Διονύσιος Ε΄ Κωνσταντινουπόλεως

1. Η δράση του Διονυσίου Ε΄ μέχρι την ανάδειξή του στον πατριαρχικό θρόνο

Ο Διονύσιος Ε΄, το κοσμικό επώνυμο του οποίου ήταν Χαριτωνίδης, γεννήθηκε στις 22 Μαρτίου 1820 στην Αδριανούπολη. Εκεί παρακολούθησε μαθήματα μέχρι την ηλικία των 19 ετών· στη συνέχεια εργάστηκε ως δάσκαλος στις Σαράντα Εκκλησίες επί 8 χρόνια, και άλλα 3 χρόνια στο Διδυμότειχο.

Το 1851 ο Διονύσιος χειροτονήθηκε διάκονος· έγινε μέγας αρχιδιάκονος το 1855 και κατόπιν μέγας πρωτοσύγκελος το 1856. Στις 26 Ιουλίου 1858 εξελέγη μητροπολίτης Κρήτης. Στο μητροπολιτικό θρόνο της Κρήτης έμεινε έως το 1866, οπότε και απομακρύνθηκε από το νησί κατηγορούμενος από την Υψηλή Πύλη ότι είχε υποθάλψει την Κρητική Επανάσταση.
1

Στις 16 Νοεμβρίου 1868 έγινε μητροπολίτης Διδυμοτείχου, ενώ μετά την παραίτηση του Γρηγορίου Στ΄ διετέλεσε τοποτηρητής του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Το 1873 έγινε μητροπολίτης Αδριανουπόλεως και διατήρησε τη θέση αυτή έως το 1880. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις 6 Φεβρουαρίου 1879 δέχτηκε δολοφονική επίθεση από υποστηρικτές του βουλγαρικού εξαρχάτου και σώθηκε χάρη στην επέμβαση του Ρώσου στρατηγού Βιλτσεκόφσκι. Την περίοδο 1880-1886 ήταν μητροπολίτης Νικαίας, για να επιστρέψει στη μητρόπολη Αδριανουπόλεως στις 22 Ιανουαρίου 1886. Η δεύτερη θητεία του ως επικεφαλής της μητρόπολης Αδριανουπόλεως διήρκεσε μόνο ένα χρόνο· ύστερα από την παραίτηση του Ιωακείμ Δ΄, ο Διονύσιος εξελέγη νέος Οικουμενικός Πατριάρχης, στις 23 Ιανουαρίου 1887.2

2. Η σημασία της ανάδειξης του Διονυσίου Ε΄ στον πατριαρχικό θρόνο

Η ανάδειξη του Διονυσίου Ε΄ στον πατριαρχικό θρόνο έχει ιδιαίτερη σημασία για τα εσωτερικά εκκλησιαστικά ζητήματα του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, γιατί αποτελούσε την πρώτη ήττα της ιωακειμικής παράταξης. Ο Διονύσιος ήταν συνυποψήφιος με τον Ιωακείμ, αλλά έλαβε 12 ψήφους έναντι 5 του αντιπάλου του.
3 Η εξέλιξη αυτή άφηνε επίσης να διαφανεί ο ηγετικός ρόλος που θα αναλάμβανε στον αγώνα κατά της ιωακειμικής παράταξης ο μητροπολίτης Ρόδου –και μετέπειτα Ηρακλείας και Χαλκηδόνος– Γερμανός. Ο Σπανούδης, μάλιστα, που ήταν υποστηρικτής των ιωακειμικών, έφτασε σε σημείο να υποστηρίξει ότι ο Διονύσιος είχε εγκαταλείψει τη διακυβέρνηση των εκκλησιαστικών υποθέσεων στο Γερμανό, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να καταστεί «ο εκ του αφανούς διευθύνων την πατριαρχικήν πολιτείαν».4

3. Ο Διονύσιος Ε΄ και το προνομιακό ζήτημα

Η θητεία του Διονυσίου Ε΄ είναι στενά συνδεδεμένη με το προνομιακό ζήτημα, δηλαδή την αμφισβήτηση των προνομίων του Οικουμενικού Πατριαρχείου, και με την ιδιαιτέρως αποφασιστική στάση που κράτησε σε αυτό. Αυτή η αμφισβήτηση των προνομίων είχε λάβει χώρα και πρωτύτερα, κατά την πρώτη Πατριαρχία του Ιωακείμ Γ΄ (1878-1884)· μετά την παραίτησή του το 1884, η Σύνοδος δε θα εξέλεγε νέο Πατριάρχη, αν δεν υποχωρούσε η Πύλη. Η Πύλη δέχτηκε την απαίτηση αυτή και δεν ανακίνησε το προνομιακό ζήτημα κατά τη διάρκεια της θητείας του Ιωακείμ Δ΄ ( 1884-1887). Ωστόσο, επί Διονυσίου Ε΄ παρατηρήθηκε εκ νέου παραβίαση των πατριαρχικών προνομίων. Ανάμεσα στα άλλα, η Πύλη έπαυσε το 1888 τους μητροπολίτες Σερρών και Καστοριάς χωρίς να το γνωρίζει ο Πατριάρχης, εξέδωσε μπεράτια για Βούλγαρους επισκόπους στην Οχρίδα και τα Σκόπια (1890) και απαίτησε τα εκκλησιαστικά δικαστήρια να πάψουν να δικάζουν υποθέσεις διαθηκών και κληρονομιών.

Ύστερα από έκτακτη σύσκεψη των δύο εκκλησιαστικών σωμάτων, της Συνόδου και του
Μεικτού Συμβουλίου, αποφασίστηκε να παραιτηθεί ο Πατριάρχης και παράλληλα να κλείσουν οι εκκλησίες τόσο της Κωνσταντινούπολης όσο και των επαρχιών· δε θα τελείτο κανένα από τα εκκλησιαστικά μυστήρια, παρά μόνο αν υπήρχε έκτακτη ανάγκη και μόνο τη νύχτα.5 Ο Διονύσιος Ε΄ υπέβαλε την παραίτησή του στις 23 Ιουλίου 18906 –η οποία δεν έγινε δεκτή– και για δεύτερη φορά στις 2 Αυγούστου 1890. Αυτή τη φορά, τα δύο εκκλησιαστικά σώματα άσκησαν πίεση στην Πύλη για να γίνει δεκτή η παραίτηση του Πατριάρχη. Η Πύλη αντιπρότεινε τη συμμετοχή συνοδικών στην επιτροπή που είχε συστήσει για την επίλυση των εκκλησιαστικών ζητημάτων· παρ’ όλ’ αυτά, ο Διονύσιος Ε΄ αρνήθηκε. Η Εκκλησία κηρύχθηκε «εν διωγμώ» στις 4 Οκτωβρίου 1890, οι εκκλησίες που ανήκαν στο Πατριαρχείο έκλεισαν και οποιαδήποτε ιεροπραξία σταμάτησε την περίοδο από τις 3 Οκτωβρίου έως τις 24 Δεκεμβρίου 1890.7

H ενέργεια αυτή προκάλεσε κάθετη όξυνση στις σχέσεις του Πατριαρχείου με την Πύλη και δημιούργησε ένα ακόμα σημαντικό πρόβλημα για την οθωμανική κυβέρνηση. Τελικά, και μετά την παρέμβαση του τσάρου της Ρωσίας –ο οποίος απείλησε με πόλεμο σε περίπτωση που δε διατηρούνταν τα πατριαρχικά προνόμια– η Πύλη υποχώρησε,
8 εξαγγέλλοντας επισήμως στις 24 Δεκεμβρίου 1890 ότι τα προνόμια παρέμεναν σεβαστά.9

Ο Διονύσιος Ε΄ πέθανε στις 12 Αυγούστου 1891. Ήταν μια σημαντική αρχιερατική φυσιογνωμία και, παρά τη βραχύχρονη θητεία του στον πατριαρχικό θρόνο, έπαιξε σημαντικό ρόλο στα εκκλησιαστικά πράγματα.




1. Μαυρόπουλος, Δ., Πατριαρχικαί Σελίδες, Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον από 1878-1949 (Αθήνα 1960), σελ. 13.

2. Σταυρίδης, Β.Θ., Οι Οικουμενικοί Πατριάρχαι, 1860 - σήμερον, τόμ. Α΄: Ιστορία (Θεσσαλονίκη 1977), σελ. 317-318.

3. Νανάκης, Α. (Αρχιμ.), Οικουμενικού Πατριαρχείου Νεώτερα Ιστορικά Α΄ (Θεσσαλονίκη 2000), σελ. 90-91.

4. Σταυρίδης, Β.Θ., Οι Οικουμενικοί Πατριάρχαι, 1860 - σήμερον, τόμ. Α΄: Ιστορία (Θεσσαλονίκη 1977), σελ. 321-322.

5. Κυριακός, Α.Δ., Εκκλησιαστική Ιστορία από της ιδρύσεως της Εκκλησίας μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων, τόμος Γ΄ (Αθήνα 1898), σελ. 26-27.

6. Σύμφωνα με το Σταυρίδη, ο Διονύσιος υπέβαλε την παραίτησή του στις 23 Ιουνίου και όχι 23 Ιουλίου, όπως υποστηρίζει ο Γριτσόπουλος. Για τις δύο αυτές απόψεις βλ. Σταυρίδης, Β.Θ., Οι Οικουμενικοί Πατριάρχαι, 1860 - σήμερον, τόμ. Α΄: Ιστορία (Θεσσαλονίκη 1977), σελ. 322 και Γριτσόπουλος, Τ., Διονύσιος Ε΄, Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια Ε΄ (Αθήνα 1965), σελ. 26.

7. Βλ. Κυριακός, Α.Δ., Εκκλησιαστική Ιστορία από της ιδρύσεως της Εκκλησίας μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων, τόμος Γ΄ (Αθήνα 1898), σελ. 27.

8. Το ενδιαφέρον στην εξέλιξη αυτή είναι ότι ο Διονύσιος Ε΄ θα πρέπει να ήταν ενημερωμένος για τη ρωσική παρέμβαση, γι’ αυτό και συνέχισε να έχει αδιάλλακτη στάση. Ο Μαυρόπουλος υποστηρίζει ότι ο Πατριάρχης είχε ενημερωθεί από το Μαυρογένη Πασά, που είχε αποσταλεί από το σουλτάνο προκειμένου να μεταπείσει το Διονύσιο. Μαυρόπουλος, Δ., Πατριαρχικαί Σελίδες, Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον από 1878 - 1949 (Αθήνα 1960), σελ. 15-19.

9. Γριτσόπουλος, Τ., Διονύσιος Ε΄, Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια Ε΄ (Αθήνα 1965), σελ. 26.