1. Γενικά για την καταγωγή των Φωκάδων
Οι Φωκάδες ήταν από τις ισχυρότερες οικογένειες της μικρασιατικής αριστοκρατίας. Εμφανίζονται πρώτη φορά στις ιστορικές πηγές το β΄ μισό του 9ου αιώνα. Επί πέντε γενιές κατείχαν ανώτατα στρατιωτικά και διοικητικά αξιώματα, ενώ ένας εκπρόσωπός τους κατέλαβε τον αυτοκρατορικό θρόνο. Ανάμεσα στις πολλές οικογένειες με τις οποίες είχαν συνάψει συγγενικούς δεσμούς, οι πιο σημαντικές ήταν των Μαλεΐνων και των Σκληρών.
Σύμφωνα με τη μυθική γενεαλογία της οικογένειας, την οποία αναφέρει (και πιθανότατα έχει δημιουργήσει) ο ιστορικός του 11ου αιώνα Μιχαήλ Ατταλειάτης, οι Φωκάδες προέρχονταν από την παλιά ρωμαϊκή αριστοκρατική οικογένεια των Φαβίων.1 Στην πραγματικότητα, η καταγωγή τους πρέπει να αναζητηθεί στην Καππαδοκία, με την οποία οι Φωκάδες ήταν στενά συνδεδεμένοι τόσο οικονομικά (μέσω των κτημάτων τους), όσο και πολιτικά.2 Μέσα από την ιστορία των Φωκάδων είναι δυνατή η παρακολούθηση της διαδικασίας εμφάνισης των μεγάλων γαιοκτημόνων και οι συνέπειές της στον εσωτερικό πολιτικό τομέα.
2. Η άνοδος της οικογένειας
Η εμφάνιση και η άνοδος των Φωκάδων χρονολογούνται την εποχή της μακεδονικής δυναστείας, καθώς οι πρώτοι εκπρόσωποι της οικογένειας αναφέρονται στις πηγές επί Βασιλείου Α΄. Ο πρώτος γνωστός Φωκάς ήταν απλός στρατιώτης, λαϊκής καταγωγής, ο οποίος το 872 διορίστηκε , κατά πάσα πιθανότητα στο θέμα της Καππαδοκίας.3 Ο γιος του, ο Νικηφόρος Φωκάς (ο οποίος από τους σύγχρονους ερευνητές αναφέρεται ως ο Παλαιός), είχε μακρά και επιτυχημένη σταδιοδρομία, χάρη στην οποία έφτασε μέχρι τα ανώτατα αξιώματα στη στρατιωτική ιεραρχία, εκείνα του και του . Όπως δείχνουν τα στοιχεία, η θέση που ο Νικηφόρος κατόρθωσε να αποκτήσει στη στρατιωτική ιεραρχική κλίμακα έδωσε τη δυνατότητα στους απογόνους του να ανεβούν στα ανώτερα στρώματα της βυζαντινής κοινωνίας. Έτσι, ο γιος του Λέων Φωκάς αναφέρεται πρώτη φορά στις πηγές ήδη ως δομέστικος των σχολών το 917, που σημαίνει ότι η σταδιοδρομία του είχε αρχίσει πολύ νωρίτερα, ενώ την ίδια περίοδο ήταν στρατηγός και ο άλλος γιος του, ο Βάρδας.4
3. Οι Φωκάδες στη δυσμένεια του Ρωμανού Α΄ Λεκαπηνού
Κατά το α΄ μισό του 10ου αιώνα η άνοδος των Φωκάδων επιβραδύνθηκε σημαντικά. Επί Ρωμανού Α΄ Λεκαπηνού οι εκπρόσωποι της τρίτης γενιάς των Φωκάδων, οι προαναφερθέντες Λέων και Βάρδας, γιοι του Νικηφόρου Φωκά του Παλαιού, έπεσαν στη δυσμένεια του αυτοκράτορα. Την περίοδο της αντιβασιλείας της αυτοκράτειρας Ζωής (913-919), μητέρας του ανήλικου Κωνσταντίνου Ζ΄ Πορφυρογέννητου (913-959), ο και δομέστικος των σχολών Λέων Φωκάς ήταν από τις πλέον εξέχουσες προσωπικότητες στο κράτος και του είχε ανατεθεί η ανώτατη διοίκηση στον πόλεμο εναντίον των Βουλγάρων του Συμεών. Όμως, οι ήττες του βυζαντινού στρατού το 917, πρώτα στη μάχη της Αγχιάλου και στη συνέχεια στους Κατασύρτες της Θράκης, εξασθένισαν τη θέση τόσο του Λέοντος Φωκά, όσο και της αυτοκράτειρας Ζωής. Οι στρατιωτικές ήττες επέσπευσαν την πτώση της Ζωής και έδωσαν τη δυνατότητα στο Ρωμανό Λεκαπηνό να καταλάβει το θρόνο. Επειδή ο Λέων Φωκάς ήταν από τους ευνοούμενους της αυτοκράτειρας (η οποία μάλιστα μελετούσε την περίπτωση να τον παντρευτεί),5 ήταν φυσικό να βρεθεί αντιμέτωπος με το Ρωμανό και τους οπαδούς του, οι οποίοι εμφανίζονταν ως προστάτες των νόμιμων δικαιωμάτων του Κωνσταντίνου Ζ΄. Το 919 ο Λέων Φωκάς προσπάθησε να καταλάβει την εξουσία, αλλά ηττήθηκε από το Λεκαπηνό και πλήρωσε τις πολιτικές φιλοδοξίες του με τύφλωση. Έπειτα από αυτό τα ίχνη του χάνονται από τις ιστορικές πηγές. Η πολιτική αλλαγή του 919-920 επηρέασε και τη σταδιοδρομία του Βάρδα Φωκά, αδελφού του Λέοντος, προσωπικότητας που συνέβαλε τα μέγιστα στην ενίσχυση της οικογένειας των Φωκάδων. Αρχικά δεν του απονέμονταν υψηλά αξιώματα και τιμητικοί τίτλοι, όμως αυτή η φάση στη σταδιοδρομία του ήταν προσωρινή και έως τα τέλη της διακυβέρνησης του Ρωμανού Α΄ ο Βάρδας εμφανίζεται στις πηγές ως να κατέχει υψηλή θέση στη διοίκηση του στρατού.
4. Η πολιτική σύναψης συγγενικών σχέσεων
Ήδη από τα τέλη του 9ου ή τις αρχές του 10ου αιώνα οι Φωκάδες είχαν συνάψει σχέσεις επιγαμίας με τους Μαλεΐνους, όταν ο Βάρδας Φωκάς νυμφεύθηκε την κόρη του Ευδοκίμου Μαλεΐνου, γόνου οικογένειας από το Χαρσιανόν, παλαιότερης και πλουσιότερης από τους Φωκάδες. Απόγονοι του γάμου αυτού ήταν ο μετέπειτα αυτοκράτορας Νικηφόρος, ο Λέων και ο Κωνσταντίνος Φωκάς. Ο συγγενικός δεσμός των Φωκάδων και των Μαλεΐνων είχε πολύπλευρες συνέπειες. Πρώτον, επρόκειτο για δύο οικονομικά ισχυρές οικογένειες. Δεύτερον, η συγγένεια αυτή διαπιστώνεται και στον πολιτικό τομέα. Από την εποχή εκείνη οι Μαλεΐνοι ακολουθούσαν πιστά και υποστήριζαν τις πολιτικές φιλοδοξίες των συγγενών τους Φωκάδων, σε τέτοιο βαθμό ώστε η άνοδος και η πτώση των δύο οικογενειών να είναι συνυφασμένες. Οι Φωκάδες και οι Μαλεΐνοι αποτέλεσαν τον πυρήνα της οικογένειας που δημιουργήθηκε γύρω τους με τον προσεταιρισμό άλλων, λιγότερο επιφανών οικογενειών. Μεταξύ αυτών πρέπει να ξεχωρίσουμε τους Παρσακουτηνούς, οι εκπρόσωποι των οποίων για ένα διάστημα συμμετείχαν στις στάσεις των μεταγενέστερων Φωκάδων. Εκτός αυτού, οι Φωκάδες συνήψαν δεσμούς επιγαμίας και με τους Σκληρούς, μία από τις ισχυρότερες μικρασιατικές οικογένειες, με τους οποίους τις τελευταίες δεκαετίες του 10ου αιώνα ήρθαν σε σύγκρουση για την κατάληψη της εξουσίας. Επίσης, συγγένευαν εξ αγχιστείας με τους Κουρκούες, μέσω της κόρης του Βάρδα Φωκά, μητέρας του μετέπειτα αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή.
5. Η «χρυσή εποχή» των Φωκάδων
Με την πτώση του Ρωμανού Α΄ το 944 άρχισε η περίοδος της μονοκρατορίας του Κωνσταντίνου Ζ΄ (945-959). Την πολιτική αυτή αλλαγή ακολούθησε μία «χρυσή εποχή» για την οικογένεια των Φωκάδων, οι οποίοι είχαν πρωτοστατήσει στην επαναφορά του νόμιμου εκπροσώπου της μακεδονικής δυναστείας στο θρόνο. Επί Κωνσταντίνου Ζ΄ και του γιου του Ρωμανού Β΄ (959-963) οι Φωκάδες κρατούσαν στα χέρια τους, θα λέγαμε κληρονομικά, τα υψηλότερα στρατιωτικά αξιώματα και διοικούσαν το σύνολο των βυζαντινών στρατευμάτων, κυρίως στον αγώνα εναντίον των Αράβων στο ανατολικό μέτωπο. Από τις αρχές του 945 και έως το 955 ο Βάρδας Φωκάς ασκούσε το αξίωμα του δομεστίκου των σχολών, ενώ ο πρωτότοκος γιος του Νικηφόρος εκείνο του στρατηγού των Ανατολικών. Ο Λέων Φωκάς διορίστηκε στρατηγός της Καππαδοκίας και ο Κωνσταντίνος Φωκάς στρατηγός της Σελεύκειας. Το 955, όταν ο Βάρδας Φωκάς απομακρύνθηκε από τη θέση του δομεστίκου των σχολών (λόγω γήρατος και των ηττών που είχε υποστεί από τους Άραβες), η οικογένεια των Φωκάδων δεν έχασε την επιρροή της: δομέστικος των σχολών ανέλαβε ο Νικηφόρος, ενώ ο αδελφός του Λέων προήχθη σε στρατηγό των Ανατολικών (ο νεότερος αδελφός Κωνσταντίνος είχε αιχμαλωτιστεί από τους Άραβες δύο χρόνια νωρίτερα και πέθανε στη φυλακή). Ο Νικηφόρος και ο Λέων συνέχισαν και επί Ρωμανού Β΄ να ηγούνται του στρατού. Ως δομέστικος των σχολών της Ανατολής ο Νικηφόρος προχώρησε στην ανακατάληψη της αραβοκρατούμενης Κρήτης το 960-961 και το επόμενο έτος κατέλαβε το Χαλέπι στη Συρία. Ο Λέων Φωκάς, δομέστικος των σχολών της Δύσης, διακρίθηκε στους αγώνες εναντίον των Ούγγρων στα Βαλκάνια, ενώ αργότερα (960) απέκρουσε μεγάλης κλίμακας επιδρομή των Αράβων στην Ανδρασό.
6. Το απόγειο της ισχύος των Φωκάδων
Η υψηλή θέση στη στρατιωτική και κοινωνική ιεραρχία που είχαν καταλάβει οι Φωκάδες τις προηγούμενες δεκαετίες έδωσε τη δυνατότητα σε ένα διακεκριμένο μέλος της οικογένειας να καταλάβει την εξουσία το 963. Μετά το θάνατο του Ρωμανού Β΄, ο μάγιστρος Νικηφόρος Φωκάς ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας από τα στρατεύματά του, προφασιζόμενος την προστασία των δικαιωμάτων των ανήλικων αυτοκρατόρων Βασιλείου και Κωνσταντίνου. Τις βλέψεις του Νικηφόρου Φωκά υποστήριξαν τα μέλη της οικογένειάς του, καθώς και άλλοι συγγενείς, μεταξύ των οποίων και ο ανιψιός του Ιωάννης Τσιμισκής. Επίσης, ο στασιαστής είχε την υποστήριξη της αυτοκράτειρας Θεοφανούς, χήρας του Ρωμανού Β΄, και του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Πολυεύκτου. Ο Νικηφόρος Φωκάς στέφθηκε τον Αύγουστο του 963, νυμφεύθηκε τη Θεοφανώ και ανέλαβε την εξουσία ως προστάτης των ανήλικων διαδόχων του θρόνου. Επί βασιλείας Νικηφόρου Β΄ οι Φωκάδες αναρριχήθηκαν ταχύτατα στην κορυφή της αυλικής ιεραρχίας: ο πατέρας του αυτοκράτορα, ο Βάρδας, τιμήθηκε με τον τίτλο του , ενώ ο αδελφός του Λέων Φωκάς με εκείνον του , ενώ έλαβε και την υψηλή θέση του . Επίσης, οι γιοι του Λέοντος και άλλοι συγγενείς των Φωκάδων ασκούσαν σημαντικά διοικητικά και στρατιωτικά αξιώματα στις επαρχίες του κράτους. Η διακυβέρνηση του Νικηφόρου Β΄ υπήρξε το απόγειο της κυριαρχίας των Φωκάδων. Μετά τη δολοφονία του Νικηφόρου Β΄ (969) μια καινούρια εποχή άρχισε για την οικογένεια. Από τότε και μέχρι το τέλος τους οι εκπρόσωποι των Φωκάδων, μη θέλοντας να συμβιβαστούν με την απώλεια της εξουσίας, εμφανίζονταν όλο και περισσότερο σε ρόλο στασιαστών και συνωμοτών.
7. Οι Φωκάδες σε ρόλο στασιαστών
7.1. Επί Ιωάννη Α΄ Τσιμισκή
Η προσπάθεια της οικογένειας των Φωκάδων να ανακαταλάβει το θρόνο οδήγησε τα μέλη της σε σύγκρουση με τους μετέπειτα αυτοκράτορες, αρχής γενομένης με τον Ιωάννη Α΄ Τσιμισκή, δολοφόνο του Νικηφόρου Β΄. Μόλις ανέλαβε την εξουσία, ο Τσιμισκής προσπάθησε να απομονώσει πολιτικά την οικογένεια των Φωκάδων, εξορίζοντας τα κυριότερα μέλη της, γεγονός που οδήγησε το Βάρδα Φωκά, γιο του Λέοντος και ανιψιό του πρώην αυτοκράτορα, σε στάση το φθινόπωρο του 970. Η αποτυχία της στάσης, την οποία είχαν υποστηρίξει ο πατέρας του και ο μεγαλύτερος αδελφός του Νικηφόρος, οδήγησε στην εξορία του Βάρδα Φωκά και την τύφλωση του κουροπαλάτη Λέοντος και του Νικηφόρου, καθώς και στη δήμευση της περιουσίας τους. Όμως, η ισχύς των Φωκάδων δεν κλονίστηκε σημαντικά, όπως έδειξαν τα γεγονότα που ακολούθησαν.
7.2. Επί Βασιλείου Β΄
Σε γενικές γραμμές την εποχή του Βασιλείου Β΄ (976-1025) χαρακτηρίζουν πολυάριθμες συγκρούσεις μεταξύ εκπροσώπων της ισχυρής μικρασιατικής αριστοκρατίας.6 Μόλις ανέλαβε την εξουσία, ο αυτοκράτορας κλήθηκε να αντιμετωπίσει τη στάση του Βάρδα Σκληρού, παλιού συνεργάτη του Τσιμισκή και εξ αγχιστείας συγγενή των Φωκάδων (ο αδελφός του είχε νυμφευθεί τη Σοφία, αδελφή του στασιαστή Βάρδα Φωκά). Για να μπορέσει να καταπνίξει την εξέγερση, το 978 ο Βασίλειος ανακάλεσε από την εξορία το Βάρδα Φωκά, ο οποίος διορίστηκε δομέστικος των σχολών της Ανατολής. Μολονότι ο Φωκάς κατέστειλε τελικά τη στάση του Σκληρού, ο αυτοκράτορας προσπαθούσε να κρατήσει τον πρώτο σε απόσταση από τα ανώτατα στρατιωτικά αξιώματα. Αδυνατώντας να αποδεχθεί μια τέτοια πολιτική, ο τελευταίος ισχυρός εκπρόσωπος των Φωκάδων βρέθηκε και ο ίδιος στο ρόλο του στασιαστή. Τον Αύγουστο του 987 ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας στην Καππαδοκία, στην οικία του συγγενή του Ευσταθίου Μαλεΐνου. Παρόντες στην ανακήρυξη ήταν πολλοί εκπρόσωποι των παλιών και ισχυρών μικρασιατικών οικογενειών, των Μαλεΐνων, των Μελισσηνών κ.ά. Αυτή η εξαιρετικά επικίνδυνη για το Βασίλειο Β΄ στάση έληξε τον Απρίλιο του 989, όταν ο Βάρδας Φωκάς έχασε τη ζωή του (υπό περίεργες συνθήκες) στην Άβυδο, μαχόμενος εναντίον των αυτοκρατορικών δυνάμεων. Παρά την καταστολή του κινήματος, η δύναμη των Φωκάδων παρέμεινε σημαντική και μετά το 989, όπως μαρτυρεί το γεγονός ότι ο Βασίλειος Β΄ εφάρμοσε αυστηρά μέτρα εναντίον των υπόλοιπων μελών της οικογένειας, κρατώντας τους παράλληλα σε απόσταση από τα δημόσια αξιώματα. Όταν ο αυτοκράτορας εδραίωσε την εξουσία του, άρχισε να εφαρμόζει αυστηρότερη πολιτική έναντι των ισχυρών οικογενειών της Μικράς Ασίας, επιχειρώντας να περιορίσει την οικονομική ισχύ τους. Έτσι, οι οικογένειες των Φωκάδων και των Μαλεΐνων μνημονεύονται ρητά στη του Βασιλείου Β΄ (χρονολογούμενη το έτος 996), με την οποία ο αυτοκράτορας τάσσεται εναντίον των «δυνατών», οι οποίοι είχαν γίνει πλούσιοι αρπάζοντας τα κτήματα των γεωργών.7 Τη δημοσίευση της «νεαράς» ακολούθησε σχεδόν ολοσχερής κατάσχεση των κτημάτων της οικογένειας των Φωκάδων. Έτσι, χωρίς πλούτη, τίτλους και αξιώματα (που θα τους έδιναν πραγματική συμμετοχή στην εξουσία), η κοινωνική θέση των Φωκάδων κατέπεσε. Ένας από τους εκπροσώπους των Φωκάδων δε συμβιβάστηκε με την κατάσταση αυτή: ο Νικηφόρος Φωκάς, γιος του μαγίστρου Βάρδα Φωκά, στασίασε το 1022 εναντίον του Βασιλείου Β΄, έχοντας τη βοήθεια του Νικηφόρου Ξιφία, παλαιού στρατηγού του αυτοκράτορα. Όμως ο Νικηφόρος έπεσε θύμα των φιλοδοξιών του Ξιφία και δολοφονήθηκε. Με το θάνατό του έλαβαν τέλος οι συγκρούσεις του αυτοκράτορα Βασιλείου Β΄ με την οικογένεια των Φωκάδων.
8. Η τελευταία μνεία των Φωκάδων
Η τελευταία προσπάθεια των Φωκάδων να βγουν από την πολιτική απομόνωση έγινε την εποχή της μονοκρατορίας του Κωνσταντίνου Η΄ (1025-1028), όταν κατηγορήθηκε για συνωμοσία ο Βάρδας, εγγονός του σφετεριστή Βάρδα Φωκά. Μετά την τύφλωσή του, στις ιστορικές πηγές δεν υπάρχουν πλέον στοιχεία για τις δραστηριότητες των Φωκάδων. Εικάζεται ότι η οικογένεια εξέλιπε κατά τη διάρκεια του α΄ μισού του 11ου αιώνα, οπωσδήποτε πριν από το 1078.8 Όμως, η δόξα της είχε διαφυλαχθεί στις μνήμες των μεταγενεστέρων, όπως δείχνουν και τα λόγια του Μιχαήλ Ατταλειάτη, ο οποίος έγραφε ότι ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Γ΄ Βοτανειάτης ήταν συγγενής των Φωκάδων «των οποίων η δόξα εξαπλώνεται σε όλη τη γη και τη θάλασσα».9 |
1. Πιθανολογείται ότι ο Μιχαήλ Ατταλειάτης, στην προσπάθειά του να προβάλει όσο το δυνατόν περισσότερο το κύρος του αυτοκράτορα Νικηφόρου Γ΄ Βοτανειάτη, του οποίου ήταν θαυμαστής, δημιούργησε τη γενεαλογία σύμφωνα με την οποία ο Νικηφόρος Γ΄ καταγόταν από τους ένδοξους Φωκάδες, οι οποίοι με τη σειρά τους προέρχονταν από τους Φαβίους. Βλ. Μιχαήλ Ατταλειάτης, Ιστορία, Bekker, I. (επιμ.), Michaelis Attaliotae Historia (CSHB, Bonn 1853), σελ. 217-218, 229. Για την καταγωγή των Φωκάδων υπάχουν πολλές υποθέσεις: πρβλ. Djurić, I., “Porodica Foka”, Zbornik Radova Vizantoloskog Instituta 17 (1976), σ. 216-222. 2. Grégoire, H., “La carrière du premier Nicéphore Phocas”, στο Προσφορά εις Σίλπωνα Π. Κυριακίδην (Ελληνικά, Παράρτημα 4, Αθήνα 1953), σελ. 250· Djurić, I., “Porodica Foka”, Zbornik Radova Vizantoloskog Instituta 17 (1976), σελ. 223-227. Ο Cheynet, J.-C., “Les Phocas”, στο Dagron, G. – Mihăescu, H. (επιμ.), Le traité sur la guérilla (De velitatione) de l’empereur Nicéphore Phocas (963-969) (Paris 1986), σελ. 290, πιθανολογεί ότι ίσως οι Φωκάδες να ήταν εν μέρει γεωργιανής καταγωγής, το οποίο θα μπορούσε να εξηγεί τη συχνή εμφάνιση του ονόματος Βάρδας στην οικογένειά τους. 3. Ο Cheynet, J.-C., “Les Phocas”, στο Dagron, G. – Mihăescu, H. (επιμ.), Le traité sur la guérilla (De velitatione) de l’empereur Nicéphore Phocas (963-969) (Paris 1986), σελ. 291, θεωρεί πιθανό να αποδοθούν στον πρώτο Φωκά ορισμένες σφραγίδες οι οποίες δείχνουν ότι έφτασε μέχρι το αξίωμα του πρωτοσπαθαρίου και ότι, εκτός από το αξίωμα του τουρμάρχη, ασκούσε και άλλα καθήκοντα. 4. Εικάζεται ότι ο Λέων Φωκάς διορίστηκε δομέστικος των σχολών μετά το 913, δηλαδή μετά τη δολοφονία του τότε δομεστίκου Κωνσταντίνου Δούκα, τον οποίο ο πατριάρχης Νικόλαος Μυστικός υποκίνησε σε στάση. Βλ. Polemis, D., The Doukai. A Contribution to Byzantine Prosopography (London 1968), σελ. 23-24. 5. Βλ. Djurić, I., “Porodica Foka”, Zbornik Radova Vizantoloskog Instituta 17 (1976), σελ. 243. 6. Λεπτομέρειες για τις συγκρούσεις του Βασιλείου Β΄ με εκπροσώπους της βυζαντινής αριστοκρατίας βλ. στο Cheynet, J.-C., Pouvoir et contestations à Byzance 963-1210 (Byzantina Sorbonensia 9, Paris 1990), σελ. 27-37. 7. Ο Svoronos, N., “Remarques sur la tradition du texte de la novelle de Basile II concernant les puissants”, Zbornik Radova Vizantoloskog Instituta 8:2 (1964), σελ. 427-434, υποθέτει ότι τα στοιχεία στη Νεαρά του Βασιλείου Β΄ που αφορούν τις οικογένειες των Μαλεΐνων και των Φωκάδων είναι προσθήκη που έγινε μετά το 1001. Πρβλ. Svoronos, N., Les novelles des empereurs macédoniens concernant la terre et les stratiotes (Athènes 1994), σελ. 190-191, 303α. 8. Είναι γνωστό ότι ο Ρωμανός Γ΄ Αργυρός, έπειτα από μια αποτυχημένη εκστρατεία στην Ανατολή, κατέφυγε «στον οίκο του Φωκά στην Καππαδοκία», οπότε υποθέτουμε ότι εδώ πρόκειται για το Βάρδα Φωκά, τον οποίο τύφλωσε το 1026 ο Κωνσταντίνος Η΄. Μεταγενέστερα γίνεται αναφορά σε ορισμένες προσωπικότητες με το επίθετο Φωκάς, όμως δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι πρόκειται για μέλη της εν λόγω αριστοκρατικής οικογένειας. Πρβλ. Djurić, I., “Porodica Foka”, Zbornik Radova Vizantoloskog Instituta 17 (1976), σελ. 290-291. 9. Μιχαήλ Ατταλειάτης, Ιστορία, Bekker, I. (επιμ.), Michaelis Attaliotae Historia (CSHB, Bonn 1853), σελ. 217: «Ἡ μὲν οὖν τοῦ γένους αὐτοῦ ἀνωτάτω καὶ πρώτη σειρὰ ἐκ τῶν Φωκάδων ἐκείνων ὥρμηται, Φωκάδων ὧν κλέος εὐρὺ κατὰ πᾶσαν γῆν τε καὶ θάλασσαν». |