Έφεσος (Αρχαιότητα), Ανατολικό Γυμνάσιο και Λουτρά

1. Θέση

Τα Ανατολικά Λουτρά πήραν την ονομασία τους από τη θέση στην οποία είχαν χτιστεί, δηλαδή στο ανατολικό άκρο της Εφέσου. Στα νότια των λουτρών βρισκόταν η Πύλη της Μαγνησίας, μία από τις πύλες της πόλης που οδηγούσε στο δρόμο προς το ιερό της Αρτέμιδος και τη Μαγνησία του Μαιάνδρου.
1

2. Αρχιτεκτονικός τύπος

Στα Ανατολικά Λουτρά της Εφέσου οι κυρίως αίθουσες του λουτρού, το frigidarium, το tepidarium και το caldarium, οι χώροι δηλαδή του ψυχρού, του χλιαρού και του θερμού λουτρού, αναπτύσσονταν κατά μήκος του κεντρικού άξονα βορρά-νότου του κτίσματος. Οι κυρίως αίθουσες του λουτρού περιβάλλονταν στις τρεις πλευρές τους από τρεις επιμήκεις αίθουσες μεγάλων διαστάσεων, που αναπτύσσονταν σε σχήμα Π και εξυπηρετούσαν αποτελεσματικά τη μόνωση των αιθουσών του λουτρού και τη λειτουργικότητα του κτηρίου.
2 Μπροστά από την τέταρτη πλευρά βρισκόταν η παλαίστρα. Παρόμοια τυπολογία, δηλαδή ανάλογη διάταξη των χώρων, παρουσιάζουν τα Ανατολικά Λουτρά3 και τα Λουτρά του Θεάτρου4 στην ίδια πόλη, καθώς και τα Λουτρά στην Αλεξάνδρεια Τρωάδα.5 Τα Ανατολικά Λουτρά αποτελούν το πρωιμότερο παράδειγμα. Ο τύπος δημιουργήθηκε, επομένως, πιθανόν στην Έφεσο στο πρώτο μισό του 2ου αι. μ.Χ.

3. Σύντομη περιγραφή του αρχιτεκτονήματος και χρήση των επιμέρους χώρων

Η συνολική έκταση του συγκροτήματος των λουτρών μαζί με την παλαίστρα είναι 13.500 τ.μ.
6 Η κύρια είσοδος βρισκόταν στη νότια πλευρά του συγκροτήματος, πάνω στο δρόμο που οδηγούσε στην πύλη της πόλης από την οποία κατευθυνόταν κανείς προς τη Μαγνησία. Στην πλευρά αυτή υπήρχε μια επιμήκης στοά, η οποία στο δυτικό άκρο της σχημάτιζε γωνία και συνεχιζόταν προς βορρά. Η λειτουργία της στοάς ήταν ανεξάρτητη από αυτήν των θερμών λουτρών. Στο πίσω μέρος της βρίσκονταν επάλληλα ισομεγέθη δωμάτια, τα οποία προορίζονταν για διάφορες εμπορικές δραστηριότητες. Παράλληλα η στοά πρόσφερε κάλυψη για τους διαβάτες οι οποίοι κατευθύνονταν εκτός της πόλης ή μόλις είχαν εισέλθει. Στο κέντρο της στοάς υπήρχε ένα μνημειακό πρόπυλο, από το οποίο εισέρχονταν οι επισκέπτες αρχικά στο ορθογώνιο περιστύλιο της παλαίστρας. Το περιστύλιο ήταν μία υπαίθρια αυλή με κιονοστοιχία στις τέσσερις πλευρές της, πίσω από την οποία σχηματίζονταν τέσσερις στοές (πλάτους 6 μ.).

Πίσω από τη δυτική στοά του περιστυλίου υπήρχε μία ορθογώνια αίθουσα στον τύπο της εξέδρας, ήταν δηλαδή ανοιχτή προς το περιστύλιο της στοάς με κιονοστοιχία στην πρόσοψή της. Στις υπόλοιπες τρεις πλευρές της αίθουσας σχηματίζονταν ορθογώνιες κόγχες, ενώ στο κέντρο του πίσω δυτικού τοίχου της μία βαθιά ημικυκλική κόγχη. Οι κόγχες αυτές προορίζονταν για την ανίδρυση αγαλμάτων. Στην κεντρική ημικυκλική κόγχη βρέθηκαν τα θραύσματα ενός αγάλματος Ασκληπιού, του θεού της υγείας. Στις κόγχες των δύο στενών πλευρών ήταν αντικριστά τοποθετημένα πάνω σε βάθρα δύο μαρμάρινα αγάλματα, ενός άνδρα τυλιγμένου στο ιμάτιό του και μιας καθιστής γυναίκας. Με βάση την εικονογραφία τους τα αγάλματα αυτά έχουν ταυτιστεί με ιερείς, πιθανόν τους ιδρυτές του κτίσματος. Από την αίθουσα προέρχονται και άλλα μαρμάρινα θραύσματα από αγάλματα Μουσών, μιας Αφροδίτης, ενός Διονύσου και ενός Πανός. Αίθουσες αυτής της μορφής, συνήθως ανοιχτές, με κιονοστοιχία προς την παλαίστρα και με πλούσιο γλυπτό διάκοσμο που προσέδιδε επίσημο χαρακτήρα, είναι συχνές στα λουτρά της Μικράς Ασίας και προορίζονταν για τη λατρεία του αυτοκράτορα και της οικογένειάς του, αλλά και για τη λατρεία παλαιότερων θεοποιημένων αυτοκρατόρων.7

Κατ’ αντιστοιχία σχεδόν με την παραπάνω αίθουσα είχε κατασκευαστεί πίσω από την ανατολική πλευρά του περιστυλίου μια δεύτερη ορθογώνια αίθουσα, λίγο μικρότερη ως προς το μέγεθος από την πρώτη. Η αίθουσα αυτή ήταν κατάλληλη για συγκεντρώσεις και παραδόσεις διαλέξεων και θεωρητικών μαθημάτων, καθώς διέθετε σειρές θρανίων κατά μήκος των τριών πλευρών της. Στο κέντρο της δυτικής πλευράς βρισκόταν μία φαρδιά διπλή θύρα. Ακριβώς μπροστά από τη θύρα, στον εσωτερικό χώρο της αίθουσας, δύο μαρμάρινοι κίονες στήριζαν έναν πλούσια διακοσμημένο μαρμάρινο θριγκό. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να βρισκόταν το βήμα απ’ όπου έδιναν τη διάλεξή τους οι ομιλητές, συνήθως άνθρωποι του πνεύματος ή πολιτικοί άνδρες. Εκατέρωθεν της κεντρικής θύρας υπήρχαν δύο μικρότερες είσοδοι από τις οποίες εισέρχονταν οι ακροατές κατευθείαν στις σειρές των θρανίων. Μικρές κλίμακες διευκόλυναν την άνοδο στις ανώτερες σειρές. Στην ανατολική πλευρά τα θρανία διέκοπταν δύο βάθρα που έφεραν αγάλματα, από τα οποία σώθηκαν μόνο τα λίθινα πόδια, δηλαδή οι πλάκες πάνω στις οποίες στηρίζονταν τα δύο βάθρα.8 Αίθουσες εξοπλισμένες με θρανία, προορισμένες για διαλέξεις, αναφέρονται στις γραπτές πηγές ως auditoria.9 Το auditorium των Ανατολικών Θερμών αποτελεί ένα από τα καλύτερα διατηρημένα, χάρη στο οποίο αποκτούμε μια σαφή εικόνα για την αρχιτεκτονική διαμόρφωση και τον εξοπλισμό τέτοιων αιθουσών.

Στην ίδια πλευρά της παλαίστρας, εκατέρωθεν του auditorium, υπήρχαν τουλάχιστον άλλες δύο αίθουσες, των οποίων η λειτουργία δε μας είναι γνωστή. Οι αίθουσες αυτές κοσμούνταν επίσης με αγάλματα, όπως μαρτυρούν τα μαρμάρινα αγάλματα μιας Υγείας, που βρέθηκε στην αίθουσα βόρεια του auditorium,10 και ενός αιχμάλωτου βαρβάρου, το οποίο ίσως ήταν στημένο σε μία από τις στοές του περιστυλίου.11

Το κυρίως οικοδόμημα των λουτρών ήταν ένα ορθογώνιο κτίσμα που καταλάμβανε έκταση 82,70 τ.μ. Ο επισκέπτης διένυε την παλαίστρα έως ότου φτάσει σε δύο ευρύχωρους διαδρόμους (basilicae), απ’ όπου εισερχόταν στις δύο επιμήκεις αίθουσες, στη δυτική ή την ανατολική πλευρά του κτηρίου. Οι δύο διάδρομοι είχαν στο βάθος από μία ημικυκλική κόγχη, όπου πιθανόν βρίσκονταν στημένα αγάλματα. Από τους διαδρόμους ο επισκέπτης είχε τη δυνατότητα είτε να περάσει μέσω των βοηθητικών χώρων κατευθείαν στην αίθουσα του θερμού λουτρού, το caldarium, είτε να φτάσει μέχρι τη βόρεια επιμήκη αίθουσα και από εκεί να κατευθυνθεί από την αίθουσα του ψυχρού λουτρού (frigidarium) σε αυτήν του θερμού (caldarium). Οι δύο γωνιακοί βοηθητικοί χώροι ταυτίζονται με τα αποδυτήρια (apodyteria). Αυτά ήταν αίθουσες απαραίτητες για τη λειτουργία κάθε γυμνασίου ή λουτρού. Συνήθως διέθεταν κατά μήκος των τοίχων τους πάγκους και ερμάρια, χτισμένα ή ξύλινα (loculi), για τη φύλαξη των ενδυμάτων των επισκεπτών.

Οι αίθουσες 6 και 8 αποτελούσαν τους χώρους του ψυχρού λουτρού (frigidarium). Την επιμήκη αίθουσα 6 την καταλάμβανε σχεδόν εξ ολοκλήρου μία μεγάλη ορθογώνια πισίνα κρύου νερού με αψιδωτές τις δύο στενές πλευρές της. Οι αίθουσες 10, 14 και 15 αποτελούσαν, το πιθανότερο, τη ζώνη του χλιαρού λουτρού (tepidarium). Η κεντρική αίθουσα (11) των θερμών λουτρών (caldarium) ήταν η μεγαλύτερη (25 x 30 μ.) και εντυπωσιακότερη από όλες. Βρισκόταν ακριβώς στην καρδιά του οικοδομήματος, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η καλύτερη δυνατή μόνωση. Στους τοίχους της υπήρχαν κόγχες. Σε τέτοιες κόγχες βρίσκονταν συνήθως λεκάνες (λουτήρες ή πύελοι) ή χτιστές πισίνες (alvei) με ζεστό νερό.12 Εκτός από μία μεσαία ημικυκλική κόγχη στη βόρεια πλευρά της αίθουσας, όλες οι υπόλοιπες ήταν ορθογώνιες, από τρεις βαθιές στις μακριές πλευρές και δύο αβαθείς στις στενές.

4. Συστήματα τοιχοδομίας και οικοδομικές τεχνικές

Για την οικοδόμηση του κτηρίου χρησιμοποιήθηκαν δύο διαφορετικά συστήματα τοιχοδομίας. Στις προσόψεις και τους εσωτερικούς τοίχους, τους πεσσούς και τις τοξωτές κατασκευές κυρίως των κεντρικών αιθουσών του λουτρού χρησιμοποιήθηκε το ορθογώνιο σύστημα λιθοδομίας (opus quadratum), δηλαδή ορθοκανονικά λαξευμένοι λίθοι που τοποθετούνται εναλλάξ φορμηδόν και παρά μήκος. Στα μικρότερα δωμάτια και σε δευτερεύουσας σημασίας χώρους χρησιμοποιήθηκε ένα πιο οικονομικό σύστημα τοιχοποιίας, κατά το οποίο μικρές ακανόνιστες πέτρες εμβυθίζονται με τη μία πλευρά τους μέσα στο συνδετικό κονίαμα, στον πυρήνα του τοίχου (opus incertum). Οι τοίχοι επικαλύπτονταν εξωτερικά με διαδοχικά στρώματα κονιάματος. Στις σημαντικότερες αίθουσες επενδύονταν με ορθομαρμάρωση, δηλαδή πολύχρωμες πλάκες μαρμάρου που στερεώνονταν με τη βοήθεια σιδερένιων συνδέσμων πάνω στο κονίαμα. Για το φωτισμό των αιθουσών υπήρχαν φεγγίτες και μεγάλων διαστάσεων παράθυρα, τα οποία χρησίμευαν ταυτόχρονα για τη φυσική θέρμανση των αιθουσών από την ηλιακή ενέργεια.13

Οι τρεις basilicae, δηλαδή οι επιμήκεις διάδρομοι που πλαισίωναν σε σχήμα Π τις αίθουσες του λουτρού, όπως και οι μεγάλες κεντρικές αίθουσες του λουτρού, αλλά και κάποιοι μικρότεροι βοηθητικοί χώροι, ήταν όλοι στεγασμένοι με θόλους. Στις θολωτές στεγάσεις και τα υπόκαυστα χρησιμοποιήθηκαν οπτοί πλίνθοι. Επρόκειτο για μια νέα κατασκευαστική τεχνική, η οποία μόλις είχε εισαχθεί στην Ανατολή από την Ιταλία.14

5. Ίδρυση του κτηρίου και χρονολογικές φάσεις

Το terminus ante quem για την ίδρυση του συγκροτήματος, δηλαδή εκείνο το χρονικό όριο πριν από το οποίο πρέπει να χρονολογηθεί η ίδρυση του κτηρίου, ορίζεται περίπου στα μέσα του 2ου αι. μ.Χ. με βάση τη χρονολόγηση των παλαιότερων κινητών ευρημάτων που αποκαλύφθηκαν κατά την ανασκαφή του οικοδομήματος.
15 Tην εποχή αυτή, δηλαδή κατά τη διάρκεια του 2ου αιώνα, λουτρικά συγκροτήματα αυτού του τύπου γνώριζαν ιδιαίτερη άνθηση στις πόλεις της Μικράς Ασίας.

Το περιστύλιο της παλαίστρας στη μορφή που σώζεται σήμερα, με τις δύο πολυτελείς αίθουσες εκατέρωθεν, την αίθουσα για την αυτοκρατορική λατρεία και το auditorium, είναι μεταγενέστερα κτίσματα. Η διαπίστωση αυτή προκύπτει από το γεγονός ότι με την κατασκευή του περιστυλίου ακριβώς στα νότια του κτηρίου των θερμών λουτρών καταργήθηκε η λειτουργία των μεγάλων νότιων παραθύρων του caldarium, αλλά και από τη χρονολόγηση μιας αποσπασματικής επιγραφής χαραγμένης στο επιστύλιο της κιονοστοιχίας της παλαίστρας.16 Στη θέση αυτή πρέπει, ωστόσο, να υπήρχε μια παλαιότερη παλαίστρα, της οποίας η μορφή δε μας είναι γνωστή. Η αναδιαμόρφωση της παλαίστρας μαζί με τις πλευρικές αίθουσες πρέπει να συντελέστηκε στις αρχές του 3ου αι. μ.Χ., κατά την εποχή του αυτοκράτορα Σεπτίμιου Σεβήρου (193-211 μ.Χ.). Κατά την ανακατασκευή της η παλαίστρα συρρικνώθηκε σε μέγεθος, καθώς το πλάτος της ήταν αρκετά στενότερο από αυτό του οικοδομήματος των λουτρών. Η μικρότερη έκταση που καταλάμβανε η παλαίστρα στη δεύτερη αυτή οικοδομική φάση της αντανακλά τη μείωση του ενδιαφέροντος για την εκγύμναση την εποχή αυτή.17

Η ανοικοδόμηση της παλαίστρας με τις πολυτελείς αίθουσες αποδόθηκε σε γόνο της οικογένειας των Βηδίων, το γνωστό σοφιστή από την Έφεσο Τ. Φλάβιο Δαμιανό και τη σύζυγό του Βηδία Φαιδρίνα.18 Ο ίδιος είναι γνωστός και από την ίδρυση μιας στοάς με θολωτή οροφή πολύ κοντά στο λουτρό που εξετάζουμε, κατά μήκος του δρόμου προς το Αρτεμίσιο. Η στοά πρόσφερε σε άσχημες καιρικές συνθήκες κάλυψη στους περαστικούς που κατευθύνονταν προς το ιερό της Αρτέμιδος, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της τελετουργικής πομπής προς το Αρτεμίσιο.19

6. Ιστορία της έρευνας

H έρευνα ολόκληρου του συγκροτήματος πραγματοποιήθηκε κατά τις ανασκαφικές περιόδους 1930 και 1931 από την αυστριακή αρχαιολογική σχολή με διευθύνοντα το F. Miltner. Σε αυτόν οφείλεται η αποτύπωση της κάτοψης και η πρόταση αναπαράστασης του συγκροτήματος.20

7. Σημερινή κατάσταση

Τα ερείπια των Ανατολικών Λουτρών, επιβλητικά και κατάφυτα, αποτελούν σήμερα σημαντική πηγή γνώσης για τον επισκέπτη που ενδιαφέρεται να μελετήσει την αρχαία ελληνορωμαϊκή αρχιτεκτονική. Οι τοίχοι των θολωτών αιθουσών σώζονται σε μεγάλο ύψος, σε ορισμένα σημεία μάλιστα έως τη γένεση των θόλων, δηλαδή των ημισφαιρικών οροφών που στέγαζαν τα δωμάτια των θερμών λουτρών. Δίνεται επομένως η δυνατότητα να παρατηρήσει κανείς τις οικοδομικές τεχνικές, όπως την εναλλαγή των συστημάτων τοιχοδομίας και των οικοδομικών υλικών. Το πλήθος μικρότερων και μεγαλύτερων θραυσμάτων μαρμάρινων αρχιτεκτονικών μελών που φέρουν πλούσιο γλυπτό διάκοσμο και σώζονται έως σήμερα στο χώρο, όπως και τα μαρμάρινα αγάλματα που βρέθηκαν στις αίθουσες της παλαίστρας και εκτίθενται σήμερα στα Αρχαιολογικά Μουσεία της Εφέσου και της Σμύρνης, μαρτυρούν τον αλλοτινό πλούτο και την πολυτέλεια του κτηρίου.



1. Scherrer, P. (επιμ.), Ephesus, The New Guide (Istanbul 2000), σελ. 70-71, εικ. 1-3.

2. Αυτές οι επιμήκεις αίθουσες, που αποτελούν τυπικό χαρακτηριστικό της αρχιτεκτονικής των ρωμαϊκών θερμών, αναφέρονται στη βιβλιογραφία με το συμβατικό όρο basilica thermarum (κυρίως για τις θέρμες της Ιταλίας και των δυτικών επαρχιών) ή με τον όρο ambulacrum για τα λουτρά της Μ. Ασίας. Βλ. σχετικά Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 414-415, σημ. 1· Nielsen, I., Thermae et Balnea. The Architecture and Cultural History of Roman Public Baths (Aarhus 1990), σελ. 106.

3. Nielsen, I., Thermae et Balnea. The Architecture and Cultural History of Roman Public Baths (Aarhus 1990), C298· Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 279 κ.ε., όπου βρίσκεται συγκεντρωμένη η προγενέστερη βιβλιογραφία.

4. Nielsen, I., Thermae et Balnea. The Architecture and Cultural History of Roman Public Baths (Aarhus 1990), C300· Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 279 κ.ε.

5. Smith, A.C.G., “The gymnasium at Alexandria Troas. Evidence for an outline reconstruction”, AnatSt 29 (1979), σελ. 23-50.

6. Nielsen, I., Thermae et Balnea. The Architecture and Cultural History of Roman Public Baths (Aarhus 1990), σελ. 298.

7. Στην Έφεσο τέτοιες αίθουσες προορισμένες για την αυτοκρατορική λατρεία αποκαλύφθηκαν και στα Λουτρά του Βηδίου και σε αυτά του Θεάτρου. Σε καλύτερη κατάσταση σώζονται αίθουσες προορισμένες για την αυτοκρατορική λατρεία στα Λουτρά στις Σάρδεις και την Αφροδισιάδα. Για την αρχιτεκτονική μορφή των αιθουσών αυτών και την πιθανή καταγωγή τους από το εφηβείο του ελληνιστικού γυμνασίου, βλ. Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 422 κ.ε.

8. Κeil, J., “XVΙΙ. Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 28 (1933), Beibl., σελ. 10.

9. Αίθουσες εξοπλισμένες με θρανία, προορισμένες για θεωρητική διδασκαλία, αναφέρονται στις ελληνικές γραπτές πηγές ως ἀκροατήρια και υπήρχαν στα ελληνικά γυμνάσια τουλάχιστον από τον 3ο αι. π.Χ. Βλ. Nielsen, I., Thermae et Balnea. The Architecture and Cultural History of Roman Public Baths (Aarhus 1990), σελ. 166. Πρβ. και Höpfner, W., “Pergamon, Rhodos, Nysa, Athen. Bibliotheken in Gymnasien und anderen Lehr- und Forschungsstätten”, στο Höpfner, W. (επιμ.), Αntike Bibliotheken. Antike Welt Sonderbd. (Mainz am Rein 2002), σελ. 67. Στην πόλη της Εφέσου ένα ακόμη auditorium το οποίο μαρτυρείται επιγραφικά βρισκόταν στην ανατολική πλευρά της πλατείας μπροστά από τη βιβλιοθήκη, βλ. Κeil, J., “XVII. Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 28 (1933), Beibl., σελ. 10, σημ. 2.

10. Κeil, J., “XVII. Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 28 (1933), Beibl., σελ. 11, εικ. 4.

11. Κeil, J., “XVI. Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 27 (1932), Beibl., σελ. 30.

12. Για τους όρους πύελος (η) και alveus, βλ. Ginouvès, R., Dictionnaire méthodique de l’architecture grecque et romaine III: Espaces architecturaux, Bâtiments et ensembles (Paris – Rome 1998), σελ. 100, 103.

13. Γενικά για το φωτισμό και τη θέρμανση των θερμών λουτρών βλ. Weber, M., Antike Badekultur (München 1996), σελ. 51.

14. Για την τεχνική αυτή βλ. Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 258, εικ. 323.

15. Nielsen, I., Thermae et Balnea. The Architecture and Cultural History of Roman Public Baths (Aarhus 1990), σελ. 98, C298 (επιγραφή IK Ephesos III 839).

16. Κeil, J., “XVI. Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 27 (1932), Beibl., σελ. 31.

17. Μiltner, F., Ephesos, Stadt der Artemis und des Johannes (Wien 1958), σελ. 75.

18. Κeil, J., “XVII. Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 28 (1933), Beibl., σελ. 10.

19. Μiltner, F., Ephesos, Stadt der Artemis und des Johannes (Wien 1958), σελ. 78.

20. Wiplinger, G. – Wlach, G., Ephesos, 100 Jahre österreichische Forschungen (Wien – Köln – Weimar 1995), σελ. 53-55.