Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Κώρυκος (Βυζάντιο), Κάστρο

Συγγραφή : Μπάκου Ελένη (20/2/2003)

Για παραπομπή: Μπάκου Ελένη, «Κώρυκος (Βυζάντιο), Κάστρο», 2003,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=5021>

Κώρυκος (Βυζάντιο), Κάστρο (15/7/2009 v.1) Korykos, Castle (Byzantium) - προς ανάθεση 

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

 

αρμός, ο
Η γραμμή ή η επιφάνεια επαφής ή συνένωσης δύο πλίνθων ή δόμων ή και το μεταξύ τους κενό. Ο αρμός μπορεί να είναι οριζόντιος, κατακόρυφος ή λοξός.

αψίδα, η
Γενικά, καμπύλη ή τοξοειδής απόληξη ή διαμόρφωση τοίχου. Επίσης, τοξοειδής κατασκευή μνημειακού ή μη χαρακτήρα. Στη βυζαντινή εκκλησιαστική αρχιτεκτονική, αψίδα ονομάζεται η κόγχη του Ιερού Βήματος, η κάτοψη της οποίας μπορεί να είναι ημικυκλική, πεταλόμορφη, ορθογώνια ή και πολυγωνική εξωτερικά. Η αψίδα συνήθως προεξέχει στο ανατολικό άκρο του ναού. Στο εσωτερικό χωρίζεται από τον κυρίως ναό με το τέμπλο. Αψίδες που εξέχουν ανατολικά του ναού μπορούσαν να έχουν και τα διαμερίσματα εκατέρωθεν του Ιερού (παραβήματα), συνήθως μικρότερες από την κεντρική αψίδα.

έπαλξη, η
Το μεσαιωνικό τείχος στην άνω απόληξή του (επίπεδο των επάλξεων) διαμορφώνεται με κενά ανά τακτά διαστήματα. Το χτιστό τμήμα μεταξύ των κενών είναι η έπαλξη (αγγλ., γαλλ. merlon), ενώ στα ελληνικά δεν υφίσταται ειδικός όρος για το διάκενο (αγγλ. crenel, γαλλ. créneau) που παρεμβάλλεται μεταξύ των επάλξεων. Η διαμόρφωση αυτή επέτρεπε στους αμυνόμενους να βάλλουν κατά των επιτιθέμενων από τα διάκενα και να προφυλάσσονται πίσω από τις επάλξεις. Όταν τα τείχη δέχονταν επίθεση, τα διάκενα κλείνονταν με ξύλινα διαφράγματα (αγγλ. shutters,γαλλ. huchette de bois), τα οποία στηρίζονταν σε οριζόντιο άξονα και μπορούσαν να ανοιγοκλείνουν ώστε να διευκολύνουν την άμυνα. Το άνω τμήμα των επάλξεων μπορεί να είναι ευθύγραμμο και επίπεδο, ευθύγραμμο με τριγωνική διατομή, με χελιδονοειδείς ή πριονωτές απολήξεις κ.λπ.

θόλος, ο
Ημισφαιρική οροφή.

Ιερό ή Άγιο Βήμα, το
Το αρχιτεκτονικό μέρος στα ανατολικά του ναού όπου τελείται η Θεία Ευχαριστία. Προορίζεται αποκλειστικά για τον κλήρο και συνήθως χωρίζεται από τον κυρίως ναό με υψηλό τέμπλο. Στην πλήρη μορφή του είναι τριμερές, αποτελούμενο από το Ιερό Βήμα στο κέντρο, όπου βρίσκεται η Αγία Τράπεζα, από την πρόθεση ή προσκομιδή (βόρεια του Ιερού Βήματος), όπου κατατίθενται οι προσφορές των πιστών, και από το διακονικό ή σκευοφυλάκιο (νότια του Ιερού Βήματος), όπου φυλάσσονται τα ιερά σκεύη και αντικείμενα του ναού. Τα δύο τελευταία μέρη αποκαλούνται και παστοφόρια ή παραβήματα.

κάστρο, το
Οχυρή θέση που διαφυλάσσει τους βασικότερους άξονες και συνήθως βρίσκεται στο εσωτερικό σε αντιδιαστολή με το φρούριο που βρίσκεται επάνω στο σύνορο στις ερημωμένες, λίγο ή πολύ, ζώνες.

παρεκκλήσιο, το (λατ. martirium)
Πρόκειται για μικρών διαστάσεων ναό ο οποίος είτε είναι αυτόνομος είτε ανήκει σε κάποιο ίδρυμα ή εξαρτάται από μεγαλύτερο ναό. Στο Βυζάντιο τα παρεκκλήσια είχαν συχνά ταφική χρήση.

πρόπυλο, το
Μνημειακή αρχιτεκτονική διαμόρφωση στην είσοδο ενός ιερού ή ενός οικοδομικού συγκροτήματος.

προτείχισμα, το
Ένα χαμηλό τείχος εξωτερικά του κυρίως περιβόλου ονομαζόταν προτείχισμα και αποτελούσε την πρώτη γραμμή άμυνας, κυρίως σε οχυρώσεις που χτίζονταν σε επίπεδες επιφάνειες. Στόχος ήταν να παραμείνει ο εχθρός μακριά από το κατώτερο τμήμα των τειχών, ώστε να αποφευχθεί η καταστροφή τους από τα τηλεβόλα όπλα ή τις υπόγειες σήραγγες (μίνες). Επίσης, με αυτόν τον τρόπο εξασφαλιζόταν μια δεύτερη χαμηλότερη γραμμή πυρός. Ως οχυρωματική μορφή, το προτείχισμα είναι ήδη γνωστό από τους Ρωμαϊκούς χρόνους, με αρτιότερο παράδειγμα τα χερσαία τείχη της Κωνσταντινούπολης του 5ου αιώνα.

πύργος, ο
Κατασκευή της οποίας το ύψος είναι μεγαλύτερο του μετωπικού πλάτους ή της διαμέτρου. Οι πύργοι μπορούν να έχουν το ίδιο ύψος με το τείχος ή μεγαλύτερο.

σπόλια, τα (λατ. spolium, ουδ.)
Από τη λατινική λέξη spolium = λάφυρο. Τμήματα αρχιτεκτονικών μελών κατεστραμμένων κτηρίων. Συχνά χρησιμοποιούνται ως οικοδομικό υλικό σε δεύτερη χρήση.

σταυροθόλιο, το
Θόλος ο οποίος στέγαζε τετράγωνους ή ορθογώνιους χώρους και προέκυπτε από την αλληλοτομία δύο ημικυλινδρικών καμαρών ίσης διαμέτρου και ύψους. Οι τεμνόμενες καμάρες σχηματίζουν ένα σταυρό, ισόπλευρο όταν πρόκειται για τη στέγαση τετράγωνων χώρων.

στοά, η
Επίμηκες επιστεγασμένο δημόσιο κτήριο υποβασταζόμενο στη μία πλευρά του από κιονοστοιχίες. Κατ’ επέκταση, είναι και ο επιστεγασμένος διάδρομος που υποβαστάζεται από κιονοστοιχίες.

τείχος, το
Περιτείχισμα. To τείχος δε χρησιμοποιείται μόνο για την προστασία της πόλης. Μπορεί να χρησιμεύσει για καταφύγιο, σε περίπτωση ανάγκης.

τόξο, το
Ημικυκλική κατασκευή που καλύπτει ανοίγματα στην τοιχοποιία και είναι ικανή να φέρει το βάρος των υπερκείμενων όγκων και να μεταφέρει τις πιέσεις στα πλάγια. Συχνά έχει διακοσμητικό ρόλο.

τοξοστοιχία, η
Στην αρχιτεκτονική τόξο ονομάζεται το άνοιγμα που δημιουργείται μεταξύ δύο κιόνων ή πεσσών οι οποίοι γεφυρώνονται με μία ημικυκλική δομή. Οι σειρές από δύο ή περισσότερα τέτοια ανοίγματα ονομάζονται τοξοστοιχίες.

 
 
 
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>