Αριαράθης Α΄

1. Γέννηση – οικογένεια

Ο Αριαράθης Α΄ γεννήθηκε γύρω στο 405/404 π.Χ.1 Ήταν μάλλον εγγονός του σατράπη της Καππαδοκίας Δατάμη,2 μεγαλύτερος γιος και διάδοχος του Αριάμνη ή Αριαράμνη3 και αδερφός του Ολοφέρνη ή Οροφέρνη, που διακρίθηκε στην εκστρατεία του Πέρση βασιλιά Αρταξέρξη Γ΄ Ὠχου (358-338 π.Χ.) στην Αίγυπτο.4 Ο Αριαράθης Α΄, ως ιδρυτής της βασιλικής δυναστείας της Καππαδοκίας, θεωρείται ότι έλκει την καταγωγή του από τον Κύρο Α΄ το Μέγα και από έναν από τους εφτά Πέρσες, ίσως τον Οτάνη (ή Ανάφα), που δολοφόνησαν τον ψευδο-Σμέρδη (ο οποίος είχε διαδεχτεί τον Καμβύση). Ωστόσο, η γενεαλογία των βασιλέων της Καππαδοκίας, όπως μας παραδίδεται από το Διόδωρο το Σικελιώτη,5 μοιάζει να είναι μεταγενέστερο κατασκεύασμα, των μέσων του 2ου αι. π.Χ. το νωρίτερο, όπου αναμειγνύονται ενδεχομένως μυθικά και ιστορικά στοιχεία.6 Οι ηγεμόνες της Καππαδοκίας που σύμφωνα με το Διόδωρο7 προηγήθηκαν του Αριαράθη Α΄ κατά τους δύο αιώνες της περσικής δυναστείας των Αχαιμενιδών (από τον Κύρο Β΄ Μέγα, 558-530 π.Χ., έως το Δαρείο Γ', 336-330 π.Χ.) αποτελούσαν ίσως μια δυναστεία ευγενών. Έγιναν πιθανόν βασιλείς από την εποχή των Διαδόχων και συγγένευαν ίσως με τους Πέρσες ηγεμόνες τους οποίους είχαν τοποθετήσει παλιότερα στην Καππαδοκία οι Αχαιμενίδες.8

2. Δράση

Ο Αριαράθης Α΄ ήταν ήδη ηγεμόνας της Καππαδοκίας επί βασιλείας Αρταξέρξη Γ΄ Ώχου (358-338 π.Χ.), όταν έστειλε τον αδελφό του Ολοφέρνη στην Αίγυπτο για να πολεμήσει στο πλευρό του Αρταξέρξη Γ΄.9 Παρά το γεγονός ότι η Καππαδοκία βρισκόταν τότε υπό περσική κυριαρχία, ο Αριαράθης Α΄ φαίνεται ότι ήταν λίγο ως πολύ ανεξάρτητος δυνάστης.10 Η επικράτειά του πρέπει να ήταν το βόρειο τμήμα της Καππαδοκίας, η λεγόμενη Καππαδοκία του Πόντου (ο μετέπειτα Πόντος), και έδρα του ήταν μάλλον τα Γαζίουρα.11 Αυτό προκύπτει τόσο από τα νομίσματα12 που έκοψε όσο και από το γεγονός ότι επί Δαρείου Γ΄ (336-330 π.Χ.) εμφανίζεται ως σατράπης της νότιας Καππαδοκίας (ή Καππαδοκίας του Ταύρου) ο Μιθροβουζάνης,13 τον οποίο μάλλον διαδέχτηκε ο Αριάκης.14 Κατά την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου (334-323 π.Χ.) ο Αριαράθης Α΄ παρέμεινε πιστός στον Πέρση βασιλιά. Ωστόσο ο Αλέξανδρος, απασχολημένος με τις μάχες ενάντια στο Δαρείο Γ΄, δεν επιχείρησε να καταλάβει την περιοχή του Αριαράθη Α΄15 παρά αρκέστηκε στην κατοχή της νότιας Καππαδοκίας και έστειλε την άνοιξη του 333 π.Χ. το Σαβίκτα16 για να αναλάβει τη διακυβέρνησή της και –πιθανώς– για να προσαρτήσει, χωρίς όμως αποτέλεσμα, και την υπόλοιπη Καππαδοκία.17 Ο Αριαράθης Α΄ κατάφερε να εκδιώξει το Σαβίκτα, παραμένοντας έτσι μόνος κύριος της Καππαδοκίας, ενώ πιθανολογείται και η συμμετοχή του στην προσπάθεια ανακατάληψης της Μικράς Ασίας από τους Πέρσες μετά τη μάχη της Ισσού (333 π.Χ.).18 Από το 333 π.Χ. ως το θάνατό του, το 322 π.Χ., ο Αριαράθης Α΄ με εξυπνάδα και δυναμισμό κατάφερε να διατηρήσει την αυτονομία του στο πλαίσιο της αυτοκρατορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου,19 να επεκτείνει ίσως την επικράτειά του και να αυξήσει τα έσοδά του. Χρησιμοποίησε μάλιστα μεγάλο μέρος των προσόδων του προκειμένου να οργανώσει ισχυρότατο στρατό, ο οποίος προς το τέλος της βασιλείας του ανερχόταν σε 30.000 άνδρες πεζούς και 15.000 ιππείς.20 Τέλος, άκληρος ο ίδιος, υιοθέτησε το μεγαλύτερο γιο του αδερφού του και συνονόματό του Αριαράθη, προκειμένου να τον διαδεχτεί στη διακυβέρνηση της Καππαδοκίας.21

3. Νομίσματα του Αριαράθη Α΄

Ο Αριαράθης Α΄ έκοψε αργυρές δραχμές στη Σινώπη της Παφλαγονίας και στα Γαζίουρα του Πόντου με επιγραφές σε αραμαϊκή γλώσσα. Η χρήση της αραμαϊκής από τον Αριαράθη Α΄ φανερώνει ίσως προσπάθεια αντίδρασης στην ελληνομακεδονική κατάκτηση.22 Οι δραχμές από τη Σινώπη, που προορίζονταν μάλλον για τοπική χρήση, είναι ιδιαίτερα σπάνιες και αμφισβητούμενης χρονολόγησης. Στον εμπροσθότυπο απεικονίζεται το κεφάλι της νύμφης Σινώπης, ενώ στον οπισθότυπο υπάρχει αετός πάνω σε δελφίνι και η επιγραφή Ariorath στα αραμαϊκά. Οι δραχμές από τα Γαζίουρα χρονολογούνται πιθανότατα στα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Αριαράθη Α΄. Με αυτές πληρώνονταν οι χιλιάδες μισθοφόροι και ντόπιοι στρατιώτες που αποτελούσαν τον προσωπικό του στρατό. Στον εμπροσθότυπο φέρουν παράσταση του θεού Βάαλ και την επιγραφή Ba’al-Gazur στα αραμαϊκά, ενώ στον οπισθότυπο υπάρχει παράσταση γρύπα που κατασπαράζει ελάφι και η επιγραφή Ariorath επίσης στα αραμαϊκά. Για τη διευκόλυνση πιθανότατα της κυκλοφορίας τους οι δραχμές του Αριαράθη Α΄ αποτελούσαν πιστές απομιμήσεις ορισμένων ευρέως διαδεδομένων χρυσών στατήρων του σατράπη της Ταρσού Μαζαίου (περίπου 361-333 π.Χ.), με τη μόνη διαφορά ότι οι στατήρες του Μαζαίου έχουν στον οπισθότυπο αντί για γρύπα λιοντάρι που καταβροχθίζει ελάφι.23

4. Θάνατος

Κατά τον Α΄ πόλεμο των Διαδόχων, την άνοιξη του 322 π.Χ., ογδόντα δύο ετών πια, ο Αριαράθης Α΄ ηττήθηκε σε δύο μάχες από το στρατηγό του Μεγάλου Αλεξάνδρου Περδίκκα, ο οποίος σκόπευε να δώσει την ηγεμονία της Καππαδοκίας στον Ευμένη της Καρδίας.24 Ο Αριαράθης Α΄ αιχμαλωτίστηκε και σταυρώθηκε ως επαναστάτης μαζί με όλους τους συγγενείς του. Μόνο ο θετός γιος του, Αριαράθης Β΄, κατάφερε να διαφύγει.25

5. Κρίσεις – αποτίμηση

Όσον αφορά το χαρακτήρα της εξουσίας του Αριαράθη Α΄ οι απόψεις των σύγχρονων ερευνητών διχάζονται.26 Κάποιοι υποθέτουν ότι ήταν σατράπης της Καππαδοκίας και κατάφερε να διατηρήσει την κατοχή της περιοχής του παρά τη μακεδονική εισβολή. Άλλοι ωστόσο θεωρούν ότι ήταν αρχικά δυνάστης –ή ίσως ύπαρχος– στη βόρεια Καππαδοκία και εκμεταλλεύτηκε την αστάθεια που ακολούθησε μετά την εισβολή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και την πτώση της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών για να γίνει κύριος όλης της Καππαδοκίας. Αυτή η θεωρία ερμηνεύει καλύτερα και τις αρχαίες πηγές, όπου ο Αριαράθης Α΄ αναφέρεται μάλλον ως δυνάστης ή βασιλιάς27 παρά ως σατράπης ή ύπαρχος, ενώ δεν υπάρχει καμία ένδειξη για επίσημο κυβερνητικό αξίωμα δυνάστη ή βασιλιά στο πλαίσιο της περσικής ιεραρχίας.28 Ωστόσο, παρά το χαρακτηρισμό του ως «βασιλιά» από τους αρχαίους συγγραφείς, ο Αριαράθης Α΄ δε φαίνεται να έφερε επίσημα τον τίτλο του βασιλιά της Καππαδοκίας.



1. Ιερών. Ιστ., FGrHist 154, F 4(2)· Λουκ., Μακροβ. 13.

2. Για την οικογένεια του Αριαράθη Α΄, βλ. Διοδ. Σ. 31.19.2-3. Υπάρχει  η άποψη ότι ο Αριαράθης Α΄ ήταν εγγονός του αδελφού του Δατάμη, Αριμναίου, και όχι του ίδιου του Δατάμη. Buchholz, A., “Die Liste der kappadokischen Könige bei Diodor”, στο Philologisch-hitorische Beiträge Curt Wachsmuth zum 60. Geburtstag überreicht (Leipzig 1897), σελ.127-136, ιδίως σελ. 133-134.

3. Το κανονικό όνομα της οικογένειας, όπως εμφανίζεται στα νομίσματα, ήταν Αριαράμνης. RE II A (1895), στήλη 813, βλ. λ. “Ariamnes (1)” (Judeich). Ο Th. Petit ταυτίζει εσφαλμένα τον Αριάμνη ή Αριαράμνη, πατέρα του Αριαράθη και γιο του Δατάμη, σατράπη της Καππαδοκίας επί Αρταξέρξη Β΄ Μνήμονα (404-359 π.Χ.), που αναφέρει ο Διόδ. Σ. 31.19.2, με τον Αριαράμνη, σατράπη της Καππαδοκίας επί Δαρείου Α΄ (522-486 π.Χ.) που αναφέρει ο Κτησίας (fr.13.20) και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι αυτός δεν ήταν υπαρκτό πρόσωπο. Petit, Th., Satrapes et Satrapies dans l’empire achéménide de Cyrus le Grand à Xexès Ier (Bibliothèque de la Faculté de Philosophie et Lettres de l’Université de Liège 254, Liège 1990), σελ. 31.

4. Διόδ. Σ. 31.19.2-3. Το όνομα Ολοφέρνης αποτελεί μάλλον παραφθορά του ονόματος Οροφέρνης. Υπάρχει η άποψη ότι ο Αριαράθης Α΄ δεν ήταν αδελφός αλλά γιος του Ολοφέρνη και ότι το ζεύγος Αριαράθης-Ολοφέρνης δεν είναι παρά ένα μυθικό προηγούμενο που επινοήθηκε από τους υποστηρικτές της συμφιλίωσης μεταξύ των αδελφών Αριαράθη Ε΄ Ευσεβή Φιλοπάτορα και Οροφέρνη το 158 π.Χ. Reinah, T., Numismatique ancienne. Trois royaumes de l’Asie Mineure: Cappadoce – Bithynie – Pont (Paris 1888), σελ. 1-87, ιδίως σελ. 12, σημ. 1 και σελ. 13. Ο ίδιος Ολοφέρνης εμφανίζεται πιθανότατα και στο Βιβλίο της Ιουδίθ,  ένα είδος ιστορικού μυθιστορήματος που γράφτηκε με φόντο την περσική εκστρατεία του Αρταξέρξη Γ΄ στη Φοινίκη στα χρόνια 350-340 π.Χ. RE 8.2 (1913), στήλες 2137-2140, βλ. λ. “Holophernes” (O. Walter)· Briant, P., Histoire de l’empire Perse de Cyrus à Alexandre (Paris 1996), σελ. 1031.

5. Διόδ. Σ. 31.19.1-5.

6. Briant, P., Histoire de l’empire Perse de Cyrus à Alexandre (Paris 1996), σελ. 145-147.

7. Διοδ. Σ. 31.19.1-2.

8. Petit, T., Satrapes et Satrapies dans l’empire achéménide de Cyrus le Grand à Xexès Ier (Bibliothèque de la Faculté de Philosophie et Lettres de l’Université de Liège 254, Liège 1990), σελ. 31· Ο Reinach, T., Mithridate Eupator, roi du Pont (Paris 1890), σελ. 1-8, ανάγει την καταγωγή του Αριαράθη Α΄ σε μια δυναστεία τυράννων που είχε εγκατασταθεί στην Κίο της Μυσίας κατά τη διάρκεια των αναταραχών του 4ου αι. π.Χ. Briant, P., Histoire de l’empire Perse de Cyrus à Alexandre (Paris 1996), σελ. 1051-1052.

9. Διοδ. Σ. 31.19.3. Για το κατά πόσον ευσταθεί αυτή η πληροφορία του Διοδ. Σ. βλ. Harrison, C.M., Coins of the Persian Satraps (Ph.D. University of Pennsylvania 1982), σελ. 286. Ο Αρταξέρξης Γ΄ ‘Ωχος πολέμησε στην Αίγυπτο το 351 και το 343-342 π.Χ.

10. Πλουτ., Ευμ. 3.2 ἐβασίλευσεν. Just. Epit. 13.6.1 rex. Διοδ. Σ. 18.16.1 δυνάστης. Αππ., Μιθριδ. 8 Καππαδοκίας ἡγούμενος. Ο Briant, P., Histoire de l’empire Perse de Cyrus à Alexandre (Paris 1996), σελ. 763, 1051, δεν αποδέχεται την αυτονομία του Αριαράθη Α΄ για αυτή την εποχή.

11. Για την επικράτεια και έδρα του Αριαράθη Α΄, βλ. Meyer, E., Geschichte des Konigsreiches Pontos (Leipzig 1879), σελ. 28-30· Reinach, T., Mithridate Eupator, roi du Pont (Paris 1890), σελ. 30-31· Berve, H., Das Alexanderreich auf prosopographischer Grundlage (Μόναχο 1926), τόμ. 1, σελ. 257, τόμ. 2, σελ. 59-60, αρ. 113. Harrison, C.M., Coins of the Persian Satraps (Diss. University of Pennsylvania 1982), σελ. 288.

12. Harrison, C.M., Coins of the persian satraps (Diss. University of Pensylvania 1982), σελ. 288.

13. Η άποψη ότι ο Μιθροβουζάνης ήταν γιος του Αριαράθη Α΄ δεν ευσταθεί. Βλ. Berve, H., Das Alexanderreich auf prosopographischer Grundlage (Μόναχο 1926), τόμ. 1, σελ. 257, τόμ. 2, σελ. 59-60, αρ. 113.

14. Η ταύτιση του Αριαράθη Α΄ με τον Αριάκη που ηγήθηκε των Καππαδόκων στη μάχη στα Γαυγάμηλα (Οκτώβριος 331 π.Χ.) (Αρρ., Αν. 3.8.5) φαίνεται αδύνατη. Για τον Αριάκη βλ. Berve, H., Das Alexanderreich auf prosopographischer Grundlage (Μόναχο 1926), τόμ. 2, σελ. 58, αρ. 111· Briant, P., Histoire de l’empire Perse de Cyrus à Alexandre (Paris 1996), σελ. 1051.

15. Διοδ. Σ. 18.16.1. Αππ., Μιθριδ. 8. Ιερων. Ιστ., FGrHist 154, F  3(1α).

16. Αρρ., Αν. 2.4.2. Ο Σαβίκτας, άγνωστης καταγωγης, ήταν ίσως Πέρσης ή ντόπιος ηγεμόνας. Δεν ξέρουμε για πόσο διάστημα διοίκησε αυτή την περιοχή ούτε πώς ήταν η διακυβέρνησή του. Βλ. Berve, H., Das Alexanderreich auf prosopographischer Grundlage (Μόναχο 1926), τόμ. 2, σελ. 348, αρ. 690. O Curt. 3.4.1 αναφέρει αντί για το Σαβίκτα τον Αβισταμένη, ο οποίος ήταν μάλλον διαδοχός του, πιθανόν Πέρσης. Βλ. Berve, H., Das Alexanderreich auf prosopographischer Grundlage (Μόναχο 1926), τόμ. 2, σελ. 5, αρ. 4. Briant, P., Histoire de l’empire Perse de Cyrus à Alexandre (Paris 1996), σελ. 1051.

17. Για το καθεστώς ανεξαρτησίας της Καππαδοκίας επί Μεγάλου Αλεξάνδρου και των διαδόχων, βλ. Briant P., Histoire de l’empire Perse de Cyrus à Alexandre (Paris 1996), σελ. 763, 1051, 1069.

18. Briant, P., Histoire de l’empire Perse de Cyrus à Alexandre (Paris 1996), σελ. 1069-1070.

19. Ιερών. Καρδ., FgrHist 154, F  3(1α). Αππ., Μιθριδ. 8. Διοδ. Σ. 18.16.1. Curt.10.10.3. Πλουτ., Ευμ. 3.2.

20. Διοδ. Σ. 18.16.2. 

21. Διοδ. Σ. 31.19.

22. Για τα νομίσματα του Αριαράθη Α΄, βλ. Reinach, T., “Essai sur la numismatique des rois de Cappadoce”, στο Reinah, T., Numismatique ancienne. Trois royaumes de l’Asie Mineure: Cappadoce – Bithynie – Pont (Paris 1888), σελ. 26-29· Simonetta, B., The Coins of the Cappadocian Kings (Typos 2, Fribourg 1977), σελ. 15-16, πίν. 1, αρ. 1-2· Harrison, C.M., Coins of the persian satraps (Diss. University of Pensylvania 1982), σελ. 289-290· Harrison, C.M., “Persian names on coins of Northern Anatolia”, JNES 41.3 (1982), σελ. 181-194· Alram, M., Nomina  propria iranica in nummis (Wien 1986), σελ. 55 κ.ε. Morkholm, O., Early Hellenistic Coinage from the Accession of Alexander to the Peace of Apamea (336-188 B.C.) (Cambridge 1991), σελ. 96, 131, 174, 193, πίν. 17, αρ. 282-283· Briant, P., Histoire de l’empire Perse de Cyrus a Alexandre (Paris 1996), σελ. 1070.

23. Η άποψη του Simonetta, B., “Raffronto tra alcuni stateri di Mazaeus a Tarsus e le drame di Ariarathes I di Cappadocia”, SchwMbll 25 (1975), σελ. 91-95, ιδίως σελ. 92, 95, εικ. 10, ότι οι ίδιοι χαράκτες δούλεψαν τόσο για τους στατήρες του Μαζαίου όσο και για τα νομίσματα του Αριαράθη Α΄ μάλλον δεν ευσταθεί. Βλ. Morkholm, O., Early Hellenistic Coinage from the Accession of Alexander to the Peace of Apamea (336-188 B.C.) (Cambridge 1991), σελ. 96, σημ. 51.

24. Αρρ., FGrHist αρ. 156, F9, 11. Curt. 10.10.3. θετό γιο του Αριαράθη Α΄ και φυσικό γιο του αδελφού του Ολοφέρνη.

25. Για την ήττα και την εκτέλεση του Αριαράθη Α΄ από τον Περδίκκα, βλ. Διοδ. Σ. 18.16.3 και 31.19.4-5· Αρρ., FGrHist 156, F9, 11· Just., Epit. 13.6.1. Πλουτ., Ευμ. 3.6. Αππ., Μιθριδ. Ιερών. Ιστ., FGrHist 154 F 3(1α), F 4(2). Briant, P., Rois, tributs et paysans. Etudes sur les formations tributaires du Moyen-Orient ancien (Annales litteraires de l’Universite de Besancon 269, Paris 1982), σελ. 34-36· Harrison, C.M., Coins of the Persian Satraps (Diss. University of Pennsylvania 1982), σελ. 286.

26. Για τη σχετική συζήτηση βλ. Harrison, C.M., Coins of the Persian Satraps (Diss. University of Pennsylvania 1982), σελ. 287. 

27. Πλουτ., Ευμ. 3.2  ἐβασίλευσεν· Ιουστ. 13.6.1 rex· Διοδ. Σ. 18.19.1 δυνάστης· Αππ., Μιθριδ. 8 Καππαδοκίας ἡγούμενος.

28. Βέβαια, δε θα πρέπει να παραγνωρίσουμε το γεγονός ότι η ορολογία δεν αποτελεί αξιόπιστη πηγή καθορισμού της διαβάθμισης της εξουσίας στο πλαίσιο της περσικής ιεραρχίας. Harrison, C.M., Coins of the Persian Satraps (Diss. University of Pennsylvania 1982), σελ. 287.