|
|
|
|
|
|
Σύντομη ιστορία της πόλης1
Η Πριήνη είναι αρχαία πόλη της Ιωνικής δωδεκάπολης, στους πρόποδες της Μυκάλης κοντά στον Λάτμιο κόλπο. Φαίνεται ότι υπήρξε αποικία των Θηβαίων, με οικιστές τον Αίπυτο του Νηλέα και τον Φιλώτα από τη Θήβα.2 Υπήρξε μέλος του Πανιωνίου. Τη μεγαλύτερη ακμή της γνώρισε κατά τον 6ο αιώνα π.Χ., εποχή κατά την οποία φέρεται να ηγείται της πόλης ο Βίας ο Πριηνεύς, ένας από τους επτά σοφούς της αρχαιότητας. Κατά τον 7ο αιώνα ο Γύγης, βασιλιάς των Λυδών, στράφηκε κατά των ελληνικών πόλεων της Μ. Ασίας. Ακολούθησαν σειρά συγκρούσεων μεταξύ Κιμμερίων, Λυδών και Ελλήνων εναλλάξ, μέχρι περίπου το 630 π.Χ. οπότε οι Κιμμέριοι υπέστησαν επανειλημμένες ήττες από τους Λυδούς και τους Ασσύριους. Οι Λυδοί, μετά την απομάκρυνση των Κιμμερίων επανέλαβαν τις επιθέσεις τους κατά των ελληνικών πόλεων. Ο Άρδυς, διάδοχος του Γύγη, κατέλαβε την Πριήνη και επετέθη εναντίον της Μιλήτου. Η Πριήνη πολιορκήθηκε και από τον Αλυάττη, διάδοχο του Σαδυάττη, γιο του Άρδυ, επιχείρηση που όμως απέτυχε. Την άμυνα διηύθηνε ο Βίας. Αργότερα οι Πριηνείς ενεπλάκησαν σε πόλεμο με τους Σαμίους. Στον πόλεμο αυτό οι Σάμιοι υπέστησαν μεγάλη ήττα, με αποτέλεσμα μετά από 6 χρόνια ειρήνης να συνασπισθούν με τους Μιλήσιους εναντίον των Πριηνέων και να τους νικήσουν. Για άλλη μια φορά ο Βίας, ως πρεσβευτής των Πριηνέων στη διάσκεψη ειρήνης, πετυχαίνει ευνοϊκούς όρους για την πόλη του. Κατά το 560 π. Χ. η βασιλεία των Λυδών περιήλθε στον Κροίσο, ο οποίος έκανε φόρου υποτελείς τις ιωνικές, πλην της Μιλήτου, και αιολικές πόλεις. Την ίδια εποχή βασιλιάς των Περσών γίνεται ο Κύρος ο Β’, ο οποίος αργότερα νίκησε τον Κροίσο και τον διαδέχθηκε ως επικυρίαρχος των ελληνικών πόλεων. Ο Μαζάρης, στρατηγός του Κύρου, εκστράτευσε εναντίον του Λυδού Πακτύη, ο οποίος με τη βοήθεια Ελλήνων των παραλίων, πολιόρκησε τις Σάρδεις. Ο μεν Πακτύης, όταν έμαθε ότι πλησιάζει ο Μαζάρης, έφυγε για την αιολική Κύμη εγκαταλείποντας την πολιορκία, ο Μαζάρης όμως θέλοντας να τιμωρήσει τις πόλεις που συμμάχησαν μαζί του κατέλαβε πρώτα την Πριήνη και εξανδραπόδισε3 μέρος των κατοίκων της (545/544 π.Χ.) και στη συνέχεια λεηλάτησε και άλλες πόλεις. Είναι η εποχή που ο Βίας ο Πριηνεύς, ο οποίος δεν διέβλεπε ελπίδες ελευθερίας, πρότεινε σε μια από τις συγκεντρώσεις των ιωνικών πόλεων στο Πανιώνιον να αποικίσουν όλοι μαζί οι Ίωνες στη Σαρδηνία, γνώμη που δεν εισακούστηκε.4 Ήδη από αυτό το σημείο αρχίζει να γίνεται προβληματική η ιστορία της Πριήνης. Δεν γνωρίζουμε τίποτε για την τύχη της μετά τον εξανδραποδισμό των κατοίκων της. Την άνοιξη του 499 π.Χ. ο τύραννος της Μιλήτου ανακοίνωνε στη συνέλευση των Ιώνων τα σχέδια του για επανάσταση κατά των Περσών, σχέδιο που έγινε αποδεκτό με ενθουσιασμό από τους παρευρισκόμενους. Η επανάσταση κρίθηκε στη Ναυμαχία της Λάδης, νησιού μπροστά από τη Μίλητο, το 494 π.Χ., όπου οι Ίωνες νικήθηκαν από τους Πέρσες. Στη ναυμαχία αυτή η Πριήνη παίρνει μέρος με 12 πλοία, αριθμός που επιτρέπει τον υπολογισμό του ελεύθερου πληθυσμού της γύρω στο 500 π.Χ. σε 10.000. Ενώ για τη Μίλητο γνωρίζουμε ότι καταστράφηκε από τους Πέρσες και οι κάτοικοι της, όσοι δεν θανατώθηκαν, εκδιώχθηκαν στο εσωτερικό, καμιά αναφορά δεν υπάρχει σχετικά με την τύχη της Πριήνης . Το γεγονός ότι δεν συναντάμε το επόμενο διάστημα την Πριήνη στις πηγές αποδεικνύει μόνον ότι η Πριήνη προφανώς δεν έπαιξε κεντρικό ρόλο στα γεγονότα που ακολούθησαν και κυρίως τους Περσικούς πολέμους. Στους φορολογικούς καταλόγους της Αθηναϊκής Συμμαχίας5 η Πριήνη εμφανίζεται να πληρώνει 1 τάλαντο. Το 441/440 π.Χ. ξέσπασε πόλεμος μεταξύ Σάμου και Μιλήτου εξαιτίας της Πριήνης και της περιοχής της, η Μίλητος ζήτησε τη βοήθεια της Αθήνας και τελικά η Σάμος ηττήθηκε. Δεν γνωρίζουμε, όμως, τι απέγινε με την Πριήνη. Αναφορά στην Πριήνη γίνεται και στον Ξενοφώντα (Ελληνικά 3, 2, 17) όταν περιγράφει τα γεγονότα των ετών 397 π. Χ. και 392 π.Χ., κατά τα οποία οι στρατιώτες της Πριήνης και των άλλων ιωνικών πόλεων πέταξαν τα οπλα και δεν ακολούθησαν τους Λακεδαιμόνιους υπό το Δερκυλίδα κατά του Φαρνάβαζου. Δεν ξέρουμε γιατί ο Ξενοφώντας διαχωρίζει την Πριήνη από τις άλλες ιωνικές πόλεις.6 Η επόμενη αναφορά τοποθετεί την Πριήνη στις εκβολές του Μαιάνδρου.7 Από την εποχή αυτή μέχρι το 330 π.Χ. οι αναφορές στην Πριήνη είναι ελάχιστες και προβληματικές.8 Οι μαρτυρίες αυτές, με την ταυτόχρονη απουσία αρχαιολογικών δεδομένων, δεν επιτρέπουν μιαν ασφαλή παρουσίαση της αρχαιότερης ιστορίας της πόλης. Έχουν διατυπωθεί ποικίλες θεωρίες, καμιά όμως δεν έχει ακόμη επικρατήσει,9 επειδή οι ανασκαφές που έγιναν στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα έχουν φέρει στο φως το 1/3 της πόλης των ύστερων κλασικών και ελληνιστικών χρόνων. Είναι επομένως παρακινδυνευμένη η εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων ακόμη καιι για την περίοδο αυτή και σχεδόν αδύνατη για την αρχαιότερη πόλη. Μεγάλη συζήτηση γίνεται και γύρω από τη νέα πόλη. Η επιστημονική κοινότητα δεν έχει καταλήξει αν η πόλη επανιδρύθηκε λόγω μετακίνησης ή επανιδρύθηκε στην ίδια τοποθεσία, αλλά ούτε και για τις συνθήκες που οδήγησαν στην επανίδρυση. Αντικείμενο έρευνας αποτελεί ακόμη και η χρονολογία κατά την οποία ξεκίνησε η εν λόγω διαδικασία.10 Αναμφισβήτητο πάντως παραμένει το γεγονός ότι οι πηγές που διαθέτουμε δεν αναφέρονται σε μετακίνηση της Πριήνης. Αντίθετα μάλιστα ο Πολύβιος τονίζει πως οι Πριηνείς ήταν υπερήφανοι ότι καμιά καταστροφή δεν τους οδήγησε να εγκαταλείψουν την πόλη τους, σε αντίθεση με τους κατοίκους του Μυούντα. Επίσης δεν έχουμε αναφορά για μετάθεση της πόλης λόγω των προσχώσεων του Μαιάνδρου, όπως στην περίπτωση άλλων πόλεων. Η ερμηνεία των επιγραφών, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία, δεν βοηθούν καθοριστικά, γι’ αυτό και η συζήτηση σχετικά με το διάταγμα του Μ. Αλεξάνδρου δεν έχει ακόμη κλείσει. Το σίγουρο είναι ότι η Πριήνη χτίστηκε γύρω στο 370 π.Χ. Αβεβαιότητα επικρατεί και στη χρονολόγηση των μνημείων και των άλλων αρχαιολογικών ευρημάτων. Οι μικρές σε έκταση ανασκαφές, αλλά και το γεγονός ότι την εποχή που έγιναν δεν υπήρχαν τα σημερινά μέσα αξιολόγησης των ευρημάτων, δυσκολεύουν τη συναγωγή ασφαλών συμπερασμάτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η συζήτηση γύρω από τη χρονολόγηση του Ναού της Αθηνάς, από την οποία εξαρτάται και η χρονολόγηση της πόλης. Επανεξέταση επιγραφών οδηγεί σε νέες συζητήσεις και κατ’ επέκταση σε νέα χρονολόγηση.11 Αντικείμενο συζητήσεων αποτελεί και ο σχεδιασμός της Πριήνης: όλοι συμφωνούν ότι έχει ακολουθηθεί το ιπποδάμειο σύστημα, αλλά υπάρχουν διιστάμενες απόψεις σχετικά με το πρόσωπο του πολεοδόμου. Ορισμένοι μελετητές θεωρούν ότι πολεοδόμος είναι ο Πύθεος12, στον οποίο αποδίδεται σύγγραμμα για την αρχιτεκτονική από τον ρωμαίο ιστορικό του 1ου αιώνα π. Χ. Βιτρούβιο καθώς και ο σχεδιασμός του Μαυσωλείου της Αλικαρνασού. Επειδή υπάρχουν κοινά στοιχεία στο Μαυσωλείο και στο Ναό της Αθηνάς στην Πριήνη, συγκλίνουν οι περισσότερες απόψεις ότι ο Πύθεος είναι ο δημιουργός του ναού. Αλλά πολλοί ερευνητές δεν δέχονται την άποψη ότι ο ίδιος είναι και ο πολεοδόμος.13 Οι ιστορικές αναφορές για την περίοδο μετά τον Αλέξανδρο είναι αποσπασματικές. Η Πριήνη ακολουθεί τις αλλαγές συνόρων των ελληνιστικών κρατών. Βρέθηκε υπό την κυριαρχία του Δημήτριου Πολιορκητή, του Λυσιμάχου, των Σελευκιδών και των Πτολεμαίων. Η περιοχή χαρακτηρίζεται από συχνές συνοριακές διαφορές μεταξύ Πριήνης και Σάμου. Το 277 π.Χ. η περιοχή γύρω από την πόλη της Πριήνης καταστράφηκε από τους Κέλτες. Η ίδια η Πριήνη βρέθηκε το 155 π. Χ. αντιμέτωπη με τους βασιλείς της Καππαδοκίας και του Περγάμου, Αριαράθη και Άτταλο Β’ αντίστοιχα, οπότε και προκλήθηκαν σημαντικές ζημιές στην πόλη, μεταξύ αυτών και στο Ναό της Αθηνάς. Αρχές του 2ου αιώνα π.Χ. η Πριήνη περιέρχεται στη σφαίρα επιρροής της Ρώμης και από το 129 π.Χ. ανήκει στη νεοϊδρυθείσα Ρωμαϊκή Επαρχία της Ασίας. Ως αποτέλεσμα των Μιθριδατικών πολέμων το πρώτο ήμιση του 1ου αιώνα π.Χ. η οικονομία της πόλης υφίσταται σοβαρό πλήγμα. Λόγω των προσχώσεων του Μαιάνδρου η πόλη γίνεται μεσόγεια. Το επόμενο διάστημα παρατηρείται συρρίκνωση της πόλης, ο Ναός της Αθηνάς και τα γυμνάσια εγκαταλείπονται και τα υλικά τους χρησιμοποιούνται για την κατασκευή Βασιλικής, που χτίζεται στο κέντρο της πόλης, καθώς και για κατοικίες επί του παλαιού γυμνασίου. Για την περίοδο μεταξύ 6ου και 10ου αιώνα γνωρίζουμε ελάχιστα.14 Λόγω των αραβικών επιδρομών στην περιοχή η αρχαία πόλη εγκαταλείφθηκε περί τα τέλη 7ο αι. Από τα μέσα του 10ου αι. η Πριήνη γνώρισε εκ νέου μία περίοδο ακμής. Αναφέρεται δε ως μία από τις είκοσι σημαντικότερες πόλεις του Θρακησίων. Κατά την περίοδο μεταξύ του 11ου-13ου αι. η Πριήνη έγινε γνωστή με το όνομα Σαμψών και αποτελούσε κέντρο μεγάλων αυτοκρατορικών στην κοιλάδα του Μαιάνδρου. Ο σημαντικός της ρόλος επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι μετά την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως το 1204 τη διεκδίκησαν οι Λατίνοι, ενώ αποτέλεσε «πρωτεύουσα» του εφήμερου κράτους (1204-1208) του Σάββα Ασιδηνού, για να περιέλθει εν τέλει στην επικράτεια της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας. Στο δεύτερο μισό του 13ου αι. η περιοχή της Σαμψούντας βρισκόταν σε άμεσο κίνδυνο να κατακτηθεί από τους Σελτζούκους Τούρκους. Και παρά τις φιλόδοξες, και προσωρινά επιτυχείς, προσπάθειες του Ιωάννη Παλαιολόγου (1264) και κυρίως του Αλέξιου Φιλανθρωπηνού (1295) η πόλη τελικά περιήλθε στο τουρκικό κράτος. Το 1673 άγγλοι έμποροι από τη Σμύρνη ανακαλύπτουν την Πριήνη και έναν αιώνα αργότερα αρχίζουν οι αρχαιολογικές ανασκαφές. |
| | |
1. Προκαταρκτικό κείμενο σε εξέλιξη. 2. Στράβων, 14,1,3 και 8,7, Αιλ., Ποικίλλαι ιστορίαι, 8,5,13-16: Παυσανίας, 7,3,2: Διογ. Λαέρτιος, Βίας, Ευστάθιος, 823,11. Στο Στράβωνα (14,1,12) και τον Ευστάθιο συναντάται και η ονομασία Κάδμη. 3. Ηρ., 1,161, Πολ. 33,6. Ο Πολύβιος αντιπαραθέτει τον Μυούντα στην Πριήνη. Οι Πριηνείς παρόλες τις καταστροφές παρέμειναν στην πόλη τους σε αντίθεση με τους κατοίκους του Μυούντα που κατέφυγαν στη Μίλητο. 4. Ηρ., 1,170 5. Η Α’ αθηναϊκή συμμαχία ιδρύθηκε το 478/7 π.Χ. Η συνέλευση αποτελούμενη από Αθηναίους και τους Ίωνες συμμάχους τους, πραγματοποιήθηκε στη Δήλο και είχε σκοπό «να πάρουν οι Έλληνες εκδίκηση για όσα έπαθαν από τους βαρβάρους, λεηλατώντας τη χώρα του Πέρση βασιλέως». Στη συνέχεια, όμως, χρησιμοποιήθηκε από τους Αθηναίους για την κατοχύρωση της ηγεμονίας τους στο ελαδικό και μικρασιατικό χώρο. 6. Ο Ξενοφώντας αναφέρει χωριστά και το Αχίλλειον, πιθανόν λιμάνι που, όμως, δεν έχει εντοπισθεί. 7. Οξύρ. 12,3. Χρονολογικά τοποθετείτααι στο 396/5. 8. Demand, N. "The relocation of Priene reconsidered", Phoenix 40 (1986), σελ. 35-44. 9. Ενδεικτικά αναφέρονται οι εργασίες των Regling, K.L., Die Münzen von Priene (Berlin 1927). Demand, Ν., "The Recolation of Priene reconsidered", Phoenix 40 (1986), σελ. 35-44. 10. Συγκεντρωτικά υπάρχουν οι απόψεις στο άρθρο της Demand, Ν., "The Recolation of Priene reconsidered", Phoenix 40 (1986), σελ. 1. Για την περίοδο μετά τον Αλέξανδρο: Lund, H.S., Lysimachus: A study in Early Hellenistic Kingship (London 1992. Krischen, F., Die griechische Stadt (Berlin 1938). Crowther, C.V., "Priene 8 and the history of Priene in the Early Hellenistic Period", Chiron 26 (1996), σελ. 195-239. 11. Ενδεικτικά αναφέρονται οι εργασίες των Berchem, D. van, "Alexandre et la restauration de Priène" MusHel 70 (1972), σελ. 198-205. Botermann, H., "Wer baute das neue Priene? Zur Interprentation der Inschriften von Priene Nr. 1 und 156", Hermes 122 (1994), σελ. 162-187. Carter, J. C., The sculpture of Athena Polias (London 1983). Hornblower, S. Mausolus (Oxford 1982), Sherwin-White, S.M., "Ancient archives: The edict of Alexander to Priene: a reappraisal", JHS 105 (1985), σελ. 69-89. 12. Υπάρχει και η γραφή: Πυθέος και Πύθιος 13. Εκτός των ήδη αναφερθέντων, Carter, J.C., "Pytheos" στο Akten des 13. internationalen Kongresses für klassische Archäologie, Berlin 1988 (Mainz 1990), σελ. 129-136. 14. Ενδεικτική βιβλιογραφία για τη βυζαντινή περίοδο: Brandes W., Die Städte Kleinasiens im 7. und 8. Jahrhundert, Amsterdam 1989. Cheynet J.-C., Pouvoir et contestations à Byzance (963-1210), (Byzantina Sorbonensia 9, Paris 1990). Jones A., The Cities of the Eastern Roman Provinces, (Oxford 19712). Ahrweiler Hélène, "L’histoire et la géographie de la région de Smyrne entre les deux occupations turques (1081-1317) particulièrement aux XIIIe siècle", TM 1, (1965), 1-204. Foss C., "Archaeology and the "Twenty Cities" of Byzantine Asia", AJA 81, (1977), 469-486. Müller-Wiener W., "Mittelalterliche Befestigungen im südlichen Ionien", IM 11, (1961), 46-56, Orgels P., "Sabas Asidènos, dynaste de Sampson", Byzantion 10, (1935), 67-68. |
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|