Λάζαρος ο Γαλησιώτης

1. Βιογραφικά στοιχεία

Ο Λάζαρος γεννήθηκε το 966/9671 στο χωριό Θεοτόκος/Παναγία, κοντά στη Μαγνησία, στον ποταμό Μαίανδρο. Το βαπτιστικό του όνομα ήταν Λέων. Ανήκε σε αγροτική οικογένεια και οι γονείς του ονομάζονταν Νικήτας και Ειρήνη. Γνωρίζουμε επίσης ότι είχε άλλους τέσσερις αδελφούς, από τους οποίους ο ένας ονομαζόταν Ιγνάτιος, συντρόφευσε το Λάζαρο ως μοναχός κατά την παραμονή του στο όρος Γαλήσιο και τον διαδέχτηκε στη διοίκηση των μονών μετά το θάνατό του.

Από την ηλικία των έξι ετών την ανατροφή του την ανέλαβε ο θείος του Ηλίας, ηγούμενος της μονής των Καλαθών. Έπειτα από τρία χρόνια ο θείος του τον εμπιστεύθηκε σε κάποιο νοτάριο Γεώργιο, στη μονή των Oρόβων, για να μαθητεύσει κοντά του στα ιερά γράμματα. Παρέμεινε εκεί τρία χρόνια και έπειτα επέστρεψε στο θείο του Ηλία, για να λάβει εκκλησιαστική παιδεία. Όμως η άσχημη συμπεριφορά του θείου του τον ώθησε να εγκαταλείψει κρυφά τη μονή με σκοπό να ταξιδέψει στους Αγίους Τόπους. Γρήγορα τον ανακάλυψαν και τον επανέφεραν στη μονή των Καλαθών, όπου παρέμεινε άλλα δύο χρόνια, και έπειτα ο θείος του τον παρέδωσε σε κάποιο νοτάριο Νικόλαο στη μονή Στροβηλίου, προκειμένου να εκπαιδευτεί στο επάγγελμα των νοταρίων.

2. Δράση

2.1. Ταξίδι στους Αγίους Τόπους

Έπειτα από παραμονή τριών ετών κοντά στο νοτάριο Νικόλαο, το 984/985 ο δεκαοκτάχρονος πλέον Λάζαρος εγκατέλειψε την πατρίδα του για να επισκεφθεί τους Αγίους Τόπους. Πέρασε πρώτα από τις Χώνες και στη συνέχεια κατευθύνθηκε μέσω Καππαδοκίας προς την Αττάλεια, όπου όμως τα σχέδιά του αναβλήθηκαν από την απόπειρα ενός μοναχού, με τον οποίο συνταξίδευε, να πουλήσει το νεαρό Λάζαρο σε κάποιον Αρμένιο ναύκληρο.2 Παρέμεινε λοιπόν ορισμένα χρόνια σε μία μονή σε γειτονικό όρος της Αττάλειας, όπου και έλαβε το μικρό μοναχικό σχήμα και το όνομα Λάζαρος. Αργότερα, μεταξύ 991 και 993, έφτασε στα Ιεροσόλυμα, προσκύνησε στους Αγίους Τόπους και παρέμεινε στη λαύρα του Αγίου Σάββα, όπου και έγινε συγκανονάρχης. Κατόπιν έλαβε το μεγάλο μοναχικό σχήμα και χειροτονήθηκε διάκονος, ενώ αργότερα χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων. Από τη λαύρα του Αγίου Σάββα εκδιώχθηκε περί το 1000, έπειτα από παραμονή έξι χρόνων, εξαιτίας της ανυπακοής που έδειξε σε εντολή του ηγουμένου, και μεταφέρθηκε στη λαύρα του Αγίου Ευθυμίου. Αργότερα επέστρεψε και πάλι στη λαύρα του Αγίου Σάββα.

2.2. Επιστροφή και δράση στην πατρίδα του

Ο Λάζαρος αναγκάστηκε να φύγει από την Παλαιστίνη το 1009,3 εξαιτίας διωγμού των χριστιανών από τους Άραβες, και να επιστρέψει στο Βυζάντιο.4 Στο ταξίδι της επιστροφής πέρασε από την Κιλικία, την Καππαδοκία και τον Πόντο, έπειτα κατευθύνθηκε δυτικά και το 1010/1011 μέσω των Χωνών κατέληξε στην Έφεσο. Από εκεί είχε την πρόθεση να ταξιδέψει στη Ρώμη, ένα ταξίδι που αποτελούσε σκοπό και όνειρο ζωής για πολλούς προσκυνητές της εποχής. Αντ’ αυτού, επισκέφθηκε την ιδιαίτερη πατρίδα του, όπου έγινε στυλίτης και ίδρυσε μονή. Θέλοντας να αποφύγει το πλήθος, που είχε αρχίσει να τον επισκέπτεται, και να απομονωθεί, λίγο αργότερα αναζήτησε καταφύγιο στο όρος Γαλήσιο, το οποίο ήταν δύσβατο και του εξασφάλιζε την ηρεμία που αποζητούσε. Εκεί αποσύρθηκε έξι μήνες στο σπήλαιο του Αγίου Παφνουτίου, όπου οι μαθητές του του κατασκεύασαν ένα στύλο, κοντά στον οποίο οικοδομήθηκε η μονή του Σωτήρος. Εκεί ο Λάζαρος παρέμεινε 12 χρόνια, από 1012 έως το 1024. Εξαιτίας της προσέλευσης του κόσμου, ο Λάζαρος αποσύρθηκε εκ νέου σε ψηλότερο σημείο του όρους, πάλι πάνω σε στύλο, και εκεί ίδρυσε το ναό της Θεοτόκου. Κάποια στιγμή μετακινήθηκε ακόμα ψηλότερα, σε διαφορετικό στύλο, όπου και οικοδόμησε τη σημαντικότερη και μεγαλύτερη μονή της Αναστάσεως. Ίδρυσε επίσης άλλη μία μονή εκτός του όρους Γαλησίου, στην περιοχή Βέσσες.

3. Θάνατος

Το 1051 ο Λάζαρος παρουσίασε προβλήματα υγείας σχετικά με τη καρδιά του, κατάσταση η οποία συνέχισε να επιδεινώνεται κατά τα επόμενα τρία χρόνια. Πέθανε στις 7 Νοεμβρίου 1053, σε ηλικία 86 ετών, πάνω στο στύλο της μονής της Αναστάσεως, έπειτα από συνολική παραμονή 41 ετών στο όρος Γαλήσιο.5

Οκτώ ημέρες πριν από το θάνατό του, ο Λάζαρος είχε υπαγορεύσει σε κάποιο μοναχό Νικόλαο τη Διατύπωση, με την οποία έδινε οδηγίες για τη λειτουργία των μονών, τη διατροφή, την ένδυση και την υπόδηση των μοναχών, όριζε τα καθήκοντα του ηγουμένου, την υποχρέωσή του μία φορά το χρόνο, στα τέλη Αυγούστου, να κάνει απολογισμό και να παραδίδει τυχόν αποθέματα των μονών στη μονή στις Βέσσες. Επίσης, ζητούσε να τελείται και μετά το θάνατό του με τον ίδιο τρόπο το μυστήριο της Θείας Λειτουργίας και το σώμα του να μεταφερθεί στο βάθος του φαραγγιού για να γίνει τροφή για τα ζώα.

Μετά το θάνατό του ανακηρύχθηκε άγιος και η μνήμη του εορτάζεται στις 7 ή/και στις 10 Νοεμβρίου.

Το σώμα του ενταφιάστηκε προσωρινά στο νάρθηκα της μονής της Αναστάσεως την επομένη του θανάτου του. Τη 17η Ιουλίου κάποιου έτους εντός του 11ου αιώνα, το λείψανο του αγίου μεταφέρθηκε σε άγνωστο σημείο. Αργότερα, στις αρχές του 14ου αιώνα, και εξαιτίας των τουρκικών επιδρομών, πραγματοποιήθηκε η δεύτερη μετακομιδή του κρανίου του Λαζάρου, αυτή τη φορά στη Βασιλεύουσα.

4. Θαυματουργική δράση

Το Λάζαρο τον επισκέπτονταν στο Γαλήσιο κάτοικοι των γύρω περιοχών, αλλά και πιστοί από απομακρυσμένα μέρη, τη Χίο, το Ικόνιο, την Κωνσταντινούπολη, τη Γεωργία και την Αρμενία. Ο ίδιος ασχολήθηκε με τον προσηλυτισμό Aράβων, Eβραίων και παυλικιανών. Εκτός από την επιρροή του Λαζάρου στους απλούς πιστούς, φαίνεται ότι είχε επαφές με μέλη της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, διοικητικούς υπαλλήλους και στρατιωτικά αξιωματούχους της περιοχής του. Aνάμεσα σε αυτούς που επισκέφθηκαν το Λάζαρο ήταν και ο Pωμανός Σκληρός, στρατηγός του θέματος των Θρακησίων. Είχε επίσης αποστείλει τουλάχιστον δύο επιστολές στον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Θ΄ Μονομάχο (1042-1055) και είχε λάβει τουλάχιστον μία απάντηση. Σύμφωνα μάλιστα με το Βίο του, ο Λάζαρος προφήτευσε την άνοδο του Κωνσταντίνου Μονομάχου στο θρόνο και για το λόγο αυτό ο τελευταίος πρόσφερε στο ναό της Θεοτόκου στις Βέσσες 720 νομίσματα και ένα βασιλικό σκεύος. Είχε προβλέψει επίσης την ανατροπή του Mιχαήλ E΄ Kαλαφάτη (1041-1042) και την αποτυχία του κινήματος του σφετεριστή Kωνσταντίνου Bαρέος, ο οποίος αποπειράθηκε να αποσπάσει το θρόνο από τον Kωνσταντίνο Θ΄, ενώ προέβλεψε και την ανάκληση ενός εξόριστου από τον ίδιο αυτοκράτορα. Δεν υπάρχει παράδοση μεταθανάτιων θαυμάτων του Λαζάρου, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Η λατρεία του άρχισε να διαδίδεται κυρίως μετά το 13ο αιώνα,6 καθώς αμέσως μετά το θάνατό του οι κοινότητες στο όρος Γαλήσιο διένυσαν μια σκοτεινή περίοδο επειδή υπήρξαν εσωτερικές διαμάχες για την πρωτοκαθεδρία, αντιπαλότητα με τη μητρόπολη Εφέσου και συκοφαντίες εναντίον της μνήμης του Λαζάρου.

5. Μοναστικά ιδρύματα του Λαζάρου

Ο Λάζαρος ίδρυσε πρώτα τη μονή της Αγίας Μαρίνας εκεί όπου προϋπήρχε ομώνυμος ναός. Βρισκόταν στην αριστερή όχθη του ποταμού Καΐστρου και κοντά σε κεντρική και πολυσύχναστη οδό. Στον υπάρχοντα ναό ο Λάζαρος πρόσθεσε (με χορηγίες πιστών και συγκεκριμένα μιας πλούσιας κατοίκου της Εφέσου και του μητροπολίτη της πόλης) ένα νέο ναό και μοναστικά κελιά, όπου συγκεντρώθηκαν μαθητές του Λαζάρου και ο αδελφός του Ιγνάτιος. Μετά την αναχώρηση του Λαζάρου από τη μονή, ο έλεγχός της πέρασε στο μητροπολίτη Εφέσου.

Στη συνέχεια, ο Λάζαρος ίδρυσε στο σπήλαιο του Αγίου Παφνουτίου, όπου είχε αποσυρθεί, τη μονή του Σωτήρος, στην οποία σύμφωνα με τη Διατύπωση βρίσκονταν 12 μοναχοί. Ο Λάζαρος παρέμεινε στη μονή Σωτήρος μεταξύ 1012 και 1024. Το επόμενο μοναστικό ίδρυμα ήταν η μονή Θεοτόκου, στην οποία υπήρχαν 12 μοναχοί, ενώ ο Λάζαρος ίδρυσε μία ακόμα μονή στο όρος Γαλήσιο, τη μονή Αναστάσεως, η οποία σύμφωνα με τη Διατύπωση είχε 40 μοναχούς και αποτελούσε το μεγαλύτερο μοναστικό ίδρυμα του αγίου. Η μονή υπήρξε αποτέλεσμα αυτοκρατορικής χορηγίας του Κωνσταντίνου Θ΄, ως δείγμα ευγνωμοσύνης προς το Λάζαρο.7

Το μοναστικό κέντρο στο όρος Γαλήσιο είχε στενές σχέσεις και ασκούσε εν μέρει έλεγχο επί ορισμένων άλλων μονών της περιοχής, όπως η γυναικεία μονή της Ευπραξίας, στην οποία ηγουμένη ήταν η μητέρα του Λαζάρου, η μονή της Θεοτόκου στις Βέσσες και η μονή της Παυσολύπης, η οποία ήταν χορηγία της Μαρίας Σκλήραινας, ερωμένης του αυτοκράτορα.8

Ιδιαίτερα στενοί ήταν οι δεσμοί των μονών του Γαλησίου με αυτή της Θεοτόκου, την οποία ίδρυσε ο Λάζαρος βόρεια της Εφέσου, στη δεξιά όχθη του ποταμού Καΐστρου και όχι μακριά από τη θάλασσα. Από το Γαλήσιο τη χώριζαν ο ποταμός και μία οροσειρά, ενώ είχαν μεταξύ τους κοινά προάστια. Αποτελούσε το μεγαλύτερο μοναστικό ίδρυμα της περιοχής, με περισσότερους από 200 μοναχούς. Τη διοίκηση ασκούσε ο ηγούμενος και όχι ο Λάζαρος, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες μονές, τις οποίες τυπικά διοικούσε ο ίδιος· όμως, καθώς ζούσε απομονωμένος στην κορυφή του όρους πάνω σε ένα στύλο, είχε αναθέσει στον εκάστοτε οικονόμο τη διοίκηση των μονών. H μονή στις Bέσσες ήταν αυτοδέσποτη, αλλά απολάμβανε και την αυτοκρατορική προστασία. Ο Ιγνάτιος, αδελφός του Λαζάρου, ήταν οικονόμος της «οικίας του Φιλιππικού», ενός επικουρικού ιδρύματος που εξαρτιόταν από την κύρια μονή. Από εκεί έφυγε έπειτα από προτροπή του Λαζάρου για να αποσυρθεί στη μονή της Θεοτόκου στις Βέσσες, όπου και διορίστηκε ηγούμενος. Ο Ιγνάτιος υπήρξε διάδοχος του Λαζάρου στη διοίκηση των μονών μετά το θάνατο του τελευταίου.

Ο Λάζαρος βρισκόταν σε διαμάχη με το μητροπολίτη Εφέσου. Οι θρησκευτικές αρχές δεν έβλεπαν με καλό μάτι την ανάπτυξη της παροικίας του Λαζάρου, η οποία ήταν πολύ καλά οργανωμένη και προσοδοφόρα, και για το λόγο αυτό δεν αντιμετώπιζαν με ευμένεια την ανάπτυξη των μοναστικών κοινοτήτων του Γαλησίου.

Μετά το θάνατο του Λαζάρου, τα μοναστικά του ιδρύματα αντιμετώπισαν προβλήματα και μόνο κατά το 13ο και 14ο αιώνα οι μονές αυτές επρόκειτο να εξελιχθούν σε σημαντικά κέντρα αντιγραφής χειρογράφων και παραγωγής βιβλίων.

6. Αγιολογικές πηγές για το Λάζαρο Γαλησιώτη

Το Βίο του Λαζάρου τον συνέταξε ο μαθητής του Γρηγόριος λίγο μετά το θάνατο του αγίου και αποτελεί πολύτιμη πηγή για τα μοναστικά ιδρύματά του. Τη δεύτερη σωζόμενη μορφή του Βίου τη συνέταξε ο Γρηγόριος Κύπριος το 13ο αιώνα, ενώ σώζεται και μία επιτομή του Βίου, καθώς και ένα συναξάρι του 13ου αιώνα. Το 1984 εκδόθηκε το αγιολογικό κείμενο των αρχών του 13ου αιώνα για το Λάζαρο Γαλησιώτη, το οποίο το είχε συγγράψει ο Ακάκιος Σαββαΐτης.




1. Η πιο πρόσφατη εργασία σχετικά με το Λάζαρο Γαλησιώτη τοποθετεί τη γέννησή του μεταξύ της 8ης Νοεμβρίου 966 και της 7ης Νοεμβρίου 967. Βλ. Greenfield, R., The Life of Lazaros of Mt. Galesion: An Eleventh-Century Pillar Saint (Dumbarton Oaks Research Library and Collection, Washington D.C. 2000), σελ. 6, διαφοροποιούμενος ελαφρά από τη γενική άποψη που ήθελε τη γέννηση του Λαζάρου το 967.

2. Βίος και πολιτεία και άσκησις του οσίου πατρός ημών και θαυματουργού Λαζάρου του εν τω Γαλησίω, Acta Sanctorum Novembris 3 (Bruxelles 1910), σελ. 508-588, ιδ. παρ. 9, σελ. 511.

3. Σύμφωνα με τον Delehaye, η αραβική επιδρομή τοποθετείται το 1009. Βλ. Βίος και πολιτεία και άσκησις του οσίου πατρός ημών και θαυματουργού Λαζάρου του εν τω Γαλησίω, Acta Sanctorum Novembris 3 (Bruxelles 1910), σελ. 511, σημ. 4. Την άποψη αυτή την υιοθετεί και η μελέτη του Greenfield, R., The Life of Lazaros of Mt. Galesion: An Eleventh-Century Pillar Saint (Dumbarton Oaks Research Library and Collection, Washington D.C. 2000), σελ. 8. Ο Janin, R., Les eglises et les monasteres des Grands Centres Byzantins. Bithynie, Hellespont, Latros, Galesios, Trebizonde, Athenes, Thessalonique (Paris 1975), σελ. 242, σημ. 6, την τοποθετεί το 1005.

4. Βίος και πολιτεία και άσκησις του οσίου πατρός ημών και θαυματουργού Λαζάρου του εν τω Γαλησίω, Acta Sanctorum Novembris 3 (Bruxelles 1910), σελ. 515, παρ. 19.

5. Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Βίου του, ο άγιος πέθανε την Κυριακή 7 Νοεμβρίου 1054 (έτος από κτίσεως κόσμου 6562) την 7η ινδικτιώνα. Βλ. Βίος και πολιτεία και άσκησις του οσίου πατρός ημών και θαυματουργού Λαζάρου του εν τω Γαλησίω, Acta Sanctorum Novembris 3 (Bruxelles 1910), σελ. 588, παρ. 254. Επειδή όμως η 7η Νοεμβρίου 1054 δεν ήταν Κυριακή, η ημερομηνία έχει διορθωθεί σε 1053, καθώς τότε η 7η Νοεμβρίου ήταν Κυριακή. Βλ. Malamut, É., "A propos de Bessai d’Éphèse", Revue des Études Byzantines 43 (1985), σελ. 241-251, ιδ. 243.

6. Τότε εξαιτίας της κατάληψης της Κωνσταντινούπολης και της ανόδου της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας, το όρος Γαλήσιο θεωρούνταν σημαντικό, ενώ δύο μετέπειτα Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, ο Ιωσήφ Α΄ και ο Αθανάσιος Α΄, ήταν παλαιότερα μοναχοί του όρους, βλ. Greenfield, R., The Life of Lazaros of Mt. Galesion: An Eleventh-Century Pillar Saint (Dumbarton Oaks Research Library and Collection, Washington D.C. 2000), σελ. 63-64.

7. Βλ. Greenfield, R., The Life of Lazaros of Mt. Galesion: An Eleventh-Century Pillar Saint (Dumbarton Oaks Research Library and Collection, Washington D.C. 2000), σελ. 41-48.

8. Σύμφωνα με τη Malamut, É., “A propos de Bessai d’Éphèse”, Revue des Études Byzantines 43 (1985), σελ. 241-251, ιδ. 247, η μονή της Παυσολύπης ταυτίζεται με τη μονή της Θεοτόκου στις Βέσσες. Αντίθετη είναι η άποψη του Greenfield, R., The Life of Lazaros of Mt. Galesion: An Eleventh-Century Pillar Saint (Dumbarton Oaks Research Library and Collection, Washington D.C. 2000), σελ. 35.