Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Έφεσος (Αρχαιότητα), Αγάλματα Αμαζόνων

Συγγραφή : Λέκα Ευρυδίκη (14/11/2002)

Για παραπομπή: Λέκα Ευρυδίκη, «Έφεσος (Αρχαιότητα), Αγάλματα Αμαζόνων», 2002,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=4373>

Έφεσος (Αρχαιότητα), Αγάλματα Αμαζόνων (6/2/2006 v.1) Ephesus (Antiquity), Statues of Amazons (21/2/2006 v.1) 
 

1. Οι Αμαζόνες της Εφέσου

Σύμφωνα με τον Πλίνιο,1οι πιο λαμπροί γλύπτες του 5ου αι. π.Χ., ο Πολύκλειτος, ο Φειδίας, ο Κρησίλας, ο Κύδων και ο Φράδμων, πήραν μέρος σε έναν διαγωνισμό γλυπτικής στην Έφεσο με σκοπό την ανάθεση ενός αγάλματος Αμαζόνας στο ναό της Άρτεμης. Κριτές ήταν οι ίδιοι οι γλύπτες και καλύτερο άγαλμα ψηφίστηκε τελικά αυτό που ο καθένας τους έκρινε ως δεύτερο καλύτερο μετά το δικό του. Αυτή ήταν η Αμαζόνα του Πολύκλειτου, ενώ ακολουθούσαν στη δεύτερη θέση η Αμαζόνα του Φειδία, στην τρίτη του Κρησίλα, στην τέταρτη του Κύδωνα και στην πέμπτη του Φράδμωνα. Ο Πλίνιος μας πληροφορεί στη συνέχεια ότι η Αμαζόνα του Κρησίλα ήταν πληγωμένη, ενώ ο Λουκιανός2 αναφέρει ότι η Αμαζόνα του Φειδία στηριζόταν πάνω στο δόρυ της και ότι το στόμα και ο λαιμός της ήταν πολύ όμορφα.

Έχει συζητηθεί πολύ στην έρευνα το κατά πόσον αυτός ο διαγωνισμός γλυπτικής έγινε πραγματικά. Από τα πέντε ονόματα γλυπτών που αναφέρει ο Πλίνιος, το όνομα «Κύδων» είναι σίγουρα λανθασμένο και προήλθε από τον τόπο καταγωγής του Κρησίλα, τις Κυδωνίες, ενώ ο γλύπτης Φράδμων είναι ένας λιγότερο γνωστός Αργείος γλύπτης.3 Επιπλέον, ο Πλίνιος δεν αναφέρει κάποια εξωτερική προτροπή για το διαγωνισμό αυτό. Φαίνεται πιθανότερο οι γλύπτες να διαγωνίστηκαν μεταξύ τους με την ευκαιρία μιας κοινής παραγγελίας που τους έγινε για παρόμοια αγάλματα του ίδιου μνημείου.

Ένα άλλο ζήτημα που τίθεται είναι η αιτία ανάθεσης αγαλμάτων Αμαζόνων στο ιερό της Εφεσίας Άρτεμης κατά το γ΄ τέταρτο του 5ου αι. π.Χ. Ξέρουμε ότι οι Αμαζόνες ήταν μυθικές ηρωίδες από την Ανατολή. Ο τόπος διαμονής τους ωστόσο δεν είναι πλήρως καθορισμένος.4 Οι κάτοικοι της Εφέσου, κατά τον Τάκιτο,5 θεωρούσαν ότι οι Αμαζόνες, κυνηγημένες από το Διόνυσο, βρήκαν καταφύγιο στο ιερό της Άρτεμης. O Παυσανίας6 αναφέρει ότι σύμφωνα με τον ποιητή Πίνδαρο οι Αμαζόνες είχαν ιδρύσει το ιερό της Εφεσίας Αρτέμιδος κατά την εκστρατεία τους ενάντιον των Αθηνών και του Θησέα. Ωστόσο, ο ίδιος ο Παυσανίας θεωρεί αυτήν τη πληροφορία ελλιπή και αναφέρει ότι το ιερό ήταν προγενέστερο και ότι δεν είχε ιδρυθεί από τις Αμαζόνες.7 Δύο είναι πάντως οι πιθανότερες αφορμές για την ανάθεση των αγαλμάτων. Γενικά πιστεύεται ότι αφιερώθηκαν με την ευκαιρία της ολοκλήρωσης του Αρτεμισίου, το οποίο, σύμφωνα με τον Πλίνιο,8 άρχισε επί Κροίσου και ολοκληρώθηκε 120 χρόνια μετά, δηλαδή περίπου το 430 π.Χ. Σύμφωνα με μια άλλη υπόθεση, οι Αμαζόνες αφιερώθηκαν στην Άρτεμη από τους Αθηναίους με την ευκαιρία της ειρήνης με την Περσία, γνωστής ως ειρήνης του Καλλία (449 π.Χ.), και της απώθησης των Περσών από την ελληνική ακτή της Μικράς Ασίας.9

Επρόκειτο για ένα σύνολο τριών τουλάχιστον χάλκινων αγαλμάτων που παρίσταναν όρθιες και πληγωμένες Αμαζόνες χωρίς τους αντιπάλους τους. Φορούσαν ζωσμένο στη μέση χιτώνα που ήταν ανασηκωμένος πάνω από τα γόνατα με τη βοήθεια μιας δεύτερης ζώνης. Ήταν το πρώτο σύνολο που απεικόνιζε αποκλειστικά νικημένες Αμαζόνες. Το ίδιο θέμα επαναλήφθηκε αργότερα, στα τέλη του 3ου αι. π.Χ, στα περγαμηνά αναθήματα.

2. Τα ρωμαϊκά αντίγραφα

Στη Ρωμαϊκή περίοδο αντιγράφηκαν τρία αγάλματα πληγωμένων Αμαζόνων. Τα αντίγραφα αυτά έχουν το ίδιο μέγεθος και παρόμοια ενδύματα και μολονότι παρουσιάζουν τεχνοτροπικές διαφορές, που οδηγούν σε διαφορετικούς καλλιτέχνες, φαίνεται ότι προέρχονται όλα από το ίδιο σύνολο. Στα έργα αυτά, για τα οποία έχουν προταθεί διάφοροι καλλιτέχνες και χρονολογίες από τον 5ο αι. π.Χ. ως την εποχή του Αυγούστου (27 π.Χ.-14 μ.Χ.), αναγνωρίζονται γενικά σήμερα οι Αμαζόνες της Εφέσου.10

Αν και υπάρχουν πολλές παραλλαγές, διακρίνονται βασικά τρεις κύριοι τύποι αντιγράφων Αμαζόνων με τα εξής κοινά χαρακτηριστικά: ανασηκωμένο χιτώνα, ένα γυμνό μαστό, σηκωμένο δεξί βραχίονα και κυματιστούς βοστρύχους με χωρίστρα στη μέση. Οι τρεις αυτοί αγαλματικοί τύποι αντιπροσωπεύονται από πολυάριθμα αντίγραφα, ενώ τμήματά τους έχουν αναγνωριστεί και στα γύψινα εκμαγεία από τις Βαΐες, στον κόλπο της Νεάπολης. Τα εκμαγεία αυτά είχαν παρθεί από τα πρωτότυπα έργα για να χρησιμοποιηθούν, μεταξύ άλλων, στα εργαστήρια των αντιγραφέων στην Ιταλία.11

Ο πρώτος τύπος αντιγράφων είναι γνωστός ως «τύπος του Σωσικλή», από την υπογραφή του αντιγραφέα στο καλύτερα διατηρημένο παράδειγμα του τύπου, στο Μουσείο του Καπιτωλίου στη Ρώμη (εικ. 1). Ο τύπος αυτός διακρίνεται κυρίως από τη χλαμύδα του ιππέα που είναι ριγμένη στην πλάτη πάνω από το χιτώνα. Η Αμαζόνα παριστάνεται να ξεσκεπάζει με το αριστερό χέρι την πληγή της, που βρίσκεται κάτω από τη δεξιά μασχάλη, δίπλα στο στήθος, ενώ το δεξί χέρι θα πρέπει να ακουμπούσε στο κεφάλι. Στηρίζεται στο αριστερό της πόδι και στρέφει το κεφάλι προς το μέρος της πληγής. Ο δεύτερος τύπος, λεγόμενος “Sciarra” ή “Lansdowne”, από το όνομα δύο παλιών ιδιωτικών συλλογών (εικ. 2), απεικονίζει την Αμαζόνα στηριγμένη με τον αριστερό αγκώνα σε έναν πεσσό, να σηκώνει το δεξί βραχίονα, αποκαλύπτοντας έτσι την πληγή, δίπλα στο δεξί μαστό. Ο τρίτος τύπος, γνωστός ως “τύπος Mattei” (εικ. 4), απεικονίζει μια Αμαζόνα πληγωμένη στον αριστερό μηρό να αφαιρεί το τόξο της. Ο τύπος αυτός είχε παλαιότερα αποδοθεί στο Φειδία, καθώς είχε θεωρηθεί ότι η Αμαζόνα στηρίζεται στο δόρυ της, όπως μας λέει ο Λουκιανός.

Έχουν γίνει προσπάθειες να ταυτιστούν και άλλοι δύο τύποι πληγωμένων Αμαζόνων, χωρίς όμως επιτυχία. Για τον έναν από αυτούς, γνωστό μόνο από μια ανάγλυφη μορφή, πάνω σε πεσσό από το θέατρο της Εφέσου, που φορά χιτώνα και ιμάτιο και έχει καλυμμένα και τα δύο στήθη (εικ. 8), δεν μπορούμε να πούμε αν πρόκειται για έναν πραγματικά τέταρτο τύπο ή αν έγινε για να συμπληρωθεί ένα σύνολο που θα διακοσμούσε τους πεσσούς του θεάτρου (όπου υπήρχαν επίσης αντίγραφα των τριών βασικών τύπων Αμαζόνων και ίσως και περισσοτέρων). Μπορεί να πρόκειται απλώς για προσωποποίηση της πόλης της Εφέσου με τη μορφή Αμαζόνας.12 Έχει υποστηριχθεί, τέλος, ότι μόνο η Αμαζόνα του τύπου του Σωσικλή, η Αμαζόνα δηλαδή του Πολύκλειτου, που σύμφωνα με τον Πλίνιο επικράτησε στο διαγωνισμό, απεικονιζόταν δίπλα σε έναν Σάτυρο και ίσως και στο θεό του θεάτρου Διόνυσο.13

Οι συζητήσεις για την απόδοση των τύπων αυτών στους μεγάλους καλλιτέχνες εξακολουθούν να είναι έντονες, αλλά η ταύτιση των απόψεων παραμένει ανέφικτη. Η Αμαζόνα του Πολύκλειτου αναγνωρίζεται με μεγαλύτερες πιθανότητες στον τύπο του Σωσικλή.14 Έχει ωστόσο προταθεί και ο τύπος Sciarra,15 ο οποίος αποδίδεται παραδοσιακά στον Κρησίλα, ενώ, τέλος, ο τύπος Mattei αποδίδεται στο Φειδία. Οι δύο τελευταίες αποδόσεις ωστόσο παρουσιάζουν ορισμένα προβλήματα.

1. Πλίν., ΦΙ 34.50.

2. Λουκ., εικ. 4 και 6.

3. Βλ. Corso, A., “Phradmon: the itinerary of a classical Greek sculptor from the style of Polycleitus to the rich style”, NumAntCl 30 (2001), σελ. 53-71.

4. Βλ. Devambez, P., «Les Amazones et l’Orient”, RA (1976), σελ. 265-280.

5. Tac., Annal. 3.61.

6. Παυσ. 7.2.7. Βλ. Παπαχατζή, Ν.Δ., Παυσανίου Ελλάδος Περιήγησις, Αρχαϊκά και Αρκαδικά (Αθήνα 1980), σελ. 28, σημ. 1.

7. Ιδρυτές του Αρτεμισίου ήταν σύμφωνα με τον Παυσανία  ο Κόρησος και ο Έφεσος, επώνυμοι ήρωες του τόπου. Παυσ. 7.2.7.

8. Πλίν., ΦΙ 36.95.

9. Gauer, W., “Die Gruppe der ephesischen Amazonen, ein Denkmal des Perserfriedens”, στο Cahn, H.A. – Simon, E. (επιμ.), Tainia. Roland Hampe zum 70. Geburtstag am 2. Dezember 1978 dargebracht von Mitarbeitern, Schülern und Freunden (Mainz 1980), σελ. 201-226. Ο ίδιος ερευνητής, Gauer, W., Die ephesischen Amazonen, das Bildnis des Artemon und der samische Krieg des Perikles, Kotinos. Festschrift für E. Simon (Mainz 1992), σελ. 188-198, υποστηρίζει αλλού ότι το ανάθημα θα έπρεπε να συνδεθεί επίσης με τη νίκη του 440-439 π.Χ. επί των Σαμίων.

10. Για πλήρη κατάλογο των αντιγράφων με πλούσια εικονογράφηση, βλ. Bol, R., Amazones volneratae. Untersuchungen zu den Ephesischen Amazonenstatuen (Mainz 1998), η οποία πιστεύει ότι υπήρχαν μόνο τρεις Αμαζόνες στην Έφεσο.

11. Landwehr, C., Die antiken Gipsabgüsse aus Baiae: griechische Bronzestatuen in Abgüssen römischer Zeit (Mainz 1985), αρ. 29-33 (τύπος Sciarra), 34-39 (τύπος Mattei), 40-41 (τύπος Σωσικλή).

12. Για τις διάφορες απόψεις σχετικά, βλ. Rolley, C., La sculpture grecque. 2. La période classique (Paris 1999), σελ. 39-42.

13. Hartwick, K.J., “The so-called ΄Ephesos Amazon΄, a new identification”, JDAI 101 (1986), σελ. 126-136.

14. Steuben, H. von, “Die Amazone des Polyklet”στο Beck, H. – Bol, P.C., Polykletforschungen (Berlin 1993), σελ. 73-102.

15. Weber, M., “Die Amazonen von Ephesos”, JDAI 91 (1976), σελ. 28-96· Bol, R., Die Amazone des Polyklet, in Polyklet: der Bildhauer der griechischen Klassik (Mainz 1990), σελ. 213-239· Bol, R., Amazones volneratae. Untersuchungen zu den Ephesischen Amazonenstatuen (Mainz 1998), σελ. 73-87.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>