Ερμαφρόδιτος

1. Πηγές και μύθος

Ο Ερμαφρόδιτος παρουσιάζεται στην ελληνική και ρωμαϊκή μυθολογία και τέχνη ως το ον που έχει ταυτόχρονα τα χαρακτηριστικά και των δύο φύλων. Η πρωιμότερη αναφορά στον Ερμαφρόδιτο είναι αυτή του Θεοφράστου, τον 4ο αι. π.Χ.1 Γνωρίζουμε ακόμα τη συγγραφή ομώνυμου δράματος από τον Έλληνα κωμωδιογράφο Ποσείδιππο, που έζησε στο α' μισό του 3ου αι. π.Χ., το οποίο δυστυχώς δε σώζεται.2 Όλες οι άλλες λόγιες πηγές που αναφέρονται σε αυτόν είναι μεταγενέστερες. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, στα μέσα του 1ου αι. π.Χ., μας πληροφορεί για την καταγωγή και την ονοματολογία του Ερμαφρόδιτου. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι ήταν γιος του Ερμή και της Αφροδίτης και ότι το όνομά του αποτελεί συνδυασμό των ονομάτων των γονέων του.3

Εκτενέστερα ο μύθος του Ερμαφρόδιτου παραδίδεται από το Λατίνο ποιητή του 1ου αι. π.Χ. Οβίδιο.4 Ο Ερμαφρόδιτος ήταν γιος του Ερμή και της Αφροδίτης τον οποίο ανέθρεψαν οι νύμφες στις σπηλιές του όρους Ίδη της Φρυγίας. Στο πρόσωπό του αντιφέγγιζε η χάρη και η ομορφιά και των δύο γονέων του, από τους οποίους πήρε και το όνομά του. Όταν έγινε δεκαπέντε χρόνων, εγκατέλειψε το βουνό όπου μεγάλωσε για να περιπλανηθεί στη Μικρά Ασία και να γνωρίσει καινούργια μέρη. Πέρασε από πόλεις της Λυκίας, καθώς και από την Καρία, όπου σταμάτησε να ξεκουραστεί σε μια πηγή που ονομαζόταν Σαλμακίς, τα νερά της οποίας σχημάτιζαν λίμνη.5 Η ομώνυμη νύμφη της πηγής, η φιλάρεσκη Σαλμακίς, μαγεύτηκε από την ομορφιά του νέου και τον ερωτεύτηκε παράφορα. Ο Ερμαφρόδιτος όμως έμεινε ασυγκίνητος και αδιάφορος μπροστά στο ερωτικό πάθος της. Όταν εκείνη ένιωσε πως οι προσπάθειές της να τον κατακτήσει απέβαιναν μάταιες, προσποιήθηκε την αδιάφορη και απομακρύνθηκε από την πηγή. Ο Ερμαφρόδιτος, νομίζοντας ότι έμεινε μόνος, βούτηξε στο νερό της πηγής. Η Σαλμακίς όμως, που είχε κρυφτεί σε ένα γειτονικό θάμνο και παρακολουθούσε τις κινήσεις του νέου, βλέποντάς τον ανυπεράσπιστο μέσα στο βασίλειό της, βούτηξε και αυτή στην πηγή. Ο Ερμαφρόδιτος, όσο και αν προσπάθησε, δεν κατάφερε να ξεφύγει από την αγκαλιά της νύμφης, που τυφλωμένη από το πάθος παρακάλεσε τους θεούς να μη χωρίσουν ποτέ οι δυο τους. Οι θεοί πραγματοποίησαν την επιθυμία της και συνένωσαν τα δύο σώματα σε ένα, δημιουργώντας ένα καινούργιο ον με διττή φύση, ούτε ξεκάθαρα γυναικεία ούτε ξεκάθαρα ανδρική. Ο Ερμαφρόδιτος, καθώς ένιωθε το σώμα του να αφομοιώνεται με το θηλυκό, καταράστηκε την πηγή και παρακάλεσε τους γονείς του όποιος άντρας πέφτει στα νερά της να χάνει τον ανδρισμό του και να εκθηλύνεται. Ο Ερμής και η Αφροδίτη εισάκουσαν την παράκληση του γιου τους και έδωσαν στην πηγή τη μυστηριώδη αυτή δύναμη.6

Ο μύθος που παραδίδεται από τον Οβίδιο είναι αιτιολογικός και έχει πιθανώς ελληνική καταγωγή. Ο ποιητής ξεκινά τη μυθική διήγηση προσπαθώντας να αιτιολογήσει την κακή φήμη που είχε η πηγή Σαλμακίς, για την οποία κάνουν λόγο τόσο ο Στράβων7 όσο και ο Βιτρούβιος.8 Παράλληλα ο Οβίδιος αιτιολογεί την ιδιόμορφη φυσιολογία και το ασυνήθιστο όνομα του Ερμαφρόδιτου.9 Η παράδοξη διττή υπόσταση του Ερμαφρόδιτου προκάλεσε το ενδιαφέρον πολλών συγγραφέων της όψιμης περιόδου, όπως του Λουκιανού,10 του Μαρτιάλη11 και του Αυσονίου.12 Mνεία στον Ερμαφρόδιτο γίνεται και στην Παλατινή Ανθολογία και αφορά μια παράδοση πιθανής ερωτικής συνεύρεσής του με το Σειληνό, που απηχείται στην τέχνη.13

2. Λατρεία

Η θεοποίηση καθώς και οι απαρχές της λατρείας των ερμαφρόδιτων όντων προέρχονται από τις ανατολικές θρησκείες, όπου η ερμαφρόδιτη φύση εξέφραζε την ιδέα ενός αρχέγονου όντος το οποίο συνένωνε τα δύο φύλα και είχε τη δύναμη να αυτογονιμοποιείται. Στην Ελλάδα και στη Μικρά Ασία ερμαφρόδιτα χαρακτηριστικά εμφανίζουν κατά περίπτωση γνωστές μεγάλες θεότητες, όπως ο Διόνυσος, ο Ζευς Στράτιος, ο Έρως, η Κυβέλη, η Άγδιστις και η Αφροδίτη, η οποία στην Κύπρο λατρευόταν ως Αφρόδιτος και παριστανόταν ως θηλυκή υπόσταση με γενειάδα και φαλλό.14

Στον ελλαδικό χώρο η λατρεία που Ερμαφρόδιτου πρέπει να εισήχθη στις αρχές του 4ου αι. π.Χ., οι γνώσεις όμως για αυτήν είναι πενιχρές. Δεν έχουμε πληροφορίες για το αν αποτέλεσε μία από τις σημαντικές θεότητες στο ελληνικό πάνθεον ούτε για το είδος των ιδιοτήτων που είχε. Διατυπώθηκε η υπόθεση, καθώς ο Ερμαφρόδιτος ενσάρκωνε την πλήρη ενότητα και αρμονία των δύο φύλων, ότι επρόκειτο πιθανόν για θεότητα άμεσα συνδεδεμένη με τη γονιμότητα και την αναπαραγωγή και λατρευόταν ως προστάτης του γάμου και της σεξουαλικής ένωσης.

Παράλληλα, οι απεικονίσεις του κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή περίοδο σε ιδιωτικές οικίες, θέατρα, λουτρά και γυμνάσια οδήγησε στο συμπέρασμα ότι πιθανώς είχε αποδοθεί στη θεότητα αποτροπαϊκή ιδιότητα. Επιπλέον οι μορφές του Ερμαφρόδιτου από τερακότα που βρέθηκαν σε ελληνιστικούς τάφους στην Ελλάδα και οι απεικονίσεις του σε ρωμαϊκά ταφικά μνημεία απηχούν ίσως κάποια χθόνια υπόσταση. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι Έλληνες και Λατίνοι συγγραφείς δε φαίνεται να τον συσχετίζουν με τους ανθρώπους που εκ γενετής είχαν αδιευκρίνιστα σεξουαλικά χαρακτηριστικά, οι οποίοι θεωρούνταν μίασμα και δυσοίωνα όντα και γι’ αυτό θανατώνονταν.15 Από τα λεγόμενα του Θεοφράστου διαφαίνεται ότι ο Ερμαφρόδιτος δεχόταν λατρευτικές τιμές, ενώ ο Αλκίφρων16 κάνει λόγο για την παρουσία ιερού αφιερωμένου στη θεότητα στο δήμο Αλωπεκής της Αττικής. Δυστυχώς δεν υπάρχουν στοιχεία για ιερά αφιερωμένα στον Ερμαφρόδιτο στη Μικρά Ασία.

3. Τέχνη

Ο Ερμαφρόδιτος εικονίζεται συχνά στην ελληνιστική και ρωμαϊκή τέχνη σε γλυπτά, τοιχογραφίες και ψηφιδωτά. Φιλολογικές και επιγραφικές μαρτυρίες αναφέρουν γλυπτά έργα με τη μορφή του. Αξιοσημείωτη είναι η μνεία του Πλινίου σε ένα χάλκινο άγαλμα που επονομαζόταν Hermaphroditus nobilis, κατασκευασμένο από το γλύπτη Πολυκλή.17

Ο Ερμαφρόδιτος εικονίζεται στα έργα τέχνης της Αρχαιότητας γυμνός ή εν μέρει ντυμένος, είτε έχοντας κορμί εφήβου με γυναικεία στήθη και ανδρικά γεννητικά όργανα είτε με ευλύγιστο καλλίγραμμο γυναικείο κορμί και ανδρικά γεννητικά όργανα. Στη γλυπτική ιδιαίτερα διαδεδομένος ήταν ο τύπος του «ανασυρόμενου Ερμαφρόδιτου», που ανασηκώνει τα ιμάτιό του επιδεικνύοντας τα γεννητικά του όργανα. Περίφημη όμως είναι και η φιγούρα του επονομαζόμενου «κοιμώμενου Ερμαφρόδιτου», έργο της Ελληνιστικής περιόδου που σώζεται σε πολλά ρωμαϊκά αντίγραφα. Συχνά συναντούμε τον Ερμαφρόδιτο σε γλυπτά συμπλέγματα, είτε μαζί με την Αφροδίτη είτε μαζί με Ερωτιδείς ή τον Πάνα είτε με μορφές του βακχικού θιάσου. Στις τοιχογραφίες της Πομπηίας απεικονίζεται με το Σειληνό, γεγονός που απηχεί μάλλον την παράδοση που συνδέει τα δύο αυτά μυθικά πρόσωπα. Δε γνωρίζουμε έργα τέχνης της Αρχαιότητας τα οποία να απεικονίζουν το μύθο του Ερμαφρόδιτου και της νύμφης Σαλμακίδος που παραδίδει ο Οβίδιος. Αντίθετα, στην Αναγέννηση και σε μεταγενέστερες περιόδους ο μύθος αυτός αποτέλεσε πηγή έμπνευσης πολλών καλλιτεχνών.18

Στη Μικρά Ασία βρέθηκε μικρός αριθμός γλυπτών με τη μορφή του Ερμαφρόδιτου. Από τη Σμύρνη προέρχεται ένα άγαλμα του τύπου του «ανασυρόμενου Ερμαφρόδιτου», ενώ δύο μαρμάρινες ερμαϊκές στήλες με τη μορφή του Ερμαφρόδιτου ανακαλύφθηκαν στο Πέργαμον. Στο Πέργαμον βρέθηκε επίσης ένα εξαιρετικό μαρμάρινο άγαλμά του που χρονολογείται στο 2ο αι. π.Χ. Ο Ερμαφρόδιτος στέκεται ημίγυμνος, με μανδύα ριγμένο στο αριστερό του χέρι και λυγίζοντας το σώμα προς τα πίσω, αποκαλύπτοντας έτσι τα γεννητικά του όργανα. Η στάση παραπέμπει σε αγαλματικούς τύπους της Αφροδίτης, του Διονύσου και του Απόλλωνα. Κάποια τμήματα από γλυπτά συμπλέγματα Ρωμαϊκής εποχής που παρίσταναν τον Ερμαφρόδιτο μαζί με σάτυρο βρέθηκαν στη Σίδη, στη Σμύρνη, καθώς και στην Αντιόχεια της Συρίας, από όπου προέρχονται και σπαράγματα μωσαϊκών που έφεραν και αυτά παράσταση του Ερμαφρόδιτου με σάτυρο.19



1. Θεόφρ., Χαρ. 16.10. Σύμφωνα με το Θεόφραστο στεφάνια προσφέρονταν στον Ερμαφρόδιτο την τέταρτη και έβδομη ημέρα κάθε μήνα. Διατυπώθηκε όμως η υπόθεση ότι ο Θεόφραστος δεν αναφέρεται στη θεότητα αλλά σε ερμαϊκές στήλες της Αφροδίτης, LIMC 5.1 (1990), σελ. 269, βλ. λ. “Hermaphroditos” (Α. Ajootian)· Ussher, R.G., The Characters of Theophrastus (London 1960), σελ. 149-151. Από τον 4ο αι. π.Χ. έχουμε επίσης επιγραφικές μαρτυρίες που αποδεικνύουν τη λατρεία του Ερμαφρόδιτου στην κυρίως Ελλάδα, όπως μια βάση αγάλματος από τη Βάρη Αττικής που έφερε αναθηματική επιγραφή προς τον Ερμαφρόδιτο και χρονολογείται στις αρχές του 4ου αι. π.Χ., βλ. Kirchner, J. - Dow, S., “Inschriften vom Athenischen Lande”, AM 62 (1937), σελ. 7-8.

2. CAF III, 338-339. απ. 11.

3. Διόδ. Σ. 4.6.5.

4. Οβίδιος, Μεταμορφώσεις 4.285-4.388.

5. Την ονομασία «Σαλμακίς» έφερε και αρχαία θέση κοντά στην Αλικαρνασσό που αναφέρεται από το Στέφανο Βυζάντιο, βλ. Zgusta, L., Kleinasiatische Ortsnamen (Heidelberg 1984), σελ. 529· Blumel, W., “Einheimische Ortsnamen in Karien”, EA 30 (1998), σελ. 178.

6. Οβίδιος, Μεταμορφώσεις 4.285-4.388· Κακριδής, Ι.Θ. (επιμ.), Ελληνική Μυθολογία 3: Οι Ήρωες (Αθήνα 1986), σελ. 339-341· Grimal, P., Λεξικό της Ελληνικής Μυθολογίας (επιμ. ελληνικής έκδοσης Β. Άτσαλος, Θεσσαλονίκη 1991), σελ. 211-212· LIMC 5.1 (1990), σελ. 268-269, βλ. λ. “Hermaphroditos” (Α. Ajootian).

7. Στράβ. 14.2.16. Ο Στράβων αναφέρει τα εξής: Η Σαλμακίς κρήνη έχει την κακή φήμη, δεν ξέρω για ποιο λόγο, ότι κάνει μαλακούς όσους πιουν το νερό της. Φαίνεται όμως ότι η τάση για καλοζωία που έχουν οι άνθρωποι ρίχνει τα αίτια στο κλίμα ή στο νερό. Αλλά οι αιτίες της μαλθακότητας δεν είναι αυτά, είναι ο πλούτος και η τρυφηλή ζωή.

8. Vitr., De arch. 2.8.11-2.8.12. Ο Βιτρούβιος συγκεκριμένα ισχυρίζεται ότι είναι λανθασμένη και ανυπόστατη η φήμη ότι η πηγή εμπλέκει σε αρρωστημένη αφροδισιακή συμπεριφορά και κάνει θηλυπρεπείς και άσεμνους όσους πιουν από το νερό της. Επίσης αναφέρει ότι δίπλα στην πηγή της Σαλμακίδος υπήρχε ιερό του Άρη και της Αφροδίτης. Όμως κανένα ίχνος ιερού δεν έχει βρεθεί στην αρχαία θέση Σαλμακίς της Καρίας.

9. Ajootian, A., “Mostrum or Daimon. Hermaphrodites in Ancient Art and Culture”, στο Berggreen, B. - Marinatos, N. (επιμ.), Greece and Gender (Papers from the Norwegian Institute at Athens 2, Bergen 1995), σελ. 93-108· Κακριδής, Ι.Θ. (επιμ.), Ελληνική Μυθολογία 3: Οι Ήρωες (Αθήνα 1986), σελ. 339-341.

10. Λουκ., Θε. Δ. 3.1, 17.2. Ο Λουκιανός αναφέρεται κυρίως στην καταγωγή του Ερμαφρόδιτου.

11. Μαρτιάλης, Επιγράμματα 14.

12. Αυσ., Επιγρ. 102, 103.

13. Παλατινή Ανθολογία 9.783. Γίνεται αναφορά σε γλυπτό του Ερμαφρόδιτου που ήταν τοποθετημένο σε ένα λουτρό. Το χωρίο 9.317 έχει τη μορφή διαλόγου ανάμεσα στον Ερμαφρόδιτο και στο Σειληνό. Ο Σειληνός ισχυρίζεται ότι έχει συνευρεθεί τρεις φορές με τον Ερμαφρόδιτο. Ο τελευταίος διαμαρτύρεται και αποποιείται το γεγονός επικαλούμενος με όρκο τον Ερμή, ενώ ο Σειληνός ορκίζεται και αυτός για την εγκυρότητα των ισχυρισμών του στον Πάνα.

14. Κακριδής, Ι.Θ. (επιμ.), Ελληνική Μυθολογία 3: Οι Ήρωες (Αθήνα 1986), σελ. 339-341· Ajootian, A., “Mostrum or Daimon. Hermaphrodites in Ancient Art and Culture”, στο Berggreen, B. - Marinatos, N. (επιμ.), Greece and Gender (Papers from the Norwegian Institute at Athens 2, Bergen 1995), σελ. 93-108· Lexikon der Griechischen und Romischen Mythologie ΙΙ (1886-1890), στήλες 2314-2342, βλ. λ. “Hermaphroditos” (P. Hermann)· RE VIII.1 (1912), στήλες 714-721, βλ. λ. “Hermaphroditos” (J. Jessen). Reallexikon fur Antike und Christentum 14 (1988), στήλες 650-682, βλ. λ. “Hermaphrodit” (M. Delcourt - K. Hoheisel). Παλαιότερα υποστηριζόταν ότι ο Αφρόδιτος ταυτίζεται με τον Ερμαφρόδιτο, συγκεκριμένα ότι ο Αφρόδιτος άλλαξε όνομα όταν η λατρεία του εισήχθη στην Ελλάδα επειδή κατασκεύαζαν ερμαϊκές στήλες με τη μορφή του, τις οποίες ονόμαζαν Ερμαφρόδιτους. Η άποψη αυτή δεν απαντάται στην πρόσφατη βιβλιογραφία.

15. Κακριδής, Ι.Θ. (επιμ.), Ελληνική Μυθολογία 3: Οι Ήρωες (Αθήνα 1986), σελ. 339-341· Ajootian, A., “Mostrum or Daimon. Hermaphrodites in Ancient Art and Culture”, στο Berggreen, B. - Marinatos, N. (επιμ.), Greece and Gender (Papers from the Norwegian Institute at Athens 2, Bergen 1995), σελ. 93-108· LIMC 5.1 (1990), σελ. 268-285, βλ. λ. “Hermaphroditos” (Α. Ajootian).

16. Αλκίφρων, Epistulae Rusticae 2.35.

17. Plin., 34.80. Κατά τον Politt, J.J., Art in the Hellenistic Age (Cambridge 1986), σελ. 149, το nobilis εδώ σημαίνει μάλλον «πολύ γνωστός» παρά «ευγενής». Δυστυχώς δε γνωρίζουμε σε ποιον από τους τρεις γλύπτες της Αρχαιότητας που έφεραν αυτό το όνομα αναφέρεται ο Πλίνιος. Βλ. σχετικά LIMC 5.1 (1990), σελ. 270, λ. “Hermaphroditos” (Α. Ajootian).

18. Lexikon der Griechischen und Romischen Mythologie ΙΙ (1886-1890), στήλες 2314-2342, βλ. λ. “Hermaphroditos” (P. Hermann)· LIMC 5.1 (1990), σελ. 268-285, βλ. λ. “Hermaphroditos” (Α. Ajootian)· LIMC 5.2 (1990), σελ. 190-198· Reallexikon für Antike und Christentum 14 (1988), στήλες 650-682, βλ. λ. “Hermaphrodit” (M. Delcourt - K. Hoheisel)· Smith, R.R.R., Hellenistic Sculpture (London 1991), σελ. 130, 140, 156· Ajootian, A., “Ex Utroque Sexu: The Sleeping Hermaphrodite and the Myth of Agdistis”, AJA 92 (1987), σελ. 275-276. Τα συμπλέγματα του Ερμαφρόδιτου με σατύρους θεωρείται ότι στηρίζονται στις αισθητικές αρχές των έργων του γλύπτη Κηφισοδότου, γιου του Πραξιτέλη, ο οποίος σύμφωνα με τον Πλίνιο κατασκεύασε γλυπτά συμπλέγματα στο Πέργαμον. Plin., ΗN 36.24· Dickins, G., Hellenistic Sculpture (Oxford 1920), σελ. 4-5.

19. LIMC 5.1 (1990), σελ. 268-285, βλ. λ. “Hermaphroditos” (Α. Ajootian)· LIMC 5.2 (1990), σελ. 190-198· Winter, F., Pergamon VII.1 (Berlin 1903), σελ. 132-133, 220-221· Ohnlemutz, E., Die Kulte und Heiligtumer der Gotter in Pergamon (Darmstadt 1968), σελ. 266· Smith, R.R.R., Hellenistic Sculpture (London 1991), σελ. 130, 140, 156. Το άγαλμα του Ερμαφρόδιτου που βρέθηκε στο Πέργαμον υποστηρίχθηκε ότι θυμίζει έργα του Πραξιτέλη, βλ. Bieber, M., The Sculpture of the Hellenistic Age (New York 1961), σελ. 124-125. Επιπλέον, από την Παλατινή Ανθολογία (2.102-2.107) πληροφορούμαστε την ύπαρξη ενός χάλκινου γλυπτού με τη μορφή του Ερμαφρόδιτου που κοσμούσε τα λουτρά του Ζευξίππου στην Κωνσταντινούπολη, τo οποίο κάηκε το 532 μ.Χ., βλ. σχετικά Stupperich, R., “Das Statuenprogramm in den Zeuxippos-Thermen”, IstMitt 32 (1982), σελ. 210-235.