Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Θέματα

Συγγραφή : Στουραϊτης Ιωάννης (25/7/2005)

Για παραπομπή: Στουραϊτης Ιωάννης, «Θέματα», 2005,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=4478>

Θέματα (23/1/2006 v.1) Themes (15/2/2007 v.1) 
 

1. Η προέλευση του όρου «θέμα»

Ο όρος θέμα αναφέρεται στη στρατιωτική και διοικητική μονάδα της Μεσοβυζαντινής περιόδου υπό την εξουσία ενός στρατηγού. Ωστόσο, η προέλευση και η σημασία του όρου αυτού, καθώς και η εξέλιξή του στη μορφή με την οποία είναι ευρύτερα γνωστός αποτελούν σημείο τριβής για την επιστημονική κοινότητα. Για την προέλευση και τη σημασία της λέξης θέμα έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς διαφορετικές απόψεις από τους επιστήμονες που ασχολήθηκαν με το ζήτημα. Ο G. Ostrogorsky1 αποδίδει στον όρο τις σημασίες «τοποθετημένος», «εγκατεστημένος», «εποικισμένος» και θεωρεί ότι έτσι ονομάστηκε η στρατιωτική μονάδα που ήταν εγκαταστημένη σε μια περιοχή. Στη συνέχεια το όνομα της μονάδας πέρασε και στην περιοχή εγκατάστασής της με αποτέλεσμα ο όρος να αποκτήσει γεωγραφική και διοικητική έννοια. Ο Α. Pertusi2 απέδωσε στον όρο τη σημασία «εναποθετημένο», «κατατιθεμένο» και τον συνέδεσε έτσι με το μέρος όπου συγκεντρώνονται οι στρατιώτες, δηλαδή το στρατόπεδο. Ο Σ. Κυριακίδης3 υποστήριξε επίσης ότι θέμα ονομαζόταν το στρατόπεδο στο οποίο κοιμούνταν οι στρατιώτες και ότι από εκεί πήρε το όνομά του και το στρατιωτικό σώμα. Ο H.W. Haussig4 πρότεινε μια εναλλακτική ερμηνεία για την προέλευση και τη σημασία του γεωγραφικού όρου «θέμα». Θεωρεί ότι αυτός προέκυψε από τη δημιουργία μόνιμων χειμερινών βάσεων του στρατού, οι οποίες ως τότε μεταφέρονταν κάθε χρόνο από το ένα μέρος στο άλλο. Η δημιουργία αυτών των βάσεων ήταν απαραίτητη για την αντιμετώπιση των επιδρομών νομαδικών λαών, οι οποίες πραγματοποιούνταν πάντοτε την περίοδο του φθινοπώρου και του χειμώνα. Όσο για την ονομασία της στρατιωτικής μονάδας «θέμα» ο Haussig υποστηρίζει ότι προέκυψε από τους στρατιωτικούς καταλόγους και ειδικά από τους καταλόγους των αρμενιακών επαρχιών.

Οι προαναφερθείσες απόψεις των Pertusi, Haussig και Κυριακίδη κατά βάση συσχετίζουν τον όρο θέμα με το στρατόπεδο και κατ’ επέκταση με τη μονάδα που ήταν εγκατεστημένη εκεί. Στη μετέπειτα έρευνα η συσχέτιση αυτή θεωρήθηκε αδύναμη και οι απόψεις που προαναφέρθηκαν απορρίφθηκαν.5 Η έννοια του θέματος ως στρατοπέδου δεν ανιχνεύεται στις πηγές της βυζαντινής περιόδου από τον 3ο ως τον 7ο αιώνα, συνεπώς δεν μπορεί να αποδειχθεί. Εκτός αυτού, η μονάδα «θέμα» δεν ήταν συγκεντρωμένη σε ένα στρατόπεδο, αλλά οι στρατιώτες της ήταν μοιρασμένοι σε περισσότερα στρατόπεδα της ευρύτερης περιοχής όπου ήταν εγκατεστημένη, κατά συνέπεια δεν μπορεί να υπάρξει σχέση μεταξύ του ονόματος της μονάδας και του στρατοπέδου εγκατάστασής της. Η προέλευση των θεμάτων, ως γεωγραφικού όρου, από τις σταθερές χειμερινές βάσεις του βυζαντινού στρατού για την αντιμετώπιση των νομαδικών επιδρομών πρέπει επίσης να απορριφθεί καθώς τα στρατόπεδα αυτά, τα οποία δεν ήταν στο σύνολό τους σταθερά, δημιουργήθηκαν στο δυτικό τμήμα της αυτοκρατορίας (Βαλκάνια, Ιταλία) που δεχόταν επιθέσεις από νομαδικούς λαούς (π.χ. Αβάρους) συνήθως το φθινόπωρο και το χειμώνα. Τα θέματα όμως πρωτοεμφανίστηκαν ως θεσμός στη Μικρά Ασία, όπου οι εχθροί των Βυζαντινών (Πέρσες, Άραβες) διεξήγαν πολεμικές επιχειρήσεις από την άνοιξη ως το φθινόπωρο. Επιπλέον η προέλευση των θεμάτων, υπό την έννοια της στρατιωτικής μονάδας, από τους στρατιωτικούς καταλόγους δεν προκύπτει από καμία πηγή και συνεπώς παραμένει εντελώς υποθετική.

Ο F. Dölger6 υποστήριξε ότι ο όρος θέμα προέρχεται από τη λέξη «θέσις», που σήμαινε τόμο αρχείου και αφορούσε τα αρχεία με στρατιωτικούς καταλόγους όπου ήταν καταγεγραμμένοι οι στρατιώτες μιας μονάδας, τα οποία τηρούνταν στο λογοθέσιο του στρατιωτικού. Η ονομασία του αρχείου (θέσις) πέρασε αρχικά στη στρατιωτική μονάδα που αναγραφόταν σε αυτό και στη συνέχεια στην περιοχή όπου η μονάδα αυτή ήταν εγκαταστημένη. O J.D. Howard-Johnston7 εξέφρασε την άποψη ότι η προέλευση του θέματος είναι από τη μογγολική λέξη tymen ή tümän, που σημαίνει το στρατιωτικό σώμα των 10.000 ανδρών. Η άποψη αυτή, ανεξάρτητα από το ζήτημα της προέλευσης της λέξης, ακολουθεί την παραδοσιακή τάση στην έρευνα να θεωρείται ότι ο όρος θέμα χρησιμοποιήθηκε αρχικά για ονομασία των στρατιωτικών μονάδων και κατ’ επέκταση πέρασε ως δηλωτικό της περιοχής εγκατάστασης. Σε αντίθετη κατεύθυνση κινείται η τελευταία θεωρία σχετικά με την εξέλιξη της χρήσης του όρου θέμα. Ο J. Koder8 θεωρεί ότι η λέξη θέμα, με δεδομένη τη λεκτική συγγένειά της με το ρήμα «τίθημι» και λαμβάνοντας υπόψη τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιείται στις πηγές ως τον 7ο αιώνα, είχε τη σημασία της περιοχής εγκατάστασης - αρμοδιότητας, δηλαδή της περιοχής όπου κάποιος εγκαθίσταται με διατεταγμένη υπηρεσία, όχι απαραιτήτως στρατιωτική. Έτσι λοιπόν είναι πολύ πιθανό ότι η περιοχή εγκατάστασης μιας στρατιωτικής μονάδας χαρακτηρίστηκε θέμα, υπό την έννοια της περιοχής στην οποία η στρατιωτική μονάδα τοποθετείται/εγκαθίσταται και για την οποία είναι αρμόδια από στρατιωτικής άποψης. Από το χαρακτηρισμό της περιοχής ως θέμα έλαβε στη συνέχεια την ονομασία του και το εκεί εγκατεστημένο στρατιωτικό σώμα.

2. Η ίδρυση των θεμάτων

Η εμφάνιση των θεμάτων τοποθετείται από την πλειονότητα των ερευνητών στο α΄ μισό του 7ου αιώνα. Για τη δημιουργία της νέας στρατιωτικής και διοικητικής μονάδας έχουν διατυπωθεί τρεις βασικές θεωρίες. Η πρώτη, που αποδίδεται στον G. Ostrogorsky,9 υποστηρίζει ότι τα θέματα ιδρύθηκαν κατά την περίοδο του αυτοκράτορα Ηρακλείου (610-641) λίγο πριν ή αμέσως μετά τον πόλεμο κατά των Περσών (620-628) και αποτέλεσαν μια στρατιωτική και διοικητική μεταρρύθμιση του αυτοκράτορα αυτού. Το στράτευμα αναδιοργανώθηκε σε μεγάλες στρατιωτικές μονάδες με την ονομασία θέματα, οι οποίες εγκαταστάθηκαν στη Μικρά Ασία σε διοικητικές ενότητες και έλαβαν το όνομα θέμα, και στις οποίες τόσο η στρατιωτική όσο και η πολιτική διοίκηση πέρασε στα χέρια του επικεφαλής της στρατιωτικής μονάδας, δηλαδή του στρατηγού. Οι στρατιώτες των θεμάτων έλαβαν εκτάσεις γης από την αυτοκρατορική κυβέρνηση στην περιοχή εγκατάστασής τους, τα λεγόμενα στρατιωτικά κτήματα, από τα οποία εξασφάλιζαν τα προς το ζην καθώς και τον οπλισμό τους και τα οποία είχαν δικαίωμα να τα κληροδοτούν στα παιδιά τους. Η άποψη αυτή, η οποία βασίζεται στις αναχρονιστικές αναφορές του όρου θέμα στη Χρονογραφία του Θεοφάνη για την εποχή του Ηρακλείου, έχει αντικρουστεί.10 Ο Ι. Καραγιαννόπουλος11 διατύπωσε τη δεύτερη θεωρία για την ίδρυση των θεμάτων και αντιπρότεινε μια μακροχρόνια εξέλιξη του θεσμού των θεμάτων, η οποία ξεκινά από την Πρωτοβυζαντινή περίοδο και συγκεκριμένα τον 6ο αιώνα, όπου υπάρχουν τα πρώτα παραδείγματα ένωσης της στρατιωτικής και πολιτικής διοίκησης υπό τον στρατιωτικό επικεφαλής στα εξαρχάτα. Θεωρεί δε ότι, με βάση το γεγονός ότι τα στρατιωτικά κτήματα και κατά συνέπεια ο θεσμός των στρατιωτών-γεωργών μαρτυρείται από τις πηγές μόνο το 10ο αιώνα, η ύπαρξή τους πριν από τα τέλη του 9ου πρέπει να αποκλειστεί. Την άποψη αυτή αμφισβητεί εν μέρει η νεότερη θεωρία σχετικά με την ίδρυση των θεμάτων. Σύμφωνα με το R.J. Lilie,12 η εμφάνιση των θεμάτων πρέπει να τοποθετηθεί στο β΄ τρίτο του 7ου αιώνα και να θεωρηθεί συνέπεια της αραβικής επίθεσης και των νέων συνθηκών που αυτή διαμόρφωσε στο ανατολικό σύνορο της αυτοκρατορίας.

Μετά τις πρώτες μεγάλες ήττες των Βυζαντινών και τις κατακτήσεις των ανατολικών επαρχιών (Συρία, Παλαιστίνη, Μεσοποταμία, Αρμενία) από τους Άραβες από το 634 ως το 640, τα στρατεύματα των περιοχών αυτών υποχώρησαν στη Μικρά Ασία. Ο magister militum per Orientem αποσύρθηκε με τις δυνάμεις του από της περιοχές της Συρίας και της Παλαιστίνης στα εδάφη που θα αποτελούσαν αργότερα το θέμα Ανατολικών, ενώ ο magister militum per Armeniam στις περιοχές του μετέπειτα θέματος Αρμενιακών. Μετά την κατάκτηση και της Αιγύπτου από τους Άραβες το 642, μειώθηκαν αισθητά οι δυνατότητες των Βυζαντινών για αντεπίθεση και ανακατάληψη των χαμένων εδαφών και η στάθμευση των στρατευμάτων στη Μικρά Ασία άρχισε να παίρνει μόνιμη μορφή. Η εμφανής αδυναμία του βυζαντινού στρατού να επιβληθεί των Αράβων στο ανοιχτό πεδίο μάχης και να εμποδίσει την εισβολή των επιδρομέων στα μικρασιατικά εδάφη οδήγησε στο διαμερισμό των στρατιωτών μέσα στις επαρχίες όπου είχαν σταθμεύσει και στη διεξαγωγή μιας αμυντικής μορφής πολέμου που είχε ως προτεραιότητα την απόκρουση των επιδρομών και την αποτροπή απωλειών σε ανθρώπινες δυνάμεις και εδάφη. Η αναδιοργάνωση και μόνιμη εγκατάσταση των βυζαντινών δυνάμεων στα μικρασιατικά εδάφη πρέπει ως τα μέσα της δεκαετίας του 650 να έλαβε οργανωμένη μορφή. Από αυτήν προέκυψαν αρχικά τέσσερις περιοχές στρατιωτικής ευθύνης, που στη συνέχεια ονομάστηκαν θέμα Ανατολικών, θέμα Αρμενιακών, θέμα Οψικίου και θέμα Θρακησίων. Οι δυνάμεις του magister militum per Orientem αποτέλεσαν το θέμα Ανατολικών, ενώ τα στρατεύματα του magister militum per Armeniam το θέμα Αρμενιακών. Στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας στάθμευαν οι δυνάμεις των δύο magister militum Praesentalis, που αποτέλεσαν το θέμα Οψικίου, και του magister militum per Thraciem, που αποτέλεσαν το θέμα Θρακησίων. Οι μονάδες αυτές λειτουργούσαν ως ενίσχυση των δύο συνοριακών μονάδων, ενώ είχαν αναλάβει την άμυνα της Κωνσταντινούπολης και της δυτικής Μικράς Ασίας αντίστοιχα. Αρχικά ο όρος θέμα αναφερόταν στη στρατιωτική μονάδα η οποία είχε ως επικεφαλής ένα στρατηγό και είχε αναλάβει την άμυνα της περιοχής εγκατάστασής της. Με το πέρασμα του χρόνου, πιθανότατα προς τα τέλη του 7ου ή το αργότερο στις αρχές του 8ου αιώνα, η ονομασία αυτή πέρασε και στη στρατιωτική περιφέρεια.

3. Οι στρατιώτες-γεωργοί. Θεμελιώδης θεσμός στη λειτουργία των θεμάτων

Στο ζήτημα των στρατιωτών-γεωργών και των στρατιωτικών κτημάτων υπήρξε μια εξίσου μακροχρόνια εξέλιξη, που ξεκίνησε στο β΄ μισό του 7ου αιώνα και ολοκληρώθηκε το 10ο αιώνα. Μετά την εγκατάσταση των στρατιωτών στα μικρασιατικά εδάφη και με αφορμή τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε το βυζαντινό κράτος, λόγω των πολέμων και των απωλειών εδαφών στο α΄ μισό του 7ου αιώνα,13 άρχισε η διαδικασία της σύνδεσής τους με τη γη στην οποία ήταν εγκατεστημένοι. Η μακρά παραμονή των στρατιωτών σε ένα μέρος εξαιτίας της αμυντικής μορφής του πολέμου εναντίον των Αράβων ευνοούσε την σύνδεσή τους με τον ντόπιο πληθυσμό και συνεπώς την επένδυση των χρημάτων που κέρδιζαν από τη στρατιωτική υπηρεσία στην αγορά γης. Μια τέτοια επένδυση πρέπει να αντιμετωπίστηκε εξαρχής θετικά από την αυτοκρατορική κυβέρνηση, καθώς με αυτόν τον τρόπο ένα μεγάλο μέρος της καλλιεργήσιμης γης, το οποίο λόγω της μείωσης του πληθυσμού τον 7ο αιώνα (πόλεμοι, επιδημίες) παρέμενε ανεκμετάλλευτο, θα καλλιεργούνταν και πάλι και θα απέδιδε φορολογικά έσοδα στο κράτος. Εν καιρώ πρέπει το κράτος να προχώρησε και στην παραχώρηση ή πώληση γης στους στρατιώτες με σκοπό τη δημιουργία στρατιωτών, οι οποίοι δε θα πληρώνονταν πλέον τακτικά για τις στρατιωτικές τους υπηρεσίες, αλλά θα κάλυπταν σε μεγάλο μέρος τις ανάγκες τους από την καλλιέργεια της γης τους. Οι στρατιώτες αυτοί δεν ήταν πλέον επαγγελματίες, καθώς, ως συνέπεια της ιδιότητας του στρατιώτη-γεωργού, δεν υπηρετούσαν ενεργά όλο το χρόνο αλλά μόνο την περίοδο των επιχειρήσεων και ανάλογα με τις ανάγκες που προέκυπταν. Οι απαρχές της διαδικασίας σύνδεσης των στρατιωτών με τη γη πρέπει να τοποθετηθούν ήδη στα μέσα του 7ου αιώνα, ενώ η εξέλιξή της διήρκεσε πάνω από δύο αιώνες και ολοκληρώθηκε το 10ο αιώνα με τη δημιουργία των λεγόμενων στρατιωτικών κτημάτων, που ήταν συνδεδεμένα με τη στρατιωτική θητεία και προστατεύονταν από την αυτοκρατορική νομοθεσία, καθώς παραχωρούνταν επίσημα από το κράτος. Οι συνθήκες του β΄ μισού του 7ου αιώνα (οικονομικά προβλήματα και μονιμότητα των στρατιωτών σε ένα μέρος) ευνοούν την εκτίμηση ότι ήδη στις αρχές του 8ου αιώνα το μεγαλύτερο μέρος των θεματικών στρατιωτών δεν ήταν επαγγελματίες, αλλά στρατιώτες-γεωργοί.

4. Τα θέματα κατά τον 7ο αιώνα

Τα πρώτα τέσσερα στρατιωτικά θέματα, Ανατολικών, Αρμενιακών, Οψικίου και Θρακησίων, καθώς και το ναυτικό θέμα Καραβησιάνων καταγράφονται από τις πηγές στο β΄ μισό του 7ου αιώνα. Το θέμα Αρμενιακών αναφέρεται για πρώτη φορά στη Χρονογραφία του Θεοφάνη στο έτος 667.14 Ακολουθεί η αναφορά του θέματος Ανατολικών στο έτος 669.15 Το θέμα Οψικίου αναφέρεται για πρώτη φορά το 680 στις λίστες των αξιωματούχων που συνόδευαν τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Δ΄ (668-685) κατά την ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδο.16 Το θέμα Θρακησίων εμφανίζεται το 687 στην iussio του αυτοκράτορα Ιουστινιανού Β΄ προς τον Πάπα για την επικύρωση των πρακτικών της ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου, όπου αναφέρεται και το ναυτικό θέμα Καραβησιάνων.17 Οι χρονολογίες αυτές βέβαια δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση τις χρονολογίες ίδρυσης των θεμάτων αυτών, τα οποία, όπως προαναφέρθηκε, προέκυψαν πιθανότατα από μια μακροχρόνια διαδικασία που ξεκίνησε με την εμφάνιση των Αράβων (634) και έλαβε την πρώτη οργανωμένη της μορφή κατά την έκτη δεκαετία του 7ου αιώνα (650-660).

Η αναδιοργάνωση του στρατεύματος σε θέματα, που προέκυψε στη βάση των νέων συνθηκών που ίσχυσαν στην Εγγύς Ανατολή μετά την εμφάνιση και την εξάπλωση των Αράβων, είχε ως βασικό στόχο την αποτελεσματική άμυνα απέναντι στις συνεχείς επιδρομές του νέου αντιπάλου, που σκοπό είχαν την κατάληψη της Μικράς Ασίας και την κατάλυση της αυτοκρατορίας.18 Στο πλαίσιο αυτού του στόχου το θέμα Ανατολικών ανέλαβε την άμυνα ενάντια στους από τη Συρία και Παλαιστίνη επιτιθέμενους Άραβες, ενώ το θέμα Αρμενιακών αντιμετώπιζε τις επιδρομές των Αράβων της Μεσοποταμίας. Το θέμα Οψικίου αποτελούσε τις δυνάμεις εκστρατείας του αυτοκράτορα, ενώ παράλληλα ήταν υπεύθυνο για την άμυνα των περιοχών στις οποίες ήταν εγκατεστημένο (δηλ. κεντρική και βορειοδυτική Μικρά Ασία) και της Κωνσταντινούπολης.19 Το θέμα Θρακησίων ανέλαβε την άμυνα της δυτικής Μικράς Ασίας, ενώ επικουρούσε και τα συνοριακά θέματα στην αντιμετώπιση των επιδρομέων. Υπό το θέμα Καραβησιάνων τέλος, που περιελάμβανε τη νοτιοδυτική μικρασιατική ακτή και τα νησιά του Αιγαίου Πελάγους, οργανώθηκε ο επαρχιακός στόλος της αυτοκρατορίας. Η οργάνωση του θέματος αυτού πρέπει να τοποθετηθεί μετά το 650, όταν οργανώθηκε και δραστηριοποιήθηκε ο αραβικός στόλος στη νοτιοανατολική Μεσόγειο.

Η εξάπλωση των θεμάτων στα ευρωπαϊκά εδάφη της αυτοκρατορίας φαίνεται ότι ξεκίνησε στο γ΄ τέταρτο του 7ου αιώνα. Το πρώτο ευρωπαϊκό θέμα ήταν το θέμα Θράκης, το οποίο χρονολογείται περίπου στο έτος 680.20 Η οργάνωσή του από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Δ΄ (668-685) αποσκοπούσε πιθανότατα στην καλύτερη άμυνα της πρωτεύουσας ενάντια στους πρόσφατα εγκατεστημένους ΒΑ της Βαλκανικής χερσονήσου Βούλγαρους.21 Στα τέλη του 7ου αιώνα (698) τοποθετείται και η ίδρυση του θέματος Ελλάδος, το οποίο αποτέλεσε το επιστέγασμα των εκστρατειών τριών αυτοκρατόρων (Κώνστας Β΄ 656, Κωνσταντίνος Δ΄ 678, Ιουστινιανός Β΄ 688) στο β΄ μισό του 7ου αιώνα, με τις οποίες κατάφεραν να επαναφέρουν τις σλαβοκρατούμενες περιοχές της κεντρικής Ελλάδας υπό βυζαντινό έλεγχο. Στο ίδιο χρονικό διάστημα, τέλος, πρέπει να τοποθετηθεί και η δημιουργία από το θέμα Καραβησιάνων του θέματος Κιβυρραιωτών, καθώς και η οργάνωση του θέματος Σικελίας στην Ιταλία.

5. Η εξέλιξη των θεμάτων τον 8ο αιώνα

Στον 8ο αιώνα παρατηρούνται οι πρώτες αλλαγές στο θεσμό των θεμάτων τόσο σε στρατιωτικό όσο και σε διοικητικό επίπεδο. Ως τα τέλη του 7ου αιώνα το θέμα είχε αποκτήσει ήδη τη μορφή μιας στρατιωτικής περιφέρειας, στην οποία ο στρατηγός είχε την ευθύνη των στρατιωτικών δυνάμεων και της άμυνας των εδαφών της. Η στρατιωτική εξουσία λειτουργούσε ωστόσο παράλληλα με την πολιτική, με αποτέλεσμα την αναπόφευκτη αλληλεπικάλυψη και σύγκρουση αρμοδιοτήτων. Οι ανάγκες του αμυντικού πολέμου των Βυζαντινών, ο οποίος στο μεγαλύτερο μέρος του β΄ μισού του 7ου αλλά και του α΄ μισού του 8ου αιώνα χαρακτηριζόταν από μια μέθοδο ανταρτοπόλεμου, η οποία αποσκοπούσε στην απομάκρυνση των επιδρομέων από τα βυζαντινά εδάφη χωρίς τη διεξαγωγή μάχης και με τις λιγότερες δυνατές απώλειες σε στρατιώτες και αμάχους,22 επέβαλαν πιθανόν από τα πρώτα χρόνια της οργάνωσης των θεμάτων τη μεταφορά όλων των αρμοδιοτήτων της πολιτικής διοίκησης που αφορούσαν άμεσα την ασφάλεια του πληθυσμού και των πόλεων στα χέρια της στρατιωτικής διοίκησης, δηλαδή του στρατηγού. Η ανάγκη για την καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση των Αράβων σε συνδυασμό και με τη σταδιακή μετατροπή των θεμάτων σε στρατιωτικές –κατ' αρχάς– διοικητικές ενότητες ευνοούν την υπόθεση ότι ο στρατηγός στο πλαίσιο μιας μακροχρόνιας πάντα εξέλιξης έπαιρνε στα χέρια του όλο και περισσότερες αρμοδιότητες της πολιτικής διοίκησης των επαρχιών που ανήκαν στη στρατιωτική του περιφέρεια, με αποτέλεσμα προς τα μέσα του 8ου αιώνα η στρατιωτική διοίκηση να υποσκελίσει την πολιτική στο πλαίσιο του θέματος.23

Στις αρχές της βασιλείας του Κωνσταντίνου Ε΄ (741-775) πραγματοποιήθηκε η πρώτη αλλαγή στην οργάνωση των τεσσάρων μεγάλων μικρασιατικών θεμάτων. Με αφορμή τη στάση του κόμη του θέματος Οψικίου Αρτάβασδου (741-742/3) ο αυτοκράτορας προχώρησε μετά την επικράτησή του στη διάσπαση του θέματος αυτού. Το θέμα Οψικίου αποτελούσε ως τότε το μεγαλύτερο μικρασιατικό θέμα, γεγονός που σε συνδυασμό με τη γεωγραφική του θέση (κοντά στην Κωνσταντινούπολη) και τη λειτουργία του ως στρατού εκστρατείας στο πλαίσιο του θεματικού συστήματος καθιστούσε τον επικεφαλής του τον ισχυρότερο πολιτικά και στρατιωτικά ανάμεσα στους στρατηγούς των θεμάτων. Ο Κωνσταντίνος Ε΄ αφαίρεσε από το Οψίκιο ένα μεγάλο τμήμα του ανατολικά, το οποίο αποτέλεσε το θέμα Βουκελλαρίων, καθώς και ένα μικρότερο μέρος του στη μικρασιατική ακτή απέναντι από την Κωνσταντινούπολη, το οποίο αποτέλεσε το θέμα Οπτιμάτων. Τα δύο αυτά θέματα αναφέρονται για πρώτη φορά στις πηγές το 768 και το 775 αντίστοιχα, η ίδρυσή τους όμως θα πρέπει να τοποθετηθεί στα χρόνια αμέσως μετά τη λήξη της στάσης του Αρτάβασδου.24 Παράλληλα με αυτή την εξέλιξη ο Κωνσταντίνος Ε΄ ίδρυσε και ένα νέο στρατιωτικό σώμα, τα αυτοκρατορικά τάγματα της Κωνσταντινούπολης.25 Αρχικά επρόκειτο για δύο στρατιωτικές μονάδες, τα τάγματα των σχολών και των εξκουβιτόρων, οι οποίες επανδρώθηκαν από επιλεγμένους επαγγελματίες στρατιώτες των θεμάτων Ανατολικών και Θρακησίων, που είχαν υποστηρίξει τον αυτοκράτορα ενάντια στο σφετεριστή. Οι μονάδες αυτές εγκαταστάθηκαν στα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης, πληρώνονταν και εξοπλίζονταν από τον αυτοκράτορα και αποτελούσαν κατά συνέπεια τον προσωπικό του στρατό ανεξάρτητα από τα θέματα και τον έλεγχο των στρατηγών. Οι στρατηγοί, έχοντας τον πλήρη έλεγχο των στρατευμάτων της περιφέρειάς τους και ενεργώντας σε μεγάλο βαθμό κατ’ ιδίαν βούλησιν στα θέματά τους, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που είχε δημιουργήσει η σύγκρουση με τους Άραβες στη Μικρά Ασία, είχαν αποκτήσει μεγάλη επιρροή στα πολιτικά πράγματα της αυτοκρατορίας κατά το β΄ μισό του 7ου αιώνα ως τα χρόνια του Κωνσταντίνου Ε΄, όπως αποδεικνύει ο μεγάλος αριθμός στάσεων κατά της κεντρικής εξουσίας και η άνοδος στρατηγών στον αυτοκρατορικό θρόνο. Η δημιουργία των ταγμάτων λοιπόν σήμαινε μια προσπάθεια από την πλευρά της αυτοκρατορικής κυβέρνησης να μειώσει την πολιτική τους δύναμη και να δημιουργήσει ένα στρατιωτικό αντίβαρο των θεμάτων υπό τον άμεσο έλεγχό της.26

Στα νέα θέματα του 8ου αιώνα καταγράφονται, εκτός από τα θέματα Βουκελλαρίων και Οπτιμάτων, τα ναυτικά θέματα Δωδεκανήσου και Κρήτης, που ιδρύθηκαν πιθανόν γύρω στα μέσα του αιώνα.

6. Διάσπαση των μεγάλων θεμάτων και διεύρυνση του θεσμού κατά τον 9ο αιώνα

Κατά τον 9ο αιώνα σημειώθηκε πολλαπλασιασμός των θεμάτων στις βαλκανικές περιοχές της αυτοκρατορίας και συγκεκριμένα στον σημερινό ελλαδικό χώρο. Το 802 καταγράφεται η ίδρυση του θέματος Μακεδονίας στα εδάφη της σημερινής δυτικής Θράκης, το 809 η δημιουργία του θέματος Κεφαλληνίας, το 811 του θέματος Πελοποννήσου και το 824 του θέματος Θεσσαλονίκης. Οι επιτυχημένες εκστρατείες του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ε΄ το 758/759 κατά των σκλαβηνιών της Μακεδονίας, του λογοθέτη του δρόμου Σταυράκιου το 783 που υπέταξε πλήρως τη Μακεδονία και την κεντρική Ελλάδα και έφθασε ως την Πελοπόννησο, καθώς και του στρατηγού Σκληρού το 805, ο οποίος υπέταξε πλήρως την Πελοπόννησο, ήταν αυτές που επέτρεψαν στους Βυζαντινούς να αποκτήσουν ξανά τον πλήρη έλεγχο του ελλαδικού χώρου και να τον οργανώσουν στρατιωτικά και πολιτικά με βάση το σύστημα των θεμάτων.27

Με την άνοδο της δυναστείας του Αμορίου στο θρόνο το 820 αρχίζει η αλλαγή του θεματικού συστήματος στη Μικρά Ασία, που χαρακτηρίστηκε από τη διάσπαση των παλαιών μεγάλων θεμάτων σε μικρότερα, ενώ παράλληλα συνεχίστηκε και η δημιουργία νέων θεμάτων στις βαλκανικές περιοχές που ξαναπερνούσαν υπό βυζαντινό έλεγχο. H σμίκρυνση των μικρασιατικών θεμάτων, η οποία σήμανε τη γεωγραφική εξομοίωσή τους με τις επαρχίες της πολιτικής διοίκησης αποτέλεσε το βασικό βήμα προς την ολοκλήρωση των θεμάτων ως διοικητικών ενοτήτων, όπου η πολιτική και στρατιωτική διοίκηση ήταν ενιαία και συγκεντρωμένη πλήρως υπό το στρατηγό. Η εξέλιξη αυτή όμως, ταυτόχρονα με την ενίσχυση της θέσης των στρατηγών μέσα στα θέματά τους, σήμανε την πολιτική αποδυνάμωσή τους και την υποβάθμιση του ρόλου τους στο στράτευμα. Από τον 9ο αιώνα και εξής οι στρατηγοί των θεμάτων παύουν σταδιακά να επηρεάζουν τις πολιτικές εξελίξεις στην Κωνσταντινούπολη, καθώς και να εμφανίζονται ως επικεφαλής του στρατού εν εκστρατεία. Το ρόλο αυτόν αναλαμβάνει πλέον ο δομέστικος των σχολών, δηλαδή ο επικεφαλής των αυτοκρατορικών ταγμάτων της Κωνσταντινούπολης, τα οποία αποκτούν περίοπτη θέση στο στράτευμα ως επίλεκτη και βασική δύναμη κρούσης.

Επί βασιλείας του αυτοκράτορα Μιχαήλ Β΄ (820-829) ιδρύθηκαν από εδάφη των θεμάτων Βουκελλαρίων και Αρμενιακών τα θέματα Χαλδίας (πιθανόν το 824) και Παφλαγονίας (πιθανόν το 826). Επί βασιλείας του αυτοκράτορα Θεοφίλου (829-842) ιδρύθηκε το 830 στο ανατολικό τμήμα του θέματος Ανατολικών το θέμα Καππαδοκίας και το 833 το θέμα Χερσώνος. Επί Μιχαήλ Γ΄ (842-867) ιδρύθηκαν το θέμα Χαρσιανόν (πιθανόν το 863) και το θέμα Κολωνείας από εδάφη του θέματος Αρμενιακών. Επίσης το θέμα Αιγαίου Πελάγους (842) και το θέμα Δυρραχίου (856). Επί Βασιλείου Α΄ (867-886), ιδρυτή της μακεδονικής δυναστείας, δημιουργήθηκε το θέμα Λεοντοκώμης-Τεφρικής (879), ως αποτέλεσμα της επαναφοράς των περιοχών αυτών υπό βυζαντινό έλεγχο μετά τους επιτυχημένους αγώνες του αυτοκράτορα αυτού κατά των εκεί εγκατεστημένων Παυλικιανών. Επί Λέοντος ΣΤ΄, τέλος, δημιουργήθηκαν τα θέματα Στρυμόνος (899) και Νικοπόλεως (899), καθώς και το θέμα Δαλματίας (878) στα βαλκανικά εδάφη. Επίσης το θέμα Λογγιβαρδίας (892) στην Ιταλία και το ναυτικό θέμα Σάμου (899).

Κατά τον 9ο αιώνα εμφανίζεται και μια νέα στρατιωτική διοικητική ενότητα, η κλεισούρα. Οι κλεισούρες ήταν ορεινές διαβάσεις, οι οποίες οργανώθηκαν στα πρότυπα των θεμάτων με πολύ μικρότερη έκταση όμως. Τα εδάφη της κλεισούρας τέθηκαν υπό τον έλεγχο του κλεισουράρχη με σκοπό την καλύτερη οργάνωση της άμυνας των ορεινών περασμάτων, από όπου επέδραμαν οι εχθροί των Βυζαντινών στη Μικρά Ασία. Οι περιοχές του Χαρσιανού, της Καππαδοκίας και της Σελευκείας είχαν οργανωθεί σε κλεισούρες πριν από την ανύψωσή τους σε θέματα.

7. Το θέμα ως διοικητική ενότητα

Η εξέλιξη και ολοκλήρωση του θέματος ως διοικητικής μονάδας υπήρξε προϊόν μιας μακροχρόνιας διαδικασίας, που διήρκεσε σχεδόν δύο αιώνες. Στον 7ο αιώνα η πολιτική διοίκηση των επαρχιών, στις οποίες ήταν χωρισμένη η αυτοκρατορία καθ’ όλη την Υστερορωμαϊκή περίοδο και οι οποίες ήταν περισσότερες σε αριθμό και μικρότερες σε μέγεθος από τις νέες στρατιωτικές περιφέρειες, συνέχισε να λειτουργεί ανεξάρτητα από τη στρατιωτική διοίκηση των ευρύτερων στρατιωτικών περιφερειών. Μόλις κατά τη διάρκεια του 8ου αιώνα άρχισε ο στρατηγός ως επικεφαλής της στρατιωτικής περιφέρειας να αποκτά την εποπτεία και της διοίκησης των επαρχιών, που βρίσκονταν στα όρια της στρατιωτικής του περιφέρειας, ενώ η πλήρης ένωση της στρατιωτικής και πολιτικής εξουσίας στα πλαίσια του θέματος υπό τον στρατηγό έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια του 9ου αιώνα.

Για την ολοκλήρωση της μακροχρόνιας διαδικασίας της εξέλιξης των θεμάτων σε διοικητικές μονάδες κατά τον 9ο και 10ο αιώνα λαμβάνουμε αρκετές πληροφορίες από τις πηγές28 της περιόδου αυτής, οι οποίες διαφωτίζουν σε μεγάλο βαθμό τη διοικητική και στρατιωτική δομή της διοικητικής ενότητας θέμα. Το θέμα ήταν συνήθως διαιρεμένο σε δύο ως τέσσερις τούρμες, ανάλογα με την έκτασή του, στις οποίες επικεφαλής ήταν ο τουρμάρχης. Οι τούρμες ήταν υποδιαιρέσεις τόσο της στρατιωτικής μονάδας θέμα, όσο και της διοικητικής ενότητας θέμα. Η στρατιωτική μονάδα τούρμα χωριζόταν με τη σειρά της σε δρούγγους με επικεφαλής έναν δρουγγάριο, και οι δρούγγοι σε βάνδα με επικεφαλής έναν κόμη. Επικεφαλής τόσο της στρατιωτικής όσο και της πολιτικής διοίκηση του θέματος ήταν ο στρατηγός, ο οποίος διοριζόταν συνήθως για διάστημα 3-4 χρόνων. Η πολιτική διοίκηση του θέματος ήταν συγκεντρωμένη στην έδρα του στρατηγού, δηλαδή την πρωτεύουσα του θέματος. Οι βασικοί πολιτικοί υφιστάμενοι του στρατηγού, οι οποίοι προέρχονταν από τις κεντρικές υπηρεσίες της Κωνσταντινούπολης, ήταν οι εξής: ο πραίτωρ ή κριτής του θέματος, ο οποίος οποίος αναλάμβανε μαζί με το στρατηγό την εκδίκαση αστικών και ποινικών υποθέσεων· ο χαρτουλάριος, ο οποίος κρατούσε τους καταλόγους των στρατιωτών και λογοδοτούσε στο λογοθέσιο του στρατιωτικού·29 ο πρωτονοτάριος, υπεύθυνος για την πολιτική διοίκηση και τη συλλογή των φόρων σε είδος, που αφορούσαν την τροφοδοσία του στρατού, ο οποίος υπαγόταν στο σέκρετο του σακελλίου: οι διοικηταί, εξισωταί και επόπται, οι οποίοι ανήκαν στο λογοθέσιο του γενικού και ήταν αρμόδιοι για την απογραφή της γης, τον καθορισμό και τη συλλογή του έγγειου φόρου.

Η νομοθεσία των βυζαντινών αυτοκρατόρων το 10ο αιώνα για την προστασία των λεγόμενων στρατιωτικών κτημάτων αποτελεί τη βασικότερη πηγή για την ολοκλήρωση του θεσμού του στρατιώτη-γεωργού στο πλαίσιο του θέματος.30 Τα στρατεύματα των θεμάτων, τα οποία το 10ο αιώνα αριθμούσαν από 4.000 ως 15.000 άνδρες, αποτελούνταν εν μέρει από επαγγελματίες στρατιώτες, οι οποίοι ήταν εγκατεστημένοι στην έδρα του στρατηγού, καθώς και στις στρατηγικής σημασίας πόλεις-φρούρια του θέματος και ήταν πάντοτε σε ετοιμότητα, και εν μέρει από στρατιώτες-γεωργούς, οι οποίοι ήταν εγκατεστημένοι σε κτήματα που τους είχε παραχωρήσει η αυτοκρατορική κυβέρνηση με την υποχρέωση της παροχής στρατιωτικής υπηρεσίας.31 Τα κτήματα αυτά ήταν καταχωρημένα στους στρατιωτικούς καταλόγους και ο ιδιοκτήτης τους απαλλασσόταν από έκτατες φορολογίες με την υποχρέωση να συντηρεί έναν πολεμικό ίππο και τον οπλισμό ενός στρατιώτη. Σε περίπτωση κλήσης του για την παροχή στρατιωτικών υπηρεσιών ο κάτοχος του στρατιωτικού κτήματος έπρεπε να παρουσιαστεί ο ίδιος και να προσφέρει αμισθί τις υπηρεσίες του ή σε περίπτωση αδυναμίας να ασκήσει τα καθήκοντά του έπρεπε να καταβάλει το αντίστοιχο ποσό, που αναλογούσε στην πρόσληψη ενός μισθοφόρου. Η υποχρέωση της στρατιωτικής υπηρεσίας ήταν κληρονομική, καθώς δεν ήταν συνδεδεμένη με το άτομο αλλά με τη γη. Οι στρατιώτες-γεωργοί, όπως γίνεται εύκολα κατανοητό, δεν βρίσκονταν σε πλήρη ετοιμότητα όλο το χρόνο, όπως οι επαγγελματίες στρατιώτες, αλλά κατά κύριο λόγο κατά την περίοδο των επιχειρήσεων (άνοιξη ως φθινόπωρο).

8. Η εξέλιξη των θεμάτων το 10ο αιώνα

Η αύξηση του αριθμού των μικρασιατικών θεμάτων συνεχίστηκε στο α΄ μισό του 10ου αιώνα, με τη δημιουργία νέων θεμάτων σε εδάφη που ανακατέλαβαν οι Βυζαντινοί στο ανατολικό σύνορο. Έτσι το 911 ιδρύονται το θέμα Μεσοποταμίας και το θέμα Σεβαστείας και το 916 το θέμα Λυκανδού. Το 934 δημιουργήθηκε το θέμα Σελευκείας στα ανατολικά του θέματος Ανατολικών και το 949 το θέμα Χαρπεζικίου. Τέλος το 961 ξαναδημιουργήθηκε το θέμα Κρήτης μετά την ανακατάληψη της νήσου από το δομέστικο των σχολών της ανατολής Νικηφόρο Φωκά, ενώ το 965 δημιουργήθηκε το θέμα Κύπρου μετά την προσάρτηση της νήσου από τους Βυζαντινούς.

Από τα μέσα του 10ου αιώνα αρχίζει με αργά αλλά σταθερά βήματα ο κατακερματισμός των συνοριακών μικρασιατικών θεμάτων, ο οποίος συνδέεται άμεσα με τον υποβιβασμό του στρατιωτικού ρόλου του θέματος.32 Τα νέα μικρά θέματα, γνωστά και ως αρμενικά, είχαν ως κέντρο μια πόλη-κάστρο και διέθεταν μικρό αριθμό πεζών στρατιωτών. Τα θέματα αυτά είχαν πρωταρχικά αμυντικό χαρακτήρα, καθώς οι πεζοί στρατιώτες τους διασπαρμένοι στο σύνορο μπορούσαν να εμποδίσουν με επιτυχία τις εισβολές των Αράβων. Η στρατιωτική μεταρρύθμιση του αυτοκράτορα Νικηφόρου Β΄ Φωκά (963-969),33 που οδήγησε στη δημιουργία των δουκάτων στο ανατολικό σύνορο της αυτοκρατορίας, σε συνδυασμό με τον πολλαπλασιασμό των στρατηγών των πόλεων-κάστρων,34 ολοκλήρωσε το στρατιωτικό αλλά και διοικητικό υποβιβασμό του θέματος. Οι διοικήσεις των δουκών ή κατεπάνω βασίστηκαν στον πολλαπλασιασμό του αριθμού των ταγμάτων και κατά συνέπεια των επαγγελματιών στρατιωτών στο στράτευμα. Ο δούκας ή κατεπάνω είχε την εποπτεία μιας ευρύτερης περιοχής με την ονομασία δουκάτο ή κατεπανάτο, η οποία περιελάμβανε περισσότερα θέματα, γεγονός που σήμανε την περαιτέρω αποδυνάμωση των στρατηγών των θεμάτων. Στην έδρα του δούκα ή κατεπάνω ήταν εγκατεστημένες μονάδες των αυτοκρατορικών ταγμάτων, ο αριθμός των οποίων κατά τη διάρκεια του 10ου αιώνα πολλαπλασιάστηκε. Τα τάγματα αυτά λειτουργούσαν επικουρικά στην άμυνα του συνόρου από τους στρατιώτες των θεμάτων, όταν οι τελευταίοι δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν μόνοι τους τον εχθρό, ενώ έδιναν και τη δυνατότητα στους επικεφαλής τους να προχωρήσουν σε επιθετικές επιχειρήσεις χωρίς να χρειαστεί να περιμένουν ενισχύσεις από την Κωνσταντινούπολη. Το σύστημα των δουκάτων ή κατεπανάτων ξεκίνησε από τη Μικρά Ασία, αλλά σύντομα, πιθανόν από τα χρόνια της βασιλείας του Ιωάννη Τσιμισκή (969-976), επεκτάθηκε στα βαλκανικά εδάφη και στις ιταλικές κτήσεις της αυτοκρατορίας.

9. Η παρακμή του θεματικού θεσμού και η εξάλειψη των θεμάτων

Ο περιορισμός του στρατηγού στον έλεγχο μιας πολύ μικρότερης εδαφικής έκτασης με κέντρο ένα κάστρο από τον ύστερο 10ο αιώνα σήμανε τον περιορισμό τόσο της πολιτικής του δύναμης, η οποία σταδιακά πέρασε στα χέρια των πολιτικών αξιωματούχων του θέματος, όσο και της στρατιωτικής, καθώς είχε πλέον υπό τις διαταγές του έναν πολύ μικρότερο αριθμό στρατιωτών. Από το γ΄ τέταρτο του 10ου αιώνα οι δούκες ή κατεπάνω ήλεγχαν το σύνολο των δυνάμεων της περιφέρειάς τους, ενώ τον 11ο αιώνα αποκτούν και πολιτικές εξουσίες. Την περίοδο αυτή ο στρατηγός χάνει και τον έλεγχο της πολιτικής διοίκησης του θέματος, καθώς ο κριτής ή πραίτωρ θεωρείται πλέον ο πολιτικός διοικητής των περιορισμένης εδαφικής έκτασης θεμάτων, ο οποίος ασκεί τη δικαστική εξουσία και ελέγχει την είσπραξη των φόρων.35 Οι εξελίξεις αυτές σε στρατιωτικό και πολιτικό επίπεδο είχαν ως αποτέλεσμα από τα μέσα του 11ου αιώνα να εξαλειφθούν σταδιακά οι αναφορές των πηγών σε στρατηγούς θεμάτων. Από την εποχή αυτή τα θέματα δήλωναν πλέον γεωγραφικές περιφέρειες με ενιαία δικαστική και οικονομική εξουσία συγκεντρωμένη συνήθως στα χέρια του κριτή ή πραίτωρα.36

Σε στρατιωτικό επίπεδο οι προσπάθειες των βυζαντινών αυτοκρατόρων κατά το 10ο αιώνα να προστατεύσουν νομοθετικά τη μικρή ιδιοκτησία και κατ’ επέκταση το θεσμό του στρατιώτη-γεωργού, που αποτελούσε τη βάση του θεματικού στρατού, φαίνεται ότι δε στάθηκαν αρκετές για να εμποδίσουν τη σταδιακή εξαφάνιση των στρατιωτικών κτημάτων, τα οποία περνούσαν στην κατοχή των μεγαλοϊδιοκτητών γης.37 Η εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με τις ανάγκες της επιθετικής πολιτικής της αυτοκρατορίας, η οποία απαιτούσε τη δημιουργία περισσότερων μονάδων επαγγελματιών στρατιωτών, που ανταποκρίνονταν καλύτερα στις ανάγκες των μακρινών και μακροχρόνιων εκστρατειών, οδήγησε στον πλήρη υποβιβασμό των θεμάτων σε σχέση με τα τάγματα. Οι επιδρομές νέων εχθρών στα Βαλκάνια (Πετσενέγκοι) και στη Μικρά Ασία (Σελτζούκοι Τούρκοι) τον 11ο αιώνα ολοκλήρωσαν τη διάλυση της βασισμένης στα θέματα στρατιωτικής δομής της αυτοκρατορίας. Την περίοδο αυτή πολλαπλασιάζεται ο αριθμός των ταγμάτων, τα οποία αποτελούνταν πλέον σε μεγάλο βαθμό και από ξένους μισθοφόρους.38

Η πλήρης διάλυση του θεσμού των θεμάτων επήλθε το 12ο αιώνα, ο όρος ωστόσο συνέχισε να χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει οικονομικές γεωγραφικές ενότητες και κατά την Υστερη Βυζαντινή περίοδο.39

1. Ostrogorsky, G., “Die wirtschaftlichen und sozialen Entwicklungsgrundlagen des byzantinischen Reiches”, Vierteljahrschrift für Sozial- und Wirtschaftsgeschichte 22 (1929), σελ. 130.

2. Pertusi, A., “Nuova ipotesi sull’ origine dei 'temi' bizantini”, Aevum 28 (1954), σελ. 126-150.

3. Κυριακίδης, Σ., «Πώς η λέξις θέμα έφθασεν εις την σημασίαν της στρατιωτικής περιοχής», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών 23 (1953), σελ. 392-394. Του ιδίου, «Προσθήκη εις τα περί της ετυμολογίας και σημασίας της βυζαντινής λέξεως ΘΕΜΑ»,  Ελληνικά 13 (1954), σελ. 339.

4. Haussig, H.-W., Die Anfänge der Themenordnung, (Frankfurt 1957), σελ. 90-114.

5. Βλ. την επιχειρηματολογία στο Karayannopulos, I., Die Entstehung der byzantinischen Themenordnung (München 1959), σελ. 89-91.

6. Dölger, F., “Zur Ableitung des byzantinischen Verwaltungsterminus θέμα”, Historia 4 (1955), σελ. 189-198.

7. Howard-Johnston, J.D., “Thema”, στο Moffatt, Α. (επιμ.), Maistor. Classical, Byzantine, and Renaissance Studies for Robert Browning, (Byz. Australensia 5, Canberra 1984), σελ. 189-197.

8. Koder, J., “Zur Bedeutungsentwicklung des byzantinischen Terminus Thema”, Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik 40 (1990), σελ. 155-165.

9. Ostrogorsky, G., Geschichte des Byzantinischen Staates (München 1952) [Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους Β΄ (Αθήνα 1981), σελ. 163-165].

10. Karayannopulos, I., Die Entstehung der byzantinischen Themenordnung (München 1959), σελ. 16· Lilie, R.J., Die byzantinische Reaktion auf die Ausbreitung der Araber, Studien zur Strukturwandlung des byzantinischen Staates im 7. und 8. Jahrhundert (Miscellanea Byzantina Monacensia 22, München 1976), σελ. 29-30.

11. Karayannopulos, I., Die Entstehung der byzantinischen Themenordnung (München 1959).

12. Lilie, R.J., Die byzantinische Reaktion auf die Ausbreitung der Araber, Studien zur Strukturwandlung des byzantinischen Staates im 7. und 8. Jahrhundert (Miscellanea Byzantina Monacensia 22, München 1976), σελ. 287-321. Του ιδίου, “Die zweihundertjährige Reform. Zu den Anfängen der Themenorganisation im 7. und 8. Jahrhundert”, Byzantinoslavica 45 (1984), σελ. 32-39.

13. Για την εμφάνιση των στρατιωτών-γεωργών παράλληλα με το έργο του Lilie βλ. Hendy, M.F., Studies in the Byzantine monetary economy c. 300-1450 (Cambridge 1985), σελ. 634-640· Haldon, J.F., Recruitment and conscription in the byzantine Army c. 550-950 (Wien 1979), σελ. 66-79. Του ιδίου, Byzantium in the seventh century - the transformation of a culture (Cambridge 1991), σελ. 244-251.

14. Theophanes, Chronographia, επιμ. C. de Boor (Corpus Scriptoroum Historiae Byzantinae, Bonn 1883), σελ. 348.

15. Theophanes, Chronographia, επιμ. C. de Boor (Corpus Scriptoroum Historiae Byzantinae, Bonn 1883), σελ. 352.

16. Sacrorum Conciliorum Nova et Amplissima Collectio, επιμ. J.D., Mansi, vol. XI (Florence 1759-1927), σελ. 209.

17. Sacrorum Conciliorum Nova et Amplissima Collectio, επιμ. J.D. Mansi, vol. XI (Florence 1759-1927), σελ. 737· Lilie, R.J., “'Thrakien' und 'Thrakesion'”, Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik 26 (1977), 22f.

18. Lilie, R.J., Die byzantinische Reaktion auf die Ausbreitung der Araber, Studien zur Strukturwandlung des byzantinischen Staates im 7. und 8. Jahrhundert (Miscellanea Byzantina Monacensia 22, München 1976), σελ. 83-85.

19. Η λειτουργία του θέματος Οψικίου ως στρατού εκστρατείας του αυτοκράτορα περιορίστηκε πολύ καθ’ όλη τη διάρκεια του β΄ μισού του 7ου αιώνα από το μεγάλο αριθμό των αραβικών επιδρομών, οι οποίες συχνά έφθαναν βαθιά στο εσωτερικό και ως τα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας, με αποτέλεσμα να καθηλώνουν τους στρατιώτες του θέματος αυτού στην περιοχή εγκατάστασής τους. Για τη λειτουργία του Οψικίου στο πλαίσιο της θεματικής οργάνωσης βλ. Haldon, J.F., Byzantine Praetorians, (Poikila Byzantina 3, Bonn 1984), σελ. 207-209.

20. Για τη χρονολόγηση των θεμάτων βλ. Haldon, J.F., Warfare, State and Society, in the Byzantine World 565-1204 (London 1999), σελ. 86-87.

21. Η αποτυχημένη εκστρατεία του Κωνσταντίνου Δ΄ κατά των Βουλγάρων του Ασπαρούχ, που ήταν εγκατεστημένοι στην περιοχή ανάμεσα στο Δνείστερο και το Δούναβη, οδήγησε στη συνθήκη του 681 και στην εγκατάστασή τους νοτιότερα σε βυζαντινά εδάφη ανάμεσα στο Δούναβη και τον Αίμο. Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, Μ., Οι βαλκανικοί λαοί κατά τους μέσους χρόνους (Θεσσαλονίκη 1992), σελ. 96-98.

22. Lilie, R J., Die byzantinische Reaktion auf die Ausbreitung der Araber, Studien zur Strukturwandlung des byzantinischen Staates im 7. und 8. Jahrhundert (Miscellanea Byzantina Monacensia 22, München 1976), σελ. 94. Haldon, J.F., Recruitment and conscription in the byzantine Army c. 550-950 (Wien 1979), σελ. 67.

23. Την άποψη αυτή έχει υποστηρίξει ο Lilie, ο οποίος αναγνωρίζει το πρόβλημα της έλλειψης πληροφοριών στις πηγές σχετικά με αυτό το ζήτημα και θεωρεί ως ένδειξη αυτής της αλλαγής σε διοικητικό επίπεδο τη σμίκρυνση ορισμένων μεγάλων θεμάτων (Οψίκιο, Ανατολικών) στα μέσα του 8ου αιώνα. Lilie, R.J., Die byzantinische Reaktion auf die Ausbreitung der Araber, Studien zur Strukturwandlung des byzantinischen Staates im 7. und 8. Jahrhundert (Miscellanea Byzantina Monacensia 22, München 1976), σελ. 310-311.

24. Για τη διάσπαση του Οψικίου και τη δημιουργία των δύο νέων θεμάτων βλ. Haldon J.F., Byzantine Praetorians (Poikila Byzantina 3, Bonn 1984), σελ. 205 κ.ε.

25. Για τα τάγματα βλ. Haldon, J.F., Byzantine Praetorians (Poikila Byzantina 3, Bonn 1984), σελ. 236-246· Kühn, H.J., Die byzantinische Armee im 10 und 11. Jahrhundert (Wien 1991), σελ. 48 κ.ε.

26. Γρηγορίου-Ιωαννίδου, Μ., Παρακμή και πτώση του θεματικού θεσμού (Θεσσαλονίκη 1985), σελ. 39.

27. Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, Μ., Οι βαλκανικοί λαοί κατά τους μέσους χρόνους (Θεσσαλονίκη 1992), σελ. 87.

28. Οι κυριότερες πληροφορίες προέρχονται από το έργο του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ζ΄ Πορφυρογέννητου Περί θεμάτων και από τα πολυάριθμα Τακτικά της περιόδου αυτής, δηλαδή εγχειρίδια που αφορούσαν την πολεμική τακτική, καθώς και την πολιτική και στρατιωτική οργάνωση των Βυζαντινών, βλ. κατάλογο πηγών.

29. Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, Μ., «Η ανόρθωση» στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους Η΄ (Αθήνα 1979), σελ. 168.

30. Για τις νεαρές των βυζαντινών αυτοκρατόρων περί στρατιωτικών κτημάτων βλ. Ius Graecoromanum, επιμ. J.P. Zepos, I (Athens 1931 – Aalen 1962)· Svoronos N., “Société et organisation intérieure dans l’ empire byzantin au XIe siecle: les principaux problèmes”, στο Etudes sur l’ organisation intérieure, la société et l’ économie de l’ Empire byzantin (Variorum Reprints, London 1973), ΙΧ, σελ. 1-17· Lemerle, P., The Agrarian History of Byzantium, from the origins to the twelfth century. The sources and problems (Galway 1970)· Kaplan, M., Les homes et la terre a Byzance du VIe au XIe siècle. Propriété et exploitation du sol (Paris 1992).

31. Γρηγορίου-Ιωαννίδου, Μ., Παρακμή και πτώση του θεματικού θεσμού (Θεσσαλονίκη 1985), σελ. 110-121.

32. Γρηγορίου-Ιωαννίδου, Μ., Παρακμή και πτώση του θεματικού θεσμού (Θεσσαλονίκη 1985), σελ. 56.

33. Kühn, H.J., Die byzantinische Armee im 10. und 11. Jahrhundert (Wien 1991), σελ. 123-135.

34. Γρηγορίου-Ιωαννίδου, Μ., Παρακμή και πτώση του θεματικού θεσμού (Θεσσαλονίκη 1985), σελ. 57-78.

35. Γρηγορίου-Ιωαννίδου, Μ., Παρακμή και πτώση του θεματικού θεσμού (Θεσσαλονίκη 1985), σελ. 85-89.

36. Γρηγορίου-Ιωαννίδου, Μ., Παρακμή και πτώση του θεματικού θεσμού (Θεσσαλονίκη 1985), σελ. 96-102.

37. Fine, J.V.A., “Basil II and the decline of the Theme System”, Studia slavico-byzantina et medievalia Europensia, I (Ivan Duijcev Center for Slavo-Byzantine Studies, Sofia 1989), σελ. 44-47.

38. Γρηγορίου-Ιωαννίδου, Μ., Παρακμή και πτώση του θεματικού θεσμού (Θεσσαλονίκη 1985), σελ. 144-148.

39. Kazhdan, A., βλ. λ. “Theme”, The Oxford Dictionary of Byzantium (Oxford – New York 1991), σελ. 2035.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>