Κωνσταντίνος Παλαιολόγος

1. Γενικά στοιχεία

Γιος του μεγάλου δομέστικου Ανδρόνικου Παλαιολόγου από τον δεύτερο γάμο του, ετεροθαλής αδελφός του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου (1261-1282). Γεννήθηκε περί το 1230.1 Ο Κωνσταντίνος μαζί με τον ετεροθαλή αδελφό του Ιωάννη Παλαιολόγο ήταν στο πλευρό του αδελφού τους Μιχαήλ (μετέπειτα Μιχαήλ Η΄), ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των θυελλωδών γεγονότων το καλοκαίρι του 1258. Οι νεότεροι αδελφοί, χωρίς ακόμη να τους έχει απονεμηθεί κάποιος υψηλός τίτλος, προσχώρησαν κατ’ επιθυμία του Μιχαήλ στην ομάδα γύρω από τον νεαρό αυτοκράτορα Ιωάννη Δ΄ Λάσκαρι, ενώ ο αδελφός τους γρήγορα κατόρθωσε να αναλάβει την εξουσία στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία της Νίκαιας.

Όταν στις αρχές του 1259 ο Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος στέφθηκε αυτοκράτορας, τίμησε με υψηλούς τίτλους ορισμένους συγγενείς του και τους στενότερους συνεργάτες του. Με την ευκαιρία αυτή απένειμε στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο τον τίτλο του καίσαρα. Επίσης, επιθυμώντας να ενισχύσει τη θέση του με σχέσεις επιγαμίας, ο νέος αυτοκράτορας νύμφευσε τον ετεροθαλή αδελφό του με την Ειρήνη Βράναινα, κόρη του στρατηγού Βρανά. Από το γάμο του με την Ειρήνη ο Κωνσταντίνος απέκτησε πέντε παιδιά: τον Μιχαήλ, τον Ανδρόνικο, τη Μαρία, τη Θεοδώρα και μιαν ακόμα κόρη της οποίας το όνομα δεν παραδίδεται αλλά γνωρίζουμε ότι παντρεύτηκε τον τσάρο της Βουλγαρίας Smilec (1292-1298).

2. Στρατιωτική σταδιοδρομία

Την ίδια χρονιά, το 1259, ο νέος καίσαρ μαζί με τον ετεροθαλή του αδελφό Ιωάννη Παλαιολόγο έλαβαν μέρος στη μάχη της Πελαγονίας, όπου τα στρατεύματα της Νίκαιας νίκησαν τον πολυάριθμο αλλά ετερογενή στρατό του πρίγκιπα της Αχαΐας Γουλιέλμου Β΄ Βιλλεαρδουίνου, του βασιλιά της Σικελίας Μαμφρέδου και του δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄ Αγγέλου.2 Η μεγάλη αυτή και αποφασιστικής σημασίας επιτυχία συνοδεύτηκε από νέες αναγνωρίσεις και τιμές προς τους επικεφαλής του στρατού της Νίκαιας. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έλαβε τον τίτλο του σεβαστοκράτορα, ο οποίος στην ιεραρχία των τίτλων ερχόταν αμέσως μετά από εκείνον του αυτοκράτορα και του δεσπότη. Ταυτόχρονα, τον τίτλο του καίσαρα έλαβε και ο Κωνσταντίνος Τορνίκιος ή Τορνίκης, όμως, όπως σημειώνει ο Γεώργιος Ακροπολίτης, ένα επιπλέον έμβλημα διέκρινε τον αδελφό του αυτοκράτορα: φορούσε γαλάζια υποδήματα με χρυσούς αετούς, ενώ ο Τορνίκης δεν φαίνεται να έφερε παρόμοιο διακριτικό.3

Η επόμενη μνεία του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου χρονολογείται στην εποχή μετά την παλινόρθωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Όπως γράφει ο Γεώργιος Παχυμέρης, ο Μιχαήλ Η΄ έστειλε τον ετεροθαλή του αδελφό με γενουάτικα πλοία στη Μονεμβασία μαζί με στρατό Τουρκομάνων μισθοφόρων και Βυζαντινών από τη Μικρά Ασία. Η εκστρατεία αυτή έγινε το 12624 και αποτελούσε σημαντικό βήμα στις βυζαντινές προσπάθειες επανάκτησης της Πελοποννήσου. Μαζί με τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο είχαν σταλεί ο μέγας δομέστικος Αλέξιος Φιλής και ο παρακοιμώμενος Ιωάννης Μακρηνός. Ο σεβαστοκράτορας υπέταξε σχετικά γρήγορα τον σλαβικό πληθυσμό στον Ταΰγετο, έχτισε ορισμένα οχυρά και πολιόρκησε τη Σπάρτη. Αργότερα εγκατέλειψε την πολιορκία και αναχώρησε για την Ανδραβίδα, πρωτεύουσα της ηγεμονίας της Αχαΐας. Όμως, ένα λατινικό τάγμα αιφνιδίασε τον πολυάριθμο στρατό του Κωνσταντίνου και τον νίκησε.5 Τα υπολείμματα του στρατού του συγκεντρώθηκαν στον Μυστρά, όπου ο σεβαστοκράτορας κατόρθωσε να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις του.

Αργότερα, πιθανώς το καλοκαίρι του 1263, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος επανέλαβε τις επιχειρήσεις στην Πελοπόννησο και προσπάθησε πάλι να καταλάβει την Ανδραβίδα. Πρώτα πολιόρκησε το οχυρό του Νίκλι. Όμως, οι μουσουλμάνοι μισθοφόροι στο στρατό του, οι οποίοι δεν είχαν πάρει το μισθό τους για μερικούς μήνες, τον εγκατέλειψαν και πέρασαν στο πλευρό του Γουλιέλμου Β΄ Βιλλεαρδουίνου. Ο Κωνσταντίνος παραιτήθηκε από τις επιχειρήσεις, και με το πρόσχημα μιας ασθένειας επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, αφήνοντας τη διοίκηση στον Αλέξιο Φιλή και στον Μακρηνό. Μετά την ήττα και την αιχμαλωσία των δύο τελευταίων, οι βυζαντινές επιχειρήσεις εκφυλίστηκαν σε συνοριακές αψιμαχίες.

Οι πηγές σιωπούν για την περαιτέρω σταδιοδρομία του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, αν και είναι γνωστό ότι ο Μανουήλ Φιλής του αφιέρωσε δύο ποιήματα. Πάντως φαίνεται ότι ο Κωνσταντίνος πέθανε σχετικά νέος (πριν από το 1275), ως μοναχός Καλλίνικος, και το ίδιο ισχύει ενδεχομένως και για τη σύζυγό του Ειρήνη, η οποία ως μοναχή είχε λάβει το όνομα Μαρία.6 Στο τυπικό της μονής Βεβαίας Ελπίδος που ίδρυσε η κόρη τους Θεοδώρα ορίζεται ως ημερομηνία μνημοσύνου του Κωνσταντίνου και της συζύγου του η 25η Οκτωβρίου.




1. Papadopulos, A., Versuch einer Genealogie der Palaiologen, 1259-1453 (München 1938, ανατ. Amsterdam 1962), αρ. 5, σελ. 6: θεωρείται ότι ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος γεννήθηκε μετά το 1226. Στο Prosopographisches  Lexikon der Palaiologenzeit, IX (Wien 1989), αρ. 21498, σελ. 98, υπολογίζεται κατά προσέγγιση η χρονολογία γέννησης γύρω στο 1230. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο μεγαλύτερος ετεροθαλής αδελφός του Ιωάννης γεννήθηκε μετά το 1225, είναι αδύνατον να δοθεί πιο ακριβής χρονολόγηση από την προτεινόμενη.

2. Μια από τις τελευταίες εργασίες για τη μάχη της Πελαγονίας έγραψε ο Adžievski, στο Аџиевски К. Пелагонија во средниот век (од доаѓањето на Словените до паѓањето под турска власт) (Скопје 1994) , σελ. 154-160, όπου παρατίθενται όλες οι πηγές και η βιβλιογραφία σχετικά με το θέμα.

3. Georgii Acropolitae Opera, επιμ. A. Heisenberg, διόρθ. P. Wirth (Stuttgart 1978), σελ. 173.

4. Παλαιότερα εθεωρείτο ότι η εκστρατεία αυτή πραγματοποιήθηκε το 1263, όμως ο Failler, A., “Chronologie et composition dans l’Histoire de Georges Pachymérès”, Revue des études byzantines 38 (1980), σελ. 85-103, τοποθετεί τις βυζαντινές επιχειρήσεις στο 1262.

5. Chronicle of the Morea, επιμ. J. Schmitt (London 1904), στ. 4706-4855.

6. Delehaye, H., Deux typica byzantins de l’époque des Paléologues. Mémoires de l’Academie de Belgique, Classe des lettres, Ser. II (1921), σελ. 13-4 . Πρβ. Spatharakis, I., The Portrait in Byzantine Illuminated Manuscripts (Byzantina Neerlandica, Leiden 1976), σελ. 192-193.