Τραπεζούς (Βυζάντιο), Οχυρώσεις

1. Αρχιτεκτονική περιγραφή

1.1. Ένταξη στο χώρο, φυσικό ή δομημένο περιβάλλον

Η πόλη της Τραπεζούντας κατά τη Βυζαντινή εποχή ήταν χτισμένη πάνω σε έναν ψηλό μακρόστενο βράχο με κατεύθυνση Β-Ν, που φτάνει έως τη θάλασσα. Δυτικά και ανατολικά το βράχο πλαισιώνουν δύο απότομα φαράγγια που καταλήγουν στη θάλασσα. Τα τείχη υψώνονταν περιμετρικά αυτού του βράχου, ενισχύοντας τη φυσική οχύρωση της πόλης (εικ. 1, 2, σχ. 1).

1.2. Αρχιτεκτονικός σχεδιασμός

Την εποχή που ολοκληρώθηκαν τα οχυρωματικά έργα –περίπου το 1324– η Τραπεζούντα αποτελούνταν από τρία περίκλειστα τμήματα που επικοινωνούσαν μεταξύ τους.1 Κάθε τμήμα ήταν σε μεγαλύτερο υψόμετρο και πιο μικρό από το προηγούμενεο, με κατεύθυνση Β-Ν. Η Κάτω Πόλη βρισκόταν περίπου στο επίπεδο της θάλασσας, απλωνόταν πάνω από το δυτικό φαράγγι και είχε έκταση περίπου 134.500 τ.μ. Η Μεσαία Πόλη ήταν 20 μ. πιο ψηλά και η έκτασή της ήταν περίπου 67.200 τ.μ. Η Ακρόπολη ήταν το πιο ψηλό τμήμα της πόλης, σε απόσταση 950 μ. από τη θάλασσα. Είχε υψόμετρο 50 μ. και έκταση 19.200 τ.μ. Υψωνόταν 40 μ. πάνω από το φαράγγι. Στην Ακρόπολη βρισκόταν το παλάτι των Μεγάλων Κομνηνών, ένα συγκρότημα αιθουσών, στρατώνων, γραφείων, διαμερισμάτων και παρεκκλησίων γύρω από μία κεντρική αυλή που ονομαζόταν Επιφάνεια.

Το τείχος της Κάτω Πόλης ξεκινούσε ΝΔ με έναν τριώροφο πύργο ύψους 15 μ. Αυτός ενωνόταν με τη γέφυρα πάνω από το δυτικό φαράγγι (Zağnos Köprüsü) με τείχος μήκους περίπου 100 μ., το οποίο σήμερα έχει καταστραφεί. Βόρεια του πύργου εκτεινόταν το δυτικό τείχος της Κάτω Πόλης με προεξοχές ανά 16 μ. περίπου, οι οποίες έμοιαζαν με πύργους. Ένα μεγάλο τμήμα του έχει καταστραφεί. Στην πλευρά αυτή υπήρχαν τρεις πύλες:
2 μία δίπλα στο ΝΔ πύργο, γνωστή με το τουρκικό όνομα “Zağnos” ή “Imaret Kapisi”, και άλλες δύο πύλες –“Sotke” ή “Süt Kapisi” τις ονομάζει ο Evliya Çelebi το 1644– σε θέσεις από τις οποίες περνούν δύο σύγχρονοι δρόμοι (Maraş Caddesi και Kale Kapisi Caddesi). Το βόρειο τείχος της Κάτω Πόλης στα σημεία όπου συναντούσε το δυτικό και το ανατολικό τείχος είναι πια κατεστραμμένο. Η κύρια πύλη του –Molos Kapisi3– ανοιγόταν δίπλα σε έναν πύργο με επάλξεις. Στο ανατολικό τείχος, στο κατεστραμμένο σήμερα βόρειο άκρο του, υπήρχαν δύο πύλες, η Mumhane και η Pazar Kapisi.4 Το τμήμα αυτό του τείχους σταματούσε στο σημείο όπου συναντούσε εκείνο της Μεσαίας Πόλης. Στην προέκταση του ανατολικού τείχους προς το βορρά υπήρχε ένας παραθαλάσσιος πύργος, κατεστραμμένος σήμερα. Από τον περιηγητή H.F.B. Lynch μαθαίνουμε ότι στα τέλη του 19ου αιώνα σώζονταν δύο σειρές εξωτερικών τειχών παράλληλες προς το ανατολικό και το δυτικό τείχος.

Τη Μεσαία Πόλη την προσέγγιζαν από τα δυτικά και ανατολικά προάστια μέσω δύο πυλών –Zindan Kapisi και Tabakhane Kapisi–, στις οποίες κατέληγαν δύο γέφυρες που περνούσαν πάνω από τα φαράγγια – ZağnosKöprü και Tabakhane Köprü (εικ. 1) αντίστοιχα. Στη βόρεια πλευρά του τείχους την επικοινωνία με την Κάτω Πόλη εξασφάλιζε η πύλη της Αγίας Δυνάμεως, ενώ στη ΝΑ γωνία του τείχους υπήρχαν δύο πύλες, αυτή του Αγίου Ευγενίου (Yeni Cuma Kapisi αργότερα), που οδηγούσε στο ανατολικό φαράγγι, και του Αγίου Γεωργίου Λιμνιώτου, που οδηγούσε στην Ακρόπολη.

Το τείχος της Ακρόπολης (σχ. 2) σε κάποια σημεία αποτελούσε ουσιαστικά τον εξωτερικό τοίχο των κτηρίων του συγκροτήματος του παλατιού. Εκτός από την πύλη του Αγίου Γεωργίου Λιμνιώτου στη ΝΑ γωνία, υπήρχε
και μία άλλη βασική είσοδος, στη νότια πλευρά (no. 15, σχ. 2), μία διπλή είσοδος μέσω ενός στενού περάσματος, την οποία γνωρίζουμε μόνο από το σχέδιο του Lynch.
5 Στη δυτική πλευρά του τείχους δύο από τα κτήρια του παλατιού (no. 22-23, σχ. 2) με τους ψηλούς τοίχους τους σχημάτιζαν ένα εσωτερικό τείχος στο σημείο αυτό της οχύρωσης (εικ. 4). Στο νοτιότερο σημείο της Ακρόπολης υψωνόταν ο πύργος του Ιωάννη Δ' Μεγάλου Κομνηνού (no. 16, σχ. 2), 21 μ. στο ύψος και περίπου 50 μ. πάνω από το ανατολικό φαράγγι, γκρεμισμένος σήμερα (εικ. 5). Η σύγχρονη είσοδος στην Ακρόπολη στο βόρειο τοίχο (no. 4, σχ. 2) ανοίχτηκε το 1896.

1.3. Οικοδομική

Στην Κάτω Πόλη σχεδόν το σύνολο του τείχους είναι χτισμένο με άτεχνα τετραγωνισμένες πέτρες σε κανονικές σειρές και ανήκει σε μία οικοδομική φάση. Μόνο στην πύλη Molos Kapisi και στον πύργο δίπλα της εντοπίζεται διαφορετικό χτίσιμο, με μικρότερες πέτρες, που ανήκει προφανώς σε μεταγενέστερη επισκευή του τείχους σε αυτό το σημείο.

Στη Μεσαία Πόλη, αντίθετα, εντοπίζονται περισσότερες οικοδομικές φάσεις. Σε όλη την περιφέρεια του τείχους της υπάρχει κατά διαστήματα ένα είδος τοιχοποιίας από μεγάλες πελεκημένες πέτρες που εφαρμόζουν καλά μεταξύ τους χωρίς συνδετικό κονίαμα – τρόπος χτισίματος που παραπέμπει στη Ρωμαϊκή περίοδο. Στο δυτικό τείχος, πάνω από τη ρωμαϊκή θεμελίωση, εντοπίζεται τοιχοποιία από καλολαξευμένες πέτρες μεσαίου μεγέθους, πιθανόν μεσοβυζαντινή. Στη γέφυρα Zağnos Köprüsü, εκτός από τη ρωμαϊκή και τη μεσοβυζαντινή φάση, το μεγαλύτερο μέρος της κατασκευής αποτελείται από μια άμορφη μάζα άτεχνα τετραγωνισμένων λίθων και πρέπει να αποδοθεί είτε στα χρόνια της
Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας είτε στην Οθωμανική περίοδο.

Στην Ακρόπολη όμως (σχ. 2) συναντάμε τον πιο περίπλοκο συνδυασμό διαφορετικών οικοδομικών φάσεων συγκριτικά με οποιοδήποτε άλλο σημείο των οχυρώσεων. Η παλιότερη και εδώ είναι των Ρωμαϊκών χρόνων. Ίχνη αυτής της τοιχοποιίας εντοπίζονται σε όλη την περιφέρεια του τείχους της Ακρόπολης, εκτός από τη βόρεια πλευρά. Ίχνη μεσοβυζαντινής τοιχοποιίας –καλολαξευμένες τετραγωνισμένες πέτρες– εντοπίζονται και εδώ, κυρίως στο κτήριο 28, και αντιπροσωπεύουν την εποχή πριν από την επίθεση του Melik το 1223. Η επόμενη οικοδομική φάση, πιθανότατα του 13ουαιώνα, χαρακτηρίζεται από τη χρήση μικρότερων λίθων –από τοπική πέτρα– χτισμένων σε λιγότερο ή περισσότερο κανονικές σειρές ανάλογα με το σημείο της οχύρωσης. Την τοιχοποιία αυτή την εντοπίζουμε στον τελευταίο όροφο του κτηρίου 28, στα σημεία 11-14, 24 και 27. Σε όλα αυτά η κατασκευή του 13ου αιώνα φτάνει μέχρι το πάνω μέρος του τείχους. Αντίθετα στα σημεία 8-10, 15-20, 22-23, 25 το τείχος του 13ου αιώνα είναι πιο χαμηλό και καταλήγει σε επάλξεις, οι οποίες όμως είναι χτισμένες σε μεταγενέστερες φάσεις ανύψωσης του τείχους. Οι τελευταίες αυτές χαρακτηρίζονται από τη χρήση ορθογώνιων λίθων άτεχνα πελεκημένων και χτισμένων σε κανονικές σειρές, με άφθονο συνδετικό κονίαμα, και θα πρέπει να τοποθετηθούν στο 14ο αι. Την τοιχοποιία του 14ου αιώνα τη συναντάμε επίσης στο τμήμα του τείχους βόρεια του κτηρίου 28, όπως και στο βόρειο τείχος της Ακρόπολης. Η τελευταία προσθήκη των βυζαντινών χρόνων έγινε με την ανύψωση του πύργου στη νότια πλευρά με πάνω από 24 σειρές προσεκτικά χτισμένων τετράγωνων λίθων και άφθονο συνδετικό κονίαμα μεταξύ τους. Ο ξεχωριστός τρόπος κατασκευής του πύργου που προστατεύει τη ΝΑ πύλη της Ακρόπολης, αυτή του Αγίου Γεωργίου, με τη χρήση διαφορετικών σε μέγεθος λίθων, καλά πελεκημένων γωνιόλιθων και τόξου με εξέχοντες αρμούς στην εξωτερική είσοδο, θα πρέπει να ανήκει στην Οθωμανική περίοδο.

2. Ιστορία

Όπως φαίνεται από τα σημεία όπου εντοπίζεται ρωμαϊκή τοιχοποιία, το ρωμαϊκό τείχος της πόλης περιέκλειε μόνο τη Μεσαία Πόλη και την Ακρόπολη, ακολουθώντας τη γραμμή του σημερινού τείχους. Η ανέγερσή του τοποθετείται στα μέσα του 1ου αι. μ.Χ. ή στις πρώτες δεκαετίες του 2ου αι.6 Είναι άγνωστο αν η πόλη είχε παλαιότερες οχυρώσεις από αυτές. Κατά την επίθεση των Σελτζούκων το 1223 εξακολουθούσε να είναι τειχισμένη μόνο η Μεσαία Πόλη και η Ακρόπολη, όπως ρητά αναφέρει ο Λαζαρόπουλος7 – σύμφωνα με την περιγραφή του οποίου αποτυπώνεται η εικόνα της οχύρωσης της πόλης. Έπειτα από αυτή την επίθεση θα πρέπει να ξεκίνησαν εκτεταμένες εργασίες ενίσχυσης των οχυρώσεων, κυρίως της Ακρόπολης, όπως φαίνεται από το χτίσιμο του 13ου αιώνα που εντοπίζεται στα τείχη της. Ίσως στα χρόνια του Ανδρόνικου Α' (1222-35) –καθώς τότε το παλάτι στην Ακρόπολη αναφερόταν ως «το παλάτι του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Μεγάλου Κομνηνού»–8 ενισχύθηκε η κεντρική ζώνη της Ακρόπολης με το χτίσιμο υψηλού τείχους (σημεία 24, 28, 12-14, σχ. 2), ενώ χαμηλότερο τείχος κατασκευάστηκε ανατολικά, στα σημεία 8-10, καθώς και στο νότιο άκρο της Ακρόπολης έως το σημείο 20.

Η επόμενη, πολύ σημαντική φάση της οχύρωσης της Τραπεζούντας ήταν το χτίσιμο του τείχους της Κάτω Πόλης. Το έργο αποδίδεται από το Λαζαρόπουλο στον
Αλέξιο Β' (1297-1330)9 και πράγματι το όνομά του εντοπίζεται σε δύο επιγραφές στο δυτικό τείχος της Κάτω Πόλης.10 Στη μία αναφέρεται το έτος 1324, χρονιά κατά την οποία το έργο θα πρέπει να είχε ήδη ολοκληρωθεί. Μέσα στο 14ο αι. συνεχίστηκαν και τα έργα στην Ακρόπολη. Η τοιχοποιία της εποχής δείχνει ότι αυτά περιλάμβαναν το χτίσιμο νέου τείχους στην βόρεια πλευρά της και στο βόρειο τμήμα της δυτικής πλευράς αλλά και την ύψωση σε όλη του την έκταση του χαμηλότερου τείχους του προηγούμενου αιώνα. Οι εργασίες αυτές μπορούν να αποδοθούν στους ηγεμόνες της Τραπεζούντας Βασίλειο (1332-40) και Μιχαήλ (1341-49) βάσει επιγραφών που αναφέρουν τα ονόματά τους.11 Μια τελευταία προσπάθεια ενίσχυσης της οχύρωσης στη νότια πλευρά έγινε από τον Ιωάννη Δ' με την ύψωση εκ νέου του πύργου στο σημείο αυτό (no. 16, σχ. 2), όπως μαρτυρούσε επιγραφή που έφερε το όνομά του (εικ. 5).12 Κατά την Οθωμανική περίοδο έγιναν μικρότερες επεμβάσεις, που δεν άλλαξαν ουσιαστικά την εικόνα των οχυρώσεων, με το χτίσιμο του πύργου που προστατεύει τη ΒΑ πύλη της Ακρόπολης (no. 5, σχ. 2), την προσθήκη ενός λουτρού στο συγκρότημα του παλατιού (κτήριο 21, σχ. 2) και ενός επιπλέον ορόφου στο διπλανό κτήριο (no. 22, σχ. 2).

3. Σημερινή κατάσταση

Μέχρι τώρα δεν έχει γίνει καμιά συστηματική ανασκαφή των τειχών, ώστε να λυθούν αδιευκρίνιστα ακόμα προβλήματα σχετικά με τη μορφή, τον τρόπο και το χρόνο κατασκευής τους. Έως τις αρχές του 20ού αιώνα αυτά διατηρούνταν σε αρκετά καλή κατάσταση. Ωστόσο μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο υπέστησαν σημαντικές καταστροφές. Η έντονη οικοδομική δραστηριότητα κάνει τη μελέτη τους εξαιρετικά δύσκολη. Επίσης σε κάποια τμήματα της οχύρωσης της Ακρόπολης (no. 26-27, 32) το βυζαντινό τείχος έχει καλυφθεί από σύγχρονη επένδυση, της δεκαετίας του 1960, γεγονός που δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο τη σχετική έρευνα.




1. Η περιγραφή των οχυρώσεων στηρίζεται σε όσα αναφέρονται στο βιβλίο των Bryer, A. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos 1 (Dumbarton Oaks Studies ΧΧ, Washington D.C. 1985), σελ. 178-195.

2. Τις πύλες της Κάτω Πόλης τις αναφέρει ο περιηγητής του 17ου αι. Evliya Çelebi, πρβλ. Bryer, A. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos 1 (Dumbarton Oaks Studies ΧΧ, Washington D.C. 1985), σελ. 194, υποσημ. 88, όπου και η παραπομπή στην πηγή.

3. Mevlúz την ονομάζει ο Evliya Çelebi, Narrative of Travels in Europe, Asia and Africa, in the Seventeenth Century ΙΙ, μτφρ. J. von Hammer (London 1834-36, επανεκτύπωση New York 1968), σελ. 45.

4. Την ύπαρξη της πύλης αυτής την πληροφορούμαστε από το χάρτη του Lynch, H.F.B., Armenia – Travels and Studies Ι (London 1901, επανεκτύπωση Beirut 1965), σελ. 13.

5. Lynch, H.F.B., Armenia – Travels and Studies Ι (London 1901, επανεκτύπωση Beirut 1965), σελ. 13.

6. Bryer, A. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos 1 (Dumbarton Oaks Studies ΧΧ, Washington D.C. 1985), σελ. 180, 187.

7. Papadopoulos-Kerameus, A. (επιμ.), Fontes historiae imperii Trapezuntini I (St. Petersburg 1897, επανεκτύπωση Amsterdam 1965), σελ. 120.

8. Λαμψίδης, Ο., «Μιχαήλ του Παναρέτου περί των Μεγάλων Κομνηνών», Αρχείον Πόντου 22 (1958), σελ. 78.

9. Papadopoulos-Kerameus, A. (επιμ.), Fontes historiae imperii Trapezuntini I (St. Petersburg 1897, επανεκτύπωση Amsterdam 1965), σελ. 120.

10. Πρβλ. για το θέμα και τη σχετική βιβλιογραφία Bryer, A. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos 1 (Dumbarton Oaks Studies ΧΧ, Washington D.C. 1985), σελ. 183, υποσημ. 51.

11. Bryer, A. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos 1 (Dumbarton Oaks Studies ΧΧ, Washington D.C. 1985), σελ. 184.

12. Bryer, A. – Winfield, D., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos 1 (Dumbarton Oaks Studies ΧΧ, Washington D.C. 1985), σελ. 184.