Αφροδισιάς (Αρχαιότητα)

1. Εισαγωγή

Η Αφροδισιάς στην Καρία, αν και μέτριου μεγέθους πόλη κατά τους τέσσερις αιώνες της ακμής της (1ος αι. π.Χ.-3ος αι. μ.Χ.), αποτελεί σήμερα μια από τις πληρέστερα γνωστές πόλεις της Μικράς Ασίας, για λόγους που οφείλονται στο ιστορικό των ανασκαφικών ερευνών, αλλά και στις 12.000 περίπου επιγραφές που έχουν βρεθεί εκεί.1 Η πόλη βρίσκεται σε ένα υψίπεδο (600 μ. ύψος) στους πρόποδες του όρους Baba Dağ (Σάλβακος), στο ΒΑ άκρο της Καρίας, στην επαρχία Αϊδινίου, 12 χλμ. ΒΑ του Καρακασού. Παλαιότερα το χωριό Geyre βρισκόταν πάνω στα ερείπια της αρχαίας πόλης, πριν μετακινηθεί τη δεκαετία του 1960 κατά 1,5 χλμ. περίπου προς τα δυτικά.

2. Ιστορία της Αφροδισιάδος

Η αρχαιότερη κατοίκηση στη θέση της Αφροδισιάδος χρονολογήθηκε στη Νεολιθική περίοδο, στην 7η ή 6η χιλιετία π.Χ. Οι ανασκαφές στο λόφο του θεάτρου αποκάλυψαν πλούσια ευρήματα της Πρώιμης εποχής του Χαλκού (2800-2200 π.Χ.). Επίσης προϊστορικά ευρήματα βρέθηκαν στις τούμπες της ακρόπολης και στην τούμπα Pekmez, πιστοποιώντας την ύπαρξη ενός ιδιαίτερα ακμάζοντος οικισμού, με εμπορικές συναλλαγές με τους Ασσυρίους.2

Σύμφωνα με το Στέφανο Βυζάντιο, αλλά και το βυζαντινό λεξικό της Σούδας, η πόλη κατοικήθηκε από Πελασγούς Λέλεγες, γι’ αυτό και το αρχικό της όνομα ήταν Λελέγων πόλις και αργότερα Μεγάλη πόλις. Αναφέρεται πάντως και το όνομα Νινόη, που συνδέεται με το μυθικό Ασσύριο βασιλιά Νίνο ή ετυμολογείται από το ακκαδικό όνομα της θεάς Ιστάρ-Νιν. Οι πηγές αναφέρουν ότι η πόλη βρισκόταν μεταξύ Λυδίας και Καρίας. Επιγραφές και στις δύο γλώσσες, τη λυδική και την καρική, έχουν βρεθεί στην πόλη, με τις πρώτες να ανάγονται στην Αρχαϊκή περίοδο και τις δεύτερες να απαντούν σε νομίσματα του 5ου και του 4ου αι. π.Χ.3 Το ιερό της Αφροδίτης υπήρχε ήδη από τον 6ο αι. π.Χ., όπως φανερώνουν κεραμικά ευρήματα της περιόδου αυτής.4

Το όνομα Αφροδισιάς απαντάται για πρώτη φορά σε νομίσματα της Ελληνιστικής περιόδου (ύστερος 2ος αι. π.Χ.).5 Σε νομισματικές πηγές αναφέρεται μαζί με τα Πλάρασα, πάντα σε δεύτερη θέση, γεγονός που οδήγησε τους περισσότερους μελετητές στην υπόθεση ότι οι δύο ονομασίες αναφέρονται σε δύο διαφορετικά πολίσματα που ενώθηκαν σε συμπολιτεία, ή, λιγότερο πιθανόν, ότι η κοινότητα είχε δύο διαφορετικά ονόματα, ένα ελληνικό (Αφροδισιάς) και ένα καρικό (Πλάρασα). Ο συνοικισμός πραγματοποιήθηκε το 2ο αι. π.Χ., αναμφισβήτητα με την ενθάρρυνση της Ρώμης, και κατά πάσα πιθανότητα γύρω στο 165 π.Χ., όταν η Καρία απελευθερώθηκε από τη Ρόδο.6 Η πόλη ήταν σχετικά ασήμαντη κατά την περίοδο πριν από την έλευση των Ρωμαίων στη Μικρά Ασία. Απέκτησε κύρος λόγω του ότι, σε αντίθεση με τις περισσότερες πόλεις της Ασίας, η Αφροδισιάς τάχθηκε στο πλευρό της Ρώμης κατά τον Α΄ Μιθριδατικό πόλεμο, και μάλιστα συνεισέφερε στη στρατιωτική προσπάθεια στην Καρία με ένοπλα αποσπάσματα.7 Ενδέχεται την περίοδο εκείνη να σημειώθηκε εισβολή στην πόλη από στρατιώτες του Μιθριδάτη για τη στάση που υπέδειξε. Την αμέσως επόμενη περίοδο, η Αφροδίτη ταυτίστηκε με τη Venus Genetrix, τη μητέρα του Αινεία και κατά συνέπεια του ρωμαϊκού λαού. Ο Σύλλας το 81 π.Χ., ακολουθώντας το χρησμό του μαντείου των Δελφών, χάρισε στο ιερό της Αφροδίτης ένα χρυσό στέμμα και ένα διπλό καρικό πέλεκυ.8 Αργότερα, ο Ιούλιος Καίσαρ, του οποίου η Venus Genetrix θεωρούνταν πρόγονος, αφιέρωσε στη θεά ένα χρυσό Έρωτα.9

Στην Αφροδισιάδα εισέβαλε ο παρθικός στρατός του T. Labienus μαζί με τα εναπομείναντα τμήματα του στρατεύματος του Βρούτου και του Κάσσιου το 44-40 π.Χ., εξαιτίας της πίστης της στη Ρώμη και ιδιαίτερα στην παράταξη του Καίσαρα.10 Για τη στάση της στο πλευρό της Ρώμης, και ιδιαίτερα για την υποστήριξή της στην οικογένεια του Καίσαρα, η πόλη ανταμείφθηκε από τον Οκταβιανό και τον Αντώνιο: το 39 π.Χ., με συγκλητικό διάταγμα (senatus consultum de Aphrodisiensis), που επιβεβαιώθηκε το 35 π.Χ., η Αφροδισιάς ανακηρύχθηκε ελεύθερη και αυτόνομη πόλη, απαλλάχθηκε από φορολόγηση και συνδέθηκε με συνθήκη με τη Ρώμη, ενώ ο Οκταβιανός ανακηρύχθηκε πάτρωνάς της. Επίσης, επεκτάθηκε η επικράτεια του ασύλου του ιερού της Αφροδίτης.11 Την περίοδο του Αυγούστου τοποθετείται και η αναδιοργάνωση της πόλης, καθώς στα νομίσματα της περιόδου αυτής απαλείφεται η αναφορά στα Πλάρασα, που απαντούσε έως τότε.12

Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορική περίοδος σήμανε μια μακρά φάση ευημερίας για την Αφροδισιάδα, που τη διέκοψαν μόνο οι καταστροφές από τους σεισμούς που έπληξαν τη Μικρά Ασία το 17 και το 47 μ.Χ. Το 22 μ.Χ. ο Τιβέριος επιβεβαίωσε το δικαίωμα ασυλίας του ιερού της Αφροδίτης. Πλήθος επιστολών Ρωμαίων αυτοκρατόρων, οι οποίες επιβεβαιώνουν τα προνόμια της Αφροδισιάδος και τις ευεργεσίες τους, έχουν καταγραφεί στην αριστερή πάροδο του θεάτρου, στο λεγόμενο «τοίχο των αρχείων». Συγκεκριμένα χαράχθηκαν επιστολές από τους αυτοκράτορες Τραϊανό (98-117), Αδριανό (117-138), Κόμμοδο (180-192), Σεπτίμιο Σεβήρο (193-211), Καρακάλλα (211-217), Αλέξανδρο Σεβήρο (222-235) και Γορδιανό Γ΄ (238-244).13

Σύμφωνα με μια πρόσφατη θεωρία, η Αφροδισιάς χρίστηκε πρωτεύουσα της ενοποιημένης επαρχίας της Καρίας και της Φρυγίας, στα χρόνια γύρω στο 250-260 μ.Χ.14 Με τη μεταρρύθμιση του Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.), έγινε πρωτεύουσα της επαρχίας της Καρίας. Η εξέλιξη αυτή, αντί να οδηγήσει σε περαιτέρω ακμή, ουσιαστικά θεωρείται απαρχή μιας μακράς περιόδου παρακμής, που τερματίζεται στον 5ο αι. μ.Χ. Η ένταξη της Αφροδισιάδος στο αυτοκρατορικό σύστημα επέφερε και τη μεγαλύτερη φορολόγηση των πλούσιων πολιτών, με αποτέλεσμα να ατονήσει το σύστημα των ευεργεσιών, που πρόσφερε στην πόλη μεγάλο μέρος των εντυπωσιακών κτηρίων της.15

3. Τοπογραφία

3.1. Οικιστική ανάπτυξη

Η γεωφυσική έρευνα που διεξήγαγαν οι ανασκαφείς μεταξύ 1995 και 1998, απέδειξε ότι η Αφροδισιάς είχε χτιστεί με βάση το ιπποδάμειο σύστημα.16 Η πόλη είχε έκταση 520 στρεμμάτων. Ο αρχικός πυρήνας της ήταν το ιερό της Αφροδίτης και η ιωνικού τύπου Αγορά, η λεγόμενη Νότια Αγορά, σύμφωνα με τα πρότυπα άλλων μικρασιατικών πόλεων. Τίποτε δε σώζεται από τα πρώτα κτήρια της πόλης, που αναμφίβολα θα ήταν κυρίως οικίες και άλλα ιδιωτικά κτίσματα. Τα πρωιμότερα μνημεία χρονολογούνται στο β΄ μισό του 1ου αι. π.Χ., όταν αποφασίστηκε να πλαισιωθεί η Αγορά με μια σειρά από στοές με διπλή κιονοστοιχία. Στο επιστύλιο της Βόρειας Στοάς βρέθηκε επιγραφή, που αναφέρει το Ζωίλο, απελεύθερο του αυτοκράτορα Οκταβιανού, ο οποίος έως το θάνατό του (20 π.Χ.) βοήθησε ποικιλοτρόπως την πόλη. Ο Ζωίλος συνδέεται επίσης με την κατασκευή του λογείου και του προσκηνίου του θεάτρου στα νότια της Αγοράς και με την οικοδόμηση ενός νέου ναού της Αφροδίτης. Μετά το θάνατό του τιμήθηκε με την κατασκευή εντυπωσιακού ταφικού μαυσωλείου, ανάγλυφα του οποίου βρέθηκαν εντοιχισμένα σε δεύτερη χρήση στη νοτιοδυτική πύλη του τείχους. Σε αυτά εικονίζονταν οι μορφές του Ζωίλου, προσωποποιήσεις της Ανδρείας, της Τιμής, του Δήμου, της Ρώμης, του Αιώνα, της Μνήμης, της Αρετής, της Πίστης και του Μίνου, του μυθικού κριτή του Άδη.17

Η δεύτερη φάση πυρετώδους οικιστικής ανάπτυξης σημειώθηκε στις αρχές του 2ου αιώνα και συνεχίστηκε αμείωτη έως τις αρχές του επομένου. Κατόπιν, η οικοδομική και πολεοδομική εξέλιξη της πόλης επιβραδύνεται.

3.2. Ο ναός της Αφροδίτης

Ο ναός της Αφροδίτης ήταν το σημείο αναφοράς της αρχαίας πόλης. Το ιερό προϋπάρχει της πόλης, όπως επιβεβαιώνεται από τα αρχαιολογικά ευρήματα της Αρχαϊκής περιόδου.18 Έως το 2ο αι. π.Χ. πρέπει να περιβαλλόταν από ιερές γαίες, πριν ενταχθεί με δυσκολία στο ιπποδάμειο πολεοδομικό σχέδιο της ελληνιστικής πόλης. Δεν είναι γνωστή η ακριβής ιστορία των πρώτων οικοδομικών φάσεων του ναού της Αφροδίτης, λόγω της μεταγενέστερης μετατροπής του σε χριστιανική βασιλική. Έχει πάντως αποκαλυφθεί ένα ελληνιστικό ψηφιδωτό του 2ου αι. π.Χ., που επιτρέπει να αναχθεί η χρονολόγηση του πρωταρχικού ναϊκού οικοδομήματος στην Ελληνιστική περίοδο.

Ο ρωμαϊκός ναός γνώρισε δύο φάσεις: στις αρχές του 1ου αι. π.Χ. χτίστηκε ένας πρόστυλος ναός με τέσσερις κίονες μπροστά από τον πρόναο ή, πιθανότερα, ένας δίστυλος ναός εν παραστάσι. Περιλάμβανε άδυτο, όπου βρισκόταν και το λατρευτικό άγαλμα της θεάς, που απεικονίζεται στα νομίσματα της πόλης. Επί Αυγούστου, προστέθηκε το πτερό. Ο ναός απέκτησε το σχήμα του οκτάστυλου ψευδοδίπτερου με 13 κίονες στις μακριές πλευρές και διαστάσεις 8,5 x 31 μ. Οι κίονες είχαν ύψος 9,34 μ. και το μεταξόνιο διάστημα ήταν 2,85 μ. Το επιστύλιο (1,6 περίπου του συνολικού ύψους του κτηρίου) διακοσμείται με ζωφόρο που φέρει ανάγλυφες ταινίες και ανδρικές μορφές που φορούν φρυγικό σκούφο. Επί Αδριανού ανεγέρθη ένας τοίχος, στον οποίο ανοίχτηκαν κόγχες που στηρίζονταν σε κορινθιακούς κίονες και που αργότερα ενσωματώθηκαν στο νάρθηκα της παλαιοχριστιανικής βασιλικής του 5ου αι. μ.Χ., αφιερωμένη στους αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ, η οποία αντικατέστησε το ναό. Η μετατροπή έγινε με τη μεταφορά των κιόνων για την επιμήκυνση των κλιτών. Έτσι δημιουργήθηκε μια μεγάλη τρίκλιτη βασιλική με δύο σειρές από 19 κίονες και διαστάσεις 28 x 60 μ., ένα τεράστιο κτήριο τέσσερις φορές πιο ευρύχωρο από το προηγούμενο.19

Στα μέσα του 2ου αι. μ.Χ., η μεγάλη πλατεία στα ανατολικά του ναού τειχίστηκε. Η είσοδος γινόταν μέσω ενός περίπλοκου πυλαίου οικοδομήματος, του λεγόμενου Τετραπύλου. Τέσσερις ομάδες από τέσσερις κορινθιακούς κίονες με κορμούς που έφεραν στριφτές ελικωτές ραβδώσεις, στήριζαν ένα τοξωτό επιστύλιο, διακοσμημένο με ανάγλυφες παραστάσεις Ερώτων και Νικών. Το κτήριο καταστράφηκε τον 4ο αιώνα και επιδιορθώθηκε λίγο αργότερα. Σήμερα έχει αναστηλωθεί.20

3.3. Το βουλευτήριο

Στα τέλη του 2ου αι. μ.Χ. ή στις αρχές του 3ου χτίστηκε το βουλευτήριο στη βόρεια πλευρά της Αγοράς, πιθανότατα σε αντικατάσταση ενός μικρότερου και παλιότερου. Σώζεται σε εξαιρετική κατάσταση. Είχε χωρητικότητα 1.750 ατόμων, ενώ μετά τα μέσα του 4ου αιώνα 1.000, λόγω καταστροφής των άνω κερκίδων από σεισμό. Ακολουθούσε τον τύπο του ρωμαϊκού ωδείου, όντας ένα ημικυκλικό στεγασμένο κτήριο, και ειδικότερα το σχέδιο του λεγόμενου Ωδείου της Εφέσου.21 Το κτήριο εδραζόταν εν μέρει πάνω σε ένα προγενέστερο ηρώο της Ελληνιστικής περιόδου, δείγμα του ότι η περιοχή εκείνη ήταν εξαρχής σχεδιασμένη για δημόσια χρήση.22 Η ορχήστρα ήταν διακοσμημένη με μωσαϊκό (opus sectile), που σχηματίζει γεωμετρικά κοσμήματα. Στον τοίχο της ευθύγραμμης πλευράς του βουλευτηρίου ανοίγονταν κόγχες όπου είχαν τοποθετηθεί ανδριάντες και προτομές (του Δήμου της Αφροδισιάδος, δύο φιλοσόφων, ένα αντίγραφο της Κνιδίας Αφροδίτης). Πίσω από τον τοίχο αυτό ανοιγόταν μια στοά που αποτελούσε τμήμα της βόρειας Αγοράς και ήταν διακοσμημένη με αγάλματα επιφανών πολιτών. Στα δυτικά του κτηρίου αυτού ανασκάφηκε μια οικία του 2ου ή του 3ου αιώνα, που κατά την Ύστερη Αρχαιότητα μετατράπηκε σε μνημειακή έπαυλη, με χαρακτηριστικό περιστύλιο από γαλάζιο μάρμαρο, το λεγόμενο «επισκοπικό ανάκτορο». Ενδέχεται το οικοδόμημα αυτό να χτίστηκε πάνω σε κάποιο πρυτανείο, που θα βρισκόταν σε άμεση γειτνίαση με το βουλευτήριο και την Αγορά, κατά τα πρότυπα της αυτοκρατορικής Εφέσου.23 Η ορχήστρα του βουλευτηρίου βυθίστηκε κατά τον ύστερο 5ο αι. μ.Χ.

Ακριβώς δίπλα στο βουλευτήριο ανεγέρθηκε το 2ο ή 3ο αι. μ.Χ. ένα εργαστήριο γλυπτικής, το οποίο εγκαταλείφθηκε στα τέλη του 4ου ή στις αρχές του 5ου αιώνα.24

3.4. Η Νότια Αγορά

Εξαιρετικής σημασίας για την ιστορία της πόλης είναι η λεγόμενη Νότια Αγορά, που βρίσκεται μεταξύ της Βόρειας Αγοράς και της Ακρόπολης. Με βάση τις πρόσφατες έρευνες, οι εργασίες θα πρέπει να είχαν ξεκινήσει ήδη από τις αρχές της περιόδου του Αυγούστου.25 Πρόκειται για μια ευρύχωρη πλατεία, διαστάσεων 215 x 70 μ., που περιβάλλεται από στοές. Η Νότια Στοά, που ανασκάπτεται από το 1904, ήταν αφιερωμένη στον αυτοκράτορα Τιβέριο (14-37), στη μητέρα του Λιβία, στον Αύγουστο και στην Αφροδίτη. Η στοά έχει ταυτιστεί με το Γυμνάσιο του Διογένη, το οποίο αναφέρεται σε επιγραφή των αρχών του 2ου αι. μ.Χ. Η βόρεια κιονοστοιχία της ιωνικής στοάς (πολλοί από τους κίονες σώζονται ακέραιοι) στήριζε επιστύλιο διακοσμημένο με φυτική ταινία που διακόπτεται από μία σειρά ιδιαίτερα εκφραστικών κεφαλών. Σε άλλες πλευρές του, το κτήριο παρουσιάζει ίχνη επιδιορθώσεων κατά τη διάρκεια του 5ου αι. μ.Χ. Η Βόρεια Στοά ανήκει στην πρωιμότερη φάση του κτηρίου. Έχει μήκος περίπου 200 μ. και η πρόσοψή της αποτελείται από 71 ιωνικούς κίονες με μετακιόνιο διάστημα 2,90 μ. Η ανατολική πτέρυγα ανάγεται στα τέλη του 1ου / αρχές 2ου αιώνα. Πρόσφατες ανασκαφές αποκάλυψαν μια μνημειακή δεξαμενή νερού στο κέντρο της πλατείας, διαστάσεων 175 x 25 μ. Διαθέτει πολύπλοκο σύστημα αγωγών και συνδέεται με τα Λουτρά του Αδριανού δυτικά.

Στο ΝΔ άκρο της Αγοράς χτίστηκε, κατά τα τέλη του 1ου ή τις αρχές του 2ου αι. μ.Χ., μια βασιλική, που πιθανότατα αποτέλεσε και την έδρα του κυβερνήτη της επαρχίας της Καρίας. Το κτήριο αυτό είχε μήκος 100 μ. περίπου και ήταν διακοσμημένο με ανάγλυφα που αφηγούνταν επεισόδια από τη μυθική ιστορία της πόλης, με πιο χαρακτηριστικό εκείνο της ίδρυσής της από τον Ασσύριο βασιλιά Νίνο, παρουσία της συζύγου του Σεμιράμιδος και του Γορδίου, του ηγεμόνα που συμβολίζει τη Φρυγία.26 Στο κτήριο αυτό βρέθηκαν τα ψηφίσματα του Διοκλητιανού που αφορούσαν τον καθορισμό ενιαίων τιμών για τα προϊόντα της αυτοκρατορίας.27

Στα δυτικά της Νότιας Αγοράς βρίσκονται τα μεγαλύτερα λουτρά της πόλης, τα λεγόμενα Λουτρά του Αδριανού. Εκτός από τα τυπικά μέρη του λουτρού (αποδυτήρια, θερμό, χλιαρό και ψυχρό δωμάτιο λούσεως), περιλάμβανε και μια κεντρική αυλή με ρηχή δεξαμενή, μεγαλοπρεπή είσοδο διακοσμημένη με λευκό και μαύρο μάρμαρο και μια παλαίστρα στην ανατολική του πλευρά.28

Η ανατολική πλευρά της Νότιας Αγοράς ορίζεται από ένα εντυπωσιακό κτήριο του 2ου αι. μ.Χ., τη λεγόμενη Πύλη της Αγοράς. Αποτελείται από μια διώροφη πρόσοψη, στην οποία ανοίγονται κόγχες, και δύο πλευρικούς πύργους, που προεξέχουν στα άκρα του κτηρίου και σχηματίζουν στεγασμένα με θόλους περάσματα, που επιτρέπουν την πρόσβαση στην πλατεία της Αγοράς. Ο πρώτος όροφος της πρόσοψης στηριζόταν σε ιωνικούς κίονες και ο δεύτερος σε κορινθιακούς. Η ιωνική ζωφόρος διακοσμείται με ταινίες, κεφαλές μορφών του διονυσιακού θιάσου και θεατρικά προσωπεία. Τον 4ο αιώνα η Πύλη μετατράπηκε σε Νυμφαίο με την προσθήκη δεξαμενής μπροστά από την πρόσοψη, όπου βρέθηκαν σε δεύτερη χρήση πολλά ανάγλυφα με συνθέσεις Γιγαντομαχίας, Κενταυρομαχίας και Αμαζονομαχίας, που προφανώς προέρχονται από κάποιο άλλο κτήριο.29

3.5. Το Σεβαστείο

Το Σεβαστείο είναι ένα συγκρότημα κτηρίων αφιερωμένο στην Αφροδίτη, τον Αύγουστο (Σεβαστό) και την οικογένεια των Ιουλίων-Κλαυδίων.30 Η οικοδόμησή του ξεκίνησε επί Τιβερίου (14-37), διακόπηκε λόγω ενός καταστροφικού σεισμού και ολοκληρώθηκε στην αρχή της βασιλείας του Νέρωνα (54-68 μ.Χ. περίπου) με τη χορηγία δύο αριστοκρατικών οικογενειών της πόλης. Αποτελείται από δύο τριώροφες στοές μήκους 80 μ. και ύψους 12 μ., που βρίσκονται σε απόσταση 14 μ. μεταξύ τους, έναν κορινθιακό ναό σε υπερυψωμένο πόδιο στην ανατολική πλευρά, αφιερωμένο στην Αφροδίτη, τον Αύγουστο, τον Τιβέριο και τη Λιβία, και ένα μνημειακό πρόπυλο στη δυτική πλευρά με κόγχες όπου έστεκαν αγάλματα του Αυγούστου και της οικογένειάς του, του Αινεία και της Αφροδίτης με την ιδιότητα της «Προμήτορος των Θεών Σεβαστών». Μια επιγραφή αναγράφει ότι το πρόπυλο αφιερώθηκε από τους αδελφούς Μένανδρο και Ευσέβιο στην Αφροδίτη, στους αυτοκράτορες και στο λαό, ενώ μια δεύτερη αναφέρει τις εργασίες επιδιόρθωσης που έγιναν από μέλη της ίδιας οικογένειας έπειτα από σεισμό.

Οι ημικίονες των ορόφων των δύο στοών ήταν σε διαφορετικό ρυθμό (δωρικοί, ιωνικοί και κορινθιακοί αντίστοιχα). Στα μετακιόνια διαστήματα στο δεύτερο και τον τρίτο όροφο είχαν τοποθετηθεί ανάγλυφα με διάφορες παραστάσεις, συνολικά 190 ανάγλυφα (90 στη νότια και 100 στη Βόρεια Στοά). Η Βόρεια Στοά είχε αφιερωθεί από την ίδια οικογένεια που είχε αφιερώσει το πρόπυλο, ενώ η Νότια Στοά αφιερώθηκε από τον ευεργέτη Διογένη, ο οποίος έχτισε επίσης τη Στοά του Τιβερίου και χρηματοδότησε τις εργασίες ανέγερσης του ναού.

Τα ανάγλυφα της Νότιας Στοάς περιλάμβαναν μυθολογικές σκηνές στο δεύτερο όροφο και τις μορφές των θεών, των αυτοκρατόρων και της οικογένειάς τους. Αρκετά από τα 45 ανάγλυφα του κάθε ορόφου έχουν σωθεί, παρουσιάζοντας παραστάσεις της γέννησης του Έρωτα, των Τριών Χάριτων, του Αχιλλέα και της Πενθεσίλειας, της απελευθέρωσης του Προμηθέα από τον Ηρακλή, του Τηλέφου, μύθους του Ηρακλή και του Διονύσου (στο 2ο όροφο) και σκηνές με τον Αύγουστο, κύριο της γης και της θάλασσας, τους αυτοκράτορες Τιβέριο, Κλαύδιο, Νέρωνα και ορισμένα από τα μέλη των οικογενειών τους, όπως οι εγγονοί του Αυγούστου, ο Γάιος και ο Λεύκιος. Υπήρχαν επίσης αλληγορικές συνθέσεις με τον Κλαύδιο να καταβάλλει τη Βρετανία, το Νέρωνα να φονεύει την Αρμενία, τη Νίκη, προστάτιδα των Σεβαστών, την Αφροδίτη, τον Έρωτα και τον Αγχίση, τον Αινεία και το Ρωμύλο. Στη Βόρεια Στοά, που είναι αρκετά κατεστραμμένη, υπήρχαν προσωποποιήσεις των εθνών που απάρτιζαν την αυτοκρατορία (στο 2ο όροφο) και πορτρέτα των αυτοκρατόρων και των οικογενειών τους, καθώς και θεών (στον 3ο όροφο), συνολικά 100 ανάγλυφα, από τα οποία σώζονται λιγοστά.

Στη σύλληψή του το κτήριο είναι καθαρά ρωμαϊκό και εμπνέεται από ανάλογα συγκροτήματα όπως το φόρουμ του Καίσαρα και το γνωστό από περιγραφές Porticus ad Nationes στην ίδια τη Ρώμη.

3.6. Το θέατρο και το στάδιο

Το θέατρο της Αφροδισιάδος, στην ανατολική κλιτύ της ακρόπολης της πόλης, αποκαλύφθηκε κατά τις ανασκαφές του 1966-1972. Η κατασκευή του χρονολογήθηκε στο β΄ μισό του 1ου αι. π.Χ., όταν στην πόλη δραστηριοποιούνταν ο Γάιος Ιούλιος Ζωίλος. Έγιναν πάντως ευρύτατες εργασίες κατά τη διάρκεια των επόμενων αιώνων. Το κοίλο διατηρείται σε θαυμάσια κατάσταση: κατά τα πρότυπα των ελληνιστικών θεάτρων της Μικράς Ασίας είναι μεγαλύτερο του ημικυκλίου. Τον επόμενο αιώνα προστέθηκε η μνημειακή σκηνή, αποτελούμενη από έξι αίθουσες στεγασμένες με θόλο, οι οποίες χρησιμοποιούνταν ως λογεία, διατεταγμένες γύρω από έναν κεντρικό θάλαμο, ο οποίος οδηγούσε πίσω από το προσκήνιο. Η πρόσοψη του κτηρίου της σκηνής ήταν διακοσμημένη με κόγχες στις οποίες ήταν τοποθετημένα θαυμάσια έργα γλυπτικής, όπως το άγαλμα του Δομιτιανού, η προσωποποίηση του Δήμου, δύο Μούσες με τον Απόλλωνα ή το Διόνυσο, ένα άγαλμα αθλητή απομίμηση έργου του Πολυκλείτου και μορφές Νικών. Κατά το 2ο αι. μ.Χ., επήλθαν οι απαραίτητες μετατροπές για τα νέα δημοφιλή θεάματα θηριομαχιών και μονομαχιών: οι παρόδοι κλείστηκαν, η ορχήστρα βυθίστηκε και ενισχύθηκαν τα παραπέτα μπροστά από τα έδρανα, προκειμένου οι μονομάχοι και τα θηρία να αγωνίζονται χωρίς να κινδυνεύουν οι θεατές.31

Το θέατρο τελικά ενσωματώθηκε στην οχύρωση της Ακρόπολης και μετατράπηκε σε φρούριο τον 7ο αιώνα. Πίσω από το κτήριο της σκηνής, γύρω στο 360-364, ανεγέρθηκε μια μεγάλη πλατεία περιβαλλόμενη από στοές, το λεγόμενο Τετράστωο, που εν μέρει κατέλαβε το χώρο των θερμών του θεάτρου.

Το στάδιο της Αφροδισιάδος, στο βόρειο τμήμα της πόλης, είναι το καλύτερα διατηρημένο στάδιο της Μικράς Ασίας. Σώζεται σχεδόν ανέπαφο.32 Έχει διαστάσεις 262 x 59 μ. και χωρητικότητα 30.000 θεατών. Στο κέντρο της βόρειας πλευράς υπήρχε το αυτοκρατορικό θεωρείο. Το στάδιο χρησιμοποιήθηκε έως και τον 7ο αιώνα. Στα τέλη του 4ου αιώνα το ανατολικό πέταλο κλείστηκε με τοίχο και μετατράπηκε σε αρένα για θηριομαχίες. Η χωρητικότητα του νέου κτηρίου ήταν πλέον 5.000 θεατών.

4. Νομίσματα

4.1. Πολίτευμα – Θεσμοί

Η νομισματοκοπία της πόλης ξεκινά στα τέλη του 2ου αι. π.Χ., με τις διπλές κοπές Πλαράσων και Αφροδισιάδος. Πρόκειται για αργυρές δραχμές, με έμβλημα στον εμπροσθότυπο την κεφαλή της Αφροδίτης και στον οπισθότυπο έναν αετό, μαζί με τα ονόματα των δύο πόλεων και των υπεύθυνων αξιωματούχων. Τα χάλκινα νομίσματα της ένωσης παρουσιάζουν αντίστοιχα το διπλό πέλεκυ, σύμβολο της Καρίας, και μια πανοπλία. Την εποχή του Αυγούστου η πόλη, παρότι απολάμβανε αυτονομία και ελευθερία, παρουσίασε στον εμπροσθότυπο των χάλκινων νομισμάτων της την προτομή του αυτοκράτορα δαφνοστεφανωμένου και το λατρευτικό άγαλμα της Αφροδίτης στον οπισθότυπο. Στα χάλκινα αυτοκρατορικά νομίσματα της πόλης, που κόβονται έως τα μέσα του 3ου αιώνα, εμφανίζονται όλοι σχεδόν οι αυτοκράτορες, ακόμη και όσοι βασίλεψαν για μικρό χρονικό διάστημα. Παρουσιάζονται επίσης προσωποποιήσεις της Συγκλήτου (υπό μορφή ενός νέου άνδρα), και των κυριότερων θεσμών της πόλης, από τις οποίες αντλούμε, μαζί με τις επιγραφές, τις γνώσεις μας για το πολίτευμά της.

Η Αφροδισιάς ήταν μια ολιγαρχικά διοικούμενη πολιτεία. Τα όργανα της διακυβέρνησης ήταν ο δήμος, η βουλή και η γερουσία, η οποία παρουσιάζεται παραδόξως και ως νέος άνδρας και ως γυναίκα. Η πόλη κόβει και νόμισμα Ομονοίας με διάφορες γειτονικές πόλεις της Καρίας και της Φρυγίας, όπως η Νεάπολις, η Αντιόχεια, η Ιεράπολις και οι Κολοσσαί. Οι εκάστοτε πόλεις εμφανίζονται ως γυναίκες που δίνουν τα χέρια.33

4.2. Λατρείες – Εορτές

Πληροφορίες για την πληθώρα των λατρειών και των θεσμοθετημένων εορτών στην Αφροδισιάδα αντλούμε τόσο από τα νομίσματα όσο και από τις επιγραφές. Στα νομίσματα εμφανίζεται κυρίως η θεά Αφροδίτη σε διάφορες εκδοχές, όπως με το θεό Άρη, αλλά και ο Δίας, ο Σέραπις, η Ίσις, η Τύχη, ο Σώζων, ο Μην, καθώς και το αινιγματικό «νεκρό δένδρο».34 Οι σημαντικές εορτές, όπως τα 'Γορδιάνεια Αττάλεια Καπιτώλια', προς τιμήν του αυτοκράτορα Γορδιανού Γ΄ (238-244 μ.Χ.), αποτελούν προσφιλές θέμα σε μια σειρά από νομίσματα στα οποία εμφανίζονται κατά κύριο λόγο μορφές ή αγάλματα αθλητών με τα έπαθλά τους. Επιγραφές συμπληρώνουν την εικόνα αναφέροντας επίσης εορτές προς τιμή της Αφροδίτης.

5. Αγώνες

Στην Αφροδισιάδα τελούνταν καλλιτεχνικοί αγώνες, μουσικής, θεάτρου, ποίησης, γλυπτικής, μοναδικοί σε όλη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Οι πιο σημαντικοί ήταν τα Λυσιμάχεια, θεατρικοί αγώνες με χρηματικά έπαθλα ύψους 120.000 δηναρίων, και οι αγώνες γλυπτικής. Οι αγώνες γλυπτικής είναι αναμενόμενοι σε μία πόλη όπου αναπτύχθηκε μία από τις πιο γνωστές σχολές γλυπτικής της Αρχαιότητας.

6. Η Σχολή της Αφροδισιάδος

Η Σχολή γλυπτικής της Αφροδισιάδος άκμασε από τον 1ο αι. π.Χ. έως και τον 5ο αι. μ.Χ. Υπογεγραμμένα έργα Αφροδισιέων γλυπτών, με επιφανέστερους τον Αριστέα, τον Παπία και τον Αντωνιανό, έχουν βρεθεί στην έπαυλη του Αδριανού στο Τίβολι, στη Ρώμη και στη Leptis Magna της Λιβύης. Άλλοι γνωστοί γλύπτες είναι ο Κωβλανός, ο Απολλώνιος Αστήρ, ο Αλέξανδρος Ζήνων, ο Πολυνείκης, ο Φλάβιος Ζήνων και πολλοί άλλοι, συνολικά 30. Οι πρώτοι γλύπτες πρέπει να προήλθαν από την Πέργαμο, μετά το τέλος της δυναστείας των Ατταλιδών το 133 π.Χ. Σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της γλυπτικής έπαιξε η ποιότητα του μαρμάρου από το γειτονικό όρος Σάλβακος35. Οι Αφροδισιείς γλύπτες δημιούργησαν αντίγραφα μεγάλων έργων, αλλά πολύ περισσότερα πρωτότυπα, πολλά από τα οποία αποκαλύφθηκαν στις ανασκαφές και εκτίθενται σήμερα στα μουσεία της Κωνσταντινούπολης, της Σμύρνης και της Αφροδισιάδος.

7. Επιφανείς προσωπικότητες

Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο στην Αφροδισιάδα έζησαν πλήθος πνευματικών προσωπικοτήτων: ο ιστορικός Απολλώνιος ο Αιγύπτιος (3ος αι. π.Χ.), ο μυθιστοριογράφος Χαρίτων (1ος αι. π.Χ.),36 ο ιατρός Ξενοκράτης (1ος αι. μ.Χ.),37 ο φιλόσοφος, μαθηματικός και αστρονόμος Άδραστος (2ος αι. μ.Χ.) και ο Αλέξανδρος (τέλη 2ου / αρχές 3ου αι. μ.Χ.), ένας από τους μεγαλύτερους σχολιαστές της Ύστερης Αρχαιότητας και τελευταίος μεγάλος περιπατητικός φιλόσοφος, ο οποίος υπομνημάτισε το έργο του δασκάλου του Αριστοτέλη.38

8. Η Αφροδισιάς κατά την Ύστερη Αρχαιότητα και τους Βυζαντινούς χρόνους

Η ύφεση στην οικοδομική δραστηριότητα της πόλης κατά τον 4ο αιώνα έχει αποδοθεί από ορισμένους μελετητές στην επίδραση του καταστροφικού σεισμού του 358 μ.Χ., ο οποίος ενδέχεται να οδήγησε και στην άνοδο της στάθμης των υδάτων. Την περίοδο εκείνη χτίζονται τα τείχη της πόλης, το τελευταίο μεγάλο οικοδομικό πρόγραμμα στην πόλη. Τα τείχη της πόλης οικοδομήθηκαν, στη μορφή που σώζονται σήμερα, κατά το α΄ μισό του 4ου αιώνα. Έχουν συνολικό μήκος 3.500 μ. και περικλείουν έκταση 100 εκταρίων.36

Η Αφροδισιάς, από τις αρχές του 4ου αιώνα χρίστηκε έδρα επισκοπής. Κατά τον 5ο αιώνα, φαίνεται πως επήλθε σημαντική ανάκαμψη με αναζωπύρωση της δραστηριότητας των ευεργετών, ενώ και η οικιστική αρχιτεκτονική της περιόδου φανερώνει δείγματα μεγάλης ακμής.37 Ο Θεοδόσιος ο Β΄ επισκέφτηκε την πόλη το 443, ενώ ο Ιουστινιανός ρύθμισε ορισμένα οικονομικά προβλήματα των κατοίκων το 529. Στο β΄ μισό του 5ου αιώνα στην πόλη αναπτύχθηκε σημαντική φιλοσοφική σχολή. Στη σχολή αυτή δίδαξε ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Ασκληπιόδοτος, καθώς και οι Δαμάσκιος και Δόρος. Την περίοδο αυτή στην πόλη σημειώθηκαν ταραχές μεταξύ χριστιανών και ειδωλολατρών και πολλά χαράγματα σε τοίχους δείχνουν τον αγώνα των δύο παρατάξεων: «Φως και ζωή», «Υπάρχει μόνο ένας θεός», «Νικά των Χριστιανών η πίστη», «Η Μαρία γεννά το Χριστό» (συνθήματα των Χριστιανών) και ο διπλός πέλεκυς της Καρίας.38 Μετά το 550 μ.Χ. παρατηρείται νέα ανάσχεση στην ανάπτυξη της πόλης, η οποία έχει αποδοθεί υποθετικά στην επίδραση της μεγάλης επιδημίας της περιόδου του Ιουστινιανού, που έπληξε μεγάλα τμήματα της αυτοκρατορίας.39 Μεταξύ 610 και 670 η πόλη μετονομάστηκε Σταυρούπολι. Την περίοδο εκείνη, ακολουθώντας τάσεις που παρατηρούνται στο σύνολο της Μικράς Ασίας και που προφανώς οφείλονται στις περσικές επιδρομές, μειώνεται δραστικά η έκταση του αστικού ιστού. Το θέατρο μετατρέπεται σε οχυρό, ενώ η κατοίκηση φαίνεται πως περιορίζεται κατά το μεγαλύτερο μέρος στην ακρόπολη.

Υπάρχουν αμυδρές ενδείξεις κατοίκησης κατά τη Μέση Βυζαντινή περίοδο. Η πόλη μετονομάστηκε Καρία, από όπου προήλθε το όνομα του σημερινού τουρκικού χωριού Geyre. Από το 12ο έως και το 13ο αιώνα η πόλη δέχτηκε τις επιδρομές του στασιαστή Θεοδώρου Μαγκαφά (1188) και των Σελτζούκων Τούρκων. Οι επιδρομές αυτές οδήγησαν στην εγκατάλειψη της πόλης το 13ο αιώνα.40



1. Οι πρώτες ανασκαφές στην Αφροδισιάδα διεξήχθησαν από το διευθυντή του Αρχαιολογικού Μουσείου της Κωνσταντινούπολης, τον Osman Hamdi Bey το 1892. Ακολούθησε το 1904 και 1905 ο Paul Gaudin: Collignon, M., “Note sur les fouilles exécutées à Aphrodisias par M.P. Gaudin”, CRAI (1904), σελ. 703-711, “Seconde note (campagne de 1905)”, CRAI (1906), σελ. 158-184 και “Les fouilles d’Aphrodisias”, Revue de lArt Ancien et Moderne 19 (1906), σελ. 33-50. Το 1913 ανέλαβε τις ανασκαφές η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή της Αθήνας με τον Andre Boulanger [“Notes sur les fouilles exécutées à Aphrodisias en 1913”, CRAI (1914), σελ. 47-53]. Πριν από το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο εργάστηκαν στη θέση οι Ιταλοί C. Jacopi και Maria F. Squarciapino, βλ. Jacopi, G., Les fouilles dAphrodisias (Ankara 1938), “Die italienischen Grabungen des Jahres 1937 in Aprhodisias in Anatolien”, AA (1938), σελ. 744-752 και Gli scavi della missione archeologica italiana ad Afrodisiade nel 1937 (Roma 1939). Το 1961, μετά την απομάκρυνση από το χώρο των τελευταίων σπιτιών του Geyre, άρχισε η ανασκαφή υπό την αιγίδα του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και του Τούρκου αρχαιολόγου Kenan Erim. Το 1990 τον διαδέχτηκαν οι R.R.R. Smith και C. Ratté. Για τα αποτελέσματα των ανασκαφών αυτών βλ. Erim, K.Τ., “25 ans de fouilles à Aphrodisias”, στο de La Genière, J. – Ramage, N.H. (επιμ.), Aphrodisias de Carie. Colloque du Centre de recherches archéologiques de l'Université de Lille III, 13 novembre 1985 (Paris 1987), σελ. 7-11 και τις ανασκαφικές εκθέσεις στα περιοδικά Archaeology (1964-1967) και American Journal of Archaeology (1967 κ.ε.). Για τις πρώιμες έρευνες βλ. γενικά Besques, S., “Aphrodisias retrouvée”, Dossiers d’Archéologie 139 (1989), σελ. 8-9 και Erim, K.E., Aphrodisias. City of Venus Aphrodite (London 1986), σελ. 37-45.

2. Jukofsky, M.S., Prehistoric Aphrodisias: an Account of the Excavation and Artifact Studies (Providence & Louvain-la-Neuve 1986).

3. Βλ. αντίστοιχα Carruba, O., “A Lydian inscription from Aphrodisias in Caria”, JHS 90 (1970), σελ. 195-196 και Ray, R., “The Carian Coins from Aphrodisias”, Kadmos 24 (1985), σελ. 86-88.

4. de La Genière, J., "Premières recherches sur Aphrodisias préromaine", στο de La Genière, J. - Ramage, N.H. (επιμ.), Aphrodisias de Carie. Colloque du Centre de recherches archéologiques de l'Université de Lille III, 13 novembre 1985 (Paris 1987), σελ. 53-57.

5. Reynolds, J.M., “The politeia of Plarasa and Aphrodisias”, REA 87 (1985), σελ. 213-218. Η παλιότερη αναφορά του ονόματός της είναι ο όρκος της πόλης αυτής και των πόλεων Ταβαί και Κίβυρα, ο οποίος ανάγεται στο 2ο αι. π.Χ.: Reynolds, J., Aphrodisias and Rome (London 1982), document 1.

6. Errington, R.M., “Θεά Ρώμη und römische Einfluss südlich des Mäanders im 2. Jh. v. Chr.”, Chiron 17 (1987), σελ. 97-118.

7. Reynolds, J., Aphrodisias and Rome (London 1982), σελ. 11-20. Τα χάλκινα νομίσματα της Πλαράσων–Αφροδισιάδος παρουσιάζουν στον εμπροσθότυπο οπλισμό, κάτι που ενδεχόμενα να συνδέεται με τα γεγονότα του Μιθριδατικού πολέμου.

8. Αππιανός, Εμφύλιοι Πόλεμοι I.11.97.

9. Reynolds, J., Aphrodisias and Rome (London 1982), document 12.

10. Οι επιγραφικές μαρτυρίες που πιθανόν να αναφέρονται σε εισβολές στην πόλη είναι οι εξής: Reynolds, J., Aphrodisias and Rome (London 1982), document 2 (Μιθριδάτης), 7 (Labienus, Βρούτος και Κάσσιος), 11-12 και 28-30 (Labienus).

11. Reynolds, J., Aphrodisias and Rome (London 1982), documents 6, 10, 11, 12, 13 (Οκταβιανός) και 7, 8, 9 (απόδοση προνομίων). Για τον Οκταβιανό βλ. Badian, E., “Notes on Some Documents from Aphrodisias concerning Octavian”, GRBS 25 (1984), σελ. 157-170· Linderski, J. “Rome, Aphrodisias and the 'Res gestae'. The genera militiae and the status of Octavian”, JRS 74 (1984), σελ. 74-80 [=Linderski, J., Roman questions. Selected papers (Stuttgart 1995), σελ. 147-153]· Orth, W., “Der Triumvir Octavian. Bemerkungen zu Inschriften aus Aphrodisias”, EpigAnat 3 (1984), σελ. 61-82· Giovannini, A., “Lettre d’un triumvir à Aphrodisias. Octave ou Marc Antoine?”, στο Historia testis. Mélanges d'épigraphie, d’histoire ancienne et de philologie offerts à Tadeusz Zawadzki (Fribourg 1989), σελ. 61-67. Για το καθεστώς της πόλης βλ. Reynolds, J.M., “Aphrodisias. A Free and Federate City”, στο Akten des 6. Internationalen Kongresses für Griechische und Lateinische Epigraphik, München 1972 (München 1973), σελ. 115-122· Sherk, R.K., “Der Brief des Antonius an Plarasa-Aphrodisias”, Historia 15 (1966), σελ. 123-124.

12. Reynolds, J.M., “Ruler-cult at Aphrodisias in the late Republic and under the Julio-Claudian emperors”, στο Subject and ruler. The cult of the ruling power in classical antiquity. Papers presented at a conference held in the University of Alberta on April 13-15, 1994, to celebrate the 65th anniversary of Duncan Fishwick (JRA, Supplement 17, Ann Arbor 1996), σελ. 43.

13. Βλ. γενικά Reynolds, J., Aphrodisias and Rome (London 1982) και Lewin, A., “Illusioni e disillusioni di una città libera nell’impero romano”, Mediterraneo Antico 2.2 (1999), σελ. 557-574.

14. Διοικητικό κέντρο της Καρίας και της Φρυγίας: Roueché, C., “Rome, Asia and Aphrodisias in the third century”, JRS 71 (1981), σελ. 103-120 και “L’histoire d’Aphrodisias après 250 d’après les inscriptions”, στο de La Genière, J. – Ramage, N.H. (επιμ.), Aphrodisias de Carie. Colloque du Centre de recherches archéologiques de l'Université de Lille III, 13 novembre 1985 (Paris 1987), σελ. 156· French, D.H. – Roueché, C., “Governors of Phrygia and Caria”, ZPE 49 (1982), σελ. 159-160.

15. Γενικά για την Αφροδισιάδα μετά τα μέσα του 3ου αιώνα βλ. Roueché, C. – Levick, B., Aphrodisias in late antiquity. The late Roman and Byzantine inscriptions including texts from the excavations at Aphrodisias conducted by Kenan T. Erim (JRS Monographs 5, London 1989) και Ratté, C., “New Research on the urban development of Aphrodisias in late antiquity”, στο Parrish, D. (επιμ.), Urbanism in Western Asia Minor. New Studies on Aphrodisias, Ephesos, Hierapolis, Pergamon, Perge and Xanthos ( JRS, Supplement Series Number 45, Portsmouth R.I. 2001), σελ. 124-125.

16. Για την τοπογραφία της πόλης βλ. Ratté, C., “New Research on the urban development of Aphrodisias in late antiquity”, στο Parrish, D. (επιμ.), Urbanism in Western Asia Minor. New Studies on Aphrodisias, Ephesos, Hierapolis, Pergamon, Perge and Xanthos (JRS, Supplement Series Number 45, Portsmouth R.I. 2001), σελ. 117-147. Βλ. επίσης Erim, K.T., “Les monuments d’Aphrodisias”, στο Aphrodisias, la cité de Vénus retrouvée, Dossiers d’Archéologie 139 (1989), σελ. 14-45.

17. Για το Ζωίλο βλ. Reynolds, J., Aphrodisias and Rome (London 1982), σελ. 161-162, document 36 (θέατρο), σελ. 162-163, document 37 (ναός της Αφροδίτης), σελ. 163, document 39 (Βόρεια Στοά). Για το μνημείο του Ζωίλου βλ. Giuliano, A., “Rilievo da Aphrodisias in onore di Zoilos”, ASAtene 21-22 (1959-1960), σελ. 389-401· Yilmaz, H., Der Zoilosfries aus Aphrodisias: Typologie, Stil und Eigenart des Frieses und sein Verhältnis zur Ara Pacis (Marburg Univ. Diss. 1987)· Smith, R.R.R., Aphrodisias I: The monument of C. Julius Zoilos (Mainz 1993).

18. Για την εικόνα της θεάς και τη λατρεία βλ. Floriani Squarciapino, M., “Afrodite di Afrodisia”, RendPontAcc 38 (1965-1966), σελ. 143-156, “Afrodite di Aphrodisias”, στο de La Genière, J. – Ramage, N.H. (επιμ.), Aphrodisias de Carie. Colloque du Centre de recherches archéologiques de l'Université de Lille III, 13 novembre 1985 (Paris 1987), σελ. 65-71, “L’Aphrodite d’Aphrodisias”, Dieux et héros grec à Aphrodisias, Dossiers d’Archéologie 148 (1990), σελ. 22-25 και “Ancora Afrodite di Aphrodisias”, στο Studi in memoria di Lucia Guerrini: Vicino Oriente, Egeo, Grecia, Roma e mondo romano, tradizione dell'antico e collezionismo di antichità (Studii miscellanei 30, Roma 1996), σελ. 287-291· Brody, L.R., The Iconography and Cult of Aphrodite of Aphrodisias (PhD Institute of Fine Arts, New York University 1999).

19. Για την αναστήλωση, την αρχιτεκτονική του ναού και τη μετατροπή του σε παλαιοχριστιανική βασιλική βλ. αντίστοιχα Theodorescu, D., “La restitution de l’Aphrodision. Certitudes et perplexités”, Doruk, S., “The architecture of the temenos” και Cormack, R., “The temple as the cathedral”, στο Roueché, C. – Erim, K.T. (επιμ.), Aphrodisias Papers. Recent work on architecture and sculpture. Including the papers given at the Second International Aphrodisias Colloquium held at King's College London on 14 November 1987 (JRA, Supplement 1, Ann Arbor 1990), σελ. 49-74 και 75-88. Για τη μετατροπή σε βασιλική βλ. επίσης Hebert, L., The Conversion of the Temple of Aphrodisias into a Christian Church (Dissertation, New York University 2000). Για τις επιγραφές βλ. Reynolds, J.M., “Inscriptions and the building of the temple of Aphrodite”, στο Roueché, C. – Erim, K.T. (επιμ.), Aphrodisias Papers. Recent work on architecture and sculpture. Including the papers given at the Second International Aphrodisias Colloquium held at King's College London on 14 November 1987 (JRA, Supplement 1, Ann Arbor 1990), σελ. 37-40.

20. Paul, G., “Die Anastylose des Tetrapylons in Aphrodisias” και Outschar, U., “Zur Baudekoration und typologische Stellung des Tetrapylons”, στο Roueché, C. – Smith, R.R.R. (επιμ.), Aphrodisias Papers 3. The setting and quarries, mythological and other sculptural decoration, architectural development, portico of Tiberius, and Tetrapylon (JRA, Supplement 20, Ann Arbor 1996), σελ. 201-214 και 215-224 αντίστοιχα. Οι στοές στην περιοχή του Τετραπύλου έχουν χρονολογηθεί, με βάση τα κιονόκρανά τους, στον 4ο αιώνα, αν και θεωρείται βέβαιο ότι αντικατέστησαν προγενέστερα κτήρια με την ίδια χρήση: Dillon, S., “Figured pilaster capitals from Aphrodisias”, AJA 10 (1997), σελ. 731-769.

21. Bier, L., “The Bouleuterion of Ephesos. Some observations for a new survey”, στο Steine und Wege. Festschrift für Dieter Knibbe (Wien 1999), σελ. 7-18.

22. Gros, P., “Les nouveaux espaces civiques du début de l’empire en Asie Mineure: les exemples d’Ephèse, Iasos et Aphrodisias”, στο Roueché, C. – Smith, R.R.R. (επιμ.), Aphrodisias Papers 3. The setting and quarries, mythological and other sculptural decoration, architectural development, portico of Tiberius, and Tetrapylon (JRA, Supplement 20, Ann Arbor 1996), σελ. 119.

23. Gros, P., “ Les nouveaux espaces civiques du début de l’empire en Asie Mineure: les exemples d’Ephèse, Iasos et Aphrodisias”, στο Roueché, C. – Smith, R.R.R. (επιμ.), Aphrodisias Papers 3. The setting and quarries, mythological and other sculptural decoration, architectural development, portico of Tiberius, and Tetrapylon (JRA, Supplement 20, Ann Arbor 1996), σελ. 119.

24. Rockwell, P., “Unfinished statuary associated with a sculptor’s studio”, στο Smith, R.R.R. – Erim, K.T. (επιμ.), Aphrodisias Papers 2. The theatre, a sculptor’s workshop, philosophers, and coin types (JRA, Supplement 2, Ann Arbor 1991), σελ. 127-143 και κυρίως Van Voorhuis, J.A., The Sculptor’s Workshop at Aphrodisias (Dissertation, New York University 1999).

25. Waelkens, M., “Notes d’architecture sur l’agora et le portique de Tibère”, στο de La Genière, J. – Ramage, N.H. (επιμ.), Aphrodisias de Carie. Colloque du Centre de recherches archéologiques de l'Université de Lille III, 13 novembre 1985 (Paris 1987), σελ. 127. Για το κτήριο βλ. γενικά de Chaisemartin, N., “Les modèles grecs classiques des têtes de la frise du Portique de Tibère”, στο de La Genière, J. – Ramage, N.H. (επιμ.), Aphrodisias de Carie. Colloque du Centre de recherches archéologiques de l'Université de Lille III, 13 novembre 1985 (Paris 1987), σελ. 119-132· “Le Portique de Tibère à Aphrodisias. Problèmes d’identification et de fonction”, REA 91 (1989), σελ. 23-45 και “Le portique de Tibère”, Aphrodisias, la cité de Vénus retrouvée, Dossiers d’Archéologie 139 (1989), σελ. 60-73· Roueché, C. – Smith, R.R.R. (επιμ.), Aphrodisias Papers 3. The setting and quarries, mythological and other sculptural decoration, architectural development, portico of Tiberius, and Tetrapylon (JRA, Supplement 20, Ann Arbor 1996).

26. Erim, K.T., “Les monuments d’Aphrodisias”, στο Aphrodisias, la cité de Vénus retrouvée, Dossiers d’Archéologie 139 (1989), σελ. 38.

27. Crawford, M. – Reynolds, J. – Erim, K.T., “Diocletian’s Currency Reform. A New Inscription”, JRS 61 (1971), σελ. 171-177· Reynolds, J.M., “The Aphrodisias Copy of Diocletian’s Edict on Maximum Prices”, ZPE 33 (1979), σελ. 46 και “Diocletian’s prices edict. New fragments of the copy at Aphrodisias”, στο Römische Inschriften. Neufunde, Neulesungen und Neuinterpretationen. Festschrift für Hans Lieb. Zum 65. Geburtstag dargebracht von seinen Freunden und Kollegen (Basel 1995), σελ. 17-28.

28. Erim, K.T., “Les monuments d’Aphrodisias”, στο Aphrodisias, la cité de Vénus retrouvée, Dossiers d’Archéologie 139 (1989), σελ. 38-39.

29. Linant de Bellefonds, P., “The mythological reliefs from the Agora Gate”, στο Smith, R.R.R. – Roueché, C. (επιμ.), Aphrodisias Papers 3. Aphrodisias Papers 3. The setting and quarries, mythological and other sculptural decoration, architectural development, portico of Tiberius, and Tetrapylon (JRA, Supplement 20, Ann Arbor 1996), σελ. 174-186, πίν. 1-9.

30. Smith, R.R.R., “Le Sébasteion et son décor sculpté”, στο Aphrodisias, la cité de Vénus retrouvée, Dossiers d’Archéologie 139 (1989), σελ. 46-59, “Myth and allegory in the Sebasteion”, στο Roueché, C. – Erim, K.T. (επιμ.), Aphrodisias Papers. Recent work on architecture and sculpture. Including the papers given at the Second International Aphrodisias Colloquium held at King's College London on 14 November 1987 (JRA, Supplement 1, Ann Arbor 1990), σελ. 89-100, “The imperial reliefs from the Sebasteion at Aphrodisias”, JRS 77 (1987), σελ. 88-138 και “Simulacra gentium. The ethne from the Sebasteion at Aphrodisias”, JRS 78 (1988), σελ. 50-77.

31. Για το θέατρο βλ. γενικά Erim, K.E., Aphrodisias. City of Venus Aphrodite (London 1986), σελ. 79-88 και “Les monuments d’Aphrodisias”, στο Aphrodisias, la cité de Vénus retrouvée, Dossiers d’Archéologie 139 (1989), σελ. 28-31· Reynolds, J.M., “Epigraphic evidence for the construction of the Theatre: first century B.C. to mid-third century A.D.”, στο Smith, R.R.R. – Erim, K.T. (επιμ.), Aphrodisias Papers 2. The theatre, a sculptor’s workshop, philosophers, and coin types (JRA, Supplement 2, Ann Arbor 1991), σελ. 15-28· Theodorescu, D. –  de Chaisemartin, N., “La frons scaenae du théâtre d’Aphrodisias. Aperçu sur les recherches en cours”, RA (1992), σελ. 181-187. Για τα γλυπτά βλ. Erim, K.T., “A Portrait Statue of Domitian from Aphrodisias”, OpRom 9 (1973), 135-142· Özren, A.C., “Die Skulpturenausstattung kaiserzeitlicher Theater in der Provinz Asia, am Beispiel der Theater in Aphrodisias, Ephesos und Hierapolis”, Thetis 3 (1996), σελ. 99-128.

32. Welch, K., “The stadium at Aphrodisias”, AJA 102 (1998), σελ. 547-569.

33. Βλ. γενικά MacDonald, D.J., “Le monnayage d’Aphrodisias”, Dieux et Héros grecs à Aphrodisias, Dossiers d’Archéologie 148 (1990), σελ. 38-45, “Some problems in Aphrodisian numismatics”, στο Smith, R.R.R. – Erim, K.T. (επιμ.), Aphrodisias Papers 2. The theatre, a sculptor’s workshop, philosophers, and coin types (JRA, Supplement 2, Ann Arbor 1991), σελ. 169-175 και The coinage of Aphrodisias (London Royal Numismatic Society. Special publications, 23.XII, London 1992).

34. Augé, C., “Dieux et héros sur les monnaies d’Aphrodisias”, στο Dieux et Héros grecs à Aphrodisias, Dossiers d’Archéologie 148 (1990), σελ. 46-61.

35. Rockwell, P., “The marble quarries: a preliminary survey” και Ponti, G., “Ancient quarrying at Aphrodisias in the light of the geological configuration”, στο Smith, R.R.R. – Roueché, C. (επιμ.), Aphrodisias Papers 3. Aphrodisias Papers 3. The setting and quarries, mythological and other sculptural decoration, architectural development, portico of Tiberius, and Tetrapylon (JRA, Supplement 20, Ann Arbor 1996), σελ. 81-103 και 105-110 αντίστοιχα.

36. Erim, K.E., Aphrodisias. City of Venus Aphrodite (London 1986), σελ. 51-54· Ratté, C., “New Research on the urban development of Aphrodisias in late antiquity”, στο Parrish, D. (επιμ.), Urbanism in Western Asia Minor. New Studies on Aphrodisias, Ephesos, Hierapolis, Pergamon, Perge and Xanthos (JRS, Supplement Series Number 45, Portsmouth R.I. 2001), σελ. 125-126.

37. Campbell, S., “Signs of prosperity in the decoration of some 4th - 5th century buildings at Aphrodisias”, στο Smith, R.R.R. – Roueché, C. (επιμ.), Aphrodisias Papers 3. Aphrodisias Papers 3. The setting and quarries, mythological and other sculptural decoration, architectural development, portico of Tiberius, and Tetrapylon (JRA, Supplement 20, Ann Arbor 1996), σελ. 187-199.

38. Βλ. γενικά Roueché, C. – Milner, N.P., Performers and partisans at Aphrodisias in the Roman and late Roman periods (JRS, Monographs 6, London 1993)· Jones, C., “Two Inscriptions from Aphrodisias”, HSCP 85 (1981), σελ. 107-129.

39. Roueché, C., “L’histoire d’Aphrodisias après 250, d’après les inscriptions», στο de La Genière, J. – Ramage, N.H. (επιμ.), Aphrodisias de Carie. Colloque du Centre de recherches archéologiques de l'Université de Lille III, 13 novembre 1985 (Paris 1987), σελ. 158. Για την επιδημία βλ. Allen, P., “The 'Justinia' Plague”, Byzantion 49 (1979), σελ. 5-20.

40. Erim, K.E., Aphrodisias. City of Venus Aphrodite (London 1986), σελ. 32-35.