δομέστικος των σχολών, ο
Διοικητής του τάγματος των σχολών. Ο πρώτος γνωστός αξιωματούχος εμφανίστηκε το 767/768. Το 10ο αιώνα απέκτησε μεγάλη δύναμη στο στρατό των θεμάτων. Κατά τα μέσα του 10ου αιώνα το αξίωμα του δομέστικου των σχολών χωρίστηκε σε δύο: στο δομέστικο των σχολών της Ανατολής και στο δομέστικο των σχολών της Δύσης, τον ανώτατο δηλαδή στρατιωτικό διοικητή του στρατού των ανατολικών και των δυτικών επαρχιών αντίστοιχα.
|
δούκας, ο (λατ. dux)
Αρχαιότητα: Ρωμαίος στρατιωτικός αξιωματούχος ο οποίος σε ορισμένες επαρχίες είχε και διοικητικές αρμοδιότητες. Βυζάντιο: Κατά κανόνα ανώτατος στρατιωτικός αξιωματούχος. Από το β΄ μισό του 10ου αιώνα ο όρος δηλώνει το στρατιωτικό διοικητή μεγάλης περιφέρειας. Μετά το 12ο αιώνα οι δούκες εμφανίζονται ως διοικητές μικρών θεμάτων.
|
εμίρης, ο
Αραβικός τίτλος (amir = αρχηγός) ο οποίος δηλώνει το στρατιωτικό αρχηγό μιας περιοχής (του εμιράτου). Την Πρώιμη Ισλαμική περίοδο αποδιδόταν σε αρχηγούς στρατευμάτων, ενώ αργότερα και σε πρόσωπα με διοικητικές και οικονομικές αρμοδιότητες. Την περίοδο της κυριαρχίας των Σελτζούκων δινόταν σε στρατιωτικούς αξιωματικούς και νεαρούς πρίγκιπες. Στα τέλη του 13ου και κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα αποδιδόταν σε Τουρκομάνους ηγεμόνες μικρότερων κρατιδίων που διαδέχθηκαν το σουλτανάτο του Ικονίου.
|
εταιρειάρχης, μικρός εταιρειάρχης, μέγας εταιρειάρχης, ο
Το αξίωμα του εταιρειάρχη εμφανίστηκε στις αρχές του 9ου αιώνα και αφορούσε τον επικεφαλής της εταιρείας, σώματος της αυτοκρατορικής φρουράς που ιδρύθηκε αυτήν την περίοδο. Από τον ύστερο 9ο αιώνα και εξής ο εταιρειάρχης ο ήταν επικεφαλής της τρίτης εταιρείας, που απαρτιζόταν από στρατιώτες των ασιατικών θεμάτων, ο μικρός εταιρειάρχης ήταν ο επικεφαλής της μέσης εταιρείας, που απαρτιζόταν από ξένους μισθοφόρους, και ο μέγας εταιρειάρχης ήταν ο επικεφαλής της μεγάλης εταιρείας, που απαρτιζόταν από στρατιώτες του θέματος Μακεδονίας.
|
πατρίκιος, ο / πατρικία, η
Από το λατινικό patricius. Εισήχθη από τον Κωνσταντίνο Α΄ ως ισόβιος τιμητικός τίτλος ανδρών και γυναικών χωρίς διοικητικές αρμοδιότητες. Ειδικά για τις γυναίκες στο περιβάλλον της αυτοκράτειρας ο τίτλος της πατρικίας ζωστής ήταν ο υψηλότερος που μπορούσε να τους απονεμηθεί. Από τον 8ο έως το 10ο αιώνα ο τίτλος του πατρικίου αποδιδόταν σε υψηλούς αξιωματούχους της διοικητικής και στρατιωτικής ιεραρχίας, αλλά και σε ξένους συμμάχους και ηγεμόνες. Έπαψε να χρησιμοποιείται μετά το τέλος του 12ου αιώνα.
|
σεβαστοκράτωρ, ο
Υψηλός τιμητικός τίτλος. Στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία αποδόθηκε πρώτη φορά από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Α΄ Κομνηνό (1081-1118) στον αδελφό του Ισαάκιο Κομνηνό και στη συνέχεια δινόταν σε μέλη της οικογένειας του αυτοκράτορα. Στην Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας ο υψηλός αυτός τίτλος δήλωνε τους ανώτερους άρχοντες του κράτους.
|
στρατηγός, ο
Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο τα καθήκοντα του στρατηγού ήταν πολιτικά. Στη Μέση Βυζαντινή περίοδο ο στρατηγός ήταν αξιωματούχος επικεφαλής του θέματος (στρατός και περιοχή δικαιοδοσίας)· συγκέντρωνε στα χέρια του τόσο στρατιωτική όσο και πολιτική εξουσία. Κατά την Ύστερη Βυζαντινή περίοδο περιορίστηκε στο στρατιωτικό ρόλο του.
|