1. Γέννηση – οικογένεια Η Θεοδώρα ήταν γόνος επιφανούς οικογένειας της Μικράς Ασίας. Γεννήθηκε το 815 στο χωριό Έβισσα της Παφλαγονίας.1 Η θέση του τοπωνυμίου παραμένει αβέβαιη. Ο πατέρας της Μαρίνος, αρμενικής καταγωγής, ήταν δρουγγάριος ή τουρμάρχης, ενώ η μητέρα της Θεοκτίστη (γνωστή και ως Φλώρινα) πρώτη έλαβε τον τιμητικό τίτλο της πατρικίας ζωστής. Ήταν και οι δύο εικονόφιλοι, είχαν μάλιστα υποστεί διώξεις για την τοποθέτησή τους αυτή.
Οι δύο αδελφοί της, ο Βάρδας και ο Πετρωνάς, έφτασαν αργότερα σε υψηλά αξιώματα, στην κρατική διοίκηση (ο Βάρδας) και στο στρατό (ο Πετρωνάς). Ο Πετρωνάς ήταν ο διοικητής του στρατού που νίκησε τους Άραβες το 863 στη μάχη του Ποσόντα, στον ποταμό Λαλακάοντα, μετά την οποία οι Βυζαντινοί άρχισαν να ανακτούν σταδιακά τη στρατιωτική κυριαρχία επί της Μικράς Ασίας. Ο Βάρδας ανέβαινε στην ιεραρχία στην Κωνσταντινούπολη και, την εποχή της διακυβέρνησης του ανιψιού του Μιχαήλ Γ΄, έλαβε τον ανώτατο τίτλο του καίσαρα.
Η Θεοδώρα είχε επίσης τρεις αδελφές: την Καλομαρία, τη Σοφία και την Ειρήνη. Η Ειρήνη ή η Καλομαρία παντρεύτηκε κατά πάσα πιθανότητα τον αδελφό της μητέρας του Φωτίου. Με τον τρόπο αυτό η αυτοκράτειρα Θεοδώρα συνδέθηκε με συγγενικούς δεσμούς με τον μετέπειτα Πατριάρχη (858-867, 877-887).
Από το γάμο της με τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, η Θεοδώρα απέκτησε πέντε κόρες, τη Θέκλα, την Άννα, την Αναστασία, την Πουλχερία και τη Μαρία, καθώς και δύο γιους, τον Κωνσταντίνο, ο οποίος πέθανε σε πολύ μικρή ηλικία, και τον Μιχαήλ, μετέπειτα αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ (842-867). 2. Εκπαίδευση – ανατροφή Όλα όσα γνωρίζουμε για την παιδεία και την ανατροφή της Θεοδώρας αφορούν πρωτίστως τις εικονολατρικές πεποιθήσεις της, τις οποίες διατήρησε και μετά το γάμο της με τον αυτοκράτορα Θεόφιλο. Άλλα στοιχεία δεν έχουν διασωθεί. 3. Δράση στα χρόνια του Θεόφιλου Μόλις ο αυτοκράτορας Θεόφιλος ανέβηκε στο θρόνο, στις 2 Οκτωβρίου του 829, η Θεοδώρα εστάλη στην Κωνσταντινούπολη για να λάβει μέρος στη διαδικασία εκλογής της αυτοκρατορικής νύφης. Χάρις στην ομορφιά της, αλλά και στην εξυπνάδα της, η Θεοδώρα επιλέχθηκε ανάμεσα στις άλλες κοπέλες για σύζυγος του αυτοκράτορα με κοινή απόφαση του Θεόφιλου και της μητριάς του Ευφροσύνης, δεύτερης συζύγου του Μιχαήλ Β΄ Τραυλού. Το αυτοκρατορικό ζεύγος παντρεύτηκε στις 30 Ιουνίου του 830,2 και ύστερα από σύντομο χρονικό διάστημα η αυτοκράτειρα Ευφροσύνη εκδιώχθηκε από το παλάτι, αφήνοντας έτσι στη νεαρή Θεοδώρα τη θέση της πρώτης αυγούστας.
Τα επόμενα είκοσι χρόνια περίπου, όσο διάρκεσε η βασιλεία του Θεόφιλου, η αυτοκράτειρα Θεοδώρα δεν είχε ανάμειξη στις πολιτικές εξελίξεις. Είναι όμως γνωστό ότι η αυτοκράτειρα ασχολούνταν με το εμπόριο και ότι είχε στην κατοχή της εμπορικά πλοία ή ότι τα εκμίσθωνε. Μας έχει παραδοθεί ένα επεισόδιο από την εποχή της διακυβέρνησης του Θεόφιλου, ο οποίος παρέμεινε στη μνήμη ως δίκαιος ηγεμόνας. Ο αυτοκράτορας Θεόφιλος, βλέποντας ένα πλοίο φορτωμένο με πολύ ακριβό εμπόρευμα να εισπλέει στο Χρυσό Κέρας, θέλησε να μάθει ποιος είναι ο έμπορος ο οποίος διαθέτει τόσο πλούτο. Όταν έμαθε ότι πρόκειται για τη σύζυγό του η οποία ασχολούνταν με το εμπόριο, διέταξε να πυρποληθεί όλο το φορτίο και απαγόρευσε στην αυτοκράτειρα να συνεχίσει τις εμπορικές της δραστηριότητες, γιατί τις θεωρούσε ανάξιες της αυτοκρατορικής πορφύρας.
4. Η περίοδος της αντιβασιλείας
4.1. Εσωτερική πολιτική
Μετά το θάνατο του Θεόφιλου στις 20 Ιανουαρίου 842, η Θεοδώρα, μαζί με τη μεγαλύτερη κόρη της Θέκλα, ανέλαβε την αντιβασιλεία του γιου της Μιχαήλ, ο οποίος ήταν τότε μόλις δύο ετών (είχε γεννηθεί στις 9 ή στις 10 Ιανουαρίου 840). Έτσι η Θεοδώρα είχε στην ουσία όλη την εξουσία στα χέρια της, την οποία διατήρησε μέχρι το 856. Βασικός βοηθός της ήταν ο λογοθέτης Θεόκτιστος, στον οποίο απένειμε τα αξιώματα του επί του κανικλείου και του λογοθέτη του δρόμου. Ασκούσε μεγάλη επιρροή στην αυτοκράτειρα Θεοδώρα και η βούλησή του είχε τη μεγαλύτερη βαρύτητα κατά τη λήψη αποφάσεων. Σταδιακά κατόρθωσε να συγκεντρώσει την πολιτική εξουσία στα χέρια του.
Τα πρώτα χρόνια της αντιβασιλείας της Θεοδώρας συνδέθηκαν με την οριστική λήξη της εικονομαχικής έριδας. Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Z΄ Γραμματικός ο Μοροχαρζάνιος (837-843) αντικαταστάθηκε και στη θέση του η αυτοκράτειρα ανέδειξε τον εικονόφιλο μοναχό Mεθόδιο (843-847), ο οποίος είχε υποστεί διώξεις την περίοδο της εικονομαχίας. Η ανάδειξη του Μεθοδίου κατέστησε καταφανή την πρόθεση της Θεοδώρας να έρθει σε αντίθεση με την εικονομαχική πολιτική του Θεόφιλου. Παρ’ όλ’ αυτά η Θεοδώρα δεν προχώρησε στην επικύρωση της αναστήλωσης των εικόνων παρά μόνον αφού βεβαιώθηκε ότι ο Θεόφιλος, που όσο ζούσε αποδοκίμαζε την εικονοφιλία της συζύγου του, δεν επρόκειτο να αφοριστεί μετά θάνατον.3 Στις 11 Μαρτίου 843 επικυρώθηκε οριστικά η αναστήλωση των εικόνων. Σε ανάμνηση αυτής της πράξης, που χαιρετίστηκε από την Εκκλησία ως νίκη της ορθοδοξίας έναντι αυτού που στηλίτευε ως «αυτοκρατορική αίρεση», καθιερώθηκε η γιορτή της Κυριακής της Ορθοδοξίας, η οποία εορτάζεται κάθε πρώτη Κυριακή της Σαρακοστής.
Παρ’ όλ’ αυτά, η αυτοκρατορική πολιτική δεν ικανοποίησε απολύτως τους μοναστικούς κύκλους. Μάλιστα ορισμένοι επιφανείς μοναχοί (ιδιαίτερα της Μονής Στουδίου στην Κωνσταντινούπολη) θεώρησαν την πολιτική του Μεθοδίου, της Θεοδώρας και του λογοθέτη Θεοκτίστου έναντι των εικονομάχων υπερβολικά μετριοπαθή, και ήρθαν σε έριδα με τον πατριάρχη, στην οποία η Θεοδώρα υποστήριξε αποτελεσματικά τον Μεθόδιο. Παρά την έριδα αυτή, η αναστήλωση των εικόνων εξασφάλισε την εκκλησιαστική υστεροφημία όχι μόνο της αυτοκράτειρας Θεοδώρας και του πατριάρχη Μεθόδιου, αλλά και του λογοθέτη Θεόκτιστου, ο οποίος στο Συναξάριον της εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως επίσης μνημονεύεται ως άγιος. Με την ίδια σύνοδο που αποφάσισε την αναστήλωση των εικόνων, η Θεοδώρα ανακάλεσε από την εξορία πλήθος εικονόφιλων, κοσμικών και μοναχών.
Η Θεοδώρα διέταξε επίσης την εξόντωση όσων Παυλικιανών δε συμμορφώνονταν με την εντολή της να αποποιηθούν τις θέσεις τους (843-844). Παράλληλα συνέχισε την παρεμβατική εκκλησιαστική πολιτική της. Μετά το θάνατο του Μεθοδίου το 847, νέος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως αναδείχθηκε, με αυθαίρετη απόφαση της αυτοκράτειρας, ο μοναχός Ιγνάτιος, γιος του πρώην αυτοκράτορα Μιχαήλ Α΄ Ραγκαβέ (811-813), ο οποίος μετά το θάνατο του πατέρα του είχε ευνουχισθεί και εξαναγκασθεί να δεχθεί το μοναχικό σχήμα.
4.2. Εξωτερική πολιτική
Kατά τη διάρκεια της αντιβασιλείας της, η Θεοδώρα είχε να αντιμετωπίσει το βουλγαρικό κίνδυνο. Σύμφωνα με τον Συνεχιστή του Θεοφάνη, τον Γενέσιο και τον Συμεών Mάγιστρο, η Θεοδώρα, μετά την άνοδό της στο θρόνο, δέχθηκε στην Kωνσταντινούπολη τους απεσταλμένους του Bούλγαρου ηγεμόνα Bογόριδος (852-889), οι οποίοι της επέδωσαν το μήνυμα ότι ο Bόγορις σκόπευε να καταλύσει τις συνθήκες που είχαν συναφθεί ανάμεσα στους Bυζαντινούς και τους Bουλγάρους και να διεξαγάγει εκστρατεία εναντίον των Bυζαντινών. H ανυποχώρητη στάση της Θεοδώρας έκανε τελικά τον Bόγορι να ματαιώσει το σχέδιο επίθεσης εναντίον της αυτοκρατορίας και να ανανεώσει τη συνθήκη ειρήνης με τους Bυζαντινούς.
5. Πτώση Η διακυβέρνηση της Θεοδώρας και του λογοθέτη Θεόκτιστου προκάλεσε την αντιπαλότητα των αδελφών της, πρωτίστως του Βάρδα, ο οποίος αισθανόταν ότι είχε παραγκωνισθεί και έβλεπε με μεγάλη δυσαρέσκεια την προτίμηση της αδελφής του στον Θεόκτιστο. Ο Βάρδας κατόρθωσε να ασκήσει επιρροή επί του ανήλικου αλλά όχι πλέον τόσο νεαρού αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄. Στις 20 Νοεμβρίου του 855, ύστερα από συνεννόηση, δολοφόνησαν τον λογοθέτη Θεόκτιστο, ο οποίος ανακηρύχθηκε μάρτυρας και άγιος της εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως.4 Σύντομα μετά από αυτό, στις 15 Μαρτίου του 856, η Θεοδώρα απομακρύνθηκε από το θρόνο. Έτσι έληξε η εποχή της συμβασιλείας της Θεοδώρας και του Μιχαήλ Γ΄, ενώ την εξουσία ανέλαβε ο Βάρδας, στον οποίο ο Μιχαήλ Γ΄ απένειμε τον τίτλο του καίσαρα.
Το 858 η Θεοδώρα υποχρεώθηκε να αποσυρθεί στη μονή Γαστρίας, στο δυτικό τμήμα της Κωνσταντινουπόλεως, την οποία φαίνεται ότι είχε οικοδομήσει η μητέρα της. Μετά την αναγκαστική της απομάκρυνση από το παλάτι και την πολιτική, η αυτοκράτειρα Θεοδώρα μνημονεύεται σε ένα επεισόδιο μεταξύ μύθου και πραγματικότητας, το οποίο ίσως να μαρτυρεί για την επιστροφή της στο παλάτι. Πρόκειται για μια ιστορία σχετικά με κάποια προφητεία της Θεοδώρας ότι ο πρωτοστράτωρ Βασίλειος, μετέπειτα αυτοκράτορας Βασίλειος Α΄ Μακεδόνας, τον οποίο της παρουσίασε ο Μιχαήλ Γ΄, θα είναι ο υπαίτιος της εξάλειψης της δυναστείας τους. Ο Μιχαήλ Γ΄, γοητευμένος από τη δύναμη του Μακεδόνα και έπειτα από συνεννόηση μαζί του, προκάλεσε το 866 τη δολοφονία του θείου του Βάρδα, όμως ο Βασίλειος στις 24 Σεπτεμβρίου του 867 δολοφόνησε και τον ίδιο τον Μιχαήλ και έτσι έγινε ο μοναδικός βασιλέας. Με τον τρόπο αυτό η υποτιθέμενη «προφητεία» της αυτοκράτειρας Θεοδώρας εκπληρώθηκε.
Δεν είναι γνωστή η ακριβής ημερομηνία θανάτου της Θεοδώρας. Πέθανε λίγο καιρό μετά τη δολοφονία του γιου της και την ανάρρηση του Βασιλείου Α' στο θρόνο και τάφηκε στη μονή Γαστρίας, η οποία έγινε εξάλλου ένα είδος οικογενειακού τάφου: σε αυτήν τάφηκαν επίσης οι τρεις κόρες της Θεοδώρας, η Θέκλα, η Αναστασία και η Πουλχερία, καθώς και ο αδελφός της Πετρωνάς, η μητέρα της Θεοκτίστη και η κόρη του Βάρδα Ειρήνη.5
Για το ρόλο της στην οριστική διευθέτηση της εικονομαχικής έριδας και την αναστήλωση των εικόνων, η αυτοκράτειρα Θεοδώρα κηρύχθηκε αγία και η εκκλησία γιορτάζει τη μνήμη της στις 11 Φεβρουαρίου. Στην αυτοκράτειρα Θεοδώρα ήταν αφιερωμένος και ένας Βίος ανώνυμου συγγραφέα,6 πιθανώς από την εποχή του Λέοντος ΣΤ΄ (886-912), ο οποίος σε μεγάλο βαθμό ήταν αφιερωμένος στη δράση της εναντίον των αντιπάλων των εικόνων. Οι Βυζαντινοί χρονογράφοι απέδωσαν στην αυτοκράτειρα Θεοδώρα την προφητεία για την εξάλειψη της δυναστείας του Αμορίου και την άνοδο του Βασιλείου Α' και της Μακεδονικής δυναστείας.
1. Το χωριό αναφέρεται και ως Αβυσιανόν από τον Γενέσιο (Lesmüller-Werner, A. – Thurn, I. (επιμ.), Iosephi Genesii, Regum Libri Quattuor, Corpus Fontium Historiae Byzantinae 14 (Berlin-New York 1978), IV, 15.47. 2. Brooks, E.W. “The Marriage of the Emperor Theophilus”, Byzantinische Zeitschrift 10 (1901), σελ. 540-545. Πρβ. Treadgold, W. T., “The Problem of the Marriage of the Emperor Theophilus”, στο Greek Roman and Byzantine Studies 16 (1975), σελ. 325-341. 3. Βλ. λήμμα “Theodora (wife of Theophilos)”, Oxford Dictionary of Byzantium III, σελ. 2037. 4. Στις 20 Νοεμβρίου εορταζόταν η μνήμη του· Delehaye, H. (επιμ.), Synaxarium Ecclesiae constantinopolitanae (Bruxelles 1902). 5. Grierson, P., “The Tombs and Obits of the Byzantine Emperors (337-1042) (With an Additional Note by C. Mango and I. Ševčenko)”, Dumbarton Oaks Papers 16 (1962), σελ. 57. 6. Βλ. Halkin, Fr., Bibliotheca Hagiographica Graeca (SubsHag 8a), τόμ. 1- 3 (Bruxelles 1957), αρ. 1731. Για την έκδοση του κειμένου βλ. Μαρκόπουλου, Α. (επιμ.), «Βίος της αυτοκράτειρας Θεοδώρας (BHG 1731)», Σύμμεικτα 5 (1983), σελ. 249-285.
|
|
|