Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Ρωμαϊκές Αγορές στη Μ. Ασία

Συγγραφή : Ντόουσον Μαρία - Δήμητρα , Καμάρα Αφροδίτη (15/6/2007)

Για παραπομπή: Ντόουσον Μαρία - Δήμητρα , Καμάρα Αφροδίτη, «Ρωμαϊκές Αγορές στη Μ. Ασία», 2007,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=5997>

Ρωμαϊκές Αγορές στη Μ. Ασία (15/2/2006 v.1) Roman Agorae in Asia Minor (2/2/2007 v.1) 

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

 

cardo (αρσ.)
Ονομασία του δρόμου με κατεύθυνση από βορρά προς νότο στο ορθογώνιο σύστημα της ρωμαϊκής πολεοδομίας. Συχνά για τον κύριο δρόμο που έχει κατεύθυνση από βορρά προς νότο χρησιμοποιείται ο όρος cardo maximus.

decumanus (αρσ.)
Ονομασία του δρόμου με κατεύθυνση Α-Δ στο ορθογώνιο σύστημα της ρωμαϊκής πολεοδομίας. Για τον κύριο δρόμο που έχει κατεύθυνση Α-Δ χρησιμοποιείται συχνά ο όρος decumanus maximus.

forum, το
Το αντίστοιχο της ελληνικής αγοράς στις ρωμαϊκές πόλεις. Ο δημόσιος ανοιχτός χώρος που αποτελεί το κέντρο των εμπορικών, πολιτικών και διοικητικών δραστηριοτήτων.

macellum (ουδ.)
1. σφαγείο 2. τύπος εμπορικής αγοράς των Ρωμαϊκών χρόνων, που αποτελούνταν από αίθριο, περιβαλλόταν από στοές και καταστήματα, ενώ στο κέντρο υπήρχε ένα κυκλικό κτίσμα (θόλος) που λειτουργούσε συνήθως ως δεξαμενή.

βαλανείο, το
Δημόσια λουτρά της Αρχαιότητας. Άκμασαν κυρίως κατά την Ελληνιστική περίοδο, αλλά συνέχισαν να λειτουργούν και μετά. Διέθεταν υπόκαυστα και δεξαμενές ζεστού νερού.

βασιλική, η
Σημαντικός τύπος δημόσιου κτηρίου της ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής που χρησίμευε ως δικαστική αίθουσα και χώρος εμπορικών συναλλαγών και χρηματιστηριακών πράξεων ή απλώς ως τόπος δημόσιων συγκεντρώσεων και ακροάσεων. Στα χριστιανικά χρόνια χρησιμοποιήθηκε ως τόπος λατρείας και μετεξελίχθηκε σε ναό, ο δε τύπος των ναών που ονομάζονται βασιλικές είναι λιτές δρομικές, δηλαδή επιμήκεις, δομές.

Βιτρούβιος (Vitruvius Pollio)
Ρωμαίος αρχιτέκτονας, μηχανικός και συγγραφέας της περίφημης πραγματείας De Architectura (Περί Αρχιτεκτονικής). Έζησε τον 1ο αι. π.Χ. Το έργο του βασίζεται τόσο στην προσωπική του πείρα, όσο και στις θεωρητικές εργασίες φημισμένων Ελλήνων αρχιτεκτόνων.

θόλος, η
Κυκλικό οικοδόμημα με ημισφαιρική ή κωνική στέγη.

μετακιόνιο διάστημα, το
Το διάστημα μεταξύ δύο κιόνων.

νυμφαίο, το
Ιερά αφιερωμένα στη λατρεία των Νυμφών, που συνήθως σχετίζονταν με την ύπαρξη κάποιας πηγής. Αρχικά επρόκειτο για σπήλαια χωρίς αρχιτεκτονική διαμόρφωση. Κατά τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορική περίοδο εξελίχθηκαν σε μνημειακές, λαμπρά διακοσμημένες δημόσιες κρήνες, δωρεές πλούσιων ιδιωτών. Στην Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο τα νυμφαία αποτελούσαν σύνηθες διακοσμητικό στοιχείο των αγορών (fora) και άλλων υπαίθριων χώρων.

στοά, η
Επίμηκες επιστεγασμένο δημόσιο κτήριο υποβασταζόμενο στη μία πλευρά του από κιονοστοιχίες. Κατ’ επέκταση, είναι και ο επιστεγασμένος διάδρομος που υποβαστάζεται από κιονοστοιχίες.

ωδείο, το
Δημόσιο οικοδόμημα παρεμφερές προς το θέατρο, αλλά στεγασμένο και μικρότερων διαστάσεων, που χρησίμευε για μουσικoύς αγώνες.

 
 
 
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>