1. Βιογραφικά στοιχεία
Ο Νικηφόρος Φωκάς, γνωστός και ως Βαρυτράχηλος,1 γεννήθηκε στο τρίτο τέταρτο του 10ου αιώνα. Ήταν γιος του Βάρδα Φωκά, ανιψιού του αυτοκράτορα Νικηφόρου Β΄ και δομέστικου των σχολών της Ανατολής επί αυτοκράτορα Βασιλείου Β΄ (976-1025), ενώ η μητέρα του καταγόταν από την αριστοκρατική οικογένεια των Αδραλέστων. Είχε έναν αδελφό, τον Λέοντα Φωκά, ενώ από το γάμο του απέκτησε έναν γιο, τον οποίο ονόμασε Βάρδα.
Οι πληροφορίες των πηγών για τα παιδικά χρόνια του και τη μετέπειτα σταδιοδρομία του είναι μηδαμινές. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι έλαβε προσεγμένη στρατιωτική ανατροφή, αν λάβουμε υπόψη τη μεγάλη παράδοση των Φωκάδων στα στρατιωτικά αξιώματα. Η σταδιοδρομία του είναι στενά συνδεδεμένη με την πορεία του ευρύτερα γνωστού πατέρα του, τον οποίο ακολούθησε πιστά στη σύγκρουσή του με την κεντρική εξουσία. Σημαντικότερο ρόλο διαδραμάτισε κατά την περίοδο του Βασιλείου Β΄ και κυρίως μετά το θάνατο του πατέρα του και του αδελφού του το 989, καθώς ήταν ο μοναδικός πλέον εκπρόσωπος της οικογένειας των Φωκάδων. Δολοφονήθηκε στις 15 Αυγούστου 1022 στην περιοχή της Καππαδοκίας, λίγο μετά την έναρξη του στασιαστικού κινήματος εναντίον του Βασιλείου Β΄ στο οποίο συμμετείχε.
2. Σταδιοδρομία
Η εξορία του Βάρδα Φωκά, κατόπιν διαταγής του νέου αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή, το 970, και γενικότερα ο παραγκωνισμός της οικογένειας των Φωκάδων, ο οποίος συνεχίστηκε ένα διάστημα και επί Βασιλείου Β΄, πρέπει να έπαιξε καθοριστικό ρόλο για το γεγονός ότι ο Νικηφόρος δεν αναφέρεται να λαμβάνει κάποιον τίτλο ή αξίωμα στο στράτευμα, ακόμα και μετά την ανάκληση του πατέρα του από την εξορία και το διορισμό του ως δομέστικου των σχολών της Ανατολής από το Βασίλειο Λεκαπηνό, που ήταν παρακοιμώμενος (άνοιξη 978). Είναι πιθανόν ότι την περίοδο 978-986, όταν ο Βάρδας Φωκάς βρισκόταν στην αρχηγία του στρατεύματος, ο Νικηφόρος ανέλαβε τη διοίκηση στρατιωτικών μονάδων και συμμετείχε στις εκστρατείες που διενήργησε ο πατέρας του στο ανατολικό σύνορο, ωστόσο οι πληροφορίες που αντλούμε από τις πηγές για τη δράση του είναι λιγοστές. Ουσιαστικά η αναφορά στο πρόσωπό του αρχίζει από τη στάση του Βάρδα Φωκά εναντίον του Βασιλείου Β΄, κατά την οποία ο Νικηφόρος έλαβε ενεργό μέρος στο πλευρό του πατέρα του. Το 988 ο Βάρδας Φωκάς απέστειλε το γιο του στο φίλο και σύμμαχό του Δαβίδ του Ταό, ηγεμόνα της Γεωργίας, με σκοπό να εξασφαλίσει ενισχύσεις για να αντιμετωπίσει τον πατρίκιο Γρηγόριο Ταρωνίτη. Τον τελευταίο τον είχε αποστείλει ο Βασίλειος Β΄ στην Τραπεζούντα για να οργανώσει αντεπίθεση στα νώτα των στασιαστών, οι οποίοι είχαν προωθηθεί στις ακτές του Βοσπόρου. Ο Νικηφόρος, αφού εξασφάλισε επικουρία από 1.000 Γεωργιανούς και 1.000 Αρμένιους ιππείς, κινήθηκε εναντίον του Ταρωνίτη, τον οποίο και νίκησε σε μάχη στην περιοχή της Τραπεζούντας, πιθανώς το φθινόπωρο του 988. Ωστόσο, όταν έφτασαν στο στρατόπεδο του Νικηφόρου τα νέα για την ήττα των δυνάμεων των στασιαστών από το Βασίλειο Β΄ στη Χρυσόπολη (τέλη 988 ή αρχές 989), οι συμμαχικές δυνάμεις τον εγκατέλειψαν και αυτός με τη σειρά του αποσύρθηκε με τις υπόλοιπες δυνάμεις του στο φρούριο Τυροποιός, από όπου και παρακολούθησε αμέτοχος την εξέλιξη των γεγονότων, μέχρι την τελική ήττα του Βάρδα Φωκά στην Άβυδο (13 Απριλίου 989).
Μετά το θάνατο του πατέρα του, ο Νικηφόρος προσπάθησε να συνεχίσει τον αγώνα κατά του Βασιλείου Β΄ σε συνεργασία με το Βάρδα Σκληρό, ο οποίος ανέλαβε την πρωτοβουλία ενός νέου κινήματος, και τον αδελφό του Λέοντα, που είχε υπό τον έλεγχό του την Αντιόχεια. Ωστόσο, η όλη προσπάθεια δεν είχε κάποιο αποτέλεσμα και, μετά το θάνατο του αδελφού του, ο Νικηφόρος Φωκάς ακολούθησε την τακτική του Βάρδα Σκληρού και συνθηκολόγησε με την Κωνσταντινούπολη το φθινόπωρο του 989, λαμβάνοντας ως αντάλλαγμα κτηματική περιουσία.
Ως ο μοναδικός πλέον εκπρόσωπος της οικογένειας των Φωκάδων παρέμεινε τα επόμενα χρόνια υπό δυσμένεια, χωρίς να λάβει κάποιον τίτλο ή αξίωμα. Πιθανώς η δυσαρέσκειά του και η παραδοσιακή αντιπαλότητα της οικογένειάς του με το Βασίλειο Β΄ ήταν οι λόγοι που τον οδήγησαν (καλοκαίρι 1022) να λάβει μέρος στη στάση του Νικηφόρου Ξιφία, στρατηγού του θέματος των Ανατολικών, εναντίον του Βασιλείου Β΄ και να αυτοανακηρυχθεί αυτοκράτορας. Το εγχείρημά του όμως είχε άδοξο τέλος, καθώς στις 15 Αυγούστου 1022 δολοφονήθηκε από τον Ξιφία στην Καππαδοκία, γεγονός που οδήγησε τη στάση σε πρόωρο τέλος.
1. Για την επονομασία Βαρυτράχηλος βλ. Adontz, N. – Grégoire, H., “Nicéphore au col roide”, Byzantion 8 (1933), σελ. 207-212· Berbérian H., “Nicéphore au cou tors”, Byzantion 8 (1933), σελ. 553-554.
|
|
|