1. Εισαγωγή Ο Τζελαλεντίν Ρουμί Μεβλανά υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους πνευματικούς δασκάλους και μια από τις εξέχουσες ποιητικές ιδιοφυΐες της Ανατολής. Ήταν ο ιδρυτής της σέκτας των Περιστρεφόμενων Δερβίσηδων (των Μεβλεβί), μιας μυστικιστικής ισλαμικής αδελφότητας των Σούφι. Μεβλανά σημαίνει ο κύριός μας, ο δάσκαλός μας, προσωνυμία που του απέδωσαν οι μαθητές και θαυμαστές του. 2. Βιογραφία Ο Τζελαλεντίν Ρουμί γεννήθηκε στο Μπαλχ του Χορασάν, περιοχή στα σύνορα του σημερινού Αφγανιστάν με το Ιράν, στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1207, σε οικογένεια καλλιεργημένων Περσών θεολόγων. Για να αποφύγουν τη μογγολική επιδρομή και τις καταστροφές που τη συνόδευσαν, ο Τζελαλεντίν και η οικογένειά του εγκατέλειψαν το Μπαλχ το 1219 και ταξίδεψαν για αρκετό διάστημα σε διάφορες πόλεις. Στη διάρκεια αυτών των ταξιδιών, με σταθμούς τη Νισαπούρ, τη Βαγδάτη, τη Μέκκα, τη Δαμασκό, το Ερζιντζάν και τα Λάρανδα της Μικράς Ασίας, ο Ρουμί ήρθε σε επαφή με ορισμένους από τους επιφανέστερους λογίους της εποχής του και γνώρισε τη διδασκαλία εξεχόντων θεολόγων και ποιητών, όπως του Αττάρ και του Ίμπν αλ-Αραμπί. Τελικά η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στο Ικόνιο της Μικράς Ασίας, το οποίο την εποχή εκείνη ήταν πρωτεύουσα του Σουλτανάτου του Ρουμ (από όπου και η προσωνυμία Ρουμί). Όταν το 1231 πέθανε ο πατέρας του, ο Μπαχά αλ-Ντιν Βαλάντ, ο Ρουμί τον διαδέχτηκε ως καθηγητής θεολογίας στο (ιεροδιδασκαλείο) του Ικονίου. Στα 24 χρόνια του ήταν ήδη ένας αναγνωρισμένος θεολόγος και μελετητής των θετικών επιστημών.1 Στη μεταφυσική του μυστικισμού τον εισήγαγε ένας περιπλανώμενος δερβίσης, ο Σαμς από την Ταυρίδα (Σαμς αλ-Ντιν Ταμπρίζ). Η αγάπη και ο θρήνος του Ρουμί για το θάνατο του Σαμς τον οδήγησαν σε μια έκρηξη μουσικής, χορού και λυρικής ποίησης. Το κολοσσιαίο Ντιβάν-ι-Σαμς-ι-Ταμπρίζ [Συλλογή ποιημάτων του Σαμς από την Ταυρίδα] είναι το εστιακό έργο του Ρουμί, γύρω από το οποίο περιελίσσονται οι έξι τόμοι του επικού-διδακτικού έργου Μασναβί-γε-Μάναβι [Νοερό Έπος] και οι λόγοι Φίχι-μα-φίχ [Είναι αυτό που είναι], γραμμένοι για να εισαγάγουν τους μαθητές του στη μεταφυσική. Ο Τζελαλεντίν Ρουμί πέθανε στις 17 Δεκεμβρίου 1273. Πιστοί πέντε διαφορετικών θρησκειών ακολούθησαν την κηδεία του. Η νύχτα αυτή ονομάστηκε Σεμπούλ Αρούς [Νύχτα της Ένωσης]. Έκτοτε η ημερομηνία του θανάτου του είναι για τους Μεβλεβί ημέρα γιορτής και ο ίδιος τιμάται ακόμα και σήμερα ως άγιος.2 3. Ο Ρουμί και το ελληνικό στοιχείο Ενώ ο Ρουμί ήταν γνωστός στο Βυζάντιο, και μάλιστα αναφέρεται σε αυτόν ο ίδιος ο αυτοκράτορας Μανουήλ Β’ Παλαιολόγος, το έργο του έγινε ευρύτερα γνωστό στο δυτικό κόσμο κυρίως μετά τα τέλη του 19ου αιώνα.3 Στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα το ενδιαφέρον για τον Ρουμί αναζωπυρώθηκε χάρις σε μια πλούσια σειρά μεταφράσεων και μελετών, ιδίως από Αμερικανούς ειδικούς της περσικής λογοτεχνίας και κατά δεύτερο λόγο από Γάλλους και Γερμανούς μελετητές του Ισλάμ. Αυτό που είναι λιγότερο γνωστό είναι το γεγονός ότι ο Ρουμί γνώριζε ελληνικά, αρκετά ώστε να παρεμβάλλει στα ποιήματά του στίχους στο καππαδοκικό ιδίωμα της εποχής (ιδίωμα της Σίλλης) ή ακόμα και να συνθέτει σύντομα ελληνικά ποιήματα. Καλύτερη γνώση της ελληνικής είχε ο γιος του, ο Σουλτάν Βαλάντ, από το έργο του οποίου αντλούμε πλούσιες βιογραφικές πληροφορίες για τον Ρουμί.4 Η γνώση της ελληνικής γλώσσας δεν ήταν η μόνη επαφή του Ρουμί με το ελληνικό στοιχείο της Μικράς Ασίας, που φαίνεται πως ήταν ακόμη πολυπληθές, είτε ως χριστιανικοί είτε ως εξισλαμισμένοι ελληνόφωνοι πληθυσμοί.5Τα σαφή στοιχεία νεοπλατωνικής φιλοσοφίας στην ποίηση του Ρουμί θα πρέπει ν’ αποδοθούν (εκτός από τα ήδη γνωστά ελληνικά δάνεια της ισλαμικής φιλοσοφίας και θεολογίας) και στις τακτικές επαφές του Ρουμί με τους μοναχούς και τον ηγούμενο της μονής του Αγίου Χαρίτωνος, κοντά στο Ικόνιο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο βιογράφος του Ρουμί Σαμς αλ-Ντιν Αχμάντ Αφλακί ονομάζει τη μονή αυτή «ντέιρε Αφλατούν» (μονή του Πλάτωνος).6 Δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία για τις συζητήσεις του χριστιανού ηγουμένου με το μουσουλμάνο ιεροδιδάσκαλο, αλλά δεν θα ήταν άτοπη η υπόθεση ότι αναφέρονταν σε ζητήματα της υπόστασης του θεού, της τριαδικότητάς του, της αποκάλυψης της φύσης του, της γνωσιμότητας και της ενσάρκωσής του. Όλα αυτά ήταν την εποχή εκείνη θέματα που απασχολούσαν τους χριστιανούς, και συχνά μάλιστα τους οδηγούσαν σε οξείες διαμάχες, αλλά και τους μουσουλμάνους και τους Εβραίους, καθώς συνδέονταν με τον ύστερο ελληνιστικό γνωστικισμό και τις μυστικιστικές προεκτάσεις του στις διδασκαλίες των τριών μονοθεϊστικών θρησκειών.7 Ο ιδρυτής της αδελφότητας των Περιστρεφόμενων Δερβίσηδων φαίνεται μέσα από το έργο του να οδηγείται σε ένα είδος οικουμενικής θρησκείας, στην οποία εντάσσονται στοιχεία από τις παγανιστικές λατρείες της Ανατολίας, τα διονυσιακά μυστήρια, την ιουδαϊκή τελεολογία, τη χριστιανική αποκάλυψη και βέβαια τη μυστικιστική σουφική γνώση. 4. Το έργο του Ρουμί Αν υπάρχει μια γενική ιδέα πίσω από ολόκληρο το έργο του Ρουμί είναι η αγάπη, και μάλιστα η απόλυτη αγάπη για το Θεό. Η επίδρασή του στη σκέψη, τη λογοτεχνία και όλες τις μορφές αισθητικής έκφρασης του Ισλαμικού κόσμου δεν μπόρεσε ποτέ να ξεπεραστεί. Το Ντιβάν (περίπου 40.000 στίχοι) αποτελείται από 3.230 γαζάλια –μικρά ερωτικά ποιήματα– που ισοδυναμούν με 35.000 στίχους, 44 ταρτζιάτ, ποιήματα συντεθειμένα από δύο ή περισσότερα γαζάλια, ένα σύνολο 1.700 στίχων, και 2.000 ρουμπαγιάτ (τετράστιχα). Η δημιουργία του απλώνεται σε μια περίοδο 30 χρόνων, λίγο μετά την άφιξη του Σαμς στο Ικόνιο, το 1244, μέχρι το θάνατο του Ρουμί. Συχνά αγνοείται το γεγονός ότι ο Ρουμί συνέχιζε να συνθέτει παράλληλα το Ντιβάν και το Μασναβί κατά τα δώδεκα ή δεκατέσσερα τελευταία έτη της ζωής του.8 Το Μασναβί (περίπου 25.000 στίχοι) αποτελείται από έξι βιβλία ποίησης διδακτικού ύφους. Είναι σχεδιασμένο με διδακτική πρόθεση, με σκοπό να πληροφορήσει αλλά και να ψυχαγωγήσει. Ενώ το Ντιβάν περιλαμβάνει τα γαζάλια και τα άλλα ποιήματα του Ρουμί ταξινομημένα ανάλογα με το ρυθμό και τη μορφή τους, το Μασναβί αποτελεί ένα ενιαίο έργο, γραμμένο στη μορφή που το γνωρίζουμε σήμερα.9 Οι βιογράφοι του αναφέρουν πως ο Ρουμί άρχισε να συνθέτει το Μασναβί ύστερα από παρότρυνση του αγαπημένου του μαθητή Χουσάμ αλ-Ντιν-Τσελεμπί, ο οποίος γνώριζε πως πολλοί οπαδοί του Ρουμί μελετούσαν επίσης τη διδακτική ποίηση του Σανάι-ι και του Αττάρ, δυο δασκάλων που προηγήθηκαν του Ρουμί. Αυτά τα έργα παρουσίαζαν τη διδασκαλία των Σούφι σε εκλαϊκευμένη και εύκολα απομνημονεύσιμη μορφή, και ήταν καταλληλότερα για την αλληλέγγυα ζεστασιά των κύκλων των Σούφι από τα κλασικά διδακτικά βιβλία που έγραφαν οι σοφοί. Όταν ο Χουσάμ εξέφρασε την ιδέα πως ο Ρουμί θα έπρεπε να γράψει στο στιλ των Σατάι-ι και Αττάρ για να συμπληρώσει την υπόλοιπη ποίησή του, ο θρύλος θέλει τον Ρουμί να απαντά βγάζοντας από το τουρμπάνι του ένα ρολό χαρτί στο οποίο είχε ήδη γράψει τους πρώτους 18 στίχους του Μασναβί. Από τότε ο Ρουμί και ο Χουσάμ συναντιόνταν τακτικά. Ο Ρουμί συνέθετε και υπαγόρευε και ο Χουσάμ έγραφε και επιμελούνταν. Το έργο άρχισε περί το 1260 και συνεχίστηκε με μερικές διακοπές ως το θάνατο του Ρουμί το 1273. Το έκτο βιβλίο σταματά απότομα στη μέση μιας ιστορίας, φανερώνοντας πως ο Ρουμί πέθανε πριν προλάβει να την ολοκληρώσει. Ο Ρουμί αφιέρωσε το Μασναβί στον Χουσάμ αλ-Ντιν Τσελεμπί, ισχυριζόμενος πως ήταν ο μόνος που μπορούσε να αντιληφθεί την ευρεία και μυστική τάξη αυτού του έργου. Στα ποιήματα του Ντιβάν αποδέκτης είναι ο δερβίσης Σαμς. Ωστόσο ενυπάρχουν στιγμές κατά τις οποίες ο Σαμς δεν είναι παρά το πρόσχημα και ο Ρουμί διαλογίζεται περί του θεού, του έρωτα και της ίδιας της ύπαρξης. Ο έρωτας λειτουργεί ως καταλύτης για έναν εκστατικό διαλογισμό μπροστά στην ομορφιά του εφήμερου, στην ευτυχία της απώλειας, στην ένωση με τον κόσμο και στην αναγνώριση του θεού. Η γλώσσα και ο λόγος του Ρουμί αναμετριούνται με το απόλυτο, έτσι όπως ο έρωτας έχει ν’ αναμετρηθεί μόνο με τον έρωτα, και τα εμπόδια, οι αρνήσεις, οι διαταγές και οι ταπεινώσεις, ακόμα και οι απώλειες –και εντέλει ο ίδιος ο θάνατος– δεν είναι παρά αφορμές για να επιβεβαιωθεί το συγκλονιστικό και υπεράνθρωπο μέγεθός του, η θεία ουσία του. Στη φιλοσοφική αντίληψη του Ρουμί το Ον είναι ταυτισμένο με τον φυσικό κόσμο και την υπέρβασή του, ο έρωτας και η συμμετοχή σε αυτόν είναι η δημιουργός αιτία, ο έρωτας για το Θείο, η αναγνώριση του Είναι μέσα σε αυτό και τελικά η εσωτερική ταύτιση μαζί του και η θέωση.10 |