1. Θέση
Το θέατρο της Εφέσου (αρ. 75) αποτελεί το καλύτερα σωζόμενο αρχαίο κτίσμα της μικρασιατικής μητρόπολης, το μεγαλύτερο θέατρο του μικρασιατικού χώρου και ταυτόχρονα ένα από τα μεγαλύτερα θέατρα του αρχαίου κόσμου. Διαμορφώνεται στην πλαγιά του όρους Πίον (Panayır Dağ) και είναι προσανατολισμένο προς τα δυτικά. Βρίσκεται σε απόσταση περίπου 600 μ. από το κεντρικό λιμάνι, στην απόληξη της Αρκαδιανής οδού, ενός από τους σπουδαιότερους εμπορικούς δρόμους της Εφέσου, ενώ στη βορειοανατολική γωνία της πλατείας μπροστά στο θέατρο εκτείνεται η οδός Θεάτρου με κατεύθυνση Ν-Β. Επομένως η πρόσβαση στο θεατρικό οικοδόμημα εξασφαλιζόταν μέσω δυο κεντρικών οδικών αρτηριών της πόλης.1
2. Αρχιτεκτονικός σχεδιασμός
Η κάτοψη του ακολουθούσε τα , αλλά σε μεταγενέστερα χρόνια μετατράπηκε σε , φαινόμενο σύνηθες στο χώρο της Μικράς Ασίας, όπου τα προϋπάρχοντα ελληνιστικά θέατρα υπέστησαν μετατροπές στις κατόψεις τους κατά τα Αυτοκρατορικά χρόνια.
2.1. Ελληνιστικό θέατρο
Η αρχική κατασκευή του θεάτρου της Εφέσου τοποθετείται πιθανόν μετά το 133 π.Χ. και την ανάδειξη της πόλης σε κεντρικό λιμάνι της επαρχίας της Ασίας, ενώ πιθανολογείται η θέση ανέγερσης του θεατρικού οικοδομήματος να επιλέχτηκε κατά την ίδρυση της νέας πόλης με το όνομα Αρσινόεια από το Λυσίμαχο γύρω στο 274 π.Χ.2 Το ελληνιστικό θέατρο διέθετε και σε σχήμα πετάλου με διάμετρο 24,66 μ., η οποία περιβαλλόταν από αγωγό συγκέντρωσης ομβρίων υδάτων (). Η ήταν ορθογώνια, διαστάσεων 41,70x10,05, και είχε δύο ορόφους, παρουσίαζε μάλιστα ομοιότητες με εκείνη των ελληνιστικών θεάτρων της Πριήνης και της Άσσου. Στην πρόσοψή της ανοίγονταν επτά θυρώματα, ανάμεσα σε ογκώδεις , τα οποία έκλειναν γραπτοί πίνακες. Το σκηνικό οικοδόμημα στέγαζε κεραμοσκεπής οροφή.3
2.2. Ρωμαϊκό θέατρο
Στους Αυτοκρατορικούς χρόνους, πιο συγκεκριμένα κατά τον 1ο αι. μ.Χ. έγινε ριζική ανακαίνιση του θεατρικού οικοδομήματος σύμφωνα με το ρωμαϊκό τύπο. Στην τελική του μορφή, την οποία διατηρεί και σήμερα, το κοίλο υψώνεται περίπου 30 μ. από το επίπεδο της ορχήστρας. Έχει σχήμα μεγαλύτερο του ημικυκλίου και είναι χτισμένο πάνω σε φυσική πλαγιά, ενώ για τη στήριξη των πλευρικών τμημάτων του κοίλου και των αναλημμάτων χρειάστηκε να χρησιμοποιηθούν βοηθητικές υποκατασκευές με θολοδομίες, που καλύπτουν την κλίση του εδάφους. Καμαροσκέπαστοι διάδρομοι με κλίμακες (vomitoria) οδηγούσαν στις κεντρικές εισόδους των διαζωμάτων και διευκόλυναν την πρόσβαση των θεατών στα ανώτερα τμήματα του κοίλου.4 Το κοίλο διαιρούνταν από δύο οριζόντια (praesinctiones) σε τρία τμήματα (maeniana) καθ’ ύψος. Το κάτω τμήμα του κοίλου (ima cavea) χωριζόταν μέσω 12 ακτινωτών κλιμάκων σε 11 κερκίδες (cunei) με 18 σειρές ,5 ενώ το μεσαίο (media cavea) και άνω τμήμα (summa cavea) είχε 22 κερκίδες με περίπου 20 σειρές εδωλίων το καθένα. Η συνολική χωρητικότητα του θεάτρου υπολογίζεται σε 24.000 θεατές. Το θεατρικό οικοδόμημα της Εφέσου διέθετε καθορισμένες θέσεις επισήμων, ενώ υπήρχε και σαφής διαχωρισμός θέσεων ανάλογα με τις κοινωνικές ομάδες και τάξεις.6 Στην άνω απόληξη του κοίλου υπήρχε στοά (porticus in summa cavea) για την άνετη μετακίνηση των θεατών στο άνωτερο τμήμα του θεάτρου.7 Για την προστασία των θεατών από το δυνατό ήλιο ή τη βροχή, μαρτυρείται επιγραφικά ότι το κοίλο στεγαζόταν με μια τεράστια τέντα (velarium).8
Η ορχήστρα ήταν ημικυκλική με διάμετρο 33,62 μ. και καλυπτόταν από μαρμάρινες πλάκες. Όταν αργότερα μετατράπηκε σε αρένα για αμφιθεατρικά παιχνίδια αφαιρέθηκαν οι πρώτες σειρές των εδωλίων και ο περιμετρικός τοίχος της ορχήστρας έγινε πιο ψηλός, σαν στηθαίο, για την προστασία των θεατών από τα βίαια δρώμενα των μονομαχιών και των κυνηγιών άγριων ζώων. 9 Η ανακατασκευή της σκηνής του θεάτρου της Εφέσου πραγματοποιήθηκε στα χρόνια του Δομιτιανού (σύμφωνα με επιγραφικές μαρτυρίες γύρω στο 87-92 μ.Χ.), σε μια εποχή οικοδομικής άνθησης για την πόλη.10 Το (pulpitum) μετατοπίστηκε προς την ορχήστρα και στηρίχθηκε σε χαμηλό (proscaenium). Οι μεταποιήσεις αυτές έκλεισαν τελείως τις και για το λόγο αυτό δημιουργήθηκαν θολωτές είσοδοι προς τη σκηνή.
Η μνημειώδης διώροφη πρόσοψη της σκηνής του ρωμαϊκού θεάτρου () διαμορφώθηκε μπροστά από το ελληνιστικό σκηνικό οικοδόμημα στα χρόνια των Φλαβίων (69-96 μ.Χ.). Ο 1ος όροφος έφερε ιωνική κιονοστοιχία, ενώ ο 2ος κίονες . Οι κιονοστοιχίες δημιουργούσαν ναόσχημες προβολές και καμπύλες εξέδρες, στήριζαν πλούσιο και επιστέφονταν με τοξωτά και τριγωνικά . Στο μέτωπο της σκηνής ανοίγονταν θυρώματα,11 (aediculae) και κόγχες, που κοσμούνταν με αγάλματα. Τα αρχιτεκτονικά αυτά στοιχεία με έντονη διακοσμητική διάθεση ανέδειξαν μνημειακά την πρόσοψη της σκηνής σύμφωνα με τα ρωμαϊκά πρότυπα αισθητικής. Ακόμα ένας όροφος με απλή κιονοστοιχία φαίνεται ότι δεν ανήκε στο σχεδιασμό της αρχικής σύνθεσης, αλλά μάλλον προστέθηκε στην εποχή των Σεβήρων (193-235 μ.Χ.). Όταν προστέθηκε ο τρίτος όροφος κοσμήθηκε με με προσωπεία και .
Το θέατρο της Εφέσου έχει από τις πιο περίτεχνες scaenae frons των ρωμαϊκών θεάτρων της Μικράς Ασίας. Πρόκειται για μια μπαρόκ σύνθεση, αντιπροσωπευτική των θεατρικών κτηρίων της περιοχής, στην οποία συνδυάζονταν ελληνιστικά στοιχεία και στιλιστικά μοτίβα με την πολυτέλεια και το έντονα διακοσμητικό ύφος της ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής.12
3. Λειτουργία
Το θέατρο της Εφέσου χρησιμοποιήθηκε για θεατρικές παραστάσεις, συναθροίσεις πολιτικού χαρακτήρα και θρησκευτικές εκδηλώσεις. Στις εγκαταστάσεις του φιλοξενούνταν θεατρικά και καλλιτεχνικά δρώμενα, πολιτικές συγκεντρώσεις, λατρευτικές εορταστικές τελετές, μουσικοί και αθλητικοί αγώνες. Κατά τους Ύστερους Αυτοκρατορικούς, μετατράπηκε σε αρένα για θεάματα μαζικότερου χαρακτήρα, όπως μονομαχίες και θηριομαχίες.13
4. Γλυπτός διάκοσμος
Το θέατρο της Εφέσου αποτέλεσε πρότυπο για τα υπόλοιπα θέατρα της Μικράς Ασίας ως προς τη διαμόρφωση του εικονογραφικού του προγράμματος. Περιλαμβάνει όλο το εύρος των εικονογραφικών θεμάτων, ιδεαλιστικά-μυθολογικά και εικονιστικά γλυπτά, σε ολόγλυφες και ανάγλυφες απεικονίσεις.
Το θεματολόγιο των ιδεαλιστικών γλυπτών περιλαμβάνει θεούς που σχετίζονται άμεσα με το θέατρο (λ.χ. Απόλλωνας και Μούσες, Διόνυσος και ο Θίασός του), θεούς που σχετίζονται στενά με την κάθε πόλη (λ.χ. Άρτεμις-Diana για την 'Εφεσο, Αφροδίτη-Venus για την Αφροδισιάδα κ.ο.κ.) καθώς και θεούς που έχουν τη δική τους ιδιαίτερη σημασία στη ζωή των ανθρώπων, λ.χ. Ποσειδώνας, Σάραπις, Αθηνά, Ηρακλής, Ερμής, Ασκληπιός.14 Τα εικονιστικά γλυπτά με τη σειρά τους περιλαμβάνουν τους ανδριάντες του αυτοκράτορα και των μελών της αυτοκρατορικής οικογένειας και τους ιδιωτικούς ανδριάντες πολιτών (κρατικών αξιωματούχων και μελών της τοπικής αριστοκρατίας) που έχουν διακριθεί είτε για την ευεργετική τους δραστηριότητα προς την πόλη είτε για τις αρετές τους. Τα εικονιστικά γλυπτά εξυπηρετούσαν αφενός την αυτοκρατορική προπαγάνδα και αφετέρου τις πολιτικές φιλοδοξίες των πλουσίων ντόπιων χορηγών. Επίσης τιμούνται προσωπικότητες που σχετίζονται με την παλιότερη και νεότερη ιστορία της πόλης, π.χ. ήρωες, αλλά και άνθρωποι που σχετίζονται με το ίδιο το θέατρο λ.χ. ποιητές ηθοποιοί, μουσικοί, επίσης μορφές της τέχνης και της διανόησης, καθώς και αθλητές.15
Τα περισσότερα από τα αγάλματα αυτά εκτίθεται σε μουσεία της Βιέννης (Μουσείο της Εφέσου και Kunsthistorisches Museum), μερικά μεταφέρθηκαν στο Βρεττανικό Μουσείο του Λονδίνου, ενώ ελάχιστα βρίσκονται σε μουσεία της Τουρκίας (Αρχαιολογικό Μουσείο Κωνσταντινούπολης, στο Μουσείο Selçuk).16
Στο θέατρο της Εφέσου κυριαρχεί η παρουσία του Απόλλωνα και της Αρτέμιδος. Αυτό είναι λογικό αν σκεφτεί κανείς ότι η Άρτεμις είναι η πολιούχος θεά της Εφέσου.
Είναι εντυπωσιακή η αναφορά της επιγραφής του αναθήματος του C. Vibius Salutaris ότι στο θέατρο της Εφέσου στήνονταν συνολικά εννέα εικόνες της θεάς Άρτεμης που εικονιζόταν Δαδοφόρος και κρατώντας φιάλη. Η μία εικόνα ήταν χρυσή και οι υπόλοιπες αργυρές.17 Μάλιστα το χρυσό άγαλμα της θεάς συνοδευόταν από επίχρυσα και αργυρά ελάφια.
Ο Απόλλωνας αντιπροσωπεύεται με τρεις απεικονίσεις. Μία ακέφαλη μορφή, στον τύπο του Απόλλωνα Antium, φαίνεται ότι κρατούσε τόξο.18 Η δεύτερη επίσης ακέφαλη μορφή απεικονίζει το θεό στον τύπο του Δαφνηφόρου και θα κρατούσε φιάλη και δάφνη.19 Επίσης εντοπίστηκε και μια κεφαλή Απόλλωνα στον τύπο του Μουσηγέτη,20 η οποία κατά πάσα πιθανότητα σχετιζόταν με τη μορφή κάποιας Μούσας. Μάλιστα η μορφή μιας καθιστής Μούσας απεικονίζεται στην αποκατάσταση τμήματος της σκηνής.
Ο Διόνυσος και ο Θίασός του επίσης αποτελούν σημαντικό μέρος του εικονογραφικού προγράμματος του θεάτρου της Εφέσου. Αυτό οφείλεται στο συσχετισμό του θεού Διονύσου αφενός με τη δημιουργία του θεάτρου και αφετέρου με το μύθο της ίδρυσης της ίδιας της Εφέσου. Στο θέατρο αντιπροσωπεύεται με τρεις απεικονίσεις: έναν ακέφαλο κορμό στον τύπο του Απόλλωνα Λυκείου και δύο κεφαλές που φορούν στεφάνι κισσού και χρονολογούνται στην αδριάνεια περίοδο.21 Επίσης αναγνωρίζεται και ένας κορμός Σατύρου.22
Ο Διονυσιακός κόσμος επαναλαμβάνεται συχνά στο εικονογραφικό πρόγραμμα του θεάτρου. Βρέθηκαν θραύσματα από 4 πεσσούς με μορφές σε υψηλό ανάγλυφο. Αρχικά αναγνωρίστηκαν ως τρεις μορφές Αμαζόνων και μια μορφή Σατύρου, και υποστηρίχθηκε ότι αποτελούσαν τα στηρίγματα του λογείου, μαζί με άλλες ανάλογες μορφές, που δε σώζονταν. Πρόσφατα όμως θεωρήθηκε ότι πρόκειται μόνο για δύο ζεύγη μορφών.23 Σύμφωνα με αυτή την υπόθεση, το ένα ζεύγος ταυτίζεται με την Προσωποποίηση της Εφέσου και μια Αμαζόνα, που λειτουργούσαν ως σύμβολα της πόλης και του μύθου της ίδρυσής της, ενώ οι άλλες δύο μορφές ταυτίστηκαν με το Διόνυσο και με ένα Σάτυρο, ως σύμβολα του θεάτρου.24
Στο βάθρο του 2ου ορόφου της πρόσοψης της σκηνής τοποθετήθηκε μια ανάγλυφη ζωφόρος με παράσταση Ερωτιδέων σε κυνήγι. Οι Ερωτιδείς απεικονίζονται να κυνηγούν άγρια ζώα, όπως λιοντάρια, κάπρους, ελάφια, ζαρκάδια, αλλά και λαγούς, τράγους και ταύρους. Σε μερικές από τις ανάγλυφες πλάκες υποδηλώνεται το τοπίο, βράχια, δέντρα, ακόμα και ένα βραχώδες ύψωμα με ιερό. Αυτή η ζωφόρος, αν και ακολουθεί ελληνιστικά πρότυπα, στιλιστικά ανήκει στα Τραϊάνεια-Αδριάνεια χρόνια. Οι παραστάσεις αυτές αποτελούν ταυτόχρονα σαφή αναφορά και υπαινιγμό στους αγώνες και στα παιχνίδια που διαδραματίζονταν στα ρωμαϊκά θέατρα.
Ένα άλλο σύνολο από ανάγλυφες πλάκες που κοσμούνται με βλαστούς αμπέλου και με ανακεκλιμένους Σατύρους, ξαπλωμένους σε δορές πάνθηρα, που βρέθηκαν στο χώρο του θεάτρου, θεωρήθηκε ότι αποτελούσε ενιαίο σύνολο με την προηγούμενη ζωφόρο.
Ανάμεσα στα υπόλοιπα ιδεαλιστικά γλυπτά αξίζει να αναφερθούμε στις μορφές Αφροδίτης και Αθηνάς, του Ποσειδώνα στον τύπο του Λατερανού, του Ηρακλή, της Νέμεσης στον τύπο της Fortuna, το αγαλμάτιο του ένθρονου Σάραπη (2ος αι. μ.Χ.), αλλά και στο άγαλμα του προσωποποιημένου Δήμου της Εφέσου.25 Στην πλειονότητά τους χρονολογούνται στα χρόνια των Αντωνίνων (138-192 μ.Χ.). Επίσης βρέθηκαν μια ανδρική μορφή στον τύπο του Ερμή Richelieu και ένας κορμός Διαδούμενου. Οι τύποι αυτοί στα Αυτοκρατορικά χρόνια χρησιμοποιήθηκαν και για εικονιστικά γλυπτά.26
Ιδιαίτερα σημαντική είναι η ανεύρεση αναθηματικής επιγραφής, σύμφωνα με την οποία το 104 μ.Χ ο πλούσιος πολίτης C. Vibius Salutaris (Γαϊος Ουείβιος Σαλουτάριος) ανέθεσε στην πατρίδα του την 'Εφεσο συνολικά 31 αγάλματα από ευγενή μέταλλα.27 Η επιγραφή ήταν χαραγμένη στο τοίχο του νότιου αναλήμματος του θεάτρου και ήταν δίγλωσση (ελληνικά και λατινικά). Τα γλυπτά μεταφέρονταν από το Αρτεμίσιο και στήνονταν στο θέατρο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, κατά τον εορτασμό των Σεβαστείων και των Μεγάλων Αρτεμίσιων.28 Το σύνολο περιλάμβανε τις Προσωποποιήσεις της Πόλης, του Δήμου, των έξι Φυλών, της Συγκλήτου, της Βουλής, της Γερουσίας, των Εφήβων, κτλ.,29 καθώς και εικονιστικούς ανδριάντες του αυτοκράτορα Τραϊανού και της συζύγου του Πλωτίνας. Οι μορφές ήταν στημένες ανα τρείς σε βάθρα, ενώ η κάθε τριάδα περιλάμβανε μια Άρτεμη Δαδοφόρο με φιάλη.30
Από τον υπόλοιπο γλυπτό διάκοσμο της πρόσοψης του θεάτρου σώζονται επίσης οι βάσεις των αγαλμάτων των πόλεων της Καρχηδόνας, της Νίκαιας των Κιλβιανών, των Προσωποιήσεων των Δήμων της Κνίδου και της Κω.31 Οι αναθέσεις έγιναν με αφορμή τους εορτασμούς της 3ης νεωκορίας της Εφέσου, το 211 μ.Χ.
5. Μεταγενέστεροι χρόνοι
Σημαντικές φθορές υπέστη το οικοδόμημα από τους καταστροφικούς σεισμούς που έπληξαν την πόλη το 262 και κυρίως το 359 και 366 μ.Χ. Κατά τη Βυζαντινή εποχή (τον 8ο αι. μ.Χ.) το θέατρο ενσωματώθηκε στην οχύρωση της πόλης, όπως άλλωστε συνέβη και στα θέατρα της Μιλήτου και της Αφροδισιάδος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το οικοδόμημα έπαψε να χρησιμοποιείται.32
6. Ιστορία της έρευνας και σημερινή κατάσταση
Αρχιτεκτονικά κατάλοιπα της σκηνής του θεάτρου αποκαλύφθηκαν το 1860από τον J.T. Wood.33 Πιο συστηματικές ανασκαφικές έρευνες στο χώρο πραγματοποιήθηκαν στο διάστημα 1897-1900 από το Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο υπό την επίβλεψη του R. Heberdey. Λεπτομερής δημοσίευση του μνημείου έγινε το 1912 από τους Αυστριακούς R. Heberdey, G. Niemann, και W. Wilberg, συνοδευόμενη από σχεδιαστικές αναπαραστάσεις.34 Στη δεκαετία του 1970 πραγματοποιήθηκαν αναστηλωτικές εργασίες, ενώ τo 1993 ξεκίνησε ένα ερευνητικό πρόγραμμα μελέτης και προστασίας του θεάτρου από τους Stefan Karwiese και Ι. Ataç.35 Το πρόγραμμα αυτό αποκάλυψε σημαντικές λεπτομέρειες της αρχιτεκτονικής του θεάτρου και συνέβαλε ουσιαστικά στη αποκατάσταση του οικοδομήματος. Σήμερα το θέατρο, εξαιτίας της θέσης του, προσφέρει στο σημερινό επισκέπτη μια μοναδική άποψη της πόλης και του λιμανιού, ενώ λόγω της καλής διατήρησης χρησιμοποιείται για θεατρικές παραστάσεις και μουσικές εκδηλώσεις.36 |
1. Ataç I., “Das antike Theater von Ephesos, Grundlagen des Projektes Raumforschung und Restaurierung”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), 100 Jahre Österreichische Forschungen in Ephesos, Akten des Symposions Wien 1995 (Wien 1999), σελ. 429-430. 2. Παλιότερα στην έρευνα αναφέρονταν δύο ελληνιστικές κτηριακές φάσεις του θεατρικού οικοδομήματος. Η αρχαιότερη χρονολογήθηκε στο α΄ μισό του 3ου αι. π.Χ., συνεπώς εκφράστηκε η υπόθεση ότι η ανέγερση του θεάτρου προγραμματίστηκε κατά την ίδρυση της νέας πόλης από το Λυσίμαχο, ενώ η δεύτερη οικοδομική φάση τοποθετήθηκε στα τέλη του 2ου αι. π.Χ. 3. Ataç I., “Das antike Theater von Ephesos, Grundlagen des Projektes Raumforschung und Restaurierung”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), 100 Jahre Österreichische Forschungen in Ephesos, Akten des Symposions Wien 1995 (Wien 1999), σελ. 429-435· Ciancio Rossetto, P. – Pisani Sartorio, G. (επιμ.), Teatri Greci e Romani, alle Origini del Linguaggio rappresentato ΙΙΙ (1994/5/6), σελ. 495-496· Scherrer, P. (επιμ.), Ephesus. The New Guide (2000), σελ. 158-160. 4. Αναλυτικά για την κατασκευή των αναλημμάτων και των καμαροσκέπαστων διαδρόμων, βλ. Ataç I.,“Das antike Theater von Ephesos, Grundlagen des Projektes Raumforschung und Restaurierung”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), 100 Jahre Österreichische Forschungen in Ephesos, Akten des Symposions Wien 1995 (Wien 1999), σελ. 431. 5. Το κάτω τμήμα του κοίλου (θέατρον) χρονολογείται στους Ελληνιστικούς χρόνους. 6. Επιγραφικά στοιχεία μαρτυρούν ότι υπήρχαν συγκεκριμένες θέσεις για τα μέλη της τοπικής αριστοκρατίας, της βουλής, της γερουσίας, τους ιερείς, τους εφήβους κ.ά. Ο καθορισμός των θέσεων αφορούσε κυρίως το κάτω τμήμα του κοίλου. Βλ. Kolb, F., “Die Sitzordnung von Volksversammlung und Theaterpublikum im kaiserzeitlichen Ephesos”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), 100 Jahre Österreichische Forschungen in Ephesos, Akten des Symposions Wien 1995 (Wien 1999), σελ. 101-105· Scherrer, P. (επιμ.), Ephesus. The New Guide (2000), σελ. 160. 7. Εκεί αναζητείται και το αναφερόμενο από επιγραφικές μαρτυρίες «Νεμέσειον», ιερό αφιερωμένο στη Νέμεση, θεά προστάτιδα των αγώνων. Βλ. Merkelbach, R. – Nollé, J. – Engelmann, H. – Iplikçioğlu, B. – Knibbe, D., Die Inschriften fon Ephesos VI (IK 16, Bonn 1980), σελ. 28, αρ. 2042· Ataç I., “Das antike Theater von Ephesos, Grundlagen des Projektes Raumforschung und Restaurierung”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), 100 Jahre Österreichische Forschungen in Ephesos, Akten des Symposions Wien 1995 (Wien 1999), σελ. 432. 8. Σε επιγραφές που προέρχονται από το θέατρο αναφέρεται ως πέτασος του θεάτρου. Βλ. Merkelbach, R. – Nollé, J. – Engelmann, H. – Iplikçioğlu, B. – Knibbe, D., Die Inschriften fon Ephesos VI (IK 16, Bonn 1980), σελ. 25-28, αρ. 2039, 2040, 2041. Έχει αμφισβητηθεί η πιθανότητα η τέντα αυτή να κάλυπτε ολόκληρο το κοίλον. Βλ. Ataç I., “Das antike Theater von Ephesos, Grundlagen des Projektes Raumforschung und Restaurierung”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), 100 Jahre Österreichische Forschungen in Ephesos, Akten des Symposions Wien 1995 (Wien 1999), σελ. 432. 9. Heberdey, R. – Niemann, G. – Wilberg, W., Das Theater in Ephesos. Forschungen in Ephesos 2 (Wien 1912)· Atac I., “Das antike Theater von Ephesos, Grundlagen des Projektes Raumforschung und Restaurierung”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), 100 Jahre Osterreichische Forschungen in Ephesos, Akten des Symposions Wien 1995 (Wien 1999), σελ. 429-435· Ciancio Rossetto, P. – Pisani Sartorio, G. (επιμ.), Teatri Greci e Romani, alle Origini del Linguaggio rappresentato ΙΙΙ (1994/5/6), σελ. 495-496· Scherrer, P. (επιμ.), Ephesus. The New Guide (2000), σελ. 158-160. 10. Επιγραφή από το επιστύλιο του 1ου όροφου της σκηνής του θεάτρου βλ. Merkelbach, R. – Nollé, J., Die Inschriften von Ephesos VI, Nr. 2001-2958 (Bonn 1980), αρ. 2034, σελ. 22. 11. Στον 1ο όροφο της σκηνής ανοίγονται πέντε θυρώματα για την επικοινωνία της σκηνής με το λογείο, όπου έπαιζαν οι υποκριτές. Οι διαστάσεις των θυρών μειώνονται σταδιακά από το κέντρο της scaenae frons προς τα άκρα. Στο 2ο όροφο στη θέση των θυρωμάτων του κάτω ορόφου διαμορφώνονταν ημικυκλικές κόγχες. 12. Αναλυτικά για την αρχιτεκτονική και τη διακόσμηση του θεάτρου της Εφέσου βλ. Heberdey, R.– Niemann, G. – Wilberg, W., Das Theater in Ephesos. Forschungen in Ephesos 2 (Wien 1912)· Atac I., “Das antike Theater von Ephesos, Grundlagen des Projektes Raumforschung und Restaurierung”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), 100 Jahre Osterreichische Forschungen in Ephesos, Akten des Symposions Wien 1995 (Wien 1999), σελ. 429-435· Lyttelton, M., Baroque Architecture in Classical Antiquity (London 1974), σελ. 201-202. Hormann, H., “Die romische Buhnenfront zu Ephesos”, JdI 38-39 (1923-1924), σελ. 275-345· De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 3 (Roma 1970), σελ. 45-66. 13. Ataç I., “Das antike Theater von Ephesos, Grundlagen des Projektes Raumforschung und Restaurierung”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), 100 Jahre Österreichische Forschungen in Ephesos, Akten des Symposions Wien 1995 (Wien 1999), σελ. 430· Kolb, F., “Die Sitzordnung von Volksversammlung und Theaterpublikum im kaiserzeitlichen Ephesos”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), 100 Jahre Österreichische Forschungen in Ephesos, Akten des Symposions Wien 1995 (Wien 1999), σελ. 101-105. 14. Bejor, G., Hierapolis, Scavi e ricerche, III. Le statue (Roma 1991), σελ. 18. 15. Can Özren, A., “Die Skulpturenausstattung kaizerzeitlicher Theater in der Provinz Asia, am Beispiel der Theater in Aphrodisias, Ephesos und Hierapolis”, Thetis 3 (1996), σελ. 101-102, 109, 113. 16. Αναλυτικά για το γλυπτό διάκοσμο του θέατρου, βλ. Can Özren, A., “Die Skulpturenausstattung kaizerzeitlicher Theater in der Provinz Asia, am Beispiel der Theater in Aphrodisias, Ephesos und Hierapolis”, Thetis 3 (1996), σελ. 99-128. Hörmann, H., “Die römische Bühnenfront zu Ephesos”, JdI 38-39 (1923-1924), σελ. 275-345· Schwingenstein, C., Die Figurenausstattung des griechischen Theatergebäudes (Münchener Archaologische Studien 8, München 1977), σελ. 24, 38, 46, 48, 101, 107, 119-122, 124-125· Aurenhammer, M., Die Skulpturen von Ephesos, Idealplastik I. Forschungen in Ephesos X/1 (Wien 1990). 17. Wankel, H. (επιμ.), Die Inschriften von Ephesos, Ia. (IK 11.1, Bonn 1979), σελ. 167-222, αρ. 27 στ. 148, στ. 159 (ανάθημα C.V. Salutaris)· Heberdey, R. – Niemann, G. – Wilberg, W., Das Theater in Ephesos. Forschungen in Ephesos 2 (Wien 1912), σελ 147-150, αρ. 28-29· Can Özren, A., “Die Skulpturenausstattung kaizerzeitlicher Theater in der Provinz Asia, am Beispiel der Theater in Aphrodisias, Ephesos und Hierapolis”, Thetis 3, (1996), σελ. 126 (E 52). 18. Βιέννη, Μουσείο Εφέσου, αρ. ευρετ. I 823. Χρονολογείται στα Πρώιμα Αυτοκρατορικά χρόνια. Eichler, F., Führer durch die Antikensammlung (1926), σελ. 33· Oberleitner W., κ.ά., Funde aus Ephesos und Samothrake. Kat. Der Antikensammlung Wien II (1978), σελ. 106, αρ. 136· Aurenhammer, M. Die Skulpturen von Ephesos,Idealplastik I. Forschungen in Ephesos X/1 (Wien 1990), σελ. 35, αρ. 12, πίν. 10, 11· Can Özren, A., “Die Skulpturenausstattung kaizerzeitlicher Theater in der Provinz Asia, am Beispiel der Theater in Aphrodisias, Ephesos und Hierapolis”, Thetis 3 (1996), σελ. 126 (Ε35). 19. Κων/πολη, Αρχ. Μουσείο (από το 1911), αρ. 2455, Αντωνίνειων χρόνων. Pochmarski, E., Das Bild des Dionysos in der Rundplastik der klassischen Zeit Griechenlands (1974), σελ. 101, αρ. 24D (1371)· LIMC II (1984), σελ. 215, αρ. 261, στο λ. “Apollon” (W. Lambrinudakis), 324 (G. Kokkorou-Alewras)· Aurenhammer, M., Die Skulpturen von Ephesos, Idealplastik I. Forschungen in Ephesos X/1 (Wien 1990), σελ. 40 κ.ε., αρ. 15, πίν. 15· Can Özren, A., “Die Skulpturenausstattung kaizerzeitlicher Theater in der Provinz Asia, am Beispiel der Theater in Aphrodisias, Ephesos und Hierapolis”, Thetis 3 (1996), σελ. 126 (Ε37). 20. Βιέννη, Μουσείο Εφέσου, αρ. ευρετ. I 876, Πρώιμων Αυτοκρατορικών χρόνων. Eichler, F., Führer durch die Antikensammlung (1926), σελ. 33· Oberleitner W. κ.ά., Funde aus Ephesos und Samothrake. Kat. Der Antikensammlung Wien II (1978), σελ. 106, αρ. 137, εικ. 85· LIMC II (1984), σελ. 255, αρ. 571, στο λ. “Apollon” (W. Lambrinoudakis)· Can Özren, A., “Die Skulpturenausstattung kaizerzeitlicher Theater in der Provinz Asia, am Beispiel der Theater in Aphrodisias, Ephesos und Hierapolis”, Thetis 3 (1996), σελ. 126 (Ε36). 21. Oberleitner W. κ.ά., Funde aus Ephesos und Samothrake. Kat. Der Antikensammlung Wien II (1978) , σελ. 109, αρ. 1 44 (κορμός, Βιέννη, Μουσείο Εφέσου, αρ. I 813)· Aurenhammer, M., Die Skulpturen von Ephesos,Idealplastik I. Forschungen in Ephesos X/1 (Wien 1990), σελ. 58, αρ. 35, πίν. 26a (κορμός, Βιέννη, Μουσείο Εφέσου, αρ. I 813), σελ. 57 κ.ε., αρ. 34, πίν. 25a-c (κεφαλή, Βιέννη, Kunsthistorisches Museum, αρ. I 827), σελ. 35 κ.ε., αρ. 32, πίν. 23a-c ( κεφαλή, Βιέννη, Kunsthistorisches Museum, αρ. I 877)· Can Özren, A., “Die Skulpturenausstattung kaizerzeitlicher Theater in der Provinz Asia, am Beispiel der Theater in Aphrodisias, Ephesos und Hierapolis”, Thetis 3, (1996), σελ. 126 (Ε38-κορμός, Βιέννη, Μουσείο Εφέσου, αρ. I 813), σελ. 126 (E 39-κεφαλή, Βιέννη, Kunsthistorisches Museum, αρ. I 827), σελ. 126 (E 40-κεφαλή, Βιέννη, Kunsthistorisches Museum, αρ. I 877). 22. Λονδίνο, Βρετ. Μουσείο, αρ. 1244. Aurenhammer, M., Die Skulpturen von Ephesos, Idealplastik I. Forschungen in Ephesos X/1 (Wien 1990), σελ 73, αρ. 53, πίν. 36a-b· Can Özren, A., “Die Skulpturenausstattung kaizerzeitlicher Theater in der Provinz Asia, am Beispiel der Theater in Aphrodisias, Ephesos und Hierapolis”, Thetis 3 (1996), σελ. 126 (E 41). 23. Hartswick, K. J., “The so-called Ephesos Amazon. A new identification”, JdI 101, (1986), σελ. 127-136. 24. Οι γυναικείες μορφές επαναλαμβάνουν τον τύπο της Αμαζόνας Σωσικλή/Καπιτωλίου. Οι μορφές απηχούν περγαμηνά πρότυπα. Βλ. Eichler, F., “Eine neue Amazone und andere Skulpturen aus dem Theater von Ephesos”, Öjh 43, (1956-1958), σελ. 7-18· Oberleitner, W. κ.ά., Funde aus Ephesos und Samothrake. Kat. Der Antikensammlung Wien II (1978) , σελ. 64. 25. Αφροδίτη: 1) Βιέννη, Μουσείο Εφέσου, αρ. I 874. 2) Λονδίνο, Βρετ. Μουσείο, αρ. 1245. 3) Κων/πολη, Αρχ. Μουσείο, αρ. 114. Αθηνά: 1) Λονδίνο, Βρετ. Μουσείο, αρ. 1241, 2) Selçuk, Μουσείο, αρ. 1652. Ποσειδώνας: Βιέννη, Μουσείο Εφέσου, αρ. Ι 836 (κεφάλι) και Λονδίνο, Βρετ. Μουσείο, αρ. 1242 (σώμα). Βλ. LIMC VII (1994), σελ. 453, αρ. 34a, στο λ. “Poseidon” (E. Simon)· Gschwantler, K., “Die Poseidonstatuette vom Typus Lateran aus Ephesos”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), 100 Jahre Österreichische Forschungen in Ephesos, Akten des Symposions, Wien 1995 (1999), σελ. 545-548, πίν. 128-131. Ηρακλής: Βιέννη, Kunsthistorisches Museum, αρ. I 878. Βλ. Aurenhammer, M., Die Skulpturen von Ephesos, Idealplastik I. Forschungen in Ephesos X/1 (1990), σελ. 118, αρ. 98, πίν. 69a-d. Νέμεση: Βιέννη, Kunsthistorisches Museum, αρ. I 931, βλ. LIMC VI (1992), σελ. 750 αρ. 181, στο λ. “Nemesis” (P. Karanastassi). Επίσης, Kabus-Jahn, R., Studien zu Frauenfiguren des 4.Jhs. v. Chr. (1962), σελ. 38, σημ. 46. Σάραπις: Βιέννη, Μουσείο Εφέσου, αρ. I 832. Βλ. Aurenhammer, M., Die Skulpturen von Ephesos, Idealplastik I. Forschungen in Ephesos X/1 (Wien 1990), σελ. 97-99, αρ. 79, πίν. 56a-b. Δήμος Εφέσου: Κων/πολη, Αρχ. Μουσείο, αρ. 2454. Βλ. συνολικά Özren, A.. “Die Skulpturenausstattung kaizerzeitlicher Theater in der Provinz Asia, am Beispiel der Theater in Aphrodisias, Ephesos und Hierapolis”, Thetis 3, (1996), σελ. 126-127 (Ε 43-Ε 60). 26. Ridgway, B.S., Classical Sculpture, Catalogue of Classical Collection, Rhode Island School of Design (1972), 46, αρ. c) 14 (κορμός Richelieu). Aurenhammer, M., Die Skulpturen von Ephesos,Idealplastik I. Forschungen in Ephesos X/1 (Wien 1990), σελ. 73, αρ. 161, πίν. 124a-b (κορμός Richelieu), σελ. 185, αρ. 152, πίν. 118b (Διαδούμενος). Can Özren, A. “Die Skulpturenausstattung kaizerzeitlicher Theater in der Provinz Asia, am Beispiel der Theater in Aphrodisias, Ephesos und Hierapolis”, Thetis 3, (1996), σελ. 126 (E 42, Ε 45). 27. Wankel, H. (επιμ.), Die Inschriften von Ephesos Ia (IK 11.1, Bonn 1979), σελ. 167-222, αρ. 27 (ανάθημα C.V. Salutaris). 28. Scherrer, P. (επιμ.), Ephesus. The New Guide (2000), σελ. 158-160. Kυρίως βλ. Kolb, F., “Die Sitzordnung von Volksversammlung und Theaterpublikum im kaiserzeitlichen Ephesos”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), 100 Jahre Österreichische Forschungen in Ephesos, Akten des Symposions Wien 1995 (Wien 1999), σελ. 101-105. 29. Wankel, H. (επιμ.), Die Inschriften von Ephesos Ia. (IK 11.1, Bonn 1979), σελ. 223-240, αρ. 28-35. 30. Συνολικά περιλαμβάνονταν 9 μορφές Άρτέμιδος. Στο κυρίως κείμενο αναφέρονται 29 αγάλματα και στο συμπλήρωμα της επιγραφής άλλες 2 μορφές. Έτσι τα 9 αρχικά βάθρα αυξήθηκαν σε 11, από τα οποία διατηρούνται 8. 31. Merkelbach, R. – Nollé, J. – Engelmann, H. – Iplikçioğlu, B. – Knibbe, D., Die Inschriften fon Ephesos VI (IK 16, Bonn 1980), σελ. 38-42, αρ. 2053-2056· Can Özren, A., “Die Skulpturenausstattung kaizerzeitlicher Theater in der Provinz Asia, am Beispiel der Theater in Aphrodisias, Ephesos und Hierapolis”, Thetis 3 (1996), σελ. 127 (E 61-64). 32. Ataç I., “Das antike Theater von Ephesos, Grundlagen des Projektes Raumforschung und Restaurierung”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), 100 Jahre Österreichische Forschungen in Ephesos, Akten des Symposions Wien 1995 (Wien 1999), σελ. 429-435· Scherrer, P. (επιμ.), Ephesus. The New Guide (2000), σελ. 158-160. 33. Wood, J.T., Discoveries at Ephesos (London 1877), σελ. 68-70. 34. Heberdey, R. – Niemann, G. – Wilberg, W., Das Theater in Ephesos. Forschungen in Ephesos 2 (Wien 1912). 35. Ataç I., “Das antike Theater von Ephesos, Grundlagen des Projektes Raumforschung und Restaurierung”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), 100 Jahre Österreichische Forschungen in Ephesos, Akten des Symposions Wien 1995 (Wien 1999), σελ. 429-435. 36. Wiplinger, G. – Wlach, G., Ephesus. 100 Years of Austrian Research (Vienna 1996), σελ. 163. |