Φαρνάβαζος

1. Οικογένεια

Αξιωματούχος της Αχαιμενιδικής Αυτοκρατορίας από βασιλική γενιά.1 Η γέννησή του τοποθετείται πριν από το 444 π.Χ.2 Μεταξύ του 414 και του 412 π.Χ. κληρονόμησε από τον πατέρα του Φαρνάκη Β΄ το αξίωμα του σατράπη της Ελλησποντικής Φρυγίας.3 Είχε ένα νόμιμο αδελφό, το όνομα του οποίου δεν παραδίδεται,4 ενώ αναφέρονται ακόμη ο νόθος αδελφός του Βαγαίος και ο θείος του Σουσαμίθρας.5 Παντρεύτηκε την Απάμη (387 π.Χ.),6 κόρη του βασιλιά Αρταξέρξη Β΄ (404-351 π.Χ.), και απέκτησε τρεις γιους, τον Αρτάβαζο Γ΄,7 μετέπειτα σατράπη της Φρυγίας (362-330 π.Χ.), τον Οξύθρη και το Δίβικτο.8 Ο διάδοχός του Αριοβαρζάνης (387-362 π.Χ.) ανήκε στην ίδια οικογένεια, είναι όμως άγνωστο αν ήταν ο νόμιμος αδελφός του ή ο μεγαλύτερος νόμιμος γιος του από άγνωστη σύζυγο.9 Απέκτησε επίσης ένα νόθο γιο από κάποια Παραπίτα.10 Η οικογένειά του κατείχε εκτάσεις γύρω από το Δασκύλειον, όπου ήταν χτισμένο και το παλάτι του, σε οχυρή θέση τριγυρισμένη από χωριά και παραδείσους.

2. Δράση

Από το 413 π.Χ. ο Φαρνάβαζος συμμετείχε στην προσπάθεια του Δαρείου Β΄ (423-404 π.Χ.) να ενσωματωθούν εκ νέου τα παράλια της Μικράς Ασίας στην Αχαιμενιδική Αυτοκρατορία και να πληρώνουν φόρο. Συμμάχησε με τους Σπαρτιάτες και δραστηριοποιήθηκε εναντίον των Αθηναίων στον πόλεμο της Ιωνίας (412-405 π.Χ.) με επιχειρήσεις στην περιοχή του Ελλησπόντου. Οι απανωτές αποτυχίες με τους Αθηναίους και τον Αλκιβιάδη τον εξανάγκασαν σε συνθηκολόγηση, η οποία όμως ακυρώθηκε από τον Κύρο Β΄, που έφτασε στη Μικρά Ασία το 407 π.Χ. με την ιδιότητα του καράνου.11 Το 405 π.Χ. ο Φαρνάβαζος, εκμεταλλευόμενος το κενό εξουσίας στη Μικρά Ασία μετά την ήττα των Αθηναίων, κατέλαβε θέσεις στη μεθόριο της επικράτειάς του με τη Φρυγία, όπου εγκατέστησε εξόριστους Μιλήσιους.12

Το 404 π.Χ. ειδοποίησε το νόμιμο βασιλιά Αρταξέρξη Β΄ για τα σχέδια του Κύρου να επαναστατήσει. Ο τελευταίος τον εκδίωξε από τη σατραπεία του το 401 π.Χ.13 Την ίδια χρονιά ο Φαρνάβαζος τάχθηκε στο πλευρό του Αρταξέρξη στη μάχη στα Κούναξα, ενώ λίγο αργότερα, σατράπης εκ νέου και με αυξημένες αρμοδιότητες ως τα σύνορα της Πισιδίας, ήρθε επανειλημμένα αντιμέτωπος με τους Μυρίους.14 Κατά τη διάρκεια του πολέμου Σπαρτιατών και Περσών υπήρξε ο κύριος αποδέκτης της πίεσης των σπαρτιατικών στρατευμάτων. Πρώτος εκστράτευσε εναντίον του ο Δερκυλλίδας, με τον οποίο κατόρθωσε να συνάψει δύο διαδοχικές ανακωχές (399 και 398 π.Χ.), αφού όμως έχασε την Αιολίδα. Αμέσως μετά (397-395 π.Χ.), είτε σε συνεργασία με τον ανώτερό του σατράπη της Λυδίας Τισσαφέρνη είτε μόνος του, αντιμετώπισε την εκστρατεία του Αγησιλάου, ο οποίος συμμαχώντας με τον αποστάτη Σπιθριδάτη και τον Παφλαγόνιο δυνάστη Ότυ εισέβαλε επανειλημμένα στην επικράτειά του και λεηλάτησε το Δασκύλειον. Τελικά απέτυχε να καταβάλει τον αντίπαλό του και επήλθε συνεννόηση.15 Χάρη σε δωροδοκίες πολιτικών ο Φαρνάβαζος πέτυχε να συσπειρώσει τις ελληνικές πόλεις εναντίον της Σπάρτης και να προκαλέσει τον Κορινθιακό πόλεμο (395 π.Χ.).16 Αποκατέστησε την κυριαρχία του στην Αιολίδα και, σε συνεργασία με τον Κόνωνα και την Αθήνα, ανασυγκρότησε τον περσικό στόλο και κατάφερε αποφασιστική νίκη κατά των Σπαρτιατών στη ναυμαχία της Κνίδου το 394 π.Χ., αν και απέτυχε να καταλάβει την Άβυδο και τη Σηστό.17 Την επόμενη χρονιά εκστράτευσε εναντίον της Λακωνίας. Συνέχισε να δρα στο πλευρό των συμμάχων του Αθηναίων μέχρι την ανάκλησή του στα Σούσα το 388 π.Χ., όπου παντρεύτηκε την Απάμη. Οι πηγές παρουσιάζουν την ανάκληση ως προαγωγή, αποδίδουν όμως στην απομάκρυνσή του από τη Μικρά Ασία τη θεαματική αλλαγή πολιτικής του Αρταξέρξη υπέρ της Σπάρτης και του Ανταλκίδα.18

Ο Φαρνάβαζος είχε τη διοίκηση των δύο αποτυχημένων εκστρατειών του Αρταξέρξη κατά της Αιγύπτου το 386-383 και το 374-373 π.Χ. Ανακλήθηκε το 373 π.Χ. και αντικαταστάθηκε από το Δατάμη. Μάλλον πέθανε λίγο αργότερα, αφού δε γίνεται ξανά λόγος γι’ αυτόν.19

3. Κρίσεις

Ο Φαρνάβαζος, ο πιο ενεργά αναμεμειγμένος στα ελληνικά πράγματα Πέρσης, ενσαρκώνει το πρότυπο του τρυφηλού ανατολίτη δεσπότη. Η δυσκολία να τον συναντήσει κανείς ήταν παροιμιώδης.20 Οι κρίσεις που εκφέρουν για το πρόσωπό του οι πηγές δε συμφωνούν πάντα μεταξύ τους: ο Ξενοφώντας και ο Πλούταρχος τον παρουσιάζουν πιστό και γενναίο μαχητή, αλλά και ικανό πολιτικό και διπλωμάτη. Οι υπόλοιπες όμως τονίζουν την απληστία του, την ευκολία με την οποία δωροδοκούσε τους αντιπάλους του και δολοπλοκούσε, τη ζήλια του για τους Έλληνες και τις περίφημες έχθρες του. Του αποδίδονται η δολοφονία του αντιπάλου του στον Ιωνικό πόλεμο Αλκιβιάδη, τον οποίο φιλοξενούσε στην επικράτειά του (404 π.Χ.), η αντιδικία με τον Ιφικράτη για τη διοίκηση της αιγυπτιακής εκστρατείας και η περίφημη αντιπαλότητα με το Δερκυλλίδα και το Λύσανδρο, εξαιτίας της οποίας ο τελευταίος έπεσε σε δυσμένεια στη Σπάρτη.21 Πάντως με τους περισσότερους Έλληνες συμμάχους του είχε άριστες σχέσεις, ειδικά με το Σπαρτιάτη Μίνδαρο κατά τη διάρκεια του Ιωνικού πολέμου και με τον Αθηναίο Κόνωνα κατά τον πόλεμο Σπαρτιατών και Περσών, ενώ η συνεργασία και οι φιλικές του σχέσεις με το Συρακούσιο Ερμοκράτη, ο οποίος βρέθηκε εξόριστος και χωρίς πλοία μετά την καταστροφή του πελοποννησιακού στόλου στη ναυμαχία της Κυζίκου το 410 π.Χ., φανερώνουν κάποια ανιδιοτέλεια.22

Το ότι διατηρούσε σχέσεις εμπιστοσύνης με τους συμμάχους του, όπως και με τους Έλληνες υπηκόους του, δείχνουν η προθυμία των ελλησποντικών πόλεων να αποστατήσουν από την Αθήνα, η αποπομπή του Λυσάνδρου από τους Σπαρτιάτες έπειτα από παράκλησή του, η αποφυγή από μέρους του εγκατάστασης περσικών φρουρών και η συνεχής υποστήριξη των συμμάχων και των φίλων του, ακόμα και με παρέκκλιση από την περσική πολιτική.

Η πολιτική του οξυδέρκεια και οι στρατιωτικές και διπλωματικές του ικανότητες είναι αναμφισβήτητες. Μεγαλύτερες αρετές του ήταν η δυναμική υποστήριξη της πολιτικής του με όλα τα μέσα και η ικανότητα να εμπνέει εμπιστοσύνη στους συνομιλητές του. Υποστήριξε με πάθος την αντιαθηναϊκή πολιτική του Δαρείου Β΄ μέχρις ότου διείδε το αδιέξοδό της. Παρέμεινε πιστός στο διάδοχο του Δαρείου Αρταξέρξη Β΄ σε μια κρίσιμη στιγμή ανακατατάξεων στην αυτοκρατορία (401 π.Χ.). Χρειάστηκε ακόμη πολλές φορές να έρθει σε συμφωνία με Έλληνες στρατηλάτες, προκειμένου να διασφαλίσει τη θέση του, και γι’ αυτό ήταν έτοιμος να πληρώσει σημαντικά ποσά. Διέβλεψε ωστόσο τον κίνδυνο που έκρυβε η ηγεμονική στάση της Σπάρτης του Λυσάνδρου και κατόρθωσε να τον εκμηδενίσει πολιτικά. Ο Φαρνάβαζος ήταν ο πρώτος που συνέλαβε την αναγκαιότητα ενεργητικής αντεπίθεσης στη θάλασσα και στο ελληνικό μέτωπο για να εξουδετερωθεί ο κίνδυνος του Αγησιλάου. Συμμαχώντας με την Αθήνα του Κόνωνα, κατάφερε να απομακρύνει την απειλή οδηγώντας τον περσικό στόλο στο Αιγαίο, και μάλιστα έως τις ακτές τις Λακωνίας, πρώτη φορά μετά τη μάχη της κυπριακής Σαλαμίνας (449 π.Χ.). Ουσιαστικά υπήρξε ο αρχιτέκτονας της ηγεμονικής θέσης της Περσίας στη Μικρά Ασία και στο Αιγαίο μετά την ειρήνη του Ανταλκίδα (387 π.Χ.).23

Στο εσωτερικό μέτωπο κατόρθωσε όχι μόνο να διατηρήσει την επικράτειά του αλώβητη από τις συχνές επιδρομές, αλλά και να την αυξήσει θεαματικά, επεκτείνοντας τα όρια της σατραπείας του προς το βόρειο άκρο της Αιολίδας και την Τρωάδα, χάρη στο μισθοφορικό στρατό του Ζήνιος και της Μανίας. Η σατραπεία ήταν οργανωμένη ως μικρογραφία βασιλείου· υποδιαιρούνταν σε μικρές ηγεμονίες ή «σατραπείες», όπως του Ζήνιος και της Μανίας στην Τρωάδα και του Ρατίνη στην περιοχή του Γορδίου,24 με τους οποίους διενεργούσε συχνές επιδρομές στην Πισιδία, τη Μυσία, τη Βιθυνία και την Παφλαγονία.25

Όργανο της πολιτικής του ήταν συχνά οι Έλληνες φιλοξενούμενοι στην αυλή του, κυρίως σημαίνοντα πολιτικά πρόσωπα, όπως ο Απολλοφάνης από την Κύζικο, ο οποίος παρενέβη στη διένεξή του με τον Αγησίλαο, ή εξόριστοι, όπως οι πρέσβεις που έστειλε το 412 π.Χ. στη Σπάρτη. Προφανώς ήταν γνώστης της ελληνικής, αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι η περίφημη συνομιλία του με τον Αγησίλαο έγινε χωρίς διερμηνείς. Κάτι τέτοιο ήταν απόλυτα φυσιολογικό για το γόνο μιας οικογένειας εγκατεστημένης για αρκετές δεκαετίες στην περιοχή του Ελλησπόντου. Αντίθετα, οι σχέσεις του με τους Πέρσες αξιωματούχους δεν ήταν αγαστές. Βρισκόταν σε διαρκή ανταγωνισμό με τον Τισσαφέρνη. Σίγουρα η αποστολή του Κύρου το 407 π.Χ. σχετίζεται με την αδυναμία των δύο σατραπών να ενωθούν απέναντι στον κοινό αθηναϊκό κίνδυνο.26 Ο ανταγωνισμός τους εντάθηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου με τη Σπάρτη. Τελικά, η παρέμβαση του Φαρνάβαζου στον Αρταξέρξη Β΄ στα Σούσα το 398/397 π.Χ. και οι διαμαρτυρίες του εναντίον του Τισσαφέρνη αποτέλεσαν την αρχή του τέλους για το σατράπη της Λυδίας.27

Ορισμένες φορές η πολιτική του βρέθηκε στον αντίποδα της περσικής στρατηγικής, ιδιαίτερα όταν συμφώνησε ανακωχή με τους Αθηναίους το 408 π.Χ. και συνόδευσε την πρεσβεία τους ως το Γόρδιο. Μάλιστα το 395 π.Χ. δήλωσε στον Αγησίλαο ότι αν δεν επιφορτιζόταν με ευθύνες ανώτατου διοικητή θα επαναστατούσε περνώντας στο πλευρό των Σπαρτιατών.28 Παρ’ όλα αυτά, η εκτίμηση που έτρεφε στο πρόσωπό του ο Αρταξέρξης Β΄ είναι δεδομένη, αν αναλογιστεί κανείς τους σημαντικούς ρόλους που του ανατέθηκαν.



1. Πρόγονός του ήταν ο Αρσάμης, παππούς του Δαρείου Α΄ (520-486 π.Χ.). Ο γενάρχης της οικογένειας Φαρνάκης Α΄ ταυτίζεται με τον Parnaka των πινακίδων της Περσέπολης, γιο του Αρσάμη, βλ. Lewis, D.M., Sparta and Persia (Leiden 1977), σελ. 8, σημ. 25. Για την οικογένεια βλ. Balcer, J.M., A Prosopographical Study of the Ancient Persians Royal and Noble c.550-450 B.C. (Lewiston – Queenston – Lampeter 1993), σελ. 84-86.

2. Ο Ξεν., Ελλ. 4.1.31, αναφέρει ότι ήταν μεγαλύτερος από τον Αγησίλαο (γέννηση 444 π.Χ.).

3. Το αξίωμα κατείχε επίσης ο προπάππος του Αρτάβαζος Β΄, ο παππούς του Φαρνάβαζος Α΄ και ο πατέρας του Φαρνάκης Β΄, ο οποίος αναφέρεται από τον Αριστφ., Όρν. 1.028-1.030, και φαίνεται ότι ήταν ζωντανός το 414 π.Χ.

4. Θουκ. 8.58.1.

5. Γιος του Φαρνάκη: Θουκ. 8.6.1. Αδελφός του Βαγαίου: Ξεν., Ελλ. 3.4.13· Πλούτ., Αλκ. 39 (αναφέρεται ως Μαζαίος)· Nep., Alc. 10. Ανιψιός του Σουσαμίθρα: Πλούτ., Αλκ. 39.

6. Σύζυγος της Απάμης: Πλούτ., Αρτξ. 28.

7. Αρτάβαζος Γ΄ ως γιος του Φαρνάβαζου: Βλ. Nöldeke, Τ., βιβλιοκρισία επί του "Krumbholtz, P., De Asiae Minoris Satrapis Persicis (Leipzig 1883)", Göttingische gelehrte Anzeiger (1884), σελ. 294-295. Αντίθετη άποψη: CHI 2 (1985), σελ. 381-382, σημ. 4.

8. Πολύαιν. 7.33.2.

9. Αδελφός: Hornblower, S., Mausolus (Oxford 1982), σελ. 173. Πρωτότοκος γιος: Weiskopf, Μ., The So-calledGreat Satraps Revolt” 366-360 (Historia Einzelschriften 63, Stuttgart 1989), σελ. 27. Μέλος της οικογένειας: Noldeke, Τ., βιβλιοκρισία επί του "Krumbholtz, P., De Asiae Minoris Satrapis Persicis (Leipzig 1883)", Gottingische gelehrte Anzeigen (1884), σελ. 295-296. Ένας εγγονός του Φαρνάβαζου ονομαζόταν Αριοβαρζάνης: Αρρ., Αν. 1.325. Η πλειονότητα των ιστορικών αρνείται τη σύνδεση: Sekunda, V.N., “Persian Settlement in Hellespontine Phrygia”, AchHist 3 (1985), σελ. 179-180.

10. Ξεν., Ελλ. 4.1.39-40· Πλούτ., Αγ. 12.

11. Συμμαχία με Σπάρτη: Θουκ. 8.6.1., 8.8.1-2, 8.58.1, 8.80.1-2. Βλ. Lewis, D.M., Sparta and Persia (Leiden 1977), σελ. 87. Στρατιωτική δράση: Θουκ. 8.62.1, 8.80.1-2· Ξεν., Ελλ. 1.1.4-8, 1.1.25, 1.2.16. 1.3.8-13, 3.1.16· Πλούτ., Αλκ. 28-31· Διόδ. Σ. 13.45.6-66. Σχετικά με την ανακωχή βλ. Amit, M., “Le traité de Chalcédoine entre Pharnabaze et les Stratèges Athéniens”, AC 42 (1973), σελ. 436-457. Ακύρωσή της από τον Κύρο: Ξεν., Ελλ. 1.4.1-7.

12. Διόδ. Σ. 13.104.6. Στα χειρόγραφα αναφέρεται ότι ο Φαρνάβαζος κατέλαβε την Κλαύδα, οι περισσότεροι ιστορικοί όμως δέχονται την διόρθωση σε Βλαύνδα. Βλ. Debord, P., “La mise en place et l’organisation des satrapies perses en Asie Mineure occidentale (VIe-début IVe siècle)”, Cahiers du Centre G. Radet 3 (1983), σελ. 4.

13. Διόδ. Σ. 14.19.6.

14. Προειδοποίηση σε Αρταξέρξη: Διόδ. Σ. 14.22.1. Δραστηριότητα του Φαρνάβαζου κατά τη διάρκεια της επανάστασης του Κύρου: βλ. Briant, P., Histoire de l’Empire Perse. De Cyrus à Alexandre (Paris 1996), σελ. 637-639. Συγκρούσεις στη Βιθυνία με τους Μυρίους: Ξεν., Αν. 6.5.30 και 6.4.24. Εκδίωξη από την επικράτειά του: 7.1.2 και 7.2.7, 12, 14.

15. Επιδρομές Δερκυλλίδα: Just., Epit. 6.1.2-3· Ξεν., Ελλ. 3.1.9-20. Ανακωχή με Δερκυλλίδα και επιδρομή του τελευταίου στη Βιθυνία: Ξεν., Ελλ. 3.2.1· Διόδ. Σ. 14.38.5. Δεύτερη ανακωχή και αποστολή του Φαρνάβαζου στα Σούσα για διαπραγματεύσεις: Ξεν., Ελλ. 3.2.9· Διόδ. Σ. 14.39.1. Κοινή δράση με Τισσαφέρνη: 3.2.13-20· Διόδ. Σ. 14.39.4-6 και 14.79.1-8. Στο Φαρνάβαζο αποδίδονται εσφαλμένα ορισμένες εκδόσεις των λεγόμενων σατραπικών νομισμάτων της Ιωνίας. Robinson, E.S.G., “Greek Coins acquired by the British Museum 1938-1948”, NC 8 (1948), σελ. 48-56. Επιχειρήσεις Αγησιλάου: Ελλην. Οξ., 21.5· Ξεν., Ελλ. 4.1.1. κ.ε. Καταστροφή και λεηλασία του Δασκυλείου: 4.1.33. Συνεννόηση με Αγησίλαο: 4.1.29-39· Θεόπομπ. Ιστ., Ελληνικά ΧΙ, σε Ευσ., Ευαγγ. Προπ. 10.2-3· Πλούτ., Αγησ. 12.

16. Για τις δωροδοκίες στάλθηκε στην Ελλάδα με χρήματα του Φαρνάβαζου ο Τιμοκράτης ο Ρόδιος: Ελλην. Οξ., 7.2.2-5. Η δωροδοκία των πολιτικών αποδίδεται από τον Πολύαιν. 1.48.3, σε σχέδιο του Κόνωνα. Άλλες πηγές δεν αναφέρουν καθόλου το Φαρνάβαζο: Ξεν., Ελλ. 4.3.1· Πλούτ., Αγησ. 15. Αργότερα, ο Φαρνάβαζος έδωσε χρήματα στο συνέδριο των Συμμάχων στην Κόρινθο και στους Αθηναίους για να χτίσουν τα τείχη της πόλης: Ξεν., Ελλ. 4.8.31· Φιλόχ., FGrHist 328 F 146· Πλούτ., Αγησ. 23· Διόδ. Σ. 14.84.6.

17. Δημιουργία στόλου με τον Κόνωνα: Ξεν., Ελλ. 4.3.11· Διόδ. Σ. 14.83. Σε αυτή τη συγκυρία χρονολογούνται νομισματικές εκδόσεις από την Κύζικο και τη Μυτιλήνη: βλ. Kraay, C.M. – Hirmer, Μ., Greek Coins (London 1966), σελ. 72 κ.ε., πίν. 718 και Bodenstedt, F., Die Elektronmunzen von Phokaia und Mytilene (Tubingen 1981), σελ. 82 και 99, πίν. 55, ΕΜ 71 αντίστοιχα. Την ίδια περίοδο, ο Φαρνάβαζος αφιερώνει πολυτελή φορεσιά στον Παρθενώνα: IG ii² 1418, στ. 11· IG ii² 1421, στ. 118· IG ii² 1424α, στ. 303 και IG ii² 1428, στ. 143· Lewis, D.M. – Stroud, R.S., “Athens Honors King Euagoras of Salamis”, Hesperia 48 (1979), σελ. 191, σημ. 16· Harris, D., The Treasures of the Parthenon and Erechtheion (Oxford 1996), σελ. 121 και 230. Εκδίωξη των φρουρών: Ξεν., Ελλ. 4.8.1-2. Αποτυχία κατάληψης Αβύδου και Σηστού: Ξεν., Ελλ. 4.4.6-12.

18. Ξεν., Ελλ. 5.1.28.

19. Πρώτη εκστρατεία: Ισοκρ. 4.140. Σε αυτήν αποδίδονται νομίσματα που φέρουν στον εμπροσθότυπο την κεφαλή του Ηρακλή και στον οπισθότυπο κεφαλή γενειοφόρου οπλίτη. Βλ. Moysey, R.A., “The silver stater issues of Pharnabazos and Datames from the mint of Tarsus in Cilicia”, ANSMN 31 (1986), σελ. 7-61. Δεύτερη εκστρατεία: Διόδ. Σ. 15.29.3 και 15.41 κ.ε.· Πλούτ., Αρτξ. 24· Πολύαιν. 3.8.38. Ανάκληση: Nep., Dat. 4. Σε αυτή την εκστρατεία αποδίδονται νομίσματα της Ναγίδου και της Ταρσού. Harrison, C., Coins of the Persian Satraps (University of Pennsylvania, Ph.D., Ann Arbor 1982)· Le Rider, G., “Le monnayage Perse en Cilicie au IVe s.”, NAC (1997), σελ. 151-167.

20. Ο Επικράτης, Λαΐς 3 Κ, αναφέρει ότι, όταν η εταίρα Λαΐδα ήταν νέα, ήταν πιο ακριβοθώρητη και από το Φαρνάβαζο, κάτι που μαρτυρά το περίπλοκο πρωτόκολλο των ακροάσεων του Πέρση σατράπη. Βλ. Tuplin, C., Achaemenid Studies (Historia Einzelschriften 99, Stuttgart 1996), σελ. 80.

21. Δολοφονία Αλκιβιάδη: Nep., Alc. 9-10· Πλούτ., Αλκ. 37.8-39· Διόδ. Σ. 14.1-4· Αθήν. 13.574e-f. Αντιζηλεία με Ιφικράτη: Διόδ. Σ. 15.29.3 και 15.41 κ.ε.· Πλούτ., Αρτξ. 24· Πολύαιν. 3.8.38. Αντιπαλότητα με Δερκυλλίδα: Ξεν., Ελλ. 3.1.8-10. Η δυσμένεια του Λυσάνδρου επιτεύχθηκε χάρη σ’ ένα περίφημο τέχνασμα το οποίο αφηγούνται ο Πλούτ., Λύσ. 20, ο Πολύαιν. 7.18 και ο Nep., Lys. 4.1: Ανήσυχος ο Σπαρτιάτης για το ενδεχόμενο ανάκλησής του από τους εφόρους, παρακάλεσε το Φαρνάβαζο να του δώσει ένα είδος συστατικής επιστολής για τη γερουσία της Σπάρτης, όπου θα αναιρούσε τις κατηγορίες που προηγουμένως είχε εκτοξεύσει εναντίον του. Όμως ο Φαρνάβαζος, την ώρα που συνέτασσε το έγγραφο, διέταξε μυστικά να γραφεί άλλο γράμμα, που επαναλάμβανε τις κατηγορίες. Τελικά ο Λύσανδρος κατέφτασε στη γερουσία με το δεύτερο γράμμα, η ανάγνωση του οποίου σφράγισε την αποπομπή του.

22. Ερμοκράτης και Φαρνάβαζος: Ξεν., Ελλ. 1.1.31· Διόδ. Σ. 13.63.2.

23. Η νίκη της ναυμαχίας της Κνίδου ανήκει πρώτα απ’ όλα στο Φαρνάβαζο και την Περσία: Λύσ. 2.56 κ.ε.· Ισοκρ. 4.119, 142 κε., 5.99· Ξεν., Ελλ. 4.8.1· Πλούτ., Αγησ. 17.2.

24. Ζήνις και Μανία: Ξεν., Ελλ. 3.1.10-28· Πολύαιν. 8.54.10. Ρατίνης: Ελλην. Οξ., 21.6· Ξεν., Ελλ. 3.4.13 και Αν. 6.5.7.

25. Επιδρομές σε Μυσία και Πισιδία: Ξεν., Ελλ. 3.1.3.

26. Weiskopf, M., The So-CalledGreat Satraps Revolt” 366-360 B.C. (Historia Einzelschriften 63, Stuttgart 1989), σελ. 17.

27. Just., Epit. 6.1.2-7· Nep., Con. 3.1-2. Βλ. Westlake, H.D., “Decline and Fall of Tissaphernes”, Historia 30 (1981), σελ. 272-273.

28. Πλούτ., Αγησ. 3.3.