Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Λέβεδος ή Πτολεμαΐς (Αρχαιότητα)

Συγγραφή : Καπώνης Αντώνιος (10/10/2005)

Για παραπομπή: Καπώνης Αντώνιος, «Λέβεδος ή Πτολεμαΐς (Αρχαιότητα)», 2005,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=5082>

Λέβεδος ή Πτολεμαΐς (Αρχαιότητα) (8/2/2007 v.1) Lebedus or Ptolemais (Antiquity) (31/1/2007 v.1) 
 

1. Θέση

Η Λέβεδος βρισκόταν 36 χλμ. ΒΔ της Εφέσου.1 Κοντά στα ερείπια της αρχαίας πόλης συναντά κανείς τα τουρκικά χωριά Ürkmez και Doğanbeyli. Η πόλη ήταν χτισμένη στον κόλπο της Εφέσου στη δυτική ακτή της Μικράς Ασίας. Ίχνη της βρίσκονται στη χερσόνησο Κισίκ ή Καζίκι2 και στο απέναντι ηπειρωτικό τμήμα. Η χερσόνησος είναι χαμηλή και πετρώδης, μήκους περίπου 270 μ. και συνδέεται με τη στεριά με ισθμό πλάτους 200 μ. Στο ηπειρωτικό τμήμα δυτικά υπάρχει λόφος ύψους σχεδόν 60 μ. Ανατολικά βρίσκεται η θέση Κοιμητούρια, σε απόσταση 1 ώρας από τη χερσόνησο. Και στις δύο θέσεις έχουν επισημανθεί αρχαία ερείπια.3

2. Ονοματολογία

Το όνομα της πόλης συνδέεται ετυμολογικά με άλλα τοπωνύμια με πιθανή προελληνική προέλευση, όπως Λέβα, Λεβαίη, Λεβάδι, Λεβάδεια, Λέβυνθος.4 Εκτός από το όνομα Λέβεδος, ο οικισμός αυτός φέρεται να αποκαλούνταν πριν από την ιωνική μετανάστευση Άρτι.5 Κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους μετονομάστηκε σε Πτολεμαΐδα πιθανότατα από το βασιλιά της Αιγύπτου Πτολεμαίο Γ΄ Ευεργέτη (246-221 π.Χ.) και κράτησε την ονομασία αυτή περίπου μέχρι τις αρχές του 2ου αι. π.Χ.6

3. Μυθολογικά στοιχεία και ίδρυση της πόλης

Ο Παυσανίας αναφέρει ότι πρώτοι κατοίκησαν στην τοποθεσία αυτή Κάρες, ενώ ο Φερεκύδης Λέλεγες.7 Κατά τον περιηγητή, οι Ίωνες με αρχηγό έναν από τους γιους του Αθηναίου Κόδρου, τον Ανδραίμονα, την κατέλαβαν και έχτισαν εκεί την πόλη Λέβεδο. Ο Στράβων8 όμως αποδίδει τον αποικισμό σε κάποιον Ανδρόπομπο, ενώ το Λεξικό της Σούδας στο γιο του Κόδρου Νηλέα.9 Τον ακριβή χρόνο της ίδρυσης της πόλης δεν τον γνωρίζουμε. Είναι όμως σχεδόν βέβαιο ότι χτίστηκε μαζί με τις υπόλοιπες ιωνικές πόλεις κατά την περίοδο του λεγόμενου «Α΄ Αποικισμού» (11ος-9ος αι. π.Χ.).10

4. Φιλολογικές μαρτυρίες

Η πρώτη αναφορά της πόλης υπάρχει στον Εκαταίο.11 Ο Ηρόδοτος, ο Ψευδο-Σκύλαξ και ο Στράβων τοποθετούν τη Λέβεδο πάνω στη διαδρομή που οδηγούσε από την Τέω στην Κολοφώνα και αντίστροφα.12 Κατεξοχήν στοιχείο της πόλης, καθώς παραδίδει ο Παυσανίας,13 ήταν τα θερμά λουτρά, χάρη στις θερμές πηγές που βρίσκονταν βόρεια της χερσονήσου στη θέση Εκκλησία (Lidja/ Ilidja) ή Karakotscha (Karakoç).14 Τη διαχρονική τους ύπαρξη μαρτυρούν ο Αίλιος Αριστείδης, που επισκέφτηκε το ρωμαϊκό λουτρό της περιοχής, και ο βιογράφος του αγίου Πολυκάρπου Πιόνιος (4ος αι. μ.Χ.).15 Στη Μεσαιωνική περίοδο το όνομα της Λεβέδου διασώζεται στους καταλόγους των επισκοπών της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης.16 Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας η πόλη φαίνεται ότι είχε καταστραφεί εντελώς, όπως διαπίστωσαν ξένοι περιηγητές του 17ου αιώνα.17 Ερείπια της αρχαίας πόλης εντόπισαν Άγγλοι και Γάλλοι περιηγητές, ενώ μπόρεσαν να ταυτίσουν τη θέση της με αυτή της χερσονήσου, χάρη στις θερμές πηγές και τα απομεινάρια που υπήρχαν.18

5. Ιστορία

Η πρώιμη ιστορία της Λεβέδου μέχρι τον 5ο αι. π.Χ. είναι σχεδόν παντελώς άγνωστη. Μετά την ίδρυσή της από τους Έλληνες μετανάστες στη Μικρά Ασία, εντάχθηκε στη Δωδεκάπολη των ιωνικών πόλεων και αποτέλεσε μέλος του Κοινού των Ιώνων με έδρα το Πανιώνιο.19 Τον 7ο αι. π.Χ. περιήλθε για μικρό χρονικό διάστημα στην εξουσία του Λυδού βασιλιά Γύγη.20 Όπως και οι υπόλοιπες ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας, υποτάχθηκε στο Λύδο βασιλιά Κροίσο το 555 π.Χ. και ακολούθως περιήλθε στην περσική κυριαρχία, όταν ο Κύρος κατέλυσε το λυδικό βασίλειο, το 546-540 π.Χ. Φαίνεται ότι δεν είχε κάποιο σημαντικό ρόλο ούτε στην Ιωνική Επανάσταση (499 π.Χ.), της οποίας η τελευταία φάση κατευθύνθηκε από το Κοινό των Ιώνων,21ούτε στους Περσικούς πολέμους.22 Μετά τη ναυμαχία της Μυκάλης, το 479 π.Χ., δεν θεωρείται πιθανό να πέρασε αμέσως στον έλεγχο των Αθηναίων. Σύντομα πάντως εντάχθηκε στη Δηλιακή Συμμαχία πληρώνοντας ετήσιο φόρο 3 τάλαντα, ενώ μετά το 447 π.Χ. πλήρωνε 1 τάλαντο.23 Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου οι Λεβέδιοι ήταν σύμμαχοι των Αθηναίων, αλλά το 411 π.Χ. παρακινήθηκαν από τους Χίους σε αποστασία. Μετά την επικράτηση των Σπαρτιατών αφέθηκε ελεύθερη μέχρι το 386 π.Χ., οπότε με την ειρήνη του μεγάλου βασιλέως περιήλθε ξανά στη δικαιοδοσία των Περσών. Την πόλη απελευθέρωσε ο Μέγας Αλέξανδρος το 334 π.Χ.24

Ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αντίγονος Α΄ Μονόφθαλμος (382-301 π.Χ.) προσπάθησε ανάμεσα στο 306 και 302 π.Χ. να συνοικήσει τη Λέβεδο με την Τέω, αλλά δεν πρόλαβε να πραγματοποιήσει το σχέδιό του.25 Το 290 π.Χ. ο βασιλιάς της Θράκης Λυσίμαχος κατέστρεψε την πόλη και μετέφερε τους κατοίκους της, καθώς και της Κολοφώνος, στην Έφεσο, ιδρύοντας μια καινούργια πόλη, την Αρσινόεια.26 Η Λέβεδος όμως κατόρθωσε να επιβιώσει και πέρασε για λίγο στην επιρροή του βασιλιά της Συρίας Αντιόχου Α΄ (281-261 π.Χ.). Η πόλη επανιδρύθηκε με το όνομα Πτολεμαΐς πιθανότατα από το βασιλιά της Αιγύπτου Πτολεμαίο Γ΄ (246-221 π.Χ.) κατά το Γ΄ Συριακό πόλεμο.27 Δεν είναι βέβαιο αν ο πτολεμαϊκός έλεγχος ήταν συνεχής έως τις αρχές του 2ου αιώνα.28 Στη συνέχεια η πόλη εισήλθε στη σφαίρα επιρροής του Σελευκίδη βασιλιά Αντιόχου Γ΄ (223-187 π.Χ.) και επανήλθε σταδιακά στην παραδοσιακή ονομασία της περί το 188 π.Χ.29 Μετά τη συνθήκη της Απάμειας (188 π.Χ.) διατήρησε την ανεξαρτησία της από το βασιλιά του Περγάμου Ευμένη Β΄ (197-158 π.Χ.).30

Κατά τη διάρκεια του 2ου αι. π.Χ. οι Ρωμαίοι μετέφεραν στη Λέβεδο το θίασο των Τεχνιτών του Διονύσου, οι οποίοι ενίσχυσαν αριθμητικά το ανθρώπινο δυναμικό της.31 Τον 1ο αι. μ.Χ. ο Οράτιος τη χαρακτηρίζει μία από τις πιο έρημες πόλεις της εποχής του.32 Το 2ο αιώνα πάντως την επισκέφτηκε ο ρήτορας Αίλιος Αριστείδης.33

Ήδη από τον 5ο αιώνα εμφανίζονται οι πρώτες αναφορές στην επισκοπή της Λεβέδου, γεγονός που μαρτυρεί τη διαρκή κατοίκηση του χώρου και τη διάδοση του χριστιανισμού από τους προηγούμενους αιώνες. Ο οικισμός διατηρήθηκε έως τα Ύστερα Βυζαντινά χρόνια. Η Λέβεδος αναφέρεται ως μία από τις πόλεις της επαρχίας της Ασίας στο Συνέκδημο του Ιεροκλέους.34 Η πόλη αποτέλεσε έδρα του ομώνυμου επισκόπου που υπαγόταν στο Μητροπολίτη Εφέσου. Επίσκοποί της έλαβαν μέρος στις Οικουμενικές Συνόδους της Χαλκηδόνος (451) και της Νίκαιας (787). Την Επισκοπή Λεβέδου τη συναντούμε μέχρι και το 13ο αιώνα,35 ενώ από το 14ο αιώνα και μετά τα ίχνη της πόλης χάνονται.36

6. Δημογραφικά στοιχεία

Οι κάτοικοι της πόλης, όπως και των άλλων ιωνικών πόλεων, αρχικά ήταν Ίωνες μετανάστες που εκτοπίστηκαν από τη βόρεια Πελοπόννησο και εγκαταστάθηκαν προσωρινά στην Αττική, καθώς και μετανάστες από τη Βοιωτία και άλλα μέρη του ελλαδικού χώρου.37 Η σύσταση του πληθυσμού της πόλης δεν άλλαξε σημαντικά με την πάροδο των αιώνων, ώστε τον 5ο αιώνα να είναι εμφανή τα στοιχεία της ιωνικής καταγωγής των κατοίκων της.38 Η Λέβεδος κατά την Αρχαιότητα δε διέθετε μεγάλο πληθυσμό. Φαίνεται ότι η πόλη δεν ανέκαμψε δημογραφικά ποτέ έως το τέλος της Αρχαιότητας. Ο Roebuck υπολόγισε τον πληθυσμό της πόλης σε περίπου 2.400 κατοίκους στις αρχές του 5ου αιώνα.39 Στα Ελληνιστικά χρόνια έγιναν προσπάθειες συνοικισμού, ακόμα και μεταφοράς των κατοίκων της Λέβεδου, αλλά η πόλη κατάφερε να επιβιώσει.40 Στο 2ο αι. π.Χ. μόνο δέχτηκε, όπως ήδη αναφέραμε, τα μέλη της συντεχνίας των Τεχνιτών του Διονύσου, που εκδιώχτηκαν από την Τέω, τη Μυόνησο και την Έφεσο διαδοχικά.41 Στα Ρωμαϊκά χρόνια παρέμεινε μία από τις μικρότερες ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας.42

7. Οικονομία

Στη μικρή αγροτική ενδοχώρα της Λεβέδου υπήρχαν κατά την Αρχαιότητα καλλιέργειες σιτηρών και ξερών σύκων, ενώ στους Νεότερους χρόνους υπήρχαν βελανιδιές και ελαιόδεντρα.43 Η αγροτική της παραγωγή, όπως και άλλων ιωνικών πόλεων, δεν ήταν ικανή να καλύψει τις ανάγκες του πληθυσμού.44 Τα κοιτάσματα αργύρου που εντοπίστηκαν κοντά στη θέση Κοιμητούρια (Gümüldur) δε φαίνεται να είχαν αξιοποιηθεί. Επίσης, στην περιοχή αφθονούσε και η πέτρα.45 Τα σημαντικότερα φυσικά πλεονεκτήματα του τόπου εντούτοις ήταν οι θερμές πηγές στα βόρεια της χερσονήσου και οι δύο φυσικοί όρμοι που σχηματίζονταν ανατολικά και δυτικά αυτής, αν και δεν ήταν αρκετά μεγάλοι.46

Στον πρωτογενή τομέα η Λέβεδος ήταν γνωστή στην Αρχαιότητα για την παραγωγή σύκων, ενώ στα περίχωρα ο Αντίγονος είχε δική του γη με σιτοκαλλιέργειες.47 Από νωρίς φαίνεται ότι ανέπτυξε μαζί με τις άλλες ιωνικές πόλεις της μικρασιατικής ακτής το εξωτερικό υπερπόντιο εμπόριο, με το οποίο εισήγε σιτηρά και μέταλλα.48 Στον τομέα των υπηρεσιών τα οργανωμένα λουτρά της πόλης ήταν γνωστά στον αρχαίο κόσμο. Παράλληλα, η άφιξη των Τεχνιτών του Διονύσου σήμανε την έναρξη καλλιτεχνικών αγώνων στη Λέβεδο.

Η πόλη αυτή έκοψε νόμισμα για πρώτη φορά τον 4ο αι. π.Χ. και ήταν χάλκινο.49 Την περίοδο του πτολεμαϊκού ελέγχου εξέδωσε νομίσματα χάλκινα με την κεφαλή του Πτολεμαίου ή της Αρσινόης και την επιγραφή ΠΤΟ(Λ).50 Στη συνέχεια (μετά το 188) έκοψε αργυρά νομίσματα σε αττικό σταθμητικό κανόνα με εμπροσθότυπο την Αθηνά (κεφαλή Αθηνάς ή σε προτομή ή όρθια) και με επιγραφή ΛΕ ή ΛΕΒΕΔΙΩΝ. Τα νομίσματα της πόλης κυκλοφόρησαν κατά το 2ο αιώνα στις αγορές της Κιλικίας και της Συρίας.51 Τη Ρωμαϊκή περίοδο έκοψε πάλι νομίσματα κατά την αρχή του Τιβερίου (14 -37), του Βεσπασιανού (69-79), του Αδριανού (117-138) , του Μάρκου Αυρηλίου (161-180) και του Γέτα (211-212).52

8. Κοινωνία – Θεσμοί – Πολιτειακή οργάνωση

Στο πλαίσιο της δημόσιας ζωής και δράσης μαρτυρούνται οι τίτλοι του ευεργέτητης πόλης και του προξένου, που δίνονταν από την πόλη τιμητικά.53 Σε επιγραφές που σχετίζονται με το γυμνάσιο αναφέρονται οι όροι«φίλο» –δείγμα μιας αναγνωρισμένης σχέσης μεταξύ των αθλουμένων– και «νέοι» – πολίτες άνω των 19 ετών που γυμνάζονταν ξεχωριστά.54

Πολιτειακοί θεσμοί που μας είναι γνωστοί είναι ο επώνυμος άρχων με τον τίτλο πρύτανις, οι τιμούχοι, η βουλή και ο δήμος με απροσδιόριστες έως τώρα δικαιοδοσίες.55 Οι θεωροδόκοιείναι το μοναδικό θρησκευτικό αξίωμα που σώζεται.56 Άλλο γνωστό αξίωμα είναι του ελαιοθέτη,του αρμόδιου για την παροχή λαδιού στο γυμνάσιο της πόλης.57 Παράλληλα, σώζονται ονόματα υπεύθυνων αρχόντων νομισματοκοπίας και δικαστών από τη Λέβεδο που κλήθηκαν να επιδικάσουν μια συνοριακή διαφορά μεταξύ της Μιλήτου και του Μυούντος.58

9. Θρησκεία

Στην πόλη δεν έχει ανευρεθεί, ούτε σώζεται από τις πηγές, κάποιο ιερό ή ναός.59 Σχεδόν βέβαιο είναι ότι μετά την άφιξη των Τεχνιτών του Διονύσου η Λέβεδος έχτισε ιερό προς τιμή του θεού. Επίσης, στους Χριστιανικούς χρόνους οικοδομήθηκαν ναοί, αλλά δεν είναι γνωστό σε ποιους ήταν αφιερωμένοι.60 Ως ιωνική πόλη τελούσε παραδοσιακά τη γιορτή των Απατουρίων προς τιμή της θεάς Αθηνάς, ενώ κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους διεξάγονταν αγώνες προς τιμή του Διονύσου.61

10. Πολιτισμός

Ο Διογένης ο Λαέρτιος αναφέρει ότι καταγόταν ή από την Έφεσο ή από τη Λέβεδο ο Λεώφαντος ο Γορσιάδας, ο οποίος θεωρούνταν από κάποιους ένας από τους Επτά Σοφούς της Αρχαιότητας. Ο Σέξτος ο Εμπειρικός παραδίδει επίσης την παρουσία ενός γραμματικού στην πόλη.62 Η τέχνη που γνώρισε ανάπτυξη στην πόλη ήταν η δραματική, χάρη στην εγκατάσταση των Τεχνιτών του Διονύσου. Πέρα από τον καλλιτεχνικό αυτό θίασο, στη Λέβεδο λειτουργούσε και γυμνάσιο.63 Από την πόλη αυτή είναι γνωστός ένας […]ατρόδωρος, νικητής σε μουσικούς αγώνες.64

11. Τοπογραφία – Οικοδομήματα

Η πόλη της Λεβέδου είχε δύο περιοχές εγκατάστασης. Η μία ήταν η οχυρωμένη περιμετρικά χερσόνησος (σημερινή Κισίκ). Τα τείχη της χερσονήσου χρονολογούνται στην Ελληνιστική περίοδο και σήμερα σώζονται σε αρκετά μεγάλο ύψος (3 ή 4 δόμων). Ήταν δομημένα κατά το ισοδομικό σύστημα, είχαν πλάτος 2,30 μ. και διέθεταν αμυντικούς πύργους και πύλες.65 Η άλλη εγκατάσταση ήταν ο λόφος στο ηπειρωτικό τμήμα. Εκεί βρισκόταν η ακρόπολη, ενώ γύρω εκτεινόταν πιθανόν το μεγαλύτερο μέρος της πόλης.66 Το μόνο κοσμικό δημόσιο οικοδόμημα που έχει ταυτιστεί είναι τα λουτρά, τα οποία σίγουρα υπήρχαν κατά τους Ρωμαϊκούς και Πρώιμους Βυζαντινούς χρόνους.67 Είναι βέβαιο επίσης ότι στην πόλη υπήρχαν γυμνάσιο και θέατρο.68 Από τα θρησκευτικά οικοδομήματα δεν έχουν σωθεί αρχαίοι ναοί, έχουν βρεθεί όμως κατάλοιπα από προσευκτήριο στα Κοιμητούρια, από χριστιανικό ναό στη θέση Εκκλησία και από βασιλική μήκους 18 μ. στη βορειοανατολική γωνία της χερσονήσου.69

1. Κατά τη μαρτυρία του Στράβωνα 90 στάδια από τη χερσόνησο της Μυονήσου και 120 στάδια βορειοδυτικά της Κολοφώνος Στράβ., Γεωγρ. 14.1.29 (C 633). Σημερινή θέση Gümüssu (Gümüldür) βλ. Lang, G., Klassische antike Stätten Anatoliens ΙΙ (Norderstedt 2003), σελ. 9-10.

2. Πρώην Εκκλησία ή Xingi.

3. ATL 1, σελ. 510· PECS (1976), σελ. 492-493, βλ. λ. “Lebedos” (G.E. Bean)· Bean, G.E., The Aegean Turkey (London 1966), σελ. 149-150· RE ΧΙΙ, στήλες 1052-1053, βλ. λ. “Lebedos” (L. Bürchner)· Weber, G., “Zur Topographie der ionischen Küste”, AM 29 (1904), σελ. 229, 231· Schmitz, L., Dictionary of Greek and Roman Geography II (London 1854), βλ. λ. “Lebedos”. Πρβλ. Cook, J.M., The Greeks in Ionia and the East (Ancient peoples and places 31, London 1962), πίν. 5· Ager, S.L., “Civic identity in the hellenistic world. The case of Lebedos”, GRBS 39 (1998), σελ. 8, βλ. σχέδιο 68 του Le Bas, M.Ph., Voyage archéologique en Grèce et en Asie Mineure (Paris 1888).

4. RE ΧΙΙ, βλ. λ. “Lebedos”, στήλες 1052-1053 (L. Bürchner).

5. Στράβ., Γεωγρ. 14.1.3 (C 633).

6. Sartre, M., L’Anatolie hellénistique de l’Egée au Caucase (343-31 av. J.-C.) (Armand Colin 2003), σελ. 61 και 95· Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands, and Asia Minor (Berkeley 1995), σελ. 189· Mastrocinque, A., La Caria e la Ionia meridionale in epoca ellenistica, 323-188 a.C. (Problemi e ricerche di storia antica 6, Roma 1979), σελ. 114 και 140· Bagnall, R.S., The Administration of the Ptolemaic Possessions outside Egypt (Leiden 1976), σελ. 169-170· Huss, W., Untersuchungen zur Aussenpolitik Ptolemaios IV (Munich 1976), σελ. 207· Robert, L., Opera Minora Selecta Ι-IV (Amsterdam 1969-1974), σελ. 183-184· Robert, L., “Villes de Carie et d’Ionie dans la liste des théarodoques de Delphes”, BCH 70 (1946), σελ. 519. Πρβλ. Bean, G., The Aegean Turkey (London 1966), σελ. 150, που υποστηρίζει ότι η αλλαγή οφείλεται στον Πτολεμαίο Β΄.

7. Παυσ. 7.3.2· Φερεκ. FGH, f. 155· Στράβ., Γεωγρ. 14.1.3 (C 632).

8. Στράβ., Γεωγρ. 14.1.3 (C 633).

9. Σούδα, βλ. λ. «Ιωνία».

10. Sakellariou, M.B., La migration grecque en Ionie (Collection de l’Institut Français d’Athènes 17, Athènes 1958), σελ. 349, 357, 358 και πίν. 3· Cook, J.M., The Greeks in Ionia and the East (Ancient peoples and places 31) (London 1962), σελ. 23-30· Roebuck, C., Ionian Trade and Colonization (New York 1959), σελ. 26· Huxley, G.L., The Early Ionians (London 1966), σελ. 23-24.

11. Εκατ., FGH 1a fr. 232.

12. Ηρ. 1.143.2· Ψευδο-Σκύλαξ 98, 17-18· Στράβ., Γεωγρ. 14.1.29 (C 643).

13. Παυσ. 7.5.11.

14. Chandler, R., Travels in Αsia Minor (London 1825), σελ. 115· Weber, G., “Zur Topographie der ionischen Küste”, AM 29 (1904), σελ. 228· Philippson, A., Reisen und Forschungen im westlichen Kleinasien ΙΙ: Ionien und das westliche Lydinen (Dr. A. Petermanns Mitteilungen aus Justus Perthes’ Geographischer Anstalt 167, Gotha 1910), σελ. 49 και PECS (1976), σελ. 492-493, βλ. λ. “Lebedos” (G.E. Bean).

15. Αίλιος Αριστείδης, Ιεροί Λόγοι γ΄, 7· Funk, F.X. – Diekamp, F., Πιόνιος, Βίος Πολυκάρπου (Patres Apostolici 2, Tubingae 1913), σελ. 436. Πρβλ. Weber, G., “Zur Topographie der ionischen Küste”, AM 29 (1904), σελ. 229· Chandler, R., Travels in Αsia Minor (London 1825), σελ. 115.

16. Honigmann, E., Le Synekdèmos d’Hiéroklès et l’opuscule géographique de Georges de Chypre (Bruxelles 1939), 660, ν. 10· Parthey, G., Hieroklis Synecdemus et Notitiae Graecae Episcopatum, accedunt Nili Doxopatrii Notitia Patriarchatuum et Locorum Nomine Immutata (Amsterdam 1967), σελ. 18, 103, 155, 167, 181 και 245· Darrouzès, J.A.A., Notitiae Episcopatum Ecclesiae Constantinopolitanae (Paris 1981), 1 ν. 109, 2 ν. 124, 3 ν. 133 και 666, 4 ν. 118, 7 ν. 147, 9 ν. 41, 10 ν. 38, 13 ν. 42· Le Quien, M., Oriens Christianus (Paris 1740, επανεκτύπωση Graz 1958), σελ. 725-726. Πρβλ. Constantini Porphyrogeniti Imperatoris, De Cerimoniis Aulae Byzantinae, 795.4., Reiske J.-J. (επιμ.), τόμ.1 (CSHB Bonn 1829).

17. Spon, J., Voyage d’Italie, de Dalmatie, de Grece et du Levant, fait aux années 1675 et 1676 1 (Lyon 1678), σελ. 373· Le Quien, M., Oriens Christianus (Paris 1740, επανεκτύπωση Graz 1958), σελ. 670.

18. Chandler, R., Travels in Αsia Minor (London 1825), σελ. 115-117, 126-127· Le Bas, M.Ph., Voyage archéologique en Grèce et en Asie Mineure (Paris 1888), σελ. 49, πίν. 68· Texier, Ch., Asie Mineure, Description Géographique, Historique et Archéologique des Provinces et des Villes de la Chersonnése d’Asie (Paris 1862), σελ. 358.

19. Emlyn-Jones, C.J., The Ionians and Hellenism, A study of the cultural achievement of the early Greek inhabitants of Asia Minor (London 1980), σελ. 17-18· Roebuck, C., Ionian Trade and Colonization (New York 1959), σελ. 28.

20. Huxley, G.L., The Early Ionians (London 1966), σελ. 52-54.

21. Bean, G.Ε., Aegean Turkey (London 1966), σελ. 150· Roebuck, C., Ionian Trade and Colonization (New York 1959), σελ. 28.

22. Neville, J., “Was there an Ionian Revolt?”, Classical Quarterly 29 (1979), σελ. 273· Balcer, J.M., “The liberation of Ionia. 478 B.C.”, Historia 46 (1997), σελ. 374-377.

23. ATL 1, σελ. 510· Rubinstein, L., “Lebedos”, στο Hansen, M.H. – Nielsen, T.H. (επιμ.), An Inventory of Archaic and Classical Poleis (Oxford 2004), όπου και πηγές. Πρβλ. και Bean, G.Ε., Aegean Turkey (London 1966), σελ. 150.

24. CAH2 VI, 800-801· Balcer, J.M., “Fifth century B.C. Ionia. A frontier redefined”, REA 87 (1985), σελ. 40-41· Cook, J.M., “The Problem of Classical Ionia”, PCPhS 187 (1961), σελ. 17· Kinns, P., “Ionia: the pattern of coinage during the last century of the Persian empire”, REA 91 (1989), σελ. 193, ATL 1, σελ. 510· Bean, G.E., Aegean Turkey (London 1966), σελ. 150 και Rubinstein, L., Lebedos, στο Hansen, M.H. – Nielsen, T.H. (επιμ.), An Inventory of Archaic and Classical Poleis (Oxford 2004).

25. Syll.3 344· RC 3-4. Πρβλ. Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands, and Asia Minor (Berkeley 1995), σελ. 188· Ager, S.L., “Civic identity in the hellenistic world. The case of Lebedos”, GRBS 39 (1998), σελ. 8-12· Wehrli, C., Antigone et Demetrios (Études et documents publiés par l’Institut d’Histoire de la Faculté des Lettres de l’Université de Genéve 5, Genéve 1968), σελ. 77. Για τη χρονολόγηση της επιγραφής βλ. Magnetto, A., Gli Arbitrati Interstatali Greci, Dal 337 al 196 A.C. II (Relazioni Intestatali nel mondo antico, Fondi e Studî 7, Pisa 1997), σελ. 54 και 57, σημ. 2.

26. Παυσ. 1.9.7 και 7.3.5· Ager, S.L., “Civic identity in the hellenistic world. The case of Lebedos”, GRBS 39 (1998), σελ. 13-15· Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands, and Asia Minor (Berkeley 1995), σελ. 188 και Mastrocinque, A., La Caria e la Ionia meridionale in epoca ellenistica, 323-188 a.C. (Problemi e ricerche di storia antica 6, Roma 1979), σελ. 48, 53 και 57. Δεν είναι βέβαιο αν ο Λυσίμαχος κατέστρεψε πρώτα τη Λέβεδο, βλ. Bean, G.Ε., Aegean Turkey (London 1966), σελ. 150 και Smith, W. (επιμ.), Dictionary of Greek and Roman Geography, τόμ. II (London 1873), σελ. 152, βλ. λ. “Lebedos” (L. Schmitz).

27. Γ΄ Συριακός πόλεμος (246-241 π.Χ.) διεξήχθη μεταξύ των ελληνιστικών βασιλέων Πτολεμαίου Γ΄ Ευεργέτη και Αντιόχου Γ΄ Μεγάλου, εξαιτίας της διεκδίκησης της Κοίλης Συρίας από το βασιλιά της Αιγύπτου που κατέληξε στην προσάρτηση από τον Πτολεμαίο σημαντικών εδαφών στην Κιλικία, την Παμφυλία και την Ιωνία. Bagnall, R.S., The Administration of the Ptolemaic Possessions outside Egypt (Leiden 1976), σελ. 169-170· Huss, W., Untersuchungen zur Aussenpolitik Ptolemaios IV (Munich 1976), σελ. 207· Robert, L., “Villes de Carie et d’Ionie dans la liste des théarodoques de Delphes”, BCH 70 (1946), σελ. 519. Ο Daux, G., “Listes delphiques de théarodoques”, REG 62 (1949), σελ. 17 θεωρεί πως ιδρύθηκε μια νέα πόλη δίπλα στην παλιά βάσει των αρχαιολογικών ευρημάτων, ενώ ο Dieudonné, A., “Ptolemais- Lebedus”, JIAN 5 (1902), σελ. 59 ερμηνεύει την κίνηση του Πτολεμαίου ως ανακατασκευή της πόλης.

28. Mastrocinque, A., La Caria e la Ionia meridionale in epoca ellenistica, 323-188 a.C. (Problemi e ricerche di storia antica 6, Roma 1979), σελ. 114· Huss, W., Untersuchungen zur Aussenpolitik Ptolemaios IV (Munich 1976), σελ. 207· Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands, and Asia Minor (Berkeley 1995), σελ. 189.

29. Robert, J. – Robert, L., “Bulletin Épigraphique”, REG 63 (1950), σελ. 166, όπου και βιβλιογραφία. Οι Amandry, M., “Les tétradrachmes à la couronne de feuillage frappes à Lébédos (Ionie)”, στο Le Rider, G. – Jenkins, K. – Waggoner, N. – Westermark, U. (επιμ.), Kraay-Mørkholm Essays: Numismatic Studies in memory of C.M. Kraay and O. Mørkholm (Numismatica Lovaniensia 10, Louvain-La-Neuve 1989), σελ. 2· Mastrocinque, A., La Caria e la Ionia meridionale in epoca ellenistica, 323-188 a.C. (Problemi e ricerche di storia antica 6, Roma 1979), σελ. 140· Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands, and Asia Minor (Berkeley 1995), σελ. 189 υποστηρίζουν μια χρονολόγηση της απομάκρυνσης του πτολεμαϊκού ελέγχου στο 197. Πρβλ. Allen, R.A., The Attalid Kingdom, A Constitutional History (Oxford 1983), σελ. 48. Χαρακτηριστικό για την πρόθεση της πόλης να διατηρήσει την παλαιά ονομασία ήταν ότι κατά το διάστημα αυτό συνέχιζε να τη χρησιμοποιεί παράλληλα με την καινούρια. Αυτό φαίνεται στο τιμητικό ψήφισμα για δύο Σαμίους (περ. 200), όπου γίνεται λόγος για «βουλή και δήμο Λεβεδίων», βλ. Robert, L., “Décret de Lébédos pour un juge de Samos”, Hellenica. Recueil d’épigraphie, de numismatique et d'antiquités grecques 11-12 (Paris 1960), σελ. 204-213· Ager, S.L., “Civic identity in the hellenistic world. The case of Lebedos”, GRBS 39 (1998), σελ. 18· Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands, and Asia Minor (Berkeley 1995), σελ. 189.

30. Allen, R.A., The Attalid Kingdom, A Constitutional History (Oxford 1983), σελ. 111· Huss, W., Untersuchungen zur Aussenpolitik Ptolemaios IV (Munich 1976), σελ. 207· Ager, S.L., “Civic identity in the hellenistic world. The case of Lebedos”, GRBS 39 (1998), σελ. 18· Seyrig, H., “Monnaies Hellenistiques”, RevNum (Ser.6) 5 (1963), σελ. 20-21. Πρβλ. την αντίθετη άποψη του Bikermann, E., “Notes sur Polybe”, REG 50 (1937), σελ. 237, του Mastrocinque, A., La Caria e la Ionia meridionale in epoca ellenistica, 32 -188 a.C. (Problemi e ricerche di storia antica 6, Roma 1979), σελ. 174 και του Hansen, E.V., The Attalids of Pergamon2 (London 1971), σελ. 96.

31. Στράβ. Γεωγρ., 14.1.29 (C 633). Πρβλ. Bean, G.Ε., Aegean Turkey (London 1966), σελ. 150 και Hansen, E.V., The Attalids of Pergamon2 (London 1971), σελ. 171-172.

32. Hor., Epist. 1.11.7.

33. Αίλιος Αριστείδης, Ιεροί Λόγοι γ΄, 7· Funk, F.X. – Diekamp, Fr., Πιόνιος, Βίος Πολυκάρπου (Patres Apostolici 2, Tubingae 1913), σελ. 436. Πρβλ. Weber, G., “Zur Topographie der ionischen Küste”, AM 29 (1904), σελ. 229 και Chandler, R., Travels in Αsia Minor (London 1825), σελ. 115.

34. Βλ. Honigmann, E., Le Synekdèmos d’Hiéroklès et l’opuscule géographique de Georges de Chypre (Bruxelles 1939), 660, ν. 10· Parthey, G., Hieroklis Synecdemus et Notitiae Graecae Episcopatum, accedunt Nili Doxopatrii Notitia Patriarchatuum et Locorum Nomine Immutata (Amsterdam 1967), σελ. 18, 103, 155, 167, 181 και 245· Darrouzès, J.A.A., Notitiae Episcopatum Ecclesiae Constantinopolitanae (Paris 1981), 1 ν. 109, 2 ν. 124, 3 ν. 133 και 666, 4 ν. 118, 7 ν. 147, 9 ν. 41, 10 ν. 38, 13 ν. 42· Le Quien, M., Oriens Christianus (Paris 1740, επανεκτύπωση Graz 1958), σελ. 725-726· Πρβλ. Constantini Porphyrogeniti Imperatoris, De Cerimoniis Aulae Byzantinae, Reiske, J.-J. (επιμ.) (CSHB, Bonn 1829). Για το τοπωνύμιο Εκκλησία που υπήρχε το 19ο αιώνα στην περιοχή, αλλά και για τα ερείπια των ναών και των αρχιτεκτονικών υπολειμμάτων Βυζαντινών χρόνων που βρέθηκαν στη χερσόνησο βλ. Chandler, R., Travels in Αsia Minor (London 1825), σελ. 115· Texier, Ch., Asie Mineure, Description Géographique, Historique et Archéologique des Provinces et des Villes de la Chersonnése d’Asie (Paris 1862), σελ. 359 και Weber, G., “Zur Topographie der ionischen Küste”, AM 29 (1904), σελ. 229.

35. Βλ. Honigmann, E., Le Synekdèmos d’Hiéroklès et l’opuscule géographique de Georges de Chypre (Bruxelles 1939), 660, ν. 10· Parthey, G., Hieroklis Synecdemus et Notitiae Graecae Episcopatum, accedunt Nili Doxopatrii Notitia Patriarchatuum et Locorum Nomine Immutata (Amsterdam 1967), σελ. 18, 103, 155, 167, 181 και 245· Darrouzès, J.A.A., Notitiae Episcopatum Ecclesiae Constantinopolitanae (Paris 1981), 1 ν. 109, 2 ν. 124, 3 ν. 133 και 666, 4 ν. 118, 7 ν. 147, 9 ν. 41, 10 ν. 38, 13 ν. 42· Le Quien, M., Oriens Christianus (Paris 1740, επανεκτύπωση Graz 1958), σελ. 725-726. Πρβλ. Constantini Porphyrogeniti Imperatoris, De Cerimoniis Aulae Byzantinae, Reiske, J.-J. (επιμ.) (CSHB, Bonn 1829) και για εξαιρέσεις: Darrouzès, J.A.A., Notitiae Episcopatum Ecclesiae Constantinopolitanae (Paris 1981), σελ. 233, ν. 666· Parthey, G., Hieroklis Synecdemus et Notitiae Graecae Episcopatum, accedunt Nili Doxopatrii Notitia Patriarchatuum et Locorum Nomine Immutata (Amsterdam 1967), σελ. 181.

36. Spon, J., Voyage d’Italie, de Dalmatie, de Grece et du Levant, fait aux années 1675 et 1676 1 (Lyon 1678), σελ. 373· Le Quien, M., Oriens Christianus (Paris 1740, επανεκτύπωση Graz 1958), σελ. 670.

37. Cook, J.M., The Greeks in Ionia and the East (Ancient peoples and places 31, London 1962), σελ. 24.

38. Sakellariou, M.B., La migration grecque en Ionie (Collection de l’Institut Français d’Athènes 17, Athènes 1958), σελ. 280.

39. Roebuck, C., Ionian Trade and Colonization (New York 1959), σελ. 23. Ο Roebuck υπολόγισε τον πληθυσμό των ιωνικών πόλεων βάσει των αριθμών που δίνει ο Ηρόδοτος για τον ιωνικό στόλο στη ναυμαχία της Λάδης. Ο υπολογισμός του πληθυσμού της Λεβέδου σε 3.200 κατοίκους κατά τον 5ο αι. π.Χ. από τον Ruschenbusch έχει απορριφθεί βλ. Ager, S.L., “Civic identity in the hellenistic world. The case of Lebedos”, GRBS 39 (1998), σελ. 8-9.

40. Bean G.E., The Aegean Turkey (London 1966), σελ. 150 και Ager, S.L., “Civic identity in the hellenistic world. The case of Lebedos”, GRBS 39 (1998), σελ. 5-21.

41. Bean, G.E., The Aegean Turkey (London 1966), σελ. 150. Πρβλ. Sakellariou, M.B., La migration grecque en Ionie (Collection de l’Institut Français d’Athènes 17, Athènes 1958), σελ. 173 και Στράβ., Γεωγρ. 14.1.3 (C 643).

42. Ager, S.L., “Civic identity in the hellenistic world. The case of Lebedos”, GRBS 39 (1998), σελ. 20.

43. Ιππώναξ, f. 124 (West). Farina A., Ipponatte (Collana di Studi Greci 41, Napoli 1963), σελ. 57, 132-133· Hansen, E.V., The Attalids of Pergamon2 (London 1971), σελ. 186· Philippson, A., Reisen und Forschungen im westlichen Kleinasien ΙΙ: Ionien und das westliche Lydinen (Dr. A. Petermanns Mitteilungen aus Justus Perthes’ Geographischer Anstalt 167, Gotha 1910), σελ. 49.

44. Cook J.M., “The Problem of Classical Ionia”, PCPhS 187 (1961), σελ. 17.

45. Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, βλ. λ. «Λέβεδος»· Philippson, A., Reisen und Forschungen im westlichen Kleinasien ΙΙ: Ionien und das westliche Lydinen (Dr. A. Petermanns Mitteilungen aus Justus Perthes’ Geographischer Anstalt 167, Gotha 1910), σελ. 49.

46. Bean, G.Ε., Aegean Turkey (London 1966), σελ. 149-150· Roebuck, C., Ionian Trade and Colonization (New York 1959), σελ. 12.

47. Ιππώναξ, f. 124 (West)· Farina, A., Ipponatte (Collana di Studi Greci 41, Napoli 1963), σελ. 57, 132-133· Hansen, E.V., The Attalids of Pergamon2 (London 1971), σελ. 186· Philippson, A., Reisen und Forschungen im westlichen Kleinasien ΙΙ: Ionien und das westliche Lydinen (Dr. A. Petermanns Mitteilungen aus Justus Perthes’ Geographischer Anstalt 167, Gotha 1910), σελ. 49.

48. Roebuck, C., Ionian Trade and Colonization (New York 1959), σελ. 21. Πρβλ. και McCabe, D.F., Lebedos Inscriptions, Text and List (Princeton 1989), σελ. 4, όπου η αναφορά ενός ταξιδιώτη από τη Λέβεδο.

49. Kinns, P., “Ionia: the pattern of coinage during the last century of the Persian empire”, REA 91 (1989), σελ. 192. Αν και αναφέρεται ότι η Λέβεδος ως αυνομή ιωνική πόλη δεν έκοψε νομίσματα κατά τη διάρκεια των Κλασικών χρόνων βλ. Lang, G., Klassische antike Stätten Anatoliens ΙΙ (Norderstedt 2003), σελ. 9.

50. Babelon, M.E., Inventaire Sommaire de la Collection Waddington (Paris 1898), σελ. 93· Imhoof-Blumer, F., Kleinasiatische Münzen 1 (Wien 1901), σελ. 72-75· Dieudonné, A., “Ptolemais- Lebedus”, JIAN 5 (1902), σελ. 45-60· Svoronos, J.N., “Ptolémaïs-Lebedus, Ephèse, Aenos, et Abdère sous les Ptolémées”, JIAN 5 (1902), σελ. 61-70· Head, B.V., A Catalogue of the Greek Coins in the British Museum: Ionia (London 1911), σελ. 154-156· Bagnall, R.S., The Administration of the Ptolemaic Possessions outside Egypt (Leiden 1976), σελ. 170, 207-208· Robert, L., “Villes de Carie et d’Ionie dans la liste des théarodoques de Delphes”, BCH 70 (1946), σελ. 517· Robert, L., “Documents d’Asie Mineure”, BCH 106 (1982), σελ. 324 και Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands, and Asia Minor (Berkeley 1995), σελ. 189.

51. Amandry, M., “Les tétradrachmes à la couronne de feuillage frappes à Lébédos (Ionie)”, στο Le Rider, G. – Jenkins, K. – Waggoner, N. – Westermark, U. (επιμ.), Kraay-Mørkholm Essays: Numismatic Studies in memory of C.M. Kraay and O. Mørkholm (Numismatica Lovaniensia 10, Louvain-La-Neuve 1989), σελ. 1-7· Allen, R.A., The Attalid Kingdom, A Constitutional History (Oxford 1983), σελ. 111· Seyrig, H., “Monnaies Hellenistiques”, RevNum (Ser.6) 5 (1963), σελ. 19-21.

52. Imhoof-Blumer, F., Kleinasiatische Münzen 1 (Wien 1901), σελ. 72-75· Head, B.V., A Catalogue of the Greek Coins in the British Museum: Ionia (London 1911), σελ. 154-156.

53. SIG3 344, σελ. 21-24.

54. Bean, G.E., “Inscriptions of Elaea and Lebedus”, Belleten 29 (1965), σελ. 596-597, πίν. 6-8· Stroud R.S., “An Inscription at Lebedos”, CSCA 3 (1970), σελ. 215-218.

55. Για τον πρύτανη Michel, Ch., Recueil d’Inscriptions grecques (Bruxelles 1900), σελ. 484. Πρβλ. McCabe, D.F., Lebedos Inscriptions, Text and List (Princeton 1989), σελ. 3· Rubinstein, L., Lebedos στο Hansen, M.H. – Nielsen, T.H. (επιμ.), An Inventory of Archaic and Classical Poleis (Oxford 2004)· Sakellariou, M.B., La migration grecque en Ionie (Collection de l’Institut Français d’Athènes 17, Athènes 1958), σελ. 79. Για τους τιμούχους, τη βουλή και το δήμο βλ. Robert, L., “Décret de Lébédos pour un juge de Samos”, Hellenica. Recueil d’épigraphie, de numismatique et d'antiquités grecques 11-12 (Paris 1960), σελ. 205 και 215.

56. Αναφέρονται θεωρόδοκοι από τη Λέβεδο για τη φιλοξενία θεωρών από το Άργος, βλ. SEG 23, σελ. 70, επιγρ. 189.

57. SIG3 344, σελ. 21-24. Πιθανόν με αυτή την αρμοδιότητα ήταν επιφορτισμένος ο γυμνασίαρχος, ο υπεύθυνος για την ομαλή λειτουργία του γυμνασίου της πόλης, βλ. Bean, G.E., “Inscriptions of Elaea and Lebedus”, Belleten 29 (1965), σελ. 596-597, πίν. 6-8 και Stroud, R.S., “An Inscription at Lebedos”, CSCA 3 (1970), σελ. 215-218.

58. Για τους υπευθύνους νομισματοκοπίας βλ. Babelon, M.E., Inventaire Sommaire de la Collection Waddington (Paris 1898), σελ. 93· Imhoof-Blumer, F., Kleinasiatische Münzen 1 (Wien 1901), σελ. 72-75· Dieudonné, A., “Ptolemais-Lebedus”, JIAN 5 (1902), σελ. 45-60· Svoronos, J.N., “Ptolémaïs-Lebedus, Ephèse, Aenos, et Abdère sous les Ptolémées”, JIAN 5 (1902), σελ. 61-70· Head, B.V., A Catalogue of the Greek Coins in the British Museum: Ionia (London 1911)· Bagnall, R.S., The Administration of the Ptolemaic Possessions outside Egypt (Leiden 1976), σελ. 170, 207-208· Robert, L., “Villes de Carie et d’Ionie dans la liste des théarodoques de Delphes”, BCH 70 (1946), σελ. 517· Robert, L., “Documents d’Asie Mineure”, BCH 106 (1982), σελ. 324· Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands, and Asia Minor (Berkeley 1995), σελ. 189. Για τους δικαστές βλ. Miletos 97 b, 1.1.12.

59. H απεικόνιση της Αθηνάς, του Απόλλωνα και του Διονύσου στα νομίσματά της καθιστά πιθανό να αποτελούν τις βασικές λατρείες της πόλης.

60. Fontrier, A., Μουσείον και βιβλιοθήκη της Ευαγγελικής Σχολής III (Σμύρνη 1880), σελ. 173· Chandler, R., Travels in Αsia Minor (London 1825), σελ. 115 και Weber, G., “Zur Topographie der ionischen Küste”, AM 29 (1904), σελ. 230.

61. Ηρ. 1.147.1 και Στράβ., Γεωγρ. 14.1.3 (C 633).

62. Διογ. Λ. 1.41.5· Σέξτος Εμπειρ. 1.274.6 και 1.293.1-2.

63. Bean, G.E., “Inscriptions of Elaea and Lebedus”, Belleten 29 (1965), σελ. 596-597, πίν. 6-8· Stroud R.S., “An Inscription at Lebedos”, CSCA 3 (1970), σελ. 215-218.

64. McCabe, D.F., Lebedos Inscriptions, Text and List (Princeton 1989), σελ. 4.

65. Weber, G., “Zur Topographie der ionischen Küste”, AM 29 (1904), σελ. 230.

66. Weber, G., “Zur Topographie der ionischen Küste”, AM 29 (1904), σελ. 230-231· Roebuck, C., Ionian Trade and Colonization (New York 1959), σελ. 12· Daux, G., “Listes delphiques de théarodoques”, REG 62 (1949), σελ. 17. Βλ. και το σχέδιο 68 του Le Bas, M.Ph., Voyage archéologique en Grèce et en Asie Mineure (Paris 1888).

67. Weber, G., “Zur Topographie der ionischen Küste”, AM 29 (1904), σελ. 229. Πρβλ. Chandler, R., Travels in Αsia Minor (London 1825), σελ. 115· Weber, G., “Zur Topographie der ionischen Küste”, AM 29 (1904), σελ. 228· Philippson, A., Reisen und Forschungen im westlichen Kleinasien ΙΙ: Ionien und das westliche Lydinen (Dr. A. Petermanns Mitteilungen aus Justus Perthes’ Geographischer Anstalt 167, Gotha 1910), σελ. 49 και PECS (1976), σελ. 492-493, βλ. λ. “Lebedos” (G.E. Bean).

68. Weber, G., “Zur Topographie der ionischen Küste”, AM 29 (1904), σελ. 230.

69. Fontrier, A., Μουσείον και βιβλιοθήκη της Ευαγγελικής Σχολής III (Σμύρνη 1880), σελ. 173· Chandler, R., Travels in Αsia Minor (London 1825), σελ. 115· Weber, G., “Zur Topographie der ionischen Küste”, AM 29 (1904), σελ. 230.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>