Αμιρούτζης Γεώργιος

1. Γέννηση – Εκπαίδευση

Ο Γεώργιος Αμιρούτζης1 γεννήθηκε στην Τραπεζούντα στις αρχές του 15ου αιώνα. Κατά το Δωρόθεο Μονεμβασίας, ήταν «πεπονηρευμένος, εύμορφος, επιτήδειος, υψηλός, εις το δοξάρι [τοξότης] θαυμαστός».2 Σπούδασε φυσικές επιστήμες, ιατρική, φιλοσοφία και θεολογία στην Τραπεζούντα και συνέχισε τις σπουδές του στην Κωνσταντινούπολη.3

2. Μεταξύ ενωτικών και ανθενωτικών

Ο Αμιρούτζης ανέπτυξε σημαντική διπλωματική δραστηριότητα ως απεσταλμένος της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας. To 1437 συμμετείχε στην αντιπροσωπεία που συνόδευσε τη Μαρία, κόρη του Αλεξίου Δ΄ Κομνηνού, αυτοκράτορα της Τραπεζούντας, στην Κωνσταντινούπολη, όπου παντρεύτηκε τον αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγο∙ εξάλλου, το 1438-1439, συμμετείχε στη βυζαντινή αντιπροσωπεία που διεξήγαγε τις συνομιλίες με τους καθολικούς στη σύνοδο Φεράρας-Φλωρεντίας.

Στη σύνοδο, ο Αμιρούτζης και ο Γεώργιος Γεμιστός ήταν οι λαϊκοί σύμβουλοι του αυτοκράτορα, ενώ ο Βησσαρίων, μητροπολίτης Νικαίας, ο εκκλησιαστικός του σύμβουλος. Ο Τραπεζούντος Χρύσανθος προβαίνει σε μία ενδιαφέρουσα παρατήρηση, επισημαίνοντας ότι ο Αμιρούτζης δεν τέθηκε επικεφαλής της βυζαντινής αντιπροσωπείας ακριβώς επειδή ο Ιωάννης Δ΄ γνώριζε το χαρακτήρα του∙ αντιθέτως, για τη θέση αυτή προτίμησε το Μακροδούκα. Πάντως, η παρουσία και η ιδιαίτερη φυσιογνωμία του Αμιρούτζη πρέπει να έγιναν αισθητές από την καθολική πλευρά, γεγονός που αποδεικνύεται από το ότι ο καρδινάλιος Καισαρίνι κάλεσε τον Αμιρούτζη, μαζί με το Βησσαρίωνα και το Γεμιστό, «εις εστίασιν και εν τω αρίστω φιλόσοφα προβλήματα προέτεινε προς τους ημετέρους, και ούτοι αρκούντως τας λύσεις αυτών επεξειργάζοντο».4

Στο εσωτερικό της βυζαντινής αντιπροσωπείας είχαν αναπτυχθεί διαμάχες κι έριδες μεταξύ κάποιων από τα μέλη της, που βαθμιαία έλαβαν μεγαλύτερες διαστάσεις. Η διένεξη ανάμεσα στο Μάρκο Ευγενικό, μητροπολίτη Εφέσου, και το Γρηγόριο Πνευματικό (Γρηγόριο Μελισσηνό ή Μάμα) εκδηλώθηκε αναφορικά με το ζήτημα του «καθαρτηρίου πυρός» (πουργατόριον). Κατόπιν εντολής του αυτοκράτορα, τη σύνταξη του σχετικού υπομνήματος την είχε αναλάβει ο Μάρκος Ευγενικός∙ ωστόσο, ο Γρηγόριος υποκίνησε το Βησσαρίωνα να συντάξει άλλο υπόμνημα για το ίδιο θέμα. Ο Βησσαρίων το συνέταξε, και, κατόπιν αυτού, ο Γρηγόριος επιχείρησε να πείσει τον αυτοκράτορα ότι αυτό έπρεπε να διανεμηθεί στους καθολικούς αντιπροσώπους, αφού ήταν «φιλοτιμότερον κατά την φράσιν και ρηματικότερον» από εκείνο του Μάρκου Ευγενικού. Ο αυτοκράτορας αποφάσισε τελικά τη σύνταξη νέου υπομνήματος, με βάση τα καλύτερα και χρησιμότερα στοιχεία από τα δύο προηγούμενα υπομνήματα∙ η συντακτική επιτροπή περιλάμβανε, μαζί με τον Ευγενικό, το Βησσαρίωνα και το Γεμιστό, και τον Αμιρούτζη.

Η διάσταση απόψεων αλλά και η όξυνση των σχέσεων ανάμεσα στον Ευγενικό και το Βησσαρίωνα διαφαίνονται και σε ένα χαρακτηριστικό επεισόδιο που έλαβε χώρα στη Φεράρα, στις 18 Νοεμβρίου 1438, κατά την 11η συνέλευση της συνόδου. Αναφέρει ο Συρόπουλος: «[Ο Γρηγόριος] ο πνευματικός και ο Αμιρούτζης μεθ’ ετέρου τινός απελθόντες εκάθισαν εν τη ανατολικοτέρω γωνία του τρικλίνου, όπισθεν μεν πάντων και πόρρω, απέναντι δε του Εφέσου, τα παρ’ αυτού λεγόμενα ειρωνευόμενοι και υπ’ οδόντα γελώντες τε και εμπαίζοντες».5

Σχετικά με το ζήτημα της ένωσης των Εκκλησιών, ο Αμιρούτζης είχε υιοθετήσει –αρχικά τουλάχιστον– φιλενωτική στάση, που τον έφερε σε σύγκρουση με το Γεμιστό. Σύμφωνα με το Συρόπουλο, σε σκληρή λογομαχία μεταξύ των φιλενωτικών, στους οποίους συμπεριλαμβανόταν ο Αμιρούτζης, και του Μάρκου Ευγενικού ενώπιον του αυτοκράτορα, ο Γεμιστός πήρε το μέρος του Ευγενικού και στη συνέχεια ο Αμιρούτζης τον έψεξε με σκαιό τρόπο. Ο αυτοκράτορας όμως δεν αντέδρασε στην αναίδεια του Αμιρούτζη. Το απόσπασμα αυτό είναι ίσως ενδεικτικό, εκτός των άλλων, και της ισχύος του Αμιρούτζη εντός της βυζαντινής αντιπροσωπείας. Πάντως, σε ό,τι αφορά τις διαμάχες φιλενωτικών και ανθενωτικών, θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί στην αξιολόγηση πηγών των οποίων οι συγγραφείς πρόσκεινται ιδεολογικά στη μία ή στην άλλη πλευρά, όπως φαίνεται ότι συνέβαινε με το Συρόπουλο.

Ωστόσο, αφoύ επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, ο Αμιρούτζης άλλαξε άποψη, τασσόμενος υπέρ της ανθενωτικής γραμμής. Στην αλλαγή της στάσης του –πέραν των έντονων ανθενωτικών αντιδράσεων που συνάντησε– συντέλεσαν ενδεχομένως και οι πιέσεις που δέχθηκε από το φιλικό κύκλο του. Πάντως, φαίνεται πως κατηγόρησε τον Ιωάννη Η΄ ότι ασχολείται με το ζήτημα του
filioque, αντί να προετοιμάζεται για την επικείμενη σύγκρουση με τους Οθωμανούς, χαρακτήρισε τους καθολικούς «εγγαστρίμυθους», λόγω του ότι αναγνώριζαν το αλάθητο του πάπα, και αποκήρυξε την προσθήκη «και εκ του Υιού» (filioque), καθώς και την ένωση των Εκκλησιών. Σχετικά με τη μεταστροφή του Τραπεζούντιου φιλοσόφου, σώζεται επιστολή με τίτλο «Αμιρούτζη του φιλοσόφου προς ηγεμόνα Ναυπλίου Δημήτριον περί των εν τη Φλωρεντία συμβεβηκότων»∙6 ωστόσο, ο Gill αμφισβητεί πειστικά το κατά πόσον συγγραφέας της επιστολής αυτής είναι ο ίδιος ο Αμιρούτζης, υπαινισσόμενος ότι ενδεχομένως ο πραγματικός συντάκτης της είναι ο Γεώργιος Κορέσιος, που έζησε έναν αιώνα αργότερα από τον Αμιρούτζη και ήταν ένθερμος αντίπαλος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.7

Ο Αμιρούτζης επέστρεψε στην Τραπεζούντα το 1440, ενώ το 1449 εστάλη στη Γένουα από τον Ιωάννη Δ΄, προκειμένου να επαναδιαπραγματευτεί την εμπορική συμφωνία μεταξύ αυτής και της Τραπεζούντας. Ο μητροπολίτης Χρύσανθος αναφέρει ότι, αν και δέχθηκε χρηματικό δώρο από την κυβέρνηση της Γένουας, ισχυρίστηκε κατόπιν ότι δεν ήταν πληρεξούσιος για διαπραγματεύσεις, απορρίπτοντας την ανανέωση της συμφωνίας.8 Πάντως, επιστρέφοντας από την Ιταλία, έλαβε το αξίωμα του πρωτοβεστιαρίου από το Δαβίδ Α΄.

3. Η άλωση της Τραπεζούντας και ο ρόλος του Αμιρούτζη

Στις αρχές του καλοκαιριού το 1461, ο Οθωμανός σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ ξεκίνησε με άκρα μυστικότητα τις στρατιωτικές προετοιμασίες για την κατάκτηση της Τραπεζούντας και τέθηκε επικεφαλής πολυπληθούς στρατεύματος. Παράλληλα, ο μεγάλος βεζίρης Μαχμούτ πασάς ηγήθηκε του οθωμανικού στόλου. Μετά τη συνθηκολόγηση της Σινώπης, ακολούθησε αυτή του Uzun Hasan, Τουρκομάνου ηγέτη των Ασπροπροβατάδων, σημαντικού συμμάχου του Ιωάννη Δ΄. Το γεγονός τούτο αποτέλεσε σημαντικό πλήγμα για την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας και συνέβαλε καθοριστικά στις εξελίξεις που έλαβαν χώρα κατόπιν. Μολονότι αρχικά ο Δαβίδ Α΄ είχε αποφασίσει να αμυνθεί μέχρις εσχάτων ακολουθώντας το παράδειγμα του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, τελικά πείσθηκε να παραδώσει την Τραπεζούντα στους Οθωμανούς. Νευραλγικό ρόλο σ’ αυτή την απόφασή του πρέπει να άσκησε ο Αμιρούτζης, ο οποίος κατηγορήθηκε για προδοσία. Να σημειωθεί, άλλωστε, ότι ο Μαχμούτ πασάς –με τον οποίο ο Αμιρούτζης διεξήγε τις διαπραγματεύσεις για την παράδοση της Τραπεζούντας– συνδεόταν μαζί του συγγενικά∙ ήταν ξαδέλφια πρώτου βαθμού, γιατί οι μητέρες τους ήταν αδελφές.9

Παρ’ όλ’ αυτά, μετά την άλωση της Τραπεζούντας, ο Αμιρούτζης έγραψε την επιστολή προς το Βησσαρίωνα, το 1462, με την οποία θρηνούσε για την πτώση του κράτους των Μεγάλων Κομνηνών και, παράλληλα, ζητούσε χρήματα, προκειμένου να εξαγοράσει τον αιχμάλωτο γιο του Βασίλειο. Πληροφορεί το Βησσαρίωνα, μάλιστα, ότι ο τελευταίος μπορεί να του στείλει γράμματα ή ό,τι άλλο, είτε στην Κωνσταντινούπολη είτε στην Αδριανούπολη.10

Ο ρόλος του Αμιρούτζη έχει συζητηθεί από διάφορους μελετητές.11 Ο Τωμαδάκης υποστηρίζει ότι η συμβουλή του Αμιρούτζη στο Δαβίδ Α΄ να παραδώσει την Τραπεζούντα, αντί να προτιμήσει την αντίσταση, ήταν προϊόν πολιτικής σύνεσης κι όχι «προδοσία». Παράλληλα, αποδίδει την παρουσία του Μαχμούτ πασά στην πολιτική οξύνοια του Πορθητή. Επικαλείται ακόμα, ως απόδειξη του ισχυρισμού ότι ο Αμιρούτζης δεν έτυχε ιδιαίτερης περιποίησης από το Μωάμεθ Β΄, το γεγονός ότι ο ίδιος ο Τραπεζούντιος φιλόσοφος μεταφέρθηκε στην Αδριανούπολη, όπως κι οι άλλοι αιχμάλωτοι· αναφέρει επίσης τη μεταχείριση του σουλτάνου προς τους δύο γιους του,12 που τελικά εξισλαμίστηκαν κι οι δύο (αν και θα μπορούσε να υποστηριχθεί πως ο εξισλαμισμός θα ήταν δυνατόν να τους ανοίξει ευκολότερα το δρόμο σε αξιώματα). Αλλά και ο D. Nicol γράφει ότι «πολλά λέχθηκαν για την υποτιθέμενη προδοσία του Αμιρούτζη. Τα γεγονότα αργότερα θα έδειχναν ότι έπραξε [ενν. ο Δαβίδ Α΄] μάλλον καλά παραδίδοντας την Τραπεζούντα [...] Δεδομένης της συμπεριφοράς των Τούρκων έναντι των πόλεων που προέβαλλαν αντίσταση, μπορεί κάλλιστα να φανεί ότι πως ο Αμιρούτζης έδωσε καλές συμβουλές στον αυτοκράτορά του».13

Ανάμεσα σ’ αυτούς που απορρίπτουν το ενδεχόμενο προδοσίας του Αμιρούτζη θα πρέπει να αναφερθεί ο Σπυρίδων Λάμπρος, ο οποίος επικαλείται την επιστολή του προς το Βησσαρίωνα ως απόδειξη των ισχυρισμών του,14 αλλά κι ο Οδυσσέας Λαμψίδης. Ο τελευταίος επικαλείται με τη σειρά του την εν λόγω επιστολή, αλλά αμφισβητεί την αξιοπιστία των πηγών που κάνουν λόγο για προδοσία του Αμιρούτζη.15

Διαμετρικά αντίθετοι με τους προηγούμενους ως προς το θέμα αυτό είναι –εκτός των άλλων– ο Τραπεζούντος Χρύσανθος και ο Babinger. Ο πρώτος επικαλείται αυτό που αναφέρει στην επιστολή του προς το Βησσαρίωνα ο Αμιρούτζης –ότι, δηλαδή, είχε δυνατότητα μετακίνησης τόσο στην Κωνσταντινούπολη όσο και στην Αδριανούπολη– προκειμένου να εξαγάγει το συμπέρασμα ότι ήταν ο μόνος από τους εξόριστους στην Αδριανούπολη που είχε «κατ’ εύνοιαν σουλτανικήν ελευθερίαν μετακινήσεως»,16 επομένως είχε συνεργαστεί με τους Οθωμανούς∙ τονίζει με έμφαση, μάλιστα, ότι στην προαναφερθείσα επιστολή ο Αμιρούτζης αποσιωπούσε «τας δολίους αυτού ενεργείας».

Ο Babinger πιστεύει ότι ο Αμιρούτζης διέπραξε «προδοσία», ασκώντας μεγάλη επίδραση στον αυτοκράτορα∙ είχε, επίσης, αρκετή εξουσία για να παραλύσει τις προετοιμασίες που γίνονταν εν όψει της επικείμενης πολιορκίας, να δημιουργήσει αποθαρρυντικό κλίμα και να προετοιμάσει τους συμπατριώτες του για παράδοση. Αποδίδει, εξάλλου, μεγάλη σημασία στο συγγενικό δεσμό του Μαχμούτ πασά με τον Αμιρούτζη, «χάρη στον οποίο δεσμό, κατάφερε, σχεδόν αμαχητί, να περάσει η αυτοκρατορία των Κομνηνών στην εξουσία του Μεγάλου Τούρκου». Ο Babinger υπογραμμίζει, επίσης, ότι οι γιοι του Αμιρούτζη, οι οποίοι εξισλαμίστηκαν, ήταν οι μόνοι αξιωματούχοι της Τραπεζούντας που έλαβαν από την Υψηλή Πύλη κάθε είδους διακρίσεις, ενώ κι ο πατέρας τους –όπως θα δούμε και παρακάτω– εξυμνούσε με ποιήματά του το σουλτάνο∙ κατά τον Babinger, αυτά αρκούν για να αποδείξουν ότι ο Αμιρούτζης είχε όλα αυτά τα δικαιώματα χάρη στην εύνοια και την ευγνωμοσύνη του σουλτάνου.17

Στη μακρά συζήτηση και διαμάχη για τη στάση του Αμιρούτζη κατά την παράδοση της Τραπεζούντας είναι χαρακτηριστικό ότι η επιχειρηματολογία συχνά διεξάγεται με όρους μάλλον ιδεολογικούς παρά ιστορικούς και τείνει να αποδίδει αναχρονιστικά χαρακτηρισμούς και κίνητρα. Αυτό που μπορεί να υποστηριχθεί είναι ότι, μετά την κατάκτηση της πόλης από το Μωάμεθ Β΄, ο Τραπεζούντιος φιλόσοφος βαθμιαία ενσωματώθηκε στο περιβάλλον του Οθωμανού σουλτάνου και έγινε αρκετά στενός συνεργάτης του.

4. Ο Αμιρούτζης στο περιβάλλον του Μωάμεθ Β΄

Στις αρχές του 1463, η Θεοδώρα Μεγαλοκομνηνή, ανιψιά του Δαβίδ Α΄ και σύζυγος του Uzun Hasan, με επιστολή της προς τον αιχμάλωτο θείο της στην Αδριανούπολη, ζητούσε να της αποστείλει στην Άμιδα (Diyarbakır), έδρα του συζύγου της, είτε το μικρό του γιο Γεώργιο είτε το μικρό του ανιψιό Αλέξιο. Ο Αμιρούτζης θεωρείται πως αποκάλυψε στο Μωάμεθ Β΄ την ύπαρξη της επιστολής αυτής, με αποτέλεσμα τη φυλάκιση του Δαβίδ Α΄ και των οικείων του αρχικά σε κάποιον πύργο της Αδριανούπολης και κατόπιν στο Επταπύργιο (Yedi Kule) της Κωνσταντινούπολης. Τελικά, ο Δαβίδ Α΄, μαζί με τους τρεις γιους του και τον ανιψιό του, εκτελέστηκαν την 1η Νοεμβρίου 1463.18

Η ενέργεια αυτή του Αμιρούτζη θα πρέπει μάλλον να θεωρηθεί ενδεικτική της ένταξής του στο ευρύτερο περιβάλλον του Μωάμεθ Β΄. Υπό μια έννοια, θα μπορούσε ενδεχομένως να υποστηριχθεί ότι ο Τραπεζούντιος φιλόσοφος παρείχε με τον τρόπο αυτόν ένα δείγμα καλών υπηρεσιών κι αφοσίωσης στο σουλτάνο. Τούτο ενισχύεται από τη χρονική στιγμή που έλαβε χώρα το γεγονός αυτό: μετά τη συμπλήρωση μόλις δύο χρόνων από την άλωση της Τραπεζούντας, ο Αμιρούτζης θεωρούνταν πλέον από τις οθωμανικές αρχές πρόσωπο εμπιστοσύνης.19

Στην Κωνσταντινούπολη ο Αμιρούτζης ανέπτυξε πνευματικές επαφές με το Μωάμεθ Β΄. Ο Κριτόβουλος αναφέρει πως ο Αμιρούτζης προέβαινε σε συχνές θεολογικές και φιλοσοφικές συζητήσεις με το σουλτάνο,20 τον οποίο και φέρεται πως εισήγαγε στη φιλοσοφική σκέψη της Περιπατητικής σχολής κι ενδεχομένως και στο νεοπλατωνισμό.21

Πέραν των φιλοσοφικών τους συζητήσεων, ο Οθωμανός σουλτάνος ανέθεσε στον Αμιρούτζη την έκδοση των έργων του Πτολεμαίου, αλλά και τη σύνταξη σε ενιαίο χάρτη όλων των επιμέρους πτολεμαϊκών χαρτών. Για το εγχείρημα αυτό ο Αμιρούτζης εργάστηκε κατά τη διάρκεια του θέρους του 1465. Κατόπιν, ο νεότερος γιος του Αμιρούτζη, που γνώριζε πολύ καλά τα αραβικά, έγραψε στην αραβική γλώσσα τα ονόματα των χωρών και τα τοπωνύμια. Ο Μωάμεθ Β΄ πρέπει να ενθουσιάστηκε με την έκδοση του έργου αυτού∙ σύμφωνα με τον Κριτόβουλο, η αμοιβή και τα δώρα ήταν πλουσιοπάροχα. Παράλληλα, τους ζητήθηκε να ετοιμάσουν μία αραβική μετάφραση του χειρογράφου.22 Εξάλλου, οι θεολογικές συζητήσεις των δύο ανδρών οδήγησαν τον Αμιρούτζη στη συγγραφή του έργου Διάλογος περί της εν Χριστώ πίστεως μετά του βασιλέως των Τούρκων.23

Αναφερόμενος στην πνευματική σχέση του Αμιρούτζη με το Μωάμεθ Β΄, ο Balivet παρατηρεί ότι ο Τραπεζούντιος φιλόσοφος επιδίωκε να γίνει ο «Αριστοτέλης του νέου Αλεξάνδρου», με τον Οθωμανό σουλτάνο στο ρόλο του τελευταίου∙ εξάλλου, το İskender – me (Βιβλίο του Αλεξάνδρου) του ποιητή Ahmedi (14ος -15ος αι.) ήταν πολύ δημοφιλές στους μορφωμένους οθωμανικούς κύκλους της εποχής του Πορθητή.24 Ενδεχομένως ο Balivet υποστηρίζει την άποψη αυτή βασιζόμενος σε ένα από τα πέντε ποιήματα που αποδίδονται στον Αμιρούτζη –τρία υμνητικά προς το Μωάμεθ Β΄ και δύο ερωτικά–, όπου γράφει προς τον Οθωμανό σουλτάνο: «Πώς αλλότρια τα σου / πώς ουν ξένα τα σαυτού; / εις δουλείας τον ζυγόν ούτω πέρας αγαγών / έκρινεν ως παις εμός / ο Αλέξανδρος ουμός εποιείτο ίδια / και τας των Περσών καλά».25

Μια αξιοσημείωτη πτυχή –τόσο για τον ίδιο τον Αμιρούτζη όσο και για τις ισχύουσες συνθήκες της εποχής εκείνης– αποτελεί το γεγονός ότι ο Τραπεζούντιος φιλόσοφος εξακολούθησε να διατηρεί πνευματικές επαφές με ιερωμένους και λογίους του άλλοτε βυζαντινού κράτους. Επιστολές του Αμιρούτζη σώζονται προς το Θεοφάνη Μηδείας, τον Κριτόβουλο –κατά πάσα πιθανότητα το γνωστό ιστορικό– καθώς και το Λεονάρδο Αρετίνο.26

5. Το ζήτημα του ενδεχόμενου εξισλαμισμού του Αμιρούτζη

Με δεδομένη τη στενή σχέση και συνεργασία του Αμιρούτζη με το Μωάμεθ Β΄, έχει τεθεί το ερώτημα αν ο Τραπεζούντιος φιλόσοφος είχε εξισλαμιστεί. Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, οι δύο γιοι του, Βασίλειος κι Αλέξανδρος, ασπάσθηκαν τελικά το Ισλάμ, λαμβάνοντας τα ονόματα Mehmet και İskender αντιστοίχως. Ο Τωμαδάκης υποστηρίζει ότι ο Αμιρούτζης παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του χριστιανός∙ τα επιχειρήματά του είναι ενδιαφέροντα, αλλά σε ορισμένα σημεία υιοθετεί μία σχεδόν απολογητική στάση για τις ενέργειες του Αμιρούτζη, προκειμένου να θεμελιώσει την άποψή του.27 Η Φραγκεδάκη αμφισβητεί με τη σειρά της το ενδεχόμενο εξισλαμισμού του Αμιρούτζη, προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, το επιχείρημα ότι οι οθωμανικές πηγές πάντα αναφέρονταν στον Αμιρούτζη χρησιμοποιώντας το χριστιανικό όνομά του.28

6. Η τελευταία περίοδος της ζωής του Αμιρούτζη

Μετά την κατάληψη της Αθήνας από τους Οθωμανούς και τη δολοφονία του Φράνκο Ατζαγιόλι, δούκα των Αθηνών, η χήρα του και κόρη του Δημητρίου Άσαν, η επονομαζόμενη «Μουχλιώτισσα», γνωστή για την ομορφιά της, ενσωματώθηκε στο χαρέμι του Μωάμεθ Β΄ στην Κωνσταντινούπολη, ενώ οι γιοι της εξισλαμίστηκαν. Αν και παντρεμένος, ο Αμιρούτζης θεωρείται πως ερωτεύτηκε τη Μουχλιώτισσα και θέλησε να την παντρευτεί, αν και η σύζυγός του ζούσε. Συνάντησε, ωστόσο, την άρνηση του Οικουμενικού Πατριάρχη Ιωάσαφ Κόκκα (1465-1466). Προκειμένου να τον εκδικηθεί, ο Αμιρούτζης πέτυχε, μέσω του εξαδέλφου του Μαχμούτ πασά, την καθαίρεση του Πατριάρχη και την επιβολή σ’ αυτόν, ως ποινή, της κοπής της γενειάδας του, ενώ στο μεγάλο εκκλησιάρχη Μανουήλ –το μετέπειτα Πατριάρχη Μάξιμο Γ΄–, πέραν της κοπής της γενειάδας, και ρινοτομή∙ ο τελευταίος τιμωρήθηκε, γιατί αρνήθηκε να πείσει τον Πατριάρχη υπέρ του αιτήματος του Αμιρούτζη. Τελικά, ο Αμιρούτζης εξασφάλισε άδεια από τον πασά, κι αφού έδιωξε τη σύζυγό του, παντρεύτηκε τη Μουχλιώτισσα.29

Ο θάνατος του Αμιρούτζη τοποθετείται ανάμεσα στο 1470 και στο 1475. Πέθανε ενώ έπαιζε κύβους.30



1. Συναντώνται, επίσης, τα: «Αμουρούτζης», «Αμουρήτζης», «Αμηρούκης» κ.ά., μερικές φορές και ο τύπος «Αμοιρούτζης», βλ. Εγκυκλοπαιδικό Προσωπογραφικό Λεξικό Βυζαντινής Ιστορίας και Πολιτισμού Β΄ (Αθήνα 1997), σελ. 88, βλ. λ. «Αμιρούτζης».

2. Χρύσανθος Φιλιππίδης, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 314.

3. Εγκυκλοπαιδικό Προσωπογραφικό Λεξικό Βυζαντινής Ιστορίας και Πολιτισμού Β΄ (Αθήνα 1997), σελ. 88-89, βλ. λ. «Αμιρούτζης».

4. Χρύσανθος Φιλιππίδης, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 314-315.

5. Βαρναλίδης, Σ., Γρηγόριος ο Γ΄, ο τελευταίος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως πριν από την Άλωση (1453) και η φιλενωτική πολιτική του (Θεσσαλονίκη 2001), σελ. 28-31, όπου και η σχετική πηγή. Το σχετικό απόσπασμα του Συρόπουλου παρατίθεται κι από τον Τραπεζούντος Χρύσανθο, βλ. Χρύσανθος Φιλιππίδης, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 315.

6. Jugie, M., “La lettre de Geοrges Amiroutzès au Duc de Nauplie Demetrius sur le Concile de Florence”, Βυζάντιον XIV (1939), σελ. 77-93.

7. Gill, J., “A tractate about the Council of Florence attributed to George Amiroutzes”, The Journal of Ecclesiastical History 9 (1958), σελ. 30-37.

8. Χρύσανθος Φιλιππίδης, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 315-318.

9. Χρύσανθος Φιλιππίδης, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 320.

10. Χρύσανθος Φιλιππίδης, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 321∙ Σαββίδης, Α., Οι Μεγάλοι Κομνηνοί της Τραπεζούντας και του Πόντου (Αθήνα 2005), σελ. 130-132.

11. Σαββίδης, Α., Οι Μεγάλοι Κομνηνοί της Τραπεζούντας και του Πόντου (Αθήνα 2005), σελ. 132.

12. Τωμαδάκης, Ν., «Ετούρκευσεν ο Γεώργιος Αμιρούτζης;», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών (1948), σελ. 114-115.

13. Σαββίδης, Α., Οι Μεγάλοι Κομνηνοί της Τραπεζούντας και του Πόντου (Αθήνα 2005), σελ. 132.

14. Λάμπρος, Σ., «Ο τελευταίος Έλλην Αυτοκράτωρ», Νέος Ελληνομνήμων 14 (Αθήναι 1917), σελ. 289. Παρ’ όλ’ αυτά, σε παλαιότερο άρθρο του ο Λάμπρος υποστήριζε ότι ο Αμιρούτζης «ηπάτα ίσως τους πάντας, εξοικονομών τας περιστάσεις, και εσχηματίζετο μεν οιονεί πενθών ότε έγραφε προς το Βησσαρίωνα εξαιτούμενος χρήματα προς εξαγοράν του υιού και χορηγίαν υπέρ εαυτού, χωρίς να κατατρύχηται διά τούτο υπό μυχίου άλγους επί τη πτώσει της Τραπεζούντος», βλ. Λάμπρος, Σ., «Ποιήματα Γεωργίου του Αμιρούτζη», Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος Β (1885), σελ. 276.

15. Λαμψίδης, Ο., «Πώς ηλώθη η Τραπεζούς», Αρχείον Πόντου 17 (1952), σελ. 15-54.

16. Χρύσανθος Φιλιππίδης, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 321-322.

17. Babinger, F., Mahomet II le Conquérant et son temps 1432-1481 (Paris 1954), σελ. 237.

18. Σαββίδης, Α., Οι Μεγάλοι Κομνηνοί της Τραπεζούντας και του Πόντου (Αθήνα 2005), σελ. 139-140.

19. Ο Τωμαδάκης αμφισβητεί την αξιοπιστία του σχετικού χωρίου σχετικά με το ρόλο του Αμιρούτζη στη θανάτωση του Δαβίδ Α΄ , των γιων και του ανιψιού του, με το αιτιολογικό ότι, ενώ αναφέρεται εμβόλιμα από το Λαόνικο Χαλκοκονδύλη, αποσιωπάται από τον Κριτόβουλο. Υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι, ακόμα κι αν η πληροφορία είναι αληθινή, και πάλι η στάση του Αμιρούτζη δικαιολογείται, γιατί η πολιτική του πείρα τού υπαγόρευε ότι το κίνημα του Uzun Hasan δε θα ευοδωνόταν κι ο Πόντος δε θα απελευθερωνόταν. Επειδή θεωρούσε, λοιπόν, μάταιες τις επικείμενες θυσίες των χριστιανών της Μικράς Ασίας, γνωστοποίησε στον Πορθητή την επιστολή της Κομνηνής. Με τη σειρά του, και προκειμένου να απαλλαγεί από οποιαδήποτε μελλοντική διεκδίκηση των Κομνηνών επί της Τραπεζούντας, ο Μωάμεθ Β΄ διέταξε τη σφαγή τους. Τωμαδάκης, Ν., «Ετούρκευσεν ο Γεώργιος Αμιρούτζης;», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών (1948), σελ. 115-117.

20. Χρύσανθος Φιλιππίδης, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 322.

21. Babinger, F., Mahomet II le Conquérant et son temps 1432-1481 (Paris 1954), σελ. 297.

22. Babinger, F., Mahomet II le Conquérant et son temps 1432-1481 (Paris 1954), σελ. 301∙ Χρύσανθος Φιλιππίδης, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 322-323∙ Hunger, H., Βυζαντινή Λογοτεχνία 2: Η λόγια κοσμική γραμματεία των Βυζαντινών (Αθήνα 1992), σελ. 360.

23. Χρύσανθος Φιλιππίδης, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 323.

24. Balivet, M., “Aristote au service du Sultan! Ouverture aux Turcs et Aristotélisme chez quelques penseurs Byzantins du quinzième siècle”, στο Byzantins et Ottomans: Relations, interaction, succession (Istanbul 1999), σελ. 149.

25. Γι’ αυτό και για τα υπόλοιπα ποιήματα, βλ. Λάμπρος, Σ., «Ποιήματα Γεωργίου του Αμιρούτζη», Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος Β΄ (1885), σελ. 275-282.

26. Χρύσανθος Φιλιππίδης, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 323

27. Τωμαδάκης, Ν., «Ετούρκευσεν ο Γεώργιος Αμιρούτζης;», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών (1948).

28. Η Φραγκεδάκη προχωρεί περισσότερο, θεωρώντας πιθανό οι γιοι του Αμιρούτζη να ήταν κρυπτοχριστιανοί∙ Frangedaki, A., “On Fifteenth – Century Cryptochristianity: A letter to George Amiroutzes from Michael Apostolis”, Byzantine and Modern Greek Studies 9 (1984/1985), σελ. 221-224.

29. Κωνσταντινίδης, Γ., Ιστορία των Αθηνών2 (Αθήνα 1894), σελ. 419-420∙ Στασινόπουλος, Ε., Ιστορία των Αθηνών (Αθήνα 1973)∙ επίσης Χρύσανθος Φιλιππίδης, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 324-325.

30. Χρύσανθος Φιλιππίδης, μητροπολίτης Τραπεζούντος, «Η Εκκλησία Τραπεζούντος», Αρχείον Πόντου 4-5 (1933), σελ. 325. Στο κείμενο αναφέρεται, προφανώς λόγω τυπογραφικού λάθους, ότι πέθανε το 1870-1875, αντί του ενδεδειγμένου 1470-1475.