (στενωπό) που οδηγούσε από την Αγορά προς το θέατρο, ανακαλύφθηκε μια πολυτελής κατοικία, γνωστή ως «η οικία με τους ιωνικούς κίονες». Η κατοικία είχε οργανωθεί σε διαφορετικά δωμάτια που άνοιγαν σε κεντρικό αίθριο με περιστύλιο. Τρεις λεπτοί κίονες, ύψους 2,95 μ., από ερυθρό μάρμαρο και λευκά κιονόκρανα ιωνικού ρυθμού στόλιζαν κάθε πλευρά του αίθριου. Άλλοι μικρότεροι κίονες από όνυχα με ιωνικά κιονόκρανα ανήκαν πιθανότατα στον επάνω όροφο, η ύπαρξη του οποίου πιστοποιείται από κεραμικά επίπεδα πλακίδια. Οι διαστάσεις τους ήταν μικρότερες σε σχέση με αυτές που είχαν χρησιμοποιηθεί για τα πατώματα που είχαν κατασκευαστεί από τούβλα (opus spicatum). Το αρχικό κτίσμα οικοδομήθηκε το 2ο αι. μ.Χ. αλλά ως το 10ο αιώνα είχε υποστεί επανειλημμένα ανακατασκευές και επιδιορθώσεις. Τον 4ο αιώνα υπέστη σοβαρές ζημιές λόγω σεισμού. Κατά τις εργασίες επιδιόρθωσης τροποποιήθηκε ο τρόπος οργάνωσης του σπιτιού στις αρχές του 5ου αι. μ.Χ. Προστέθηκε ένα νέο δωμάτιο και περιστύλιο στα εσωτερικά δωμάτια. Το δάπεδο πλακοστρώθηκε με opus sectile και μαρμάρινη επένδυση. Η εντυπωσιακή κατοικία ανήκε σε μία από τις επιφανείς οικογένειες της πόλης και στα ευρήματα περιλαμβάνονταν μαρμάρινα έπιπλα και γλυπτά.

Δυτικά της πόλης, κοντά στην άκρη των γκρεμών, σώζεται σχεδόν στο αρχικό ύψος μεγάλο τμήμα των εντυπωσιακών δημόσιων λουτρών χωρητικότητας 1.000 ανθρώπων. Χρονολογούνται στο 2ο αι. μ.Χ. και είχαν περίπλοκο σχέδιο. Στα λουτρά ανήκε και ένα συγκρότημα 12 δωματίων σε πολλά από τα οποία βρέθηκαν ίχνη ορθομαρμάρωσης και τοιχογράφησης. Εγκαταστάσεις για αθλητικές δραστηριότητες, όπως η παλαίστρα και το γυμνάσιο ολοκλήρωναν το σύνολο. Σήμερα το ανατολικό λουτρό έχει μετατραπεί σε μουσείο που στεγάζει πλήθος ευρημάτων από τον αρχαιολογικό χώρο. Ιδιαίτερα εντυπωσιακά είναι τα γλυπτά της πόλης, επηρεασμένα από τη γλυπτική σχολή της Αφροδισιάδας.

Το πιο εντυπωσιακό μνημείο της πόλης είναι το ρωμαϊκό θέατρο. Είναι χτισμένο σε επικλινές σημείο προς τα ανατολικά. Η κατασκευή του χρονολογείται στους Ρωμαϊκούς χρόνους, στα τέλη του 2ου αι. μ.Χ., ενώ στα βόρεια της πόλης υπάρχουν τα ερείπια ενός δεύτερου ελληνιστικού θεάτρου τα εδώλια του οποίου χρησιμοποιήθηκαν στο νέο θέατρο. Το κοίλο, χωρισμένο σε δύο τμήματα με 45 σειρές εδωλίων, είχε χωρητικότητα 15.000 θεατών. Το κτήριο της σκηνής ήταν διώροφο και έφερε εξαιρετικά ενδιαφέρουσα διακόσμηση από μαρμάρινα ανάγλυφα που απεικονίζουν σκηνές από τους μυθολογικούς κύκλους του Διονύσου και των Απόλλωνα και Άρτεμης.

Στην ίδια πλαγιά βρίσκεται ο ναός του Απόλλωνα που χτίστηκε τον 3ο αι. μ.Χ. πάνω στα ίχνη παλαιότερου. Ο ναός περιβαλλόταν από τείχος πλάτους 70 μ. κατά τον τύπο του τεμένους. Το κτήριο ήταν τοποθετημένο σε μνημειώδη κρηπίδα κοντά στην είσοδο υπόγειας κοιλότητας, το λεγόμενο Πλουτώνιο. Το Πλουτώνιο, που ανέδυε δηλητηριώδη αέρια, αναφέρεται στις αρχαίες πηγές και θεωρούσαν ότι οδηγούσε στον Άδη. Στο σημαντικό αυτό ιερό όφειλε τη φήμη της η πόλη. Ακριβώς στα βόρεια του ναού βρίσκεται ένα νυμφαίο με μεγάλη δεξαμενή νερού και περίπλοκη αρχιτεκτονική διαμόρφωση. Έχουν σωθεί τμήματα της ανάγλυφης διακόσμησης.

Ορατά είναι επίσης τα μεταγενέστερα τείχη της πόλης. Χρονολογούνται στα τέλη του 4ου αι. μ.Χ. και ενισχύονταν με 24 τετράγωνους πύργους. Είναι σημαντικά κυρίως για τα εντοιχισμένα αρχιτεκτονικά μέλη από μνημεία της Αυτοκρατορικής εποχής.

Οι πρόσφατες ανασκαφικές και ερευνητικές δραστηριότητες έχουν επιτρέψει την ταύτιση μια μεγάλης πομπικής οδού που οδηγούσε από το κέντρο της πόλης στο λόφο που υψωνόταν το μαρτύριο του Αγ. Φιλίππου. Επίσης έχουν αποκαλυφθεί μια Βυζαντινή πύλη με δύο πύργους μπροστά από ένα ιερό λόφο, μια μεγάλη γέφυρα, μια μνημειώδη κρήνη (αγίασμα) και ένα δεύτερο οκταγωνικό κτήριο (πιθανώς βαπτιστήριο).

7. Νεκρόπολη

Η νεκρόπολη της Ιεράπολης είναι ένα από τα καλύτερα διατηρημένα νεκροταφεία της Μικράς Ασίας. Πρόκειται επίσης για ένα από τα μεγαλύτερα, αφού σε έκταση 2 χλμ. έχουν αποκαλυφθεί περισσότεροι από 1.200 τάφοι.

Η νεκρόπολη αναπτύχθηκε εκτός του οικιστικού πυρήνα προς δύο κατευθύνσεις, κοντά στο ανατολικό όριο της πόλης και βόρεια. Η πιο σημαντική και εντυπωσιακή ήταν η βόρεια νεκρόπολη, κυρίως για την ποικιλία που παρουσιάζει η ταφική αρχιτεκτονική. Υπάρχει μια χρονολογική εξέλιξη στους τύπους των τάφων, αλλά αξιοσημείωτη είναι η πρωτοτυπία που παρατηρείται ανάμεσα σε ταφικά μνημεία της ίδιας περιόδου.

Οι αρχαιότεροι τάφοι χρονολογούνται στην Ελληνιστική περίοδο (1ος-2ος αι. π.Χ.). Πρόκειται για τύμβους στους οποίους ο νεκρικός θολωτός θάλαμος θεμελιωνόταν σε κυκλικό τοίχο στη βάση τους με ή χωρίς διακριτή είσοδο. Ο θόλος της οροφής σκεπαζόταν με χώμα δημιουργώντας τεχνητό λοφίσκο. Οι μεταγενέστεροι τάφοι παρουσιάζουν μεγάλη τυπολογική ποικιλία. Ο δημοφιλέστερος τύπος είναι αυτός της λίθινης σαρκοφάγου είτε τοποθετημένης ελεύθερα είτε σε βάση. Μία ή περισσότερες σαρκοφάγοι ήταν τοποθετημένες σε οικίσκους με επίπεδη οροφή. Δημοφιλείς κατασκευές αποτελούσαν τα πιο πολύπλοκα κτίσματα με προσόψεις που μιμούνταν οικίες ή ναούς. Στο νεκροταφείο έχουν βρεθεί πάνω από 300 επιγραφές που αναφέρονται κυρίως στη συντήρηση των τάφων.




1. Για την ακριβή γεωγραφική τοποθέτηση της Ιεράπολης βλ. D’Andria, F., Hierapolis of Phrygia (Pamukkale): an archaeological guide (Istanbul 2003)· Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, The Islands, and Asia Minor (Berkeley 1995), σελ. 308.

2. Ο G. Bean περιγράφει παραστατικά την εικόνα που αντίκρισε στην Ιεράπολη, αλλά η κατάσταση έχει βελτιωθεί από τότε χάρη στις νεότερες ανασκαφές και διαμορφώσεις του αρχαιολογικού χώρου, όπως και λόγω της ένταξης του μνημείου στα προστατευόμενα από την UNESCO. Βλ. Bean, G. E., Turkey Beyond the Maeander (London 1971), σελ. 232-246.

3. Ο G. Bean δεν αποδέχεται τη σελευκιδική ίδρυση της πόλης και την αποδίδει στον Ευμένη Β΄. Βλ. Bean, G.E., Turkey beyond the Maeander, An archaeological guide (London 1971), σελ. 234.

4. Ritti, Τ., Hierapolis I: Fonti letterarie ed epigrafiche (Rome 1985), σελ. 3-42.

5. OGIS 308. Βλ. Robert, L., Villes d’Asie Mineure (Paris 1962), σελ. 260.

6. 30-108 μ.Χ.

7. Για πλήρη συζήτηση του θέματος βλ. Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, The Islands, and Asia Minor (Berkeley 1995), σελ. 305-306.

8. Σύμφωνα με την άποψη του Cohen η Ιεράπολη δεν είχε τον έλεγχο του ναού αυτού παρά μόνο μετά τον 2ο αι. μ.Χ. Βλ. Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, The Islands, and Asia Minor (Berkeley 1995), σελ. 305-308.