Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Έφεσος (Αρχαιότητα), Μνημείο Πάρθων

Συγγραφή : Μάλλιος Γιώργος (10/2/2003)

Για παραπομπή: Μάλλιος Γιώργος, «Έφεσος (Αρχαιότητα), Μνημείο Πάρθων», 2003,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=4349>

Έφεσος (Αρχαιότητα), Μνημείο Πάρθων (6/2/2006 v.1) Ephesus (Antiquity), Parthian monument (15/2/2006 v.1) 

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

 

genius, -ii (αρσ.)
Στην αρχαία Ρώμη genius ονομαζόταν το πνεύμα που προστάτευε και καθοδηγούσε ένα άτομο ή και ένα ολόκληρο γένος ή οικογένεια. Σε ορισμένες περιπτώσεις θεωρούνταν ότι κατοικούσε σε ένα άγαλμα και του έδινε υπερφυσικές δυνάμεις. Αλληγορικά απεικονίζεται συχνά ως νέος άνδρας.

αναξυρίδες, οι
Ένδυμα των λαών της Ανατολής. Πρόκειται για στενή περισκελίδα. Σε αρκετούς λαούς (Πέρσες, Σκύθες, Θράκες) οι άνδρες συνήθιζαν να φορούν φαρδιές, άνετες αναξυρίδες από δέρμα. Οι Αμαζόνες εικονογραφούνται με εφαρμοστές αναξυρίδες, διακοσμημένες συχνά με ζιγκ ζαγκ ή οριζόντιες γραμμές.

βουκράνιο, το
Διακοσμητικό μοτίβο, πολύ συνηθισμένο σε βωμούς της Ελληνιστικής και Ρωμαϊκής περιόδου, που παριστάνει κεφαλές θυσιασμένων ταύρων ή βοδιών.

γείσο, το
1. (Αρχαιότητα και Βυζάντιο) Αρχιτεκτονικό προεξέχον μέρος του επιστυλίου και γενικά του θριγκού στην ανωδομή ενός κτηρίου ή ναού. Ως οριζόντιο μέρος απαντάται ενίοτε και σε τοίχους. Το γείσο συχνά αποτελεί προεξέχον μέρος της στέγης με την έννοια ότι προστατεύει το κτήριο από τη βροχή. 2. (Βυζ. αρχιτ.) Διακοσμητικό αρχιτεκτονικό μέρος ταυτόσημο με τον «κοσμήτη». Χωρίζει οργανικά τις επιφάνειες των εκκλησιών τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό και τονίζει τη μετάβαση από τους κάθετους τοίχους προς τις θολωτές κατασκευές. Κατά κανόνα φέρει γραπτό ή γλυπτό διάκοσμο με φυτικά ή γεωμετρικά θέματα.

γιρλάντες, οι
Διακοσμητικό μοτίβο που παριστάνει μπουκέτα από λουλούδια και πλεγμένους μίσχους φυτών.

ζωφόρος, η
1. (αρχιτεκτονική) Tμήμα του θριγκού πάνω από το επιστύλιο, το οποίο αποτελείται στο μεν δωρικό ρυθμό από εναλλασσόμενα τρίγλυφα και μετόπες, στο δε ιωνικό από ενιαία επιφάνεια που φέρει συνήθως ανάγλυφη διακόσμηση. 2. (ζωγραφική) Διακοσμητική οριζόντια ταινία που περιτρέχει διάφορα μέρη ενός αγγείου ή το άνω μέρος των τοίχων ενός δωματίου.

ιμάτιο, το
Ορθογώνιο κομμάτι μάλλινου, κατά κανόνα, υφάσματος που το φορούσαν πάνω από το χιτώνα. Μπορούσε να τυλιχτεί με διάφορους τρόπους γύρω από τους ώμους και το σώμα και στερεωνόταν με ζώνη ή πόρπες.

κυνηγέσια, τα
Κυνηγετικοί αγώνες που διοργανώνονταν μέσα σε ειδικά διαμορφωμένα θέατρα ή αρένες.

συνωρίδα
Άρμα το οποίο έσερναν δύο άλογα.

Φώσφορος
Φώσφορος ή Εωσφόρος ή Lucifer (στα λατινικά) ονομαζόταν το πρωινό άστρο, δηλαδή η Αφροδίτη. Μυθολογικά θεωρούνταν γιος του Αστραίου και της Ηούς.

 
 
 
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>