Προκόπιος Α΄ Κωνσταντινουπόλεως

1. Γέννηση – Εκπαίδευση

Ο Προκόπιος γεννήθηκε στην Αλαγονία (Σίτσοβα) της Μεσσηνίας. Ήταν γόνος φτωχής οικογένειας αλλά ιδιαίτερα ευσεβούς. Ήδη από την παιδική ηλικία του επέδειξε κλίση στα γράμματα. Στην ηλικία των 12 ετών έφυγε από τη γενέτειρά του και πήγε δίπλα στο μεγαλύτερο αδελφό του, το Νεόφυτο, ο οποίος ήταν μητροπολίτης Γάνου και Χώρας. Αφού έλαβε τις βάσεις της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης, έγινε κληρικός και γρήγορα ανήλθε στην ιεραρχία. Τον Οκτώβριο του 1759 διαδέχθηκε τον αδελφό του στη μητρόπολη Γάνου και Χώρας, επί πατριαρχίας Σεραφείμ. Στη μητρόπολη αυτή παρέμεινε τα επόμενα 11 έτη. Το 1769 είχε μεταβεί για κάποιες υποθέσεις της επαρχίας του στην Κωνσταντινούπολη. Την περίοδο αυτή είχαν ξεσπάσει αντιδράσεις των προκρίτων της Σμύρνης εναντίον του τότε μητροπολίτη Σμύρνης Καλλίνικου. Η Ιερά Σύνοδος αποφάσισε τότε να μεταθέσει τον Καλλίνικο στη μητρόπολη Τυρνόβου (Ιούνιος 1769), ενώ εξέλεξε νέο μητροπολίτη Σμύρνης τον Προκόπιο (Ιανουάριος 1770). Ο ίδιος ο Προκόπιος ισχυρίζεται ότι δέχτηκε την απόφαση «μετὰ δακρύων καὶ ἄκων», αφού είχε ως αντίτιμο την απόδοση χρηματικού ποσού προς το Πατριαρχείο («φιλοτίμου») ύψους 48.000 γροσιών.1

2. Ο Προκόπιος μητροπολίτης Σμύρνης

Ο Προκόπιος έφθασε στην πόλη της Σμύρνης στις 4 Δεκεμβρίου 1770. Αμέσως μετά την άφιξή του κατέβαλε σημαντικές προσπάθειες για να επιτύχει άδεια οικοδόμησης του ναού της Αγίας Φωτεινής, χωρίς όμως να το πετύχει. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του Προκοπίου στο μητροπολιτικό θρόνο της Σμύρνης, οικοδομήθηκαν ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στον Μπουρνόβα (Αύγουστος 1772) και του Αγίου Χαραλάμπους στο Χατζηλέρι (1781). Επίσης, ανακαίνισε το ναό του Αγίου Γεωργίου (Νοέμβριος 1772) και μετέτρεψε το προσκύνημα του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου σε εκκλησία. Τέλος, πέτυχε να μετατραπεί το μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου στα Μοσχονήσια από σταυροπηγιακό σε ενοριακό της επισκοπής Μοσχονησίων, η οποία υπαγόταν στη μητρόπολη Σμύρνης. Αξίζει να αναφέρουμε ότι ο Προκόπιος ήταν κάτοχος του πολύτιμου Ευαγγελίου των χρόνων του Ανδρονίκου Παλαιολόγου Α', το οποίο βρισκόταν στο ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου της Σμύρνης. Κατά την περίοδο 1780-1782 ο Προκόπιος διετέλεσε μέλος της Ιεράς Συνόδου και διέμενε στην Κωνσταντινούπολη.

3. Ο Προκόπιος Οικουμενικός Πατριάρχης

Στις 29 Ιουνίου 1785 η Ιερά Σύνοδος εξέλεξε τον Προκόπιο Οικουμενικό Πατριάρχη, ενώ διάδοχό του στη μητρόπολη Σμύρνης εξέλεξε το μέχρι τότε πρωτοσύγκελο της μητρόπολης και μετέπειτα Οικουμενικό Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄. Η ενθρόνιση του Προκοπίου έγινε στις 29 Ιουλίου 1785.

Η δράση του ως Οικουμενικού Πατριάρχη ήταν ιδιαίτερα αξιόλογη αλλά και σύντομη. Κυρίως ενδιαφέρθηκε για την ανασυγκρότηση των οικονομικών του Πατριαρχείου. Επίσης, επικύρωσε τα σταυροπηγιακά δίκαια της μονής του Κύκκου στην Κύπρο και ρύθμισε το καθεστώς της. Αντιμετώπισε, όμως, σοβαρά προβλήματα κυρίως σε δύο ζητήματα: το ένα ήταν η οικονομική κακοδιαχείριση από λαϊκά μέλη της Πατριαρχικής Επιτροπής, η οποία είχε συγκροτηθεί το 1785, και το δεύτερο οι συνέπειες που είχε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο ο Ρωσο-οθωμανικός πόλεμος που εξερράγη το 1788. Επιπλέον, ο Προκόπιος ήρθε σε αντιπαράθεση με τον ηγεμόνα της Μολδαβίας Αλέξανδρο Ιω. Μαυροκορδάτο, επειδή ο τελευταίος εν αγνοία του Πατριαρχείου προήγαγε σε μητροπολίτη Μολδαβίας τον επίσκοπο Ρωμάνου Λέοντα. Οι αντίπαλοι του Προκοπίου κατόρθωσαν να εκδοθεί σουλτανικό διάταγμα το 1789, από τον τότε σουλτάνο Σελίμ Γ', βάσει του οποίου ο Πατριάρχης εξέπιπτε του πατριαρχικού αξιώματος και εξοριζόταν στο Άγιον Όρος.
2 Κατά μία άλλη εκδοχή ο Προκόπιος παύθηκε λόγω της φιλίας του με τον ηγεμόνα Μαυρογένη.

Ο Προκόπιος οδηγήθηκε αμέσως στη
Χαλκηδόνα και από εκεί έστειλε την «οικειοθελή» παραίτησή του (30 Απριλίου 1789). Κατόπιν εκτοπίστηκε στη μονή της Μεγίστης Λαύρας στο Άγιον Όρος μέχρι το 1797, οπότε και κατάφερε να αποσυρθεί στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Αλαγονία της Μεσσηνίας στην Πελοπόννησο, όπου παρέμεινε μέχρι το θάνατό του (στη μονή Μαρδακίου στον Ταΰγετο, πιθανότατα το 1814).3

4. Κρίσεις

Ο Κοραής αποκαλεί τον Προκόπιο «ἀγαθὸν καὶ ἱλαρὸν ἄνδρα» ενώ ο Μανουήλ Γεδεών αναφέρει: «Σεμνὸς τὸ πολίτευμα, πεπαιδευμένος καὶ φιλομαθής, ἀπήρεσκε τοῖς συγχρόνοις διὰ τὸ ἐλεγκτικὸν καὶ ὀργίλον».4



1. Σολομωνίδης, Χ.Σ., Η εκκλησία της Σμύρνης (Αθήνα 1960), σελ. 179-180, όπου δημοσιεύεται πρακτικό από το μητροπολιτικό κώδικα της Σμύρνης με σχετική αφήγηση του Προκοπίου.

2. Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία 10 (Αθήνα 1967), στ. 620, βλ. λ. «Προκόπιος ο Πελεκάσης» (Πανταζόπουλος, Π.Π.).

3. Σολομωνίδης, Χ.Σ., Η εκκλησία της Σμύρνης (Αθήνα 1960), σελ. 180-181. Υπάρχει και η άποψη ότι ο Προκόπιος πέθανε πριν από το 1810, βλ. Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία 10 (Αθήνα 1967), στ. 620, βλ. λ. «Προκόπιος ο Πελεκάσης» (Πανταζόπουλος, Π.Π.).

4. Γεδεών, Μ., Πατριαρχικοί Πίνακες. Ειδήσεις ιστορικαί, βιογραφικαί περί των Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως από Ανδρέου του Πρωτοκλήτου μέχρις Ιωακείμ Γ΄ του από Θεσσαλονίκης (Κωνσταντινούπολις 1890), σελ. 571.