Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Έφεσος (Αρχαιότητα), Γυμνάσιο Βήδιου

Συγγραφή : Pianalto Anna (16/5/2001)

Για παραπομπή: Pianalto Anna, «Έφεσος (Αρχαιότητα), Γυμνάσιο Βήδιου», 2001,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=4341>

Έφεσος (Αρχαιότητα), Γυμνάσιο Βήδιου (6/2/2006 v.1) Ephesus (Antiquity), Vedius Gymnasium  (15/2/2006 v.1) 
 

1. Γυμνάσια-λουτρά Μικράς Ασίας και ιστορία της έρευνας στο Γυμνάσιο του Βήδιου

Ο αρχιτεκτονικός τύπος γυμνασίου-λουτρών αναπτύχθηκε ιδιαίτερα στη Μικρά Ασία, όπου η πολύπλοκη σύνθεση των ρωμαϊκών θερμών συνδυάστηκε με την απλή γραμμική κάτοψη του ελληνικού γυμνασίου. Αυτός ο συνδυασμός αθλητικών εγκαταστάσεων και χώρων λούσεως είχε ήδη εμφανιστεί στην Ιταλία, στη Μικρά Ασία όμως απέκτησε ιδιαίτερο τοπικό χαρακτήρα, καθώς εδώ οι αρχιτέκτονες προσάρμοζαν στα νέα δεδομένα την αρχιτεκτονική παράδοση του ελληνικού γυμνασίου. Τα περισσότερα από τα λουτρικά συγκροτήματα της Μικράς Ασίας χρονολογούνται στα τέλη του 1ου αιώνα και κυρίως το 2ο αι. μ.Χ. και η ανέγερσή τους απηχεί γενικότερα την υιοθέτηση των ρωμαϊκών συνηθειών, αφού η επίσκεψη των λουτρών αποτελούσε μέρος της καθημερινής ζωής των κατοίκων των πόλεων του ρωμαϊκού κόσμου.1

Η Έφεσος, πρωτεύουσα της επαρχίας της Ασίας, αριθμούσε πέντε λουτρά συνδυασμένα με γυμνάσιο, μεταξύ των οποίων ήταν και το μνημειακό συγκρότημα Γυμνασίου-Λουτρών του Βήδιου (ή Ουήδιου) (αρ. 106), το οποίο κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους ήταν γνωστό ως «γυμνάσιον πρὸς τῷ Κορεσσῷ».2 Οι ανασκαφικές έρευνες στο χώρο πραγματοποιήθηκαν το διάστημα 1927-1930 από το Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, υπό την εποπτεία του J. Keil και συνεχίστηκαν από τους M. Theur και F. Miltner.3 Το 2000 το ερευνητικό έργο στο γυμνάσιο συνεχίστηκε από το Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, με στόχο τη θεωρητική αποκατάσταση του μνημείου, τη διευκρίνηση τεχνικών λεπτομερειών της κατασκευής, καθώς και την ανάδειξη της ιστορικής και αρχαιολογικής σημασίας του μέσα από την ερμηνευτική προσέγγιση της περιοχής.4

2. Θέση και αρχιτεκτονική περιγραφή

Το Γυμνάσιο του Βήδιου (αρ.106) βρίσκεται στη βορειοδυτική πλαγιά του Panyirdag, στο βόρειο τμήμα της Έφεσου δίπλα στο στάδιο (αρ.104).5 Το συγκρότημα με διαστάσεις 135x75 μ. παρουσιάζει συμμετρική κάτοψη και οι χώροι του ήταν διευθετημένοι στον ίδιο άξονα με προσανατολισμό Α-Δ, όπως συμβαίνει και στα συγκροτήματα Γυμνασίων-Λουτρών των Σάρδεων και των Αιζανών. Διαιρείται σε δύο πτέρυγες, την πτέρυγα της παλαίστρας, που αναπτυσσόταν στο ανατολικό τμήμα, και την πτέρυγα του λουτρού, που καταλάμβανε το δυτικό τμήμα του συγκροτήματος. Ανάμεσα στις δύο πτέρυγες υπήρχαν ευρύχωρες επιμήκεις βοηθητικές αίθουσες που λειτουργούσαν ως ζώνη μόνωσης.

Η κύρια είσοδος βρισκόταν στη νότια πλευρά του συγκροτήματος. Ένα τετράγωνο πρόπυλο (1) (vestibulum)με κόγχες που ανοίγονταν στους πλευρικούς τοίχους οδηγούσε σε μια παλαίστρα με ορθογώνια κάτοψη (2). Δίπλα στο πρόπυλο υπήρχε αποχωρητήριο (latrinae) (16). Επρόκειτο για μια κατασκευή μήκους 17 μ., η οποία διέθετε προθάλαμο και αυλή με κιονοστοιχίες στο εσωτερικό.6

Ο υπαίθριος χώρος της παλαίστρας, διαστάσεων 40x50, οριζόταν από στοές, απαραίτητες για την προστασία των αθλούμενων από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Στη δυτική πλευρά διαμορφωνόταν μια εξέδρα (3).7 Στην πρόσοψή της, που ήταν προσανατολισμένη στην κεντρική αυλή της παλαίστρας, υπήρχε κιονοστοιχία αντί για συνεχή τοίχο. Οι τοίχοι του εσωτερικού της αίθουσας έφεραν πλούσια αρχιτεκτονική και γλυπτή διακόσμηση, ενώ στο δυτικό τοίχο ανοιγόταν ημικυκλική κεντρική κόγχη, όπου θα ήταν τοποθετημένο το άγαλμα του Αντωνίνου Πίου. Mπροστά στη κόγχη βρισκόταν ένας μικρός βωμός. Ολόγλυφες μορφές, όπως εκείνη του Ανδρόκλου, μυθικού ιδρυτή της πόλης, του Διονύσου και του Ασκληπιού, καθώς και ένα αντίγραφο του δισκοβόλου του Μύρωνα, προέρχονταν από το εικονογραφικό πρόγραμμα του γλυπτού διακόσμου του εσωτερικού.8 Η μεγάλη αυτή αίθουσα εξυπηρετούσε ίσως την αυτοκρατορική λατρεία.9

Η αυτοκρατορική αίθουσα πλαισιωνόταν από δύο μικρότερους τετράγωνους χώρους, προσβάσιμους από την παλαίστρα, οι οποίοι λειτουργούσαν ως προθάλαμοι και επικοινωνούσαν με έναν ενιαίο επιμήκη χώρο (4). Ο χώρος αυτός (ambulacrum) συνέθετε τη διαχωριστική ζώνη ανάμεσα στην παλαίστρα και τα διαμερίσματα λούσεως και λειτουργούσε πιθανόν ως ευρύχωρη αίθουσα συναντήσεως και αποδυτήριο. Καταλάμβανε τη μισή σε μήκος έκταση των εγκαταστάσεων των λουτρών και είχε κάτοψη σε σχήμα διπλού Τ. Προεξέχοντες ενδομημένοι πεσσοί στήριζαν τόξα και ο χώρος στεγαζόταν με ημικυλινδρικό θόλο (καμάρα). Αξίζει να σημειωθεί ότι η αρχιτεκτονική λύση των πεσσών ως ενδιάμεσων στηριγμάτων του ημικυλινδρικού θόλου της στέγασης αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικά αρχιτεκτονικά στοιχεία των μικρασιατικών λουτρών.10

Ακολουθούν οι κυρίως εγκαταστάσεις των λουτρών, που αναπτύσσονται στο δυτικό τμήμα του συγκροτήματος. Ο τρόπος οργάνωσης των ψυχρών (frigidarium) και των θερμαινόμενων χώρων (tepidarium, caldarium) παρουσιάζει συμμετρική δομή και ομοιομορφία. Πιο συγκεκριμένα αναπτύσσονται σε ζώνες με δύο ή περισσότερες αίθουσες να πλαισιώνουν έναν κεντρικό χώρο. Η διάταξη αυτή επαναλαμβάνεται σε όλη την έκταση των λουτρικών εγκασταστάσεων και εξυπηρετούσε τη λειτουργικότητα του κτηρίου.

Μια ορθογώνια αίθουσα (5) περιλάμβανε τη μεγάλη πισίνα για ψυχρό λουτρό (natatio frigida),11 την οποία κοσμούσαν αγάλματα ποτάμιων θεών,12 και δύο παράπλευρους βοηθητικούς χώρους. Η αρχιτεκτονική μορφή της αίθουσας, με μια κεντρική πισίνα να καταλαμβάνει όλη σχεδόν την έκταση του εσωτερικού χώρου, αποτελούσε ένα ακόμα τυπικό γνώρισμα των λουτρών της Μικράς Ασίας, που συναντιέται σε αντίστοιχα συγκροτήματα στην Έφεσο (στα Λουτρά του Λιμανιού και στα Ανατολικά Λουτρά), τις Σάρδεις και την Άγκυρα.13

Ο ορθογώνιος χώρος με την πισίνα επικοινωνούσε στα δυτικά με δύο επιμήκεις αίθουσες, που ταυτίζονται μάλλον με αποδυτήρια (6). Οι αίθουσες αυτές πλαισίωναν έναν κεντρικό τετράγωνο χώρο, εξοπλισμένο στα βόρεια και τα νότια με δύο πισίνες, ο οποίος αποτελούσε επίσηςαίθουσα για το ψυχρό λουτρό (frigidarium) (7). Από το χώρο αυτό υπήρχε πρόσβαση στο tepidarium (10), αίθουσα για το χλιαρό λουτρό, που λειτουργούσε ως το μεταβατικό στάδιο από το ψυχρό στο θερμό λουτρό ή και το αντίστροφο,και στα sudatoria (14), δύο μικρότερους χώρους εφίδρωσης, που διατάσσονταν εκατέρωθεν. Το tepidarium επικοινωνούσε με τους θερμούς χώρους, που ήταν προσανατολισμένοι στη δυτική πλευρά των κτηρίου, ώστε να εκμεταλλεύονται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το φυσικό φως και την ηλιακή θερμότητα κατά τις απογευματινές ώρες.

Οι θερμοί χώροι περιλάμβαναν το caldarium (12), την ορθογώνια αίθουσα του θερμού λουτρού, που ήταν τοποθετημένη στο κέντρο, και τέσσερις βοηθητικούς χώρους, δύο στα βόρεια και δύο στα νότια. Στο caldarium διαμορφώνονταν προεξέχοντες ενδομημένοι πεσσοί. Ο αρχιτεκτονικός αυτός τύπος του caldarium με προεξέχοντες πεσσούς αποτελεί χαρακτηριστικό και άλλων λουτρών της Μικράς Ασίας, όπως εκείνων του Λιμανιού της Εφέσου, των Σάρδεων, της Αλεξάνδρειας Τρωάδος και της Καύνου.14 Οι αίθουσες των θερμών λουτρών θερμαίνονταν με υπόκαυστα, ένα είδος υποδαπέδιας θέρμανσης, καθώς και με πήλινους αεραγωγούς στον πυρήνα των τοίχων.15

3. Χρονολόγηση

Σύμφωνα με επιγραφικά στοιχεία, που βρέθηκαν στο χώρο κατά τη διάρκεια των ανασκαφικών ερευνών, το κτήριο αποτελούσε Γυμνάσιο, αφιερωμένο στην Άρτεμη, τον αυτοκράτορα Αντωνίνο Πίο (138-161) και την οικογένειά του. Το γυμνάσιο χτίστηκε από τον επιφανή Εφέσιο, φίλο του αυτοκράτορα, τον Publius Vedius Antoninus (Πόπλιο Βήδιο Αντωνίνο), γνωστό πάτρωνα της πόλης, και τη σύζυγο του Flavia Papiana (Φλάβια Παπιανή). Συνεπώς με βάση τα αρχαιολογικά δεδομένα το συγκρότημα χρονολογείται μετά το 140 μ.Χ.16

1. Ramage, N.H. – Ramage, A., Ρωμαϊκή Τέχνη (μτφρ. Χ. Ιωακειμίδου, επιμ. Θ. Στεφανίδου-Τιβερίου) (Θεσσαλονίκη 2000), σελ. 284.

2. Το γυμνάσιο αυτό είχε επισκεφθεί ο ρήτορας Αριστείδης, Aristeid. 2,83. Ως προς την ταύτιση του συγκεκριμένου συγκροτήματος με το «γυμνάσιον πρός τῷ Κορεσσῷ», βλ. Steskal, M. –  La Torre, M., “Das Vediusgymnasium in Ephesos”, ÖJh 70 (2001), σελ. 231-234.

3. Βλ. Keil, J., “Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 26 (1930), σελ. 17-20· Keil, J., “Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 25 (1929), σελ. 21-38· Keil, J., “Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 24 (1929), σελ. 20-45. Αναλυτικά για το χρονικό των ανασκαφών και την ιστορία της έρευνας στο Γυμνάσιο του Βήδιου βλ. Steskal, M. – La Torre, M., “Das Vediusgymnasium in Ephesos”, ÖJh 70 (2001), σελ. 221–234.

4. Αναλυτικά για το θέμα βλ. Steskal, M. – La Torre, M., “Das Vediusgymnasium in Ephesos”, ÖJh 70 (2001), σελ. 221–244.

5. Για τη σημασία της τοπογραφικής θέσης του συγκροτήματος βλ. Kalinowski, A., “The Vedii Antonini: Aspects of Patronage and Benefaction in Second-Century Ephesos”, Phoenix 56 ( 2002), σελ. 124-127.

6. Για τους χώρους του αποχωρητήριου βλ. Scherrer, P. (επιμ.), Ephesus, The New Guide (2000), σελ.168.

7. Εξέδρα: τύπος αίθουσας της παλαίστρας με πλευρά προς την κεντρική αυλή ανοικτή η οποία διαμορφώνεται με κιονοστοιχία. Οι εξέδρες στα γυμνάσια και τις παλαίστρες εξυπηρετούσαν ποικίλες λειτουργίες. Τέτοιας μορφής αίθουσα ήταν συχνά το εφηβείον.

8. Ο κορμός αγάλματος του Ασκληπιού, του Διονύσου, η κεφαλή ενός Έρωτα και αντίγραφο του δισκοβόλου του Μύρωνα προέρχονται από το εικονογραφικό πρόγραμμα της αυτοκρατορικής αίθουσας του γυμνασίου. Aurenhammer, M., Die Skulpturen von Ephesos: Bildwerke aus Stein. Idealplastik I. Forschungen in Ephesos X/1 (Wien 1990), σελ 47 (αρ. 23 Ασκληπιός), σελ. 37 (αρ. 37 Διόνυσος), σελ. 87 (αρ. 66 Έρωτας ), σελ. 126 (αρ.105 Άνδροκλος), σελ. 156 (αρ. 138 Δισκοβόλος).

9. Για την αυτοκρατορική αίθουσα και τη χρήση της βλ. Kalinowski, A., “The Vedii Antonini: Aspects of Patronage and Benefaction in Second-Century Ephesos”, Phoenix 56 ( 2002), σελ. 135-138.

10. Λουτρά της Φαυστίνας Μιλήτου, Ανατολικά Λουτρά Πέργαμου, Λουτρά Μαγνησίας, Λουτρά του Λιμανιού Εφέσου, Λουτρά Καρακάλλα Άγκυρας και Λουτρά-γυμνασίου Τερμησσού.

11. Πιθανόν η αίθουσα IV με την πισίνα να αποτελούσε τμήμα του Frigidarium. Steskal, M.– La Torre, M., “Das Vediusgymnasium in Ephesos”, ÖJh 70 (2001), σελ. 226. Yegül, F., Baths and bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 416-417.

12. Για τις μορφές των ποτάμιων θεών βλ. Aurenhammer, M., Die Skulpturen von Ephesos: Bildwerke aus Stein , Idealplastik I. Forschungen in Ephesos X/1 (Wien 1990), σελ. 105-107 (αρ. 86-87).

13. Yegül, F., Baths and bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 416-417.

14. Yegül, F., Baths and bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 417-418, 420.

15. Για τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό του συγκροτήματος βλ. Krencker, D., Die Trierer Kaiserthermen (1929), σελ. 287-288· Keil, J., “Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 26 (1930), σελ. 17-20· Keil, J., “Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 25 (1929), σελ. 21-38· Keil, J., “Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 24 (1929), σελ. 20-45· Keil, J., Führer durch Ephesos (Wien 1964), σελ. 56-61·Yegül, F., Baths and bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 282-284· Keil, J., Führer durch Ephesos (Vienna 1964), σελ. 56-61. Boethius, A. – Ward Perkins, J.B., Etruscan and Roman Architecture (1970), σελ. 399-401. Farrington, A., “Imperial Bath Buildings in South-West Asia Minor”, στο Macready, S. – Thompson F.H. (epim.) Roman Architecture in the Greek world (Society of Antiquaries, Occasional Papers, New Series 10, London 1987), σελ. 50-51, 56. Ward Perkins, J.B., Roman Imperial Architecture (London – New Haven 1989), σελ. 292-294· Scherrer, P. (επιμ.), Ephesus, The New Guide (2000), σελ. 168-169.

16. Πρόκειται για επιγραφές που προέρχονται από το επιστύλιο της Παλαίστρας και από τη μεγάλη αίθουσα (ambulacrum) των εγκαταστάσεων. Keil, J., “Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 24 (1929), σελ. 26-28. Keil, J., “Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 25 (1929), σελ. 25-28· Börker, C. – Merkelbach, R. – Engelmann, H. – Knibbe, D., Die Inschriften von Ephesos II, Nr 101-599 (IK 12, Bonn 1979), αρ. 431, σελ. 155, αρ. 438, σελ. 159-160· Yegül, F., Baths and bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 454, σημ. 22· Kalinowski, A., “The Vedii Antonini: Aspects of Patronage and Benefaction in Second-Century Ephesos”,  Phoenix 56 (2002), σελ. 121-127.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>