1. Βιογραφικά στοιχεία
Η Ιουλία Βάλβιλλα ήταν μέλος του βασιλικού οίκου της Κομμαγηνής. Έζησε και έδρασε στα τέλη του 1ου και στο α΄ μισό του 2ου αι. μ.Χ. Γονείς της ήταν ο Γάιος Ιούλιος Αντίοχος Επιφανής και η Κλαυδία Καπιτολίνα, ενώ αδελφός της ο Αντίοχος Επιφανής Φιλόπαππος. Παππούς της από την πλευρά του πατέρα της ήταν ο Αντίοχος Δ', τελευταίος βασιλιάς της Κομμαγηνής, ενώ από την πλευρά της μητέρας της ο Τιβέριος Κλαύδιος Βάλβιλλος, λόγιος που σχετιζόταν με το Μουσείο της Αλεξάνδρειας και έπαρχος Αιγύπτου.
Μετά την υποταγή του μικρού βασιλείου στους Ρωμαίους το 72 μ.Χ., η οικογένεια εξαναγκάστηκε να εκπατριστεί. Ο Επιφανής και ο Φιλόπαππος εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα, ενώ δεν πιστοποιείται το ίδιο για τις γυναίκες της οικογένειας.
Τα ίχνη της Βάλβιλλας εντοπίζονται ξανά στην Αίγυπτο, όπου η μητέρα της παντρεύτηκε για δεύτερη φορά με τον Ιούνιο Ρούφο, έπαρχο Αιγύπτου μεταξύ των ετών 94 και 98 μ.Χ. Έχει πάντως διατυπωθεί και η υπόθεση ότι έζησε με το Φιλόπαππο στην Αθήνα και πήγε στην Αίγυπτο ακολουθώντας τον αυτοκράτορα Αδριανό το 129 μ.Χ.1 Κατά την επίσκεψη του Αδριανού στην Αίγυπτο, συνόδευσε τον ίδιο και την αυτοκράτειρα Σαβίνα στην Κοιλάδα των Βασιλέων. Σε ανάμνηση της επίσκεψής τους στους Κολοσσούς του Μέμνονα2 στις 19-21 Νοεμβρίου του 130 μ.Χ., η Βάλβιλλα συνέθεσε 4 ελεγειακά ποιήματα3 σε μια ιδιόμορφη διάλεκτο που μιμείται την αιολική. Τα κείμενα αυτά, που φέρουν την υπογραφή της, εξυμνούν το αυτοκρατορικό ζεύγος,4 αλλά δεν παραλείπουν να τονίσουν και την αριστοκρατική καταγωγή της ποιήτριας. Σώζονται μάλιστα μέχρι σήμερα, ως εγχάρακτες επιγραφές στα κάτω άκρα ενός από τους Κολοσσούς.5
2. Αποτίμηση – κρίσεις
Η Ιουλία Βάλβιλλα ήταν αναμφισβήτητα μια αινιγματική αλλά και ενδιαφέρουσα προσωπικότητα. Γυναίκα με αριστοκρατική καταγωγή, έζησε στην εξορία αλλά σε καμία περίπτωση δε βρέθηκε στο περιθώριο της κοινωνίας. Αντίθετα, τόσο η δράση της όσο και οι σχέσεις της με τον αυτοκράτορα Αδριανό αποδεικνύουν ότι κατέλαβε σημαντική θέση στην κοινωνία της νέας της πατρίδας, γεγονός που ασφαλώς οφείλεται εν μέρει και στην ευγενική της γενιά. Αν η υπόθεση για παραμονή της στην Αθήνα αληθεύει, τότε θα επωφελήθηκε ιδιαίτερα και από την επιρροή του αδελφού της Φιλόπαππου, ο οποίος ανέπτυξε αξιόλογη πολιτική και θρησκευτική δράση και άφησε το λαμπρό ταφικό του μνημείο στην πόλη.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν όχι τόσο οι καλλιτεχνικές τάσεις της Βάλβιλλας αλλά ο τρόπος εκδήλωσής τους. Παρά το γεγονός ότι τα ποιήματά της δεν έχουν ιδιαίτερη λογοτεχνική αξία, η ίδια διακήρυξε ενυπόγραφα την ποιητική της ιδιότητα στην ιερή Κοιλάδα των Βασιλέων, μη παραλείποντας φυσικά και εκτενή μνεία στην αριστοκρατική καταγωγή της. Η επιλογή της περιοχής αυτής κάθε άλλο παρά τυχαία θα ήταν. Κατά μία μάλιστα άποψη, οι Κολοσσοί του Μέμνονα είχαν ιδιαίτερη συμβολική αξία για την ίδια, λειτουργώντας συνειρμικά ως αρχέτυπα των υπερφυσικών γλυπτών του Nemrut Dag, του ταφικού μνημείου του προγόνου της Αντιόχου Α΄ στη μακρινή της πατρίδα.
1. Bowie, E.L., “Greek Poetry in the Antonine Age”, στο Russel, D.A. (επιμ.), Antonine Literature (Oxford 1990), σελ. 62. 2. Οι Κολοσσοί του Μέμνονα είναι γλυπτά υπερφυσικού μεγέθους που χρονολογούνται στη 18η Δυναστεία, περίπου το 1360 π.Χ. Αναπαριστούν τον Αμένοφι Γ΄ και βρίσκονται στην είσοδο του ταφικού του μνημείου, στην κοιλάδα των Θηβών. 3. Bernand, A. και Bernard, E., Les Inscriptions Grécques et Latines du Colosse de Mémnon (Institut Francais d’ Archéologie Oriental, Bibliothèque d’ Etude 31, Paris 1960), σελ. 80-98, αρ. 28-31. 4. Η εξύμνηση της ομορφιάς της «αγαπημένης ή αξιαγάπητης μορφής» της Σαβίνας έχει οδηγήσει στην υπόθεση της ερωτικής σχέσης μεταξύ των δύο γυναικών. Βλ. σχετικά Bowie, E.L., “Greek Poetry in the Antonine Age”, στο Russel, D.A. (επιμ.), Antonine Literature (Oxford 1990), σελ. 62. 5. Πλήθος άλλων επιγραφών στα τεράστια αυτά γλυπτά πιστοποιούν μια ενδιαφέρουσα συνήθεια των Ρωμαίων επισκεπτών να αφήνουν με αυτό τον τρόπο την υπογραφή τους στην ιερή κοιλάδα.
|
|
|