Αρισταγόρας ο Μιλήσιος

1. Οικογένεια – Επαφές με την περσική αριστοκρατία

Ο Αρισταγόρας ήταν ανιψιός και γαμπρός του Ιστιαίου, τυράννου της Μιλήτου. Κατείχε την ανώτατη εξουσία στην πόλη την εποχή της μέγιστης ακμής της. Τα χρόνια εκείνα η Μίλητος, ύστερα από μια περίοδο πολιτικών αναταραχών που κράτησε τουλάχιστον για δύο γενιές, είχε ανακάμψει τελικά κερδίζοντας επάξια το χαρακτηρισμό «διαμάντι της Ιωνίας». Ο Αρισταγόρας είχε διασυνδέσεις και με την περσική αριστοκρατία, αποκομίζοντας την τιμητική θέση του συμβούλου στα Σούσα. Είναι γνωστό ότι εξαναγκάστηκε να παραμείνει στο ανάκτορο του Δαρείου από το 511-510 π.Χ. και εξής.1

2. Η πολιορκία της Νάξου

Στα τέλη του 6ου αι. π.Χ. κατέφθασαν στη Μίλητο εξόριστοι αριστοκράτες από τη Νάξο. Ο Αρισταγόρας αποδείχθηκε ιδιαίτερα φιλόξενος απέναντί τους, σε σημείο που ζήτησαν τη βοήθειά του προκειμένου να ξανακερδίσουν την εξουσία στην πατρίδα τους. Ο τύραννος θεώρησε την πρότασή τους μεγάλη ευκαιρία για να εξασφαλίσει ο ίδιος τον έλεγχο στο νησί. Έτσι, έκανε δεκτό το αίτημά τους, λέγοντάς τους ότι θα ζητούσε πρώτα την υποστήριξη του Πέρση σατράπη Αρταφέρνη Α', με τον οποίο διατηρούσε ιδιαίτερα φιλικές σχέσεις.2 Πήγε λοιπόν ο ίδιος στις Σάρδεις, παρουσίασε το σχέδιό του στον Αρταφέρνη και του υποσχέθηκε ότι θα κατακτήσει όχι μόνο τη Νάξο αλλά και τα γύρω νησιά. Το σχέδιο βρήκε σύμφωνο τον Πέρση, ο οποίος παρείχε στο φίλο του διακόσια πλοία, με τη συγκατάθεση φυσικά του Δαρείου από τα Σούσα. Ναύαρχος του περσικού στόλου ορίστηκε ο Μεγαβάτης, ο οποίος πήρε μαζί του τον Αρισταγόρα και τους Νάξιους πρόσφυγες.3

Η όλη επιχείρηση απέτυχε. Η κατάληξη αυτή οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό και στη διαμάχη που ξέσπασε μεταξύ των δύο υπευθύνων της εκστρατείας, του Αρισταγόρα και του Μεγαβάτη. Πριν καταπλεύσει στη Νάξο, ο στόλος έκανε μια στάση στη Χίο.4 Κατά τη διάρκεια μιας συνηθισμένης επιθεώρησης, ο Μεγαβάτης βρήκε αφύλακτο το πλοίο από τη Μύνδο και τιμώρησε αυστηρά το διοικητή Σκύλακα. Ο Αρισταγόρας θεώρησε την πράξη αυτή προσβλητική και απελευθέρωσε ο ίδιος το Σκύλακα. Ο Μεγαβάτης, με τη σειρά του, έστειλε κρυφά κάποιους έμπιστους άνδρες του στη Νάξο, οι οποίοι προειδοποίησαν τους κατοίκους για την επικείμενη επίθεση. Έτσι οι Νάξιοι ενίσχυσαν τα τείχη τους και συγκέντρωσαν τρόφιμα μέσα στην οχυρωμένη ακρόπολη του νησιού, με σκοπό να αντέξουν ακόμα και σε μια παρατεταμένη πολιορκία. Όταν τελικά έφθασε ο στόλος μπροστά στα τείχη, ξεκίνησε η πολιορκία της πόλης, η οποία κράτησε τέσσερις ολόκληρους μήνες. Η προσπάθεια απέβη άκαρπη και τα πλοία επέστρεψαν άπραγα στην Ιωνία.5

3. Η επανάσταση εναντίον των Περσών

Ο Αρισταγόρας θεώρησε ότι η αποτυχία του να καταλάβει τη Νάξο και τα γειτονικά νησιά των Κυκλάδων στο όνομα του Δαρείου και του Πέρση σατράπη των Σάρδεων θα μπορούσε να αποδειχθεί μοιραία για το μέλλον του. Υπό τις συνθήκες αυτές, βασική μεριμνά του ήταν να διατηρήσει την αρχή του στη Μίλητο. Έτσι, όπως αναφέρει και ο Ηρόδοτος, κάτω από την πίεση των περιστάσεων συνέλαβε την ιδέα μιας επανάστασης εναντίον των Περσών. Ο ιστορικός πιστοποιεί ότι στην κρίσιμη εκείνη συγκυρία ο Αρισταγόρας έλαβε ένα ιδιαίτερης σημασίας μήνυμα από την ενδοχώρα με αποστολέα τον Ιστιαίο. Η εξέλιξη αυτή έδωσε στον τύραννο της Μιλήτου το έναυσμα για δράση.6

Φως στα γεγονότα αυτά ρίχνει μία ευρέως γνωστή –ανεκδοτολογικού χαρακτήρα– ιστορία.7 Παραδίδεται πως ο Ιστιαίος, έχοντας αρχίσει να δυσανασχετεί από την παρατεταμένη –και μάλλον καταναγκαστική– παραμονή του στα Σούσα, στήριξε τις ελπίδες του στην επανάσταση που σχεδίασε ο Αρισταγόρας, γιατί θεωρούσε ότι ήταν ο μοναδικός τρόπος να του επιτραπεί η επιστροφή στην πόλη του. Προκειμένου λοιπόν να στείλει μήνυμα στον Αρισταγόρα και για να εξασφαλίσει την εχεμύθεια του αγγελιοφόρου, επινόησε το εξής τέχνασμα χρησιμοποιώντας ένα δούλο της απόλυτης εμπιστοσύνης του. Ξύρισε το κεφάλι του άνδρα και ύστερα έγραψε το μήνυμα στο κρανίο του. Όταν τα μαλλιά του δούλου άρχισαν πάλι να μακραίνουν, τον έστειλε στη Μίλητο με την εντολή να του ξυρίσουν ξανά το κεφάλι και να δει το κρανίο του ο ίδιος ο Αρισταγόρας. Πράγματι, το τέχνασμα πέτυχε. Έτσι, με την υποκίνηση του Ιστιαίου και τη συμπαράσταση των προσκείμενων σε αυτόν τυράννων των ιωνικών πόλεων, ο Αρισταγόρας επαναστάτησε κατά της περσικής αρχής. Ο μοναδικός που αντιτάχθηκε στην εξέγερση εναντίον του μεγάλου βασιλέα ήταν ο Εκαταίος, αλλά στη δεδομένη στιγμή οι εύλογες ενστάσεις του έπεσαν στο κενό.

Μία από τις πρώτες κινήσεις του Αρισταγόρα ήταν να αποποιηθεί την αρχή του στην πόλη της Μιλήτου. Προτίμησε αντ’ αυτής να εγκαθιδρύσει νέο πολίτευμα στην πόλη, το οποίο βασιζόταν στην αρχή της ισονομίας. Ακολουθώντας το παράδειγμά του, οι υπόλοιπες ιωνικές πόλεις κατάργησαν την τυραννία και εξεδίωξαν τους τυράννους τους.8

Στη συνέχεια, ο Αρισταγόρας έπλευσε στη Σπάρτη, προκειμένου να εξασφαλίσει την υποστήριξη ενός ισχυρού συμμάχου στον ελλαδικό χώρο.9 Έφερε μάλιστα μαζί του έναν χάρτη - πρόκειται για την πρώτη γνωστή περίπτωση χρήσης γεωγραφικού χάρτη στο χώρο του Αιγαίου, με στόχο να εκθέσει στο βασιλιά Κλεομένη την κατάσταση στην Ιωνία και τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι ιωνικές πόλεις υπό την περσική κυριαρχία. Προσπάθησε να πείσει τον Κλεομένη ότι ο περσικός στρατός δεν ήταν ισχυρός και δε δίστασε να προτείνει στους Σπαρτιάτες να προελάσουν στην ενδοχώρα μέχρι την περσική πρωτεύουσα. Υποστήριξε ότι τα Σούσα ήταν πλούσια πόλη, γεμάτη θησαυρούς και θα μπορούσε να αποτελέσει εύκολη λεία για τους Σπαρτιάτες. Τους ενθάρρυνε μάλιστα να παραμερίσουν τις διαμάχες τους με τους γείτονες Μεσσήνιους, Αργείους και Αρκάδες, προκειμένου να αφοσιωθούν στην εκστρατεία εναντίον των Περσών. Ο Κλεομένης, αφού εξέτασε το ζήτημα για τρεις ημέρες, ζήτησε να μάθει πόση ήταν η απόσταση από τις ακτές της Ιωνίας μέχρι τα Σούσα. Ο Αρισταγόρας απάντησε ότι ένας στρατός θα χρειαζόταν οπωσδήποτε τρεις μήνες προκειμένου να φτάσει πεζή στην πρωτεύουσα του μεγάλου βασιλέα. Τότε ο Κλεομένης απέρριψε κατηγορηματικά την ανεδαφική πρόταση του Αρισταγόρα, θεωρώντας απαγορευτική για οποιαδήποτε επιχείρηση τη μεγάλη απόσταση της πόλης από τη θάλασσα. Κάθε προσπάθεια του Αρισταγόρα να τον μεταπείσει απέβη άκαρπη, ακόμα και η προσφορά 50 ταλάντων.

Ύστερα από τη δυσάρεστη γι’ αυτόν έκβαση των πραγμάτων, ο Αρισταγόρας έφυγε από τη Σπάρτη και πήγε στην Αθήνα, όπου μόλις είχε καταλυθεί η τυραννίδα.10 Ο Ιππίας είχε καταφύγει στην αυλή του Δαρείου και τον έπεισε να κινηθεί εναντίον της Αθήνας. Η αιωρούμενη αυτή απειλή είχε ως αποτέλεσμα –πάντα σύμφωνα με τα λεγόμενα του Ηροδότου– τη διαμόρφωση στην Αθήνα ενός κλίματος έντονα εχθρικού προς την περσική πολιτική.11 Ο Αρισταγόρας μίλησε ενώπιον της εκκλησίας του δήμου, με βασικά επιχειρήματα τον τεράστιο πλούτο της Ασίας και τον ελάχιστα αξιόμαχο περσικό στρατό. Δεν παρέλειψε μάλιστα να υπενθυμίσει στο ακροατήριό του ότι οι κάτοικοι της Μιλήτου ήταν απόγονοι Αθηναίων αποίκων. Ο λόγος του έπεισε τους Αθηναίους, οι οποίοι αποφάσισαν να αποστείλουν στην Ιωνία είκοσι πλοία. Επικεφαλής της επιχείρησης ορίστηκε ο Μελάνθιος. Ο Ηρόδοτος αναφέρει χαρακτηριστικά ότι η απόφαση αυτή αποτέλεσε την πηγή όλων των ερίδων μεταξύ των Ελλήνων και των Περσών που ακολούθησαν στα επόμενα χρόνια.

Κατά την άφιξή του στη Μίλητο, ο αθηναϊκός στόλος συνοδευόταν από πέντε ερετριακά πλοία. Οι Ερετριείς προέβησαν στην ενέργεια αυτή σε ανταπόδοση της βοήθειας που τους είχαν προσφέρει κάποτε οι Μιλήσιοι όταν βρίσκονταν σε πόλεμο με τους Χαλκιδείς. Ο Αρισταγόρας πήρε την απόφαση να επιτεθεί στις Σάρδεις, αλλά δεν ήθελε να συμμετάσχει ο ίδιος σε αυτή την επιχείρηση. Το έργο έφεραν τελικά σε πέρας οι δυνάμεις των Αθηναίων και των Ιώνων συμμάχων, οι οποίοι προέλασαν στο εσωτερικό της Ασίας και πυρπόλησαν την πόλη του σατράπη Αρταφέρνη. Αλώβητη έμεινε μόνο η ακρόπολη, επειδή ήταν κτισμένη σε φυσικά οχυρή περιοχή και προστατευόταν από ισχυρό τείχος. Στη συνέχεια ο ελληνικός στρατός κατέφυγε αρχικά στην Έφεσο, αλλά δεν άργησε να ηττηθεί από τις περσικές δυνάμεις. Τότε οι Αθηναίοι επέστρεψαν στην πατρίδα τους, με αποτέλεσμα να βρεθούν οι Ίωνες σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση.12

4. Συνέπειες

Πόλεις ολόκληρες πυρπολήθηκαν και οι συγκρούσεις με τους Πέρσες γενικεύτηκαν σε ολόκληρη την περιοχή. Κύριος υπεύθυνος για τη δυσοίωνη αυτή εξέλιξη ήταν φυσικά ο Αρισταγόρας, ο οποίος, κατά τον Ηρόδοτο, αποδείχθηκε δειλός και ανίκανος να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων.13 Ο Εκαταίος πρότεινε στους Μιλήσιους, προκειμένου να οργανώσουν την άμυνά τους, να οχυρώσουν το νησί της Λέρου. Από εκεί θα μπορούσαν να επιστρέψουν εύκολα στην πόλη τους μετά τη λήξη των συγκρούσεων. Ο Αρισταγόρας και οι προσκείμενοι σε αυτόν προτίμησαν αντ’ αυτού να φύγουν μακριά από τη Μίλητο και την Ιωνία και να εγκατασταθούν στη Μύρκινο, τη θρακική πόλη που είχε κάποτε παραχωρήσει ο Δαρείος στον Ιστιαίο. Εκεί, ο πρώην τύραννος βρήκε το θάνατο σε μια μάχη εναντίον των Θρακών.

5. Μαρτυρίες του Ηροδότου – Σύγχρονη κριτική

Πολλές αντικρουόμενες απόψεις έχουν διατυπωθεί μέχρι σήμερα για τα κίνητρα που οδήγησαν τους Ιστιαίο και Αρισταγόρα στην υποκίνηση της Ιωνικής επανάστασης. Η μοναδική ιστορική μαρτυρία που διαθέτουμε για το θέμα είναι τα λεγόμενα του Ηροδότου.14 Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να λαμβάνει πάντοτε κανείς υπόψη τη δικαιολογημένα υποκειμενική στάση του ιστορικού έναντι των Ιώνων της Μικράς Ασίας και πολύ περισσότερο την εχθρότητά του για τους Ιστιαίο και Αρισταγόρα, τα κίνητρα των οποίων υποβιβάζονται στο επίπεδο ταπεινών προσωπικών επιδιώξεων και επιθυμιών. Ακόμα και η χρονολόγηση των γεγονότων είναι συχνά προβληματική. Επιπλέον, η σιωπή του ιστορικού για τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που επικρατούσαν στις πόλεις της Ιωνίας όταν αυτές βρίσκονταν υπό περσικό έλεγχο δυσχεραίνει κάθε απόπειρα να ερμηνεύσει κανείς πλήρως τα αίτια μιας τόσο εκτεταμένης εξέγερσης, που εξαπλώθηκε σε όλη την έκταση των παραλίων της Μικράς Ασίας.



1. Ηρ. 5.23-24.

2. Ηρ. 5.30.

3. Ηρ. 5.31-32.

4. Ηρ. 5.33.

5. Ηρ. 5.34.

6. Ηρ. 5.35.

7. Aen. Tact. 31.28-29, Polyaen. 1.24 και Gell. 17.9.19-27.

8. Ηρ. 5.36-38.

9. Ηρ. 5.49-51.

10. Ηρ. 5.97.

11. Ηρ. 5.96.

12. Ηρ. 5.99-103.

13. Ηρ. 5.124-126.

14. Σχετικά με την ογκώδη –αλλά και επιλεκτική– βιβλιογραφία για το θέμα αυτό βλ. Briant, P., Histoire de l’Empire Perse. De Cyrus à Alexandre (Paris 1996), σελ. 932-933.