1. Πρωτοβυζαντινή εποχή
Η εκκλησία των Σάρδεων είναι μία από τις επτά εκκλησίες της Μικράς Ασίας που αναφέρει η Αποκάλυψη του Ιωάννη. Στο αναφέρεται ο Κλήμης των Σάρδεων, ο οποίος πιθανώς ήταν ένας από τους πρώτους «επισκόπους». Τα μαρτύρια δύο μαρτύρων, του Θεράποντα και του Απολλώνιου, που επίσης περιλήφθηκαν στο Συναξάριο, φανερώνουν ότι η χριστιανική κοινότητα των Σάρδεων ανθούσε κατά την Πρωτοχριστιανική εποχή (πιθανώς ήδη από το 2ο αιώνα). Το 2ο αιώνα έζησε στις Σάρδεις ο Μελίτων, απολογητής του χριστιανισμού με πλούσια συγγραφική δραστηριότητα. Πιθανώς όμως το γεγονός ότι υποστήριζε να γίνεται ο εορτασμός του Πάσχα την ημέρα του εβραϊκού Πάσχα ήταν ο λόγος για τον οποίο ο Μελίτων δεν εντάχθηκε στον εκκλησιαστικό κανόνα και τα έργα του χάθηκαν. Οι θεωρίες του θεωρήθηκαν αιρετικές και η αίρεση διώχθηκε ιδιαίτερα από τον πατριάρχη Ιωάννη Χρυσόστομο (398-404).
Από την άλλη, η κοινότητα των εθνικών φαίνεται ότι αποδυναμωνόταν. Ο ναός της Αρτέμιδος, για τη λατρεία της οποίας ήταν γνωστές οι Σάρδεις κατά την αρχαιότητα, εγκαταλείφθηκε πιθανώς τον 3ο αιώνα, και παρά τις προσπάθειες του αυτοκράτορα Ιουλιανού (361-363), που διόρισε τον διδάσκαλό του Χρυσάνθιο «αρχιερέα» της Λυδίας, η αναβίωση των εθνικών λατρειών ήταν μόνο πρόσκαιρη. Στη Λυδία υπήρχαν εθνικοί μέχρι τον 6ο αιώνα τουλάχιστον, οπότε ο Ιωάννης Εφέσου άρχισε την ιεραποστολική του δράση. Σύμφωνα μάλιστα με επιγραφή που χρονολογείται μετά το 539, οι εθνικοί που είχαν απομείνει στις Σάρδεις εξορίστηκαν ή φυλακίστηκαν. Στις Σάρδεις υπήρχαν επίσης ακμάζουσες κοινότητες Εβραίων και χριστιανών μονοφυσιτών. Η μεγαλοπρεπής συναγωγή της εβραϊκής κοινότητας βρισκόταν στο κέντρο της πόλης. Η συμβίωση χριστιανών και Εβραίων ήταν ειρηνική, μάλιστα οι Εβραίοι φαίνεται πως ήταν πλήρως ενσωματωμένοι στην τοπική κοινωνία της πόλης.
Αντίθετα, η συμβίωση ορθοδόξων και μονοφυσιτών, οι κοινότητες των οποίων είχαν διαφορετικό θρησκευτικό ηγέτη, εντάσσεται στο πλαίσιο της σχετικής δογματικής διαμάχης του 5ου και του 6ου αιώνα. Τον 5ο αιώνα ο μητροπολίτης Σάρδεων ενεπλάκη σε διαμάχη περί μονοφυσιτισμού με τους επισκόπους της Υρκανίδος και της Ιεροκαισάρειας Λυδίας. Η διάδοση του μονοφυσιτισμού στην επαρχία ήταν τέτοιων διαστάσεων ώστε το 457 (μετά την καταδίκη του μονοφυσιτισμού στην (Χαλκηδόνα, 451), σύμφωνα με επιθυμία του αυτοκράτορα Ζήνωνα (474-475/476-491), συγκλήθηκε στις Σάρδεις σύνοδος των επισκόπων της επαρχίας Λυδίας που καταδίκασε εκ νέου το μονοφυσιτικό δόγμα. Η ιεραποστολική δράση του Ιωάννη της Εφέσου (6ος αιώνας), ωστόσο, είχε ως αποτέλεσμα τον προσηλυτισμό πολλών εθνικών στο μονοφυσιτικό δόγμα. Η κοινότητα των μονοφυσιτών συνέχισε να υφίσταται, και το 571 φυλακίστηκε στην Κωνσταντινούπολη ο μονοφυσίτης επίσκοπος Σάρδεων Ελισαίος, στο πλαίσιο γενικότερου διωγμού εναντίον των μονοφυσιτών.
2. Μεσοβυζαντινή εποχή
Οι μητροπολίτες των Σάρδεων είχαν αυξημένο κύρος κατά τη Μέση Βυζαντινή εποχή και αναμείχθηκαν έντονα στις εκκλησιαστικές διαμάχες. Ο γνωστότερος μητροπολίτης Σάρδεων για την εποχή αυτή είναι ο Ευθύμιος, ο οποίος έλαβε μέρος στην Ζ' Οικουμενική Σύνοδο (Νίκαια 787)1 Ο Ευθύμιος διώχθηκε για τις εικονολατρικές πεποιθήσεις του και εξορίστηκε επί Νικηφόρου Α' (802-813). Έκτοτε δεν επέστρεψε στην έδρα του. Από τις επιστολές του Θεοδώρου Στουδίτη προκύπτει επίσης ότι και ο διάδοχος του Ευθυμίου στο θρόνο των Σάρδεων ήταν υπέρμαχος των εικόνων και τελικά αποκεφαλίστηκε.2 Εκτός από τις έριδες των εικόνων του 8ου και του 9ου αιώνα, οι μητροπολίτες των Σάρδεων αναμείχθηκαν επίσης στο ως υπέρμαχοι του πατριάρχη Φωτίου, αλλά και στη διαμάχη περί της τεταρτογαμίας του αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ΄ (886-912). Ο μητροπολίτης Πέτρος θεωρούνταν ένας από τους κύριους συνεργάτες του Φωτίου και το 869 εστάλη σε πρεσβεία στη Ρώμη, ενώ ομώνυμός του μητροπολίτης ήταν οπαδός του πατριάρχη Ευθυμίου (907-912) και πιθανώς καθαιρέθηκε και ο ίδιος σύντομα μετά την καθαίρεση του πατριάρχη αυτού.
3. Υστεροβυζαντινή εποχή
Στις αρχές του 13ου αιώνα μητροπολίτης Σάρδεων ήταν ο πρώην Νικηφόρος Χρυσοβέργης, γνωστός κυρίως από τη συγγραφική του δραστηριότητα. Στο β' ήμισυ του 13ου αιώνα η μητρόπολη των Σάρδεων έγινε αντικείμενο διεκδίκησης μεταξύ των οπαδών του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου (1259-1282) και των οπαδών του πατριάρχη Αρσενίου Α' Αυτωρειανού (1254-1259, 1261-1265). Οι μητροπολίτες αναδείχτηκαν βασικοί υπέρμαχοι είτε της επίσημης κυβερνητικής πολιτικής είτε της αντίδρασης σε αυτήν, αλλά ο μητροπολιτικός θρόνος της πόλης τελικά βρισκόταν υπό τον έλεγχο των αυτοκρατόρων, τόσο του Μιχαήλ Η' όσο και του Ανδρονίκου Β' Παλαιολόγου. Το 1285 η μητρόπολη των Σάρδεων διοικούνταν προσωρινά από τον μητροπολίτη Κέρκυρας Γεράσιμο. Στο έγγραφο της Β' συνόδου των Βλαχερνών (1285), ο μητροπολίτης Γεράσιμος υπέγραψε επίσης και ως μητροπολίτης Σάρδεων («πρόεδρος Σάρδεων» [sic]).3
Φαίνεται ότι στη συνέχεια η έλευση των Οθωμανών και η αναστάτωση που επικράτησε στις επαρχίες της Μικράς Ασίας είχε σημαντική επίδραση στην εκκλησία των Σάρδεων. Στα τέλη του 13ου αιώνα και στις αρχές του 14ου, ο μητροπολίτης Σάρδεων Κύριλλος διέμενε στην Κωνσταντινούπολη και ανέπτυξε σημαντική δραστηριότητα εναντίον του πατριάρχη Αθανασίου Α' (1289-1293, 1303-1309), σε σημείο ώστε να απαγορεύσει την αναφορά του ονόματος του πατριάρχη στις ενορίες της περιφέρειάς του. Ο πατριάρχης αναφέρει συχνά τον μητροπολίτη Σάρδεων στις επιστολές του και τον μέμφεται επειδή είχε αποκτήσει περιουσία στην Κωνσταντινούπολη και δεν βρισκόταν κοντά στο ποίμνιό του, όπως θα έπρεπε. Είναι πιθανόν ότι ο Αθανάσιος Α' κατάφερε να εκδιώξει τον μητροπολίτη Σάρδεων από την πρωτεύουσα. Λίγο καιρό αργότερα, πάντως, ο μητροπολίτης Σάρδεων έλαβε την αρχιεπισκοπή Μηθύμνης και επέστρεψε στην έδρα του. Μετά την κατάκτηση της πόλης από τους Οθωμανούς, η οποία πιθανώς επήλθε στη δεκαετία του 1310, η εκκλησία των Σάρδεων γρήγορα αποδυναμώθηκε. Ο τελευταίος γνωστός μητροπολίτης είναι ο Γρηγόριος.
Ο μητροπολίτης Φιλαδελφείας ανέλαβε τη διοίκηση της μητρόπολης Σάρδεων πριν από το 1365, αν και η επίσημη πράξη χρονολογείται λίγα χρόνια αργότερα, το 1369. Στη σχετική απόφαση ορίσθηκε ότι στο εξής η «ενορία των Σάρδεων» θα υπαγόταν στη μητρόπολη Φιλαδελφείας και ότι η μητρόπολη Φιλαδελφείας θα καταλάμβανε τη θέση και τις δικαιοδοσίες της μητρόπολης Σάρδεων. Μάλιστα στο ίδιο έγγραφο ο μητροπολίτης Φιλαδελφείας έχει τον τίτλο του της , που ως τότε έφερε ο μητροπολίτης Σάρδεων.4
4. Το αρσενιατικό σχίσμα και οι μητροπολίτες των Σάρδεων
Ο γνωστότερος μητροπολίτης Σάρδεων στο β' ήμισυ του 13ου αιώνα ήταν αναμφίβολα ο Ανδρόνικος, του οποίου η δράση συνδέθηκε με το αρσενιατικό σχίσμα, εφόσον υπήρξε οπαδός του πατριάρχη Αρσενίου Α' Αυτωρειανού (1254-1259, 1261-1265). Ο Ανδρόνικος ήταν ένας από τους πρώτους μητροπολίτες που διαχώρισαν τη θέση τους από την πολιτική του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου (1259-1282). Για το λόγο αυτό εξαναγκάστηκε σε παραίτηση (1259), και ο πατριάρχης Αρσένιος Α', παρά τις προσπάθειές του, δεν κατάφερε κατά τη δεύτερη πατριαρχία του να τον επαναφέρει στη μητρόπολη, της οποίας το θρόνο κατέλαβε ο Ιάκωβος Χαλαζάς. Ο Χαλαζάς δεν έγινε δεκτός από τη μερίδα των αρσενιατών αλλά κατόρθωσε να ασκήσει τα καθήκοντά του επειδή είχε την αυτοκρατορική υποστήριξη. Μάλιστα ενεργούσε ως αντιπρόσωπος του αυτοκράτορα στα εκκλησιαστικά ζητήματα και προσπάθησε να πείσει τον πατριάρχη Γερμανό Γ' (1265-1266) να παραιτηθεί. Ο πρώην μητροπολίτης Ανδρόνικος κατάφερε να επανέλθει στον μητροπολιτικό θρόνο των Σάρδεων το 1283, εποχή κατά την οποία ηγήθηκε –με ιδιαίτερη σκληρότητα εξαιτίας του διωγμού που είχε υποστεί ο ίδιος– αρσενιατικής και ανθενωτικής μερίδας εκκλησιαστικών και μοναχών. Η σκληρή στάση του, όμως, οδήγησε τελικά στην απομόνωσή του, αφού κατηγορήθηκε για έγκλημα καθοσιώσεως, καθαιρέθηκε και μάλιστα προπηλακίστηκε από τους αντιπάλους του.
5. Ζητήματα διοίκησης
Με τη διοικητική μεταρρύθμιση του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284-305) οι Σάρδεις έγιναν το διοικητικό κέντρο της νέας επαρχίας Λυδίας και η Εκκλησία της έγινε η μητρόπολη των επισκοπών που υπήρχαν σε αυτή. Ήδη στην Α' Οικουμενική Σύνοδο (Νίκαια 325) η μητρόπολη των Σάρδεων ήταν επικεφαλής οκτώ επισκοπών της επαρχίας Λυδίας. Σύμφωνα με τα της Μέσης και Ύστερης Βυζαντινής εποχής, πάντως, στη δικαιοδοσία της μητροπόλεως Σάρδεων ή Σάρδης υπάγονταν 25 ως 28 επισκοπές, ενώ στις Notitiae 6, 8 και 14 αναφέρονται 26, 27 και 25 επισκοπές αντίστοιχα. Στα εκκλησιαστικά τακτικά η μητρόπολη Σάρδεων διατηρούσε σταθερά κατά τη Βυζαντινή εποχή την έκτη θέση μεταξύ των μητροπόλεων που υπάγονταν στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Μόνο στη Notitia 3 (9ος αιώνας) η μητρόπολη είχε την έβδομη θέση. Αλλαγές στην κατάσταση συντελέστηκαν μόνο το 14ο αιώνα, αφού η πόλη των Σάρδεων είχε κατακτηθεί από τους Οθωμανούς. Στη Notitia 19, που χρονολογείται στο 14ο αιώνα επί Ανδρονίκου Γ' Παλαιολόγου, η μητρόπολη Σάρδεων και η μητρόπολη Φιλαδελφείας είχαν την ίδια θέση, την έκτη. Στη Notitia 20, όμως (14ος αιώνας), η μητρόπολη Φιλαδελφείας έχει εκτοπίσει τη μητρόπολη των Σάρδεων και διευκρινίζεται ότι έχει πλέον τη δικαιοδοσία στις επισκοπές της μητρόπολης Σάρδεων και τη θέση της στην εκκλησιαστική ιεραρχία.5 |
1. Σφραγίδα του μητροπολίτη Σάρδεων Ευθυμίου (787-815) βλ. στο Zacos G.-Veglery A., Byzantine Lead Seals, vol. I, plates (Basel 1972), πιν. 104 αρ. 1332: 2. Θεόδωρος Στουδίτης, Επιστολαί, Theodori Studitae Epistulae, ed. G. Fatouros (CFHB 31/2, Berlin-New York 1991), αρ. 415.17-18. 3. Laurent, V., “Les signataires du second synode des Blakhernes (Été 1285)”, Échos d' Orient 26 (1927), σελ. 144.4.
4. Acta Patriarchatus Constantinopolitani, Acta et diplomata graeca medii aevi sacra et profana I, ed. F. Miklosich – J. Müller (Wien 1860), σελ. 509-510. 5. Εκκλησιαστικά Τακτικά, ed. J. Darrouzès, Notitiae episcopatuum Ecclesiae Constantinopolitanae (Paris 1981), αρ. 20.6. |