Έφεσος (Αρχαιότητα), Οκτάγωνο

1. Θέση

Στο κέντρο της Εφέσου, στην περιοχή της Κάτω Εμβόλου, ανάμεσα στο Ηρώο του Ανδρόκλου (αρ. 48, βλ. τοπογραφικό χάρτη της Εφέσου) και το λεγόμενο Νυμφαίο (αρ. 46), βρίσκεται το Οκτάγωνο (αρ. 47), μια ταφική κατασκευή με οκταγωνική κάτοψη του δεύτερου μισού του 1ου αι. π.Χ. Η εξαιρετική σημασία του οικοδομήματος επιβεβαιώνεται από την προνομιούχα θέση του επί της Εμβόλου, που από την Αρχαϊκή εποχή αποτελούσε τμήμα της πομπικής Ιεράς οδού και ταυτόχρονα τόπο ανέγερσης ταφικών και τιμητικών μνημείων σημαινόντων προσώπων. Αυτή η παράδοση συνεχίστηκε και κατά τους Ελληνιστικούς και τους Αυτοκρατορικούς χρόνους.1

2. Αρχιτεκτονική περιγραφή

Το μνημείο διαρθρωνόταν διαδοχικά σε τρία δομικά επίπεδα: 1) τη βάση, που αποτελούνταν από την κρηπίδα και το υψηλό βάθρο των ορθοστατών, 2) το σηκόμορφο πυρήνα με την κορινθιακή περίσταση και 3) τη βαθμιδωτή κωνική στέγη.

Πιο αναλυτικά, το οικοδόμημα πατούσε πάνω σε τριβαθμιδωτή κρηπίδα (ύψους 0,94 μ.), πάνω από την οποία υψωνόταν το τετράγωνο βάθρο (podium) ύψους 2,16 μ. και μήκους 9 μ., το οποίο περιέβαλλε ένα θολωτό ταφικό θάλαμο. Ο θάλαμος ήταν προσιτός μέσω μιας μικρής εισόδου στη νότια πλευρά του οικοδομήματος. Για την κατασκευή του πυρήνα του βάθρου χρησιμοποιήθηκε η τεχνική opus caementicium, ενώ μαρμάρινοι υψηλοί ορθοστάτες συνέθεταν την εξωτερική όψη του. Πάνω από την κυματιοφόρο επίστεψη των ορθοστατών ένας τετράγωνος αναβαθμός (ύψους 0,29 μ.) μεσολαβούσε ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο επίπεδο του οικοδομήματος. Συνολικά το ύψος του πρώτου επιπέδου από την ευθυντηρία2 έως και τον ανώτατο αναβαθμό πάνω από τους ορθοστάτες υπολογίζεται σε 3,39 μ.

Μία κρηπιδωτή κατασκευή με τρεις βαθμίδες οκταγωνικής μορφής αποτελούσε τη βάση και το στυλοβάτη του δευτέρου επιπέδου της ανωδομής. Συγκεκριμένα το δεύτερο επίπεδο, το οποίο είχε συνολικό ύψος 6,50 μ.,3 συνέθετε ο οκταγωνικός σηκόμορφος συμπαγής πυρήνας, ο οποίος περιβαλλόταν από κορινθιακή περίσταση με οκτώ κίονες. Στη βάση του διαμορφωνόταν περιμετρικά ένα χαμηλό θρανίο, το οποίο συγκρατούσαν υποστηρίγματα σε μορφή λεοντόποδων. Πάνω από το θρανίο προστέθηκε ως ενδιάμεσο διαχωριστικό διακοσμητικό μέλος ένα κυμάτιο και ακολουθούσε η ομοιόμορφη διάταξη των δόμων του τοίχου του σηκού. Το άνω τμήμα του τοίχου το κοσμούσε ζωφόρος με ανάγλυφες παραστάσεις, όπου εικονίζονταν βουκράνια (bucrania), σπονδικές φιάλες (paterae), ρόδακες και γιρλάντες με καρπούς, άνθη και φρούτα, οι οποίες σχημάτιζαν τόξα. Το κοινό αυτό μοτίβο, πέρα από το σαφή διακοσμητικό ρόλο του, εμπεριείχε λατρευτικό ή ταφικό χαρακτήρα.4 Στη συνέχεια μια επικρανίτιδα μεσολαβούσε ανάμεσα στην ανάγλυφη ζωφόρο και το διταινιωτό επιστύλιο.

Οι κίονες της περίστασης ήταν κορινθιακού ρυθμού και εδράζονταν σε βάσεις αττικού τύπου με πλίνθο. Οι κορμοί των κιόνων έφεραν 24 ραβδώσεις, ενώ τα κιονόκρανα ακολουθούσαν την τυπική μορφή του κορινθιακού ρυθμού.5 Το συνολικό ύψος των κιόνων έφτανε τα 4,5 μ. Ο θριγκός της περίστασης αποτελούνταν από ένα τριταινιωτό επιστύλιο το οποίο επέστεφε ιωνικό κυμάτιο, μία ανάγλυφη ζωφόρο και το γείσο. Τη ζωφόρο κοσμούσαν φύλλα άκανθας και φοίνικα, ενώ ανάμεσα στα φυλλώματα παρεμβάλλονταν σώματα γρυπών. Τα διακοσμητικά αυτά μοτίβα των φυτών και των ζώων συγκρατούσαν εναλλάξ καμπύλους και επίπεδους κιλλίβαντες.6 Τη σίμη κοσμούσαν ανάγλυφες λεοντοκεφαλές με καθαρά διακοσμητικό ρόλο, χωρίς καμία χρηστικότητα, καθώς δεν χρησιμοποιούνταν ως υδρορροές. Την περίσταση κάλυπτε μαρμάρινη οροφή, όπου τα φατνώματα κοσμούνταν με ρόδακες και άνθη.7 Την όλη αρχιτεκτονική σύνθεση επέστεφε κωνική βαθμιδωτή μαρμάρινη στέγη, στην κορυφή της οποίας εδραζόταν μία λίθινη σφαίρα.8

Μέσα από τη μελέτη του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού του μνημείου της Εφέσου είναι εμφανής ο συγκερασμός και η επίδραση διαφορετικών αρχιτεκτονικών παραδόσεων. Τα μορφολογικά στοιχεία του οικοδομήματος αναδεικνύουν τις έντονες τοπικές επιρροές, αφού η αρχιτεκτονική έννοια του υπερυψωμένου βάθρου αποτελεί μορφολογική έμπνευση κατεξοχήν της Ανατολής, όπως άλλωστε και η κωνική βαθμιδωτή στέγαση, γνωστή από μνημειακά ταφικά οικοδομήματα της Μικράς Ασίας, όπως ο τάφος του Λέοντος της Κνίδου, το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού και το Μαυσωλείο Μπελεβί στην Έφεσο. Όμως νεωτεριστικό στοιχείο αποτελεί η επιλογή της οκταγωνικής κάτοψης, που θεωρήθηκε ότι ακολουθεί αλεξανδρινά πρότυπα.9

3. Χρονολόγηση

Το μνημείο χρονολογήθηκε με βάση την αρχιτεκτονική διακόσμησή του γύρω στο 50-20 π.Χ. Οι μελετητές συσχέτισαν μορφολογικά και τυπολογικά στοιχεία του Οκταγώνου με άλλα οικοδομήματα της Μικράς Ασίας, καθώς και της κυρίως Ελλάδας. Με βάση λοιπόν τα διακοσμητικά μοτίβα κυρίως των κορινθιακών κιονοκράνων, της ανάγλυφης ζώνης των γιρλαντών, της ζωφόρου της περίστασης και του γείσου προέκυψε η ασφαλής χρονολόγηση του μνημείου στο δεύτερο μισό του 1ου αι. π.Χ.10

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι στη βόρεια πλευρά (όψη) του βάθρου προς την οδό των Κουρητών γράφτηκαν το 371 και το 372 μ.Χ. δύο επιστολές των αυτοκρατόρων Ουάλεντος, Βαλεντινιανού και Γρατιανού στα λατινικά και τα ελληνικά, οι οποίες αφορούσαν οικονομικά ζητήματα.11

4. Ερμηνεία

Το επιβλητικό οικοδόμημα αρχικά ταυτίστηκε με ηρώο.
12 Η αποκάλυψη όμως ταφικού θαλάμου στο εσωτερικό του βάθρου, όπου βρέθηκε ακόσμητη μαρμάρινη σαρκοφάγος με κάλυμμα σε μορφή αετωματικής στέγης, επιβεβαίωσε ότι πρόκειται για ταφικό μνημείο. Το σκελετικό υλικό, που διατηρήθηκε παρά τη διατάραξη και τη σύληση του τάφου, μελετήθηκε και έδειξε ότι ενταφιασμένη ήταν νεαρή γυναίκα ηλικίας μέχρι 20 ετών.13

Η επιδεικτική τοποθέτηση του Οκταγώνου επί της οδού των Κουρητών αποκαλύπτει την ισχύ και το κύρος της οικογένειας της νεκρής. Εξάλλου, γενικότερα ο ενταφιασμός εντός των τειχών της πόλης αποτελούσε αποκλειστικό προνόμιο των μελών βασιλικών δυναστειών ή ευεργετών.

Με βάση τα παραπάνω επιχειρήματα, καθώς και τη χρονολόγηση του Οκταγώνου στο δεύτερο μισό του 1ου αι. π.Χ., το μνημείο πιθανολογείται ότι ήταν ο τάφος της Αρσινόης Δ΄. Επρόκειτο για τη μικρότερη κόρη του βασιλιά της Αιγύπτου Πτολεμαίου ΙΒ΄ –και αδελφή της Κλεοπάτρας Ζ΄–, η οποία δολοφονήθηκε σε ηλικία 16 με 18 ετών κατ’ εντολή του Μάρκου Αντώνιου, στην Έφεσο το 41 π.Χ.14 Πιθανολογείται μάλιστα ότι το μνημείο κατασκευάστηκε από τον ίδιο το Μάρκο Αντώνιο με σκοπό να συγκαλύψει τη δολοφονία.15 Η συσχέτιση του ιστορικού γεγονότος της δολοφονίας της Αρσινόης με το συγκεκριμένο κτίσμα σε συνδυασμό άλλωστε και με τα ανασκαφικά δεδομένα φαίνεται αρκετά πειστική.

Επιπλέον, η οκταγωνική μορφή του μνημείου, η οποία βρίσκεται έξω από την αρχιτεκτονική παράδοση των ελληνιστικών ταφικών μνημείων και μαυσωλείων, εμπνέεται ή πιθανόν αντιγράφει τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό του Φάρου της Αλεξάνδρειας και ερμηνεύτηκε ως σύμβολο της καταγωγής και της ταυτότητας της νεκρής.16 Συνεπώς το ταφικό επιβλητικό κτίσμα της Εφέσου με την ιδιαίτερα προβαλλόμενη τιμητική θέση του αποδίδεται σε μέλος της βασιλικής δυναστείας των Πτολεμαίων.17

5. Ιστορία της έρευνας και σημερινή κατάσταση

Η ανασκαφική έρευνα του οικοδομήματος ξεκίνησε το 1904 υπό την εποπτεία του Αυστριακού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου, με τη συμμετοχή των αρχαιολόγων R. Heberdey και J. Keil και του αρχιτέκτονα W. Wilberg.18 Τα σωζόμενα αρχιτεκτονικά λείψανα του Οκταγώνου επέτρεψαν την πλήρη σχεδιαστική αναπαράστασή του από το W. Wilberg. Σύντομη παρουσίαση της αρχιτεκτονικής μορφής και του θέματος της ταύτισης του μνημείου έγινε το 1974 από τον αρχαιολόγο W. Alzinger. Όμως, πρόσφατη συνολική μελέτη της H. Thür συνέβαλε σημαντικά στην προώθηση της έρευνας σχετικά με την ερμηνεία του μνημείου και ανέδειξε την ιστορική του σημασία.

Τμήματα της ανωδομής του Οκταγώνου μεταφέρθηκαν στην Αυστρία και από το 1978 εκτίθενται στο Μουσείο της Βιέννης. Στον αρχαιολογικό χώρο της Εφέσου διατηρούνται λείψανα της κρηπίδας και του βάθρο των ορθοστατών, όπως και ελάχιστα τμήματα της περίστασης και της ανάγλυφης διακοσμητικής ζωφόρου των γιρλαντών.19



1. Thür, H., “Arsinoe IV, eine Schwester Kleopatras VII, Grabinhaberin des Oktogons von Ephesos? Ein Vorschlag”, Öjh 60 (1990), σελ. 43-44.

2. Σύμφωνα με το W. Alzinger, η ευθυντηρία, δηλαδή η πρώτη βαθμίδα του κρηπιδώματος, ήταν κατασκευασμένη από ασβεστόλιθο. Βλ. Alzinger, W., Augusteische Architektur in Ephesos (Wien 1974), σελ. 40.

3. Το ύψος υπολογίζεται μαζί με την κρηπιδωτή κατασκευή. Βλ. Alzinger, W., Augusteische Architektur in Ephesos (Wien 1974), σελ. 40· Thür, H., “Arsinoe IV, eine Schwester Kleopatras VII, Grabinhaberin des Oktogons von Ephesos? Ein Vorschlag”, Öjh 60 (1990), σελ. 47-49.

4. Σε κάθε πλευρά του οκταγώνου αντιστοιχούσαν δύο τόξα γιρλάντας. Σπονδικές φιάλες, άνθη ή ρόδακες είχαν τοποθετηθεί στο χώρο πάνω από τις γιρλάντες. Ως προς τις λεπτομέρειες της διακόσμησης της ανάγλυφης αυτής ζώνης βλ. Alzinger, W., Augusteische Architektur in Ephesos (Wien 1974), σελ. 41· Thür, H., “Arsinoe IV, eine Schwester Kleopatras VII, Grabinhaberin des Oktogons von Ephesos? Ein Vorschlag”, Öjh 60 (1990), σελ. 49-50.

5. Για πληρέστερη ανάλυση των κορινθιακών κιονοκράνων και των στιλιστικών χαρακτηριστικών τους βλ. Thür, H., “Arsinoe IV, eine Schwester Kleopatras VII, Grabinhaberin des Oktogons von Ephesos? Ein Vorschlag”, Öjh 60 (1990), σελ. 49· Rumscheid, F., Untersuchungen zur kleinasiatischen Bauornamentik des Hellenismus (Mainz 1994), σελ. 160-161.

6. Για τα διακοσμητικά μοτίβα της ζωφόρου της περίστασης βλ. Thür, H., “Arsinoe IV, eine Schwester Kleopatras VII, Grabinhaberin des Oktogons von Ephesos? Ein Vorschlag”, Öjh 60 1990, σελ. 47-49· Rumscheid, F., Untersuchungen zur Kleinasiatischen Bauornamentik des Hellenismus (Mainz 1994), σελ. 161-164.

7. Για τα φατνώματα βλ. Rumscheid, F., Untersuchungen zur Kleinasiatischen Bauornamentik des Hellenismus (Mainz 1994), σελ. 164.

8. Για αναλυτική περιγραφή της αρχιτεκτονικής μορφής και του σχεδιασμού του μνημείου βλ. Alzinger, W., Augusteische Architektur in Ephesos (Wien 1974), σελ. 40-43· Thür, H., “Arsinoe IV, eine Schwester Kleopatras VII, Grabinhaberin des Oktogons von Ephesos? Ein Vorschlag”, Ojh 60 (1990), σελ. 43-56, κυρ. 45-50· Thür, H., “The Processional Way in Ephesos as a Place of Cult and Burial”, στο Koester, H. (επιμ.), Ephesos. Metropolis of Asia. An interdisciplinary approach to its archaeology, religion and culture (Pennsylvania 1995), σελ. 178-180· Thür, H., “Die Ergebnisse der Arbeiten an der innerstädtischen Via Sacra im Embolosbereich”, στο Knibbe, D. – Thür, H. (επιμ.), Via Sacra Ephesiaca II, Grabungen und Forschungen 1992 und 1993 (Wien 1995), σελ. 92· Scherrer, P. (επιμ.), Ephesus. The New Guide (Wien 2000), σελ. 124-125· Rumscheid, F., Untersuchungen zur Kleinasiatischen Bauornamentik des Hellenismus (Mainz 1994), σελ. 160-165.

9. Πρότυπο της οκταγωνικής μορφής του μνημείου της Εφέσου θεωρήθηκε από το W. Alzinger ότι ήταν ο Πύργος των Ανέμων ή Ωρολόγιο του Ανδρονίκου Κυρρήστου στην Αθήνα. Ο μελετητής επισημαίνει επίσης κοινά μορφολογικά στοιχεία στην ανωδομή των δύο οικοδομημάτων, συγκρίνοντας την ανάγλυφη ζώνη των γιρλαντών του μνημείου της Εφέσου με τη ζωφόρο των φτερωτών Ανέμων στο Ωρολόγιο του Κυρρήστου. Βλ. Alzinger, W., Augusteische Architektur in Ephesos (Wien 1974), σελ. 42. Σύμφωνα όμως με τη H. Thür, η λειτουργική διαφοροποίηση των δύο οικοδομημάτων καθιστά αβάσιμο αυτό το συσχετισμό. Η τελευταία άλλωστε υποστηρίζει ότι η μορφή του μνημείου της Εφέσου ήταν εμπνευσμένη από το οκταγωνικό τμήμα του Φάρου της Αλεξάνδρειας. Η επισήμανση μάλιστα της ομοιότητας αυτής αποδεικνύεται πολύτιμη για την ερμηνεία του οικοδομήματος. Thür, H., “Arsinoe IV, eine Schwester Kleopatras VII, Grabinhaberin des Oktogons von Ephesos? Ein Vorschlag”, Öjh 60 (1990), σελ. 43-56, κυρ. 54-56.

10. Συγκρίσιμα παραδείγματα από τη Μικρά Ασία ως προς τα στιλιστικά χαρακτηριστικά των αρχιτεκτονικών μορφών και των διακοσμητικών μοτίβων αποτελούν το Μνημείο του Μέμμιου και το Κυκλικό Μνημείο στο Panayir Dag στην Έφεσο, ο ναός του Αυγούστου στην Άγκυρα καθώς και ο ναός της Εκάτης στα Λάγινα. Για τη σύγκριση του Οκταγώνου με μνημεία της Μικράς Ασίας και της κυρίως Ελλάδας, βλ. Alzinger, W., Augusteische Architektur in Ephesos (Wien 1974), σελ. 42-43· Thür, H., “Arsinoe IV, eine Schwester Kleopatras VII, Grabinhaberin des Oktogons von Ephesos? Ein Vorschlag”, Öjh 60 (1990), σελ. 49-50· Thür, H., “The Processional Way in Ephesos as a Place of Cult and Burial”, στο Koester, H. (επιμ.), Ephesos. Metropolis of Asia. An interdisciplinary approach to its archaeology, religion and culture (Pennsylvania 1995), σελ. 180, σημ. 87· Vandeput, L., The Architectural Decoration in Roman Asia Minor, Sagalassos: A Case Study (Leuven 1996), σελ. 42, 43, 45, 46, 50, 60-61, 143, 163.

11. Οι επιστολές χαράχτηκαν τον 4ο αιώνα στους ορθοστάτες του βάθρου που ήταν ορατοί από την οδό των Κουρητών. Η επιστολή στα αριστερά είναι στη λατινική γλώσσα, απευθύνεται στον ανθύπατο Ευτρόπιο (Eutropius) (370/371) και καθορίζει τη διανομή χρηματικού ποσού σε πόλεις της Μικράς Ασίας τις οποίες έπληξαν καταστροφικοί σεισμοί. Η επιστολή στα δεξιά είναι γραμμένη και στην ελληνική και στη λατινική γλώσσα, απευθύνεται στον ανθύπατο Festus και αναφέρεται στο χρηματικό ποσό που αναλογεί σε τέσσερις πόλεις για τη διεξαγωγή αγώνων στο πλαίσιο θρησκευτικών εορτών. Αναλυτικά για το περιεχόμενο των επιγραφών βλ. Heberdey, R., “VIII. Vorläufiger Bericht über die Grabungen in Ephesus 1904”, Öjh 8 (1905), σελ. 71-76· Wankel, H. (επιμ.), Die Inschriften von Ephesos Ia, Nr. 1-47 (Bonn 1979), αρ. 42, 43, σελ. 264-277. Επίσης βλ. Scherrer, P. (επιμ.), Ephesus. The New Guide (Wien 2000), σελ. 124· Thür, H., “The Processional Way in Ephesos as a Place of Cult and Burial”, στο Koester, H. (επιμ.), Ephesos. Metropolis of Asia. An interdisciplinary approach to its archaeology, religion and culture (Pennsylvania 1995), σελ. 178- 179, σημ. 80· Thür, H., “Die Ergebnisse der Arbeiten an der innenstädtischen Via Sacra im Embolosbereich”, στο Knibbe, D. – Thur, H. (επιμ.), Via Sacra Ephesiaca II, Grabungen und Forschungen 1992 und 1993 (Wien 1995), σελ. 92.

12. Thür, H., “Arsinoe IV, eine Schwester Kleopatras VII, Grabinhaberin des Oktogons von Ephesos? Ein Vorschlag”, Öjh 60 (1990), σελ. 44, σημ. 12, 50.

13. Για τη μελέτη του σκελετικού υλικού βλ. Thür, H., “The Processional Way in Ephesos as a Place of Cult and Burial”, στο Koester, H. (επιμ.), Ephesos. Metropolis of Asia. An interdisciplinary approach to its archaeology, religion and culture (Pennsylvania 1995), σελ. 180-182· Thür H., “Die Ergebnisse der Arbeiten an der Innerstadtischen Via Sacra im Embolosbereich”, στο Knibbe, D. – Thür, H. (επιμ.), Via Sacra Ephesiaca II, Grabungen und Forschungen 1992 und 1993 (Wien 1995), σελ. 92, σημ. 364.

14. Η Αρσινόη ήταν η μικρότερη κόρη του βασιλιά. Το 47 π.Χ. παραχωρήθηκε σε εκείνη και στον αδελφό της Πτολεμαίο ΙΔ΄ η ηγεμονία της Κύπρου από τον Ιούλιο Καίσαρα. Λίγο αργότερα όμως ανακηρύχθηκε από το λαό της Αλεξάνδρειας βασίλισσα και πολέμησε κατά τη διάρκεια του Αλεξανδρινού πολέμου εναντίον του Καίσαρα. Μετά την αποκατάσταση της Κλεοπάτρας Ζ΄ στο θρόνο, η Αρσινόη παρέλασε ανάμεσα στους αιχμαλώτους του Καίσαρα στη Ρώμη το 46 π.Χ. Απελευθερώθηκε μετά τη θριαμβική παρέλαση και διέμενε στο ιερό της Αρτέμιδος στην Έφεσο, όπου έγινε δεκτή από το ιερατείο ως βασίλισσα. Το 41 π.Χ. δολοφονήθηκε στην Έφεσο κατ’ εντολή του Μάρκου Αντώνιου ύστερα από επιθυμία της Κλεοπάτρας. Για την ταύτιση του Οκταγώνου με τον τάφο της Αρσινόης Δ΄ βλ. Thür, H., “The Processional Way in Ephesos as a Place of Cult and Burial”, στο Koester, H. (επιμ.), Ephesos. Metropolis of Asia. An interdisciplinary approach to its archaeology, religion and culture (Pennsylvania 1995), σελ. 180-182, σημ. 90-92· Thür, H., “Arsinoe IV, eine Schwester Kleopatras VII, Grabinhaberin des Oktogons von Ephesos?, Ein Vorschlag”, Öjh 60 (1990), σελ. 52· Thür, H., “Die Ergebnisse der Arbeiten an der Innerstadtischen Via Sacra im Embolosbereich”, στο Knibbe, D. – Thür, H. (επιμ.), Via Sacra Ephesiaca II, Grabungen und Forschungen 1992 und 1993 (Wien 1995), σελ. 92· Thür, H., “Der Embolos: Tradition und Innovation anhand seines Erscheinungsbides”, στο Friesinger, H. – Krinzinger, F. (επιμ.), 100 Jahre österreichische Forschungen in Ephesos. Akten des Symposions, Wien 1995 (Wien 1999), σελ. 424.

15. Πιθανολογείται πως ο Μάρκος Αντώνιος διέδωσε τη φήμη ότι ο θάνατος της Αρσινόης επήλθε από φυσικά αίτια, με σκοπό να συγκαλύψει τη δολοφονία και να αποφύγει την αντίδραση της Αλεξάνδρειας, όπου η Αρσινόη ήταν περισσότερο αγαπητή από την Κλεοπάτρα τόσο από το λαό όσο και από την αριστοκρατική τάξη. Συνεπώς ως χορηγοί του μνημείου της Εφέσου πιθανολογούνται ο Αντώνιος ή η Κλεοπάτρα ή και οι δυο, ενώ η επιλογή της θέσης έγινε από τους Εφεσίους, που ήθελαν να κερδίσουν την εύνοια του νέου ηγέτη. Βλ. Thür, H., “Arsinoe IV, eine Schwester Kleopatras VII, Grabinhaberin des Oktogons von Ephesos? Ein Vorschlag”, Öjh 60 (1990), σελ. 56.

16. Σύμφωνα με τις προτάσεις αποκατάστασης, ο Φάρος διέθετε τρία διαδοχικά επίπεδα διαφορετικού σχήματος: ένα τετράπλευρο (ύψους 65 μ.), ένα οκταγωνικό (ύψους 30 μ.) και ένα κυλινδρικό τμήμα (ύψους 9 μ.), όπου πιθανόν βρισκόταν η εστία του Φάρου. Το ανώτατο κυλινδρικό επίπεδο έφερε κωνική στέγη, στη κορυφή της οποίας εδραζόταν το άγαλμα του Δία. Για το Φάρο της Αλεξάνδρειας, βλ. Thiersch, H., Pharos, antike Islam und Occident (Leipzig 1909). Για το θέμα της ομοιότητας του Φάρου της Αλεξάνδρειας με το Οκτάγωνο της Εφέσου, βλ. Thür, H., “Arsinoe IV, eine Schwester Kleopatras VII, Grabinhaberin des Oktogons von Ephesos? Ein Vorschlag”, Öjh 60 (1990), σελ. 54-56.

17. Πάντως, λόγω της απουσίας επιγραφικών μαρτυριών το θέμα της ταυτότητας της νεκρής παραμένει ανοιχτό.

18. Heberdey, R., “VIII. Vorläufiger Bericht über die Grabungen in Ephesus 1904”, Öjh 8 (1905), σελ. 70-76.

19. Alzinger, W., Augusteische Architektur in Ephesos (Wien 1974), σελ. 40· Scherrer, P. (επιμ.), Ephesus. The New Guide (Wien 2000), σελ. 124-125· Wiplinger, G. – Wlach, G., Ephesus, 100 Years of Austrian Research (Vienna 1996), σελ. 153.