Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Γαζίουρα

Συγγραφή : Σοφού Αθανασία (5/10/2001)

Για παραπομπή: Σοφού Αθανασία, «Γαζίουρα», 2001,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=12295>

Γαζίουρα (24/12/2008 v.1) Gazioura (8/4/2009 v.1) 
 

1. Θέση και ονομασία της αρχαίας πόλης

Τα Γαζίουρα βρίσκονταν στη Ζηλίτιδα του Πόντου, ΝΑ της Αμάσειας, στην κοιλάδα του ποταμού Ίριδος. Η θέση τους έχει εντοπιστεί στο σύγχρονο Turkhal.1 Το τοπωνύμιο έχει πιθανόν χεττιτική προέλευση, όπως συνάγεται από τη μνεία ενός οικισμού Gazziura σε επιγραφές σφηνοειδούς γραφής, σύμφωνα όμως με μια άλλη εκδοχή προέρχεται από την περσική λέξη gaz (γάζα) που σημαίνει «θησαυρός». Περσικά νομίσματα του 4ου αι. π.Χ. φέρουν στην αραμαϊκή γλώσσα την ονομασία Gazur. Σύμφωνα με το Στράβωνα τα Γαζίουρα ήταν «αρχαίον βασίλειον». Ταυτίζονται με τη βυζαντινή Gaziora, πόλη που συρρικνώθηκε δημογραφικά σε πολίχνη, ίσως δε και με το Γάζουρον ή Ζάγωρον που μνημονεύεται στον Περίπλου του Εύξεινου Πόντου του Ανώνυμου. Μια μερίδα ερευνητών θεωρεί τα Γαζίουρα πρόδρομο της βυζαντινής επισκοπής Ibora, υποστηρίζοντας ότι το τοπωνύμιο αυτό αποτελεί μια σύντομη εκδοχή της ονομασίας Γαζίουρα. Σύμφωνα όμως με μια άλλη εκδοχή η ταύτιση αυτή απορρίπτεται.2

2. Ιστορία

Στο γ’ τέταρτο του 4ου αι. π.Χ. περίπου, τα Γαζίουρα ανήκαν πιθανόν στην επικράτεια του ηγεμόνα Αριαράθη Α΄ (περ. 333-322 π.Χ.), ιδρυτή της ομώνυμης καππαδοκικής δυναστείας των Αριαραθών, ίσως μάλιστα να υπήρξαν και έδρα του. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουν οι νεότεροι ερευνητές συνδυάζοντας τις νομισματικές κοπές του Αριαράθη με το τοπωνύμιο Gazur και τη μαρτυρία του Στράβωνα για την ύπαρξη εκεί μιας αρχαίας βασιλικής έδρας.3

Το 2ο αι. π.Χ. περίπου χρονολογούνται οι πρώτες επιγραφικές μαρτυρίες για τη χρήση της ελληνικής γλώσσας και τον εξελληνισμό τουλάχιστον ενός μέρους των κατοίκων της πόλης. Σύμφωνα μ’ αυτές, στις αρχές του αιώνα ένας ντόπιος αθλητής, ο πατέρας του οποίου έφερε ελληνικό όνομα, είχε κερδίσει σε αγώνα λαμπαδηδρομίας παίδων στο Βυζάντιο.

Την περίοδο της ηγεμονίας του βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη ΣΤ΄ (120-63 π.Χ.), τα Γαζίουρα υπήρξαν ένα από τα γαζοφυλάκιά (θησαυροφυλάκιά) του, όπου, σύμφωνα με μια σωζόμενη επιγραφή, απαγορευόταν η είσοδος στους ξένους δίχως την άδεια του ακροφύλακα (διοικητή της Ακρόπολης).4
Τα χάλκινα νομίσματα που έκοψε η πόλη στο όνομά της επί της ηγεμονίας του Μιθριδάτη είναι παρόμοια με τις εκδόσεις άλλων πόλεων του Πόντου και της Παφλαγονίας κατά την ίδια περίοδο, όσον αφορά στους τύπους, το σταθμητικό κανόνα και το μέταλλο. Ειδικότερα, τους ίδιους τύπους, με το Δία στον εμπροσθότυπο και τον αετό πάνω σε κεραυνό στην οπίσθια όψη, χρησιμοποίησαν εκτός από τα Γαζίουρα η Άμαστρις, η Αβωνότειχος, η Σινώπη, η Αμισός, η Φαρνάκεια, η Αμάσεια, τα Κάβειρα, τα Ταύλαρα και η Πημόλισσα. Η έκδοσή τους υποδηλώνει την πιθανή ύπαρξη ενός βαθμού τοπικής αυτονομίας και οδηγεί στο συμπέρασμα οτι ο φιλέλληνας Μιθριδάτης επιδίωκε να προβάλλεται ως ιδρυτής πόλεων.5

Κατά τη διάρκεια των μιθριδατικών πολέμων, το 67 π.Χ., πλησίον των Γαζιούρων ηττήθηκε από το Μιθριδάτη ο Τριάριος, υπαρχηγός του Ρωμαίου στρατηγού Λούκουλλου. Στους χρόνους του Στράβωνα η πόλη είχε ερημωθεί, φαίνεται όμως πως τη Βυζαντινή περίοδο κατοικήθηκε εκ νέου.6

3. Θρησκεία - Οικονομία - Οικοδομήματα

Η απεικόνιση του «Βάαλ των Γαζιούρων» στις νομισματικές εκδόσεις του Αριαράθη Α΄ υποδηλώνει πως στο β΄ μισό του 4ου αι. π.Χ. λατρευόταν στα Γαζίουρα ο σημιτικός θεός Βάαλ. Στους χρόνους του Μιθριδάτη μαρτυρείται νομισματικά λατρεία του Διός, ο οποίος λατρευόταν πιθανόν ως Ζευς Στράτιος.7

Ο οικισμός των Γαζιούρων εκτείνεται ανάμεσα στον ποταμό Ίρι και στη βάση ενός κωνικού λόφου. Μακριά από κεντρικές αρτηρίες, όφειλε την ευημερία του τη Βυζαντινή εποχή στη γονιμότητα της πεδιάδας Δαζιμωνίτιδος.8

Στην κορυφή του λόφου υψωνόταν το αρχαίο φρούριο, όπου βρέθηκαν δύο επιγραφές της εποχής του Μιθριδάτη ΣΤ΄. Στη Β-ΒΔ πλευρά του οχυρού μια υπόγεια, λαξευμένη σήραγγα με 230 περίπου βαθμίδες οδηγούσε βαθιά μέσα στο βράχο. Η σήραγγα ταυτίζεται πιθανότατα με υδρείον (δεξαμενή νερού) και χρονολογείται στην Αχαιμενιδική ή Ελληνιστική περίοδο. Παρόμοιες υπόγειες σήραγγες έχουν εντοπιστεί και σε πολλά άλλα οχυρά της ανατολικής Μικράς Ασίας, όπως για παράδειγμα στην Αμάσεια.9 Οι πύλες του φρουρίου ήταν κατασκευασμένες από μεγάλους μονόλιθους που δε σώζονται πλέον. Έχει υποστηριχθεί ότι τα κατώτερα στρώματα της οχύρωσης ανήκουν σε Πρώιμη περίοδο, κατ’άλλους ερευνητές όμως το οχυρό ανάγεται πιθανότατα στους Βυζαντινούς χρόνους. Στη θέση βρέθηκε επίσης πρώιμη κεραμική.

1. Bryer, A. – Winfield, D., Byzantine Monuments and Topography of the Pontos (Birmingham 1985), σελ. 13· RE 7 (1912), στήλη 891, βλ. λ. “Gaziura” (W. Ruge).

2. Ονομασία Gazur: Simonetta, B., The Coins of the Cappadocian Kings (Typos. Monographien zur antiken Numismatik 2, Friburg 1977), σελ. 15, αρ. 1a-1f· BMC Cappadocia, σελ. 29, αρ. 1-4. Tαύτιση με Gaziora: Bryer, A. – Winfield, D., Byzantine Monuments and Topography of the Pontos (Birmingham 1985), σελ. 13. Για την πιθανή ταύτιση με το Γάζουρον ή Ζάγωρον, βλ. Zgusta, L., Kleinasiatische Ortsnamen. Beiträge zur Namensforschung, Beiheft 21 (Heildelberg 1984), σελ. 527, αρ. 1147· Πτολ., Γεωγρ. 5.2.17, επιμ. Müller C., Claudii Ptolemaei Geographia (Paris 1901), σελ. 847.

3. Τις σχετικές απόψεις και την αντίστοιχη βιβλιογραφία συγκεντρώνει η Harrison, C.M., Coins of the persian satraps (Pensylvania 1982), σελ. 288.

4. Επιγραφή των αρχών του 2ου αι. π.Χ.: Bean, G.E., “Inscriptions from Pontus”, Belleten 17 (1953), σελ. 171 κ.ε. Επιγραφή της εποχής του Μιθριδάτη ΣΤ΄: Anderson, J.G.C., A Journey of Exploration in Pontus ( Studia Pontica 1, Brussels 1903), σελ. 70 κ.ε., αρ. 4· Grégoire, H., “Rapport sur un voyage d’ exploration dans le Pont et en Cappadoce”, BCH 23 (1909), αρ. 9.

5. BMC Pontus, σελ. 30, αρ.1-2· Jones, A.H.M., CERP² (Oxford 1971), σελ. 156.

6. Στράβ. 12.3.15· Δίων Κ. 36.12· Munro, J.A.R., “Roads in Pontus, Royal and Roman”, JHS 21 (1901), σελ. 58.

7. Λατρεία Βάαλ: Simonetta, B., The Coins of the Cappadocian Kings (Typos. Monographien zur antiken Numismatik 2, Friburg 1977), σελ. 15, αρ. 1a-1f· BMC Cappadocia, σελ. 29, αρ. 1-4. Λατρεία Διός : BMC Pontus, σελ. 30, αρ. 1· McGing, B.C., The Foreign Policy of Mithridates VI Eupator King of Pontus (Leiden 1986), σελ. 96.

8. Στοιχεία για τη θέση και την οικονομία του οικισμού: βλ. Bryer A. – Winfield. D., Byzantine Monuments and Topography of the Pontos (Birmingham 1985), σελ. 13· Anderson J.G.C., A Journey of Exploration in Pontus (Studia Pontica 1, Brussels 1903), σελ. 69. Δαζιμωνίτις:  Κοιλάδα του ποταμού Ίριδος που φέρει τη σύγχρονη ονομασία Kaz Ova.

9. Για το υδρείον βλ. Gall, H. Von, “Zu den Kleinasiatischen Treppentunneln” AA 82 (1967), σελ. 515, αρ. 38.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>