Ιερόθεος Αλεξανδρείας

1. Ιερόθεος Α', Πατριάρχης Αλεξανδρείας

Ο Ιερόθεος Α΄ καταγόταν από την περιοχή του Κλεινωβού της Εστιώτιδος Λάρισας,1 όπου γεννήθηκε μετά τα μέσα του 18ου αι. Το 1802 ήταν επίσκοπος Ζητουνίου, όπως αναφέρεται σε επιγραφή του ναού του Αγίου Νικολάου στον Αλμυρό· το 1819 ήταν μητροπολίτης Παροναξίας, ενώ από το 1820 έως το 1824 χρημάτισε μητροπολίτης Νικαίας.2 Στον πατριαρχικό θρόνο Αλεξανδρείας ανήλθε το 1825, διαδεχόμενος τον Πατριάρχη Θεόφιλο· η διαδοχή αυτή, ωστόσο, δεν υπήρξε καθ’ όλα ομαλή.

Αναλυτικότερα, ο Θεόφιλος παύθηκε από τα καθήκοντά του, επειδή είχε εγκαταλείψει τον πατριαρχικό θρόνο για επτά χρόνια (1818-1825) και, παρά τις ασκούμενες πιέσεις, αρνείτο να μεταβεί στην Αλεξάνδρεια ή την Κωνσταντινούπολη, διαμένοντας στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Πάτμο. Έτσι, οι Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως Χρύσανθος (1824-1826) και Ιεροσολύμων Πολύκαρπος (1808-1827) με συνοδική απόφαση προέβησαν στην παύση του Θεόφιλου, στις 14 Οκτωβρίου 1825. O Παπαδόπουλος θεωρεί ότι την ίδια μέρα πιθανόν έλαβε χώρα και η εκλογή στο θρόνο του Ιερόθεου Α΄. Σε κάθε περίπτωση, όπως αποδεικνύεται από το σχετικό έγγραφο, η εκλογή του έγινε εντός του Οκτωβρίου του 1825.3

2. Το έργο του Ιερόθεου Α' στον πατριαρχικό θρόνο της Αλεξανδρείας

Μετά την εκλογή του, ο Ιερόθεος Α΄ δε μετέβη αμέσως στην Αλεξάνδρεια· τουναντίον, το Μάιο και τον Ιούλιο του 1826 βρισκόταν στο Κάιρο, όπως προκύπτει από επιστολή προς τους Διονύσιο Ρώμα, Φραντσέσκο Καρβέλα, Παναγιώτη Στεφάνου και Νικόλαο Καλύβα. Σε αυτήν περιγράφει με μελανά χρώματα την κατάσταση στην Αλεξάνδρεια και ζητά τη συνδρομή των παραληπτών της επιστολής του, με σκοπό την ίδρυση Ελληνικής Σχολής στην Αίγυπτο. Η σχολή αυτή τελικά ιδρύθηκε στο Κάιρο με έξοδα του ίδιου του Ιερόθεου Α΄· Ελληνική Σχολή ίδρυσε και στην Αλεξάνδρεια. Το ενδιαφέρον του για τις σχολές αυτές καταδεικνύεται και από τη διαθήκη του, σύμφωνα με την οποία άφηνε 25.000 γρόσια στη Σχολή του Καΐρου για την αγορά κτήματος –τα εισοδήματα του οποίου θα διαμοιράζονταν στους ιερείς του θρόνου και τους φτωχούς– και για την πληρωμή διδασκάλου.4

Ο Ιερόθεος Α΄ προέβη επίσης στην ανοικοδόμηση του ναού του Αγίου Νικολάου στο Κάιρο, καθώς και του μοναστηριού του Αγίου Σάββα στην Αλεξάνδρεια· παράλληλα, ίδρυσε και ξενοδοχείο, δαπανώντας για όλα αυτά περίπου 100.000 γρόσια. Τα χρήματα αυτά είχαν συγκεντρωθεί από Έλληνες και Ρώσους δωρητές, ενώ ο ίδιος ο τσάρος Νικόλαος Α΄ είχε κάνει σημαντική δωρεά για την ανακαίνιση της μονής του Αγίου Νικολάου. Ο Ιερόθεος Α΄ ευχαρίστησε τον τσάρο για τη δωρεά κι επιζήτησε την προσφορά νέας βοήθειας, αυτήν τη φορά για την ανακαίνιση των μοναστηριών του Βουκουρεστίου και του Ιασίου, που ανήκαν στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας. Ωστόσο, η Ρωσική Σύνοδος αρκέστηκε να του αποστείλει κάποια βιβλία και αντίτυπα της Ορθόδοξης Ομολογίας. Ο Ιερόθεος Α΄ ζήτησε εκ νέου οικονομική βοήθεια από τη Ρωσία, αυτήν τη φορά για την ίδρυση Ελληνοαραβικής Σχολής, και πάλι, ωστόσο, χωρίς αποτέλεσμα. Παρ’ όλ’ αυτά, το 1842 ίδρυσε Ελληνοαραβική Σχολή στο Κάιρο. Ένα χρόνο αργότερα ζήτησε χρηματική βοήθεια από τη Ρωσία για τη συντήρηση του νοσοκομείου που λειτουργούσε στη μονή του Αγίου Γεωργίου στο Κάιρο. Χάρη σε ενέργειες του Πορφύριου Ουσπένσκυ –με τον οποίο ο Ιερόθεος Α΄ είχε στενή σχέση– απεστάλη τελικά νέα οικονομική βοήθεια προς τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας. Ωστόσο, ο Ιερόθεος Α΄ βρισκόταν ήδη προς το τέλος της ζωής του.

Σημαντική ήταν η προσφορά του Ιερόθεου Α΄ και προς το σύνολο της ελληνικής κοινότητας της Αιγύπτου. Αξίζει να σημειωθεί ότι για την ίδρυση ναού του Ευαγγελισμού –σε οικόπεδο που δώρισε ο Μιχαήλ Τοσίτσας στην Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας– ο Ιερόθεος Α΄ πρόσφερε το ποσό των 14.000 τάλιρων καθώς και πολύ οικοδομικό υλικό.5

3. Άλλες πλευρές της δραστηριότητας του Ιερόθεου Α'

Ένα σημαντικό πρόβλημα για την Ορθόδοξη Εκκλησία Αλεξανδρείας αποτελούσε η δράση ουνιτών ιερέων στη Συρία· το γεγονός ότι ήταν ενδεδυμένοι με ράσα ορθόδοξων κληρικών είχε αποτέλεσμα την παραπλάνηση πολλών χριστιανών της Συρίας. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι, σύμφωνα με μια άποψη, οι ουνίτες αυτοί υποστηρίζονταν από τις γαλλικές διπλωματικές αρχές του οθωμανικού κράτους, μία ακόμα όψη της διείσδυσης των Μεγάλων Δυνάμεων στις χριστιανικές κοινότητες της αυτοκρατορίας.

Επιδιώκοντας να αντιμετωπίσει την ουνιτική προπαγάνδα, ο Ιερόθεος Α΄ είχε τη συνδρομή των Τοσίτσα και Στουρνάρη.6 Οι προσπάθειες που έγιναν για την έκδοση σουλτανικού διατάγματος που θα επέβαλλε την αλλαγή των ενδυμάτων των ουνιτών μοναχών οδήγησαν σε αίσιο αποτέλεσμα, όπως μαρτυρεί σχετική επιστολή που βρέθηκε στην αλληλογραφία του Μωχάμετ Άλι,7 αλλά και επιστολή του Γρηγορίου Στ΄ προς τον Ιερόθεο Α΄ την 1η Ιουλίου 1838, όπου κάνει λόγο για «θρίαμβο της Ορθοδοξίας». Το ίδιο αναφερόταν και σε επιστολή του Γρηγορίου Στ΄, στην οποία ο τελευταίος έκανε λόγο για την παρασκευή αντιπαπικής εγκυκλίου. Ο Ιερόθεος Α΄ απάντησε, δίνοντας τη συγκατάθεσή του για κοινή επιστολή. Το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους η εγκύκλιος ήταν ήδη έτοιμη κι εκδόθηκε το 1839 εξ ονόματος και των τεσσάρων Πατριαρχών. Παράλληλα, προκρίθηκε κι η παρουσία ορθόδοξου επισκόπου στο Χαλέπι της Συρίας –το κέντρο της ουνιτικής προπαγάνδας–, τη συντήρηση του οποίου αναλάμβαναν από κοινού τα Πατριαρχεία. Το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας επιφορτίστηκε με την καταβολή, σε ετήσια βάση, 250 γροσίων, όπως προκύπτει από σχετική επιστολή του Οικουμενικού Πατριάρχη Γερμανού Δ΄ –την οποία συνυπέγραφε και ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Αθανάσιος– προς τον Ιερόθεο Α΄.8

Παράλληλα, η επιστολή που απέστειλε ο Ιερόθεος Α΄ προς το Νικόλαο Προτασώφ, της Ρωσικής Ιεράς Συνόδου, αποκαλύπτει μία ακόμα πτυχή της πολυσχιδούς δραστηριότητας του πρώτου: την εξαγορά –και απελευθέρωση– Ελλήνων αιχμαλώτων που είχαν καταλήξει στην Αίγυπτο· αυτήν την προσπάθειά του συνέδραμε ο Μιχαήλ Τοσίτσας. Εξάλλου, με τη βοήθεια του τελευταίου –καθώς και με δικά του έξοδα– ο Ιερόθεος Α΄ φρόντιζε για την αποστολή των αιχμαλώτων αυτών στις πατρίδες τους. 9

4. Ο θάνατος του Ιερόθεου Α'

Ο Ιερόθεος Α΄ πέθανε στις 8 Σεπτεμβρίου 1845. Κατόπιν εντολής του Μωχάμετ Άλι, με βασιλική πομπή τάφηκε στο ναό του Αγίου Νικολάου στο Κάιρο.10 Η Πατριαρχία του υπήρξε αναμφισβήτητα πολύ σημαντική για την Εκκλησία Αλεξανδρείας, λόγω της ιδιαίτερης φροντίδας κι επιμέλειας που επέδειξε στη διαχείριση των εκκλησιαστικών πραγμάτων.




1. Ο Ευαγγελίδης εντοπίζει την περιοχή του Κλεινωβού στο νομό Τρικάλων, βλ. Ευαγγελίδης, Τ., «Οι Πατριάρχαι Αλεξανδρείας Παρθένιος, Θεόφιλος και Ιερόθεος», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, έτος Ε΄ (1928), σελ. 254. Ωστόσο, ο Φειδάς και ο Παπαδόπουλος  τοποθετούν το χωριό αυτό στην Εστιώτιδα Λάρισας, βλ. Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια ΣΤ' (1966), σελ. 804, βλ. λ. «Ιερόθεος»· Παπαδόπουλος, Χ., Ιστορία της Εκκλησίας Αλεξανδρείας, 62-1934 (Αθήναι 1985), σελ. 805.

2. Βλ. Ευαγγελίδης, Τ., «Οι Πατριάρχαι Αλεξανδρείας Παρθένιος, Θεόφιλος και Ιερόθεος», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, έτος Ε΄ (1928), σελ. 254· Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια ΣΤ΄ (1966), σελ. 803 · Παπαδόπουλος, Χ., Ιστορία της Εκκλησίας Αλεξανδρείας, 62-1934 (Αθήναι 1985), σελ. 805.

3. Παπαδόπουλος, Χ., Ιστορία της Εκκλησίας Αλεξανδρείας, 62-1934 (Αθήναι 1985), σελ. 805.

4. Σαβράμης, Ε., «Συμπληρωματικά του Αλεξανδρείας Ιεροθέου του Α΄ (1825-1845)», Εκκλησιαστικός Φάρος 32 (1933), σελ. 194-199.

5. Παπαδόπουλος, Χ., Ιστορία της Εκκλησίας Αλεξανδρείας, 62-1934 (Αθήναι 1985), σελ. 805.

6. Μαζαράκης, Γ., Συμβολή εις την Ιστορίαν της εν Αιγύπτω Ορθοδόξου Εκκλησίας (Αλεξάνδρεια 1932), σελ. 669.

7. Μαζαράκης, Γ., Συμβολή εις την Ιστορίαν της εν Αιγύπτω Ορθοδόξου Εκκλησίας (Αλεξάνδρεια 1932), σελ. 669-670.

8. Παπαδόπουλος, Χ., Ιστορία της Εκκλησίας Αλεξανδρείας, 62-1934 (Αθήναι 1985), σελ. 809-810.

9. Σαβράμης, Ε., «Συμπληρωματικά του Αλεξανδρείας Ιεροθέου του Α΄ (1825-1845)», Εκκλησιαστικός Φάρος 32 (Αλεξάνδρεια 1933), σελ. 201· Παπαδόπουλος, Χ., Ιστορία της Εκκλησίας Αλεξανδρείας, 62-1934 (Αθήναι 1985), σελ. 811· Μαζαράκης, Γ., Συμβολή εις την Ιστορίαν της εν Αιγύπτω Ορθοδόξου Εκκλησίας (Αλεξάνδρεια 1932),  σελ. 670-671.

10. Σαβράμης, Ε., «Συμπληρωματικά του Αλεξανδρείας Ιεροθέου του Α΄ (1825-1845)», Εκκλησιαστικός Φάρος 32 (Αλεξάνδρεια 1933), σελ. 203-204. Ο Παπαδόπουλος, Χ., Ιστορία της Εκκλησίας Αλεξανδρείας, 62-1934 (Αθήναι 1985), σελ. 812, αναδημοσιεύει από την Επετηρίδα του Παρνασσού του 1915, σελ. 197-198, την επιγραφή που βρίσκεται πάνω από τον τάφο του Ιερόθεου Α΄.