δίπτυχα, τα (λατ. tabulae)
Στην επιγραφική είναι οι δίπτυχοι πίνακες, οι πλάκες (λατ. tabulae) που φέρουν χαραγμένο επίσημο κείμενο. Στην εκκλησιαστική παράδοση δίπτυχα αποκαλούνται οι δέλτοι, τα φύλλα, περγαμηνά, βομβύκινα, χαρτώα, όπου αναγράφονται τα ονόματα των ζώντων και των τεθνεώτων που μνημονεύει ο ιερέας κατά τη θεία λειτουργία.
|
σύγκελλος, ο
Εκκλησιαστικό οφίκιο. Εμφανίζεται στις αρχές του 5ου αι. Έως το 10ο αι. ο σύγκελλος ήταν βοηθός του Πατριάρχη, συχνά έπαιζε το ρόλο του μεσάζοντα στις σχέσεις με τον αυτοκράτορα και διαδεχόταν τον Πατριάρχη στο θρόνο. Από τα μέσα του 10ου αι. ο τίτλος απονέμεται σε μητροπολίτες ως δείγμα εύνοιας του αυτοκράτορα. Την ίδια περίοδο εμφανίζεται ο τίτλος του πρωτοσυγκέλλου προς διάκριση ανάμεσα στους μητροπολίτες. Αργότερα εμφανίζονται οι τίτλοι του προέδρου των συγκέλλων και του πρωτοπροέδρου των συγκέλλων. Επί Φραγκοκρατίας, ήταν σε χρήση και ο τίτλος του μεγάλου πρωτοσυγκέλλου. Κατά την Οθωμανική περίοδο, διατηρήθηκε μόνο ο τίτλος του πρωτοσυγκέλλου.
|
Σύγκλητος Κωνσταντινουπόλεως (Βυζάντιο)
Η Σύγκλητος της Κωνσταντινούπολης συγκροτήθηκε επί Μεγάλου Κωνσταντίνου, στα χνάρια της Συγκλήτου της Ρώμης, με μέλη γόνους των αριστοκρατικών οίκων. Σταδιακά απώλεσε την πολιτική της δύναμη και ήδη από το 10ο αι. πολλοί ανώτατοι κρατικοί αξιωματούχοι ούτε ανήκαν ούτε εντάσσονταν στη Σύγκλητο. Το σώμα αυτό επιβίωσε μέχρι τους Ύστερους Βυζαντινούς χρόνους με διαφορετικές όμως αρμοδιότητες και έχοντας κυρίως συμβουλευτικό και τελετουργικό ρόλο.
|