1. Η καταγωγή της οικογένειας Κουρκούα
Η οικογένεια των Κουρκούα, η οποία ήταν αρμενικής καταγωγής, εμφανίζεται κατά τη διάρκεια του 9ου αιώνα, όταν αρχίζει να ανεβαίνει στην ιεραρχία της μικρασιατικής στρατιωτικής αριστοκρατίας. Θεωρείται ότι επί Βασιλείου Α΄ ο Ιωάννης Κουρκούας, ο οποίος κατείχε το αξίωμα του δομεστίκου του τάγματος των ικανάτων και είναι ο πρώτος επιφανής εκπρόσωπος της οικογένειας που αναφέρεται στις πηγές, αναμείχθηκε σε συνωμοσία εναντίον του αυτοκράτορα.1 Το γεγονός ότι ήταν ιδιαίτερα πλούσιος καθώς και το υψηλό στρατιωτικό αξίωμα που κατείχε καταδεικνύουν ότι η οικογένεια πρέπει να συγκαταλεγόταν ήδη στους ισχυρούς εκπροσώπους της μικρασιατικής αριστοκρατίας.
2. Οι Κουρκούες το 10ο αιώνα
Αν η θέση της οικογένειας ήταν ήδη σημαντική κατά την περίοδο των δύο πρώτων αυτοκρατόρων της Μακεδονικής δυναστείας, επί βασιλείας Ρωμανού Α΄ Λακαπηνού θα φθάσει στο απόγειό της. Ο Ιωάννης Κουρκούας, εγγονός του δομεστίκου των ικανάτων, διετέλεσε δρουγγάριος της βίγλης και το 923 έλαβε το ανώτατο στρατιωτικό αξίωμα του δομεστίκου των σχολών και τέθηκε επικεφαλής των θεματικών στρατευμάτων της Μικράς Ασίας στον πόλεμο εναντίον των Αράβων. Υπήρξε πιθανότατα ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της οικογένειας και απέκτησε μεγάλη φήμη από τις επιτυχίες του στις επιχειρήσεις εναντίον του Άραβα εμίρη του Χαλεπίου Σαΰφ αντ-Ντάουλα (Sayf ad-Dawlah). Το 934 κατέλαβε τη Μελιτηνή, ενώ το απόγειο της σταδιοδρομίας του υπήρξε η ανάκτηση του Ιερού Μανδηλίου, ενός σημαντικού θρησκευτικού κειμηλίου το οποίο βρισκόταν στην κατοχή των Αράβων και το οποίο, ως λάφυρο του Κουρκούα από την πολιορκία της Έδεσσας, μεταφέρθηκε στη Βασιλεύουσα. Ωστόσο, η αντιπαράθεσή του με τους δύο γιους του Ρωμανού Α΄, οι οποίοι στο πρόσωπό του έβλεπαν έναν ισχυρό προστάτη για τον νόμιμο διάδοχο του θρόνου Κωνσταντίνο Ζ΄ Πορφυρογέννητο (944-959), είχε ως αποτέλεσμα την απομάκρυνσή του από το αξίωμά του πριν από το τέλος του 944. Όμως, το γεγονός αυτό δεν επηρέασε πολύ τη θέση της οικογένειας, η οποία συνέχισε να παραμένει σημαντική και μετά την πτώση των Λακαπηνών.
Εκτός από τον Ιωάννη Κουρκούα, ο αδελφός του Θεόφιλος διετέλεσε στρατηγός των θεμάτων Χαλδίας, Μεσοποταμίας και Θεοδοσιούπολης επί Ρωμανού Α΄. Ο γιος του Ιωάννη, Ρωμανός Κουρκούας, έλαβε το επίσης υψηλό αξίωμα του στρατηλάτη Ανατολής και πιθανόν αυτό του δομεστίκου των σχολών της Δύσεως,2 ενώ ο εγγονός του, επίσης Ιωάννης, έλαβε τον υψηλό τίτλο του μαγίστρου, διετέλεσε πιθανότατα στρατηγός Μακεδονίας και σκοτώθηκε σε μάχη εναντίον των Ρως το 971. Τα αξιώματα αυτά, σε συνδυασμό και με τις επιγαμίες με άλλες ισχυρές αριστοκρατικές οικογένειες της εποχής, όπως οι Φωκάδες και οι Σκληροί, αποδεικνύουν τη σταθερά υψηλή θέση που κατείχε η οικογένεια Κουρκούα στο στράτευμα και στην πολιτική σκηνή της αυτοκρατορίας στα μέσα του 10ου αιώνα. Κατά την άνοδο στο θρόνο του Ιωάννη Α΄ Τζιμισκή, επίσης αρμενικής καταγωγής και εγγονού του Θεόφιλου Κουρκούα, η οικογένεια διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο, καθώς αποτέλεσε έναν από τους βασικούς υποστηρικτές του νέου αυτοκράτορα στην προσπάθειά του να καταλάβει την εξουσία και να εξουδετερώσει τους Φωκάδες. Όμως, μετά το θάνατο του Τζιμισκή και την ανάληψη της εξουσίας από τον Βασίλειο Β΄ (976-1025), η σημασία της οικογένειας αρχίζει σταδιακά να περιορίζεται. Στις εμφύλιες διαμάχες της περιόδου 976-989 ανάμεσα στους ισχυρούς εκπροσώπους της στρατιωτικής μικρασιατικής αριστοκρατίας (Βάρδα Φωκά και Βάρδα Σκληρό) και τον αυτοκράτορα οι Κουρκούες δεν θα διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο, γεγονός που καταδεικνύει ότι η πολιτική τους δύναμη είχε ήδη αρχίσει να φθίνει.
3. Οι Κουρκούες τον 11ο και 12ο αιώνα
Μετά την πλήρη επικράτηση του Βασιλείου Β΄ εναντίον των στασιαστών το 989, η οικογένεια Κουρκούα έπαψε να συγκαταλέγεται στις ισχυρότερες αριστοκρατικές οικογένειες της αυτοκρατορίας. Την περίοδο αυτή, ωστόσο, και συγκεκριμένα το 1008, αναφέρεται ένας Ιωάννης Κουρκούας με τους τίτλους του πατρικίου και του ανθυπάτου και το αξίωμα του κατεπάνω Ιταλίας. Επίσης, ένας άλλος εκπρόσωπος της οικογένειας, ονόματι Ρωμανός, σύζυγος της κόρης του τελευταίου Βούλγαρου ηγεμόνος Ιωάννη Βλαδισλάβου, κατηγορήθηκε για συνωμοσία κατά του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Η΄ (1025-1028) και τιμωρήθηκε με την ποινή της τύφλωσης. Από την εποχή εκείνη και καθ' όλη τη διάρκεια του 11ου αιώνα εκπρόσωποι της οικογένειας παύουν να διακρίνονται σε υψηλά στρατιωτικά αξιώματα και γίνονται πολιτικοί αξιωματούχοι. Από το 12ο αιώνα στρέφονται προς την εκκλησία και λαμβάνουν σημαντικές θέσεις, με κυριότερο παράδειγμα τον Μιχαήλ Κουρκούα, ο οποίος διετέλεσε πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως το διάστημα 1143-1146.
1. Ενώ ο Συμεών Μάγιστρος [Χρονικόν, Wahlgren, S. (ed.), Symeonis Magistri et Logothetae Chronicon (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 44:1, Berlin-New York 2006), σελ. 269, 161-162] αναφέρει τον στασιαστή με το όνομα Ιωάννης, ο μεταγενέστερος ιστορικός Ιωάννης Σκυλίτζης [Σύνοψις Ιστοριών, Thurn, I. (ed.), Ioannis Scylitzae Synopsis Historiarum (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 5, Berlin-New York 1973), σελ. 140, 43-47] τον ονομάζει Ρωμανό. 2. Cheynet, J.-C., Pouvoir et contestations à Byzance (963-1210) (Byzantina Sorbonensia 9, Paris 1990), σελ. 20.
|
|
|