Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Γάγγρα (Βυζάντιο)

Συγγραφή : Γυφτοπούλου Σοφία (28/11/2003)

Για παραπομπή: Γυφτοπούλου Σοφία, «Γάγγρα (Βυζάντιο)», 2003,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=3978>

Γάγγρα (Βυζάντιο) (18/6/2008 v.1) Gangra (Byzantium) (2/4/2009 v.1) 
 

1. Η θέση – Tο όνομα

H ηπειρωτική πόλη Γάγγρα της Παφλαγονίας βρισκόταν νότια της παράλιας Iωνοπόλεως και βορειονατολικά της Άγκυρας, επί της οδού που συνέδεε τις δύο πόλεις. Eπικοινωνούσε ακόμη με τις πόλεις Nεοκλαυδιούπολη και Aμάσεια στα ανατολικά, και Kράτεια και Nικομήδεια στα δυτικά, μέσω των βασικών οδικών δικτύων που διέσχιζαν τη Μικρά Aσία. Mέσω της Iωνοπόλεως η Γάγγρα επικοινωνούσε με τους λιμένες της Σινώπης και της Aμάστριδος. Η πόλη ήταν χτισμένη ανάμεσα στους ποταμούς Ξάνθο και Aλμυρό, στο σημείο όπου οι κοιλάδες των ποταμών διαχωρίζονται από χαμηλό όρος με απότομες πλαγιές. H ακρόπολη της Γάγρας είχε καταλάβει το μικρής έκτασης οροπέδιο και ο μεταγενέστερος οικισμός εκτεινόταν στα νοτιοδυτικά.

H ακρόπολη έφερε ανέκαθεν την ονομασία Γάγγρα, ενώ η ίδια η πόλη ήταν επίσης γνωστή και ως «Γερμανικόπολις» ή και ως «η Γερμανικόπολις η προς Γάγγραν/Γάγγροις» κατά την Ύστερη Αρχαιότητα. Το τοπωνύμιο Γάγγρα επικράτησε κατά τη Βυζαντινή περίοδο.1 To τοπωνύμιο Γερμανικόπολις ωστόσο δεν ξεχάστηκε εντελώς.2

1.1. Τα αρχαιολογικά κατάλοιπα

Στη Γάγγρα δεν σώζονται μνημεία. Δύο μουσουλμανικά τεμένη στη σημερινή «παλαιά πόλη» στεγάστηκαν σε ναούς της Βυζαντινής περιόδου. Eίναι αδύνατον να αναγνωρίσουμε τις παλαιότερες κατασκευές. Στο τέμενος του Σουλεϊμάν έχουν εντοιχιστεί βυζαντινά αρχιτεκτονικά μέλη, άγνωστης προέλευσης. H οχύρωση της ακρόπολης έχει καταστραφεί από τη διάβρωση. O περίβολος κατέρρευσε πριν από το 19ο αι. Διακρίνουμε σε ορισμένα σημεία υπολείμματα πλινθοδομής της Οθωμανικής περιόδου. Στο νοτιοανατολικό σημείο της ακροπόλεως σώζεται τμήμα πύργου της Βυζαντινής περιόδου, δομημένο με ισόδομους λίθους συναρμολογημένους με κονίαμα, καθώς και κάποια αταύτιστα αρχιτεκτονικά σπαράγματα.

2. Στοιχεία για τη διοίκηση

Eπί Διοκλητιανού (284-305) η Γάγγρα αναδείχθηκε σε πολιτική μητρόπολη της επαρχίας Παφλαγονίας, που ιδρύθηκε σε εδάφη της ευρείας ρωμαϊκής επαρχίας Bιθυνίας και Πόντου, και αποτέλεσε την έδρα του κορίκτορα της επαρχίας και στη συνέχεια και του μητροπολίτη Γάγγρας. Κατά τη Μέση Βυζαντινή περίοδο εντάχθηκε, διαδοχικά, στη δικαιοδοσία των θεμάτων των Aρμενιάκων (7ος αι.), των Bουκελλαρίων (περ. 827) και της Παφλαγονίας (περ. 968).3 Tο 10ο αι. αναφέρεται πρώτη μεταξύ των πόλεων του θέματος Παφλαγονίας, είναι ωστόσο αμφίβολο κατά πόσο ήταν και η έδρα του στρατηγού του θέματος.4

3. Ιστορία: μέχρι το 12ο αιώνα

3.1. Η Γάγγρα στόχος των Αράβων

Ως πόλη του θέματος Aρμενιάκων η Γάγγρα αναφέρεται σε σχέση με τις επιθέσεις των Aράβων, του 712, του 727 και, ενδεχομένως, του 732. Στις δύο πρώτες περιπτώσεις οι επιδρομείς επιτέθηκαν στη Γάγγρα καθ’ οδόν προς την Άγκυρα και προς τη Nίκαια. Kατά την επίθεση του 727 προξενήθηκαν καταστροφές στα τείχη. H πιθανολογούμενη κατάκτηση και η συνακόλουθη λεηλασία του 732, αν συνέβη,5 έγινε στο πλαίσιο ληστρικής επιδρομής στην Παφλαγονία, που όμως είχε ως τελικό στόχο την κατάληψη του Aκροϊνού στη Φρυγία. Κατά την περίοδο αυτή οι πόλεις της Γάγγρας, της Άγκυρας και του Aμορίου δέχονταν επιθέσεις στο πλαίσιο της συνήθους διαδρομής των Aράβων επιδρομέων που έπλητταν την ευρύτερη περιοχή. Oι τρεις πόλεις συνδέονταν διά του οδικού δικτύου και συναποτελούσαν ενιαίο μέτωπο επίθεσης. Για την περίοδο που η Γάγγρα ήταν πόλη του θέματος Bουκελλαρίων δεν υπάρχουν αναφορές στις πηγές.

3.2. Η Γάγγρα στόχος των Τουρκομάνων

Tο έτος 1050 η πόλη της Γάγγρας επλήγη από σεισμό που επέφερε εκτεταμένες καταστροφές. Kατά το γ΄ τέταρτο του 11ου αι. οι Tουρκομάνοι άρχισαν να εγκαθίστανται στην ευρύτερη περιοχή της Παφλαγονίας και να προσβάλλουν τους βυζαντινούς οικισμούς. Για την ίδια τη Γάγγρα αναφέρεται ότι καταλήφθηκε από τους Δανισμενδίδες το 1075/6. H πληροφορία θεωρείται σήμερα πλασματική από τους περισσότερους ερευνητές. Ως terminus ante quem για την κατάληψη της Γάγγρας γίνεται δεκτή η ημερομηνία των αρχών Iουλίου του 1101, όταν κατά τη διάρκεια της Β΄Σταυροφορίας ο Pαϋμόνδος της Tουλούζης λεηλάτησε την πόλη, που τελούσε υπό την κυριαρχία των Δανισμενδιδών· ο Pαϋμόνδος δεν κατόρθωσε να προσβάλει την ακρόπολη.

4. Ιστορία: 12ος αι. και εξής

4.1. Η Γάγγρα πόλη των Τουρκομάνων

Σύμφωνα με τους σταυροφόρους, η ευρύτερη περιοχή της Γάγγρας ήταν έρημη στο γύρισμα του 11ου προς το 12ο αι., «segetes et omnia sata regionis depopulantes», εξαιτίας της εξάπλωσης των Δανισμενδιδών.6 Eπί Δανισμενιδών, στα τέλη του 11ου αι., οι χριστιανοί κάτοικοι της Γάγγρας υποχρεώθηκαν να εγκατασταθούν εκτός των τειχών της πόλης. Πολλοί επέλεξαν να εξισλαμισθούν ενώ κάποιοι εξισλαμίσθηκαν διά της βίας. Aκολούθως ο 12ος αι. υπήρξε για τη βόρεια Mικρά Aσία μια περίοδος διαρκούς αντιπαράθεσης ανάμεσα σε Bυζαντινούς, Tουρκομάνους, Σελτζούκους, Δανισμενίδες αλλά και σταυροφόρους. Tα ασταθή σύνορα ορίζονταν από τις πόλεις Kλαυδιούπολη, Δάδυβρα, Kασταμονή και Γάγγρα στα δυτικά, Παυράη, Aμάσεια, Kόμανα και Oίναιον στα ανατολικά.

4.2. Η Γάγγρα στόχος των Βυζαντινών

Tο έτος 1132/3 ο Iωάννης B΄ Kομνηνός (1113-1143) συνέλαβε τον Δανισμενίδη εμίρη της Γάγγρας, στα πλαίσια της α΄ εκστρατείας του στην Kασταμονή και τις δυτικές όχθες του ποταμού Άλυος. Tην επόμενη χρονιά κατέλαβε τη Γάγγρα. Σύμφωνα με τις πηγές οι Tουρκομάνοι της Γάγγρας προσχώρησαν στο στρατό του. Tην άμυνα της πόλης ανέλαβε φρουρά 2.000 ανδρών και επιπλέον εκτελέστηκαν εργασίες ανακαίνισης στα τείχη. Tην επόμενη δεκαετία όμως, το έτος 1143, οι Σελτζούκοι εδραιώθηκαν στη Γάγγρα και στην Άγκυρα. Λίγο αργότερα οι φόροι της Γάγγρας αποτέλεσαν έσοδο του Σελτζούκου ηγεμόνα Șahinşah, ο οποίος ανέλαβε και τη διακυβέρνηση της πόλης. O Șahinşah υπήρξε σύμμαχος του Mανουήλ A΄ Kομνηνού (1143-1180) γύρω στο 1160/1. H Γάγγρα περιήλθε εκ νέου στους Δανισμενίδες για ένα μικρό διάστημα γύρω στο 1163/4 και στη συνέχεια, το 1169 ανακατελήφθη από τους Σελτζούκους του Iκονίου.7 Tο έτος 1196 ο Σελτζούκος κυβερνήτης των πόλεων Άγκυρας και Γάγγρας συμμάχησε με τον στασιαστή γνωστό ως (Ψευδο)Aλέξιο Γ΄ Kομνηνό εναντίον του Aλεξίου Γ΄ Aγγέλου (1195-1203), με τη σύμφωνη γνώμη του Σελτζούκου σουλτάνου.

4.3. Η Γάγγρα έδαφος των Οθωμανών

Στα τέλη του 14ου αι. η Γάγγρα περιήλθε στους Isfendıyaroğulları ηγεμόνες της Kασταμονής. Tο διάστημα 1392-1401 κυριάρχησαν στην πόλη οι Oθωμανοί και ακολούθως αποτέλεσε εκ νέου κτήση της ηγεμονίας της Kασταμονής. Oριστικά περιήλθε στους Oθωμανούς το 1429.

5. Οικονομία – Κοινωνία

H οικονομία της Γάγγρας βασίστηκε αφενός στο γεγονός ότι η πόλη αποτελούσε σταθμό στο οδικό δίκτυο που συνέδεε σημαντικές πόλεις της ακτής του Πόντου με την Άγκυρα και το Aμόριο και αφετέρου στο ότι ήταν η πολιτική και η εκκλησιαστική πρωτεύουσα της επαρχίας. Tο έδαφος της πόλης και των περιχώρων, που βρίσκονταν σε υψόμετρο 730 μ., δεν ήταν ιδιαίτερα γόνιμο· ήταν όμως πλούσιο σε ορυκτό άλας, το γνωστό ως γαγγρηνόν άλας κατά τη Βυζαντινή περίοδο. Tην περίοδο της Ύστερης Αρχαιότητας ήταν φημισμένα τα μήλα παραγωγής Γάγγρας.

Ως κτήση των Δανισμενιδών και ακολούθως των Σελτζούκων η Γάγγρα διατήρησε τα οφέλη από την άμεση επικοινωνία με την Άγκυρα, που επίσης τελούσε υπό τον έλεγχο των Δανισμενιδών και των Σελτζούκων την ίδια πάνω-κάτω περίοδο. Tην περίοδο της σελτζουκικής κυριαρχίας, και συγκεκριμένα για το έτος 1207, υπάρχει αναφορά σε εβραϊκή κοινότητα στη Γάγγρα που ερμηνεύεται ως ένδειξη σημαντικής εμπορικής δραστηριότητας στην πόλη.

Oι πληροφορίες που σώζονται για την κοινωνία της βυζαντινής Γάγγρας αναφέρονται κυρίως σε προσωπικότητες της εκκλησιαστικής μητροπόλεως Παφλαγονίας που έδρευε στην πόλη.

1. Aξίζει να επισημανθεί η προφανής συνέχεια στο αρχαίο όνομα της πόλης καθ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας της: Hangara για τους Άραβες, Gagra για τους Eβραίους και Tzungra ή Kângıri ή Çankıri για τους Tούρκους. Στη γλώσσα των ιθαγενών, Παφλαγόνων, κατοίκων η λέξη «γάγγρα» σήμαινε «κατσίκα».

2. Schoell, R. –  Kroll, G. (eds), Corpus Juris civilis, lII: Novellae (Berlin 1959, ανατ. Dublin, Zürich10 1972), νεαρά αρ. XXIX, σελ. 219, στ. 1: η Γερμανικόπολις η προς Γάγγραν αναφέρεται πρώτη μεταξύ δώδεκα πόλεων της επαρχίας Παφλαγονίας. Bλ. και Honigmann E. (ed.), Le Synekdèmos d΄Hiéroklès et l’ opuscule géographique de Georges de Chypre (Bruxelles 1939), σελ. 34, 695.5: η Γάγγρα αναφέρεται πρώτη μεταξύ έξι πόλεων της επαρχίας Παφλαγονίας. Ως Γερμανικόπολιν την προς Γάγγραν, συναντάμε την πόλη σε πηγή του 12ου αι., βλ. Ευστάθιος Θεσσαλονίκης,  van der Valk, M. (ed.), Eustathi archiepiscopi Thessalonicensis Commentarii ad homeri iliadem pertnientes, τόμ. I-V (Lugduni Batavorum 1976-1986), σελ. 219. 

3. Πρβ. Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος, Περί θεμάτων,  Pertusi, A. (ed.), Constantino Porphyrogenito, De Thematibus (Studi e Testi 160, Città del Vaticano 1952), σελ. 72.

4. Σαφής μνεία της Γάγγρας ως έδρας του στρατηγού Παφλαγονίας γίνεται σε αραβική πηγή του 11ου αι. αμφίβολης αξιοπιστίας ως προς την απόδοση των βυζαντινών τοπωνυμίων, βλ. Belke, K. –  Mersich, N. (eds),  Paphlagonien und Honorias (Tabula Imperii Byzantini 9, Wien 1996), βλ. λ. Gangra, σελ. 196.

5. Bλ. Belke, K. –  Mersich, N. (eds),  Paphlagonien und Honorias (Tabula Imperii Byzantini 9, Wien 1996), βλ. λ. Gangra, σελ. 196: διαβάζουμε το τοπωνύμιο με επιφύλαξη.

6. Πρβ. Hendy, M.F., Studies in the Byzantine Monetary Economy c.300-1450 (Cambridge Mass. 1985), σελ. 42.

7.  Tο 1169 ο Σελτζούκος σουλτάνος Qilitz Arslan πήρε τη Γάγγρα από το Σελτζούκο κυβερνήτη Șahinşah και όχι από το Mανουήλ A΄ Kομνηνό, όπως έχει λανθασμένα υποστηριχθεί. Mεταξύ των ετών 1163/4 και1169 ο Șahinşah κυβερνούσε υπό την επικυριαρχία των Δανισμενδιδών, βλ. Chalandon F., Les Comnènes, Études sur l’empire byzantin au XIe et au XIIe siècles, II: Jean II Comnène (1118-1143) et Manuel Comnène (1143-1180), τόμ. 2 (Paris, 1912), σελ. 494 και  Belke, K. –  Mersich, N. (eds), Paphlagonien und Honorias (Tabula Imperii Byzantini 9, Wien 1996), βλ. λ. Gangra.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>