1. Ιστορικό πλαίσιο
Η πρώτη φάση των αραβικών κατακτήσεων, οι οποίες ξεκίνησαν το 634, κορυφώθηκε με την πολυετή πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τον χαλίφη Μωαβία ιμπν Άμπι Σουφυάν (Muwa'iyah ibn Abi Sufyan) το 674-678. Με τη βοήθεια του στόλου του και του υγρού πυρός, ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Δ' (668-685) κατάφερε να αποκρούσει τις επανειλημμένες επιθέσεις των Αράβων και να σώσει τη Βασιλεύουσα. Αν και οι Βυζαντινοί βρίσκονταν στην άμυνα, κατάφεραν ισχυρά κτυπήματα στην πολεμική μηχανή των Αράβων, ειδικά κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών της πολιορκίας. Η καταστροφή μέρους του αραβικού στόλου στην Προποντίδα συμπληρώθηκε, κατά την αποχώρηση των Αράβων, από μια καταιγίδα η οποία κατέστρεψε τα υπολείμματα του στόλου τους. Παράλληλα, μία αραβική στρατιά καταστράφηκε σε ενέδρα των Βυζαντινών στη Μικρά Ασία. Οι δυσβάστακτες απώλειες τις οποίες υπέστησαν οι Άραβες κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων του 674-678 οδήγησαν το χαλιφάτο σε εσωτερική κρίση. Ακόμα πιο ανησυχητική ήταν η κατάσταση στη Συρία και τον Λίβανο. Οι Βυζαντινοί, εκμεταλλευόμενοι τις δυσκολίες των Αράβων, οργάνωσαν αντεπίθεση. Οι Μαρδαΐτες, λαός αμφιλεγόμενης προέλευσης, ταυτιζόμενος πιθανότατα με τους Djaradjima των αραβικών πηγών, κατέλαβαν τα όρη από την οροσειρά του Αμανού έως τις παρυφές των Ιεροσολύμων και από εκεί διενεργούσαν επιδρομές στη Συρία και τον Λίβανο. Σύντομα μεταβλήθηκαν σε σοβαρή απειλή για τους Άραβες, καθώς οι επιδρομές τους λάμβαναν χώρα στην καρδιά του χαλιφάτου. Μην μπορώντας να τους αντιμετωπίσει αποτελεσματικά, ο Μωαβίας απέστειλε πρεσβεία το 678 προς τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο, ζητώντας ειρήνη.
2. Παρουσίαση και ανάλυση του γεγονότος
Το 678 ο χαλίφης Μωαβίας απέστειλε στον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Δ' πρεσβεία για να συζητήσουν προτάσεις του χαλίφη περί ειρήνης μεταξύ Βυζαντινών και Αράβων. Επικεφαλής της αραβικής αντιπροσωπείας ήταν ο βυζαντινής καταγωγής αξιωματούχος Φενάκης, ο οποίος είχε λάβει μέρος και στις διαπραγματεύσεις οι οποίες οδήγησαν στην υπογραφή της συνθήκης του 659 μεταξύ του Μωαβία και του αυτοκράτορα Κώνσταντος Β' (641-668). Ο αυτοκράτορας άκουσε ευνοϊκά τις ειρηνευτικές προτάσεις του Μωαβία και έστειλε πίσω στη Συρία τους Άραβες πρέσβεις, συνοδευόμενους από τον πατρίκιο Ιωάννη Πιτζιγαύδη (ή Πιτζηκαύδη ή Πιτζιγαύδιο), έμπειρο και συνετό κρατικό λειτουργό, σύμφωνα με τις πηγές,1 ο οποίος ήταν εξουσιοδοτημένος από τον αυτοκράτορα να διαπραγματευτεί τους όρους της συνθήκης ειρήνης. Οι διαπραγματεύσεις έλαβαν χώρα στην αυλή του χαλίφη στη Δαμασκό και είχαν ως αποτέλεσμα τη σύναψη συνθήκης ειρήνης με τριακονταετή διάρκεια. Σύμφωνα με τους όρους της συνθήκης, οι Άραβες ήταν υποχρεωμένοι να καταβάλλουν ετησίως στους Βυζαντινούς τρεις χιλιάδες λίτρες χρυσού (216.000 χρυσά νομίσματα), πενήντα δούλους και πενήντα καθαρόαιμους ίππους. Σε αντάλλαγμα, οι Βυζαντινοί αναλάμβαναν την υποχρέωση να αναστείλουν τις επιθέσεις των Μαρδαϊτών στη Συρία και τον Λίβανο. Αμφότερα τα μέρη δεσμεύονταν να μην προβούν σε ένοπλη αντιπαράθεση μεταξύ τους. Η συνθήκη συντάχθηκε σε δύο αντίγραφα, τα οποία, αφού επιβεβαιώθηκαν ενόρκως, ανταλλάχθηκαν ανάμεσα στα δύο μέρη. Ο Ιωάννης Πιτζιγαύδης επέστρεψε θριαμβευτικά στην Κωνσταντινούπολη, μεταφέροντας και διπλωματικά δώρα εκ μέρους του χαλίφη.
3. Συνέπειες
Η συνθήκη ειρήνης με τους Άραβες το 678 δε σταμάτησε αμέσως τις αραβοβυζαντινές συγκρούσεις. Ο διάδοχος του Μωαβία, ο Γιαζίντ (Yazid) (680-685), αναγκάστηκε να ανανεώσει τη συνθήκη το 680 ή 681, ενώ μία ακόμα ανανέωση, η οποία συμπεριλάμβανε και νέους όρους, έγινε μεταξύ του χαλίφη Αμπντ αλ-Μαλίκ (Abd al-Malik) και του Ιουστινιανού Β' (685-695, 705-711). Η επανάληψη των όρων περί Μαρδαϊτών δείχνει ότι η δράση τους συνεχιζόταν, ενώ οι επιδρομές των Βυζαντινών στα παράλια της Συρίας και της Φοινίκης δεν ήταν σπάνιες, όπως επίσης και η συνέχιση της προέλασης των Αράβων στη βυζαντινή Βόρεια Αφρική. Γενικά, πάντως, η συνθήκη ειρήνης του 678 (ουσιαστικά η ανατροπή της ισορροπίας υπέρ των Βυζαντινών μετά τη νίκη στην Κωνσταντινούπολη, η οποία οδήγησε στην υπογραφή της συνθήκης) εξασφάλισε κάποια χρόνια ηρεμίας στη Μικρά Ασία, τα οποία οι δύο αντίπαλοι εκμεταλλεύτηκαν για να ανασυγκροτήσουν τις δυνάμεις τους. Παράλληλα, η ειρήνη στο αραβοβυζαντινό σύνορο έδωσε την ευκαιρία στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία να εδραιώσει τη θέση της στα Βαλκάνια και την Ιταλία, όπου Σλάβοι και Λογγοβάρδοι ηγεμόνες έσπευσαν να υποταχθούν στη δύναμη που αναχαίτισε τον αραβικό κίνδυνο.
1. Θεοφάνης, Χρονογραφία, Theophanis Chronographia, de Boor, C. (επιμ.), (Leipzig 1883), 355, 15-18: «ἀπέστειλε σὺν αὐτοῖς ἐν Συρίᾳ Ἰωάννην τὸν πατρίκιον, τὸ ἐπίκλην Πιτζιγαῦδιν, ὡς ἀρχαιογενῆ τῆς πολιτείας καὶ πολύπειρον ὄντα καὶ μεγάλης ἀντεχόμενον φρονήσεως». Νικηφόρος Πατριάρχης, Ιστορία Σύντομος, Mango, C., Nikephoros, Patriarch of Constantinople, Short History (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 13, Washington 1990), 34, 24-26: «συνεκπέμπει αὐτοῖς Ἰωάννην τὸν πατρίκιον, τὸ ἐπίκλην Πιτζιγαύδιον, πολυπειρίᾳ καὶ φρονήσει διαφέροντα».
|
|
|