1. Ιστορικές – πολιτικές συνθήκες
Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους, το 1204, στο χώρο της πρώην Βυζαντινής Αυτοκρατορίας δημιουργήθηκαν μια σειρά κρατικοί σχηματισμοί που διεκδικούσαν τη συνέχειά της. Ένας από αυτούς ήταν και το κράτος της Τραπεζούντας με επικεφαλής τους αδελφούς Αλέξιο και Δαβίδ Μεγάλο Κομνηνό. Το κράτος εκτεινόταν στον Πόντο ενώ διεκδικούσε και εδάφη που εν τέλει κατέλαβε ο άλλος νεοσύστατος κρατικός σχηματισμός, η Αυτοκρατορία της Νίκαιας.
Η Τραπεζούντα αυτή την περίοδο εξακολουθούσε να είναι ένα από τα ευρωστότερα εμπορικά κέντρα της Ανατολής. Αυτό σημαίνει ότι, αν και είχε μόνο περίπου 4.000 μόνιμους κατοίκους, ωστόσο ο πληθυσμός της αυξανόταν με την παρουσία εμπόρων και καραβανιών.1 Η θέση της στον εμπορικό δρόμο που συνέδεε τη Δύση με την αυτοκρατορία των Μογγόλων, την Ταυρίδα και από κει τα βάθη της Ανατολής συνέτεινε καθοριστικά στις επαφές της με τους Μογγόλους και τις επιστημονικές τους ενασχολήσεις.
Οι Μογγόλοι κατά το 13ο αιώνα έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις ισλαμικές επιστήμες και ιδιαίτερα για την αστρονομία. Μέσα από μια σειρά θεσμών ανέδειξαν την Ταυρίδα σε κέντρο αστρονομικών σπουδών. Ο Ιλκχάν Χουλαγκού, ηγεμόνας των Μογγόλων, εγκαταστάθηκε στη Μάραγα, όπου ίδρυσε ένα από τα μεγαλύτερα αστεροσκοπεία του ισλαμικού κόσμου. Εκεί εργάστηκε ο αστρονόμος Νασίρ Αλ-Ντιν Αλ-Τουσί με την επιστημονική του ομάδα, στα σχέδια του οποίου είχε στηριχθεί το συγκεκριμένο αστεροσκοπείο. Ο Γκαζάν Χαν, επόμενος ηγεμόνας της Περσίας, ίδρυσε ένα δεύτερο αστεροσκοπείο στην Ταυρίδα, καθιστώντας την πόλη σημαντικότατο κόμβο επιστημών. Σε αυτό συνέτεινε και το γεγονός ότι ο Κουμπλάι Χαν, απόγονος της δυναστείας του Τζένγκις Χαν, ίδρυσε την ίδια περίοδο αστεροσκοπείο στην Κίνα. Η Ταυρίδα κατέστη η πόλη στην οποία μπορούσε κάποιος να έρθει σε επαφή με ευρύ φάσμα επιστημονικών παραδόσεων, από την ισλαμική, όπως τη διαμόρφωσαν οι Άραβες της Βαγδάτης, και την κινεζική μέχρι την αντίστοιχη βυζαντινή, που στηριζόταν στην αρχαία ελληνική.
Η Τραπεζούντα ήταν εύκολο να έρθει σε επαφή με την πλούσια αυτή επιστημονική συζήτηση λόγω γεωγραφικής γειτνίασης. Εξάλλου, οι διπλωματικές σχέσεις της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας με τους Ιλχανίδες ήταν σε πολύ καλό επίπεδο, ενώ η μητρόπολη της Τραπεζούντας είχε τη δυνατότητα να στέλνει επισκόπους στην Περσία ως επικεφαλής των χριστιανών που κατοικούσαν στα εδάφη της.
2. Η περσική αστρονομία στην Τραπεζούντα
Ειδικά την περίοδο των αυτοκρατόρων Αλεξίου Β΄ Μεγάλου Κομνηνού (1297-1330) και Αλεξίου Γ΄ Μεγάλου Κομνηνού (1349-1390) οι επιστημονικές επαφές μεταξύ των δύο κρατών φαίνεται ότι πύκνωσαν. Η εισαγωγή της περσικής επιστημονικής παράδοσης στην Τραπεζούντα, κι από κει στην Κωνσταντινούπολη, έγινε από το Γρηγόριο Χιονιάδη. Ο Χιονιάδης, γιατρός από την Κωνσταντινούπολη, ενδιαφερόμενος για τα επιστημονικά τεκταινόμενα στην αυλή των Ιλχανιδών, πήγε στην Τραπεζούντα και μέσω του αυτοκράτορα Αλεξίου Β΄ πέρασε στην Περσία. Στην Ταυρίδα παρακολούθησε τα μαθήματα του φημισμένου την εποχή εκείνη αστρονόμου Σαμς Μπουχαρί (Shams al-Dīn Bukhārī)και κράτησε σημειώσεις από τη διδασκαλία αυτή. Επίσης απέκτησε και κάποια χειρόγραφα με αστρονομικά έργα της περσικής παράδοσης, τα οποία μετέφερε στην Τραπεζούντα και στη συνέχεια στην Κωνσταντινούπολη.
Το σύνολο των έργων που συγκέντρωσε στο πρώτο αλλά και στα επόμενα ταξίδια του ο Χιονιάδης,2 με τον τίτλο μάλιστα του επισκόπου Ταυρίδας, βρέθηκαν στα χέρια του Μανουήλ, ενός μοναχού στην Τραπεζούντα. Ο Μανουήλ, απ’ ό,τι φαίνεται, μελέτησε και άρχισε να διδάσκει αστρονομία βασιζόμενος σε αυτά τα επιστημονικά έργα.
3. Δημιουργία τραπεζουντιακής επιστημονικής παράδοσης
Η διδασκαλία του Μανουήλ συνάντησε και την επίνευση της αυτοκρατορικής εξουσίας, που εκείνη την εποχή έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα γράμματα και τις επιστήμες (επί Αλεξίου Β΄). Αυτή την εποχή φαίνεται ότι αποκτά ιδιαίτερη φήμη η πόλη ως επιστημονικό κέντρο κι αρχίζει να δημιουργείται η αστρονομική σχολή της. Να σημειωθεί ότι λόγω γεωγραφικής συνάφειας και εμπορικών σχέσεων με την Περσία, στην Τραπεζούντα ήταν πιο εύκολη και η μετάφραση των έργων από τα περσικά στα ελληνικά.3
Εκτός από το Μανουήλ, σημαντική φαίνεται και η προσφορά ορισμένων ανθρώπων που την ίδια εποχή έζησαν ή πέρασαν από την Κωνσταντινούπολη, όπως ο Κωνσταντίνος Λουκίτης, που ήταν πρωτονοτάριος και πρωτοβεστιάριος, ο οποίος ως ανώτατο μέλος της αυλής των Μεγάλων Κομνηνών παρακίνησε το αυτοκρατορικό ενδιαφέρον για τις επιστήμες. Ο ίδιος ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την αστρονομία· αλληλογραφούσε μάλιστα τόσο με το Γρηγόριο Χιονιάδη όσο και με το Νικηφόρο Γρηγορά,4 που βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη. Από ορισμένους ερευνητές εκφράζεται η άποψη ότι και ο Λουκίτης δίδαξε αστρονομία. Σε αυτό το πρώτο μισό του 14ου αιώνα στην ίδια πόλη βρίσκεται και ο λόγιος Ανδρέας Λιβαδηνός και εντάσσεται στον ίδιο κύκλο επιστημονικού ενδιαφέροντος.
Τα μαθήματα του Μανουήλ, ο οποίος φαίνεται ότι συνέγραψε εκτός των άλλων και μία αστρονομική πραγματεία γνωστή ως Ωροσκόπιον Τραπεζούντος, παρακολούθησε ο Γεώργιος Χρυσοκόκκης, ο οποίος πιθανόν ήρθε από την Κωνσταντινούπολη με το συγκεκριμένο σκοπό. Αυτό το γεγονός καθιστά εμφανή την αίγλη που είχε αποκτήσει πια η Τραπεζούντα ως κέντρο ενασχόλησης με τις επιστήμες και διάδοσής τους. Ο Χρυσοκόκκης με τα έργα του, που στηρίχθηκαν στις γνώσεις που απέκτησε στην Τραπεζούντα, δημιούργησε τη βυζαντινή παράδοση της περσικής σχολής, η οποία αναπτύχθηκε το 14ο και το 15ο αιώνα στην Κωνσταντινούπολη.5
Από την άλλη, εκτός από τις μαθηματικές επιστήμες, πρέπει να σημειωθεί και η ταυτόχρονη ανάπτυξη της ρητορικής, η οποία ήταν αναγκαία για μια πρωτεύουσα που χρειαζόταν ένα δυναμικό λογίων για να καλύπτει τουλάχιστον τις διοικητικές ανάγκες του κράτους. Ιδιαίτερη προσφορά στην ανάπτυξη της ρητορικής είχε ο Κωνσταντίνος Λουκίτης.6
4. Αποτίμηση
Η ανάπτυξη των επιστημών στην Τραπεζούντα είχε ευρύτερο αντίκτυπο. Η σχολή που δημιουργήθηκε, με το συγκερασμό της περσοϊσλαμικής και της πτολεμαϊκής παράδοσης, προώθησε την έρευνα κι έξω από τα σύνορα του μικρού κρατιδίου, επηρεάζοντας τη μελέτη των επιστημών τόσο στον ευρύτερο βυζαντινό κόσμο, με επίκεντρο την Κωνσταντινούπολη, όσο και στη Δύση.7 Μάλιστα, αποτυπώθηκε στα έργα μετέπειτα Τραπεζούντιων λογίων, όπως του καρδινάλιου Βησσαρίωνα, που διαδόθηκαν ευρέως κυρίως στις ιταλικές πόλεις μετά τα μέσα του 15ου αιώνα.