Φερτέκ

1. Ανθρωπογεωγραφία - Ιστορία

Οικισμός της Καππαδοκίας, ο οποίος βρίσκεται σε οροπέδιο που σχηματίζουν τμήματα των οροσειρών του Ταύρου και του Αντίταυρου και συγκεκριμένα του ανατολικού Χασάν-νταγ και του Μελεντίζ νταγλαρί, σε υψόμετρο 1.270 μ. Το Φερτέκ είχε χτιστεί στην κοιλάδα που σχημάτιζε ανώνυμο ρέμα, το οποίο κατέληγε στον Ιζαντί ντερέ, παραπόταμο του Νίγδη-σου, και ανήκε στην περιφέρεια της Νίγδης, από την οποία απείχε μόλις 5 χιλιόμετρα.1 Οι χειμώνες ήταν ψυχροί, με αρκετές χιονοπτώσεις, και τα καλοκαίρια ζεστά και ξηρά.

Εκτός από το επίσημο όνομά του ο οικισμός ήταν γνωστός και ως Φερτέκι, Φερτέκιον, Φερτάκαινα, Φερτέκινα, Βαρτάκινα, Φέρταινα και Φερτίκιοϊ. Οι δύο πρώτες παραλλαγές είναι ουσιαστικά εξελληνισμένες εκδοχές του επίσημου, τουρκικού ονόματος του οικισμού και ήταν σε χρήση, τουλάχιστον μεταξύ των λογίων, ήδη από το 19ο αιώνα, παρά την αντίθετη άποψη ορισμένων προσφύγων, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι το -ι προστέθηκε στην Ελλάδα μετά το 1924.2 Οι εκδοχές Φερτέκινα και Βαρτάκινα χρησιμοποιούνταν από τους κατοίκους των γύρω χωριών. Το επίσημο όνομα με το οποίο ο οικισμός εμφανίζεται στα εκκλησιαστικά βιβλία και στην εκπαίδευση ήταν το Φερτάκαινα. Εχει υποστηριχτεί μάλιστα η άποψη σύμφωνα με την οποία αυτό ήταν το όνομα από το οποίο προήλθε το τουρκικό Φερτέκ και στη συνέχεια τα εξελληνισμένα Φερτέκι και Φερτέκιον.3 Ως προς την προέλευση του ίδιου του ονόματος Φερτάκαινα έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις, οι οποίες όμως βασίζονται περισσότερο σε τοπικές παραδόσεις και παρετυμολογίες παρά σε ελέγξιμα ιστορικά στοιχεία.4

Η πληροφόρησή μας αναφορικά με την αρχική θέση του οικισμού δεν είναι ξεκάθαρη. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση ο οικισμός μεταφέρθηκε από την αρχική του θέση στο σημείο που ήταν χτισμένο το Φερτέκ. Αυτή η παράδοση, που απαντάται και σε άλλους οικισμούς της Καππαδοκίας, αντικρούεται από την πληροφορία ότι ως το 1835 υπήρχε εκεί βυζαντινός ναός. Εφόσον βέβαια αυτή η πληροφορία επιβεβαιωθεί, σημαίνει ότι ο οικισμός θα πρέπει να υπήρχε στη συγκεκριμένη θέση τουλάχιστον από τη Βυζαντινή εποχή.5

Και ως προς την οικιστική του οργάνωση και την αρχιτεκτονική των κατοικιών το Φερτέκ μοιάζει με τους υπόλοιπους οικισμούς της Καππαδοκίας. Η παλαιότερη φάση του είναι αυτή των λαξευτών στο βράχο σπιτιών. Σύμφωνα μάλιστα με τις τοπικές παραδόσεις, οι οποίες μας είναι επίσης γνωστές και από άλλους καππαδοκικούς οικισμούς, τα σπίτια αυτά χρονολογούνται από την εποχή των τουρκικών επιδρομών εναντίον της περιοχής. Δυστυχώς όμως οι επιδρομές αυτές δεν προσδιορίζονται χρονικά και επομένως δεν είναι δυνατό να ελεγχθεί κατά πόσο η παράδοση αναπαράγει σε κάποιο βαθμό συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα. Σύμφωνα με αυτή πάντως, τότε συγκεντρώθηκαν στο Φερτέκ όλοι οι χριστιανοί της γύρω περιοχής και παρέμειναν εκεί για μεγάλο διάστημα προκειμένου να διασώσουν τη ζωή και την τιμή τους. Τα λαξευτά του Φερτέκ ήταν είτε μικρότεροι, ανεξάρτητοι χώροι, είτε και ολόκληρα συγκροτήματα κατοικιών που επικοινωνούσαν μεταξύ τους με υπόγειες στοές. Με την πάροδο του χρόνου και την ανέγερση υπέργειων σπιτιών έπαψαν να χρησιμοποιούνται ως χώροι κατοικίας και χρησίμευαν πια μόνο ως αποθήκες. Οσον αφορά τέλος την οικιστική του οργάνωση, το Φερτέκ ήταν χωρισμένο σε τρεις συνοικίες: Τον απάνω, τον κάτω και τον ορτά (κεντρικό) μαχαλά.6

Ο πληθυσμός του ήταν μεικτός και περιλάμβανε ορθόδοξους χριστιανούς και μουσουλμάνους. Οι διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με το ύψος του πληθυσμού και την εσωτερική του κατανομή σε εθνοθρησκευτικές ομάδες είναι αντικρουόμενες και μάλλον ανακριβείς. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι πρόκειται για εκτιμήσεις και όχι για προϊόντα συστηματικής και οργανωμένης απογραφής. Ο Φαρασόπουλος εκτιμά το 1895 ότι οι χριστιανοί έφταναν τους 1.200 και οι μουσουλμάνοι τους 1.300.7 Την ίδια περίπου αναλογία μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων –50% για κάθε εθνοθρησκευτική ομάδα –δίνει το 1889 και ο Κρινόπουλος, ο οποίος όμως ανεβάζει το συνολικό αριθμό των κατοίκων σε 4.000.8 Σύμφωνα με τη στατιστική της επαρχίας Ικονίου του 1905, στο Φερτέκ ζούσαν 1.500 χριστιανοί και 2.500 μουσουλμάνοι, οπότε η αναλογία αλλάζει προς όφελος των μουσουλμάνων.9 Ο Αντωνόπουλος, δύο χρόνια αργότερα, υπολόγισε σε 360 τις οικογένειες των χριστιανών.10

Οι Ρωμιοί του Φερτέκ μιλούσαν ελληνικό καππαδοκικό ιδίωμα, χρησιμοποιούσαν όμως παράλληλα και την τουρκική γλώσσα, ακόμη και στην καθημερινή τους ζωή. Συγκεκριμένα, στα τουρκικά γινόταν το κήρυγμα στην εκκλησία και κάποτε και η ανάγνωση του ευαγγελίου, ενώ τουρκικά ήταν και τα τραγούδια, τα μοιρολόγια, τα νανουρίσματα κτλ. Έχει επίσης ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι για τη γραφή της τουρκικής γλώσσας χρησιμοποιούσαν τα καραμανλίδικα.11

2. Οικονομία

Η καλλιεργήσιμη γη στο Φερτέκ ήταν μάλλον εύφορη, τουλάχιστον σε σύγκριση με άλλους ορεινούς οικισμούς της Καππαδοκίας. Οι περισσότεροι Ρωμιοί δεν ασχολούνταν οι ίδιοι με την καλλιέργεια των κτημάτων τους. Συχνά συνήπταν αγροληπτικές συμβάσεις με μουσουλμάνους καλλιεργητές, οι οποίοι αναλάμβαναν την καλλιέργεια και παρέδιδαν συνήθως το μισό της σοδειάς (μισιακό). Καλλιεργούσαν δημητριακά, φρούτα, περιβόλια, μαστίχα και αμπέλια, που ήταν άλλωστε η σημαντικότερη καλλιέργεια του χωριού. Από αυτά παρήγαν αξιόλογες ποσότητες κρασιού και ούζου, τις οποίες διέθεταν στην τοπική αγορά αλλά και στην αγορά της Κωνσταντινούπολης.

Προς την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας κατευθύνονταν και οι περισσότεροι μετανάστες. Εκεί δραστηριοποιούνταν κυρίως ως ταβερνιάρηδες και έμποροι οινοπνευματωδών ποτών.12 Με καταγωγή από το Φερτέκ βρίσκουμε μετανάστες επίσης στη Μερσίνα, τα Άδανα, τη Σαμψούντα και τη Σμύρνη. Γενικά οι Φερτικιώτες στους χώρους υποδοχής εργάζονταν ως έμποροι, τεχνίτες και υπάλληλοι σε διάφορα καταστήματα, ενώ λίγοι από αυτούς ως σαράφηδες και ως δικηγόροι. Συντηρούσαν τις οικογένειές τους που συνέχιζαν να μένουν στο Φερτέκ και παράλληλα συνέβαλλαν στη γενικότερη ευημερία της κοινότητας, κυρίως κατά το β΄ μισό του 19ου αιώνα. Αλλά τα σταθερά υψηλά ποσοστά μετανάστευσης και στις δύο πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, σε συνδυασμό με την επιλογή των μεταναστών να παίρνουν πια μαζί και τις οικογένειές τους στους τόπους υποδοχής τους, οδήγησαν τελικά στη δημογραφική συρρίκνωση και το συνακόλουθο μαρασμό της κοινότητας των χριστιανών του Φερτέκ.

Αξιόλογη συμπληρωματική πηγή εισοδήματος αποτέλεσε για αρκετές οικογένειες η ενασχόληση με την ταπητουργία. Λειτούργησε ως οικοτεχνία στην οποία δραστηριοποιούνταν οι γυναίκες που κατασκεύαζαν στον αργαλειό μάλλινα χαλιά για λογαριασμό εμπόρων από τη Νίγδη.13

3. Διοικητικό καθεστώς, κοινωνική διαστρωμάτωση

Το Φερτέκ ήταν μουδουρλίκι που διαδοχικά ανήκε στο μουτεσαριφλίκι Νίγδης και στο βιλαέτι του Ικονίου. Ο μουδούρης, ο οποίος στις πηγές αναφέρεται και ως έπαρχος, ήταν η ανώτερη διοικητική αρχή, διοριζόταν από το κράτος και ήταν υπεύθυνος για την τήρηση της τάξης στην περιοχή του. Εκτός από το Φερτέκ στη δικαιοδοσία του ανήκαν επίσης οι οικισμοί Ιλοσόν, Τελμησός, Φεσλεέν και Αντιρμοσόν. Σε αυτόν υπάγονταν οι δύο επόμενες διοικητικές βαθμίδες, οι οποίες στελεχώνονταν από ντόπιους, αιρετούς αξιωματούχους. Ο μπελεντιέ – ρεϊζί (δήμαρχος) εκλεγόταν κάθε 2-3 χρόνια από τους κατοίκους του Φερτέκ, χριστιανούς και μουσουλμάνους, και ήταν υπεύθυνος για τη συλλογή των φόρων, την καθαριότητα, την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και τέλος τη διαχείριση του νερού.14 Πλαισιωνόταν από ένα τετραμελές συμβούλιο (2 μέλη από κάθε εθνοθρησκευτική ομάδα). Κάθε εθνοθρησκευτική ομάδα εξέλεγε τέλος ξεχωριστό μουχτάρη και από τρεις αζάδες (συμβούλους). Η θητεία του μουχταρικού συμβουλίου ήταν διετής.15

Παράλληλα με το διοικητικό σχήμα που μόλις περιγράψαμε λειτουργούσαν η εκκλησιαστική επιτροπή και η τοπική εφοροεπιτροπή, οι οποίες είχαν αναλάβει τη διαχείριση των υποθέσεων που αφορούσαν την εκκλησία και το σχολείο αντίστοιχα. Παράλληλα με την τοπική εφοροεπιτροπή λειτουργούσε και η κεντρική εφοροεπιτροπή Φερτεκίου με έδρα την Κωνσταντινούπολη, όπου διέμενε το μεγαλύτερο μέρος των ανδρών μεταναστών. Η επιτροπή αυτή ήταν δεκαμελής και η δικαιοδοσία της ξεπερνούσε την αντίστοιχη της τοπικής επιτροπής. Στην πρωτεύουσα άλλωστε γινόταν σε μεγάλο βαθμό η εξεύρεση των απαιτούμενων πόρων για τη λειτουργία των σχολείων και λαμβάνονταν σημαντικές αποφάσεις σχετικά με τη λειτουργία τους, όπως ήταν π.χ. η επιλογή των δασκάλων και η αποστολή των διδακτικών βιβλίων.16

4. Θρησκεία

Εκκλησιαστικά το Φερτέκ ανήκε στη μητρόπολη Ικονίου. Στον οικισμό υπήρχε ένας κύριος ναός, ο οποίος χτίστηκε το 1835 και ήταν αφιερωμένος στους αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ.17 Εκτός από αυτόν υπήρχαν και αρκετά παρεκκλήσια και εξωκλήσια. Πριν από την ανταλλαγή στο Φερτέκ λειτουργούσαν τακτικά τρεις ιερείς.18

Ολοκληρώνοντας τη διαπραγμάτευση των σχετικών με τη θρησκεία ζητημάτων θα πρέπει να αναφερθούμε σύντομα στο προσκυνηματικό ταξίδι στα Ιεροσόλυμα, γνωστό και ως χατζηλίκι. Όσοι διέθεταν την απαιτούμενη οικονομική δυνατότητα θεωρούσαν υποχρέωσή τους να κάνουν αυτό το ταξίδι, το οποίο, όπως γνωρίζουμε και από πολλούς άλλους οικισμούς, γινόταν ομαδικά και οι προσκυνητές συνοδεύονταν από έναν από τους ιερείς του χωριού. Το χατζηλίκι ήταν ιδιαίτερα σημαντικό στα πλαίσια της λαϊκής θρησκείας. Ενίσχυε τη συνοχή της ομάδας των χριστιανών του Φερτέκ, ενώ παράλληλα συνέβαλλε και στην εσωτερική της κοινωνική διαφοροποίηση.

5. Εκπαίδευση

Δεν γνωρίζουμε πότε ιδρύθηκε το πρώτο σχολείο στο Φερτέκ. Όμως πριν από το 1889 λειτουργούσε ήδη ελληνικό σχολείο, στο οποίο περίπου εκείνη την εποχή προστέθηκε και μια τάξη γυμνασίου. Λειτουργούσαν επίσης παρθεναγωγείο και νηπιαγωγείο.19 Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία ο συνολικός αριθμός μαθητών και μαθητριών στις αρχές του 20ού αι. έφτανε τους 220 και μειώθηκε στους 160 την περίοδο 1914-1915.20 Στα σχολεία του Φερτέκ δίδασκαν το 1905 τρεις δάσκαλοι και μία δασκάλα.21 Το 1904 χτίστηκε νέο σχολικό κτήριο με δαπάνη του Κωνσταντίνου Αραβανόπουλου και άλλων Φερτικιωτών εγκατεστημένων στην Κωνσταντινούπολη.22

6. Κοινοτικά ιδρύματα και σύλλογοι

Στο Φερτέκ λειτουργούσε κοινοτικό λουτρό, το οποίο χτίστηκε γύρω στο 1840. Ανήκε στην κοινότητα των Ρωμιών, υπάλληλος της οποίας ήταν και ο χαμαμτζής (λουτράρης) που εργαζόταν σε αυτό. Τα έσοδα από το λουτρό ενίσχυαν το ταμείο της εκκλησίας.23

Το 1911 ιδρύθηκε στην Κωνσταντινούπολη από μετανάστες με καταγωγή από το Φερτέκ σύλλογος με την επωνυμία «Φιλεκπαιδευτική Αδελφότης Φερτεκινών, Μιχαήλ Αρχάγγελος». Στόχος της αδελφότητας από τη στιγμή της ίδρυσής της ήταν η υποστήριξη των σχολείων του Φερτέκ. Έτσι, το 1914 χορήγησε στην κοινότητα άτοκο δάνειο, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί η λειτουργία των σχολείων. Την αδελφότητα ενίσχυαν ευκαιριακά και ιδιώτες, στην προσπάθειά τους να στηρίξουν τη λειτουργία της. Πάλι το 1914 ο Κ. Αραβανόπουλος, μετανάστης καταγόμενος από τον οικισμό, μέγας ευεργέτης της κοινότητας και δωρητής του νηπιαγωγείου, ενίσχυσε την αδελφότητα δωρίζοντάς της 25 ομολογίες.24



1. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Φερτέκ, ΚΠ 299, Θέση.

2. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Φερτέκ, ΚΠ 299. Η πρώτη εμφάνιση του ι στην κατάληξη του ονόματος του οικισμού οφείλεται στoν πατριάρχη Κύριλλο και χρονολογείται στο 1815. Ως Φερτέκι ή Φερτέκιον αναφέρουν τον οικισμό οι περισσότεροι συγγραφείς τόσο πριν όσο και μετά την ανταλλαγή.

3. Κρινόπουλος, Σ., Τα Φερτάκαινα υπό εθνολογικήν και φιλολογικήν έποψιν εξεταζόμενα (Αθήνα 1889), σελ. 20-22.

4. Για τις θεωρίες σχετικά με την προέλευση του ονόματος βλ. Κρινόπουλος, Σ., Τα Φερτάκαινα υπό εθνολογικήν και φιλολογικήν έποψιν εξεταζόμενα (Αθήνα 1889), σελ. 20-22.

5. Κρινόπουλος, Σ., Τα Φερτάκαινα υπό εθνολογικήν και φιλολογικήν έποψιν εξεταζόμενα (Αθήνα 1889), σελ. 18.

6. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Φερτέκ, ΚΠ 300.

7. Φαρασόπουλος, Σ., Τα Σύλατα: Μελέτη του νομού Ικονίου υπό γεωγραφικήν, φιλολογικήν και εθνολογικήν έποψιν (Αθήνα 1895), σελ. 86.

8. Κρινόπουλος, Σ., Τα Φερτάκαινα υπό εθνολογικήν και φιλολογικήν έποψιν εξεταζόμενα (Αθήνα 1889), σελ. 17.

9. «Στατιστική της Επαρχίας Ικονίου», Ξενοφάνης 3 (1905), σελ. 44.

10. Αντωνόπουλος, Σ., Μικρά Ασία (Αθήνα 1907), σελ. 218. Η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνεται και από την Αναγνωστοπούλου, Σ., Μικρά Ασία, 19ος αι. 1919. Οι Ελληνορθόδοξες Κοινότητες: Από το Μιλλέτ των Ρωμιών στο Ελληνικό Έθνος (Αθήνα 1992), σελ. 656, η οποία υπολογίζει τις οικογένειες των Ρωμιών σε 400 στις αρχές του 20ού αι.

11. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Φερτέκ, ΚΠ 299, Γλώσσα· Αναγνωστοπούλου, Σ., Μικρά Ασία, 19ος αι. 1919. Οι Ελληνορθόδοξες Κοινότητες: Από το Μιλλέτ των Ρωμιών στο Ελληνικό Έθνος (Αθήνα 1992), σελ. 656.

12. Σύμφωνα με πληροφορητή του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, οι μετανάστες με καταγωγή από το Φερτέκ κατείχαν τα ¾ των καπηλειών της Κωνσταντινούπολης. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Φερτέκ, ΚΠ 299.

13. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Φερτέκ, ΚΠ 303· Κοντογιάννης, Π., Γεωγραφία της Μικράς Ασίας (Αθήνα 1921), σελ. 151.

14. Στο αξίωμα αυτό εκλέγονταν τόσο χριστιανοί όσο και μουσουλμάνοι. Μάλιστα κατά το διάστημα 1900-1920 το αξίωμα φαίνεται ότι κατείχε ο Αναστάσιος Τσιβόγλου. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Φερτέκ, ΚΠ 299.

15. Σχετικά με την οργάνωση της διοίκησης βλ. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Φερτέκ, ΚΠ 299, 303.

16. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Φερτέκ, ΚΠ 300, 303· Κρινόπουλος, Σ., Τα Φερτάκαινα υπό εθνολογικήν και φιλολογικήν έποψιν εξεταζόμενα (Αθήνα 1889), σελ. 71· Αναγνωστοπούλου, Σ., Μικρά Ασία, 19ος αι. 1919. Οι Ελληνορθόδοξες Κοινότητες: Από το Μιλλέτ των Ρωμιών στο Ελληνικό Έθνος (Αθήνα 1992), σελ. 369, 414· Σολδάτος, Χ., Η εκπαιδευτική και πνευματική κίνηση του ελληνισμού της Μικράς Ασίας (1800-1922), Β΄ (Αθήνα 1989), σελ. 100, 115-117.

17. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Φερτέκ, ΚΠ 300· Κρινόπουλος, Σ., Τα Φερτάκαινα υπό εθνολογικήν και φιλολογικήν έποψιν εξεταζόμενα (Αθήνα 1889), σελ. 23.

18. «Στατιστική της Επαρχίας Ικονίου», Ξενοφάνης 3 (1905), σελ. 44· Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Φερτέκ, ΚΠ 299.

19. Κρινόπουλος, Σ., Τα Φερτάκαινα υπό εθνολογικήν και φιλολογικήν έποψιν εξεταζόμενα (Αθήνα 1889), σελ. 23. Τις παραπάνω πληροφορίες επιβεβαιώνει λίγα χρόνια αργότερα και ο Φαρασόπουλος, Σ., Τα Σύλατα: Μελέτη του νομού Ικονίου υπό γεωγραφικήν, φιλολογικήν και εθνολογικήν έποψιν (Αθήνα 1895), σελ. 86, ο οποίος μάλιστα κάνει λόγο για πλήρη αστική σχολή αρρένων και παρθεναγωγείο, στο οποίο οι μαθήτριες διδάσκονταν και την ταπητουργία.

20. Αναγνωστοπούλου, Σ., Μικρά Ασία, 19ος αι. 1919. Οι Ελληνορθόδοξες Κοινότητες: Από το Μιλλέτ των Ρωμιών στο Ελληνικό Έθνος (Αθήνα 1992), σελ. 671.

21. «Στατιστική της Επαρχίας Ικονίου», Ξενοφάνης 3 (1905), σελ. 44-45.

22. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Φερτέκ, ΚΠ 300.

23. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αρχεία Προφορικής Παράδοσης, Φερτέκ, ΚΠ 300.

24. Για την ίδρυση και τη λειτουργία της αδελφότητας βλ. Σολδάτος, Χ., Η εκπαιδευτική και πνευματική κίνηση του ελληνισμού της Μικράς Ασίας (1800-1922), Β΄ (Αθήνα 1989), σελ. 112-113, 152.