1. Θέση
Τα Λουτρά του Βαρίου (ή Ουαρίου, P. Quintilius Valens Varius) (αρ.41) στην Έφεσο βρίσκονται στη βόρεια πλευρά της οδού των Κουρητών (αρ.36), πίσω από το ναό του Αδριανού (αρ.40).Το ανατολικό πέρας του συγκροτήματος οριζόταν από τη λεγόμενη οδό των Θερμών (αρ.39), ενώ στα δυτικά διερχόταν η σκεπαστή (via tecta) οδός της Ακαδημίας (αρ.42).Τα λουτρά ήταν εξαρχής προσανατολισμένα στο ιπποδάμειο σύστημα της πόλης. Η κύρια είσοδος των εγκαταστάσεων βρισκόταν στην αρχή της οδού των Θερμών, ενώ η πρόσβαση ήταν εφικτή και από την οδό των Κουρητών μέσω κλίμακας, στα ανατολικά του ναού του Αδριανού και ενός μακρόστενου διαδρόμου (V).1
2. Αρχιτεκτονική περιγραφή
Τα Λουτρά του Βαρίου παρουσιάζουν ακανόνιστη κάτοψη, καθώς έπρεπε να προσαρμοστούν στην τραπεζοειδή έκταση του οικοδομικού τετραγώνου της πόλης. Η ασύμμετρη ανάπτυξη του αρχιτεκτονικού τους σχεδίου δεν επιτρέπει την κατηγοριοποίησή τους σε έναν από τους κύριους αρχιτεκτονικούς τύπους των μεγάλων θερμών. Τα Λουτρά του Βαρίου δεν διέθεταν , όπως συνηθιζόταν στα συγκροτήματα αυτού του τύπου, ενώ η διευθέτηση των θερμών και ψυχρών χώρων είχε ως εξής:
Ο διάδρομος (1) οδηγούσε σε μια αψιδωτή αίθουσα (2), η κάτοψη της οποίας παραπέμπει στον τύπο της . Στον ανατολικό τοίχο της αίθουσας αυτής ανοίγονταν πέντε ορθογώνιες , ενώ στο δυτικό τοίχο τρεις. Στα δυτικά ενωνόταν μέσω ενός τοξωτού ανοίγματος, που συγκρατούσαν τρεις κίονες σε κάθε πλευρά, με έναν επίσης επιμήκη χώρο, διαστάσεων μήκους 35 μ. και πλάτους 8,5 μ. Υποθέτουμε ότι η αψιδωτή αίθουσα σε συνδυασμό με το χώρο (Β) είχαν πολυσύνθετο ρόλο, καθώς λειτουργούσαν ως προθάλαμος των εγκαταστάσεων και τόπος συναντήσεων, αλλά και ταυτόχρονα ως χώρος για αθλητική άσκηση, δηλαδή ως , και αποδυτήριο.2
Ένα άνοιγμα στη βόρεια πλευρά της αψιδωτής αίθουσας (2) οδηγούσε στο (3), ορθογώνιο σε σχήμα και εξοπλισμένο με ελλειπτική πισίνα (natatio frigida). Το frigidarium βρισκόταν σε κεντρική θέση μέσα στο συγκρότημα και επικοινωνούσε με όλα τα υπόλοιπα δωμάτια του λουτρού: στα βορειοανατολικά με το θερμό χώρο (5), στα βορειοδυτικά με το θερμό χώρο (7), στα δυτικά με το (8), στα νοτιοδυτικά με έναν ενδιάμεσο χώρο (10) που οδηγούσε στο (S) και στα νότια με την αψιδωτή αίθουσα (2).
Ο θερμός χώρος (5), ορθογώνιος σε κάτοψη, διέθετε ορθογώνιες κόγχες στις τρεις πλευρές του: στα δυτικά, στα ανατολικά και στα βόρεια. Στα βόρεια μία θύρα οδηγούσε σε ένα δεύτερο θερμό χώρο (6), τετράγωνο σε κάτοψη, με μια ορθογώνια κόγχη στη δυτική του πλευρά, που στα νοτιοδυτικά επικοινωνούσε με το τρίτο θερμό δωμάτιο (7), το οποίο είχε άμεση πρόσβαση στο caldarium (8). To caldarium διέθετε τρεις ημικυκλικές πισίνες στη δυτική πλευρά του: την κεντρική που ήταν μεγαλύτερη και δύο πλάγιες μικρότερες, ενώ μια τετάρτη πισίνα, ορθογώνια σε κάτοψη, κατείχε τη βόρεια πλευρά. Στη νοτιοανατολική πλευρά του caldarium ένας στενός διάδρομος οδηγούσε σε έναν ενδιάμεσο χώρο (10) που επικοινωνούσε στα δυτικά με το sudatorium (S), έναν επιμήκη χώρο για εφίδρωση. Η θέρμανση παραγόταν με καύση στο praefurnium, από όπου ο ζεστός αέρας διοχετευόταν κάτω από τα δάπεδα των δωματίων που εξυπηρετούσαν το θερμό λουτρό.3
3. Γενικές παρατηρήσεις και χρονολόγηση
Η καθημερινή επίσκεψη στα λουτρά αποτελούσε μια ξεχωριστή συνήθεια των πολιτών κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους. Η απουσία χώρων λούσεως από τις ιδιωτικές οικίες προσέδωσε στα συγκροτήματα των λουτρών δημόσιο χαρακτήρα, ενώ ταυτόχρονα λειτουργούσαν και ως τόποι συναντήσεων. Αυτό αποδεικνύεται από την οργάνωση των χώρων όπου πλάι στις θερμές και ψυχρές αίθουσες (caldarium, frigidarium αντίστοιχα) των λουτρών βρισκόταν η βασιλική, αίθουσα για συναντήσεις και συζητήσεις. Με την pax romana που εξασφάλισε ο αυτοκράτορας Αύγουστος (31 π.Χ.-14 μ.Χ.), ο τρόπος ζωής των Ρωμαίων απλώθηκε σε όλη την έκταση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Έτσι η ανέγερση λουτρών στις πόλεις της Μικράς Ασίας παρατηρείται κυρίως κατά τον 1ο και 2ο αι. μ.Χ.4
Το συγκρότημα των λουτρών χρονολογείται στο α΄ μισό του 2ου αι. μ.Χ. και ταυτίστηκε βάσει επιγραφικών μαρτυριών με τα Λουτρά του Βαρίου (ή Ουαρίου).5 Μετασκευάστηκε όμως γύρω στο τέλος του 4ου αι. μ.Χ. σε μεγάλο βαθμό από μια πλούσια χριστιανή, τη Σχολαστικία, λόγω ζημιών που πιθανώς υπέστη το οικοδόμημα από σεισμό. Το άγαλμα της Σχολαστικίας τοποθετήθηκε σε μια από τις κόγχες της αψιδωτής αίθουσας κατά τους Ύστερους Ρωμαϊκούς χρόνους, όπου και βρέθηκε μαζί με την ενεπίγραφη βάση του.6 Επιπλέον η αψιδωτή αίθουσα έπαψε σταδιακά να λειτουργεί ως χώρος άσκησης και αποτέλεσε αποκλειστικά χώρο συναντήσεων.7
Αξίζει πάντως να επισημάνουμε ότι μέσα από αυτή τη χορηγία της χριστιανής Σχολαστικίας διαφαίνεται ότι η στάση του χριστιανισμού στο θεσμό και τη λειτουργία των λουτρών δεν ήταν πάντα αρνητική. Διαπιστώνεται μάλιστα πως ήταν μάλλον αντιφατική, καθώς από τη μία πλευρά η εκκλησία δεν μπορούσε να συμβιβαστεί με την ειδωλολατρική καταγωγή των λουτρών, από την άλλη όμως κήρυττε τις θεραπευτικές ιδιότητες του νερού και ενθάρρυνε τη κοινοφελή χορηγία για την ίδρυση λουτρών ως δημόσιων χώρων υγιεινής για τους πολίτες.
4. Ιστορία της έρευνας και σημερινή κατάσταση
Ανασκαφικές έρευνες διεξήχθησαν στο χώρο του συγκροτήματος το διάστημα 1954-1958 από το Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο και τον αρχαιολόγο F. Miltner.8 Σήμερα έχουν πραγματοποιηθεί στο συγκρότημα κάποιες αναστηλωτικές εργασίες, δίνοντας μια αποσπασματική εικόνα του συνόλου κυρίως ως προς τη διαίρεση των επιμέρους χώρων του. |
1. Scherrer, P., Ephesus, The New Guide (2000), σελ. 120· Wiplinger, G. – Wlach, G., Ephesus 100 Years of Austrian Research (Vienna 1996), σελ. 62. 2. Yegul, F., Baths and bathing in Classical Antiquity, (New York 1992), σελ. 291· Wiplinger, G. – Wlach, G., Ephesos 100 Jahre Österreichische Forschungen (Wien 1995), σελ. 61-62. Scherrer, P., Ephesus, The New Guide (2000), σελ. 120. 3. Η παρουσίαση του λειτουργικού χαρακτήρα των επιμέρους χώρων του Λουτρού του Ουαρίου ακολουθεί τον Yegul, F., Baths and bathing in Classical Antiquity (New York 1992 ), εικ. 371, σελ. 290. Διαφορετική ερμηνεία των εγκαταστάσεων των θερμών παραδίδεται στις δημοσιεύσεις των ανασκαφών, βλ. Miltner, F., “Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, OJh ΧLIII (1956-1958), σελ. 17-25· Miltner, F., “Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, Ojh XLIV (1959), σελ. 251-255, κυρίως Miltner, F., “Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, Ojh 1960, σελ. 2-9, όπου ο χώρος I σημειώνεται ως χώρος VII και θεωρείται ότι αποτελούσε έναν από τους θερμούς χώρους των εγκαταστάσεων. Επίσης ως sudatorium ταυτίζεται η τετράγωνη αίθουσα 2, που σημειώνεται ως χώρος VI. 4. Νielsen, Ι., Thermae et Balnea (Aarhus 1990), σελ.98. 5. Τα Λουτρά του Βαρίου (ή Ουαρίου) αναφέρονται σε δύο επιγραφές που βρέθηκαν την Έφεσο. Η υπόθεση των μελετητών ότι οι Θέρμες της Σχολαστικίας ονομάζονταν αρχικά Λουτρά του Βαρίου (ή Ουαρίου) επιβεβαιώθηκε από επιγραφικές μαρτυρίες. Συγκεκριμένα τμήματά επιστυλίου από το οικοδόμημα φέρουν επιγραφή με το όνομα του Ουαρίου, (P. Quintilius Valens, Varius), ενώ στο χώρο των λουτρών βρέθηκε και επιγραφή προς τιμήν της Quintilia Varilla, ιέρειας της Αρτέμιδος και κόρης του Ουαρίου. Αναλυτικά βλ. Knibbe, D. – Merkelbach, R., “Ephesische Bauinschriften 3. Das Variusbad”, ZPE 31 (1978), σελ. 99· Börker, C. – Merkelbach, R. (επιμ.), Die Inschriften von Ephesos 2(Nr. 101-599) (Bonn 1979), αρ. 455, σελ. 171. 6. Συγκεκριμένα το άγαλμα της Σχολαστικίας βρέθηκε μπροστά από τη νότια κόγχη του ανατολικού τύπου. Πρόκειται για άγαλμα καθιστής γυναικείας μορφής πάνω σε βάση, που φέρει την ακόλουθη επιγραφή: τύπον γυναικός εὐσεβούς λίαν / σοφῆς Σχολαστικίας μοι τοῡτο(ν) / ὧ ξένε, βλέπεις ἥ καί κλιθέν / τος ἐνθαδί τινος μέρους χρυ/σοῡ παρέσχε πλῆθος ἐς καινουργίαν. Το γεγονός ότι πρόκειται για χριστιανή προκύπτει από το όνομά της καθώς και από την παρουσία σταυρού στην αρχή της επιγραφής. Βλ. Miltner, F., “Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, OJh ΧLII (1955), σελ. 22-23· Börker, C. – Merkelbach, R., Die Inschriften von Ephesos 2 (Nr. 101-599) (Bonn 1979), αρ. 453, σελ. 169. 7. Mango, C., “Daily Life in Byzantium”, JÖB 31/1 (1981), σελ. 337-341. 8. Αναλυτικά για την ανασκαφική έρευνα στο συγκρότημα των Θερμών της Σχολαστικίας βλ. Miltner, F., “Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, OJh ΧLIII (1956-1958), σελ. 17-25· Miltner, F., “Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, Ojh XLIV (1959), σελ. 251-255. |