Άγδιστις

1. Άγδιστις – μυθολογική παράδοση

Η Άγδιστις ήταν ένα ερμαφρόδιτο πλάσμα από τη Φρυγία της Μικράς Ασίας για το οποίο δε σώζεται καμία απεικόνιση στην αρχαία τέχνη. Υπάρχουν δύο εκδοχές σχετικά με το μύθο της: η πρώτη παραδίδεται από τον Παυσανία1 και η δεύτερη από το Λατίνο ρήτορα Αρνόβιο.2

Σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή, ενώ ο Δίας κοιμόταν βαθιά, έπεσε λίγο από το σπέρμα του στη γη και ένα παράξενο ερμαφρόδιτο πλάσμα, η Άγδιστις, γεννήθηκε από το έδαφος. Αυτή τρόμαξε τόσο τους θεούς που την αλυσόδεσαν και την ευνούχισαν. Από το κομμένο πέος της φύτρωσε μια αμυγδαλιά με ώριμους καρπούς, που ήρθε να μαζέψει η κόρη του ποτάμιου θεού Σαγγάριου και τοποθέτησε στον κόρφο της. Τα αμύγδαλα εξαφανίστηκαν αμέσως και η νέα κοπέλα δεν άργησε να μείνει έγκυος. Γέννησε ένα αγόρι και το εγκατέλειψε, αλλά αυτό σώθηκε από έναν τράγο που το ανάθρεψε. Το παιδί, επονομαζόμενο Άττις, μεγάλωσε και έγινε τόσο όμορφο που μια μέρα η Άγδιστις, έκτοτε πια μόνο γυναίκα, το είδε και το ερωτεύτηκε σφόδρα. Για να προστατεύσουν το νέο, αποφάσισαν να τον απομακρύνουν και τον έστειλαν στον Πεσσινούντα, όπου τον πάντρεψαν με την κόρη του τοπικού βασιλιά. Όμως, ενώ το τραγούδι του υμεναίου είχε μόλις τελειώσει, εμφανίστηκε η Άγδιστις και τρέλανε τον Άττι και το βασιλιά, που αυτοευνουχίστηκαν και οι δύο. Αυτός ο ακρωτηριασμός υπήρξε μοιραίος για τον Άττι και η Άγδιστις, δυστυχισμένη για την ανεξέλεγκτη πράξη της, κατάφερε να πείσει το Δία το σώμα του νέου άνδρα να μην αλλοιωθεί ποτέ.

Κατά την εκδοχή του Αρνόβιου, η ιστορία της Αγδίστεως τοποθετείται στα σύνορα της Φρυγίας, στο σημείο όπου βρισκόταν ένας έρημος απόκρημνος βράχος που ονομαζόταν Άγδος. Εκεί ο Δευκαλίωνας και η Πύρρα, ο πατέρας και η μητέρα του ανθρώπινου γένους, είχαν σμιλέψει ανθρώπους στην πέτρα, και η Κυβέλη, η μεγάλη μητέρα των θεών, σμιλεύτηκε και εκείνη σε αυτό το βράχο.3 Ο Δίας γοητεύτηκε από τη μεγάλη θεά, όμως μάταια προσπάθησε να ενωθεί μαζί της, γι’ αυτό τοποθέτησε το σπέρμα του σε ένα γειτονικό βράχο. Έτσι, γεννήθηκε η Άγδιστις, ένα ερμαφρόδιτο πλάσμα, που ο Διόνυσος, θεός του αμπελιού και του κρασιού, μέθυσε και ευνούχισε. Από το αίμα της πληγής της φύτρωσε μια ροδιά, από όπου η Νανά, η κόρη του ποτάμιου θεού Σαγγάριου, έκοψε ένα φρούτο που τοποθέτησε στο στήθος της. Έμεινε αμέσως έγκυος και έφερε στον κόσμο ένα παιδί που ο πατέρας της νεαρής μητέρας τη συμβούλεψε να εγκαταλείψει. Εκτεθειμένο στο βλέμμα των περαστικών, το μικρό αγόρι, επονομαζόμενο Άττις, σώθηκε από έναν τράγο και ανατράφηκε με μέλι και γάλα. Μεγάλωσε και έγινε ένας πολύ όμορφος νέος, για τον οποίο φιλονίκησαν η Άγδιστις και η Κυβέλη.
Όταν ο Μίδας, βασιλιάς του Πεσσινούντα, επιχείρησε να παντρέψει το νέο αγόρι με την κόρη του, η Άγδιστις, από ζήλια, τρέλανε όλους τους προσκεκλημένους στο γάμο. Μέσα στο παραλήρημά του, ο Άττις αυτοευνουχίστηκε κάτω από ένα πεύκο και πέθανε. Η σύζυγός του, απελπισμένη, αυτοκτόνησε. Η Κυβέλη έθαψε τους δύο νεόνυμφους και από τις σταγόνες αίματος που έτρεξαν από τις πληγές τους φύτρωσαν βιολέτες και μια αμυγδαλιά.

Ύστερα από αίτημα της Αγδίστεως, ο Δίας δέχτηκε να μην αποσυντεθεί ποτέ το σώμα του Άττεως και τα μαλλιά του συνέχισαν να μακραίνουν και το μικρό του δάκτυλο να κινείται. Εγκαθιδρύθηκε επίσης και μια γιορτή στη μνήμη του στον Πεσσινούντα, όπου βρισκόταν ένα από τα μεγαλύτερα λατρευτικά κέντρα της Κυβέλης.



1. Παυσ. 7.17.10-12.

2. Arnob., Adv. Nat. 5.5-7, 12.

3. Η συγκεκριμένη μυθολογική παράδοση εξηγεί το γεγονός ότι η θεά λατρευόταν με τη μορφή μιας ακατέργαστης πέτρας, ενός μαύρου βετύλου.