1. Γέννηση – οικογένεια Ο Νικηφόρος Φωκάς ήταν ο γιος του γενάρχη της οικογένειας των Φωκάδων, που έμεινε γνωστός μόνο με το όνομα Φωκάς, το οποίο ο γιος του και οι μετέπειτα γενεές έλαβαν ως επώνυμο. Η οικογένεια καταγόταν από την Καππαδοκία, αν και ο ιστορικός Μιχαήλ Ατταλειάτης, αναφερόμενος στην οικογένεια των Φωκάδων, ανάγει την καταγωγή τους στη ρωμαϊκή αριστοκρατική οικογένεια των Φαβίων, μέλη της οποίας ακολούθησαν υποτίθεται τον Κωνσταντίνο Α' στη νεοϊδρυθείσα Κωνσταντινούπολη. Η εκδοχή ωστόσο αυτή ήταν κατά πάσα πιθανότητα πλαστή για να στηρίξει τον ισχυρισμό μιας ευγενικής καταγωγής του αυτοκράτορα Νικηφόρου Β' Φωκά.1
Ο πατέρας του Νικηφόρου (ο Φωκάς) ήταν ένας χαμηλόβαθμος διοικητής στο ανατολικό σύνορο. Δεν είναι γνωστό αν ο Νικηφόρος είχε αδελφούς ή αδελφές. Γνωρίζουμε ότι είχε δύο γιους, τους μετέπειτα δομέστικους των σχολών Λέοντα Φωκά και Βάρδα Φωκά, και ήταν παππούς του μετέπειτα αυτοκράτορα Νικηφόρου Β΄ Φωκά (963-969). Η προσωνυμία «παλαιός» τού αποδίδεται σε αντιδιαστολή προς τον ομώνυμο εγγονό του. 2. Σταδιοδρομία Η διαδρομή του βίου του Νικηφόρου Φωκά είχε προδιαγραφεί από την καταγωγή του, από την τάξη στην οποία ανήκε και από το επάγγελμα του πατέρα του. Όπως και ο πατέρας του, έτσι και ο Νικηφόρος ήταν στρατιώτης και στρατιωτικός διοικητής στο ανατολικό σύνορο. Η κοινωνική και στρατιωτική άνοδος του Νικηφόρου ήταν συνδεδεμένη με τη σταδιοδρομία του πατέρα του επί αυτοκράτορα Βασιλείου Α΄ (867-886). Περίπου την ίδια εποχή που ανέδειξε τον πατέρα Φωκά σε τουρμάρχη, ο αυτοκράτορας τοποθέτησε και τον Νικηφόρο σε κάποιο αυλικό αξίωμα. Έτσι ο Νικηφόρος Φωκάς έγινε ένας από τους ανθρώπους του στενότερου περιβάλλοντος του αυτοκράτορα, η δράση του οποίου συνδεόταν άμεσα με τον αυτοκράτορα και την προστασία του. Το αξίωμα αυτό σήμαινε λοιπόν ότι ο αυτοκράτορας είχε ξεχωρίσει τον Νικηφόρο Φωκά τον Παλαιό παρά τη νεαρή ηλικία του τελευταίου.
Το πρώτο αυτό αξίωμα ήταν η αρχή της βαθμιαίας ανόδου του Νικηφόρου. Περίπου την ίδια εποχή, ίσως λίγο αργότερα (872/873), έλαβε επίσης τον τίτλο του μαγκλαβίτη. Εικάζεται ότι ο Νικηφόρος Φωκάς ο Παλαιός είχε συνοδεύσει τον αυτοκράτορα Βασίλειο Α΄ στην εκστρατεία του στα Σαμόσατα (το 873) όταν έλαβε από εκείνον τους πρώτους του τίτλους. Ο νεαρός Νικηφόρος σύντομα απέκτησε δικό του παλάτι στην Κωνσταντινούπολη, κοντά στο ναό της Αγίας Θέκλας.2 Αργότερα, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Βασιλείου Α΄ και πριν από το 878,3 ο Νικηφόρος Φωκάς έλαβε και το αξίωμα του πρωτοστράτορα και έγινε στρατηγός του θέματος Χαρσιανού.
Στο δεύτερο μισό του 885 ο Βασίλειος Α΄ έστειλε τον Νικηφόρο στη Νότια Ιταλία και τη Σικελία ως διοικητή ολόκληρου του βυζαντινού στρατού στην περιοχή αυτή, ως μονοστράτηγο των δυτικών θεμάτων, της Θράκης, της Μακεδονίας, της Κεφαλληνίας, της Λογγιβαρδίας και της Καλαβρίας. Ο Νικηφόρος πολέμησε με επιτυχία στη Σικελία και στη Νότια Ιταλία και ανέκτησε κάποιες πόλεις τις οποίες είχαν καταλάβει οι Άραβες. Με την άνοδο του Λέοντος ΣΤ΄ στην εξουσία (886-912), ο Νικηφόρος Φωκάς ο Παλαιός έλαβε διαταγή να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη. Μετά την επιστροφή του στην πρωτεύουσα, και για να ανταμείψει τις επιτυχίες του στη Νότια Ιταλία και τη Σικελία, ο Λέων ΣΤ΄ του απένειμε τον τίτλο του πατρικίου και τον τοποθέτησε στο αξίωμα του δομέστικου των σχολών. Μολονότι δεν μπορεί να προσδιορισθεί με βεβαιότητα η ακριβής χρονολογία των γεγονότων αυτών, πιθανότατα ο Νικηφόρος έγινε δομέστικος των σχολών σύντομα μετά την επιστροφή του στην Κωνσταντινούπολη, διότι ο προκάτοχός του μνημονεύεται για τελευταία φορά το 886 σχετικά με την υπόθεση της απομάκρυνσης του πατριάρχη Φωτίου από το θρόνο.4
Μετά την επιστροφή του στην Κωνσταντινούπολη, περί το 886, η διαδρομή του Νικηφόρου Φωκά χάνεται ως το 894, οπότε το Βυζάντιο ήρθε σε σύγκρουση με τον Βούλγαρο ηγεμόνα Συμεών, όταν ο Νικηφόρος βρισκόταν στη Μικρά Ασία πολεμώντας εναντίον των Αράβων. Στη διάρκεια όλης αυτής της περιόδου πάντως, ο Νικηφόρος Φωκάς θα πρέπει να συνέχιζε να κατέχει το αξίωμα του δομέστικου των σχολών, του κύριου δηλαδή διοικητή του στρατού μετά τον ίδιο τον αυτοκράτορα, πράγμα που επιβεβαιώνει ότι και ο Λέων ΣΤ΄, όπως και ο πατέρας του Βασίλειος Α΄, εκτιμούσε ιδιαίτερα αυτόν τον στρατηγό.
Ο πόλεμος μεταξύ του Συμεών και του Βυζαντίου ξέσπασε το 894, όμως κατά πάσα πιθανότητα ο Νικηφόρος Φωκάς δεν κλήθηκε αμέσως στη Βαλκανική, αφού οι εχθροπραξίες στα ανατολικά σύνορα με τους Άραβες συνεχίζονταν ακόμη κατά το έτος αυτό. Τον επόμενο όμως χρόνο επιτεύχθηκε εκεχειρία στο αραβικό μέτωπο, και έτσι ο Νικηφόρος Φωκάς, ως δομέστικος των σχολών, μπόρεσε να επιστρέψει σε ευρωπαϊκό έδαφος. Το Βυζάντιο, με την εύστροφη διπλωματία του, είχε καλέσει τους Ούγγρους να επιτεθούν εναντίον του Συμεών από το Βορρά, ενώ ταυτόχρονα ο Λέων ΣΤ΄ έστελνε τον στόλο του στον Δούναβη και άλλα στρατεύματά του από την ξηρά μέσω Θράκης. Διοικητής αυτών των στρατευμάτων ήταν ο Νικηφόρος Φωκάς, ο οποίος κατέλαβε εδάφη στα νότια σύνορα των Βουλγάρων, ενώ ο αυτοκρατορικός στόλος απέκλεισε τις εκβολές του Δούναβη.5 Οι επιτυχίες των βυζαντινών όπλων ανάγκασαν τον Συμεών να υπογράψει εκεχειρία με τους Βυζαντινούς. Το περιστατικό αυτό αποτελεί και το τελευταίο γνωστό επεισόδιο από τη ζωή του Νικηφόρου Φωκά του Παλαιού. 3. Εκδοχές για το θάνατό του Σχετικά με το θάνατο του Νικηφόρου Φωκά του Παλαιού υπάρχουν δύο εκδοχές. Σύμφωνα με την πρώτη και εγκυρότερη, λίγο καιρό μετά την επιχείρηση αυτή και σίγουρα πριν από τη νέα (επόμενη) σύγκρουση με τον Συμεών το 896 (δηλαδή μεταξύ του 895 και του 896) ο Νικηφόρος Φωκάς πέθανε. Σύμφωνα με την εκδοχή αυτή, ο θάνατός του ενθάρρυνε τον Συμεών να αρχίσει πάλι τον πόλεμο εναντίον του Βυζαντίου.
Κατά τη δεύτερη εκδοχή, την οποία αναφέρει στην Ιστορία του ο Ιωάννης Σκυλίτζης, ο Νικηφόρος αντικαταστάθηκε στο αξίωμα του δομέστικου των σχολών και ανέλαβε στρατηγός του θέματος των Θρακησίων (ύστερα από προτροπή του πεθερού τού Βασιλείου Α', Στυλιανού Ζαούση). Σύμφωνα με την εκδοχή αυτή, ο Νικηφόρος πέθανε γύρω στο 900, πολεμώντας ακόμη εναντίον των Αράβων.6
Θεωρούμε πλησιέστερη στην αλήθεια την πρώτη εκδοχή, σύμφωνα με την οποία ο Νικηφόρος πέθανε ως δομέστικος των σχολών το 895 ή το 896. Η επιτυχημένη στρατιωτική του σταδιοδρομία εξασφάλισε σίγουρη άνοδο στις επόμενες γενεές ολόκληρης της οικογένειας των Φωκάδων. Οι γιοι του Βάρδας και Λέων επίσης ανήκαν στην ηγεσία του βυζαντινού στρατού, ενώ ο εγγονός του Νικηφόρος έφτασε να ανακηρυχθεί αυτοκράτορας και ξεπέρασε με τις στρατιωτικές του επιτυχίες τη δόξα του παππού του, το όνομα του οποίου έφερε.
1. Bekker, I. (επιμ.), Michael Attaliotae, Historia (Bonnae 1853), σελ. 218. Πρβ. Kazhdan, A., στο The Oxford Dictionary of Byzantium 3 [λήμμα Phokas (Φωκᾶς)], σελ. 1665-1666. 2. Κατά τον Grégoire, το παλάτι του Νικηφόρου Φωκά θα μπορούσε ίσως να ταυτιστεί με το Tekfur Serai, που βρίσκεται κοντά στο ναό της Αγίας Θέκλας («του παλατίου των Βλαχερνών»), τον οποίον ίδρυσε η Θέκλα, πρωτότοκη κόρη του αυτοκράτορα Θεοφίλου (829-842), πρβ. Grégoire, H., “La carrière du premier Nicéphore Phocas”, στο Mélanges St. Kyriakidès, suppl. 4 (1953), σελ. 232- 254. 3. Djurić, I., “Porodica Foka (La famille des Phokas)”, Zbornik radova Vizantoloskog instituta 17 (1976), σελ. 231. 4. Cheynet, J.- Cl., “Appendice: Les Phocas”, στο Dagron, G. – H. Mihaescu (επιμ.), Le traité sur la guérila (De velitatione) de l’empereur Nicéphore Phocas (963-969) ( Paris 1986), σελ. 292. 5. Σκυλίτζης, VΙ, 12, στ. 28-56, στο Thurn, J. (επιμ.), Ioannes Scylitzes, Synoposis historiarum. Corpus Fontium Historiae Byzantinae Series Berolinensis 5 (Berlin-New York 1973), σελ. 174-5. 6. Σκυλίτζης, VΙ, 13, στ. 1-10, στο Thurn, J. (επιμ.), Ioannes Scylitzes, Synoposis historiarum. Corpus Fontium Historiae Byzantinae Series Berolinensis 5 (Berlin-New York 1973), σελ. 176.
|
|
|