1. Εισαγωγή
Μετά την ήττα στις Θερμοπύλες (191 π.Χ.) ο Αντίοχος Γ' πέρασε με τα υπολείμματα του στρατού του στη Μικρά Ασία. Προσπάθησε να εμποδίσει τη διάβαση του Ελλησπόντου από τα ρωμαϊκά στρατεύματα του ύπατου Λευκίου Κορνηλίου Σκιπίωνα (περ. 230-μετά το 184 π.Χ.)1 και του αδερφού του Ποπλίου Κορνηλίου Σκιπίωνα του Αφρικανού (236-184/183 π.Χ.),2 αλλά απέτυχε μετά την ήττα του στόλου του στη Μυόννησο. Ο ρωμαϊκός στρατός πέρασε τα στενά πάνω στα καράβια του βασιλείου του Περγάμου και των Ροδίων το φθινόπωρο του 190 π.Χ.
2. Πολιτική και στρατηγική των εμπολέμων
Αντιλαμβανόμενος ο Αντίοχος το αβέβαιο και μάλλον ατυχές για αυτόν αποτέλεσμα μιας μάχης, πρόσφερε όλες τις κτήσεις της ευρωπαϊκής ακτής, τις πόλεις Λάμψακο, Σμύρνη, Αλεξάνδρεια Τρωάδα και όσες άλλες ιωνικές και αιολικές πόλεις είχαν ταχθεί με τη Ρώμη σε αντάλλαγμα για την αποχώρηση των ρωμαϊκών στρατευμάτων από την Ασία. Η απάντηση του Αφρικανού ήταν ότι θα έπρεπε να αποσυρθεί πέρα από τον Ταύρο, απαίτηση την οποία, όπως ήταν φυσικό, δεν ήταν διατεθειμένος να ικανοποιήσει ο σελευκίδης βασιλιάς.
Ξεκίνησε, λοιπόν, με το στρατό του από τις Σάρδεις και φτάνοντας στα Θυάτειρα έστειλε, δίχως λύτρα, στον Πόπλιο Σκιπίωνα, που βρισκόταν άρρωστος στην Ελαία, το γιο του που είχε συλλάβει στην Ελλάδα σε μια απέλπιδα προσπάθεια να διαπραγματευτεί.3 Μάταια όμως, καθώς η Ρώμη είχε αποφασίσει να βάλει ένα οριστικό τέλος στον πόλεμο με τον Αντίοχο. Ο Αφρικανός ως αντάλλαγμα για την επιστροφή του γιου του του μήνυσε να μην παραταχθεί για μάχη πριν αναρρώσει ο ίδιος,4 ενώ την ίδια στιγμή μην μπορώντας να ακολουθήσει το στράτευμα τοποθέτησε δίπλα στον αδερφό του σύμβουλο το Γάιο Δομίτιο Αχενοβάρβο, το 192 π.Χ. Οι δύο τους ενισχυμένοι από τα στρατεύματα του Ευμένη οδήγησαν το στρατό τους μέσω των εδαφών του βασιλείου του Περγάμου στα Υρκάνια πεδία ανατολικά της Μαγνησίας στο Σίπυλο, όπου βρισκόταν ο Αντίοχος, και στρατοπέδευσαν 4 ρωμαϊκά μίλια (περ. 6 χλμ.) μακριά από τον εχθρό, έχοντας ανάμεσα σε αυτούς και στα στρατεύματα του βασιλιά τον ποταμό Φρύγιο. Τότε 1.000 ιππείς του Αντιόχου, κυρίως Γαλάτες και έφιπποι τοξότες Δάες,5 πέρασαν το ποτάμι και προσέβαλαν τις ρωμαϊκές εμπροσθοφυλακές, προκαλώντας σύγχυση γιατί ο ρωμαϊκός στρατός δεν είχε προλάβει να παραταχθεί. Μόλις όμως ήρθαν ενισχύσεις από το στρατόπεδο, οι Ρωμαίοι κατόρθωσαν να τους τρέψουν σε φυγή και να σκοτώσουν πολλούς την ώρα που περνούσαν το Φρύγιο ποταμό. Δύο ημέρες μετά όλο το ρωμαϊκό στράτευμα πέρασε τον ποταμό και κατέλυσε 2,5 ρωμαϊκά μίλια (3,7 χλμ.) μακριά από το αντίπαλο στρατόπεδο. Ενώ όμως έστηναν το στρατόπεδο, 3.000 διαλεχτοί πεζοί και ιππείς του Αντιόχου επιτέθηκαν στην εμπροσθοφυλακή, η οποία κατόρθωσε να τους αποκρούσει χωρίς άλλη βοήθεια σκοτώνοντας 100 στρατιώτες και συλλαμβάνοντας άλλους τόσους.
Τις επόμενες 4 ημέρες οι δύο στρατοί παρατάσσονταν μπροστά στα στρατόπεδα, χωρίς όμως να προβαίνουν σε καμία άλλη επιθετική ενέργεια. Την 5η ημέρα οι Ρωμαίοι μετέφεραν το στρατόπεδό τους, μειώνοντας στο μισό την απόσταση από εκείνο του Αντιόχου. Ο τελευταίος, αντίθετα, δεν προωθούσε καθόλου τα στρατεύματά του, με αποτέλεσμα οι τελευταίες σειρές να απέχουν από το τείχος του στρατοπέδου λιγότερο από 1.000 ρωμαϊκά πόδια (300 μ.).
Αντιλαμβανόμενος ο ύπατος ότι ο Αντίοχος προσπαθούσε να αποφύγει την εμπλοκή συγκάλεσε συμβούλιο την επόμενη κιόλας ημέρα, για να αποφασίσουν εάν θα παρέμεναν εκεί ή θα αποσύρονταν στα χειμερινά καταλύματα αναβάλλοντας τη μάχη για το ερχόμενο καλοκαίρι. Αμέσως μια βοή σηκώθηκε από τις γραμμές των στρατιωτών, οι οποίοι ήθελαν να βαδίσουν ενάντια στον εχθρό, περνώντας στην ανάγκη πάνω από την τάφρο και το τείχος, σαν να επρόκειτο, όπως αναφέρει ο Λίβιος, να σφάξουν χιλιάδες ζώα και όχι να συγκρουστούν με ένα στρατό. Ο Αχενοβάρβος στάλθηκε να εξετάσει από ποιο σημείο θα ήταν καλύτερα να επιτεθούν και, όταν επέστρεψε και τους έδωσε πλήρη αναφορά, αποφάσισαν να μεταφέρουν την επόμενη ημέρα το στρατόπεδο στα μισά της διαδρομής, σε απόσταση δηλαδή αναπνοής, μην αφήνοντας καμία δυνατότητα διαφυγής στον αντίπαλο. Ταυτόχρονα ο Σκιπίωνας έστειλε κήρυκα στον Αντίοχο ανακοινώνοντάς του ότι την επαύριο θα ξεκινούσε επίθεση εναντίον του. Βλέποντας ο βασιλιάς την επόμενη ημέρα τη διαμορφωθείσα κατάσταση, έδωσε την εντολή να παραταχθεί το στράτευμα για μάχη φοβούμενος την πτώση του ηθικού των ανδρών του, εάν απέφευγε τη μάχη πεδίου και οχυρωνόταν στο στρατόπεδο.6 Είχε εξάλλου αριθμητική υπεροχή. Οι δύο στρατοί παρατάχθηκαν ο ένας απέναντι από τον άλλο στα τέλη Δεκεμβρίου 190 π.Χ. ή στις αρχές Ιανουαρίου 189 π.Χ. Ο Σκιπίωνας και ο Ευμένης παρέταξαν περίπου 30.000-31.000 άνδρες, ενώ ο Αντίοχος 70.000-72.000 άνδρες.7
3. Πηγές
Οι αναλυτικότερες περιγραφές των δύο παρατάξεων και της μάχης προέρχονται από τον Τίτο Λίβιο και τον Αππιανό, που αντλούν τις πληροφορίες τους από τον Πολύβιο, ο οποίος έκανε χρήση ροδιακών, αχαϊκών και περγαμηνών πηγών, ενώ δεν αποκλείεται να είχε μιλήσει και με αυτόπτες μάρτυρες. Μια επιτομή των περιγραφών του Πομπήιου Τρώγου και του Δίωνα Κάσσιου μάς διασώζουν ο Ιουστίνος και ο Ζωναράς αντίστοιχα, ενώ κάποια στοιχεία μάς παραθέτουν ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, ο Florus και ο Frontinus.8
4. Η παράταξη των δύο στρατών
Ο Σκιπίωνας τοποθέτησε δύο ρωμαϊκές λεγεώνες στο κέντρο, πλαισιωμένες από δύο των Λατίνων συμμάχων, καθεμία αποτελούμενη από 5.400 άνδρες.9 Οι Ρωμαίοι κρατούσαν το κέντρο της παράταξης και οι σύμμαχοί τους τις δύο πτέρυγες. Στις πρώτες γραμμές βρίσκονταν οι νεότεροι (hastati), ακολουθούσαν όσοι ήταν σε ώριμη ηλικία (principes), οι οποίοι αποτελούσαν την κύρια δύναμη, και τέλος οι βετεράνοι (triarii).10 Αυτή ήταν η συνήθης μορφή παράταξης του ρωμαϊκού στρατού. Οι hastati ήταν εκείνοι που άρχιζαν τις αψιμαχίες και καταλάμβαναν μεγάλο μέτωπο χωρίς όμως οι γραμμές τους να είναι πυκνές, επιτρέποντας έτσι στην κύρια δύναμη να εισχωρήσει ανάμεσά τους και να αναλάβει δράση. Οι βετεράνοι εμπλέκονταν τη στιγμή της τελικής επίθεσης είτε της αντεπίθεσης. Πίσω από τους βετεράνους ο Σκιπίωνας τοποθέτησε τους 16 αφρικανικούς ελέφαντες, επειδή όχι μόνο υστερούσαν αριθμητικά αλλά επιπλέον ήταν μικρόσωμοι και λιγότερο μαχητικοί από τους ινδικούς του Αντιόχου.
Δίπλα στη δεξιά πτέρυγα της ρωμαϊκής παράταξης παρατάχθηκαν τα στρατεύματα του Ευμένη μαζί με τους Αχαιούς πελταστές,11 που αριθμούσαν 3.000 πεζούς, και στη συνέχεια ένα σώμα ιππέων που δεν έφτανε τους 3.000, εκ των οποίων οι 800 ανήκαν στον Ευμένη, ενώ οι υπόλοιποι ήταν Ρωμαίοι. Τα τελευταία σώματα που προστέθηκαν στα δεξιά ήταν 500 Τραλλιανοί και 500 Κρήτες.12
Η αριστερή πτέρυγα ενισχύθηκε μόνο με 4 ίλες ιππικού (120 άνδρες), επειδή κρίθηκε ότι οι απότομες όχθες του Φρύγιου ποταμού πρόσφεραν επαρκή προστασία από τις πλαγιοκοπήσεις του εχθρού. Επικεφαλής της αριστερής πτέρυγας τέθηκε ο Δομίτιος, το κέντρο ανέλαβε ο Λεύκιος και τη δεξιά ο Ευμένης.13 Τέλος, 2.000 Μακεδόνες και Θράκες εθελοντές επιφορτίστηκαν με τη φύλαξη του ρωμαϊκού στρατοπέδου.14
Στο κέντρο της παράταξής του ο Αντίοχος τοποθέτησε 16.000 φαλαγγίτες, εξοπλισμένους κατά το μακεδονικό τρόπο, διαιρεμένους σε 10 κολόνες βάθους 32 σειρών.15 Στα διαστήματα μεταξύ δύο κολόνων είχαν τοποθετηθεί από 2 ελέφαντες, η εμφάνιση των οποίων προκαλούσε δέος. Κάθε ελέφαντας έφερε πανοπλία και ένας πύργος είχε τοποθετηθεί στην πλάτη του, μέσα στον οποίο εκτός από τον οδηγό βρίσκονταν 4 ακόμα οπλισμένοι άνδρες.16
Στα δεξιά των φαλαγγιτών παρατάχθηκαν 1.500 Γαλάτες και δίπλα τους 3.000 βαριά οπλισμένοι ιππείς, οι «κατάφρακτοι», και αμέσως μετά το λεγόμενο άγημα, αποτελούμενο από 1.000 Μήδους και διάφορων άλλων κοντινών φυλών επίλεκτους ιππείς. Κοντά τους τοποθετήθηκαν και 16 ελέφαντες ως εφεδρεία. Στη συνέχεια βρέθηκαν η βασιλική φρουρά, 10.000 αργυράσπιδες,17 και μετά από αυτούς 1.200 Δάες έφιπποι τοξότες. Ακολουθούσαν 3.000 ψιλοί Τραλλιανοί και Κρήτες18 και 2.500 Μυσοί τοξότες.19 Τη δεξιά πτέρυγα έκλειναν 4.000 Κύρτιοι20 σφενδονίτες και Ελυμαίοι21 τοξότες.
Αριστερά των φαλαγγιτών είχαν παραταχθεί 15.000 πεζοί Γαλάτες και 2.000 Καππαδόκες που είχε στείλει ο Αριαράθης Δ'. Δίπλα τους βρίσκονταν 2.700 βοηθητικοί απ’ όλες τις φυλές, 3.000 βαριά οπλισμένοι ιππείς και το βασιλικό ιππικό αποτελούμενο από 1.000 Σύρους, Φρύγες και Λυδούς ιππείς που έφεραν οι ίδιοι και τα άλογά τους ελαφρύτερη πανοπλία.22 Μπροστά από τους τελευταίους υπήρχαν καμήλες που αποκαλούνταν δρόμωνες (dromadas) και σκυθικού τύπου άρματα. Επειδή μάλιστα οι καμήλες είναι ψηλότερες από τα άλογα, οι Άραβες που τις ίππευαν έφεραν σπαθιά μήκους 4 πηχών. Τα άρματα, στο σημείο που οι δύο κάθετοι άξονες συναντούν το ζυγό των τεσσάρων αλόγων, έφεραν αιχμές που προεξείχαν από το ζυγό κατά 10 πήχεις. Στα δύο άκρα του ζυγού εφαρμόζονταν από δύο σκύθες (δρεπανοειδείς μάχαιρες), εκ των οποίων η μία προεξείχε προς τα έξω, ενώ η άλλη ήταν στραμμένη προς τα κάτω. Το ίδιο συνέβαινε και με τις δύο σκύθες που έφερε καθένας από τους δύο τροχούς. Οι προεξέχουσες προορίζονταν για την εξολόθρευση όσων πλησίαζαν από το πλάι, ενώ οι κάθετες για όσους είχαν την ατυχία να βρεθούν κάτω από το άρμα.23
Στη συνέχεια είχαν παραταχθεί Ταραντίνοι24 και 2.500 Γαλάτες ιππείς, 1.000 Νεόκρητες,25 1.500 Κάρες και Κίλικες, 1.500 Τραλλιανοί και 400 Πισιδοί, Πάμφυλες και Λύκιοι πελταστές.26 Την πτέρυγα έκλειναν 4.000 Κύρτιοι σφενδονίτες και Ελυμαίοι τοξότες μαζί με 16 ελέφαντες. Ο βασιλιάς ανέλαβε τη διοίκηση της δεξιάς πτέρυγας, βάζοντας το γιο του Σέλευκο και τον ξάδερφό του Αντίπατρο στην αριστερή.27 Τη διοίκηση του κέντρου την ανέθεσε στους τρεις στρατηγούς του: την εμπροσθοφυλακή στους Μίννιο (ή Μύνδη) και Ζεύξη και τη φάλαγγα στο Φίλιππο, τον ελεφαντάρχη.
5. Η μάχη
Μόλις άρχισε να χαράζει, η πρωινή ομίχλη σκέπασε με υγρασία τον τόπο. Οι συνθήκες αυτές δημιούργησαν δυσχέρειες στη βασιλική παράταξη. Ο στρατός του Αντιόχου απλωνόταν σε μεγαλύτερο μήκος από το ρωμαϊκό, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να δουν τα άκρα ούτε από το μέσο της παράταξης μέσα στο ημίφως και την ομίχλη. Επιπρόσθετα, η υγρασία μαλάκωσε τις χορδές των τόξων, τους ιμάντες και τους εκτοξευτήρες των ακοντίων.28 Πρόβλημα, επίσης, δημιουργήθηκε και με τα σκυθικά άρματα (δρεπανηφόρα), τα οποία αντί ο Αντίοχος να τα τοποθετήσει ανάμεσα στις γραμμές του τα έβαλε στη γραμμή κρούσης.
Ο Ευμένης, θεωρώντας ότι ήταν προτιμότερο να φοβίσουν ή και να εξολοθρεύσουν τα άλογα των αρμάτων παρά να τα αντιμετωπίσουν, διέταξε τους Κρήτες τοξότες μαζί με κάποιους από τους ιππείς να επιτεθούν ταυτόχρονα και από όλες τις πλευρές στα άρματα. Η μαζική αυτή εκτόξευση βελών και ακοντίων και οι κραυγές πανικόβαλαν τα άλογα, που άρχισαν να τρέχουν προς διάφορες κατευθύνσεις ανεξέλεγκτα. Οι άτακτες αυτές επελάσεις αποκρούσθηκαν πολύ εύκολα από τους ψιλούς, τους ακοντιστές και τους γρηγοροπόδαρους Κρήτες. Η επίθεση δε του ιππικού του Ευμένη επέτεινε στα άλογα και τις καμήλες τη σύγχυση και τον πανικό που ήδη δημιουργούσαν οι φωνές του πεζικού, το οποίο δεν είχε ακόμα εμπλακεί. Εκείνη τη στιγμή δόθηκε το σύνθημα για τη γενική σύρραξη των δύο παρατάξεων.29
Τα βοηθητικά στρατεύματα της αριστερής πτέρυγας της σελευκιδικής παράταξης πανικοβλήθηκαν από τις ανεξέλεγκτες κινήσεις των αρμάτων και των καμηλών και εγκατέλειψαν την θέση τους, αφήνοντας εκτεθειμένο το βαρύ ιππικό και γενικά όλη την παράταξη. Μόλις το ρωμαϊκό ιππικό έπεσε πάνω στους ιππείς της αριστερής πτέρυγας, οι τελευταίοι, έχοντας χάσει τις μονάδες υποστήριξης, άλλοι τράπηκαν σε φυγή και άλλοι οπισθοχώρησαν υπό το βάρος της πανοπλίας και του οπλισμού. Όλη η αριστερή πτέρυγα του Αντιόχου παρέπαιε και, όταν τα βοηθητικά στρατεύματα που βρίσκονταν μεταξύ του βαρέως ιππικού και των φαλαγγιτών αλλά και οι ίδιες οι γραμμές των φαλαγγιτών διασπάσθηκαν, πανικός εξαπλώθηκε μέχρι το κέντρο της παράταξης.
Πολλοί από τους ψιλούς κατέφυγαν στις γραμμές των φαλαγγιτών εμποδίζοντάς τους να ελιχθούν σωστά και να χρησιμοποιήσουν τις τους. Οι ιππείς του Ευμένη (Έλληνες και Ρωμαίοι) από την πλευρά τους, φοβούμενοι την πυκνή διάταξη και την απόγνωση των βετεράνων πολεμιστών της φάλαγγας, δεν ενεπλάκησαν σε μάχη σώμα με σώμα, αλλά κάνοντας κύκλους γύρω από τη φάλαγγα έριχναν τα ακόντιά τους στη δυσκίνητη και εκτεθειμένη, λόγω της φυγής των βοηθητικών στρατευμάτων και των ιππέων, φάλαγγα σκοτώνοντας πολλούς.
Ούτε οι ελέφαντες αποτέλεσαν εμπόδιο στους επιτιθέμενους Ρωμαίους, οι οποίοι, έχοντας την εμπειρία των πολέμων ενάντια στον Αννίβα30 στην Αφρική, απέφευγαν τις επιθέσεις τους και τους χτυπούσαν με τα δόρατα από τα πλάγια ή και με τα σπαθιά τους – όσοι τουλάχιστον κατάφεραν να πλησιάσουν κοντά. Οι ελέφαντες αφηνίασαν και διέσπασαν τις γραμμές της φάλαγγας. Εκείνη τη στιγμή όλο το κέντρο δεχόταν κατά μέτωπο επίθεση. Σχεδόν συγχρόνως η δεξιά πτέρυγα της σελευκιδικής παράταξης πέρασε στην αντεπίθεση. Βλέποντας ο Αντίοχος ότι δεν υπήρχαν βοηθητικά στρατεύματα, αλλά μόνο 4 ίλες ιππικού μεταξύ της αριστερής πτέρυγας της ρωμαϊκής παράταξης και του ποταμού, οδήγησε τους «κατάφρακτους» και το «άγημα» προς αυτό το σημείο κάνοντας ταυτόχρονα μετωπική επίθεση και κυκλωτικό ελιγμό διαβαίνοντας το ποτάμι. Αυτό είχε αποτέλεσμα το ρωμαϊκό ιππικό και η ala31 της αριστερής πτέρυγας να τραπούν σε φυγή οπισθοχωρώντας άτακτα προς το στρατόπεδο.
Ο Μάρκος Αιμίλιος,32 που ήταν επικεφαλής του στρατοπέδου, οδήγησε ολόκληρη τη φρουρά προς τη μεριά των στρατευμάτων που οπισθοχωρούσαν και προσπάθησε να τους γυρίσει πίσω στη μάχη, λοιδορώντας τους για το φόβο και την ατιμωτική τους φυγή. Τους απείλησε, μάλιστα, με θάνατο και διέταξε τους άνδρες του να σκοτώνουν όποιον προσπαθούσε να διαφύγει. Έτσι κατόρθωσε να παραμείνουν στη θέση τους και να αντιμετωπίσουν την επίθεση. Ο ίδιος με τη φρουρά του στρατοπέδου, την οποία αποτελούσαν 2.000 γενναίοι άνδρες, όχι μόνο αντιστάθηκε σθεναρά στην έφοδο του Αντιόχου, αλλά και εκδίωξε τα στρατεύματα του Ζεύξη που είχαν καταφέρει να εισέλθουν στο στρατόπεδο από κάποιο άλλο σημείο. Ο Άτταλος, ο οποίος βρισκόταν μαζί με τον αδερφό του Ευμένη στα δεξιά της ρωμαϊκής παράταξης, βλέποντας ότι η αριστερή πτέρυγα του εχθρού είχε σπάσει, ενώ αντίθετα το στρατόπεδό τους κινδύνευε, έτρεξε να βοηθήσει το Μάρκο Αιμίλιο με 200 ιππείς. Μόλις ο Αντίοχος είδε να δέχεται επίθεση και κατά μέτωπο και από τα νώτα του τράπηκε σε φυγή καβάλα στ’ άλογό του.
Έτσι τα στρατεύματα των Ρωμαίων και των συμμάχων τους επικράτησαν και στις δύο πτέρυγες και σωροί πτωμάτων σκέπασαν το πεδίο της μάχης. Τις μεγαλύτερες απώλειες είχαν οι φαλαγγίτες στο κέντρο της σελευκιδικής παράταξης, οι οποίοι, επειδή παρέμειναν στις θέσεις τους πολεμώντας με αυταπάρνηση, δέχτηκαν στο τέλος την επίθεση του συνόλου σχεδόν των εχθρικών στρατευμάτων. Εκμεταλλευόμενοι οι Ρωμαίοι την αργή επιστροφή, λόγω του βάρους του οπλισμού, των άτακτα οπισθοχωρούντων στρατευμάτων του Αντιόχου, εισήλθαν στο στρατόπεδο. Ωστόσο, μόλις έφτασε το πρώτο κύμα των διαφυγόντων, η φρουρά αναθάρρησε, ανακατάλαβε τις πύλες και τα τείχη και αντέταξε σθεναρή άμυνα. Δεν κατάφεραν, όμως, να αντέξουν τη μαζική επίθεση του εχθρού και κατεσφάγησαν.
Ο δε Ευμένης και αργότερα και το υπόλοιπο ιππικό καταδίωξαν σε όλη την πεδιάδα όσους προσπαθούσαν να διαφύγουν και τους κατέσφαξαν. Αλλά η μεγαλύτερη απειλή γι’ αυτούς ήταν τα δικά τους άρματα, οι ελέφαντες και οι καμήλες που μέσα στον πανικό τούς ποδοπατούσαν.
6. Απώλειες
Την επόμενη ημέρα οι νικητές σκύλευσαν τους νεκρούς και συγκέντρωσαν τους αιχμαλώτους. Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Λιβίου, 50.000 πεζικάριοι και 3.000 ιππείς σκοτώθηκαν από το στρατό του Αντιόχου εκείνη την ημέρα, ενώ 1.400 άνδρες και 15 ελέφαντες μαζί με τους οδηγούς τους συνελήφθησαν.33 Οι Ρωμαίοι έχασαν 300 πεζικάριους και 24 ιππείς, ενώ άλλους 25 ιππείς έχασε ο Ευμένης.34
Οι απώλειες των Ρωμαίων που αναφέρει ο Λίβιος βασίζονται σε μαρτυρία του Πολύβιου και πιθανόν να είναι λιγότερες από τις πραγματικές, εάν προέρχονται από τον επίσημο κατάλογο των πεσόντων, όπου αναγράφονταν μόνο οι πολίτες και όχι και οι σύμμαχοι. Το άλλο ενδεχόμενο είναι να πρόκειται για λάθος του Πολυβίου, ο οποίος χρησιμοποίησε μη επίσημα στοιχεία.
7. Αίτια της νίκης του Σκιπίωνα
Είναι σαφές ότι το ήμισυ της επιτυχίας τους οι Ρωμαίοι το οφείλουν στους συμμάχους τους. Οι Ρόδιοι ήταν αυτοί που με τη νίκη τους στη ναυμαχία της Μυονήσσου επέτρεψαν την αποβίβαση του ρωμαϊκού στρατού στη Μικρά Ασία, ενώ ο Ευμένης αποτέλεσε την κύρια ενίσχυσή του. Χωρίς, τέλος, τη σύμπραξη του μέχρι πρότινος εχθρού τους, του Φιλίππου Ε', δε θα ήταν δυνατή η αναίμακτη πορεία του μέσω Μακεδονίας και Θράκης.
Σημαντικό ρόλο στη μάχη έπαιξε η ομοιογένεια του ρωμαϊκού στρατού, τον οποίο αποτελούσαν βετεράνοι των Καρχηδονιακών πολέμων, οι οποίοι είχαν εκπαιδευτεί και μπορούσαν να ενεργούν ως σύνολο. Η παράταξή του εξάλλου σε μικρό μήκος έκανε αυτό το σύνολο ακόμη περισσότερο συμπαγές, ενώ επίσης διευκόλυνε τους ελιγμούς του. Αντίθετα, το μεγάλο μειονέκτημα του σελευκιδικού στρατεύματος ήταν η ύπαρξη πολλών μισθοφόρων, η ανομοιογένειά του και η παράταξή του σε μεγάλο μήκος.
Τη μάχη, ωστόσο, έκρινε η επίθεση του Ευμένη στην αριστερή πτέρυγα της αντίπαλης παράταξης. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν ήταν η εξουδετέρωση των αρμάτων και των ελεφάντων, αλλά ο πανικός που δημιούργησε η ανεξέλεγκτη υποχώρησή τους στα βοηθητικά σώματα που οδήγησε στην ανατροπή της αριστερής πτέρυγας. Η φυγή των βοηθητικών στρατευμάτων (ελαφρύ ιππικό, πελταστές, τοξότες, σφενδονίτες) άφησε ακάλυπτο το βαρύ και δυσκίνητο ιππικό, του οποίου η εξουδετέρωση άφησε με τη σειρά της εκτεθειμένη τη μακεδονική φάλαγγα από τα πλάγια.
Σημαντικό, επίσης, ρόλο έπαιξε η σθεναρή άμυνα του Λεπίδου ενάντια στην επίθεση του Αντιόχου και του Ζεύξη, καθώς και η ενίσχυση που πρόσφερε την κατάλληλη στιγμή ο Άτταλος. Όσο για την επίδραση των καιρικών συνθηκών που αναφέρει ο Τίτος Λίβιος, και επαναλαμβάνουν οι επόμενοι ιστορικοί, δεν μπορεί να ήταν σημαντική· εξάλλου, αυτές δεν είναι δυνατό να επέδρασαν μονόπλευρα, αφού τοξότες και σφενδονίτες δεν υπήρχαν μόνο στην αριστερή πτέρυγα της σελευκιδικής παράταξης, αλλά και στο στράτευμα του Ευμένη. Ο ισχυρισμός αυτός του Λιβίου πιθανόν οφείλεται σε παρανόηση του αντίστοιχου χωρίου του Πολυβίου.35
Σε όλα αυτά πρέπει να προστεθεί και το χαμηλό ηθικό του σελευκιδικού στρατού ύστερα από τις αλλεπάλληλες ήττες, το οποίο πιθανόν επιδείνωσε η παρελκυστική τακτική του Αντιόχου, ο οποίος μέχρι και την τελευταία στιγμή προσπαθούσε να αποφύγει τη μάχη.
8. Συνέπειες της ήττας του Αντιόχου
Η ήττα του Αντιόχου οδήγησε αυτόματα στην παράδοση στο Ρωμαίο στρατηγό των πόλεων της περιοχής. Ήδη την επομένη της μάχης πρέσβεις από τα Θυάτειρα και τη Μαγνησία στο Σίπυλο ήρθαν στο ρωμαϊκό στρατόπεδο και παρέδωσαν τις πόλεις τους.
Ο Αντίοχος με λίγους συντρόφους του και συγκεντρώνοντας πολλούς που κατάφεραν να διαφύγουν τη σφαγή έφυγε για τις Σάρδεις, όπου έφτασε γύρω στα μεσάνυχτα. Μαθαίνοντας ότι ο Σέλευκος και κάποιοι από τους φίλους του είχαν καταφύγει στην Απάμεια, κατευθύνθηκε εκεί μαζί με τη γυναίκα και την κόρη του, αφήνοντας τη διακυβέρνηση των Σάρδεων στον Ξένο, ενώ ο Τίμωνας ανέλαβε τη διοίκηση της Λυδίας, η οποία πέρασε στα χέρια του Σκιπίωνα στις αμέσως επόμενες ημέρες. Το ίδιο συνέβη και με τις Τράλλεις, τη Μαγνησία στο Μαίανδρο και όλες τις πόλεις της Ιωνίας, ενώ ο φρούραρχος της Εφέσου, ο Πολυξενίδας, αναχώρησε με το στόλο για τη Συρία.
Ο Αντίοχος μην έχοντας άλλη επιλογή έφυγε για τη Συρία, στέλνοντας το Ζεύξη και τον Αντίπατρο στις Σάρδεις να διαπραγματευτούν τους όρους μιας ειρηνευτικής συνθήκης. Ο Πόπλιος Σκιπίωνας, που είχε φτάσει στις Σάρδεις από την Ελαία, απαίτησε την αποχώρηση των στρατευμάτων του Αντιόχου βόρεια και δυτικά του Ταύρου και την καταβολή πολεμικής αποζημίωσης ύψους 15.000 ευβοϊκών (500 άμεσα για τη συντήρηση του στρατού, 2.500 όταν εγκριθεί η συνθήκη από το ρωμαϊκό λαό και τα υπόλοιπα σε 12 ετήσιες δόσεις). Ο Αντίοχος υποχρεωνόταν ακόμη να εξοφλήσει κάποιο παλαιό χρέος του προς το βασίλειο του Περγάμου, καταβάλλοντας στον Ευμένη 400 τάλαντα και ποσότητα σιτηρών. Έπρεπε, επίσης, να παραδώσει τον Καρχηδόνιο στρατηγό Αννίβα, τον Αιτωλό Θόα,36 τον Ακαρνάνα Μνασίλοχο,37 τους Χαλκιδείς Φίλωνα και Ευβουλίδα38 που είχαν καταφύγει στην αυλή του, καθώς και 20 ομήρους, συμπεριλαμβανομένου του μικρότερου γιου του.39 Ο Αντίοχος συμφώνησε και αποφασίστηκε να σταλούν πρέσβεις των εμπλεκόμενων μερών, καθώς και των πόλεων της περιοχής στη Ρώμη για να πάρουν την έγκριση της . O Σκιπίωνας έστειλε τα στρατεύματά του να διαχειμάσουν στη Μαγνησία στο Μαίανδρο, στις Τράλλεις και στην Έφεσο. Ο ίδιος παρέμεινε στην Έφεσο, όπου λίγο μετά έφτασαν οι όμηροι και οι πρέσβεις, οι οποίοι αναχώρησαν για τη Ρώμη. Ένα χρόνο μετά (188 π.Χ.) η συμφωνία αυτή θα αποκτούσε την τελική μορφή της στην αποκαλούμενη ειρήνη της Απάμειας.
9. Οι τύχες των εμπολέμων
Ο Λεύκιος Κορνήλιος Σκιπίωνας επιστρέφοντας στη Ρώμη το 188 π.Χ. τιμήθηκε με θρίαμβο, πήρε το όνομα Ασιαγένης (Asiagenus), αν και έμεινε στην ιστορία ως Ασιατικός. Έστησε επίσης έναν πίνακα της μάχης στο Καπιτώλιο.40 Το επόμενο όμως έτος οι πολιτικοί αντίπαλοι της οικογένειάς του τον οδήγησαν σε δίκη με την κατηγορία της υπεξαίρεσης των 500 ταλάντων που έδωσε την επαύριο της μάχης ο Αντίοχος Γ'. Ο Λεύκιος καταδικάστηκε σε πρόστιμο, το οποίο πλήρωσαν οι φίλοι του, όμως η ατίμωση αυτή τον εμπόδισε να αναλάβει άλλο δημόσιο αξίωμα μέχρι το τέλος της ζωής του. Την ίδια τύχη είχε και ο αδερφός του 3 χρόνια αργότερα (184 π.Χ.), όταν καταδικάστηκε για τις συμφωνίες που είχε κάνει με το σελευκίδη βασιλιά και εξορίστηκε στο Λίτερνο, όπου και πέθανε το ίδιο ή το επόμενο έτος.41
Ο Αντίοχος Γ΄ προσπαθώντας να καλύψει τις πολεμικές αποζημιώσεις σύλησε το ιερό του Βήλου στη Σουσιανή, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να εξεγερθούν και να τον σκοτώσουν μαζί με τη συνοδεία του. |
1. Νεότερος αδερφός του Ποπλίου Σκιπίωνα του Αφρικανού υπό την ηγεσία του οποίου πολέμησε στην Αφρική κατά το Β΄ Καρχηδονιακό πόλεμο. Έγινε διοικητής της Σικελίας το 193 π.Χ. Υπηρέτησε ως αξιωματικός του Μ. Ακιλίου Γλαβρίωνα στην Ελλάδα το 191 π.Χ. και εκλέχθηκε ύπατος το Νοέμβριο του 191 π.Χ. με εντολή την εκδίωξη των στρατευμάτων του Αντιόχου Γ΄ από τη Μικρά Ασία. Όταν επέστρεψε στη Ρώμη το 188 π.Χ. τιμήθηκε με θρίαμβο και ονομάστηκε Ασιατικός, αλλά καταδικάστηκε σε πρόστιμο τον αμέσως επόμενο χρόνο για υπεξαίρεση των 500 ταλάντων που έδωσε ο Αντίοχος μετά τη μάχη της Μαγνησίας. 2. Νικητής του Αννίβα στη μάχη της Ζάμας, που σήμανε και το τέλος του Β΄ Καρχηδονιακού πολέμου (202 π.Χ.). Γι’ αυτή του την επιτυχία ονομάσθηκε Αφρικανός. Το 199 π.Χ. έγινε τιμητής (censor) και ο πρώτος στην τάξη ανάμεσα στα μέλη της συγκλήτου της Ρώμης (princeps senatus). Εκλέχθηκε ξανά ύπατος το 194 π.Χ. Ακολούθησε τον αδερφό του στη Μικρά Ασία στην εκστρατεία ενάντια στον Αντίοχο Γ΄. Κατηγορήθηκε για τις συμφωνίες με τον Αντίοχο μετά τη μάχη της Μαγνησίας και εξορίστηκε στο Λίτερνο, όπου πέθανε και ενταφιάστηκε. 3. Ο Σκιπίωνας είχε δύο γιους, το Λεύκιο και τον Πόπλιο. Ο Αντίοχος είχε συλλάβει πιθανόν τον πρώτο, επειδή ο δεύτερος είχε ασθενική κράση και φαίνεται μάλλον απίθανο να είχε αναλάβει στρατιωτική δράση, Liv. 37.37.6-8· Briscoe, J., A Commentary on Livy. Books xxxiv-xxxvii (Oxford 1981) ad.loc. 4. Ο Τ. Λίβιος 37.37.8-9 αφήνει να εννοηθεί ότι ήταν μια παραπλανητική ενέργεια του Σκιπίωνα για να δημιουργήσει φρούδες ελπίδες στον Αντίοχο και να μην επιχειρήσει να διαφύγει, κάτι το οποίο ο Briscoe, J., A Commentary on Livy. Books xxxiv-xxxvii ( Oxford 1981), θεωρεί επινόηση του Λιβίου και ο Balsdon, J.P.V.D., “L. Cornelius Scipio: A Salvage Operation”, Historia 21 (1972), σελ. 230, εντάσσει στην προσπάθεια να αποδοθεί η νίκη στη στρατηγική του απόντος Ποπλίου. 5. Λαός ιρανικής προέλευσης. Κατοικούσαν στις ακτές της Κασπίας θάλασσας, βόρεια της Υρκανίας. Συμμετείχαν στον περσικό και το σελευκιδικό στρατό ως πεζοί ή έφιπποι τοξότες. 6. Ο Αππιανός αποδίδει την στρατηγική της μεταφοράς του στρατοπέδου στον Αχενοβάρβο, Συρ. 30. Πλούτ. Ηθ. 197D-E. O Briscoe J., A Commentary on Livy. Books xxxiv-xxxvii (Oxford 1981) ad. loc. Ωστόσο θεωρεί ότι αυτό είναι ένα στοιχείο που προέρχεται από την παράδοση υποβάθμισης των ικανοτήτων του Λεύκιου Σκιπίωνα, πρβ. και Balsdon, J.P.V.D., L. "Cornelius Scipio: A Salvage Operation", Historia 21 (1972) σελ. 229-230. 7. Liv. 37.37.9, Αππ. Συρ. 32. Για τους διαφορετικούς αριθμούς που δίδονται από τους δύο αρχαίους συγγραφείς, Briscoe, J., A Commentary on Livy. Books xxxiv-xxxvii (Oxford 1981) ad. loc. 8. Liv. 37.37-45, Αππ. Συρ. 30-37, Justin. 31.8.6-7, Ζων. 9.20.5-8, Διοδ. 29.8.2. Flor. 1.24.15-18, Front. Strat. 4.7.30. Nissen, H., Kritische Untersuchungen über die Quellen der vierten und fünften Dekade des Livius (Berlin 1863) σελ. 195-7. "Polybius and a literary commonplace," CQ 20 (1926) 100. Miller, F., Cassius Dio (Oxford 1964) σελ. 34. Bar-Kochva, B., The Seleucid Army, Organization and Tactics in the Great Campaigns (Cambridge 1976) σελ. 163. 9. Liv. 37.39.7. Ο Αππιανός (Συρ. 31) στρογγυλεύοντας τους αριθμούς αναφέρει 10.000 ρωμαίους και 10.000 συμμάχους. 10. Το όνομα hastati το έλαβαν από το δόρυ (hasta) που έφεραν. Αργότερα όμως έλαβαν κι αυτοί το ακόντιο (pilum) που είχαν και οι principes, αφήνοντας την hasta στους triarii. Walbank F.W., A historical commentary on Polybius I (Oxford 1957) σελ. 702. 11. Πιθανόν υπό τον αχαιό στρατηγό Διοφάνη, Aymard A., Les premiers rapports de Rome et la Conféderation Achaienne (Bordeaux-Paris 1938) σελ. 375. 12. Μάλλον είχαν σταλεί από τον Φίλιππο Ε΄, Briscoe, J., A Commentary on Livy. Books xxxiv-xxxvii (Oxford 1981) ad. loc. 13. Η τοποθέτηση του Ευμένη στο αριστερό πτερό της ρωμαϊκής παράταξης από τον Αππιανό (Συρ. 31) είναι εσφαλμένη, αφού σε μία τέτοια περίπτωση δεν θα μπορούσε να κάνει την επίθεση που περιγράφεται στη συνέχεια. 14. Εθελοντές ήταν μόνο οι Θράκες, οι Μακεδόνες είχαν σταλεί από τον Φίλιππο Ε΄. 15. Αυτό σημαίνει ότι κάθε σειρά είχε 50 άνδρες 16. Scullard, Η.Η., The Elephant in the Greek and Roman World (London 1974) σελ. 104-105, 240 κ.ε. 17. Ο Bar-Kochva, B., The Seleucid Army, Organization and Tactics in the Great Campaigns (Cambridge 1976) σελ. 56 κ.ε. ισχυρίζεται ότι προέρχονταν από τις «κατοικίες», τις αποικίες, δηλαδή, μακεδόνων. Βετεράνων, Lock R.A., "Argyraspides", Historia 26 (1977) σελ. 373-378. 18. Μάλλον μισθοφόροι, Launey, M., Recherches sur les Armées Hellénistiques I (Paris 1987) σελ. 266. 19. Τμήμα της Μυσίας είχε καταληφθεί από τον Αντίοχο το 198 π.Χ. Ωστόσο, μάλλον πρόκειται για συμμάχους του ή μισθοφόρους, αφού δύσκολα η το μικρό τμήμα που κατείχε θα μπορούσε να τον προμηθεύσει με 1200 τοξότες. 20. Νομάδες της περιοχής βόρεια της Μηδίας και της Περσίας. Περίφημοι σφενδονίτες. 21. Λαός που κατοικούσε στα βόρεια της Μηδίας. 22. Πρόκειται για την «βασιλική ή εταιρική ίππο». O Bar-Kochva, B., The Seleucid Army, Organization and Tactics in the Great Campaigns (Cambridge 1976) σελ. 68 κ.ε. ισχυρίζεται ότι δεν ήταν γηγενείς, αλλά ήταν μακεδονικής και εν γένει ελληνικής προέλευσης άποικοι που είχαν εγκατασταθεί στις περιοχές αυτές. 23. Liv. 37.41, 6-9. Για τα προβλήματα της περιγραφής του Λιβίου, Briscoe, J., A Commentary on Livy. Books xxxiv-xxxvii (Oxford 1981) ad. loc. Bar-Kochva, B., The Seleucid Army, Organization and Tactics in the Great Campaigns (Cambridge 1976) σελ. 170. Για άλλες περιγραφές δρεπανηφόρων, Ξενοφ. Αναβ. 1.8.10. Διοδ. 17.53.1-2. Quintus Curtius 4.9.4-5. Veg. 3.24. 24. Σώμα ελαφρού ιππικού αποτελούμενο μάλλον από μισθοφόρους. Πήρε την ονομασία από τον εξοπλισμό και την τακτική των ιππέων του Τάραντα. 25. Έχει υποστηριχθεί ότι ήταν μισθοφόροι που είχαν αποκτήσει την κρητική πολιτεία. Μάλλον όμως πρόκειται για ένα στρατιωτικό σώμα το οποίο, αντίθετα με τους υπόλοιπους Κρήτες μισθοφόρους, δεν ήταν τοξότες αλλά πελταστές. 26. Ελαφρά οπλισμένοι στρατιώτες του πεζικού που πήραν το όνομά τους από τον τύπο της ασπίδας που έφεραν (πέλτη). 27. Ο Λιβιος, 41.1, τον αναφέρει εσφαλμένα ως ανεψιό του Αντιόχου, Briscoe, J., A Commentary on Livy. Books xxxiv-xxxvii (Oxford 1981) ad. loc. 28. Η αναφορά του Frontinus (Strat. 4.7.30) ότι ο Πόπλιος Σκιπίωνας βλέποντας τον καιρό έστειλε μήνυμα στον αδερφό του από την Ελαία να επιτεθεί την επομένη μέρα είναι αναληθής και εντάσσεται στην προσπάθεια να αποδοθεί στον Αφρικανό η στρατηγική που οδήγησε στην νίκη στων Ρωμαίων, αφού δεν θα μπορούσε να φτάσει ο αγγελιαφόρος από την Ελαία στην Μαγνησία σε 1 ημέρα. Balsdon, J.P.V.D., "L. Cornelius Scipio: A Salvage Operation", Historia 21 (1972) σελ. 230. 29. Ο Bar-Kochva, B., The Seleucid Army, Organization and Tactics in the Great Campaigns (Cambridge 1976) σελ. 170, ισχυρίζεται ότι και τα δύο πτερά της σελευκιδικής παράταξης ενεπλάκησαν την ίδια στιγμή, κάτι, όμως, που δεν προκύπτει από τις πηγές. 30. Ο γνωστός Καρχηδόνιος στρατηλάτης ο οποίος κατέφυγε στην αυλή του Αντιόχου Γ΄ μετά την ήττα του από το Σκιπίωνα τον Αφρικανό στη Ζάμα (202 π.Χ.) και ανέλαβε τη διοίκηση του στόλου του. 31. Liv. 37.42.7-8. Ο Bar-Kochva, B., The Seleucid Army, Organization and Tactics in the Great Campaigns (Cambridge 1976) σελ. 170, χρησιμοποιώντας μία αναφορά του Ιουστίνου (36.8.6) ισχυρίζεται ότι ο Αντίοχος προσέβαλε όχι την ala αλλά την αριστερή ρωμαϊκή λεγεώνα. Εδώ προτιμάται η άποψη του Briscoe, J., A Commentary on Livy. Books xxxiv-xxxvii (Oxford 1981) ad. loc. 32. Γιος του Μάρκου Λέπιδου που θα γινόταν δήμαρχος της Ρώμης στα 180 π.Χ. 33. Ο Αππιανός (Συρ. 36) συμπεριλαμβάνει και τους αιχμαλώτους στις 50.000, ενώ ο Ιουστίνος (31.8.7) μιλά για 11.000 αιχμαλώτους 34. Ο Αππιανός (Συρ. 36) αναφέρει 15 ιππείς. 35. Liv. 37.41.2-6. Αππιαν. Συρ. 33. Front. Strat. 4.7.30. Flor. 1.24.17-18. Briscoe, J., A Commentary on Livy. Books xxxiv-xxxvii (Oxford 1981) ad. loc. 36. Αιτωλός στρατηγός που παρακίνησε το 194/193 π.Χ. τους συμπατριώτες του να ξεκινήσουν τον πόλεμο ενάντια στους Ρωμαίους. Διέφυγε μαζί με τον Αντίοχο Γ΄ στη Ανατολή μετά την ήττα τους στις Θερμοπύλες (191 π.Χ.). 37. Ακαρνάνας πολιτικός, ο οποίος προσπάθησε ανεπιτυχώς να φέρει την Ακαρνανία στο στρατόπεδο του Αντιόχου το 191 π.Χ. 38. Δεν είναι γνωστή η δράση τους. Ίσως ήταν επικεφαλής της αντιρωμαϊκής παράταξης που παρέδωσε τη Χαλκίδα στον Αντίοχο Γ΄ το 192 π.Χ. Προφανώς τον ακολούθησαν στην Ανατολή μετά την ήττα στις Θερμοπύλες και την ανακατάληψη της Χαλκίδας από τους Ρωμαίους το 191 π.Χ. 39. Διόδ. 29.8.2. Πολύβ. 21.17. Walbank, F.W., A historical commentary on Polybius III (Oxford 1979) ad. loc. Liv. 37.45.16-19. Briscoe, J., A Commentary on Livy. Books xxxiv-xxxvii (Oxford 1981) ad. loc. 40. Plin. NH 35.22. 41. Πολύβ. 23.14.1-11. Gellius NA 4.18.3κε. Liv. 38.53-56, 39.52.1-6. McDonald, A.H., "Scipio Africanus and Roman Politics in the Secord Century B.C.", JRS 28 (1938) σελ. 153-164. Sculard, H.H., Roman Politics 220-250 B.C. (Oxford 1951) σελ. 290-303. |