Λεωχάρης

1. Καταγωγή – Εργογραφία

Ο Λεωχάρης καταγόταν πιθανότατα από την Αθήνα, απ' όπου προέρχονται γύρω στις 10 βάσεις αγαλμάτων με την υπογραφή του,1 και εργάστηκε περίπου από το 370 ως το 320 π.Χ.2 Αρκετά από τα έργα του, που είναι γνωστά κυρίως από αναφορές στις αρχαίες γραπτές πηγές, χρονολογούνται με ακρίβεια και προσφέρουν πληθώρα πληροφοριών για τη σταδιοδρομία του.3 Νεανικά έργα του Λεωχάρη θεωρούνται ένα περίφημο χάλκινο άγαλμα Διός Βρονταίου στη Μεγαλόπολη, που μεταφέρθηκε αργότερα στη Ρώμη από τον Αύγουστο (30 π.Χ.-14 μ.Χ.)4 και ένα άγαλμα Απόλλωνα που υποτίθεται ότι αγόρασε ο Πλάτωνας για λογαριασμό του τύραννου των Συρακουσών Διονύσιου Β' το 365/64 π.Χ.5 Λίγο πριν από την εξορία του το 356/355 π.Χ., ο Αθηναίος στρατηγός Τιμόθεος (411-354 π.Χ.) παρήγγειλε στο Λεωχάρη έναν ανδριάντα του φιλο-μακεδόνα ρήτορα Ισοκράτη για να τον αφιερώσει στην Ελευσίνα.6

2. Ο Λεωχάρης στην Αλικαρνασσό

Περί το 360-350 π.Χ. ο Λεωχάρης ασχολήθηκε με το γλυπτό διάκοσμο της δυτικής πλευράς του Μαυσωλείου της Αλικαρνασσού.7 Έχουν γίνει διάφορες προσπάθειες να του αποδοθούν κάποια από τα σωζόμενα γλυπτά του Μαυσωλείου. Πιο ελκυστική φαίνεται η πρόταση του B. Ashmole που αποδίδει στο Λεωχάρη τις πλάκες αρ. 1013-1015 της ζωφόρου της Αμαζονομαχίας και την πλάκα αρ. 1037 της ζωφόρου της αρματοδρομίας, όλες στο Βρετανικό Μουσείο.8 Ήταν μαζί με το Βρύαξι από τους νεότερους σε ηλικία γλύπτες που εργάστηκαν στο Μαυσωλείο, όπου πρέπει να έφτασε περί το 355 π.Χ. Παρέμεινε εκεί για 10-15 χρόνια τουλάχιστον και πρέπει να φιλοτέχνησε, βοηθούμενος σίγουρα από ένα πολυπληθές επιτελείο βοηθών και μαθητευόμενων γλυπτών, τμήμα της ζωφόρου της Αμαζονομαχίας καθώς και αντίστοιχο τμήμα της μικρής ζωφόρου με την αρματοδρομία που περιέτρεχε το σηκό του ταφικού οικοδομήματος. Μετά το θάνατο της Αρτεμισίας το 351 π.Χ., συνέχισε να εργάζεται στο Μαυσωλείο, αλλά για οικονομικούς μάλλον λόγους ανέλαβε και άλλες παραγγελίες έργων. Έτσι, λίγο μετά το 350 π.Χ. πρέπει να φιλοτέχνησε το λατρευτικό κολοσσικό ακρόλιθο άγαλμα του Άρη, για το ιερό του στην ακρόπολη της Αλικαρνασσού, έργο όμως που αποδίδεται και στον Τιμόθεο.9 Ο θεός εικονιζόταν πιθανότατα γενειοφόρος με τα χαρακτηριστικά και την στρατιωτική ενδυμασία ενός μόλις μεσήλικα αττικού ήρωα του 4ου αι. π.Χ. Ένα μαρμάρινο σε μέγεθος λίγο μικρότερο του φυσικού κεφάλι περί το 135 μ.Χ. καθώς και ένα ιστορικό ανάγλυφο του 1ου αι. μ.Χ. αντανακλούν ίσως το χαμένο σήμερα έργο του Λεωχάρη.

Σύμφωνα επίσης με το B. Ashmole, ο Λεωχάρης εργάστηκε περί το 340 π.Χ. για το μαρμάρινο άγαλμα της ένθρονης και θρηνούσας Δήμητρας στο τέμενος της Δήμητρας και Κόρης στην Κνίδο, σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο (αρ. 1300), ένα από τα λίγα σωζόμενα ολόγλυφα έργα του 4ου αι. π.Χ.

3. Στην υπηρεσία των Μακεδόνων βασιλέων

Μια από τις υπογραφές του χρονολογείται στο 338/7 π.Χ. και αφορά ανάθημα στο Ασκληπιείο της Αθήνας. Προς το τέλος της καριέρας του και με τη φήμη που είχε αποκτήσει από το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού, ο Λεωχάρης εργάστηκε για τη μακεδονική βασιλική οικογένεια. Μετά τη μάχη στη Χαιρώνεια το 338 π.Χ. ανέλαβε τους χρυσελεφάντινους ανδριάντες του Φιλίππου Β', του Αλέξανδρου και της οικογένειάς τους στο Φιλιππείο της Ολυμπίας.10 Το πορτρέτο του Αλέξανδρου αντιγράφει ίσως μια νεανική κεφαλή Αλέξανδρου στην Ακρόπολη της Αθήνας.11

Περί το 330 π.Χ. φιλοτέχνησε μαζί με το γλύπτη Σθέννι από την Όλυνθο ένα ιδιωτικό οικογενειακό σύνταγμα 6 χάλκινων ανδριάντων στην Ακρόπολη της Αθήνας.12 Συνεργάστηκε μάλλον με το Λύσιππο στο τελευταίο ίσως έργο του που αφιερώθηκε στους Δελφούς λίγο μετά το 320 π.Χ: ένα χαμένο σήμερα χάλκινο σύμπλεγμα κυνηγιού λεόντων με τον Αλέξανδρο και το στρατηγό του Κρατερό.13

4. Έργα γνωστά από τις γραπτές πηγές

Οι αρχαίοι συγγραφείς μάς πληροφορούν και για άλλα έργα του Λεωχάρη που δεν είναι δυνατό να χρονολογηθούν με ακρίβεια. Για παράδειγμα ο Πλίνιος περιγράφει ένα χάλκινο σύμπλεγμα που εικονίζει την απαγωγή του Γανυμήδη από τον αετό του Δία.14 Το έργο αυτό ίσως ήταν αφιέρωμα σε ένα ιερό της Τροίας. Έργα του Λεωχάρη ήταν επίσης ένα άγαλμα Διός Πολιέος στην Ακρόπολη της Αθήνας,15 ένα σύμπλεγμα Διός και Δήμου στον Πειραιά16 καθώς και ένα χάλκινο άγαλμα Απόλλωνα με διάδημα.17

Το πιο διάσημο όμως έργο του Λεωχάρη ήταν ένα χάλκινο άγαλμα Απόλλωνα στον πρόναο του ναού του Απόλλωνα Πατρώου στην Αγορά της Αθήνας.18 Το γλυπτό αυτό χρονολογείται μάλλον στο διάστημα 338-322 π.Χ. και αποτέλεσε το πρότυπο τόσο για τη μορφή του Απόλλωνα στη ζωφόρο της Γιγαντομαχίας του Βωμού της Περγάμου, όσο και για το κατεξοχήν γλυπτό της Κλασικής Αρχαιότητας, το λεγόμενο «Απόλλωνα Belvedere» στο Βατικανό (ρωμαϊκό αντίγραφο), αλλά και για πολύ μεταγενέστερες δημιουργίες, όπως ο Περσέας του Antonio Canova στο Βατικανό.19

Οι ραδινές αναλογίες του σώματος και η διαγώνια κίνηση του Απόλλωνα Belvedere επαναλαμβάνονται και στη λεγόμενη Άρτεμη των Βερσαλλιών, η οποία έχει επίσης αποδοθεί στο Λεωχάρη, αν και η απόδοση αυτή έχει αμφισβητηθεί.20 Επίσης φιλοτέχνησε το χάλκινο ανδριάντα του παγκρατιαστή Αυτόλυκου.21 Στο Λεωχάρη αποδίδεται τέλος και ο αγαλματικός τύπος του Σοφοκλή του Λατερανού.22 Ο Λεωχάρης δημιούργησε κυρίως σε χαλκό ανδρικές μορφές, θεότητες και θνητούς, που διακρίνονται για τη ραδινότητα και την έντονη διαγώνια κίνηση, αλλά και για το συντηρητισμό τους.



1. Για τις βάσεις με την υπογραφή του Λεωχάρη, βλ. Lowy, E., Inschriften griechischer Bildhauer (Chicago 1885/1976), αρ. 77-83, 505· Πέππα-Δελμούζου, Ν., «Υπογραφές Καλλιτεχνών», ΣΤΗΛΗ, Τόμος εις μνήμην Νικολάου Κοντολέοντος (Αθήνα 1980), σελ. 430-433.

2. Ο Πλίνιος, ΦΙ 34.1, τοποθετεί λανθασμένα την ακμή του στην 102η Ολυμπιάδα (372/1-368/67 π.Χ.).

3. Donnay, G., «La chronologie de Léocharès», REA 61 (1959), σελ. 300-309. Για τις αρχαίες γραπτές πηγές που αναφέρονται στο Λεωχάρη, βλ. Overbeck, J.A., Die antiken Schriftquellen zur Geschichte der bildende Künste bei den Griechen (Leipzig - Hildesheim 1868/1959), αρ. 1301-1315· Stuart-Jones, H. (επιμ.), Select Passages from Ancient Writers Illustrative of the History of Greek Sculpture, [νέα βελτιωμένη έκδοση Oikonomides, A. N. (επιμ.)] (Chicago 1895/1966), σελ. 172-175· Jex-Blake, K. - Sellers, E., The Elder Pliny’s Chapters on the History of Art (Chicago 1896/1976), σελ. 70, 72· Pollitt, J.J., The Art of Greece, 1400-31 B.C. Sources and Documents (Cambridge 1995), σελ. 135-136· Gallet de Santerre, H. - Le Bonniec, H. (επιμ.), Pline l’ancien. Histoire Naturelle. Livre xxxiv (Paris 1983), σελ. 256-58· Jeppesen, K. - Luttrell, A., The Mausoleion at Halikarnassos 2. The Written Sources (Jutland 1986).

4. Πλίν., ΦΙ 34.10 και 79. Ο Δίας Βρονταίος του Λεωχάρη εικονίζεται πιθανότατα σε ρωμαϊκά νομίσματα και μικρά χάλκινα αντίγραφα. Βλ. Zanker, P., The Power of Images in the Age of Augustus (Ann Arbor 1988), σελ. 109.

5. Πλάτ., Επιστ. 13.361Α. Οι μελετητές της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας αμφισβητούν την αυθεντικότητα αυτής της επιστολής του Πλάτωνα. Πράγματι μια τέτοιου είδους αγοραπωλησία δε θα ήταν δυνατή πριν από την Ελληνιστική περίοδο.

6. Πλούτ., Ηθ. 838 D. Το γλυπτό αυτό απηχεί ίσως ένα μέτριας ποιότητας ρωμαϊκό αντίγραφο στη Villa Albani. Βλ. Richter, G.M.A., The Portaits of the Greeks (London 1965), σελ. 208-210.

7. Vitr., De Arch. 7· Praef. 12-13· Πλίν., ΦΙ 36.30-31.

8. Ashmole, B., "The Demeter of Cnidus", JHS 71 (1951), σελ. 13-28. Βλ. και Cook, B.F., "The Mausoleum Frieze: Membra Disjectanda", BSA 71 (1976), σελ. 53-54. Άλλοι ερευνητές αποδίδουν στο Λεωχάρη τις πλάκες αρ. 1007-08 ή 1020-21 της ζωφόρου της Αμαζονομαχίας.

9. Vitr., De Arch. 2.8.11· Vermeule, C.C., "From Halicarnassus to Alexandria in the Hellenistic Age. The Ares of Halicarnassus by Leochares", στο Bonacasa, N. - di Vita, A. (επιμ.), Allessandria e il mondo ellenistico-romano. Studi in onore di Achille Adriani 3 (Rome 1983-1984), σελ. 783-788.

10. Παυσ. 5.20.9.

11. Bieber, Μ., Alexander the Great in Greek and Roman Art (Chicago 1964), σελ. 24-25· Richter, G.M.A., The Portaits of the Greeks (London 1965), σελ. 105-107, 255· Graeve, V. von, "Ein attisches Alexanderbildniss und seine Wirkung", MDAI (A) 89 (1974), σελ. 231-239.

12. Davis, J.K., Athenian Propertied Families (Oxford 1971), αρ. 643.

13. Πλούτ., Αλεξ. 40.4· Πλίν., ΦΙ 34.61-65. Το έργο αυτό αντανακλάται ίσως σε ένα ανάγλυφο από τη Μεσσήνη σήμερα στο Παρίσι. Βλ. Moreno, P, Lisippo 1 (Bari 1974), σελ. 14-15, 33-37, 86-105.

14. Πλίν., ΦΙ 34.79. Βλ. επίσης Tatian, 34.3, Whittaker, M. (επιμ.), στο Oratio ad Graecos (Oxford 1982). Το γλυπτό αυτό αντιγράφει ίσως ένα ρωμαϊκό αγαλμάτιο στο Βατικανό. Βλ. Kunzl, E., Frühhelenistische Gruppen (Cologne 1968), σελ. 27-31.

15. Παυσ. 1.24.4.

16. Παυσ. 1.1.3.

17. Πλίν., ΦΙ 34.79.

18. Παυσ. 1.3.4.

19. Hedrick, C.W., "The Temple and Cult of Apollo Patroos in Athens", AJA 88 (1984), σελ. 247-248· Landwehr, C., Die antiken Gipsabgusse aus Baiae (Berlin 1984), σελ. 104-11, αρ. 64-76.

20. Pfrommer, M., "Leochares? Die hellenistische Schuhe der Artemis Versailles", MDAI (I) 34 (1984), σελ. 171-182.

21. Ο Αυτόλυκος δολοφονήθηκε από τους 30 Τυράννους και το άγαλμά του στήθηκε στο Πρυτανείο της Αθήνας.

22. Ο τύπος αυτός θεωρείται ότι αντανακλά ένα από τα αγάλματα των μεγάλων Αθηναίων τραγικών ποιητών που έστησε ο Λυκούργος στο θέατρο του Διονύσου στην Αθήνα (338-322 π.Χ.).