Ινέπολη

1. Τοποθεσία

Η Ινέπολη βρίσκεται στα παράλια του Εύξεινου Πόντου, στα βόρεια της Κασταμονής, σε απόσταση 67 χλμ., και στα δυτικά-νοτιοδυτικά της Σινώπης, σε απόσταση 115 χλμ. Δυτικά από την πόλη περνάει ο ποταμός Ικίτσαϊ (İki Çay). Στα αρχαία χρόνια η πόλη ονομαζόταν Αβωνότειχος ή Αβώνου τείχος ή Ιωνόπολις. Την εποχή της βυζαντινής κυριαρχίας ήταν γνωστή ως Ινόπολις. Μετά την κατάκτηση της περιοχής από τους Τούρκους Candaroğullar, ονομάστηκε İnebolu, ονομασία που διατηρήθηκε έως σήμερα.

2. Διοικητική υπαγωγή

Δε διαθέτουμε ασφαλείς πληροφορίες για τη διοικητική υπαγωγή του οικισμού από την κατάκτησή του από τους Οθωμανούς έως το 19ο αιώνα. Πιθανολογείται ότι ανήκε στο σαντζάκι Κασταμονής. Το 1831 η Ινέπολη ήταν έδρα ομώνυμου καζά.1 Το 1834 έγινε έδρα του ομώνυμου ναχιγιέ (İnebolu), ο οποίος ανήκε στον καζά Küre. Από το 1867 ήταν έδρα καϊμακαμλικιού που ανήκε στο σαντζάκι Κασταμονής. Στα τέλη του 19ου αιώνα στο καϊμακαμλίκι του İnebolu ανήκαν δύο ναχιγιέδες –Küre και Abana– και 75 χωριά.2 Το καϊμακαμλίκι της Ινέπολης υπαγόταν στις αρχές του 20ού αιώνα στο μουτεσαριφλίκι της Κασταμονής και αυτό με τη σειρά του στο βιλαέτι Κασταμονής.3

3. Ιστορικά και δημογραφικά στοιχεία

Τη βυζαντινή κυριαρχία στην περιοχή τη διαδέχθηκαν πολυάριθμα τουρκικά εμιράτα και κρατίδια, με σημαντικότερα εκείνα των Çobanoğullar και Candaroğullar. Το 1338 η πόλη εντάχθηκε στο οθωμανικό κράτος από το Μουράτ Α΄. Μετά την ήττα των Οθωμανών στη μάχη της Άγκυρας από τον Ταμερλάνο, το 1402, η Ινέπολη εντάχθηκε στο κρατίδιο των İsfengıyaroğullar. Αργότερα όμως επανακτήθηκε από τα οθωμανικά στρατεύματα. Από το 15ο έως το 19ο αιώνα η Ινέπολη φαίνεται πως ήταν ένας οικισμός χωρίς ιδιαίτερη σημασία, ενώ αναπτύχθηκε στα πρώτα χρόνια του 19ου αιώνα λόγω του ότι μετατράπηκε σε λιμάνι της Κασταμονής και ανέλαβε το ρόλο του ανεφοδιασμού της πόλης αυτής από τη θάλασσα.

Στα πρώτα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας στην Ινέπολη κατοικούσαν Μουσουλμάνοι και Χριστιανοί Ορθόδοξοι που ήδη βρίσκονταν εκεί από την εποχή των Candaroğullar. Έως το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα δε διαθέτουμε πληροφορίες για τον αριθμό των κατοίκων ούτε για τη σύνθεση του πληθυσμού του οικισμού.

Το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα στην Ινέπολη κατοικούσαν Μουσουλμάνοι, Ορθόδοξοι Χριστιανοί και Αρμένιοι γρηγοριανοί. Η πλειονότητα των κατοίκων ήταν Μουσουλμάνοι, ενώ η μικρότερη πληθυσμιακά κοινότητα ήταν οι Αρμένιοι.
4 Το 1866, σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνει ο Τριανταφυλλίδης, στην Ινέπολη υπήρχαν 350 ορθόδοξα νοικοκυριά αλλά, σύμφωνα με άλλη πηγή, το 1896 ο αριθμός των ορθόδοξων οικογενειών ανερχόταν σε 160.5 Περίπου στην ίδια εποχή ο Şemseddin Sami αναφέρει ότι ο αριθμός των ορθόδοξων κατοίκων ήταν 900 άτομα.6

Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Αρχείου Προφορικής Παράδοσης του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, στις αρχές του 20ού αιώνα στην Ινέπολη κατοικούσαν Μουσουλμάνοι, Ορθόδοξοι, Αρμένιοι και Εβραίοι. Οι ελληνορθόδοξοι κάτοικοι της πόλης δεν ξεπερνούσαν τις 40 με 45 οικογένειες. Η πλειονότητα των κατοίκων ήταν Μουσουλμάνοι και η μικρότερη πληθυσμιακή ομάδα ήταν οι Εβραίοι με δύο ή τρεις οικογένειες.
7 Πριν από το διωγμό των ελληνορθοδόξων από την Ινέπολη, ο Κοντογιάννης αναφέρει ότι ο συνολικός αριθμός των κατοίκων της πόλης ήταν 8.000, από τους οποίους 3.500 ήταν Ελληνορθόδοξοι και 1.200 Αρμένιοι.8 Ο αριθμός των Ορθοδόξων που αναφέρει ο Κοντογιάννης είναι δυσανάλογα μεγάλος και πιθανώς ο συγγραφέας έχει συνυπολογίσει και τους κατοίκους των κοντινών ορθόδοξων χωριών. Για την ίδια εποχή άλλη πηγή αναφέρει 317 ορθόδοξους κατοίκους στην Ινέπολη.9

Δε γνωρίζουμε από πότε εγκαταστάθηκαν οι Αρμένιοι στην Ινέπολη, αλλά ήδη βρίσκονταν εκεί στα μέσα του 19ου αιώνα. Επίσης στις οθωμανικές καταγραφές του 19ου αιώνα δεν αναφέρεται η ύπαρξη εβραϊκών οικογενειών, κάτι που σημαίνει ότι οι Εβραίοι εγκαταστάθηκαν στον οικισμό τον 20ό αιώνα.
10 Στην Ινέπολη, εκτός από τους ντόπιους Ελληνορθόδοξους, υπήρχαν και άλλοι που κατάγονταν από τα γύρω χωριά και από άλλες πόλεις όπως τη Σινώπη, την Καισάρεια και την Τραπεζούντα. Αυτοί προφανώς εγκαταστάθηκαν στον οικισμό μετά την οικονομική ακμή του το 19ο αιώνα. Η γλώσσα των Ελληνορθοδόξων του οικισμού ήταν η ελληνική, αλλά χρησιμοποιούσαν πολλά στοιχεία της τουρκικής.11

Τον 20ό αιώνα οι Ελληνορθόδοξοι της πόλης υπέστησαν δύο εκδιώξεις. Ο πρώτος διωγμός έγινε το 1915, όταν ο ορθόδοξος πληθυσμός εκτοπίστηκε σε διάφορες πόλεις του σαντζακιού Κασταμονής.
12 Αργότερα, μετά την ανακωχή του 1918, μερικοί επέστρεψαν στον οικισμό, όπου συνάντησαν καμένα και λεηλατημένα σπίτια και καταστήματα. Για την ανέγερση των οικιών και καταστημάτων έδωσαν χρήματα ο σύλλογος των ορθοδόξων της Ινέπολης με έδρα την Κωνσταντινούπολη, το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ο Αμερικανικός Ερυθρός Σταυρός.13 Στις 21 Ιουλίου 1920 έγινε ο δεύτερος και καθοριστικός διωγμός των ορθοδόξων, κατά τον οποίο εκδιώχθηκαν περίπου 296 άτομα.14 Αυτοί οδηγήθηκαν προς το εσωτερικό της Μικράς Ασίας και αργότερα, μετά την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάννης στα τέλη του 1923, μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα.

4. Αστική δομή

Δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τη δομή της Ινέπολης από την εποχή της κατάκτησής της από τους Οθωμανούς έως τον 20ό αιώνα. Κατά τα τελευταία χρόνια, οι Ελληνορθόδοξοι ζούσαν σε αμιγείς αλλά και σε μεικτές συνοικίες. Στην "αριστοκρατική" μουσουλμανική συνοικία της Ινέπολης, το Χατούπ αγά, ζούσαν 2 με 3 ορθόδοξες οικογένειες. Σε άλλη συνοικία, που βρισκόταν στο κέντρο της αγοράς, μάλλον με την ονομασία «Αγορά», η πλειονότητα των κατοίκων ήταν Ελληνορθόδοξοι. Σε μια μεικτή συνοικία στο ύψωμα του φάρου, μια προνομιούχα θέση, κατοικούσαν Ορθόδοξοι και Αρμένιοι. Στο Τεχπόι βρισκόταν ο στρατώνας και εκεί υπήρχαν περίπου 50 σπίτια. Στις άλλες συνοικίες κατοικούσαν Μουσουλμάνοι και ελάχιστοι Χριστιανοί.15

Στην Ινέπολη υπήρχαν 4 χαμάμ που ανήκαν στους Μουσουλμάνους, 3 τζαμιά, μια ορθόδοξη εκκλησία, δύο σχολεία των ορθοδόξων, μουσουλμανικά σχολεία και χάνια. Από τα χάνια μόνο το ένα ήταν ελληνικής ιδιοκτησίας, του Αγίου Βασιλείου στο χωριό Παρθένιο. Ήταν διώροφο, στο ισόγειο υπήρχαν καταστήματα, στον όροφο δωμάτια και δε διάθετε χώρο για ζώα.
16

5. Οικονομία

Η οικονομική ακμή της Ινέπολης ξεκίνησε το 19ο αιώνα, όταν έγινε σημαντικό λιμάνι ως επίνειο της Κασταμονής. Η ανάπτυξη του οικισμού συγκέντρωσε πληθυσμό από άλλες περιοχές. Το λιμάνι της Ινέπολης ήταν αβαθές. Για το λόγο αυτό η φορτοεκφόρτωση των προϊόντων γινόταν με καΐκια που μετέφεραν τα προϊόντα από τα αγκυροβολημένα πλοία στην ξηρά. Από τα παραθαλάσσια χωριά η μεταφορά των εμπορευμάτων προς την Ινέπολη γινόταν πάντα από τη θάλασσα. Τα εμπορεύματα από την Κασταμονή έρχονταν στο λιμάνι της Ινέπολης και από εκεί εξάγονταν προς την Κωνσταντινούπολη ή προς το εξωτερικό. Το κυριότερο εμπόριο διεξαγόταν με την Κωνσταντινούπολη. Πολλά πλοία από ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Αγγλία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Γερμανία, αλλά και η Ελλάδα, μετέφεραν προϊόντα από και προς την Ινέπολη.

Οι κυριότερες εξαγωγές του λιμανιού της Ινέπολης ήταν ξυλεία για οικοδομές, δημητριακά, όπιο, κάνναβη, φρούτα, λαχανικά, μαλλί μοχέρ, διάφορα υφάσματα, σίδερο και γιαούρτι.17 Οι σημαντικότερες εισαγωγές του λιμανιού προέρχονταν από την Κωνσταντινούπολη και συνίσταντο σε λάδι, ελιές, τυριά, ζάχαρη και καφέ.18

Οι κυριότερες ασχολίες των κατοίκων ήταν η βιοτεχνία, η γεωργία, το εμπόριο και η αλιεία. Οι χριστιανοί της πόλης στην πλειονότητά τους ήταν έμποροι ή τεχνίτες. Το εμπόριο της Ινέπολης ήταν στα χέρια των κατοίκων της Σινώπης, που λόγω της οικονομικής τους δυνατότητας έκαναν χονδρεμπόριο. Αρκετοί Ελληνορθόδοξοι από τα κοντινά χωριά είχαν καταστήματα στην Ινέπολη και καθημερινά μετέβαιναν στην πόλη.
Κάθε Παρασκευή γινόταν παζάρι. Οι κάτοικοι των γύρω χωριών έρχονταν στην πόλη μεταφέροντας τα εμπορεύματά τους, κυρίως λαχανικά.

6. Διοίκηση

Το 1867, μετά τη διοικητική αναβάθμιση της Ινέπολης, το ρόλο του διοικητή ανέλαβε ο καϊμακάμης. Οι Ελληνορθόδοξοι του οικισμού είχαν στενή συνεργασία με τα άλλα τέσσερα κοντινά χωριά. Επρόκειτο λοιπόν για πέντε στενά συνδεδεμένες μεταξύ τους κοινότητες: του Παρθενίου, του Ατζιδόνου, του Καρατζά, της Αγοράς της Ινέπολης και τελευταία του Ασκορδασίου. Η αλληλεγγύη των κοινοτήτων ήταν τόσο μεγάλη, ώστε αυτά τα χωριά θεωρήθηκαν από μερικούς συνοικίες της Ινέπολης. Σε κάθε χωριό υπήρχε σχολείο και εκκλησία. Στην Ινέπολη δενέδρευε χριστιανός μουχτάρης. Στην πόλη υπήρχαν επίσης σχολική και εκκλησιαστική εφορεία, τα μέλη των οποίων οριζόταν από την κοινότητα. Σχετικά με την κοινότητα της Ινέπολης και τις δραστηριότητές της, ακόμα και για τον τρόπο εκλογής των δημογερόντων, δε διαθέτουμε πληροφορίες. Τον 20ό αιώνα στον οικισμό υπήρχε δημαρχείο και ο δήμαρχος πάντα ήταν μουσουλμάνος.

8. Εκκλησία

Η εκκλησία του οικισμού ήταν ο ναός της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού και χτίστηκε στην αγορά το 1909. Πριν συμβεί αυτό, οι ορθόδοξοι κάτοικοι της Ινέπολης εκκλησιάζονταν σε ναούς των κοντινών χωριών, όπως η εκκλησία του Αγίου Βασιλείου του χωριού Παρθενίου, που βρισκόταν σε απόσταση 20 λεπτών από τον οικισμό. Η εκκλησία της Ινέπολης υπαγόταν στη μητρόπολη Νεοκαισαρείας με έδρα τα Κοτύωρα. Ο μητροπολίτης μία φορά κάθε χρόνο επισκεπτόταν την Ινέπολη. Στο Ασκόρδασι, κοντά στην πόλη, σε απόσταση 40 λεπτών, και συγκεκριμένα στην κορυφή του υψώματος Κερίς Νταγ (Kiriş Dağ), βρισκόταν το μοναστήρι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Το μοναστήρι θεωρούνταν θρησκευτικό κέντρο των πέντε κοινοτήτων Παρθενίου, Ατζιδόνου, Καρατζά, Ασκορδασίου και της Αγοράς της Ινέπολης. Οι διαστάσεις του ναού του ήταν 14 x 11 μέτρα και είχε σχήμα σταυρού. Ήταν χτισμένο από πέτρα και δεν είχε καμπαναριό. Το μοναστήρι διέθετε 20 κελιά, αλλά δεν είχε μόνιμο καλόγερο.

9. Σχολεία

Υπάρχουν πληροφορίες για ύπαρξη ελληνικού σχολείου στην Ινέπολη από το 1868. Μέχρι το 1877 η κοινότητα με δυσκολία διατηρούσε ένα αλληλοδιδακτικό σχολείο που στεγαζόταν σε ένα ετοιμόρροπο σπίτι. Αργότερα οι κάτοικοι κατασκεύασαν καινούριο κτήριο το οποίο χωρίστηκε σε δύο τμήματα, αλληλοδιδακτικό και παρθεναγωγείο (που επρόκειτο να ιδρυθεί αργότερα).19 Έτσι το 1896, σύμφωνα με τις πληροφορίες του Λαζαρίδη, στην Ινέπολη υπήρχαν 2 σχολεία στα οποία δίδασκαν 3 δάσκαλοι και ο αριθμός των μαθητών τους ανερχόταν σε 150.20 Εκτός από τα σχολεία της Ινέπολης, τα τέσσερα κοντινά χωριά της Ινέπολης επίσης είχαν σχολεία όπου φοιτούσαν αρκετά παιδιά.21

Το ανώτερο εκπαιδευτικό ίδρυμα της περιοχής της Ινέπολης βρισκόταν στο Παρθένιο και ονομαζόταν Αστική Κεντρική Σχολή Ινεπόλεως ή Κεντρική Αστική Εμπορική Σχολή. Ιδρύθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα από το μητροπολίτη Νεοκαισαρείας και έπειτα Καισαρείας Αμβρόσιο. Μετά την τέταρτη τάξη του δημοτικού, οι μαθητές πήγαιναν στη σχολή αυτή και φοιτούσαν για επιπλέον τέσσερις τάξεις. Οι καθηγητές της σχολής έρχονταν από την Κωνσταντινούπολη. Στο σχολικό έτος 1910-1911 το διδακτικό πρόγραμμα περιλάμβανε θρησκευτικά, ελληνικά, μαθηματικά, γεωγραφία, ιστορία, τουρκικά, φυσική και εμπορική.
22 Οι δάσκαλοι ήταν τέσσερις. Οι απόφοιτοι της σχολής μπορούσαν να συνεχίσουν τις σπουδές τους στη Μεγάλη του Γένους Σχολή της Κωνσταντινούπολης ή στην Ανώτατη Σχολή Γλωσσών και Εμπορίου ή στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης.23 Η συντήρηση της σχολής γινόταν από τις πέντε αναφερόμενες κοινότητες και με τη χορηγία εύπορων συμπολιτών. Τα βιβλία και το πρόγραμμα της διδασκαλίας έρχονταν από το Πατριαρχείο. Σύμφωνα με μια μαρτυρία, κάποιο χρονικό διάστημα το μάθημα των οθωμανικών διδασκόταν από τον Ιωάννη Χλωρό, καθηγητή οθωμανικών στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και συγγραφέα του γνωστού ελληνοτουρκικού λεξικού.24




1. Yurt Ansiklopedisi 6 (İstanbul 1982-1983), σελ. 4.588, βλ. λ. “Kastamonu”.

2. Yurt Ansiklopedisi 6 (İstanbul 1982-1983), σελ. 4.600, βλ. λ. “Kastamonu”.

3. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Επαρχία Παφλαγονία, περιφέρεια Ινέπολη, οικισμός Ινέπολη, ΠΦ 6.

4. Yurt Ansiklopedisi 6 (İstanbul 1982), σελ. 4.588-4.589, βλ. λ. “Kastamonu”.

5. Λαζαρίδης, Δ., Στατιστικοί πίνακες της εκπαιδεύσεως των Ελλήνων στον Πόντο 1821-1922 (Αθήνα 1988), σελ. 46, 60.

6. Yurt Ansiklopedisi 6 (İstanbul 1982-1983), σελ. 4.600, βλ. λ. “Kastamonu”.

7. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Επαρχία Παφλαγονία, περιφέρεια Ινέπολη, οικισμός Ινέπολη, ΠΦ 6.

8. Κοντογιάννης, Π. Μ., Γεωγραφία της Μικράς Ασίας. Φυσική σύστασις της χώρας, πολιτική γεωγραφία, φυσικός πλούτος (Αθήναι 1921), σελ. 96-97.

9. Patriarcat Oecumenique, Les atrocités Kémalistes dans les régions du Pont et dans le reste de l'Anatolie (Constantinople 1922), σελ. 248.

10. Yurt Ansiklopedisi 6 (İstanbul 1982-1983), σελ. 4.588-4.589, βλ. λ. “Kastamonu”.

11. Σολδάτος, Χ., Η εκπαιδευτική και πνευματική κίνηση του ελληνισμού της Μικράς Ασίας (1800-1922) Α: Η γέννηση και η εξέλιξη των σχολείων (Αθήνα 1989), σελ. 183.

12. Οικουμενικόν Πατριαρχείον, Μαύρη Βίβλος διωγμών και μαρτυρίων του εν Τουρκία Ελληνισμού (1914-1918) (Κωνσταντινούπολις 1919), σελ. 315.

13. Λεύκωμα του συλλόγου «Προσφυγική κοινότης Ινεπόλεως» (Αθήνα 1955), σελ. 9.

14. Οικουμενικόν Πατριαρχείον, Μαύρη Βίβλος διωγμών και μαρτυρίων του εν Τουρκία Ελληνισμού (1914-1918) (Κωνσταντινούπολις 1919), σελ. 407.

15. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Επαρχία Παφλαγονία, περιφέρεια Ινέπολη, οικισμός Ινέπολη, ΠΦ 6.

16. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Επαρχεία Παφλαγονία, περιφέρεια Ινέπολη, οικισμός Ινέπολη, ΠΦ 6.

17. Yurt Ansiklopedisi 6 (İstanbul 1982-1983), σελ. 4.592, βλ. λ. “Kastamonu”.

18. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Επαρχία Παφλαγονία, περιφέρεια Ινέπολη, οικισμός Ινέπολη, ΠΦ 6.

19. Σολδάτος, Χ., Η εκπαιδευτική και πνευματική κίνηση του ελληνισμού της Μικράς Ασίας (1800-1922) Α: Η γέννηση και η εξέλιξη των σχολείων (Αθήνα 1989), σελ. 184.

20. Λαζαρίδης, Δ., Στατιστικοί πίνακες της εκπαιδεύσεως των Ελλήνων στον Πόντο 1821-1922 (Αθήνα 1988), σελ. 60.

21. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Επαρχία Παφλαγονία, περιφέρεια Ινέπολη, οικισμός Ινέπολη, ΠΦ 6.

22. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Επαρχία Παφλαγονία, περιφέρεια Ινέπολη, οικισμός Ινέπολη, ΠΦ 6.

23. Λεύκωμα του συλλόγου «Προσφυγική κοινότης Ινεπόλεως» (Αθήνα 1955), σελ. 9.

24. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Επαρχία Παφλαγονία, περιφέρεια Ινέπολη, οικισμός Ινέπολη, ΠΦ 6.