1. Iστορικό πλαίσιο
Το 778, στο πλαίσιο των διαρκών πολεμικών συγκρούσεων μεταξύ Βυζαντινών και Αράβων, οι Βυζαντινοί εισέβαλαν στα αραβικά εδάφη της Μεσοποταμίας και της βόρειας Συρίας και πολιόρκησαν τη Γερμανίκεια. Αν και δεν κατάφεραν να την καταλάβουν, αιχμαλώτισαν όμως μέρος του πληθυσμού των γειτονικών περιοχών και νίκησαν σε μάχη ένα αραβικό σώμα το οποίο είχε έλθει προς ενίσχυση της πόλης. Η ήττα που υπέστησαν οι Άραβες είχε σημαντικές επιπτώσεις στο γόητρό τους και ο χαλίφης αλ-Μαχντί (al-Mahdi) εξαπέλυσε μεγάλες επιδρομές στα βυζαντινά εδάφη της Μικράς Ασίας το 779 και το 781. Οι επιδρομές δεν είχαν θεαματικά αποτελέσματα και ο αλ-Μαχντί άρχισε να προετοιμάζει ένα μεγάλο εκστρατευτικό σώμα με σκοπό να εκδικηθεί τις πρόσφατες αποτυχίες των Αράβων. Στις 9 Φεβρουαρίου 782 μια ισχυρότατη αραβική στρατιά ξεκίνησε για να εισβάλει στα εδάφη της Μικράς Ασίας, υπό τη διοίκηση του Χαρούν αρ-Ρασίντ (Harun ar-Rashid), γιου και διαδόχου του χαλίφη. Το κύριο σώμα των επιδρομέων έφτασε στη Βιθυνία, όπου και συγκρούστηκε σε αμφίρροπη μάχη με τα στρατεύματα του θέματος του Οψικίου. Οι Βυζαντινοί αναγκάστηκαν τελικά να αναδιπλωθούν στη Νικομήδεια και ο Χαρούν αρ-Ρασίντ προχώρησε έως τη Χρυσούπολη, λεηλατώντας την περιοχή. Παρά την υποχώρηση των Βυζαντινών, οι Άραβες βρίσκονταν σε δύσκολη θέση, καθόσον η οδός διαφυγής τους είχε αποκλεισθεί από τα στρατεύματα των ταγμάτων, υπό το δομέστικο των σχολών Αντώνιο, και του θέματος των Βουκελλαρίων. Τη λύση στο πρόβλημα των Αράβων την έδωσε ο Τατζάτης, ο Αρμένιος στρατηγός των Βουκελλαρίων. Ο τελευταίος, λόγω της διένεξής του με το νέο καθεστώς της αυτοκράτειρας Ειρήνης (780-802),1 ήλθε σε συνεννόηση με τον Χαρούν, από τον οποίο ζήτησε να τον βοηθήσει να επιστρέψει στην Αρμενία μαζί με την οικογένειά του. Σε αντάλλαγμα ο Τατζάτης πρότεινε στον Χαρούν να παρασύρει ο τελευταίος σε διαπραγματεύσεις τον Αντώνιο, τον μάγιστρο Πέτρο και τον Σταυράκιο, σύμβουλο της αυτοκράτειρας και γενικό διοικητή των δυνάμεων της Μικράς Ασίας, και να τους αιχμαλωτίσει. Χρησιμοποιώντας ως μοχλό πίεσης τους ομήρους, ο Άραβας ηγέτης ανάγκασε την Ειρήνη να υπογράψει συνθήκη ειρήνης για να απελευθερώσει τους τρεις υψηλούς αξιωματούχους της.
2. Παρουσίαση και ανάλυση του γεγονότος
Τον Σεπτέμβριο του 782 οι απεσταλμένοι της αυτοκράτειρας Ειρήνης υπέγραψαν συνθήκη ειρήνης με τον Άραβα χαλίφη αλ-Μαχντί.2 Σύμφωνα με τους όρους της συνθήκης, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία υποχρεωνόταν να καταβάλλει ετησίως στους Άραβες το ποσόν των 90.000 χρυσών νομισμάτων κάθε Απρίλιο και των 70.000 χρυσών νομισμάτων κάθε Ιούνιο.3 Πέρα από την υποχρέωση καταβολής ετήσιου φόρου για τη διατήρηση της ειρήνης, οι Βυζαντινοί αναλάμβαναν επίσης την υποχρέωση να παράσχουν αμέσως οδηγούς και εφόδια στο αραβικό εκστρατευτικό σώμα το οποίο, υπό τη διοίκηση του Χαρούν αρ-Ρασίντ, βρισκόταν την περίοδο εκείνη αποκλεισμένο στη Βιθυνία. Επίσης, αναγκάστηκαν να επιτρέψουν στον Τατζάτη να εγκαταλείψει την αυτοκρατορία παίρνοντας μαζί του την οικογένειά του και την περιουσία του. Σε αντάλλαγμα, οι Άραβες δεσμεύθηκαν να εκκενώσουν τη Μικρά Ασία από τις δυνάμεις τους οι οποίες βρίσκονταν στη Βιθυνία και τη Νακώλεια, την οποία πολιορκούσαν,4 και να απελευθερώσουν τον δομέστικο των σχολών Αντώνιο, τον μάγιστρο Πέτρο και τον Σταυράκιο. Ο τελευταίος ήταν ο σημαντικότερος σύμβουλος της αυτοκράτειρας και για την ασφάλειά του είχε κυρίως ανησυχήσει η Ειρήνη. Οι Άραβες απελευθέρωσαν και 5.000 αιχμαλώτους τους οποίους είχαν συλλάβει κατά τη διάρκεια της εκστρατείας τους. Ανέλαβαν, επίσης, την υποχρέωση να μη διενεργούν επιδρομές στα βυζαντινά εδάφη της Μικράς Ασίας εφόσον τα συμφωνημένα ποσά καταβάλλονταν εγκαίρως. Η ταπεινωτική για τους Βυζαντινούς συνθήκη ειρήνης5 ίσχυσε έως την άνοιξη του 785, οπότε και διακόπηκε με πρωτοβουλία της Ειρήνης, η οποία αρνήθηκε να καταβάλει τα 90.000 χρυσά νομίσματα τα οποία έπρεπε να δοθούν στους Άραβες τον Απρίλιο. Η Ειρήνη πίστευε, προφανώς, ότι θα μπορούσε πλέον να αντιμετωπίσει με επιτυχία τους Άραβες στο στρατιωτικό επίπεδο, ενώ η καταγγελία της ταπεινωτικής ειρήνης ίσως την ευνοούσε και στο εσωτερικό της αυτοκρατορίας, ανεβάζοντας το κύρος της. Φαίνεται ότι ο μόνος λόγος για τον οποίον η αυτοκράτειρα είχε υπογράψει τη συνθήκη ήταν για να σώσει τους τρεις αξιωματούχους της και ειδικά τον Σταυράκιο.
3. Συνέπειες
Οι όροι στους οποίους αναγκάστηκε να συμφωνήσει η Ειρήνη λόγω των περιστάσεων δεν ήταν ευνοϊκοί για το Βυζάντιο. Ειδικά η καταβολή ετήσιου φόρου στους Άραβες ήταν ταπεινωτική και έβλαψε το κύρος της αυτοκράτειρας τη στιγμή που το χρειαζόταν για να εδραιώσει την πολιτειακά και πολιτικά επισφαλή θέση της και να αντιμετωπίσει τους εσωτερικούς εχθρούς της.6 Σημαντική ήταν και η οικονομική αφαίμαξη την οποία υφίστατο λόγω της συνθήκης ειρήνης το Βυζάντιο, το οποίο υποχρεωνόταν να καταβάλλει ετησίως στους Άραβες περί το ένα δέκατο των εσόδων του. Παρά ταύτα, η συνθήκη με τους Άραβες εξασφάλισε μια περίοδο τριών ετών πολύτιμης ηρεμίας στο αραβοβυζαντινό σύνορο της Μικράς Ασίας, με ευνοϊκές συνέπειες για τους τοπικούς πληθυσμούς, οι οποίοι δεν υπέφεραν πλέον από τις καταστροφές και τις λεηλασίες των Αράβων. Η αυτοκράτειρα Ειρήνη φρόντισε να εκμεταλλευθεί την ανάπαυλα αυτή για να σταθεροποιηθεί στην εξουσία και να προωθήσει την εξωτερική πολιτική της, η οποία περιλάμβανε επέκταση και σταθεροποίηση σε άλλα μέτωπα. Ειδικά στη Βαλκανική, το επόμενο έτος ο Σταυράκιος ηγήθηκε στρατευμάτων τα οποία υπέταξαν τους Σλάβους του ελλαδικού χώρου.
1. Σύμφωνα με τον Tritle, L.A., "Tatzates' Flight and the Byzantine-Arab Peace Treaty of 782", Byzantion 47 (1977), σελ. 296-300, αυτό το οποίο οι πηγές παρουσιάζουν ως μίσος ανάμεσα στον Τατζάτη και το Σταυράκιο είχε βαθύτερα αίτια. Ο Αρμένιος στρατηγός είχε διορισθεί από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ε' (741-775), ενώ ο Σταυράκιος ήταν ο κυριότερος σύμβουλος της αυτοκράτειρας Ειρήνης. Η επιρροή των παλαιών συνεργατών του Κωνσταντίνου στα πολιτικά πράγματα είχε μειωθεί σημαντικά με την άνοδο της Ειρήνης στο θρόνο και, όπως ήταν φυσικό, οι σχέσεις τους με το νέο καθεστώς και τους παράγοντές του ήταν τεταμένες. Ο Τατζάτης πίστευε, πιθανότατα, ότι επίκειται η αντικατάστασή του από την αυτοκράτειρα και προτίμησε να ενεργήσει πρώτος. 2. Ο Dölger, F., Regesten der Kaiserurkunden des oströmischen Reiches, 1 (Munich-Berlin 1924), σελ. 340, χρονολογεί λανθασμένα την υπογραφή της συνθήκης το 781. 3. Σύμφωνα με τον Lilie, R.-J., Byzanz unter Eirene und Konstantin VI. (780-802), σειρά Berliner Byzantinische Studien 2 (Frankfurt am Main 1996), σελ. 152, το ποσόν το οποίο έπρεπε να καταβάλλουν οι Βυζαντινοί ανερχόταν σε 70.000 χρυσά νομίσματα. 4. Ο Treadgold, W.T., The Byzantine Revival 780-842 (Stanford, California 1988), σελ. 69, χρονολογεί το τέλος της εκστρατείας τον Αύγουστο του 782 και όχι το Σεπτέμβριο, οπότε θεωρεί ότι υπεγράφη η συνθήκη. Όμως η εκκένωση των βυζαντινών εδαφών πρέπει να έγινε μετά την υπογραφή της συνθήκης και όχι πριν, αφού στη συμφωνία προβλεπόταν και η αποχώρηση των Αράβων. 5. Η ταπεινωτική φύση των όρων της συνθήκης, με την οποία οι Βυζαντινοί, ενώ αρχικά βρίσκονταν σε πλεονεκτική θέση, εξαναγκάστηκαν κατόπιν να καταβάλλουν στους Άραβες τεράστια χρηματικά ποσά ως φόρο υποτέλειας, αναγνωρίζεται και από τους Treadgold, W.T., The Byzantine Revival 780-842 (Stanford, California 1988), σελ. 70, 78, και Tritle, L.A., "Tatzates' Flight and the Byzantine-Arab Peace Treaty of 782", Byzantion 47 (1977), σελ. 279. 6. Η θέση της Ειρήνης ήταν επισφαλής διότι, τυπικά, είχε μόνον την επιμέλεια του ανήλικου γιου της Κωνσταντίνου Στ', όχι την απόλυτη εξουσία. Παράλληλα, πολλά άτομα του περιγύρου της ανήκαν ακόμη στο παλαιό καθεστώς του Κωνσταντίνου Ε' και ήταν πιστοί εικονομάχοι, σε αντίθεση με την ίδια, σκοπός της οποίας ήταν η αναστήλωση των εικόνων.
|
|
|