1. Η θέση
Η πόλη της Μυούντος,1 κοντά στο σημερινό Avşar, ιδρύθηκε στην Καρία από Ίωνες αποίκους υπό τον Κυάρετο (μερικές φορές εμφανίζεται με το όνομα Κυδρήλος), στις όχθες του ποταμού Μαιάνδρου και σε απόσταση 30 σταδίων από αυτόν. Ο Κυάρετος ήταν ένας από τους πολλούς νόθους γιους του Αθηναίου Κόδρου, του πρώτου, σύμφωνα με το μύθο, αποίκου στη Μικρά Ασία.2 Η περιοχή ήδη κατοικούνταν από Κάρες και οι Ίωνες κατέλαβαν, ουσιαστικά, την πόλη από αυτούς. Ο Παυσανίας έγραψε3 ότι «Οι Ίωνες που εγκαταστάθηκαν στη Μυούντα και στην Πριήνη αφαίρεσαν και αυτοί τις πόλεις από τους Κάρες». Η Μυούς ήταν η τελευταία πόλη της Ιωνικής Συμπολιτείας και σύντομα πέρασε στον έλεγχο της Μιλήτου που βρισκόταν μόλις 16 χλμ. στα νοτιοανατολικά.4 2. Η ιστορία της πόλης
Η Μυούς είχε λάβει μέρος στην Ιωνική επανάσταση και φαίνεται ότι ήταν η βάση των επιχειρήσεων του Αρισταγόρα της Μιλήτου, του αρχηγού της κακότυχης εξέγερσης εναντίον των Περσών.5 Ο Αρισταγόρας, αφού διέθεσε μεγάλο μέρος της προσωπικής του περιουσίας για το σκοπό αυτό και χωρίς να μπορεί να επιδείξει ένα θετικό αποτέλεσμα πιθανότατα δε βιαζόταν να επιστρέψει στην Ιωνία και να αντιμετωπίσει τον Αρταφέρνη, ο οποίος αργά αλλά σταθερά επανακαταλάμβανε τις ελληνικές πόλεις. Όπως φαίνεται, ο Αρισταγόρας πρέπει να εξέταζε τις επιλογές του, καθώς η πολιορκία της Νάξου εξακολουθούσε και πιθανόν ξεκίνησε να οργανώνει ένα σχέδιο προτού ακόμη φύγει από τη Νάξο, το οποίο και θα επηρέαζε πολύ και επί μακρόν ολόκληρη την περιοχή και την ιστορία της. Είναι γνωστό ότι καθυστέρησε το ταξίδι επιστροφής του και πως, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο στρατός είχε φτάσει πριν από αυτόν και περίμενε στη Μυούντα, 15 χλμ. ανατολικά της Μιλήτου.6 Πρόκειται πιθανόν για καθυστέρηση λίγων ημερών ή και εβδομάδων, ωστόσο μπορεί να υποτεθεί ότι χρησιμοποίησε το χρόνο αυτό περιμένοντας να έρθει η απάντηση με τους αγγελιοφόρους που είχε στείλει για να συγκεντρώσουν βοήθεια και συμβουλές. Ο Ηρόδοτος επίσης αναφέρει τον τρόπο με τον οποίο ένας δούλος συνάντησε τον Αρισταγόρα, όταν επέστρεψε από τη Νάξο με μυστικό μήνυμα από τον Ιστιαίο, το οποίο είχε χαραχθεί στο κεφάλι του δούλου με οδηγίες προς εκείνον να εξεγερθεί. Αυτό είναι πιθανότατα το μήνυμα που περίμενε ο Αρισταγόρας. Ο Ιστιαίος, πρώην τύραννος της Μιλήτου, ζούσε στα Σούσα ως φιλοξενούμενος του Δαρείου, αλλά δεν φαίνεται να είχε χάσει την εξουσία ή την επιρροή του. Ίσως το ταξίδι επιστροφής του Αρισταγόρα να διήρκεσε πολύ, αλλά οι πράξεις του κατά την άφιξή του ήταν γοργές. Πρώτα, έστειλε έναν από τους υποστηρικτές του, τον Ιατραγόρα, στη Μυούντα, όπου στάθμευε ο στρατός με εντολή να συλλάβει τους κυβερνήτες των ιωνικών πόλεων της Μυλάσας, των Τερμέρων και της Μυτιλήνης. Λίγο μετά συγκάλεσε την εκκλησία του δήμου στη Μίλητο για να πείσει τους πολίτες να ξεσηκωθούν εναντίον των Περσών. Υπάρχει η σχετική περιγραφή του περιστατικού στον Ηρόδοτο (βλ. παράθεμα 1).7 Στη συνέχεια, ο Αρισταγόρας κέρδισε την υποστήριξη των κατοίκων της Μιλήτου και των Ιώνων, επειδή παραιτήθηκε από τη δική του θέση και έθεσε σε εφαρμογή δημοκρατικά πολιτεύματα σε ιωνικές πόλεις. Εκείνες οι πόλεις των οποίων οι ηγεμόνες δεν είχαν ήδη συλληφθεί ή ήταν υπέρ των Περσών καταλήφθηκαν με τη βία. Ο Ηρόδοτος συνεχίζει την περιγραφή των γεγονότων με κορυφαίο τη ναυμαχία της Λάδης, όπου η Μυούς συνεισέφερε μόνο 3 πλοία (βλ. παράθεμα 2).8 Η Μυούς ήταν αποικία με σύντομη περίοδο ύπαρξης που εγκαταλείφθηκε ήδη από την Αρχαιότητα. Μία σειρά από αίτια έχουν παρατεθεί για τη μαζική μεταφορά των κατοίκων στη Μίλητο: σύμφωνα με τον Παυσανία, οι κάτοικοι της Μυούντος εγκατέλειψαν την πόλη τους λόγω μεγάλων κουνουπιών, ενός σμήνους από ενοχλητικά έντομα που έκαναν τη ζωή των κατοίκων ανυπόφορη. Εκείνη την εποχή, οι Μυήσιοι είχαν πλήρως ενσωματωθεί στο πολιτειακό σώμα της Μιλήτου.10 Ωστόσο, ο Βιτρούβιος δίνοντας μια περισσότερο λογική εξήγηση αναφέρεται στις συχνές πλημμύρες στις οποίες ήταν εκτεθειμένο το νησί.11 Η Μυούς ήταν μία από τις τρεις πόλεις που έδωσε ο Πέρσης βασιλέας στο Θεμιστοκλή.12 Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου κοντά σε αυτό το μέρος οι Αθηναίοι είχαν αναχαιτιστεί από τους Κάρες.13 Ο Φίλιππος Ε΄ της Μακεδονίας, ο οποίος είχε καταλάβει τη Μυούντα, την παραχώρησε το 201 π.Χ. στους Μαγνησίους ως αμοιβή για μια μεγάλη ποσότητα σύκων που εκείνοι του είχαν στείλει.14 Μετά το 133 π.Χ., η περιοχή της Μυούντος πέρασε στη δικαιοδοσία της Ρώμης.15 Στο μόνο οικοδόμημα στη Μυούντα στο οποίο έδιναν προσοχή οι αρχαίοι ήταν ο ναός του Διονύσου, χτισμένος από λευκό μάρμαρο.16 Οι τεράστιες ποσότητες από προσχώσεις που μετέφερε ο Μαίανδρος έχουν μετακινήσει σημαντικά το περίγραμμα της ακτής, έτσι ώστε ακόμη και την εποχή του Στράβωνα η απόσταση ανάμεσα στη Μυούντα και τη θάλασσα είχε αυξηθεί σε 40 στάδια,17 ενώ αρχικά η πόλη πρέπει να είχε χτιστεί πάνω στην όχθη. Αυτό επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι η Μυούντα αναφέρεται στον Περίπλου του Ψευδο-Σκύλακος, αν και ο συγγραφέας αποφεύγει να κάνει μία σαφή αναφορά σε λιμάνι.18 3. Αρχαιολογικά στοιχεία Σώζονται ακόμη κάποια ερείπια από τη Μυούντα τα οποία αρκετοί περιηγητές, ξεχνώντας τις αλλαγές που προήλθαν από τον ποταμό Μαίανδρο, λανθασμένα τα απέδωσαν στη Μίλητο, ενώ εκείνα της Ηράκλειας τα ταυτίζουν με τη Μυούντα. Η θέση, μισή ώρα δρόμο βορειοδυτικά του χωριού Avşar, έχει εγκαταλειφθεί και τα διασωζόμενα ερείπια είναι λιγοστά. Ένας χαμηλός λόφος με ένα βυζαντινό κάστρο στην κορυφή του βρίσκεται δίπλα στο ποτάμι. Στη χαμηλότερη πλαγιά του έχουν κατασκευαστεί δύο αναλήμματα. Στο χαμηλότερο από αυτά βρίσκονται τα ερείπια του ναού του Διονύσου, τα οποία είχε προσέξει ήδη ο Παυσανίας. Ήταν ιωνικού ρυθμού 30x17 μ., με περιστύλιο από –όπως φαίνεται– 10 κίονες στις μακρές πλευρές και 6 στις στενές, ένα βαθύ πρόναο και σηκό, αλλά δίχως οπισθόδομο. Χρονολογείται στα μέσα του 6ου αιώνα και είχε κατεύθυνση προς τα δυτικά. Το μόνο που μπορεί να δει κανείς σήμερα είναι ένας σπόνδυλος από κίονα από λευκό μάρμαρο. Στο επάνω ανάλημμα βρισκόταν ένας μεγαλύτερος ναός δωρικού ρυθμού που ανήκε μάλλον στον Απόλλωνα Τερβινθέα, την κύρια θεότητα στη Μυούντα, από τον οποίο σώζεται μόνο ένα μέρος των θεμελίων. Ανάμεσα στα δύο αναλήμματα βρίσκεται ένας υποστηρικτικός τοίχος από μεγάλους, ασύμμετρους λίθους, με μια ρηχή εσοχή και κάποιες εκχώσεις. Άλλα κτίσματα δε σώζονται, αν και στο λόφο προς τα ανατολικά, όπου, όπως φαίνεται, υπήρχε η κύρια κατοίκηση, διατηρούνται ίχνη από οικίες σκαμμένες στο βράχο, τάφους και πηγάδια. Είναι πάντως εντυπωσιακή η σχεδόν ολοκληρωτική έλλειψη γλυπτών, ενεπίγραφων ή απλώς δουλεμένων λίθων σε μία ανασκαμμένη θέση. Φαίνεται ότι μεταφέρθηκαν από τους κατοίκους όταν μετακόμισαν στη Μίλητο. Έχοντας υπόψη ότι ο Απόλλωνας, που ιδιαίτερα λατρευόταν στη Μυούντα, συχνά παρουσιαζόταν στον ελληνικό κόσμο ως ο θεός που προκαλούσε και θεράπευε την πανώλη, μπορεί να επιχειρηθεί να δοθεί μια εξήγηση για το μάλλον περίεργο όνομα της πόλης. Θα μπορούσε η Μυούντα να αναφέρεται σε κάποιο θαύμα ή σημάδι εύνοιας του Απόλλωνος Μυοκτόνου προς τους νέους αποίκους; Ή μήπως η τοπική ονομασία ήταν ένα είδος αφομοίωσης της ντόπιας καρικής λατρείας του ήλιου, που χρονολογούνταν πολύ προτού φτάσουν εκεί οι Έλληνες; Τόσο η λατρεία του Απόλλωνα19 όσο και εκείνη του Διονύσου στη Μυούντα πιθανόν να αποτελούν άλλο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της θρησκευτικής και πολιτιστικής αλληλεπίδρασης των Ελλήνων με τους ανατολικούς γείτονές τους. Δεν ήταν ασυνήθιστο για τους Έλληνες που εγκαθίσταντο ανάμεσα σε ανατολικούς λαούς να ταυτίζουν τους ελληνικούς θεούς τους με τοπικές θεότητες που προηγουμένως λατρεύονταν στις περιοχές που κατέλαβαν μόλις έφτασαν στη Μικρά Ασία. Για παράδειγμα, στην κοντινή Κιλικία, η λατρεία του Ηρακλή είχε αφομοιωθεί με εκείνη του τοπικού θεού Σάνδα.20 Επιπλέον, σε όλη τη Μικρά Ασία οι ντόπιες λατρείες του Ήλιου επηρέασαν τον ελληνικό τύπο του Απόλλωνα που λατρευόταν ως Λύκιος. Πράγματι, η παράδοση αναφέρεται στον Ωλήν, ένα μυθικό συνθέτη ασμάτων που εισήγαγε στην Ελλάδα το λογοτεχνικό είδος των ομηρικών ύμνων, καθώς και τη λατρεία του Απόλλωνα και της Άρτεμης από τη νότια Μικρά Ασία (Λυκία) στη Δήλο.21 Μία άλλη παραλλαγή του Απόλλωνα που εμφανίζεται πολύ συχνά στα νομίσματα της Μυούντoς ήταν ο Απόλλωνας από τα Δίδυμα, μια πόλη όχι πολύ μακριά από τη Μυούντα ή τη Μίλητο, που φιλοξενούσε μια ονομαστή λατρεία του Απόλλωνα στην ελληνική Μικρά Ασία. Στην πραγματικότητα, η Μίλητος που είχε απορροφήσει από πολύ νωρίς τη Μυούντα είχε ιδρύσει περισσότερες από 90 αποικίες. Ανάμεσά τους και τη Ναύκρατη στην Αίγυπτο, έναν πολύ σημαντικό εμπορικό σταθμό για την αλληλεπίδραση των Ελλήνων με τους Αιγυπτίους και τη θρησκεία τους που είχε ως κέντρο τον ήλιο.22 Ο Διόνυσος, που όσον αφορά τη λατρεία του συχνά αντιπροσώπευε το άλλο μισό του Απόλλωνα και συγκατοικούσε με το δηλιακό θεό στους Δελφούς, συνδέεται εκ των πραγμάτων με τις περιπέτειες του θεού στην Ανατολή, ο οποίος αναφέρεται ότι έφτασε στη μακρινή Ινδία σε κατάσταση μένους.23 Επιπλέον, κατά τη διάρκεια των Ελληνιστικών χρόνων οι Σελευκίδες προώθησαν και επανεγκατέστησαν λατρείες υψηλού συγκρητισμού.24 Η οργιαστική λατρεία του Διονύσου, όπως αυτή περιγράφεται ήδη από την εποχή του Ευριπίδη στις Βάκχες του υπονοεί τους οργιαστικούς εορτασμούς της Κυβέλης, της θεάς της γονιμότητας που λατρευόταν ευρέως στη Μικρά Ασία. Ο μόνιμος συγκρητισμός της Κυβέλης με ελληνικές θεότητες όπως η Άρτεμη και η Αφροδίτη επιβεβαιώνουν τη δημοτικότητά της ανάμεσα στις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας.25 Πιθανότατα να μην είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι κάτοικοι της Μυούντος επέλεξαν να λατρεύουν το Διόνυσο,26 ειδικά επειδή στη Μικρά Ασία τα μυστήρια του θεού συχνά γιορτάζονταν σε συνδυασμό με τα μυστήρια της Περσεφόνης.27 Επίσης, ο Διόνυσος έχαιρε ξεχωριστού σεβασμού στην Καρία, μια περιοχή όπου αρκετοί ελληνικές θεότητες συναντούσαν τα ανατολικά αντίστοιχά τους.28 Τέλος, τα νομίσματα της Μυούντος δηλώνουν ότι κάποια στιγμή οι κάτοικοι της πόλης λάτρευαν τον Ποσειδώνα.
Μετάφραση: Δάφνη Δημητριάδου
1. Το όνομα της πόλης είναι αρσενικού γένους, ο Μυούς. Ωστόσο, ο αρχαίος περιηγητής Παυσανίας, εξυπακούοντας τη λέξη πόλις, χρησιμοποίησε το όνομα σε θηλυκό γένος και με αυτή τη μορφή έχει επικρατήσει, σπανιότερα μάλιστα εμφανίζεται στο αρσενικό γένος (Σ.τ.Μ.). 3. Παυσ. 7.2.10. Πρβλ. Ηρ. 1.142: «Οι Ίωνες στους οποίους ανήκει το Πανιώνιο είχαν την τύχη να είναι εγκατεστημένοι σε μια περιοχή που έχει το καλύτερο κλίμα απ’ όσες γνωρίζουμε. Δε μοιάζει καθόλου με αυτό του βορρά ούτε του νότου ούτε προς τα δυτικά ούτε προς τα ανατολικά. Σε άλλα μέρη το κλίμα είναι ψυχρό και υγρό και σε άλλα θερμό και ξηρό. Η ιωνική γλώσσα έχει τέσσερις διαφορετικές διαλέκτους, που μοιράζονται ως εξής: η νοτιότερη από τις ιωνικές πόλεις είναι η Μίλητος, με το Μυούντα στα βόρειά της κι έπειτα την Πριήνη». 4. Στο πλαίσιο της Δηλιακής Συμμαχίας η πόλη είχε αποτιμηθεί με το μέτριο ποσό του ενός ταλάντου. 5. Manville, P.B., “Aristagoras and Histiaios: The Leadership Struggle in the Ionian Revolt”, CQ 27.1 (1977), σελ. 80-91· Neville, J., “Was there an Ionian Revolt?”, CQ 29.2 (1979), σελ. 269-275. 8. Ηρ. 6.6-10· Manville, P.B., “Aristagoras and Histiaios: The Leadership Struggle in the Ionian Revolt”, CQ 27.1 (1977), σελ. 80 κ.ε. 10. Παυσ. 7.2.7-10. Ωστόσο, οι σχέσεις της Μιλήτου με τη Μυούντα δεν ήταν πάντα ιδανικές. Βλ. Rhodes, P.J. – Osborne, R., Greek Historical Inscriptions 404-323 BC (Oxford 2003), σημ. 16 για μία περίπτωση διαιτησίας ανάμεσα στις δύο πόλεις. 12. Θουκ. 1.138· Πλούτ., Θεμιστ. 29. Κορν. Νέπ., Θεμιστ. 10. Σύμφωνα με το Διόδωρο (11.57.7) και το Στράβωνα (636), η Μυούς δόθηκε στο Θεμιστοκλή από τον Ξέρξη για να τον προμηθεύει με ψάρια κατά τη διάρκεια της ιδιώτευσής του. 15. Magie, D., Roman Rule in Asia Minor, τόμ. 2 (New York 1975), σελ. 883-884. 17. Στράβ. 12.579. Για τις τοπογραφικές αλλαγές στην περιοχή της Μυούντος, λόγω της συχνής υπερχείλισης του Μαιάνδρου, βλ. Brückner, H. – Müllenhoff, M. – Handl, M. και Van Der Borg, K., “Holocene landscape evolution of the Büyük Menderes Alluvial Plain in the environs of Myus and Priene (Western Anatolia, Turkey)”, Z. Geomorph. N.F., Suppl.-Bd. 127 (Berlin-Stuttgart 2002), σελ. 47 κ.ε. 18. ΨευδοΣκύλαξ 102 (Shipley). 19. Οι Κάρες συμπεριλαμβάνονταν στους πρώτους κατοίκους της Ρόδου που μαζί με τους Φοίνικες κατέστησαν το νησί μεγάλο εμπορικό κέντρο. Επίσης, εγκαθίδρυσαν στο νησί τη λατρεία του ήλιου, η οποία υιοθετήθηκε με μεγάλο ενθουσιασμό σε τέτοιο βαθμό, ώστε σχεδόν σε όλα τα ροδιακά νομίσματα να απεικονίζεται ο θεός ήλιος. Βλ. Αναγνώστου-Λαουτίδη, βλ. λ. «Ήλιος». 20. Αναγνώστου-Λαουτίδη, βλ. λ. «Ηρακλής». 21. Grant, M., Myths of the Greeks and Romans (Liverpool – London – Prescot 1962). 22. Για περισσότερη βιβλιογραφία στη λατρεία του θεού-ήλιου στην ελληνική Μικρά Ασία, βλ. Αναγνώστου-Λαουτίδη, βλ. λ. «Τράλλεις» και «Ήλιος». 23. Graf, F., “Lesser Mysteries-Not Less Mysterious”, στο Cosmopoulos, M.B. (επιμ.), Greek Mysteries, The Archaeology and Ritual of Ancient Greek Secret Cults (London – New York 2003), σελ. 246-249. Ο Διόνυσος οδηγήθηκε στην τρέλα από την Ήρα. Περιπλανήθηκε στον κόσμο σε μία κατάσταση παραληρήματος και πέρασε από την Αίγυπτο, τη Συρία, τη Φρυγία ακόμα και την Ινδία. Συνάντησε τη φρυγική θεά Κυβέλη που τον θεράπευσε από την τρέλα του, μυώντας τον στις οργιαστικές της τελετές, βλ. Anagnostou-Laoutides, E. Eros and Ritual in Ancient Literature: Singing of Atalanta, Daphnis and Orpheus (New Jersey 2005), κεφ. 1, σημ. 100, 286 και εισαγωγή σελ. xv, κεφ. 1, σελ. 26 κ.ε. Μόλις θεραπεύτηκε, ο Διόνυσος συγκέντρωσε ομάδες πιστών σε έκσταση και αλώνισε τη γη για άλλη μία φορά, με σκοπό να επιβεβαιώσει τη θεία φύση του και να εγκαταστήσει τις δικές του τελετές. 24. Αναγνώστου-Λαουτίδη, βλ. λ. «Ηρακλής». 25. Anagnostou-Laoutides, E. Eros and Ritual in Ancient Literature: Singing of Atalanta, Daphnis and Orpheus (New Jersey 2005), κεφ. 1· Brody, L.R., “The cult of Aphrodite at Aphrodisias in Caria”, Kernos 14 (2001), σελ. 93 κ.ε. 26. Για τις ορφικές σχέσεις της λατρείας του Διονύσου, ιδιαίτερα στη δυτική Μικρά Ασία, όπως επίσης για τη σύνδεση του Διονύσου με τη λατρεία του Ήλιου, βλ. Αναγνώστου-Λαουτίδη, βλ. λ. «Ορφική λατρεία». 27. Αναγνώστου-Λαουτίδη, βλ. λ. «Κόρη». 28. Βλ. Brody, L.R., “The cult of Aphrodite at Aphrodisias in Caria”, Kernos 14 (2001), σημ. 18 για τη λατρεία του Διονύσου στη Μαγνησία επί του Μαιάνδρου.
|
|
|